Η
ιστορία για το αγοράκι και την εγχείρηση μου θύμισε ένα άλλο παρόμοιο
περιστατικό, που έγινε μετά από δέκα χρόνια. Αλλά έληξε με εντελώς διαφορετικό
τρόπο.
Εκείνη
την εποχή, ζούσε στη Μόσχα μια ασυνήθιστα ενδιαφέρουσα και ιδιόμορφη γυναίκα, η
Βαλεντίνα Πάβλοβνα Κονοβάλοβα. Φαινόταν σαν να βγήκε από πίνακα του
Κουστόντιεφ, πραγματική μοσχοβίτισσα έμπορος. Ήταν χήρα 60 ετών και διευθύντρια
μιας μεγάλης μονάδας τροφίμων στη λεωφόρο Μίρ. Η εύσωμη, κοντόχοντρη Βαλεντίνα
Πάβλοβνα ήταν συνήθως θρονιασμένη αναπαυτικά πίσω από το μεγάλο τραπέζι τού
γραφείου της. Παντού στους τοίχους, ακόμα και στους πιο δύσκολους καιρούς (επί
Σοβιετικής Ένωσης), κρέμονταν καδραρισμένα χάρτινα αντίγραφα εικόνων με
επιβλητικές διαστάσεις, ενώ στο πάτωμα κάτω από το γραφείο ήταν ακουμπισμένο
ένα μεγαλούτσικο νάιλον σακούλι γεμάτο λεφτά. Αυτά η Βαλεντίνα τα διέθετε κατά
την κρίση της, είτε στέλνοντας τους υφισταμένους της να αγοράσουν φρέσκα
λαχανικά για τους ίδιους, είτε χαρίζοντας τα στα πλήθη των φτωχών και των
ζητιάνων που περνούσαν από τη μονάδα τροφίμων της.
Οι
υφιστάμενοι της τη φοβόντουσαν, αλλά και την αγαπούσαν. Τη Σαρακοστή κανόνιζε
πάντοτε ευχέλαιο στο γραφείο της. Σ' αυτό παρευρίσκονταν πάντα με σεβασμό και
οι Τάταροι που εργάζονταν στη μονάδα της. Συχνότατα, εκείνα τα χρόνια της
έλλειψης, την επισκέπτονταν στα πεταχτά μοσχοβίτες εφημέριοι, αλλά και
αρχιερείς. Με κάποιους απ' αυτούς ήταν συγκρατημένα ευσεβής, ενώ με άλλους,
τους οποίους δεν ενέκρινε για τον «οικουμενισμό» τους, ήταν απότομη, ακόμα και
αγενής.
Ενόψει
Πάσχα και Χριστουγέννων, η μονή με έστελνε στην πρωτεύουσα με το μεγάλο φορτηγό
για τρόφιμα και προμήθειες. Η Βαλεντίνα Πάβλοβνα ήταν πάντα ιδιαίτερα ζεστή και
δεχόταν με μητρική στοργή εμάς τους νέους δόκιμους - πήγαιναν πολλά χρόνια που
η ίδια είχε θάψει το μοναχογιό της. Γίναμε φίλοι. Πόσο μάλλον που είχαμε μονίμως
θέμα συζήτησης: τον κοινό μας πνευματικό π. Ιωάννη.
Ο
πνευματικός μας πατέρας ήταν ο μοναδικός άνθρωπος στον κόσμο που η Βαλεντίνα
Πάβλοβνα ντρεπόταν, αλλά και αγαπούσε απέραντα και σεβόταν. Δύο φορές τον χρόνο
με τους πιο κοντινούς της συνεργάτες ερχόταν στην Μονή των Σπηλαίων, και εκεί
νήστευε και εξομολογείτο. Εκείνες τις μέρες ήταν αγνώριστη: ήσυχη, πράα,
συνεσταλμένη - σε τίποτα δε θύμιζε την «μοσχοβίτισσα δέσποινα-κυρά».
Το
φθινόπωρο του 1993 συνέβησαν αλλαγές στη ζωή μου. Διορίστηκα ηγούμενος στο
μετόχι της Μονής των Σπηλαίων στην Μόσχα. Αυτό έπρεπε να βρίσκεται στο αρχαίο
μοναστήρι του Σρέτένσκι. Για τη συμπλήρωση πληθώρας εγγράφων τύχαινε συχνά να
πηγαίνω στη μονή των Σπηλαίων.
