Συνάντηση με τον γέροντα Εφραίμ,
ηγούμενο της Μονής Φιλοθέου
18 Απριλίου, Κυριακή των Βαΐων:
«Γνωρίζω ήδη πολλά πράγματα για τη
μοναστική σας ζωή, τού είναι ωραία και σύμφωνη με τούς Πατέρες...» άνοιξε τη
συζήτηση ό γέροντας Εφραίμ.
«Από νεαρή ηλικία ό Κύριος έσπειρε στην
καρδιά μου τον πόθο του Πνεύματος, την επιθυμία να γνωρίσω όχι τούς δρόμους της
λογικής, αλλά τούς δρόμους του Πνεύματος. Να μάθω δηλαδή τί σημαίνει να είναι
κανείς χριστιανός σύμφωνα με τη ζωή της αρχέγονης Εκκλησίας».
Στη συνέχεια, ό αβάς αναφέρθηκε με
συντομία στην πορεία του και την ιστορία της Οικογένειας. Και κατέληξε:
«Βρισκόμαστε έδώ γιατί έχουμε ανάγκη τη
ζωντανή μαρτυρία της Ανατολικής Εκκλησίας. Διαφορετικά, φοβούμαι πώς μόνοι μας δεν
μπορούμε ν’ αντισταθούμε στους εξωτερικούς και εσωτερικούς κινδύνους πού απειλούν
την ευαγγελική μας πορεία...»
«Ποιούς κινδύνους υπονοείτε;» τον
ρώτησε ό γέροντας Εφραίμ.
«Αυτό το νοησιαρχικό κλίμα πού επηρεάζει
την Εκκλησία μας και εξαιτίας του οποίου συνήθειες όπως ή νηστεία και οι αγρυπνίες
τείνουν να εξαφανιστούν. Γι’ αυτό έχουμε ανάγκη τη μαρτυρία των άγιων πού ζουν
σήμερα στο Άγιο Όρος»
«Γνωρίζετε την προσευχή της καρδίας;»
ρώτησε τότε τον π. Εφραίμ. «Στα Ιεροσόλυμα μάθατε να τη χρησιμοποιείτε;»
«Ναι» αποκρίθηκε ό αβάς, «άρχισα να την
εφαρμόζω παράλληλα με τη μελέτη των Πατέρων, του Σιλουανού του Άθωνίτου. Θα
μπορούσατε να μάς μιλήσετε γι’ αυτή την προσευχή; Γνωρίζω ότι γέροντάς σας ήταν
ο γέρων Ιωσήφ».
«Ό γέροντάς μας έκανε πολλή νοερά
προσευχή. 'Η πνευματική του πείρα τον είχε πείσει πώς έπρεπε να διδάσκει στου
δόκιμους να την ασκούν εντατικά και μάλιστα μεγαλοφώνως Ό νους εκείνου πού
έρχεται από τον κόσμο για να γίνει μοναχός είναι γεμάτος λογισμούς και
φαντασίες πού τον αποσπούν τόσο, ώστε να μην μπορεί να παραμείνει σταθερός στη
μνήμη του Θεού.
"Έτσι, όταν ασκείται συνεχώς και μεγαλοφώνως, ή προσευχή
της καρδίας τον βοηθά πολύ να ελευθερωθεί” από τον κόσμο και από τούς λογισμούς
πού του θυμίζουν τον πρότερο βίο του. Αυτή ή περίοδος μπορεί να διαρκέσει ένα
χρόνο περίπου, αν και αυτό εξαρτάται από τις δυνατότητες του καθενός. Έπειτα απ’
αυτή την περίοδο, ό δόκιμος κατορθώνει να λέει την προσευχή, χωρίς να την
προφέρει με τά χείλη αλλά νοερά, με τη μέθοδο δηλαδή της εισπνοής- εκπνοής και
δίχως ό νους να αποσπάται από τον Θεό. Αυτή είναι ή πραγματική προσευχή της
καρδίας.
» Εμείς ήμασταν έξι μαζί με τον
γέροντά μας. Τά πρώτα χρόνια ζούσαμε σε σπηλιές. Κάθε νύχτα, από τη δύση μέχρι την
αυγή, αγρυπνούσαμε. Ό γέροντας Ιωσήφ άσκουσε τη νοερά προσευχή εννέα με δώδεκα
ώρες κάθε βράδυ. Ή ζωή μας ήταν πολύ δύσκολη. Την ημέρα δουλεύαμε σκληρά,
ήμασταν αναγκασμένοι να κουβαλάμε τά πάντα στην πλάτη: τρόφιμα, ξύλα...
