Κυριακή 17 Απριλίου 2016

Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΙΕΡΕΑΣ ΑΛΕΞΙΟΣ ΚΡΟΤΕΝΚΩΦ (1878-1930). "Εγώ δεν θα φύγω από τον Ναό. Θα πεθάνω εδώ! "







Ίερομάρτυς Αλέξιος (Κροτένκωφ)



ΛΕΥΚΟΡΩΣΟΣ ήταν ό ίερομάρτυς Αλέξιος. Γιος του χωρικού Πέτρου Κροτένκωφ, γεννήθηκε το 1878 στο χωριό Νεκλούπκα της επαρχίας Τσερνίγκωφ.


Το 1902 ό Αλέξιος τελείωσε την Παιδαγωγική Σχολή Πρισνιάνσκι και διορίστηκε δάσκαλος στο Εκκλησιαστικό Σχολείο του χωρίου του.
Σε ηλικία τριάντα τριών ετών χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και για δεκαοκτώ χρόνια διακόνησε μέ αξιοθαύμαστο ζήλο σε διάφορα χωριά της επαρχίας Τομπόλσκ. Το 1929 τοποθετήθηκε στο χωριό Νιτσίνσκι τών Ουραλίων, όπου παρέμεινε ως τη σύλληψή του.
Ό ναός του χωριού, που ήταν αφιερωμένος στον άγιο Νικόλαο, είχε περιέλθει το 1925 στους σχισματικούς της «Ζωντανής Εκκλησίας». Σύντομα, ωστόσο, οι ορθόδοξοι πιστοί κατόρθωσαν να τούς διώξουν και να ξαναπάρουν τον ναό τους. Οι μπολσεβίκοι, όμως, δυσανασχέτησαν γι’ αυτό και πήραν απόφαση να μεθοδεύσουν το κλείσιμό του. ’Έτσι, μέχρι τον ερχομό τού π. Αλεξίου είχαν ήδη φορολογήσει δύο φορές τον ναό μέ μεγάλα ποσά.


Στα τέλη του 1929 το Σοβιέτ του χωριού αποφάσισε να επιβάλει στον ναό καινούργιο φόρο 524 ρουβλίων.


Ό π. Αλέξιος έστειλε στο Ίρμπίτ τον επιστάτη του ναού -το αρχαιότερο μέλος του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου- προκειμένου να συμβουλευτεί τον αρχιερατικό επίτροπο. Ό αρχιερατικός επίτροπος έστειλε μέ τη σειρά του τον επιστάτη στην Οικονομική Υπηρεσία, επισημαίνοντας ότι σε κάθε περίπτωση ό φόρος έπρεπε να πληρωθεί, αλλά μπορούσε να ζητηθεί ένας διακανονισμός ως προς τον τρόπο πληρωμής.


Ή Οικονομική Υπηρεσία πληροφόρησε τον επιστάτη ότι ό
φόρος έπρεπε να καταβληθεί ολόκληρος, χωρίς καμιά έκπτωση ή διευκόλυνση. Εκείνος τότε, αφού πήρε άδεια από την Περιφερειακή Εκτελεστική Επιτροπή του Σοβιέτ για τη σύγκληση ενοριακής συνελεύσεως, γύρισε στο χωριό και ενημέρωσε το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο. Ό π. Αλέξιος, παίρνοντας τον λόγο, είπε:


-       Είναι αδύνατο να συγκεντρωθεί από τούς ενορίτες το ποσό πού πρέπει να καταβληθεί. Τον ναό, ωστόσο, δεν θα τον παραδώσουμε. Καλύτερα να πεθάνουμε, παρά να επιτρέψουμε τη βεβήλωσή του.
Το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο αποφάσισε να συγκαλέσει αμέσως μετά τις εορτές των Χριστουγέννων γενική ενοριακή συνέλευση, κατά την όποια οι πιστοί θα δήλωναν αν είχαν τη δυνατότητα να πληρώσουν έναν ακόμα φόρο.
Πράγματι, στις 8 Ιανουαρίου του 1930 πραγματοποιήθηκε ή συνέλευση, στην όποια προσήλθαν 525 ενορίτες. Παραβρέθηκαν, μάλιστα, ό πρόεδρος του Σοβιέτ του χωριού και ό αστυνόμος. Ό επιστάτης του ναού, παίρνοντας τον λόγο, ενημέρωσε τούς πιστούς για τις επισκευές, πού είχαν γίνει, και για τον φόρο, πού είχε πληρωθεί ήδη δύο φορές.


