Παρασκευή 31 Ιουλίου 2015

OΙ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΜΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΟΝΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΣΤΗΝ ΑΡΙΖΟΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΚΥΡΙΑΚΟ ΜΑΡΚΙΔΗ, 7 Ο ΕΡΗΜΙΤΗΣ Ο ΓΕΡΜΑΝΟΣ ΚΑΙ Ο ΔΡ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΒΑΡΝΟΣ.


Όσο σκεφτόμουν την περίπτωση του Σταύρου, θυμήθηκα μια συζήτηση καταχωρημένη σ’ ένα καινούριο βιβλίο που διάβαζα για το Άγιον Όρος, ανάμεσα σε έναν ερημίτη και τον δρ   Κωνσταντίνο Καβαρνό, που είχε επισκεφθεί τον Άθωνα στα τέλη της δεκαετίας του '50.


«Γιατί ήρθα εδώ; Θα με ρωτήσεις», είπε ο ερημίτης, που λεγόταν Ιωάννης. «Για χάρη της αιωνιότητας. Η ζωή μας εδώ στη γη, ανεξάρτητα αν είμαστε απλοί άνθρωποι, επιστήμονες, καθηγητές, πρίγκιπες ή βασιλιάδες, αναπόφευκτα θα τελειώσει. Όταν πεθάνουμε, αυτοί οι τίτλοι και τα προνόμια δεν θα σημαίνουν τίποτα, απολύτως τίποτα. Το μόνο που θα έχει σημασία τότε θα είναι η ποιότητα της ψυχής μας, αν είναι καλή ή κακή, αν τη σώσαμε ή τη χάσαμε. Ο Παράδεισος και η κόλαση είναι αιώνια, ενώ η γήινη ζωή μας είναι ασήμαντα σύντομη»



Η απάντηση του ερημίτη ήταν παρόμοια με τις απαντήσεις που είχα πάρει όταν έθετα το ίδιο ερώτημα στους μονάχους που με τα χρόνια είχα γνωρίσει. Όμως, η απόφαση να γίνει κανείς μοναχός μπορεί να έρθει ξαφνικά και απροσδόκητα, όπως στην περίπτωση του Εβραίου πτυχιούχου του Χάρβαρντ, που γνώρισε το γέροντα Ε…..  Είχα ακούσει και για άλλους που πήγαν στο Αγιον Όρος ως περίεργοι τουρίστες, και κατέληξαν να φορέσουν το ράσο. Οι πατέρες του Αγίου Όρους πιστεύουν ότι δεν έχουν σημασία τα κίνητρα για τα οποία πηγαίνει κανείς εκεί.  Όπως μου είχε πει κάποτε ένας γέροντας, «ο καθένας μπορεί να έχει τους Λόγους του που επισκέπτεται το Άγιον Όρος, αλλά και ο Θεός μπορεί να έχει τους δικούς Του». Για παράδειγμα, ο πατήρ Μάξιμος μου είχε πει κάποτε για έναν Γερμανό εφημέριο που επισκέφθηκε το Αγιον Όρος στη διάρκεια της Μεγάλης σαρακοστής. Αφού παρακολούθησε μια ολονυκτία που κράτησε δεκαοχτώ ώρες, δήλωσε στη διάρκεια της τράπεζας ότι αποφάσισε να γίνει ορθόδοξος. Ο λόγος που έδωσε ήταν ότι μόνο ένα θαύμα θα μπορούσε να τον κρατήσει όρθιο στην εκκλησία για τόσες πολλές φορές χωρίς να πλήξει ή να κουραστεί. Τελικά, έγινε μοναχός και έμεινε στο Αγιον Όρος, σε ένα από τα μοναστήρια.



Άφησα το σημειωματάριό μου δίπλα στο κρεβάτι και προτού σβήσω το φως έβγαλα από το σάκο μου ένα βιβλίο για ερημίτες και το άνοιξα στην τύχη. Άρχισα να διαβάζω μια ιστορία από τη ζωή ενός πατέρα της ερήμου.
Ένας αδελφός ήρθε μια μέρα στον αβά Μακάριο και τον ρώτησε πώς μπορεί να σωθεί. Ο αβάς του είπε να πάει στο νεκροταφείο και να προσβάλει τους νεκρούς. Πήγε, λοιπόν, και άρχισε να εκτοξεύει βρισιές και πέτρες στους τάφους. Όταν γύρισε, ο Μακάριος τον ρώτησε πώς αντέδρασαν οι νεκροί, και ο αδελφός τού είπε ότι δεν είπαν τίποτα. Έτσι, ο Μακάριος του είπε να πάει πάλι, και να επαινέσει τους νεκρούς. Πήγε, λοιπόν, στο νεκροταφείο και άρχισε να εκθειάζει και να επαινεί όσους ήταν θαμμένοι εκεί. Όταν γύρισε πάλι στον Μακάριο, αυτός τον ρώτησε πώς πήραν οι νεκροί τα συγχαρητήριά του. και ο αδελφός απάντησε ότι δεν είπαν τίποτα. Τότε ο αβάς του είπε: «Θυμάσαι όλες αυτές τις προσβολές που τους πάταξες και δεν είπαν τίποτα; Κι εσύ, αν Θέλεις να σωθείς, πρέπει να είσαι σαν νεκρός να μη δίνεις σημασία ούτε στις αδικίες των ανθρώπων ούτε στους επαίνους τους. Φέρσου σαν τους νεκρούς, και θα σωθείς».''


Την Κυριακή το πρωί, η Έμιλυ κι εγώ αποχαιρετήσαμε τους καινούριους φίλους μας και τους υποσχεθήκαμε ότι θα τους ξαναδούμε μια μέρα. Στη διάρκεια του ταξιδιού της επιστροφής μας στο Μέιν ανταλλάξαμε απόψεις για τις ξεχωριστές αλλά εξίσου βαθιές εμπειρίες μας από τη Μονή του Αγίου Αντωνίου. Η διαμονή μας εκεί Βοήθησε την Έμιλυ να κατανοήσει καλύτερα τις «οικολογικές κοινότητες ειρήνης», μια έννοια και ένα φαινόμενο που προσπαθεί να προωθήσει στη διδασκαλία της και στη δράση της στον τομέα του κοινωνικού ακτιβισμού.

 
 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΔΩΡΑ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ. ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΑΡΚΙΔΗΣ. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΟΠΤΡΑ.

