ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑΣ ΦΡΕΙΔΕΡΙΚΟΣ Β':
ΘΑΥΜΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΗΣ, ΘΗΡΙΟ ΤΗΣ
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗΣ
Στις 9 Νοεμβρίου 1225, στον καθεδρικό
ναό του Βρινδήσιου, ο Φρειδερίκος Β', αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής
Αυτοκρατορίας και βασιλιάς της Σικελίας, παντρεύτηκε τη Γιολάντα, τη
δεκαπεντάχρονη βασίλισσα της Ιερουσαλήμ. Αμέσως μετά ο Φρειδερίκος πήρε τον
τίτλο του βασιλιά της Ιερουσαλήμ κι ετοιμάστηκε να ξεκινήσει τη Σταυροφορία
του. Οι εχθροί του ισχυρίζονταν ότι στη συνέχεια αποπλάνησε τις κυρίες επί των
τιμών της νέας του συζύγου, ενώ γλεντούσε στο χαρέμι του με Σαρακηνές
οδαλίσκες. Αυτό εξόργισε τον πεθερό του, Ιωάννη της Βριέννης, και αναστάτωσε
τον πάπα. Ο Φρειδερίκος όμως ήταν ήδη ο ισχυρότερος μονάρχης της Ευρώπης
-αργότερα θα γινόταν γνωστός ως STUPOR MONDI Θαύμα της Οικουμένης- και έκανε τα
πάντα όπως ήθελε εκείνος.
Ο Φρειδερίκος του Χοενστάουφεν,
πρασινομάτης με καστανόξανθα μαλλιά, Γερμανός κατά το ένα ήμισυ και Νορμανδός
κατά το άλλο, είχε μεγαλώσει στη Σικελία, και πουθενά αλλού στην Ευρώπη δεν
υπήρχε τίποτα παρόμοιο με την αυλή του στο Παλέρμο, που συνδύαζε τη νορμανδική,
την αραβική και την ελληνική κουλτούρα σ’ ένα μοναδικό μείγμα χριστιανικών και
ισλαμικών στοιχείων. Η ανατροφή του ήταν αυτό που έκανε τον
Φρειδερίκο τόσο ασυνήθιστο, κι
εκείνος σίγουρα έκανε επίδειξη των εκ- κεντρικοτήτων του. Συνήθως είχε κοντά
του ένα χαρέμι, έναν ζωολογικό κήπο, πενήντα γερακάρηδες (έγραψε ένα βιβλίο με
τίτλο Η τέχνη του κυνηγιού με πουλιά), μια αραβική σωματοφυλακή, Εβραίους και
μουσουλμάνους λογίους, και συχνά έναν Σκοτσέζο μάγο και ιεροφάντη. Σίγουρα ήταν
πιο Λεβαντίνος στην κουλτούρα από οποιονδήποτε άλλο βασιλιά της χριστιανοσύνης,
αυτό όμως δεν τον εμπόδιζε να καταστέλλει αλύπητα τις αραβικές εξεγέρσεις στη
Σικελία - άνοιξε την κοιλιά του αρχηγού των Αράβων με το ίδιο του το σπιρούνι.
Εκτόπισε τους Άραβες από τη Σικελία, αλλά τους έχτισε μια νέα αραβική πόλη στη
Λουτσέρα, με δικά της τζαμιά κι ένα ανάκτορο που έγινε η αγαπημένη του διαμονή.
Παρομοίως, επέβαλε ανθεβραϊκούς νόμους ενώ προστάτευε Εβραίους σοφούς,
καλωσόριζε Εβραίους εποίκους και επέμενε να τους φέρονται δίκαια.
Ωστόσο, αυτό που ενδιέφερε τον
Φρειδερίκο δεν ήταν τα εξωτικά πράγματα αλλά η εξουσία- αφιέρωσε τη ζωή του
στην υπεράσπιση της απέραντης κληρονομιάς του, που εκτεινόταν από τη Βαλτική
έως τη Μεσόγειο, από ζηλόφθονους πάπες οι οποίοι τον αφόρισαν δύο φορές, τον
κατήγγειλαν ως Αντίχριστο και αμαύρωσαν το όνομά του με τις πιο εξωπραγματικές
συκοφαντίες. Διέδιδαν ότι ήταν μυστικός αθεϊστής ή μουσουλμάνος που ισχυριζόταν
ότι ο Μωυσής, ο Ιησούς και ο Μωάμεθ ήταν απατεώνες. Τον παρουσίαζαν σαν έναν
μεσαιωνικό Φρανκενστάιν που είχε κλείσει ερμητικά έναν ετοιμοθάνατο άντρα σ’
ένα βαρέλι για να δει αν θα μπορούσε να ξεφύγει η ψυχή του• που είχε
ξεκοιλιάσει έναν άντρα για να μελέτησε την πέψη του- και που κλείδωνε παιδιά σε
κελιά απομόνωσης για να δει πώς θα ανέπτυσσαν την ομιλία.
