Θυμάμαι,
πώς για πολύ χρονικό διάστημα, στη Σκήτη της άγιας Αννας, με είχε πιάσει φοβερός
πνευματικός πόλεμος. ' Η δίψα της έρημου. Έπρεπε να φύγω από την καλύβα της '
Αναλήψεως, από τον αγαπητό και αξιοσέβαστο γέροντα μου, τον ευλογημένο γέρο Νικόδημο,
και να ανεβώ στην Σκήτη του αγίου Βασιλείου, στην Έρημο του Αγίου Όρους.
Όσο
περνούσε ό καιρός, τόσο άναβε μέσα μου ό πόθος και ή φλόγα της αναχωρήσεως. Πολεμήθηκα
πολύ σ' αυτήν την απόφαση. Άραγε ήταν όμως κατά Θεόν, ή επιθυμία μου ή ενέργεια
του διαβόλου για να με βγάλει από την μετάνοια μου; Θα έπρεπε να συμβουλευτώ
κανέναν άγιο άνθρωπο. Κι ένας τέτοιος ' κείνη την εποχή ήταν ό τυφλός Λεόντιος.
Η αρετή και ή αγιοσύνη του, ήταν ξαπλωμένη σ' όλον το Αγιον Όρος.
Το κελί του
βρισκόταν έξω από το μοναστήρι της Σιμωνόπετρας• Κάθισμα της Μονής. ' Εκεί, μαζί
με τον υποτακτικό του, τον Δανιήλ, ασκήτευε για χρόνια. Είχαν έλθει μαζί από το
εξωτερικό, την Αμερική. Σ' αυτόν λοιπόν επήγα και πήρα συμβουλή. «Παιδί μου, μην
κάθεσαι ούτε λεπτό στη Σκήτη, να φύγεις με την ευχή μου και να υπάγεις όπου
είναι το θέλημα του Θεού...».
Πλάγιασα
να κοιμηθώ στο κελί του - ήμουν πολύ κουρασμένος και δεν άργησε να με πάρει ό ύπνος.
Ένα σπρώξιμο όμως στον ώμο με ξύπνησε. «Ταλαίπωρε, μου είπε κλαίγοντας, κοιμάσαι;
Ανέχεις πίστι, να πάς να καθίσεις πάνω σε μια πέτρα της έρημου και να
προσεύχεσαι. ' Ο Θεός θα σε προστατεύση». Ήταν ό τυφλός Λεόντιος πού όλη τη
νύχτα προσευχόταν για μένα.
Τον
άκουσα κι έφυγα από τη Σκήτη. Ανέβηκα στην Έρημο του άγιου Βασιλείου με απόφαση
να «αγιάσω». Τρεις ήμερες μόνο κράτησε ή μεγάλη μου άσκησης. Ήταν αδύνατο να τα
βγάλω πέρα- βαριά ή καλογερική, πού λένε. Και τώρα; να γυρίσω πίσω στην Σκήτη;
ντρεπόμουνα. Προχώρησα ανατολικά. Πεζοπόρησα μέσα στα ερημικά μονοπάτια, και
ύστερα από δύο ώρες βρέθηκα στο μεγάλο μοναστήρι της Λαύρας του άγιου ' Αθανασίου.
Με δέχθηκαν με καλοσύνη οι Γέροντες της Μονής. Είχαν ανάγκη από ένα γηροκόμο. Και
έτσι ούτε λίγο ούτε πολύ, ίδιορυθμίτης καλόγηρος στο γηροκομείο της Μεγίστης
Λαύρας.
Με τα
γεροντάκια τα πέρασα θαυμάσια βρέθηκα στο στοιχείο μου. Ό γέρο Μόδεστος ό Ίμβριος,
ένας πρώην θαλασσόλυκος, καπετάνιος στο πλοίο του μοναστηριού, ό γέρο Ζαχαρίας
ό τυφλός, πού για χρόνια ήταν ανθοκόμος, ό Πόντος και άλλοι πού βρήκαν σε μένα τον
άγγελο προστάτη τους. Αν θελήσω να περιγράψω τις υπηρεσίες μου, στους πατέρες,
φοβούμαι ότι θα περιαυτολογήσω- κι εγώ σαν μάνα τούς έκανα ότι έπρεπε για τον
καθαρισμό και το τάγισμά τους.
Από
ασκητής λοιπόν, βρέθηκα ό «ταλαίπωρος» όπως με απεκάλεσε ό τυφλός Λεόντιος, στην
Αμερική και το περίεργο ότι συνεχίστηκε ή ιστορία μου με τούς Λεόντιους. Στην
Νέαν Υόρκη, χρημάτισα Πρωτοσύγκελος των Γ.Ο.Χ. υπό τον Μητροπολίτη Λεόντιον και
μετά μίαν δεκαετίαν, ένας άλλος Λεόντιος ό Φιλίπποβιτς, της Ρωσσικής εν
Διασπορά ' Εκκλησίας του Αναστασίου, αρχιεπίσκοπος Χιλής, μετά του Επισκόπου Σεραφείμ, του από Καράκας Βενεζουέλας,
Μέλη και οι δύο της Συνόδου, με χειροτόνησαν το 1962 Επίσκοπο Άστόριας.
Και
οι τρεις Λεόντιοι, ευλογημένοι άνθρωποι του Θεού, τούς γνώρισα εκ του πλησίον.
ΑΙΩΝΙΑ
ΤΩΝ Η ΜΝΗΜΗ
ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΑ ΜΟΥ
ΙΕΡΕΣ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΗΝ ΜΥΡΟΒΟΛΟ ΧΙΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΜΕΡΙΚΗ.
ΑΘΗΝΑ 1990
ΥΠΟ ΤΟΥ ΣΕΒ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΑΣΤΟΡΙΑΣ
Κ.Κ. ΠΕΤΡΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.