Πέμπτη 30 Ιουλίου 2015

OΙ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΜΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΟΝΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΣΤΗΝ ΑΡΙΖΟΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΚΥΡΙΑΚΟ ΜΑΡΚΙΔΗ. ΣΤΑΥΡΟΣ Ο ΔΟΚΙΜΟΣ, 6






Παρασυρμένοι από τη συζήτησή μας, βρεθήκαμε αρκετά χιλιόμετρα μακριά από το μοναστήρι. Χωρίς να το καταλάβουμε, 
απομακρυνόμασταν σταθερά πάνω από μια ώρα τώρα. «Παράξενο», είπε ο Αντριου, δείχνοντάς μου μερικούς ύποπτους σωρούς κοπριά στη μέση του δρόμου. «Υπάρχουν σκυλιά εδώ;»
«Σκυλιά; Αυτά τα περιττώματα είναι πρόσφατα, και δεν μπορεί  να είναι από σκυλιά. Φίλε μου, δεν υπάρχουν σκυλιά εδώ. Ας γυρίσουμε πίσω πριν μας μυριστούν τα κογιότ».



Σαν δυο αδέξιοι αντιήρωες σε ιταλική κωμωδία, φτάσαμε στην πύλη του μοναστηριού λαχανιασμένοι και ιδρωμένοι. Μια ηλικιωμένη γυναίκα που στεκόταν ακουμπισμένη στο μπαστούνι της μας κοίταξε με περιέργεια. «Πού είχατε πάει;» μας ρώτησε.  Όταν της εξηγήσαμε, κούνησε αποδοκιμαστικά το κεφάλι της. -Τις προάλλες δεν μπορούσα να κοιμηθώ από τα ουρλιαχτά των κογιότ και τα γαβγίσματα των σκύλων. Πραγματικό πανδαιμόνιο. Δεν τα ακούσατε;»
«Όχι, εγώ δεν άκουσα τίποτα», είπα.


Μας είπε ότι δεν είναι έξυπνο να βγαίνουμε στην έρημο χωρίς να ξέρουμε την περιοχή και χωρίς να έχουμε την ευλογία των μοναχών. «Εδώ γύρω υπάρχουν κογιότ και κροταλίες• τριγυρίζουν, επίσης, και μερικά πούμα».
Φαίνεται ότι η γιαγιά επισκεπτόταν συχνά το μοναστήρι, και συνέχισε λέγοντάς μας κι άλλες ιστορίες για τους διάφορους κινδύνους. «Την τελευταία φορά που είχα έρθει εδώ μπήκε ένα πούμα μέσα στον κήπο».
«Σοβαρά μιλάς;» είπε ο Αντριου.
«Ναι. Είναι πολύ σπάνιο να δεις πούμα σ’ αυτά τα μέρη, αλλά έγινε. Οι μοναχοί άρχισαν να χτυπούν τις καμπάνες και να βροντούν κοτσορολικά και τηγάνια από την κουζίνα. Τελικά, το έβαλε στα πόδια όταν άρχισαν να γαβγίζουν τα σκυλιά.


Ο Αντριου έδειχνε ανήσυχος. «Ευχαριστούμε», είπε στη γιαγιά. «Θα το έχουμε υπόψη μας». Ξεκινήσαμε για τα κελιά μας, για να κάνουμε ένα γρήγορο ντους πριν αρχίσει ο εσπερινός.
«Δεν είναι ενδιαφέρον;» του είπα. «Στο Άγιον Όρος τα μοναστήρια έχουν κτιστεί σαν απόρθητα κάστρα στην κορυφή απόκρημνων βράχων και βουνών, για να προστατεύουν τους μοναχούς από τους εχθρούς. Σε περασμένους ακτίνες ένας καλόγερος καθόταν συνεχώς σε έναν πύργο του μοναστηριού, μήπως φανούν πειρατικά πλοία, στρατοί εισβολής ή διάφορες ομάδες που λεηλατούσαν την περιοχή. Ξανά και ξανά, οι μοναχοί αυτόν των μοναστηριών σφαγιάστηκαν από τέτοιους εισβολείς». Τον κοίταξα. «Καταλαβαίνεις πού θέλω να καταλήξω;»
«Όχι. Τι εννοείς;»
«Εδώ το μόνο πρόβλημα που μπορεί να αντιμετωπίσουν οι μοναχοί είναι τα κογιότ και κανένα μεμονωμένο πούμα, που καταφέρνουν να το διώξουν με το θόρυβο. Ακόμα και η εξωτερική πύλη είναι μόνιμα ανοιχτή, μέρα και νύχτα. Η Αμερικανική Δύση σήμερα μπορεί να είναι πιο ασφαλής για ένα αγιορείτικο μοναστήρι από ότι ήταν το Αγιον Όρος στους περισσότερους αιώνες της ύπαρξής του».
«Ναι, κατάλαβα». Ο Άντριου χαμογέλασε καθώς φτάναμε στο κελιά μας. «Μπορεί όμως το μοναστήρι να προστατευτεί από τους τουρίστες;»
«Αυτό θα το δείξει ο χρόνος».



Μετά τον εσπερινό φάγαμε ένα ελαφρύ δείπνο. Ο Αντριου κι εγώ προσφερθήκαμε να δουλέψουμε στην κουζίνα, βοηθώντας τους μοναχούς στο πλύσιμο των πιάτων. Μετά απολαύσαμε την υπόλοιπη βραδιά σ’ ένα κιόσκι, ενώ οι μοναχοί γύρισαν στα κελιά τους για να συνεχίσουν τις πνευματικές τους ασκήσεις και τις προσευχές, και κατόπιν να κοιμηθούν.
Σε λίγο ήρθε στην παρέα μας ένας ψηλός αθλητικός άντρας, γύροι στα σαράντα, με φουντωτό μαύρο μουστάκι και πλατύ ζεστό χαμόγελο. Τον έλεγαν Σταύρο, και ήταν Ελληνοαμερικανικός - πρώην μονάχος. Μόλις είχε γυρίσει στην Αμερική από το Αγιον Όρος.
Ο Σταύρος ήταν ο πρώτος πρώην μοναχός που γνώριζα, και ήθελα να μάθω την ιστορία του. Είχε μείνει τέσσερα χρόνια στο Αγιον Όρος, ως δόκιμος σε ένα από τα μεγάλα μοναστήρια. Όμως, τελικά, κατάλαβε ότι δεν είναι πλασμένος για τη μοναστική ζωή. «Χάρηκα όταν ο γέροντάς μου μου έδωσε την ευλογία του να επιστρέφω στον κόσμο. Και να με», είπε.