Κουραζόμασταν πολύ. Τις σαρακοστές δεν τρώγαμε ούτε ψωμί μονάχα αλεύρι ανακατεμένο
με νερό. 'Η υγεία μας κλονίστηκε από την εξάντληση. Ό γέροντας προσευχήθηκε και
ό Κύριος τον φώτισε: κατεβήκαμε στις σπηλιές της Νέας Σκήτης το 1951. Εκεί ή
ζωή ήταν πιο άνετη, το κλίμα ήπιο, ή θάλασσα ήταν κοντά, επομένως και οι
προμήθειες πιο προσιτές. Σιγά σιγά ή υγεία μας αποκαταστάθηκε, αν και το τυπικό
μας, δηλαδή το πρόγραμμα της προσευχής, της αγρυπνίας και της δουλειάς,
παρέμεινε το ίδιο.
»Ό γέροντας πέθανε το 1959, την ημέρα
της Αναλήψεως, όπως του είχε αποκαλύψει ό Θεός σαράντα μέρες νωρίτερα. Τότε εμείς
χωριστήκαμε και σχηματίσαμε διαφορετικές συνοδείες ό καθένας.
»Τώρα είμαστε σ’ αυτό το μοναστήρι,
προσπαθώντας —γιατί μόνο απόπειρες κάνουμε— να συνεχίσουμε αυτή την παράδοση.
Κάθε βράδυ αφιερώνουμε τρεις ή
τέσσερις ώρες στη νοερά προσευχή και άλλες τόσες στην κοινή προσευχή. Κι αυτό το
λίγο πού κάνουμε, το οφείλουμε στις ευχές και τις μεσιτείες των Πατέρων μας.
»Ξαναγυρίζοντας το λόγο στην προσευχή
της καρδίας, προτού ό μοναχός περάσει από το στάδιο της προσευχής με τά χείλη
σ’ εκείνο της νοεράς, χρειάζεται να έχει φθάσει στην πλήρη υποταγή και υπακοή στον
γέροντά του, στον όποιο εμπιστεύεται με απλότητα όλους τους λογισμούς και τις
πράξεις του, χωρίς να κρύβει τίποτα. ’Αν αποκρύψει κάτι, δεν είναι δυνατόν ή
χάρις να κατέλθει και να εδραιωθεί στο νου και την καρδιά του. Αν όμως είναι
ταπεινός, τότε ή χάρις του Αγίου Πνεύματος τον σκεπάζει, τον αποσπά από τον
κόσμο, τον κάνει καθαρό και αθώο σαν βρέφος... Αγαπά τον Θεό, αγαπά και τούς ανθρώπους,
και φθάνει στο σημείο να θλίβεται για τούς δαίμονες πού παραμένουν αμετανόητοι,
γιατί ξέρει ότι, αν μετανοούσαν, ό Θεός θα τούς συγχωρούσε. Ή ψυχή κλαίει από τη
γλυκύτητα της θείας αγάπης...»
'() αβάς τον ευχαρίστησε και ό
γέροντας Εφραίμ με μεγάλη Αγάπη, ταπείνωση και πνευματική δύναμη τού αποκρίθηκε:
«Να ξανάρθετε. Σάς περιμένουμε!»
20 Απριλίου, Μεγάλη Τρίτη:
Ό π. Ορφέο
ζήτησε από τον γέροντα Εφραίμ να τον χαιρετήσει προτού φύγουμε από τη Φιλοθέου.
Πράγματι, ό γέροντας τον κάλεσε κατά τη διάρκεια τού Όρθρου, αφού ολοκλήρωσε την
εξομολόγηση κάποιων επισκεπτών.
«Σάς ευχαριστώ πολύ για την Αγάπη και
τη μεγάλη φιλοξενία με την οποία μάς δεχτήκατε» είπε ό αβάς στον π. Εφραίμ. «Ευχαριστώ
τον Κύριο πού μου έδωσε την παρρησία να πορευθώ εν μέσω των Εκκλησιών και να
γευθώ τά δώρα του Πνεύματος. Γνωρίζω τις δυσκολίες και τά προβλήματα στις
σχέσεις ανάμεσα στην Ορθόδοξη και την Καθολική Εκκλησία. Όμως σ’ αυτή την
κοινότητα και στο πρόσωπό σας διέκρινα τη μαρτυρία του Αγίου Πνεύματος».
