Γεννήθηκε το έτος 1915 σε ένα προάστιο τής Κωνσταντινουπόλεως ονόματι Μπεϊκόζ. Το βαπτιστικό του όνομα ήταν Ηρακλής και το επώνυμο του Ζαρζαβατάκης. Ήταν πολύ μικρός όταν ξεριζώθηκε, μαζί με τούς άλλους Μικρασιάτες και ήλθε με την οικογένεια του σ' ένα χωριό των Σερρών.
Είχε πολλές αναμνήσεις από το αλβανικό μέτωπο και τον εμφύλιο πόλεμο. Αρνήθηκε επίμονα ν' ακολουθήσει τ' αδέλφια του, που ήταν κομμουνιστές και άκουσε την Παναγία, πού τού μήνυσε να πάει να βρει τους εθνικόφρονες στρατιώτες. Πάντοτε παρακαλούσε θερμά την Κυρία Θεοτόκο να τον οδηγήσει «εις οδό σωτηρίας» και με τη μεσολάβηση και συμβολή της να «πάει στο τάγμα», απομακρύνθηκε τραυματισμένος από το βουλγαρικό μέτωπο.
Το 1948 φωτίσθηκε από τον Θεό και οδηγήθηκε στο Περιβόλι της Παναγίας. Στην αρχή έμεινε για ένα χρόνο και πλέον δόκιμος Στην ιερά μονή Γρηγορίου. Εκεί είχε την ιδιαίτερη ευλογία να γηροκομήσει τον ενάρετο Προηγούμενο Αθανάσιο (+1953), από τον όποιο πήρε τις πρώτες μοναχικές κατευθύνσεις, για ουράνιες ανατάσεις, τις όποιες ακολούθησε πιστά σε
όλη τη μετέπειτα ζωή του στο Άγιον Όρος. Μη υποφέροντας τη στενότητα τού χώρου της μονής έβαλε μετάνοια στον καθηγούμενο και στους πατέρες και αναχώρησε, αναζητώντας τη μονότροπη ζωή της ησυχίας που ποθούσε. Μετά από σύντομη διαμονή στη μονή Κουτλουμουσίου μετέβη Στην ερημική περιοχή της Καψάλας. Κατόπιν φιλοξενήθηκε για αρκετά χρόνια στο Διονυσιάτικο Κελί του Αγίου Δημητρίου παρά τις Καρυές και σ' ένα Κουτλουμουσιανό ξεροκάλυβο.
Όλη ή ζωή του χαρακτηριζόταν από μεγάλη ξενιτεία και μυστικότητα. Τον κοσμούσε ή ταπεινότητα της αφάνειας και της άδοξίας. Τη ζωή αυτή την επεδίωκε συνειδητά, για να προσεύχεται συνεχώς «μόνος μόνω τω Θεώ» και να είναι απερίσπαστος και αμέριστος. Τα τελευταία είκοσι χρόνια της επίγειας ζωής του Τα έζησε στο Χιλανδαρινό Κελί τού Αγίου Νικολάου Μπουραζέρη.
Εδώ φάνηκε ή μοναχική του καλλιέργεια στην όλη βιωτή του, ή οποία δίδασκε ωφέλιμα τους αδελφούς, δίχως ό 'ίδιος να το κατανοεί. Παρά την αρκετά προχωρημένη ηλικία του συμμετείχε με ζήλο σε όλες τις καθημερινές, πολύωρες, ιερές ακολουθίες και τις θείες λειτουργίες και τις αγρυπνίες. Διακρινόταν για το άψογο κοινοβιακό του πνεύμα και τη μεγάλη του αγάπη στην Παναγία, στην 'Ορθοδοξία, ιδιαίτερα τη μόνωση και την ησυχία. Όλη την ημέρα και το μεγαλύτερο μέρος της νύκτας δεν έκανε τίποτε άλλο από το να προσεύχεται με το κομποσκοίνι η ψάλλοντας. Σαν παιδί, όρθιος, μπροστά στην εικόνα της Παναγίας, της απηύθυνε τους Χαιρετισμούς και τις Παρακλήσεις της. Όταν έχασε το φως του από καταρράκτη των ματιών του, έπείσθη με δυσκολία να βγει στον κόσμο για εγχείρηση. Το δέχθηκε για να Μη κουράζει τους αδελφούς, αφού για 38 ολόκληρα χρόνια δεν είχε κατέβει ούτε μέχρι το λιμάνι της Δάφνης του Αγίου Όρους.
Έκοιμήθη εν Κυρίω ήσυχα και ειρηνικά στις 5 Μαΐου τού 2010 σε ηλικία 95 ετών, μετά από σύντομη ασθένεια, εν πλήρει συνείδηση, λίγες ώρες μετά την τέλεση τού θείου και ιερού μυστηρίου τού ευχελαίου και τη μετάληψη της θείας Κοινωνίας. Στην έξόδιο ακολουθία του προέστη ό θεοφιλέστατος επίσκοπος Ροδοστόλου κ. Χρυσόστομος και πλήθος ιερέων και μοναχών. Να έχουμε όλη την ευχή του. 10.6.2010 Σ. Μ.
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΠΡΩΤΑΤΟΝ. ΑΡΙΘΜ. 119
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.