Ο Σταύρος, που φαινόταν ανέμελος και προσγειωμένος τύπος, είχε προβλήματα προσαρμογής όταν επέστρεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες, και αναγκάστηκε να κάνει ψυχοθεραπεία. Χρειάστηκε μια βαθιά και βαθμιαία διεργασία για να συνέρθει από το πολιτισμικό σοκ, και πίστευε ότι μάλλον θα του πάρει άλλα δυο χρόνια μέχρι να φθάσει σε μια νέα ισορροπία στη ζωή του. Μας είπε πόση ανακούφιση και χαρά αισθάνθηκε όταν ανακάλυψε τη Μονή του Αγίου Αντωνίου. Η ανάγκη του να διατηρήσει ένα σύνδεσμο με τον αγιορείτικο μοναχισμό ήταν τόσο μεγάλη, ώστε αποφάσισε να μετακομίσει από το Νιου Τζέρσεϊ στο Τουσόν της Αριζόνα, για να είναι κοντά στο μοναστήρι και να μπορεί να Βλέπει συχνά το γέροντα Ε….     , που είναι ο πνευματικός του.
Την επόμενη ώρα ο Σταύρος μας μίλησε για τη ζωή του στο Αγιον Όρος και τις δυσκολίες που αντιμετώπισε εκεί. «Το κύριο πρόβλημα για μένα», είπε, «ήταν το γεγονός ότι είμαι Ελληνοαμερικανικός, κι έτσι δεν γνώριζα πολύ καλά την ελληνική γλώσσα, ιδίως την καθαρεύουσα. Αισθανόμουν ότι θα μου πάρει άλλα δέκα χρόνια να ζήσω ως δόκιμος, μέχρι να μπορέσω να ενσωματωθώ τελείως στην πρακτική και τους όρους της μονής. Ήταν πολύ εκνευριστικό».


Έκανε μια παύση, καθώς πλησίασε και κάθισε μαζί μας και ο Στιβεν. «Βλέπετε, η ζωή στο Αγιον Όρος είναι σκληρή. Χρειάζεται φοβερή αντοχή. Κατάλαβα ότι δεν είμαι φτιαγμένος για μια τόσο δύσκολη ζωή. Αλλά αν κάποιος έχει κληθεί να ακολουθήσει αυτό τον τρόπο ζωής, και τα καταφέρει, αναπτύσσει μια εκπληκτική ικανότητα αυτοσυγκέντρωσης. Οι μοναχοί ζουν σε έναν ριζικά διαφορικό κόσμο, και οι προσευχές τους είναι τρομερά ισχυρές. Μπορούν πραγματικά να θεραπεύσουν τους άλλους. Είναι κάτι που το είδα ξανά και ξανά».
«Γιατί δεν έφυγες νωρίτερα; Γιατί έμεινες στο Άγιον Όρος τοσον καιρό;» τον ρώτησε ο Άντριου.


Ο Σταύρος χαμογέλασε και απάντησε οπ η διακονία του, το έργο δηλαδή που του είχε αναθέσει ο Θεός ήταν να φροντίζει τους πολύ ηλικιωμένους μοναχούς με τους οποίους είχε δημιουργήσει μια πολύ ισχυρή σχέση. «Με έλουζαν με τις ευλογίες τους μέρα και νύχτα. Πώς μπορούσα να τους εγκαταλείψω; Αποφάσισα να φύγω από το Άγιον Όρος μόνο αφού θα  πέθαιναν. Αν δεν ήταν αυτοί, θα είχα επιστρέφει στον κόσμο πολύ νωρίτερα.


«Το πιο δύσκολο πράγμα για ένα μοναχό δεν είναι, όπως νομίζουν πολλοί, η αγαμία. Όχι! Το πιο δύσκολο είναι ότι πρέπει να απαρνηθείς τον παλιό εαυτό σου. Καθώς περνά ο χρόνος, Βλέπεις τον εαυτό σου να καθαρίζεται από όλα όσα πριν απασχολούσαν το νου σου: κινηματογράφο, τηλεόραση, χόμπι, υλικές ανέσεις, τον ίδιο τον αυτοορισμό σου. Όλα αυτά ξεπλένονται από μέσα σου. Μερικοί άνθρωποι, όπως εγώ, δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν αυτή την πρόκληση, και φεύγουν. Αν τα καταφέρεις, όμως, είναι σαν να σου δίνουν μια τελείως νέα ταυτότητα. Δεν είσαι πια ο άνθρωπος που ήσουν. Αυτός ο άνθρωπος είναι νεκρός. Βρίσκεσαι πια σε έναν διαφορετικό κόσμο.


«Πρέπει να πω», συνέχισε ο Σταύρος, «ότι οι μοναχοί εδώ στην Αριζόνα έχουν πολύ μεγαλύτερες δυσκολίες απ’ ότι στο Άγιον Όρος».
«Πώς έτσι;» είπα έκπληκτος. «Νόμιζα ότι θα ήταν πολύ πιο εύκολο εδώ».
«Όχι, όχι! Είναι πολύ πιο δύσκολο. Υπάρχουν πάρα πολλοί πειρασμοί εδώ. Ένας είναι η παρουσία των γυναικών. Ένας άλλος το πηγαινέλα των τουριστών. Ουσιαστικά, δεν βρίσκονται έξω από τον κόσμο. Έτσι, είναι πολύ πιο δύσκολο να προσπαθήσεις να απομακρυνθείς από τον κόσμο ενώ είσαι ακόμη μέσα του. Το Αγιον Όρος σε βοηθάει, γιατί είναι πολύ μακρινό και απομονωμένο».



«Όμως, ακόμα και το Άγιον Όρος τώρα έχει ανακαλυφθεί από χιλιάδες προσκυνητές», είπα. «Φυσικά, χωρίς αυτή την ανακάλυψη δεν θα είχαμε ίσως αυτή την αναβίωση που εμφανίζεται τα τελευταία τριάντα χρόνια».
«Αυτό το μέρος», είπε ο Σταύρος, «παρά τους κοσμικούς περισπασμούς και πειρασμούς του, είναι μια πραγματική φιλοκαλία που μπορεί να οδηγήσει τους ανθρώπους σε μια πραγματική ένωση με τον Θεό. Αλλά δεν είναι εύκολο να φτάσεις σ’ αυτό το σημείο πνευματικότητας».