«Ευχαριστώ» αποκρίθηκε ό π. Εφραίμ.
«Κι εμείς χαίρουμε για την επίσκεψη σας. Ό άγγελος του Κυρίου να σάς συνοδεύει
κατά την επιστροφή σας στην Ιταλία, να σάς ελευθερώνει από κάθε κίνδυνο και
πειρασμό, για να μπορέσετε να μαρτυρήσετε στους φιλόχριστους ανθρώπους της
Εκκλησίας σας τά ουραία πράγματα πού είδατε έδώ. Εύχομαι ό Κύριος να σάς
οδηγήσει σε υψηλότατο πνευματικό στάδιο».
«Ευχαριστώ, ευχαριστώ. Ήθελα να σάς
ρωτήσω αν ένας άλλος μοναχός από μάς θα μπορούσε ίσως να φιλοξενηθεί για ένα
διάστημα στο μοναστήρι σας» είπε ο π. Όρφέο.
«Ναι, όποτε θέλετε» συμφώνησε ό π. Εφραίμ.
«'Όλα ανήκουν στον Θεό, όπως κι αυτή ή μονή- σήμερα είμαστε εμείς έδώ, αύριο
άλλοι».
«Ή ελαχιστότατα μας θα εύχεται για
σάς και για όλη την κοινότητα και ζητούμε επίσης και τις δικές σας ευχές».
«Ναι, θα ευχόμαστε. Είθε ή Αγάπη τού
Θεού να μάς φέρνει όλους κοντά, γιατί όλοι είμαστε κτίσματά του. Ό άγγελός σας να
σάς προστατεύει!»
«Θα στείλουμε χώμα από τις κατακόμβες
της Ρώμης στον π. Πέτρο, πού το ζήτησε...»
«'Η Ρώμη» τον διέκοψε ό π. Εφραίμ
«είναι μια σπουδαία πόλη εξαιτίας της ιστορίας της, τού παρελθόντος της, των
μαρτύρουν...»
«Θα προσευχηθούμε για σάς επάνω στους
τάφους των αποστόλων Πέτρου και Παύλου» τον βεβαίωσε ό π. ’Ορφέο.
«’Ώ! Σας ευχαριστούμε. Κάνετε και μια
μετάνοια για μένα έκε7» παρακάλεσε ό π. Εφραίμ.
Στη συνέχεια έδωσε στον π. Όρφέο ένα
λευκό κουτάκι λέγοντας:
«Αυτό είναι λιβάνι εκ μέρους του
γέροντα».
Ό αβάς τον ευχαρίστησε χαρίζοντας του
ένα βιβλίο με τά μωσαϊκά της Ραβέννας:
«Είναι μία υπόμνηση της βυζαντινής
παρουσίας στη χώρα μας».
Οι δύο ηγούμενοι αγκαλιάστηκαν και ασπάστηκαν
ό ένας τον άλλον με το ιερό αποστολικό φίλημα.
Ό π. Εφραίμ, καθώς με χαιρετούσε, μου
ψιθύρισε:
«Να κάνεις πάντα υπακοή στον γέροντά
σου, Λαυρέντιε!»
Και σήμερα συμμετείχαμε σε όλες τις
Ακολουθίες, συμπεριλαμβανομένης και της Προηγιασμένης, πού τελείωσε γύρω στις
12:00. Ακολούθησε κοινή τράπεζα. Κατόπιν, με το φορτηγά κι της μονής
μεταφερθήκαμε στις Καρυές.
Αυτές οι τρεις ημέρες στη Φιλοθέου,
σ’ ένα από τά πιο ση μαντικά και φημισμένα για την ασκητικότατα του μοναστή
ρια, πού οι ίδιοι οι Αγιορείτες θεωρούν από τά πλέον αυστηρά απέναντι στους
ρωμαιοκαθολικούς, και στο όποιο ό αβάς παρέμεινε και συμπροσευχήθηκε με τούς
πατέρες αποφεύγοντα•: κάθε αφορμή σύγκρουσης, αυτές οι τρεις ημέρες στάθηκαν
μια αποκάλυψη της αγάπης αυτών των άγιων προς εκείνον και τη Μικρή Οικογένεια,
καθώς και μια εκδήλωση της αναγνώρισης της χάριτος πού ό Κύριος έχει
παραχωρήσει στον γέροντα μας.