-       Πρόσφατα, συνέχισε, επιβλήθηκε στον ναό για τρίτη φορά φόρος 524 ρουβλίων. Αλλά μόλις τώρα ό πρόεδρος του τοπικού Σοβιέτ, πού σήμερα βρίσκεται ανάμεσα μας, μου ανακοίνωσε ότι ό φόρος, εντελώς αυθαίρετα και αδικαιολόγητα, υπερδιπλασιάστηκε. Έτσι πρέπει να καταβληθούν 1.196 ρούβλια!


Οι ενορίτες άρχισαν να διαμαρτύρονται:
-       Από που κι ως που επιβλήθηκε για τρίτη φορά φόρος;!
Μερικοί φώναξαν:
-       Το θέμα πρέπει να τεθεί σε ψηφοφορία!
Ό επιστάτης πρότεινε:
-       Να σηκώσουν τά χέρια όσοι διαφωνούν μέ την καταβολή του φόρου.
Σήκωσαν όλοι τά χέρια.
Ό πρόεδρος του Σοβιέτ και ό αστυνόμος, φανερά εκνευρισμένοι, έφυγαν αμέσως από την εκκλησία. Ό π. Αλέξιος ανέβηκε στον άμβωνα και είπε στούς πιστούς: 
-       Αδελφοί και αδελφές, ή συνέλευση μας τελειώνει εδώ. Παρακαλώ πολύ, να έρθετε όλοι οπωσδήποτε στην αυριανή ακολουθία.
Συνέταξαν πρωτόκολλο της συνάξεως. Ό επιστάτης το πήγε στο Σοβιέτ τού χωριού, όπου αμέσως συνελήφθη. Ό π. Αλέξιος και αρκετοί ενορίτες, εκτιμώντας την κρισιμότητα της καταστάσεως, έμειναν όλη τη νύχτα στον ναό.


Το πρωί ό πρόεδρος τού Σοβιέτ και ό αστυνόμος, παίρνοντας μαζί τους τον επιστάτη, πήγαν στον ναό, όπου βρίσκονταν διακόσιοι περίπου πιστοί, στην πλειονότητά τους γυναίκες. Λίγο πριν αρχίσει ή θεία Λειτουργία, ό αστυνόμος ανακοίνωσε ότι, εφόσον οι ενορίτες αρνήθηκαν να πληρώσουν τον φόρο, ό ναός, μέχρι την οριστική διευθέτηση τού θέματος, θα κλειδωνόταν μέ δύο λουκέτα, ένα τού τοπικού Σοβιέτ και ένα τού Εκκλησιαστικού Συμβουλίου. Ή ανακοίνωση προκάλεσε αναταραχή στο εκκλησίασμα. Ό επιστάτης ανέβηκε στον άμβωνα και είπε μέ δυνατή φωνή:
-       Αδελφοί και αδελφές, χθες μέ συνέλαβαν. Τώρα, όπως ακούσατε, μάς κλείνουν την εκκλησία. Εγώ σάς αποχαιρετώ... Συγχωρέστε με!
Τά λόγια του ξεσήκωσαν οχλοβοή. Πολλοί άρχισαν να φωνάζουν:


-       Τον επιστάτη δεν θα τον πάρετε! Την εκκλησία δεν θα την κλείσετε!
Κατεβαίνοντας από τον άμβωνα ό επιστάτης, κυκλώθηκε από γυναίκες, πού τον έπιασαν σφιχτά από τά ρούχα και τη ζώνη του. Ό αστυνόμος, σαστισμένος, τραύλισε:


-       Καλά, καλά, δεν την κλείνουμε την εκκλησία... Και τον επιστάτη δεν τον παίρνουμε...
Βγήκε αμέσως από τον ναό. Ό πρόεδρος του Σοβιέτ τον ακολούθησε σιωπηλός.
Μετά την αναχώρησή τους, ό π. Αλέξιος ανέβηκε στον άμβωνα για να εμψυχώσει μέ τον λόγο του τούς πιστούς.