Ο Φρειδερίκος έπαιρνε πολύ στα σοβαρά
τον εαυτό του αλλά και τα δικαιώματα της οικογένειάς του: στην πραγματικότητα,
ήταν ένας συνηθισμένος χριστιανός που είχε πειστεί ότι, ως αυτοκράτορας, θα
έπρεπε να είναι ένας παγκόσμιος ιερός μονάρχης σύμφωνα με το βυζαντινό πρότυπε
και ότι, ως απόγονος γενεών Σταυροφόρων και διάδοχος του Καρλομάγνο-. έπρεπε να
απελευθερώσει την Ιερουσαλήμ. Είχε ήδη ετοιμαστεί δύο φόρε: να ξεκινήσει για
τους Αγίους Τόπους, συνέχεια όμως ανέβαλλε την αναχώρησή του.
Τώρα που ήταν βασιλιάς της
Ιερουσαλήμ, σχεδίασε την εκστρατεία το. στα σοβαρά - αλλά φυσικά με τον δικό
του τρόπο. Άφησε την έγκυο βασίλισσά του της Ιερουσαλήμ στο χαρέμι του στο
Παλέρμο και υποσχέθηκε στον πάπα ότι θα ξεκινούσε τη Σταυροφορία - η Γιολάντα,
όμως, δεκαέξι ετών, πέθανε μόλις έφερε στον κόσμο τον γιο τους. Αφού ο
Φρειδερίκος ήταν βασιλιάς της Ιερουσαλήμ λόγω γάμου, ο τίτλος πέρασε τώρα -τον
γιο του. Δεν σκόπευε όμως να αφήσει τη λεπτομέρεια αυτή να επηρεάσει τη νέα του
προσέγγιση για τις Σταυροφορίες.
Ο αυτοκράτορας ήλπιζε να κερδίσει την
Ιερουσαλήμ εκμεταλλευόμενος της αντιπαλότητες της οικογένειας του Σαλαδίνου.
Και όντως, ο σουλτάνος Κάμιλ τού πρόσφερε την Ιερουσαλήμ σε αντάλλαγμα για τη
βοήθειά του εναντίον του Μουάδαμ, που κρατούσε την πόλη. Ο Φρειδερίκος ξεκίνησε
επιτέλους το 1227, αλλά αρρώστησε και επέστρεψε - κι αμέσως ο πάπας Γρηγόριος
Θ' τον αφόρισε, κάτι που ήταν παραπάνω από ενόχληση έναν Σταυροφόρο. Έστειλε
τους Τεύτονες ιππότες του και το πεζικό του να προπορευτούν και, όταν πια τους
βρήκε στην Άκρα τον Σεπτέμβριο του 1228, ο Μουάδαμ ήταν νεκρός και ο Κάμιλ είχε
καταλάβει την Παλαιστίνη - και είχε αποσύρει την πρότασή του.
Ωστόσο, ο Κάμιλ έπρεπε τώρα να
πολεμήσει όχι μόνο τον Φρειδερίκο και τον στρατό του, αλλά και τους γιους του
Μουάδαμ. Δεν ήταν όμως σε θέση να χειριστεί και τις δύο απειλές ταυτόχρονα. Ο
αυτοκράτορας κι ο σουλτάνος ήταν πολύ αδύναμοι και δεν μπορούσαν να πολεμήσουν
για την Ιερουσαλήμ, κι έτσι ξεκίνησαν μυστικές διαπραγματεύσεις.