Η
Βαλεντίνα Πάβλοβνα είχε άρρωστα μάτια. Δεν ήταν κάτι ιδιαίτερο - καταρράκτης
λόγω ηλικίας. Κάποια στιγμή με παρακάλεσε να ζητήσω την ευλογία του π. Ιωάννη
για να κάνει μια εγχείρηση ρουτίνας στο σπουδαίο Ινστιτούτο Φιόντοροφ. Η
απάντηση του π. Ιωάννη, ομολογουμένως, με εξέπληξε: «Όχι, όχι, σε καμία
περίπτωση. Όχι τώρα, ας περάσει λίγος καιρός», είπε πειστικά. Αφού επέστρεψα
στη Μόσχα, διαβίβασα τα λόγια του στη Βαλεντίνα Πάβλοβνα.
Στενοχωρήθηκε
πολύ. Στο Ινστιτούτο Φιόντοροφ ήταν όλα ήδη συμφωνημένα. Η Βαλεντίνα Πάβλοβνα
έγραψε στον π. Ιωάννη ένα λεπτομερές γράμμα, ζητώντας εκ νέου την ευλογία του
για την εγχείρηση και διευκρινίζοντας ότι πρόκειται για ζήτημα ρουτίνας, που
δεν άξιζε καν προσοχής.
Φυσικά
ο π. Ιωάννης δεν ήξερε λιγότερο από εκείνη πόσο ακίνδυνη είναι η εγχείρηση
καταρράκτη. Όταν όμως διάβασε την απάντηση που είχα φέρει μαζί μου.
αναστατώθηκε πάρα πολύ. Καθίσαμε πολλή ώρα με τον γέροντα και προσπαθούσε
ταραγμένος να μου πει πως ότι και να γίνει πρέπει να πείσουμε την Βαλεντίνα
Πάβλοβνα να αρνηθεί ακόμα και τώρα την εγχείρηση. Ξανάγραψε ένα εκτενές μήνυμα,
με το οποίο την ικέτευε και της έδινε ευλογία, με την εξουσία του ως
πνευματικού, να αναβάλει την εγχείρηση για λίγο
διάστημα.
Εκείνη
την εποχή ήρθαν έτσι τα πράγματα, που μου προέκυψαν δύο ελεύθερες εβδομάδες.
Δεν είχα πάρει άδεια για περισσότερο από δέκα χρόνια κι έτσι ο π. Ιωάννης μού
έδωσε ευλογία να πάω για ξεκούραση στην Κριμαία, σε ένα κρατικό θέρετρο. Και
μου ζήτησε να πάρω οπωσδήποτε μαζί μου την Βαλεντίνα Πάβλοβνα. Της είχε ήδη
γράψει γι' αυτό στο γράμμα του, προσθέτοντας ότι την εγχείρηση θα πρέπει να την
κάνει αργότερα, ένα μήνα μετά την άδεια.
«Αν
κάνει τώρα την εγχείρηση, θα πεθάνει», είπε λυπημένα ο γέροντας όταν αποχαιρετιστήκαμε.
Στη
Μόσχα όμως έπεσα σε τοίχο. Η Βαλεντίνα Πάβλοβνα, για πρώτη φορά στη ζωή
της,
επαναστάτησε απέναντι στον πνευματικό της πατέρα. Η τελευταία φορά που είχε
πάρει άδεια ήταν στα νιάτα της. και τώρα έλεγε
με θυμό:
«Άδεια;!...
Μα καλά, τι άλλο θα σκαρφιστεί ο γέροντας; Και ποιον θ' αφήσω στο πόδι μου
εδώ;».
Ήταν
πραγματικά αγανακτισμένη που ο π. Ιωάννης έκανε ολόκληρο ζήτημα για μια ήσσονος
σημασίας εγχείρηση. Εγώ όμως ήμουν αποφασισμένος. Δεν άκουγα τίποτα. Της
ανακοίνωσα ότι ξεκινάω αιτήσεις για την εισαγωγή μας στο κρατικό θέρετρο, και
ότι σύντομα θα είμαστε στην Κριμαία. Στο τέλος, η Βαλεντίνα Πάβλοβνα έδειξε να
υποχωρεί.