-       Ορθόδοξοι αδελφοί, είπε μεταξύ άλλων, σήμερα γίνατε μάρτυρες του διωγμού της Εκκλησίας... Οι άθεοι και οι βλάσφημοι θέλησαν να κλείσουν τον ναό μας. αλλά δεν τά κατάφεραν... Άς γίνουμε πιο στέρεοι στην πίστη μας κι ας είμαστε έτοιμοι να πεθάνουμε γι’ αυτήν. Ας μην αφήσουμε τούς άπιστους να βεβηλώσουν τά ιερά μας... Τώρα παντού γίνονται κολχόζ. Οι αποστάτες και θεομπαίχτες, πού μαζεύονται εκεί, προπαγανδίζουν το κλείσιμο των εκκλησιών. Ό αληθινός χριστιανός ποτέ δεν θα γίνει κομμουνιστής και δεν θα στέρξει στο κλείσιμο έστω και μιας εκκλησίας. Αδελφοί, καλώ όσους από σάς είναι ελεύθεροι, να παραμείνουν απόψε στον ναό. Θα τον κλειδώσουμε από μέσα και δεν θ’ αφήσουμε κανέναν να μπει, ώσπου να ανακληθεί από τις αρχές ή απόφαση για το κλείσιμό του. Ως τότε, ας είμαστε αποφασισμένοι να δώσουμε και τη ζωή μας για την πίστη του Χριστού. Εγώ δεν θα φύγω από τον Ναό. Θα πεθάνω εδώ!
Τη νύχτα εκείνη της 9ης Ιανουαρίου έμειναν στον ναό ό π. Αλέξιος, τά μέλη τού Εκκλησιαστικού Συμβουλίου και αρκετοί ενορίτες, συνολικά πενήντα περίπου άνθρωποι. Κλείδωσαν από μέσα τις πόρτες και τοποθέτησαν παρατηρητές στο καμπαναριό. Κανένας τους δεν κοιμήθηκε ως το πρωί. Έκαναν Παρακλήσεις και συζητούσαν. Ό π. Αλέξιος προσπαθούσε να εμφυσήσει σε όλους το θάρρος και την ελπίδα. Σε μια συζήτησή τους ομολόγησε ξεκάθαρα:


-       Σήμερα, δυστυχώς, πολλοί ιερείς εγκαταλείπουν τούς ναούς τους και αποβάλλουν το ιερατικό σχήμα. Εγώ δεν πρόκειται να πουλήσω για χίλια ρούβλια ούτε μια τρίχα από το κεφάλι μου. Θα πεθάνω για την Εκκλησία!
Την άλλη μέρα το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο έστειλε τον επιστάτη του ναού στο Ίρμπίτ, προκειμένου να ενημερώσει τον αρχιερατικό επίτροπο για όσα είχαν συμβεί. Ό αρχιερατικός επίτροπος, αφού άκουσε μέ προσοχή τον επιστάτη, σύστησε την παραμονή στον ναό μόνο του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου και την αποχώρηση των υπόλοιπων ενοριτών.
Την ίδια μέρα κατέφθασε στο χωριό ό πρόεδρος της Περιφερειακής Εκτελεστικής Επιτροπής, ό όποιος, σε συναντήσεις πού είχε με ομάδες πιστών, τούς διαβεβαίωσε ότι ό ναός δεν θα κλεινόταν.
Από τότε παρέμεναν στον ναό όλο το εικοσιτετράωρο ό π. Αλέξιος και μικρός αριθμός ενοριτών. Όλοι, πάντως, είχαν ενημερωθεί ότι, αν οι αρχές επιχειρούσαν βίαιη κατάληψη τού ναού, οι καμπάνες θα σήμαιναν συναγερμό.


Στις 16 Ιανουαρίου ό π. Αλέξιος έστειλε πάλι τον επιστάτη στο Ίρμπίτ, προκειμένου να ζητήσει από την Περιφερειακή Εκτελεστική Επιτροπή άδεια για την τέλεση της λιτανείας τών Θεοφανείων. Ό επιστάτης, ωστόσο, συνελήφθη μπροστά στο κτίριο της Επιτροπής. Οι αρχές είχαν ήδη αποφασίσει να μην επιτρέψουν την τέλεση τών άκολουθιών τών Θεοφανείων, στις όποιες θα συμμετείχαν μαζικά οι πιστοί, και να συλλάβουν τον π. Αλέξιο.


Αργά το ίδιο βράδυ ένας πράκτορας της ΓκεΠεΟυ επισκέφτηκε την πρεσβυτέρα τού π. Αλεξίου και της συστήθηκε ως εκπρόσωπος τού προέδρου τού τοπικού Σοβιέτ. Μέ υποκριτική φιλικότητα και πλανερά λόγια την έπεισε ότι μπορούσε να βοηθήσει αποτελεσματικά στην ειρηνική λύση τού προβλήματος της λειτουργίας τού ναού, αλλά για τον σκοπό αυτό ήταν απαραίτητο να συζητήσει μέ τον π. Αλέξιο.