Ο Κάμιλ ήταν τόσο ασυνήθιστος, όσο κι
ο Φρειδερίκος. Όταν ήταν παιδί. τον είχε χρίσει ιππότη ο Λεοντόκαρδος
αυτοπροσώπως. Ενώ ο αυτοκράτορας και ο σουλτάνος διαπραγματεύονταν το μοίρασμα
της Ιερουσαλήμ, συζητούσαν για την αριστοτέλεια φιλοσοφία και την αραβική
γεωμετρία. «Δεν έχω καμιά πραγματική φιλοδοξία να κρατήσω την Ιερουσαλήμ», είπε
ο Φρειδερίκος στον απεσταλμένο του Κάμιλ. «Θέλω απλώς να προφυλάξω τη φήμη μου
ανάμεσα στους χριστιανούς». Οι μουσουλμάνοι αναρωτιόνταν αν ο χριστιανισμός
ήταν «γι’ αυτόν ένα παιχνίδι». Ο σουλτάνος έστειλε στον αυτοκράτορα «κορίτσια
που χόρευαν», ενώ ο τελευταίος διασκέδαζε τους μουσουλμάνους φιλοξενούμενούς
του με χριστιανές χορεύτριες. Ο πατριάρχης Γερόλδος κατήγγειλε τις
τραγουδίστριες και τους ταχυδακτυλουργούς του Φρειδερίκου ως «άτομα όχι μόνο
κακόφημα αλλά και ανάξια να αναφέρονται από χριστιανούς», μια παραίνεση που ο
ίδιος παραβίασε αμέσως. Ανάμεσα σε συνεδριάσεις για τις διαπραγματεύσεις, ο
Φρειδερίκος κυνηγούσε με τα γεράκια του και αποπλανούσε νέες ερωμένες,
παριστάνοντας τον τροβαδούρο και γράφοντας σε μια απ’ αυτές: «Αλίμονο, δεν
πίστευα ότι ο χωρισμός από την κυρία μου θα ήταν τόσο σκληρός όταν θυμόμουν τη
γλυκιά συντροφιά της. Χαρούμενο τραγούδι, πήγαινε στο άνθος της Συρίας, σ’
αυτήν που έχει φυλακίσει την καρδιά μου. Ζήτησε απ’ αυτή την τόσο τρυφερή κυρία
να θυμάται τον δούλο της, που θα υποφέρει από έρωτα μέχρι να κάνει όλα όσα
εκείνη θα του πει να κάνει».
Όταν υπήρξε κάποια εμπλοκή στις
διαπραγματεύσεις, ο Φρειδερίκε προήλασε με τον στρατό του στις ακτές της
Γιάφας, ακολουθώντας τα βήματα του Ριχάρδου, απειλώντας την Ιερουσαλήμ. Αυτό
έφερε το ποθητό αποτέλεσμα, και στις 11 Φεβρουάριου 1229 κατάφερε το αφάνταστο
με αντάλλαγμα για μια δεκαετή ειρήνη, ο Κάμιλ παραχώρησε την Ιερουσαλήμ και τη
Βηθλεέμ μ’ έναν διάδρομο προς τη θάλασσα. Στην Ιερουσαλήμ_ οι μουσουλμάνοι
κράτησαν το Όρος του Ναού με ελευθερία πρόσβασης λατρείας υπό τον καδή τους. Η
συμφωνία αγνόησε τους Εβραίους (που ως επί το πλείστον είχαν φύγει από την
πόλη), αλλά αυτή η συνθήκη συμμετοχικής κυριαρχίας παραμένει η πιο τολμηρή
συνθήκη ειρήνης στην ιστορία της Ιερουσαλήμ.
Ωστόσο, και οι δύο κόσμοι
αναστατώθηκαν. Στη Δαμασκό, ο γιος του Μουάδαμ, Νάσιρ Νταούντ, διέταξε δημόσιο
πένθος. Το πλήθος άρχισε α κλαίει με λυγμούς ακούγοντας τα νέα. Ο Κάμιλ
επέμεινε. «Παραχωρήσαμε μόνο μερικές εκκλησίες και κατεστραμμένα σπίτια. Οι
ιεροί χώρο: ο σεβαστός Βράχος παραμένουν
δικοί μας». Αλλά η συμφωνία λειτούργησε γι’ αυτόν - μπόρεσε να ενώσει ξανά την
αυτοκρατορία του Σαλαδινου κάτω από το δικό του στέμμα. Όσο για τον Φρειδερίκο,
ο πατριάρχης απαγόρευσε στον αφορισμένο να επισκεφθεί την Ιερουσαλήμ, οι Ναίτες
τον κατήγγειλαν επειδή δεν είχε κερδίσει το Όρος του Ναού
Το Σάββατο 17 Μαρτίου ο εκπρόσωπος
του σουλτάνου Σαμς αλ-Ντιν ο καδής της Ναμπλούς, υποδέχθηκε τον Φρειδερίκο, που
συνοδευόταν στους Άραβες σωματοφύλακές του και ακολούθους του, τους Γερμανούς
και τους Ιταλούς στρατιώτες του, τους Τεύτονες ιππότες και δύο Άγγλους
επισκόπους, στην Πύλη της Γιάφας, όπου του παρέδωσε τα κλειδιά της πολης
Οι δρόμοι ήταν άδειοι, πολλοί
μουσουλμάνοι είχαν φύγει, οι ορθόδοξοι Σύροι είχαν μελαγχολήσει με τη λατινική
αυτή αναβίωση - και ο χρόνος του
Φρειδερίκου ήταν λίγος ο επίσκοπος της Καισάρειας ερχόταν να επιβάλει την
απαγόρευση του πατριάρχη και να αναγκάσει τον αυτοκράτορα να εγκαταλείψει την
πόλη.
ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ Η ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΣΑΙΜΟΝ ΣΙΜΠΑΓΚ ΜΟΝΤΕΦΙΟΡΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.