Συντελέστηκε, πραγματικά, μια ριζική αλλαγή
στη συμπεριφορά τους: ενώ τις άλλες δύο φορές πού ήρθα μόνος για ένα διάστημα
συνολικά έξι ήμερων— συχνά με πλησίαζαν προσβάλλοντας την ουσία της Εκκλησίας
μας στη ρίζα της και λέγοντάς μου επανειλημμένως: «Τί περιμένεις και δεν βαπτίζεσαι;»,
αντίθετα, παρόντος του αβά, σιώπησαν τελείως, φερόμενοι με μεγάλο σεβασμό.
Πολλά σημεία και χειρονομίες το αποδεικνύουν. Στη διάρκεια της Ακολουθίας, φέρ’
ειπείν, ό αβάς προσκλήθηκε να προσκυνήσει τις εικόνες και το Ευαγγέλιο, καθώς και
τον ηγούμενο. Είναι γνωστό ότι κανείς ηγούμενος δεν βάζει μετάνοια σ’ έναν άλλο
ηγούμενο, πράγμα εύλογο μιας και οι δύο έχουν την ίδια πνευματική εξουσία. Παρ’
όλα αυτά, όταν ό αβάς Όρφέο έσκυψε μπροστά στον π. Εφραίμ και ετοιμαζόταν να
άσπαστε! το χέρι του, εκείνος τον αγκάλιασε και τον φίλησε, όπως συνηθίζεται
μεταξύ ηγουμένων.
Το Ίδιο και στην τράπεζα, ένα χώρο
πού έχει την ιερότητα του ναού. Όταν ήμουν μόνος, μου είχαν δώσει μία θέση ανάμεσα
στους δόκιμους. Αυτές τις μέρες και τούς δύο, τον αβά κι έμενα, μάς έβαλαν να καθίσουμε
αμέσως μετά τούς μοναχούς, και μάλιστα μάς έδωσαν και ύψωμα της Παναγίας, πού
συνήθως δεν δίδεται σε καθολικούς.
Αναφορικά με την αναγνώριση της
άγιοπνευματικής χάριτος στο πρόσωπο του αβά, σημειώνω τά εξής: Ό μοναχός Ιωσήφ,
υπεύθυνος για την υποδοχή των επισκεπτών, μπαίνοντας στο κελί μας και βλέποντας
τον αβά μόνο του, τον προσκύνησε! Ύστερα από σχεδόν έξι μήνες στο Άγιο Όρος και
γνωρίζοντας λίγο αυτούς τούς άγιους μοναχούς, τέτοιες χειρονομίες προκαλούν
θαυμασμό και αφορμή δοξολογίας του Θεού. Λεν περίμενα ποτέ τέτοιου είδους
συμπεριφορά, και μάλιστα το μοναστήρι το οποίο αναγνωρίζεται ως το πλέον
άκαμπτο σε' θέματα πίστεως απέναντι στους ρωμαιοκαθολικούς. Και να σκεφτεί”
κανείς ότι, πριν από τη δική μας επίσκεψη, στους ρωμαιοκαθολικούς δεν επιτρεπόταν
ή είσοδος ούτε στην εκκλησία ούτε στην τράπεζα! Ακόμη θυμάμαι το πρώτο βράδυ
μου στη Μονή Φιλοθέου. Καθώς δρασκέλιζα τελευταίος την πόρτα για να καθίσω στο
τραπέζι, ό τραπεζάρης με είχε ρωτήσει ευγενικά:
«Είσαι καθολικός; Αν είσαι, δεν
μπορείς να μπεις, γιατί έτσι ορίζει ό κανόνας της μονής. Θα φας, όταν εμείς θα
έχουμε τελειώσει και θα έχουμε βγει από την τράπεζα».
Στις 15:00 περίπου φτάσαμε στις
Καρυές και σε λίγο στη Μονή Κουτλουμουσίου, όπου παρακολουθήσαμε το Απόδειπνο. Στο
τέλος, ό π. Όρφέο ό Πτωχός, στάθηκε να χαιρετήσει τον γέροντα Ιωσήφ, ό οποίος με
μεγάλη χαρά τον ρώτησε πώς περάσαμε στη μονή Φιλοθέου. Μετά την απόκριση του
γέροντα, είπε-
«’Έ, βέβαια, σιγά σιγά αλλάζουν τά
πράγματα... Εμείς γνωρίσαμε παλιούς Αγιορείτες πού ήταν πολύ αυστηροί με τούς
καθολικούς- ό Αιμιλιανός έχει άλλη στάση, γιατί ήρθε σχετικά πρόσφατα στο Άγιο Όρος.