Έκφραση πνευματικής ομορφιάς. (Σ.τ.Μ.)


Η συζήτησή μας με τον Σταύρο στράφηκε στις προσπάθειες του Πάπα να φέρει την ένωση ανάμεσα στις χριστιανικές Εκκλησίες, και το ρόλο που θα μπορούσε να παίξει το Αγιον Όρος προς αυτή την κατεύθυνση. Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως εργαζόταν, επίσης, ακούραστα, σε μια προσπάθεια να θεραπεύσει το σχίσμα που διέσπασε το χριστιανισμό κατά τον ενδέκατο αιώνα, και είχε ενθαρρυνθεί κι αυτός από τον συνεχή διάλογο Ανατολής-Δύσης με στόχο τη συμφιλίωση. Όμως, παρόλο που στις λειτουργίες οι Αγιορείτες μοναχοί ευλογούν τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως ως πνευματικό τους επιτηρητή και αρχιεπίσκοπο, οι ίδιοι αντιμετωπίζουν με επιφύλαξη, και συχνά με καχυποψία, αυτές τις κινήσεις. Ήξερα από παλιές μου επαφές με Αγιορείτες μοναχούς ότι το οικουμενικό κίνημα δεν ιούς προκαλεί κανέναν ενθουσιασμό. Έτσι ζήτησα να μου πει ιη γνώμη του για το θέμα ο Σταύρος, που είχε διατελέσει μέλος αυτής της κοινότητας και έδειχνε να κατανοεί σε βάθος πώς σκέφτονται οι μοναχοί.




«Κοιτάξτε», μας απάντησε, αφού το σκέφτηκε για μια στιγμή. «Προσωπικά πιστεύω ότι αυτός ο συγκεκριμένος πάπας είναι καλός άνθρωπος και πολύ ειλικρινής στην επιθυμία του για συμφιλίωση, παρά τις υποψίες που έχουν πολλοί Αγιορείτες μοναχοί. Εκείνο που με ανησυχεί είναι ποιος θα τον διαδεχθεί. Για να είμαι ειλικρινής, δεν πιστεύω ότι το Αγιον Όρος θα δεχθεί ποτέ, για χάρη της ενότητας, να συμβιβαστεί είτε με τον καθολικισμό είτε με τον προτεσταντισμό. Το κύριο μέλημα των μοναχών είναι να διατηρήσουν την εσωτερική πνευματικότητα της χριστιανικής θρησκείας. Πιστεύουν ότι είναι οι φύλακες αυτής της πνευματικότητας. Έτσι, δεν τους ενδιαφέρουν οι δημόσιες σχέσεις, ούτε τους ενδιαφέρει να αναμειχθούν σε μια διαδικασία “δούναι και λαβείν” για χάρη της συμφιλίωσης. Καταλαβαίνουν, βέβαια, ότι η εξωτερική Εκκλησία, που αντιπροσωπεύεται από τον Πατριάρχη, πρέπει αναγκαστικά να κάνει τέτοιες κινήσεις. Όμως, τους είναι αδιανόητο να δεχτούν μια ένωση των Εκκλησιών υπό τον Πάπα. Οποιαδήποτε προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση θα οδηγήσει σε ένα άλλο σχίσμα, αυτή τη φορά μέσα στην Ανατολική Εκκλησία. Για τους μοναχούς, η Δυτική Εκκλησία πρέπει να επιστρέφει στη μόνη Εκκλησία, από την οποία αποσχίσθηκε το 1054 μ.Χ. Είναι απόλυτα σίγουροι ότι ο δρόμος που ακολουθουν είναι αυτός που όρισε ο Χριστός, και αισθάνονται ότι έχουν καθήκον να κάνουν ότι μπορούν για να τον διατηρήσουν, για τις μελλοντικές γενιές και για το καλό του κόσμου.



«Όταν πήγα για πρώτη φορά στο Άγιον Όρος», συνέχισε ο Σταύρος, «απόρησα με την άκαμπτη στάση των μονάχον. Αργότερα όμως κατάλαβα καλύτερα τη θέση τους. Το Άγιον Όρος είναι ένας ξεχωριστός χώρος παραγωγής αγίων. Οι Αγιορείτες μοναχοί, ζώντας έξω από τον κόσμο, δεν έχουν καμία διάθεση να συμβιβαστούν μαζί του. Είναι έτοιμοι να μιλήσουν για την Ορθοδοξία με όποιον το επιθυμεί αρκεί να έχει πραγματικό ενδιαφέρον για το θέμα, αλλά δεν ασχολούνται με επιφανειακές σχέσεις και διασυνδέσεις. Και σίγουρα δεν τους ενδιαφέρει να προσηλυτίσουν κανέναν. Απλούστατα, δεν έχουν χρόνο για τέτοια πράγματα».


«Σταύρο, τώρα που επέστρεφες στον κόσμο, τι σκοπεύεις να κάνεις;» ρώτησε ο Στίβεν. «Θα φτιάξεις οικογένεια;»
«Αυτή είναι η μικρότερη από τις έγνοιες μου», απάντησε ο Σταύρος. «Πρέπει πρώτα να προσαρμοστώ στον κόσμο, και μετά να βρω τι θα κάνω στη ζωή μου. Ήμουν παντρεμένος δεκαεφτά χρόνια, ξέρετε. Πήγα στο Αγιον Όρος αφού πήρα το διαζύγιό μου».


Όταν επιστρέψαμε στα δωμάτιά μας, κάθισα για λίγο και κράτησα σημειώσεις από τη συζήτησή μας στο κιόσκι. Προφανώς, έγραψα, ο Σταύρος δεν είναι «φτιαγμένος» για το μοναχισμό. Το κίνητρο της απόδρασης από τον κόσμο δεν είναι ισχυρό θεμέλιο για έναν τέτοιο τρόπο ζωής. Αργά ή γρήγορα, ο επίδοξος μοναχός θα αντιληφθεί ότι δεν κάνει για αυτή τη ζωή, και τελικά θα επιστρέφει στον κόσμο. Μόνο ένα ακατανίκητο πάθος να βρει κανείς τον Θεό, όπως επέμενε ο πατήρ Μάξιμος, μπορεί να κάνει ελκυστικό το μοναχισμό.

 
 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΔΩΡΑ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ. ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΑΡΚΙΔΗΣ. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΟΠΤΡΑ.