Πέρασαν
μερικές μέρες. Πήρα ευλογία από τον Αγιότατο για την άδεια, εξασφάλισα την
εισαγωγή μας στο θέρετρο (δεν ήταν δύσκολο κάτι τέτοιο, διότι ήταν περασμένο
Φθινόπωρο), και τηλεφώνησα στη δουλειά της Βαλεντίνας Πάβλοβνα, για να της ανακοινώσω
την ημερομηνία της αναχώρησης.
«Η
Βαλεντίνα Πάβλοβνα είναι στο νοσοκομείο», με πληροφόρησε ο βοηθός της. «Σήμερα
θα κάνει εγχείρηση».
«Πώς;»,
φώναξα. «Μα ο π. Ιωάννης το απαγόρευσε!».
Αποδείχτηκε
ότι δύο μέρες πριν. είχε εμφανιστεί στο γραφείο της Πάβλοβνα μία μοναχή, που
ήταν κατά κόσμο γιατρός, και που μόλις έμαθε την ιστορία με τον καταρράκτη,
διαφώνησε επίσης με την πρόταση του π. Ιωάννη. Τάχθηκε στο πλάι της Βαλεντίνας
Πάβλοβνα και ανέλαβε να ζητήσει την ευλογία για την εγχείρηση από έναν
πνευματικό πατέρα της Λαύρας τού Αγίου Σεργίου, ο οποίος μάλιστα της την έδωσε
την ίδια κιόλας ημέρα. Η Βαλεντίνα Πάβλοβνα. ικανοποιημένη, πήγε στο Ινστιτούτο
Φιόντοροφ. σχεδιάζοντας μετά τη σύντομη και απλή εγχείρηση να έρθει μαζί μου σε
δυο-τρεις μέρες στην Κριμαία. Αλλά κατά τη διάρκεια της εγχείρησης έπαθε
εγκεφαλικό επεισόδιο και πλήρη παράλυση.
Όταν
το έμαθα, έτρεξα και τηλεφώνησα στον π. Φιλάρετο, τον διακονητή τού π. Ιωάννη.
Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ο γέροντας ερχόταν στον π. Φιλάρετο και χρησιμοποιούσε
το τηλέφωνο του.
«Τώρα
τι θέλετε; Γιατί δε με ακούτε;», έκλαιγε σχεδόν ο γέροντας, ακούγοντας την
μπερδεμένη και θλιβερή μου ιστορία. «Μα αν επιμένω σε κάτι. σημαίνει ότι ξέρω
τι κάνω!».
Τι
μπορούσα να του απαντήσω; Ρώτησα μόνο πώς μπορούμε να βοηθήσουμε - η Βαλεντίνα
Πάλοβνα μέχρι τότε ήταν αναίσθητη. 0 π. Ιωάννης έδωσε εντολή να πάρω από τον
ναό στο κελί μου τα προηγιασμένα Άγια Δώρα, ώστε με το που θα συνέλθει η
Βαλεντίνα Πάβλοβνα, είτε μέρα είτε νύχτα, χωρίς καθυστέρηση, να πάω να την
εξομολογήσω και να την κοινωνήσω.
Με
τις προσευχές τού π. Ιωάννη, η Βαλεντίνα Πάβλοβνα συνήλθε την επόμενη μέρα.
Οι
συγγενείς της με ενημέρωσαν άμεσα και μέσα σε μισή ώρα ήμουν στην κλινική.
Τη
μετέφεραν στον προθάλαμο ανάνηψης πάνω σε ένα τεράστιο μεταλλικό φορείο. Κάτω
από το άσπρο σεντονόπανο φαινόταν μικροσκοπική και αδύναμη. Μόλις με είδε,
έκλεισε τα μάτια και έκλαψε. Δεν μπορούσε να μιλήσει. Αλλά και χωρίς λόγια, η
εξομολόγηση της ήταν κατανοητή. Της διάβασα τη συγχωρητική ευχή και την
κοινώνησα. Αποχαιρετιστήκαμε.
Την
επόμενη μέρα την κοινώνησε ακόμη μία φορά ο π. Βλαντίμιρ Τσουβίκιν. Το ίδιο
βράδυ πέθανε. Κηδέψαμε την Βαλεντίνα με αίσθημα φωτός και ειρήνης. Σύμφωνα με
μία παλιά εκκλησιαστική παράδοση, η ψυχή τού ανθρώπου, που κατάφερε να
κοινωνήσει την ημέρα τού θανάτου του, ανεβαίνει αμέσως στον θρόνο τού Θεού.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ- ΣΧΕΔΟΝ ΑΓΙΟΙ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.