Εσείς έχετε ένα αποστολικό λειτούργημα: να βοηθήσετε την Εκκλησία σας να επιστρέψει
στις πηγές, ώστε εμείς οι Έλληνες κι εσείς οι Ιταλοί να ξαναγίνουμε ένας λαός, να
συγκροτήσουμε μία και μοναδική Εκκλησία Ποιος άλλος παρά εμείς μπορεί να
διαφωτίσει τον κόσμο πού έχει μολυνθεί από το σιωνισμό, τον κομουνισμό, το Ισλάμ.
τη γιόγκα; Ή μαρτυρία σας με έχει συγκινήσει, και όχι μονάχα έμενα όλους τούς
πατέρες της μονής».
Ό αβάς και ό γέρων Ιωσήφ
άποχαιρετήθηκαν με αμοιβαίους ασπασμούς.
«Θα ξανάρθουμε. Αν όχι εμείς, ίσως, Θεού
θέλοντας, κάποιος άλλος αδελφός της οικογένειας μας...» είπε ό αβάς
«Χαίρομαι. Θα περιμένουμε με αγωνία
ειδήσεις για την προκοπή σας εν Κυρίω».
21 Απριλίου, Μεγάλη Τετάρτη:
Κατά τις
9:30, πριν πάρουμε το δρόμο για τις Καρυές, πήγαμε να χαιρετήσουμε τον γέροντα
Χριστόδουλο, ό όποιος είπε καλοσυνάτα στον αβά Όρφέο:
«Πρέπει να μάς συγχωρήσετε για τις
ελλείψεις μας, αλλά το μοναστήρι διαθέτει ελάχιστο χώρο... 'Ότι μπορέσαμε να
κάνουμε για τον υποτακτικό σας, το κάναμε από καρδιάς».
«Σάς ευχαριστώ πάρα πολύ».
Σ’ αυτό το μοναστήρι οι μοναχοί υπήρξαν
ιδιαίτερα περιποιητικοί προς τον αβά- κάθε τόσο έρχονταν ό ένας μετά τον άλλον
ρωτώντας: «Πότε θα ξανάρθετε;» Ό π. Εφραίμ επανειλημμένως τον ασπάστηκε,
ζητώντας διαρκώς πληροφορίες για τη ζωή στο μοναστήρι μας.
Στις Καρυές συναντήσαμε έναν
ηλικιωμένο μοναχό, τον π. Κάλλιστο, πού άρχισε να μάς ρωτάει ποιοι είμαστε και από
που ερχόμαστε. Μάς είπε ότι ζει έδώ και τριάντα τρία χρόνια μόνος, στα περίχωρα
της Μονής Παντοκράτορος, «μα πριν από πέντε χρόνια εξορίστηκα, γιατί στα βιβλία
μου τά έβαζα με τον Πατριάρχη και με το Κράτος. Το κρίμα για τις τόσες αμαρτίες
και για την κατάσταση της νεολαίας βαραίνει τούς πατριάρχες και τούς πάπες πού δεν
πορεύονται σύμφωνα με το ευαγγέλιο. Ήμασταν μία Εκκλησία κάποτε, αλλά υστέρα οι
ρωμαιοκαθολικοί και οι προτεστάντες αποσχίστηκαν. Εγώ είμαι και αγιογράφος,
ζωγραφίζω εικόνες — έχω στείλει δωρεάν σε δεκατέσσερις αφρικανικές εκκλησίες».
«Θα το ήθελα πολύ αν κάποιος από μάς
μπορούσε να μάθει».
«Αν θέλετε, εγώ ευχαρίστως φιλοξενώ
έναν από σάς για να του διδάξω πώς να φτιάχνει εικόνες. Σε τρεις μήνες μαθαίνει
κανείς αρκεί, βέβαια, να είναι αγαθός και ευθύς άνθρωπος».
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΟΔΟΙΠΟΡΙΑ ΣΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ.
ΛΟΡΕΝΤΖΟ ΝΤΙΛΕΤΤΟ. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΣΤΙΑ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.