OΙ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΜΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΟΝΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΣΤΗΝ ΑΡΙΖΟΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΚΥΡΙΑΚΟ ΜΑΡΚΙΔΗ. 5 O ΑΝΤΡΙΟΥ Ο ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΑΣ








Βρήκα ένα άδειο κιόσκι κρυμμένο σε μια γωνιά του κήπου και κάθισα να γράψω στο σημειωματάριό μου τις εντυπώσεις μου από αυτό του παράδεισο της ερήμου: «Το φαινόμενο ενός αγιορείτικου μοναστηριού μέσα στην αχανή έρημο της Αριζόνα δεν θα μπορούσε να εμφανιστεί και να ριζώσει σε οποιαδήποτε άλλη περίοδο της αμερικανικής ιστορίας. Η μοναδικότητα της σύγχρονης Αμερικής μπορεί κάλλιστα να έγκειται στο γεγονός ότι είναι τόσο ανεκτική, πολυσύνθετη και ανοιχτή. Η ευκολία με την οποία μπορούν να εμφανιστούν νέες θρησκείες έχοντας σχετικά ελάχιστο φόβο αντιδράσεων και διωγμών είναι ένα φαινόμενο που δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο ή ασήμαντο».



Ενώ έγραφα τις σκέψεις μου, πέρασε ο πατήρ Αθανάσιος συνοδεύοντας μια νέα ομάδα τουριστών. Ένας μοναχός που πότιζε τον κήπο έλεγε την νοερή προσευχή, το Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με, Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με, ξανά και ξανά, χωρίς να προσέχει τίποτα γύρω του.



«Ο αυστηρός διαχωρισμός εκκλησίας και κράτους τον οποίο τόσο συνετά θεσμοθέτησαν οι πατέρες της Αμερικανικής Δημοκρατίας», συνέχισα να γράφω, «πρόσφερε τις απαραίτητες παραμέτρους για τη διατήρηση της θρησκευτικής ελευθερίας στην Αμερική. Οι προθέσεις τους ήταν πνευματικές: Να διατηρήσουν   την αξιοπρέπεια και την ελευθερία κάθε ανθρώπου να λατρεύει τον Θεό έτσι όπως αυτός τον κατανοεί. Δεν αποσκοπούσαν στο να εξορίσουν τον Θεό από τη δημόσια ζωή - αυτή είναι μια παρερμηνεία που βλέπουμε συχνά στη σύγχρονη πολιτική ζωή. Αυτό το συνταγματικό θεμέλιο για την προστασία της θρησκευτικής ελευθερίας, σε συνδυασμό με τον όλο και πιο πολυεθνικό και πολύ-πολιτισμικό χαρακτήρα της αμερικανικής κοινωνίας, δημιούργησε τις συνθήκες που επέτρεψαν στο γέροντα Ε…..
να ιδρύσει τα μοναστήρια. Η ίδια αυτή θρησκευτική ελευθερία επέτρεψε στον υπερβατικό διαλογισμό να εξαπλωθεί ταχύτατα και επέτρεψε, επίσης, να δημιουργηθούν βουδιστικά κέντρα, ινδουιστικά άσραμ και ναοί Μπαχάι σε όλη τη Βόρειο Αμερική.



Μια τέτοια εξέλιξη δεν είναι πιθανή σε πιο ομοιογενείς κοινωνίες, που συχνά δεν ανέχονται την παρουσία άλλων θρησκειών».
Η εσωτερική μου συζήτηση έφτασε στο τέλος της όταν ένας άλλος περιπλανώμενος προσκυνητής ήρθε και κάθισε απέναντί μου στο κιόσκι.
«Αδελφέ μου, δεν μπορώ να το πιστέψω αυτό- πραγματικά δεν μπορώ να το πιστέψω». Μετά από μερικά ακόμα επιφωνήματα κατάπληξης, μου συστήθηκε λέγοντας ότι τον λένε Αντριου.



Ήταν ένας Ελληνοαμερικανικός επιχειρηματίας, γύρω στα τριάντα πέντε, που αναρωτιόταν πώς είναι δυνατόν να υπάρχει ένα τέτοιο μοναστήρι σ’ ένα τέτοιο μέρος. Ήταν η πρώτη του επίσκεψη στη μονή. Ο Αντριου μου εξήγησε ότι ήρθε στη Μονή του Αγίου Αντωνίου επειδή είχε ακούσει πολλά γι’ αυτήν. «Αλλά ποτέ δεν θα μπορούσα να φανταστώ ότι έχει τέτοιο μέγεθος». Ήταν επιτυχημένος επιχειρηματίας, με πείρα, και πίστευε ότι το μοναστήρι και τα κτίσματά του, με τις σύγχρονες εγκαταστάσεις τους και την αρχιτεκτονική τους, «πρέπει να αξίζουν πάνω από τριάντα εκατομμύρια δολάρια».
«Πού τα βρήκαν όλα αυτά τα λεφτά;» αναρωτήθηκε.
«Δεν ξέρω Οι μοναχοί ισχυρίζονται ότι το μοναστήρι είναι δώρο σταλμένο από τον Θεό», απάντησα.
«Πρέπει να είναι», είπε ο Άντριου. Ο τόνος του ήταν τέτοιος, που δεν ήξερα αν το εννοεί πραγματικά ή όχι.
Έκανα στον ηγούμενο την ίδια ερώτηση. Μου είπε ότι η ανοικοδόμηση της μονής έγινε δυνατή από τις συνεισφορές των «αφοσιωμένων προσκυνητών». Προφανώς ο γέροντας Ε .... , αφού ήταν μοναχός, δεν είχε δεκάρα ο ίδιος.