-       Εσείς δεν έχετε παρά να πάτε στον ναό και να τον φέρετε έδώ, της είπε, γιατί ή συνάντησή μας δεν πρέπει να γίνει αντιληπτή.
Περασμένα μεσάνυχτα ή πρεσβυτέρα έτρεξε στην εκκλησία και ζήτησε πιεστικά από τον π. Αλέξιο να έρθει στο σπίτι για να συζητήσει μέ έναν “δημόσιο υπάλληλο”. Ό ιερέας δίστασε.
-       Θα μέ συλλάβουν, της είπε. Το διαισθάνομαι.
Εκείνη άρχισε να τον θερμοπαρακαλεί να την άκολουθήσει, βεβαιώνοντάς τον ότι ό άνθρωπος εκείνος ήταν ολοφάνερα καλοπροαίρετος και ότι θα συνέβαλλε στην αίσια έκβαση της υποθέσεως τού ναού.


Ή διαφωνία των συζύγων κράτησε κάμποση ώρα. Λόγω της δικαιολογημένης καχυποψίας του π. Αλεξίου, ή πρεσβυτέρα δυσκολεύθηκε να τον πείσει, αλλά τελικά τά κατάφερε. Ό ιερέας στάθηκε μπροστά στην εικόνα της Παναγίας της Οδηγήτριας και προσευχήθηκε θερμά στη Μητέρα του Κυρίου, ικετεύοντας την να γίνει συνοδοιπόρος και προστάτιδά του στους δρόμους της πρόσκαιρης και της αιώνιας ζωής. Έπειτα βγήκε μέ την πρεσβυτέρα στον έρημο δρόμο. Μέσα στο σκοτάδι της νύχτας τράβηξαν για το σπίτι τους. Μόλις έφτασαν εκεί, ό π. Αλέξιος συνελήφθη από άνδρες της ΓκεΠεΟυ, πού είχαν έρθει από το Ίρμπίτ, και οδηγήθηκε στις φυλακές της πόλης.


Οι αρχές τελικά έκλεισαν τον ναό και συνέλαβαν δεκαέξι πιστούς.
Κατά την ανάκριση του ό π. Αλέξιος παραδέχθηκε μόνο το «παράπτωμα» της παραμονής στην εκκλησία, ενώ αρνήθηκε ότι έκανε οποιαδήποτε αντισοβιετική προπαγάνδα.


Στις 25 Μαρτίου τού 1930 διατυπώθηκε ή κατηγορία εναντίον του: «Στις αρχές του 1929 το Περιφερειακό Τμήμα πληροφορήθηκε ότι κουλάκοι και Λευκοφρουροί, πού εμφανίζονταν ως μέλη του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου του τυχωνικοΰ ναού τού χωριού Νιτσίνσκι, εναντιώνονταν ενεργά στη σοβιετική εξουσία και ειδικότερα στην κρατικοποίηση της αγροτικής παραγωγής. Οργανωτής και καθοδηγητής αυτής της ομάδας ήταν ό ιερέας τού χωριού Αλέξιος Πέτροβιτς Κροτένκωφ... Έχοντας τη συμπαράσταση των κουλάκων, ό Κροτένκωφ, άφότου ήρθε στο Νιτσίνσκι, τον Μάρτιο του 1929, έκανε κάθε Κυριακή αντεπαναστατικά κηρύγματα. Καλούσε απροκάλυπτα τούς πιστούς να είναι προσκολλημένοι στην Ορθόδοξη Εκκλησία και “να μην εντάσσονται στα θεομίσητα κολχόζ, όπου μαζεύονται οι άθεοι και οι βλάσφημοι”, γιατί “οι αληθινοί πιστοί δεν έχουν θέση στις τάξεις των άθεων”...».


Στις 10 Απρίλιου του 1930 η τρόικα της ΓΚΕΠΕΟΥ καταδίκασε τον π. Αλέξιο σε θάνατο με τουφεκισμό. Στις 18 Απρίλιου ο πιστός λειτουργός και φρόνιμος οικονόμος του Κυρίου στήθηκε στο απόσπασμα και όπως το είχε προείπε πέθανε για την εκκλησία τον έθαψαν σε άγνωστο κοινοτάφιο.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΑΓΙΟΙ ΚΑΤΑΔΙΚΟΙ. ΡΩΣΟΙ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΕΣ ΚΑΙ ΟΜΟΛΟΓΗΤΕΣ ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΤΟΥ ΑΙΩΝΑ. ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σας ευχαριστούμε.

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.