Ο Άντριου έκανε καλή παρέα και γίναμε φίλοι τη βδομάδα που μείναμε στη μονή. Ήταν αφοσιωμένος χριστιανός, αλλά όχι με φονταμενταλιστή αντίληψη. Εκτίμησα ιδιαίτερα τον κριτικό νου και την πρακτική σκέψη του καθώς διερευνούσε κι αυτός τη δική του πνευματικότητα στη διάρκεια της παραμονής του εκεί. Παραπονιόταν για την έλλειψη πνευματικότητας στις διάφορες Εκκλησίες στην ιδιαίτερη πατρίδα του, αλλά τόνιζε πόσο είχε γοητευτεί από τη Μονή του Αγίου Αντωνίου και τη βαθιά πνευματικότητα που έβλεπε. Τόσο μεγάλο ήταν το δέος του σε σχέση με τη μονή, ώστε αποφάσισε να εξομολογηθεί για πρώτη φορά. Εξομολόγος του ήταν ο Εβραίος ιερομόναχος από το Χάρβαρντ.
Όσο συζητούσαμε στο κιόσκι, περνούσαν δίπλα μας κατά διαστήματα μοναχοί για τις δουλειές τους, λέγοντας πάντα την νοερή προσευχή. Για κάποιον που δεν είναι εξοικειωμένος με τη ζωή στο Άγιο Όρος, πρέπει να ήταν πολύ παράξενο να ακούει ανθρώπους να προσεύχονται έτσι ενώ ποτίζουν τον κήπο, πλένουν τα πιάτα, καθαρίζουν πατάτες ή φυτεύουν δέντρα.



Όμως ο μοναχός, όπως και ο σοβαρός πνευματικός αναζητητής, δεν σπαταλά ούτε μία στιγμή σε αδράνεια- αντιθέτως τη γεμίζει με προσευχή.
Όσο συζητούσα με τον Άντριου, ήρθε άλλος ένας προσκυνητής. Ήταν ο Στιβεν από το Τορόντο που είχα γνωρίσει νωρίτερα, αλλά τώρα έδειχνε καταβεβλημένος και ταλαιπωρημένος, σε σημείο απελπισίας. Τα ρούχα, το παντελόνι και το πουκάμισό του ήταν σκεπασμένα από εκατοντάδες μικροσκοπικά αγκάθια. Έχοντας άγνοια των συνθηκών που επικρατούν στην έρημο, είχε βγει από την πύλη για να πλησιάσει τα έξι γερμανικά τσοπανόσκυλα που ήταν δεμένα με μακριά λουριά γύρω από τη μονή για να κρατούν μακριά τα κογιότ. Έκανε όμως την ανοησία να ανοιχτεί λίγο περισσότερο στην έρημο, και δέχτηκε την επίθεση ενός κάκτου.



Περάσαμε την επόμενη ώρα Βοηθώντας τον καημένο τον Στίβεν να βγάλει τα αγκάθια, και μέσα σε αυτό το διάστημα μάθαμε για τη ζωή του. Είχε έρθει αρχικά στο μοναστήρι με την πρόθεση να γίνει μοναχός, επειδή ήθελε να ξεφύγει από έναν κακό γάμο. Ο γέροντας όμως αρνήθηκε να τον δεχθεί ως δόκιμο, και τον συμβούλεψε να επιστρέφει στον κόσμο και να προσπαθήσει να σώσει το γάμο του με την καθολική σύζυγό του, με την οποία ήταν παντρεμένος είκοσι πέντε χρόνια.


«Ο γέροντας μου είπε να μην προσπαθώ να αλλάξω το χαρακτήρα της και τις συνήθειές της, αλλά να προσπαθήσω να αλλάξω τον εαυτό μου και να γίνω καλύτερος άνθρωπος. Με συμβούλεψε να υπηρετώ τη γυναίκα μου, και να αφήσω τα υπόλοιπα στον Θεό».
Ο Στίβεν αποφάσισε να ακολουθήσει τη συμβουλή του γέροντα. Για να μπορέσει, όμως, να συνεχίσει αυτή την προσπάθεια επισκεπτόταν τακτικά το μοναστήρι, ελπίζοντας ότι κάποια στιγμή θα ερχόταν μαζί του και η γυναίκα του. Μας τόνισε, παρεμπιπτόντως, ότι η σχέση του με τη γυναίκα του είχε αρχίσει ήδη να βελτιώνεται.



Ο πατήρ Μάξιμος μου είχε πει επανειλημμένα όλα αυτά τα χρόνια που τον γνώριζα ότι η επιλογή της μοναστικής ζωής δεν πρέπει να είναι το αποτέλεσμα μιας παρόρμησης να ξεφύγουμε
από τον κόσμο και ία προβλήματά του. Οι δόκιμοι που μπαίνουν σε μοναστήρι με τέτοια πρόθεση συνήθως γίνονται κακοί μοναχοί, και τις περισσότερες φορές αποστέλλονται πίσω στον κόσμο. Ο μόνος αποδεκτός λόγος για να γίνει κανείς μοναχός ή μοναχή είναι να αισθάνεται μέσα του  έχει κληθεί σ’ αυτό το έργο και να νιώθει την ακατανίκητη επιθυμία να ενωθεί με τον Θεό. Αλλιώς, ακολουθεί λάθος δρόμο και αυτό μπορεί να έχει πιθανές ψυχοπαθολογικές συνέπειες.



Εκείνο το απόγευμα έκανα έναν γρήγορο περίπατο με τον Άντριου. Βγήκαμε από την πύλη του μοναστηριού, αλλά παραμείναμε πάνω στον ίσιο ατελείωτο ασφαλτοστρωμένο δρόμο που συνέδεε αυτό τον παράδεισο της ερήμου με τον υπόλοιπο κόσμο. Δεν μπήκαμε στον πειρασμό να στρίψουμε σε κάποιο χωματόδρομο, καθώς δεν θέλαμε να έχουμε προβλήματα με τους κάκτους.



Ο Άντριου ήθελε να ακούσει για τη δουλειά μου και έδειχνε μεγάλο ενδιαφέρον για τον ορθόδοξο μοναχισμό. Αν και θρήσκος άνθρωπος, είχε ταυτόχρονα προοδευτικές ιδέες και κριτική σκέψη, και επομένως μπορούσα εύκολα να συζητήσω μαζί του διάφορες σκέψεις μου χωρίς επιφυλάξεις και χωρίς την ανησυχία μήπως τις παρεξηγήσει. Συχνά οι θρησκευόμενοι δεν ανέχονται τις ιδέες που δεν επιβεβαιώνουν τις δικές τους απόψεις, και αυτή η στάση δημιουργεί φραγμούς και εμπόδια στην επικοινωνία.
Ο Αντριου ήταν κάπως παχύσαρκος, πράγμα που το απέδιδε στην καθιστική ζωή - ήταν ειδικός στα κομπιούτερ. Χάρη στις ικανότητες του είχε βγάλει μια περιουσία στο χρηματιστήριο, και έτσι τώρα, γύρω στα τριάντα πέντε, δεν ήταν υποχρεωμένος να δουλεύει πια. Έτσι, έστρεψε την προσοχή του από τα κομπιούτερ στα θέματα αιώνιας αξίας. Η επιδίωξη του χρήματος, μου εκμυστηρεύτηκε, τον έφθειρε τόσο πολύ, ώστε κόντεψε να πάθει νευρικό κλονισμό. Όταν σκέφτηκε να πάει σε ψυχίατρο, ένας φίλος του, του πρότεινε να επισκεφθεί τη Μονή του Αγίου Αντωνίου, για μια «θεραπευτική» διαμονή. Με διαβεβαίωσε ότι αυτή η κίνηση ήταν η καλύτερη απόφαση που είχε πάρει ποτέ στη ζωή του.





 
 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΔΩΡΑ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ. ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΑΡΚΙΔΗΣ. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΟΠΤΡΑ.

OΙ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΜΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΟΝΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΣΤΗΝ ΑΡΙΖΟΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΚΥΡΙΑΚΟ ΜΑΡΚΙΔΗ. 4 . Η ΝΥΚΤΕΡΙΝΗ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ.






Μην έχοντας άλλη επιλογή, ακολουθήσαμε τη συμβουλή του ηγουμένου, να απολαύσουμε τη γαλήνη του μοναστηριού. Οι καμπάνες χτύπησαν ακριβώς στις τρεισήμισι. Οι μοναχοί είχαν σηκωθεί από τα μεσάνυχτα κιόλας και προσεύχονταν μόνοι στα κελιά τους, ακολουθώντας το πρόγραμμα που είχε αναθέσει προσωπικά στον καθέναν τους ο γέροντας. Συγκεντρώθηκαν στο καθολικό για τον Όρθρο, την πρωινή ακολουθία που τελειώνει με ιη λειτουργία της Θείας Ευχαριστίας.



Υπερνικώντας την επιθυμία μου να μείνω στο κρεβάτι λίγο ακόμα, ντύθηκα βιαστικά και βγήκα έξω. Πριν να μπω στο ναό, στάθηκα για μερικά λεπτά έξω από το κτίριο κοιτάζοντας τον καθαρό ουρανό. Τη σιωπή έσπαζε πού και πού μόνο κανένα  ουρλιαχτό κογιότ. Κατάλαβα γιατί οι πρώτοι Πατέρες της Εκκλησίας προτιμούσαν να ζουν στην έρημο. Είναι πιο εύκολο, σκέφτηκα, να συνδεθείς με τον Θεό όταν δεν σου αποσπούν την προσοχή οι θόρυβοι και οι έγνοιες του κόσμου.


Μέσα στο ναό δεν υπήρχαν φώτα, εκτός από μερικά κεριά μπροστά στις εικόνες. Ήταν μια οικεία εικόνα από τα αγιορείτικα μοναστήρια. «Το σκοτάδι», μου είχε πει κάποτε ο πατήρ Μάξιμος, «βοηθά πιο πολύ στη βαθιά προσευχή». Γι’ αυτό οι μοναχοί προσεύχονται περισσότερο τη νύχτα, ενώ τη μέρα κοιμούνται και δουλεύουν. Δύσκολα διέκρινες πρόσωπα μέσα στην εκκλησιά. Οι μαυροφορεμένοι μοναχοί κινούνταν εδώ κι εκεί σαν σκιές. Δεν μπορούσα καν να εντοπίσω την Εμιλυ που στεκόταν στην αριστερή πλευρά της εκκλησίας, ανάμεσα στις άλλες προσκυνήτριες.



Η λειτουργία και οι ψαλμωδίες ήταν ακριβώς όπως και σε άλλα μοναστήρια στην Ελλάδα και την Κύπρο. Για μια στιγμή ξέχασα ότι βρίσκομαι στην Αριζόνα και νόμισα ότι είμαι σε κάποιο μακρινό μοναστήρι του Αγίου Όρους. Αν εξαιρέσουμε την παρουσία των γυναικών και τις επισκέψεις των τουριστών, το μοναστήρι του Αγίου Αντωνίου ήταν ένα ακριβές αντίγραφο των αγιορείτικων μοναστηριών. Η θεία λειτουργία γινόταν στα ελληνικά, και ακολουθούσαν σχολαστικά το ορθόδοξο τυπικό, ακόμα και στην παραμικρή λεπτομέρεια. Ήταν φανερό ότι, προς το παρόν τουλάχιστον, η Μονή του Αγίου Αντωνίου δεν ενδιαφερόταν τόσο πολύ να αφομοιώσει την κουλτούρα της περιοχής. Μπορεί αυτή να ήταν μία από τις κριτικές που είχαν γίνει σε βάρος του γέροντα. Έτσι, οι μοναχοί έκαναν εντατικά μαθήματα ελληνικών για να παρακολουθούν τη θεία λειτουργία, να μπορούν να διαβάζουν το Ευαγγέλιο στο πρωτότυπο κείμενο, να μελετούν τις Γραφές και να διαβάζουν τους βίους των αγίων και τα κηρύγματα που εκείνοι είχαν αφήσει, και που είχαν καταγραφεί.




Αναρωτήθηκα πόσο θα μπορούσε να διαρκέσει μια τέτοια κατάσταση, με δεδομένη τη δύναμη της αμερικάνικης κουλτούρας να αφομοιώνει εθνικές μειονότητες. Θυμήθηκα κάτι που μου είχε πει ο πατήρ Μάξιμος: «Όταν η ορθόδοξη πνευματική παράδοση μπαίνει σε μια νέα κοινωνία, είναι σημαντικό να προσαρμοστεί τελικά σε αυτή την κουλτούρα υιοθετώντας την τοπική γλώσσα και τα έθιμα, με την προϋπόθεση ότι αυτά δεν έρχονται σε σύγκρουση με τις Βασικές διδασκαλίες της Εκκλησίας. Αλλιώς, δεν θα ριζώσει». Έτσι εξαπλώθηκε η Ορθοδοξία ανάμεσα στους Ρώσους και τους Σλάβους. Δύο Βυζαντινοί μοναχοί, ο Κύριλλος και ο Μεθόδιος, μετέφρασαν τα ελληνικά κείμενα στο κυριλλικό αλφάβητο - ονομάστηκε έτσι από τον Κύριλλο που το εμπνεύστηκε και το εκπόνησε, ώστε οι Σλάβοι, που εκείνη την εποχή δεν είχαν γραπτή γλώσσα, να μπορούν να διαβάσουν τις Γραφές και να έχουν τη γραπτή πνευματική παράδοση της Ορθοδοξίας σιη δική ιούς γλώσσα. «Η αμερικανική κοινωνία», μου είπε ο πατήρ Μάξιμος όταν έθεσα το θέμα της ορθόδοξης πνευματικότητας στην Αμερική, «θα πρέπει να δημιουργήσει τους δικούς της τοπικούς αγίους, που θα προσφέρουν πνευματική καθοδήγηση στο λαό τους».



Είχα την αίσθηση ότι ο γέροντας Ε...... είχε σκοπό να προετοιμάσει το έδαφος για μια τέτοια εξέλιξη. Μπορεί να φύτεψε ιούς σπόρους στην έρημο της Αριζόνα ώστε με τον καιρό να εμφανιστούν Αμερικανοί ορθόδοξοι άγιοι. Αυτοί, τότε, θα μπορούσαν να μεταφράσουν τα κείμενα και τους ψαλμούς σε ορθά αγγλικά, που δεν θα προδίδουν το πνεύμα της Ορθόδοξης Εκκλησίας, με τον ίδιο τρόπο που οι ορθόδοξοι ιεραπόστολοι της Αφρικής, τους οποίους είχα γνωρίσει στην Κύπρο, είχαν μεταφράσει τα λειτουργικά κείμενα σε αρκετές αφρικανικές γλώσσες. Αυτοί προσάρμοσαν την Ορθοδοξία στα ντόπια έθιμα σε τέτοιο βαθμό, ώστε ένας επίσκοπος να συμμετέχει μαζί με το εκκλησίασμα σε έναν αφρικανικό χορό στο τέλος της Θείας Ευχαριστίας.



Καθώς περνούσαν οι ώρες και υποχωρούσε το σκοτάδι, άρχισα να αναγνωρίζω πρόσωπα, και μπόρεσα να διακρίνω την Εμιλυ στην άλλη πλευρά της εκκλησίας. Γύρω μας ήταν ορατές τώρα όμορφες νέο-ιστορημένες εικόνες, με ζωηρά χρώματα  ανάμεσά τους και μια μεγάλη εικόνα της Παναγίας της Αριζονίτισσας, που φημιζόταν ήδη για τις θαυματουργές και θεραπευτικές της ιδιότητες. Μόνο τότε είδα ότι ο πρωτοψάλτης, που με είχε εντυπωσιάσει με τη βαρύτονη φωνή του, ήταν ένας νεαρός Αφροαμερικανός μοναχός.

 Εκτός από τους Ελληνοαμερικανούς και τους Έλληνες μοναχούς, υπήρχαν και μερικοί μοναχοί και δόκιμοι από άλλες εθνικότητες. Μου είχαν μάλιστα πει ο τρίτος στην ιεραρχία του μοναστηριού, ένας σαραντάχρονος ιερομόναχος με μαύρη γενειάδα που μιλούσε άψογα τα ελληνικά, ήταν Εβραίος, πτυχιούχος της φιλοσοφίας από το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ. Αυτός ήταν επικεφαλής του μοναστηριού όταν έλειπαν ο ηγούμενος και ο γέροντας Ε ....... Επιπλέον, εξομολογούσε τους προσκυνητές μιλώντας μαζί τους είτε ελληνικά είτε αγγλικά. Πήρε τη ριζική απόφαση να γίνει μοναχός  της Ορθόδοξης Εκκλησίας όσο ήταν φοιτητής στο Χάρβαρντ, μετά τη συνάντησή του με το γέροντα. Όταν εξέφρασα την έκπληξή μου για την περίπτωσή του στον πατέρα Αθανάσιο, αυτός μου υπενθύμισε αμέσως ότι και ο Ιησούς ήταν Εβραίος, όπως άλλωστε και όλοι οι απόστολοι και οι πρώτοι μαθητές του.



Η λειτουργία τελείωσε στις επτά, και οι μοναχοί πήγαν στα κελιά τους για να κοιμηθούν ως τις έντεκα, ενώ εμείς οι προσκυνητές πήγαμε στην τραπεζαρία για πρωινό. Όταν θα ξυπνούσαν οι μοναχοί, θα δούλευαν μέχρι τη μία. 


Κατόπιν, μετά από μια σύντομη ακολουθία, θα σέρβιραν το κοινό γεύμα, στο οποίο μοναχοί και προσκυνητές έτρωγαν μαζί. Στη συνέχεια, οι μοναχοί ξαναγύριζαν στη δουλειά τους για όλη την υπόλοιπη μέρα, μέχρι τον εσπερινό νωρίς το βράδυ. Μετά το τέλος της ακολουθίας έτρωγαν ένα ελαφρύ γεύμα και αποσύρονταν στα κελιά τους στις οκτώ, για άλλη μία τετράωρη ανάπαυση. Τα μεσάνυχτα ξυπνούσαν ξανά για του νέο κύκλο προσευχής και δουλειάς. Το  πρόγραμμά τους και η αίσθηση του χρόνου στο μοναστήρι διέφεραν ριζικά από το ακαδημαϊκό πρόγραμμα - και οποιοδήποτε άλλο πρόγραμμα ή ημερολόγιο, εδώ που τα λέμε. Ήξερα από τις σπουδές μου στην κοινωνιολογία ότι η συμμετοχή μας στην κοινωνία καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την εμπειρία μας και την αντίληψη του χώρου και του χρόνου. Ένας εργάτης ορυχείου έχει διαφορετική αίσθηση χρόνου από έναν ακαδημαϊκό ή ένα μοναχό, και ένας συλλέκτης τροφής στο δάσος Ιτούρι στην Αφρική, που δεν έχει βγει ποτέ από τη ζούγκλα, έχει διαφορετική αίσθηση χοίρου και χρόνου από έναν καμηλιέρη στη Σαχάρα ή έναν Νεοϋορκέζο.


Μετά το πρωινό περιπλανήθηκα για λίγο στον κήπο εξερευνώντας την περιοχή και έχοντας μια συνεχή αίσθηση κατάπληξης. Τα κτίρια κατάφερναν να συνδυάσουν με μοναδικό και διακριτικό τρόπο τη βυζαντινή αρχιτεκτονική με το στιλ των Ινδιάνων των νοτιοδυτικών πολιτειών.


 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΔΩΡΑ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ. ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΑΡΚΙΔΗΣ. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΟΠΤΡΑ.