Ἕνας ἅγιος κληρικός τῶν ἡμερῶν μας!
π. ΝΙΚΟΛΑΟΣ Πέττας
Ὁ σημειοφόρος ταπεινός λευΐτης ἐκ Πατρῶν
1941 - † 4/1/2000
τοῦ Ἀρχιμ. Ἰωακείμ Σωτηρόπουλου, μαθητοῦ τοῦ ὁσίου πατρόςΑρχομένης τῆς νέας χιλιετηρίδας ἕνα εὐωδιαστό λευϊτικό ἄνθος τοῦ παραδείσου ταξιδεύει γιά τόν οὐράνιο Κῆπο γιά νά ἑνώσει τίς δύο χιλιετηρίδες. Αὐτό τό ἄνθος εἶναι ὁ Σημειοφόρος Γέ- ροντας π. Νικόλαος Πέττας ἀπό τήν Πάτρα, ὁ ὁποῖος συχνά μέ τήν εὐλογημένη ὑπερπολύτεκνη οἰκογένειά του ἔρχονταν προσκυνητές στήν Ἱερά Μονή μας στό Τρίκορφο καί εἴχαμε ἰδιαίτερη εὐλογία πού τόν συναντούσαμε. Ἐπίσης ἡ σπάνια πνευματική ζωή του καί ἡ φήμη του, εἶχε φθάσει ἐδῶ στό Τρίκορφο ὅσο ἀκόμα ζοῦσε, ἀλλά καί πιό πολύ μετά τήν ὁσιακή κοίμησή του. Πολλά ἀξιοσημείωτα γεγονότα ἀναφέρονται καί στίς μέρες μας, στίς ὁποῖες ὁ ἱερέας αὐτός ἐμφανίζεται σέ πιστούς καί μέ τήν με- σιτεία του τελοῦνται πολλά θαυμαστά γεγονότα.
Φέτος συμπληρώνονται δώδεκα χρόνια ἀπό τήν κοίμησή του καί πραγματοποιεῖται στό περιοδικό μας ἕνα μικρό ἀφιέρωμα γιά τήν δόξα τοῦ Θεοῦ καί ἐνίσχυση τῶν χρι- στιανῶν γιά νά δοῦν ὅτι καί στίς μέρες μας ὑπάρχουν ταπεινοί ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ πού κρύβονται μέσα σέ φωτεινά ὄστρακα
Ο π. Νικόλαος Πέττας γεννήθηκε τό 1941 στή πόλη τοῦ Ἀποστόλου Ἀνδρέα, στήν Πάτρα. Οἱ γονεῖς του ἦρθαν στήν πρωτεύουσα τῆς Ἀχαΐας ἀπό τά Ἑπτάνησα, μετά ἀπό τούς καταστρεπτικούς σεισμούς τοῦ 1953. Καταγόταν ἀπό ἐπιφανεῖς οἰκογένειες τῶν Ἑπτανήσων. Ὁ πατέρας του λεγόταν Ἀνδρέας Ν. Πέτρακας ἤ Πέττας ἀπό τήν πόλη τῆς Ζακύνθου καί ἡ μητέρα του Σοφία Π. Τζάκη ἀπό τά Φραγκάτα τῆς Κε- φαλληνίας. Ἦταν τό τελευταῖο ἀπό τά πέντε τέκνα τῆς οἰκογένειας. Ὁ πατέρας του ἦταν γνωστός βιομήχανος σαπωνοποιΐας τῆς Πά- τρας. Ἀπό μικρή ἡλικία ἀσχολιόταν μέ τήν οἰκογενειακή ἐπιχείρηση ἐνῶ παράλληλα μορ- φωνόταν σέ ἰδωτικά ἐκπαιδευτήρια. Ἡ εὐλα- βέστατη μητέρα του Σοφία ἀπό μικρό τόν νουθετοῦσε ἐν Κυρίῳ, ἐνῶ εἶχε ζήσει θαυμα- στά γεγονότα ἀπό νωρίς. Τόν βάπτισαν μέ δύο ὀνόματα Νικόλαο-Ἐμμανουήλ στό ναό τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων τρεῖς πιστές κοπέλες, πού ἀργότερα ἔγιναν μοναχές καί ἵδρυσαν Μοναστήρια, οἱ ὁσιώτατες Ἱερουσαλήμ Ἀδα- μοπούλου, ἡ Εὐαγγελία Λιμνιάτη καί ἡ Ἀγα- θαγγέλη Κουρκουνάκη. Μάλιστα οἱ δύο πρῶτες εἶχαν χαρίσματα, ὅπως προφητικό καί διορατικό, ἐνῶ τό ἴδιο χάρισμα εἶχε πρόγονος τῆς οἰκογενείας, πού λεγόταν Πέτρος Πέτρα- κας ἀπό τούς Κήπους τῆς Ζακύνθου. Αὐτός ὁ Πέτρακας εἶχε κάνει πάνω ἀπό ἑκατό βαπτί- σεις παιδιῶν στό νησί, λέγοντας ὅτι ἔτσι θά μπεῖ στόν Παράδεισο.
Μιά μέρα ἡ ἀείμνηστη ἀδελφή του Ἑλένη, εἶχε πάει τόν μικρό Νικόλαο-Ἐμμανουήλ στόν ἐνοριακό τους ναό τοῦ Ἁγίου Γερασίμου στήν Παραλία Πατρῶν καί καθώς ἐπέστρεφαν μία γυναῖκα ψηλή μαυροφόρα ἐμφανίστηκε μπρο- στά τους καί ἀπευθυνόμενη στήν ἀδελφή του τῆς λέει αὐστηρά: «Πάρε τό παιδί καί κρύψου στίς καλα- μιές γιατί σέ λίγο θά περά- σει στρατιωτικό τάνκς καί θά σᾶς πατήσει!». Καί πράγματι πέρασε γερμανικό στρατιωτικό τάνκς ἀπό τό στενό δρόμο. Ἔτσι σώθηκαν τελευταῖα στιγμή μετά ἀπό τήν ἐπέμβαση αὐτή τῆς Παναγίας μας.
Στά δύσκολα χρόνια τοῦ Ἰταλογερμανι- κοῦ πολέμου μία φορά παρουσιάστηκε μιά μαυροφόρα γυναῖκα μέ πλεχτές χρωματιστές παντόφλες, ἡ ὁποῖα μπῆκε ἀπό τήν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ τους μέσα στό σαλόνι καί ἀφοῦ τούς εὐλόγησε, ἄνοιξε ἄλλη ἐσωτερική πόρτα τῆς οἰκίας καί χάθηκε. Τήν ἔψαχναν τήν γυναῖκα αὐτή, ἀλλά δέν τήν βρῆκαν πουθενά. Τότε κατάλαβαν ὅτι τούς ἐπισκέφθηκε ἡ Θεοτόκος καί τήν εὐχαρίστησαν.
Μία ἄλλη φορά τά δύο ἀδέλφια ὁ Παναγιώτης καί ὁ Νικόλαος ἀνέβηκαν στό πρῶτο ὄροφο τῆς οἰκίας τους, κρυφά ἀπό τήν μητέρα τους. Οἱ Γερμανοί καί οἱ Ἰταλοί κοντά στό σπίτι τους, στήν θέση πού σήμερα εἶναι ἕνα Πολυκατάστημα εἶχαν τήν ἀποθήκη τῶν βα- ρέων πυρομαχικῶν. Αὐτοί καθώς ἀποχωροῦσαν ἀπό τήν Πάτρα ἔβαλαν φωτιά γιά νά καοῦν. Ὡστόσο τά βλήματα ἀπό αὐτά ἐκτοξεύονταν σέ μεγάλη ἀκτίνα. Τά δύο ἀδέλφια ἔβγαλαν τό κεφάλι τους ἀπό τό παράθυρο πού ἔβλεπε πρός τήν καιγόμενη ἀποθήκη νά δοῦν τί γίνεται καί σκά- για ἐρχόντουσαν πρός τά πάνω τους. Ὅμως κατά θεία προστασία ὅταν ἔφθαναν μπροστά στό πρό- σωπό τους πολυμερίζονταν καί δια- λύονταν καί ἔτσι δέν σκοτώθηκαν. Ὀπές ἀπό αὐτά διατηροῦνται μέχρι σήμερα γύρω ἀπό τό παράθυρο αὐτό.
Ἀκόμα ὅταν ἀποχώρησαν οἱ κα- τακτητές στά τζάμια τοῦ σπιτιοῦ τους, καθώς καί ἄλλων κατοίκων σχηματίστηκαν θαυματουργικά περιστατικό. Μαζί του στίς ἐπισκέψεις στό νοσοκομεῖο πού νοσηλευόταν ὁ ὅσιος Γέροντας, ὁ Νικόλαος ἔπαιρνε καί φαντάρους. Ἀρκετοί στρατιῶτες ἀπό αὐτούς ἔγιναν ρασοφόροι καί ὁμολο- γοῦν ὅτι γνώρισαν τόν Χριστό καί τήν μυστηριακή ζωή ἀπό τόν νεαρό Λοχία τους Νικόλαο.
Σέ ὥριμη ἡλικία νυμφεύτηκε τήν πιστή καί ἄξια σύζυγο Ἀνθῆ Κατριμπούζα ἀπό τό Φράγγα Ἀχαΐας. Καί οἱ δύο ἤθελαν νά ἀκολουθήσουν τόν μοναχικό βίο, ὅμως ὁ πνευματι κός τους, τούς σύστησε νά πανραστάσεις ἀπό τόν χριστολογικό καί θεομητερικό κύκλο, καί συγκεκριμένα στό παράθυρο τοῦ σαλονιοῦ ἀόρατο χέρι ἁγιογράφησε τόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου, ὑποδηλώνοντας τή νίκη τῶν Ἑλλήνων.
Ὁ Νικόλαος μεγάλωνε καί ἡ οἰκογένειά του ἀφιερώ-θηκε στόν ἀγῶνα τῶν χριστιανικῶν ἀρετῶν κοντά στόν ἀρχιμ. Γερβάσιο. Σέ ἐφηβική ἡλικία μετά τήν ἐργασία καί τά μαθήματα πήγαινε στό ὁδό Ἰωνίας νά ἐξομολογηθεῖ στόν π. Γερβάσιο. Καί ἐνῶ προηγοῦντο ἀρκετοί πιστοί, ὁ γέροντας πνευματικός διέγνωσε ἀπό μέσα ἀπό τό κελλί τοῦ ἐξομολογητηρίου ὅτι ἦρθε ὁ μικρός Νικόλαος καί ἔβγαινε καί τόν καλοῦσε νά ἐξομολογηθεῖ κατόπιν αὐτός γιά νά μήν καθυστερήσει ἀπό τήν δουλειά του.
Λόγω τῆς οἰκονομικῆς δυνατότητας τῆς οἰκογένειας καί τῆς ἐλεημοσύνης τῆς μητέρας του στό σπίτι τους συγκέν- τρωναν πτωχούς στά δύσκολα χρόνια τῆς κατοχῆς καί πνευματικές παρέες ἀπό τόν κύκλο τοῦ π. Γερβασίου, μέ επικεφαλῆς τόν δάσκαλό τους ἀείμνηστο κατηχητή Γεώρ- γιο Οἰκονόμου. Ἐκεῖ συγκεντρώνονταν καί ὁ Νικόλαος μέ τούς οἰκείους του, ἔκαναν μαθήματα χριστιανικῆς ἀγωγῆς στούς νέους καί συνέχιζαν τίς πνευματικές συζητήσεις. Ἄν καί ὁ Νικόλαος συνήθισε νά συναναστρέφεται μέ μεγαλύ- τερους σοφούς ἀνθρώπους, εἶχε εὐαισθησία στά παιδιά τοῦ Ὀρφανοτροφείου τοῦ Σκιαγοπουλείου, πού ἦταν στήν γειτονιά τους καί μέ τούς δικούς τους ἔπαιρναν τά ὀρφανά ἀπό τίς γιορτές στό σπίτι τους. Πολλά ἀπό τά παιδιά πού κατηχοῦσε ἔγιναν ρασοφόροι καί χρήσιμοι ἄνθρωποι στήν κοινωνία.
Στό κάλεσμα τῆς πατρίδας γιά τήν στρατιωτική του θητεία ἔγινε Λοχίας στήν Μοίρα πυραύλων στό Λαγκαδᾶ Θεσσαλονίκης. Αὐτά πού εἶχε βιώσει ἀπό μικρός τά μετέ- δωσε στούς στρατιῶτες καί ἔτσι στό στρατόπεδο τε- λοῦσαν καθημερινά ὅλες τίς ἀκολουθίες ἀπό τό Ὡρολόγιο, ἐνῶ τούς ὁδήγησε σέ γέροντες καί πνευματικούς. Τήν πε- ρίοδο πού ὑπηρετοῦσε στήν Θεσσαλονίκη γνώρισε στό νο- σοκομεῖο τοῦ ΑΧΕΠΑ τόν γνωστό μας Ἁγιορείτη Γέροντα Παΐσιο. Ὁ Γέροντας τήν ἐποχή αὐτή εἶχε ἐπιστρέψει ἀπό τήν ἄσκηση στό Ὄρος Σινᾶ καί λόγω ὅτι εἶχε λιγοστό ὀξυγόνο ἐκεῖ, ἀντιμετώπιζε κάποιο πρόβλημα στό ἀναπνευ-
Κατεῖχε ἀπό τήν μητέρα του μεγάλη βιβλιοθήκη μέ ἐκκλη- σιαστικά βιβλία, συγγράμματα ἀρχαίων ἑλλήνων φιλοσό- φων καί ἐγχειρίδια πολλῶν ἐπιστημῶν, ὅπως ψυχολογίας, ἰατρικῆς, ἀριθμητικῆς, γεωμετρίας, νομικῆς, ἀστρονομίας, μηχανολογίας. Ἡ μητέρα του ἔφυγε σέ νεαρή ἡλικία, ἐνῶ τοῦ ἔλεγε προφητικά: «Νικολάκη μου θέλω νά γευθῶ μία μπουκιά ἀπό τό ἁγιασμένο ρασάκι σου!», γιατί τῆς ἔκανε ἐντύπωση ὅτι σάν βρέφος δέν θήλαζε τό γάλα ἀπό τό στῆθος της Τετάρτη καί Παρασκευή.
Στό γάμο του τηροῦσε μέ εὐλάβεια ὅλες τίς χριστιανι- κές ἐπιταγές καί μέ τήν σύζυγό του κρατοῦσε αὐστηρό- τατη χριστιανική ζωή. Μετά ἀπό τήν θαυμαστή λύση ἀπό τόν Ἅγιο Νεκτάριο τῆς ἀτεκνίας τους ἀπέκτησαν δώδεκα παιδιά ἕξι ἀγόρια καί ἕξι κορίτσια.
Ἐνῶ συνέχισε τήν πνευματική ζωή ὡς καθηγητής καί οἰκογενειάρχης, ἀνάμεσα στήν γέννα τῶν δύο παιδιῶν του Παναγιώτη καί Μαρίας, μία φλόγα πού ἔκαιγε μέσα του γιά ἱερωσύνη ἄρχισε νά φουντώνει μέ μή ἐλεγχόμενη ἔνταση. Αὐτό τό ἐμπιστεύθηκε στόν πνευματικό του γιά νά δοῦν ποῦ θά ὁδηγήσει. Αὐτό συνεχιζόταν καί ἄκουγε συνέχεια πνευματική φωνή στήν ψυχή του πού τόν πρό- σταζε νά γίνει λειτουργός τοῦ Ὑψίστου. Ὁ διακριτικός πνευματικός του πρωτοπρ. Γεώργιος Παπασταύρου, ἀλλά καί ἁγιορεῖτες πατέρες, ὅπως οἱ Διο- νυσιάτες Γαβριήλ, Χαράλαμπος καί Θεόκλητος, ὁ Ἐφραίμ ὁ Κα- τουνακιώτης, ὁ Γέρων Παΐσιος, ὁ Ἐφραίμ τῆς Φιλοθέου τόν ἔπεισαν νά ἀκούσει τήν θεία προσταγή. Στίς 8 Ἀπριλίου τοῦ 1979 ὁ ἀεί- μνηστος Μητροπολίτης Νικόδημος Βαληνδρᾶς τόν χειροτόνησε Διά- κονο, ἐνῶ στίς 15 Ἀπριλίου τοῦ ἰδίου ἔτους ὁ ἴδιος Ἀρχιερέας τόν χειροτόνησε Ἱερέα δίνοντάς του τό τόν κόσμο, τό πνεῦμα του ἦταν στήν σφαῖρα τοῦ Οὐρανοῦ. Τά γαλάζια γαλήνια μάτια του μέ τό ἔντονο βλέμμα, πολλοί ἔβλεπαν νά ξεκινᾶ ἀπό αὐτά μία λευκή στήλη πρός τά πάνω.
Ἕνας ἀγωνιστής καί εὐλαβέ- στατος κληρικός τῆς Πάτρας, ὁ Ἀρχιμ. Νικόδημος Πετρόπουλος σέ γραπτό κείμενο μέ ἡμερομη- νία: Πάτρα, 23-10-2011 σημειώνει γιά τόν π. Νικόλαο: «Ἱερεύς, ὅν εὐλαβούμην. Σεμνός, ἁπλός καί ἡσύχιος, ἐνθυμίζων ἐν πολλοῖς ὄνομα π. Νικόλαος. Ἀρχικά διορίστηκε σάν ἐφημέριος τῆς ἐνορίας τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Κρύα Ἰτεῶν Πατρῶν. Καί ὡς λευΐτης ἦταν ἐπιπλέον ἀπό πρίν φιλακόλουθος, ἀσκητικός, προσεκτικός καί ἐνδιαφερόταν γιά τήν πνευματική καί πρακτική στήριξη τοῦ ποιμνίου του. Ὡς ἱερέας τά χρήματα δέν τόν ἐνδιέφεραν καί γι᾽ αὐτό ὡς κληρικός εἶχε μηδαμι- νές ἀποδοχές. Ἀργότερα μετατέθηκε στόν ναό τοῦ Ἁγίου Βασιλείου Ζαρουχλεΐκων, ὅπου διαμένει καί ἡ οἰκογένειά του.
Τό 1992 περνᾶ ἡ οἰκογένειά του μία μεγάλη δοκιμασία. Τό πρωτότοκο παιδί του ἡ Σοφία, σέ ἡλικία εἰκοσιένα ἐτῶν, σκοτώνεται ἀνήμερα τῆς ἑορτῆς της σέ αὐτοκινητι- στικό δυστύχημα, ἐνῶ ἦταν συνοδηγός. Ὅταν πῆρε ἡ τρο- χαία νά ἐνημερώσει στό τηλέφωνο τοῦ σπιτιοῦ ὅτι τό παιδί του χτύπησε σοβαρά, λέει ὅλο πόνο ὁ π. Νικόλαος: «Ἀγα- πημένο μου παιδί Σοφία σέ φάγανε, πῆγες ἄδικα!». Καί ὅταν ἔμαθε ἡ οἰκογένεια τήν πικρή ἀλήθεια, ὅτι δέν εἶχε χτυπήσει ἀλλά ἦταν νεκρή, ρωτοῦσε τόν π. Νικόλαο ποῦ τό γνώριζε ἀπό τήν πρώτη στιγμή. Ἐκεῖνος ὁμολόγησε ὅτι εἶδε ὅλο τό χαμό τοῦ παιδιοῦ του μπροστά στά μάτια του. Ἐπίσης εἶχε τόσο κουράγιο, πού πῆρε μέρος στήν ἐξόδιο ἀκολουθία, γεγονός πού σπάνια τό συναντᾶμε, ὅπως στό βίο τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος πού διάβασε τή νεκρή κόρη του. Τό χτύπημα ὡστόσο αὐτό στήν οἰκογένεια ἦταν πολύ βαρύ γιά τόν ἑπόμενο καιρό. Ὁ π. Νικόλαος ἔγινε ἀκόμα μεγαλύτερο στήριγμα γιά ἐκείνη.
Ἄν καί βίωνε συχνά ἀποκαλυπτικές ἐμπειρίες μέσα στή λατρεία, ἐντούτοις μέ πολλή δυσκολία καί γιά πνευ- ματική στήριξη καί ὄφελος μαρτυροῦσε κάτι. Δέν ἤθελε νά δείχνει τό πνευματικό ὕψος πού τοῦ ἐμπιστεύθηκε ἡ θεία Χάρις. Ἤθελε νά φαίνεται μικρός γιά τούς ἀνθρώπους. Ἄν τοῦ ξέφευγε κάτι, ἀμέσως θόλωνε τά νερά καί ἄλλαζε μέ ἕνα μειδίαμα τήν συζήτηση.
Ὡς πρεσβύτερος τελοῦσε κατανυκτικές Θεῖες Λειτουργίες, ἐνῶ πολλοί πιστοί πού κατέφθαναν ἀπό διάφορα μέρη τοῦ Μοριᾶ ὁμολογοῦν ὅτι πολλές φορές δέν πατοῦσε στό ἔδαφος. Ὄντως ὡς Πέττας πού ἦταν τό ἐπώνυμό του, πετοῦσε στά οὐράνια καί ἡ χάρις τόν συνέπαιρνε καί τοῦ ἀποκάλυπτε τά ἀπόρρητα. Τό σῶμα του ἐνῶ ἦταν σ᾽ αὐτόν Παπα-Πλανᾶ. Πολύτεκνος μέ πολλά οἰκογενειακά βάρη καί ταλαιπωρίας. Ἄνθρωπος ὑπομονῆς καί ταπείνωσης. Τά δύο τάλαντα, εἰς ἅ διεκρίθη καί διέπρεψεν.
Μαθητής τῶν κηρυγμάτων τοῦ π. Γερβασίου Παρα- σκευοπούλου. Ἐκεῖ γνωρισθήκαμε ὅλα τά φτωχά ἁπλοϊκά παιδιά τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Στήν κολυμβήθρα τοῦ Σιλωάμ, ὅπως λέγαμε, γιά νά ἀκούσουμε τά πυρφόρα κηρύγματα τοῦ π. Γερβασίου.
Ἔχων τόν πόθο τῆς Ἱερωσύνης, παιδιόθεν εὐτρεπίζετο δι᾽ αὐτήν.
Ἄφησε ἀγαθάς ἀναμνήσεις. Δέν δημιούργησε σκάν- δαλα. Διηκόνει μέ φόβον Θεοῦ. Δέν ἦτο κομψευόμενος. Ἦταν ὁ ἱερεύς-ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ πού ἐκτιμᾶτο ὑπό τῶν πιστῶν. Συμπαθής καί ἄκακος. Μαζί του θά εἶχες ν᾽ ἀκούσης δυό λόγια γιά τόν Θεόν. Ἀπέφευγε τάς μωράς συζητήσεις (Ἀπ. Παῦλος).
Τηρητής τοῦ «ἐπιμελεῖσθε δέ ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτου».
Ἔρως δέ Ὀρθοδοξίας κατέτρωγε τήν ψυχήν του, καί ἀνησυχία περί τῆς σωτηρίας καί τοῦ Παραδείσου.
Δηλωτικόν τῶν χαρισμάτων πού ὁ Θεός δώρησε στόν ταπεινόν αὐτόν λευΐτην- «ταπεινοῖς δίδωσι χάριν»- εἶναι τό ἑξῆς γεγονός: Ὁ Θεός εἰς τήν ἐνορίαν ὅπου διακονῶ ἐπέτρεψε κάποτε δεινόν πειρασμόν ὑπό ψευδαδέλφων. Τάς στιγμάς ἐκείνας, πού ἐν ὑπομονῆ καί σιωπῆ πολλῆ, πρός ἀποφυγή σκανδαλισμοῦ τῶν πιστῶν, ὑπέμενον τήν δοκιμασίαν αὐτήν, καί ἐνῶ εὑρισκόμουν στόν ναό μαζί μέ πνευματικά μου παιδιά, προσῆλθεν ὁ ταπεινός αὐτός λευΐ- της ἔνδακρυς, καί ἀπευθυνόμενος σέ ἐμένα μοῦ εἶπε:
«Ἀδελφέ μου, ἦρθα νά σέ δῶ γιατί μοῦ εἶπε ὁ Χριστός νά πᾶς στόν Ἅγιο Παῦλο, στόν Νικόδημο, διότι διέρχεται ἕναν μεγάλο πειρασμό...».
Πολλές φορές δέ σάν ἄλλος παπα-Μπασιᾶς τῆς Πά- τρας μέ συμπεριφορά πού ἔφερε τά χαρακτηριστικά τῆς ἁγίας σαλότητος, προσευχόμενος καί διερχόμενος ἀπό κα- ταστηματάρχας τινάς, καί πρός ἔκπληξιν αὐτῶν, ἔλεγε λόγον παρηγορητικόν καί προφητικόν ἐν σχέσει μέ τήν ἔκβασιν τοῦ προβλήματός των! Χαρακτηριστικά εἶναι ἡ περίπτωσις γνωστοῦ μου φτωχοῦ πιστοῦ καταστηματάρχου, τόν ὁποῖον ἀπρόσκλητα περνώντας εὐλόγησε, παρη- γόρησε καί ἐνεθάρρυνε, δακτυλοδεικτῶν τόν Οὐρανόν καί λέγων: «λίγη ὑπομονή ἀκόμη, μήν τό ξεχάσεις αὐτό καί θά γεμίσεις τόσα πολλά χρήματα, πού δέν δύνασαι νά φαντασθεῖς, καί θά ἔχεις καί θά δίδης στούς φτωχούς»... ὅπερ καί ἐγένετο.
Ἄς ἔχη δόξα ὁ Θεός, πού σέ κάθε ἐποχή ἀναδεικνύει τούς ἐκλεκτούς Του».
Μαρτυρία π. Ἀντωνίου Ρουμελιώτη Πρωτοπρεσβυτέ- ρου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πατρῶν. «Ἡ ταπεινότης μου ἐδῶ καί ἀρκετά χρόνια ὅταν ἤμουν λαϊκός εἶχα καθηγητήν ἕναν εὐλαβήν, θεοσεβήν ἄνθρωπον τόν Νικόλαον Πέττα. Ἡ θέα τοῦ προσώπου του καί ἡ ἠρεμία τῶν λόγων του σοῦ δημιουργοῦσε τήν ἐντύπωση, μᾶλλον τήν αἴσθηση ὅτι καθώς μιλοῦσε ταυτόχρονα προσηύχετο. Τό μάθημά του ἦταν Στοιχεῖα Μηχανῶν καί Κραματολογία, μαθήματα πού δέν μποροῦσαν νά ἐντυπωσιάσουν τόν μαθητήν, ἀφοῦ τύποι, μεγέθοι καί ἀσκήσεις ἦτο τό ἀντικείμενο. Ὅταν οἱ συμμαθητές μου τόν ἐνέπαιζαν, ἐκεῖνος μέ ἀπάθεια καί μέ περίσσια εὐγένεια ἀντιμετώπιζε τήν ὅλη στάση τῶν συμμαθητῶν μου καί ἠρεμοῦσε τήν τάξη.
Τό πρωΐ καθώς ἐρχόταν εἰς τήν σχολή ἔβλεπες ἕναν ἄνθρωπο μέ ἁπλή ἐνδυμασία καί συνεχῶς νά ψελλίζει τήν προσευχή. Τήν Μεγάλη Σαρακοστή ἦτο μία ἀπόλαυση. Τό πρόσωπό του φωτεινό, τό κομβοσχοίνι στό χέρι καί ἡ εὐχή. Ὅταν στά ἐργαστήρια ἡ βουή τοῦ τόρνου ἐκάλυπτε τή φωνή τοῦ καθηγητοῦ ἐκεῖνος σάν μικρό παιδί ἐρχόνταν κοντά μας καί μᾶς συμβούλευε καί γιά τά μαθήματα, ἀλλά καί γιά τήν πνευματική μας ζωή. Μᾶς ἔλεγε νά σε- βόμαστε τούς γονεῖς μας, τούς ἱερεῖς, τούς διδασκάλους καί γενικά τόν ἄνθρωπο. Ἀγαποῦσε ἀθῶα, μιλοῦσε τα- πεινά, ἐνεργοῦσε μέ ἁπλότητα.
Ὅταν ἠλεήθημεν ἐκ τοῦ Ἁγίου Θεοῦ ἡ ταπεινότης μου καί ἐκεῖνος καί ἐγίναμε κληρικοί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλη- σίας μας εἴχαμε ζήσει πνευματικές, πανευφρόσυνες στιγ- μές ὡς ἀδελφοί ἐπί τῷ αὐτῷ.
Ἐνθυμοῦμαι ὅτι στή χειροτονία του, ὁ τότε Μητροπο- λίτης Πατρῶν μακαριστός κυρός Νικόδημος εἶπε: «Σήμερα ζοῦμε μιά Πεντηκοστῆ, νοιώθω ἕνα περίεργο σκίρτημα στήν καρδιά μου ἀπό χαρά καί συγκίνηση ἀπό τήν χειρο- τονία τοῦ Νικολάου, εἶναι πράγματι ἠλεημένος ἀπό τόν Θεό». Προσπαθήσαμε νά τόν χαιρετήσουμε τότε ὡς εἴθι- σται τόν μακαριστό π. Νικόλαο, ἀλλά εἴδαμε ὅτι ἦτο ἀλλοῦ, τό βλέμμα του ἀπλανές, ὁ λόγος του ἀργός καί λίαν σιωπηλός, οἱ κινήσεις του μᾶλλον τελείως ἀργές. Μετά ἀπό ὥρα καί ἐνδελεχή προσευχή πού τόν ἔβλεπα νά κάνει, μᾶς μίλησε ὅτι ἡ χαρά του καί τό δέος του πρός ὅ,τι ἔζησε ἦτο ἀνέκφραστο καί ἀνερμήνευτο.
Μετά ἀπό καιρό, ἐκάλεσε τήν ταπεινότητά μου, ἀρκε- τές φορές ἔξω ἀπό τό σπίτι του σ᾽ ἕνα γιαπί οἰκοδομῆς ὅπου εἶχε διαμορφωθεῖ ὡς ἀσκητήριο καί ἐκεῖ εἶχε πολλές ἱερές εἰκόνες, καντήλι, λιβάνι, πετραχήλι. Ἦτο ὁ τόπος τῆς προσευχῆς καί τῆς ἀσκήσεως τοῦ π. Νικολάου. Μοῦ ἐξο- μολογήθη τάς ἐπιθέσεις τοῦ πονηροῦ καί μισοκάλου πού γινόντουσαν πρός τόν ἴδιο διά μέσου τῆς πολυμελοῦς οἰκογένειας κάποιες φορές, ἀλλά προπαντός ἀπό ἄλλους χώρους, ὁρατούς καί ἀοράτους, ἐκκλησιαστικούς καί κοσμικούς.
Αὐτός τίς περισσότερες ὧρες ἦταν γονατιστός ἐνώπιον τοῦ Ἐσταυρωμένου καί τῆς Κυρίας Θεοτόκου, προσευχό- μενος. Μοῦ ἔλεγε ὅτι ὅπως τό καύσιμο ἄν λείψει ἀπό τή μηχανή δέν ἐργάζεται, ἔτσι καί ἡ καρδιά μου καί ἡ ζωή μου δέν λειτουργεῖ ὅταν δέν προφέρω τήν καρδιακή προσευχήν τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με» ἤ τούς Χαιρετισμούς στήν Ὑπεραγία Θεοτόκο.
Πράγματι στό δρόμο ὅταν τόν ἔβλεπες ὡς Ἱερέα περ- πατοῦσε μ᾽ ἕνα κομβοσχοινάκι στό χέρι μέ ἁπλό βῆμα, μέ τήν εὐχή στό στόμα καί τό πρόσωπό του νά λάμπει. Δέν ἦταν μόνο δική μου ἐντύπωση, πολλοί ἄνθρωποι τό ἔλεγαν αὐτό. Πρός δόξαν Θεοῦ θά εἴπω δύο λόγους ἐκ τῆς ἐξο- μολογήσεώς του στήν ταπεινότητά μου ἐπί ἱεροῦ πετρα- χειλίου.
Α) Τήν ἱερωσύνη τήν φοβόταν καί τήν ἀγαποῦσε, ἀλλά ἐπί σειρά ἐτῶν ὡς λαϊκός ἄκουγε στ᾽ αὐτιά του τόν λόγον:
«Γίνου Ἱερεύς». Τόν εἶχε ἐξομολογηθεῖ ὅπως μοῦ εἶπε σέ ἡγιασμένους πνευματικούς πατέρες μέχρι καί τό Ἅγιον Ὄρος. Τά δάκρυά του ἀπαράμιλλα, μέ ἀναφιλητά θυμᾶμαι μοῦ τό ἔλεγε: «Ζῶ πάτερ μου» ἔλεγε «τό ἐδῶ καί τό ἐκεῖ βλέπω τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ, ὦ! τῆς φιλαν- θρωπίας Του, πόσο ἡ παναγάπη Του ταπεινώνεται γιά μένα πού εἶμαι ὁ μόνος ἀνάξιος καί ἁμαρτωλός ὅλου τοῦ κόσμου».
Β) Σέ πολλές Θεῖες Λειτουργίες ἔβλεπε εἰς τήν Ἁγία Τράπεζα, ὅταν ἐγένετο ὁ καθαγιασμός τῶν Τιμίων Δώρων, τόν ἴδιο τόν Κύριό μας. Μάλιστα τολμῶ νά εἴπω, Τοῦ τό ζητοῦσε μέ ἱερό πόθο καί δάκρυα γιατί ἔτσι ἔνοιωθε πα- ρηγορίαν, συντροφιάν, ἀγάπην, τήν φιλανθρωπίαν Του.
Τό πρόσωπό του κυριολεκτικά ὅταν μοῦ ἐξομολογεῖτο δέ βλέμμα του ἦτο ἱλαρώτατο, τά δέ δάκρυά του σοῦ δη- μιουργοῦσαν τήν αἴσθηση μιάς ἱερᾶς εἰκόνας ἑνός Ἁγίου. Φοβόταν καί ἔνοιωθε δέος στήν συμβουλή τῆς ταπεινότη- τάς μου, στό νά εἴπει καί σέ ἄλλους Πνευματικούς αὐτήν τήν θέα τοῦ Θεοῦ, διότι πίστευε καί μετά δακρύων καί ἀναφιλητῶν ἔλεγε ὅτι, εἶναι ὁ μόνος ἁμαρτωλός καί ἀνά- ξιος ἄνθρωπος, καί πῶς εἶναι δυνατόν νά ἔχει τέτοιαν θε- ωρίαν! Στό ὅτι ὁ Κύριός μας ὁ Ἰησοῦς Χριστός πόσο ταπεινώνεται καί τό ἔλεός Του, καί ἡ Παναγάπη Του πλημμύριζε τήν ὅλη ὕπαρξή του, ὄχι μόνο σ᾽ αὐτόν ἀλλά καί σέ ὅλη τήν κτίση. Παρακαλοῦσε ἰδιαιτέρως τήν Κυρία Θεοτόκο στήν ὁποία ἐνώπιόν της γονατιστός προσηύχετο καί ἔλεγε τούς χαιρετισμούς. Μάλιστα ὅταν ἐπρόφερε τό ὄνομά της ἦταν σάν νά πρόφερε ὅτι πιό σπουδαῖον ἦτο στόν κόσμο. Καί ἔλεγε, εἶναι ἡ Μάνα μας (π. Α). Πράγματι αὐτή τή θεωρία πού ζοῦσε στή Θεία Λειτουργία τήν εἶπε καί σέ ἄλλους Πνευματικούς Πατέρες καί ἀδελφούς μετά πολλῆς διακρίσεως σέ τρίτο πρόσωπο, ὅτι κάποιος τοῦ εἶπε ὅτι εἶδε τόν Χριστό... Ἐδῶ ἔχω νά παρατηρήσω μέ ἁπλόν τρόπον ὅτι αὐτά πού ἔβλεπε ἦταν μέσα σέ πολύ φῶς, πλήρης χαρᾶς καί εὐφροσύνης, ἔχοντας νοῦν καθα- ρόν, διαυγέστατον. Μετά τό πέρας τῆς ἀναιμάκτου θυσίας δέν μποροῦσε νά βγεῖ ἀμέσως ἐκ τοῦ ἱεροῦ βήματος.
Μάλιστα ἐπειδή ὁ ἴδιος δέν περιποιόταν τό ἐξωτερικό του σχῆμα, δηλαδή δέν ἔβλεπες ἕναν «περιποιημένον, πλυμένον» ἄνθρωπο, ἔλεγες ὅτι ὅταν θά τόν πλησιάσω θά εἶχε κάποια ἴσως ἀποφορά. Ὅμως τό ἀντίθετο συνέβαινε, σοῦ δημιουργοῦσε τήν αἴσθηση ὅτι πλησιάζεις ἕναν καλοκάγαθο ἱερέα τοῦ Ὑψίστου πού μοσχοβολοῦσε λιβάνι.
Μέ ἠλέησε ὁ Θεός νά ἔχω δεχθεῖ τάς ἐξομολογήσεις τοῦ ἀδελφοῦ μακαριστοῦ πρεσβυτέρου Νικολάου Πέττα. Δέν ἤκουσα λόγον ἐναντίον ἄλλου τινά ἀνθρώπου. Παρόλο πού ἄνθρωποι τοῦ περιβάλλοντος, ὅπως εἶπα, καί ἐκκλησιαστικοῦ καί κοσμικοῦ τόν ἐπίκραιναν καί τόν μείωναν ὡς πρόσωπο καί εἰκόνα Θεοῦ. Ζοῦσε τήν πλήρη ἀπα- ξίωση... ἀλλά οὐδείς λόγος ἤ σχολιασμός. Ἁπλά ταπεινά ἔλεγε τά περιστατικά τῶν πειρασμῶν αὐτῶν μέ ἁπλότητα καί ἱλαρότητα καί παρακαλοῦσε τόν Κύριό μας νά τοῦ χαρίζει ὑπομονή καί ταπείνωση καί τήν Παναγία μας νά τόν βοηθήσει. Ἔβλεπε πίσω ἀπό τόν κάθε πειρασμό ἤ δυσκολία ὅτι ὁ μισόκαλος θέλει νά ἠφαρπάσει τήν ψυχή του καί νά τόν κάνει σκεῦος δικό του καί ὄχι τοῦ Ἁγίου Πνεύ- ματος, γι᾽ αὐτό καί ὅταν ξαγρυπνοῦσε στήν προσευχή μέχρι νά λειτουργήσει μοῦ ἔλεγε ὅτι ὁ Κύριος τόν παρη- γοροῦσε μέ τή θέα αὐτή μέσα σ᾽ ἕνα ἁπλό, διάχυτο, ἱλαρό φῶς».
Ὁ πνευματικός πρωτοπ. Στέφανος Κ. Ἀναγνωστόπου- λος ἀπό τήν Ἀμφιάλη τοῦ Πειραιᾶ, στό ἰδιαίτερα ὠφέλιμο πόνημά του: «Γνῶσις καί βίωμα τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως», Πειραιᾶς 2006, στίς σελίδες 348-350, ἀναφέρει ἀπό προ- σωπικές του σημειώσεις γιά τόν π. Νικόλαο.
«Ἕνας εὐλαβέστατος ἱερεύς καί πολύ ἁπλός, γι᾽ αὐτό καί παρεξηγημένος ὅσο ζοῦσε, μοῦ διηγήθηκε πρίν ἀπό χρόνια τό ἑξῆς:.
Ὅταν ὁ ἐν λόγω ἱερεύς ἔφθανε στό τροπάριο: «Ἔθελξας πόθῳ με Χριστέ, καί ἠλλοίωσας τῷ θείῳ σου ἔρωτι...» σταματοῦσε ὡς συνήθως καί ρωτοῦσε νοερά τόν Ἐσταυρωμένο Κύριο, πού ἦταν πίσω ἀπό τήν Ἁγία Τράπεζα:
Μέ βεβαιώνεις, Χριστέ μου καί Σωτῆρα μου, ὅτι μ᾽ ἔχεις σαγηνεύσει, ὅτι μ᾽ ἔχεις γητεύσει καί σκλαβώσει μέ τόν θεϊκό Σου πόθο καί μοῦ ἀλλοίωσες ὅλη τήν ψυχή, τήν καρδιά καί τό νοῦ μέ τόν θεϊκό Σου ἔρωτα; Κι ὅμως, ἐγώ ὁ ἀνάξιος, χρόνια καί χρόνια τώρα δέν ἔνοιωσα ποτέ θεϊκή ἀλλοίωση καί θεῖον ἔρωτα καί ἕνωση μαζί Σου μέ ψυχοσωματική αἴσθηση. Καί πῶς συμβαίνει αὐτό; Πῶς εἶναι δυνατόν νά συμβαίνει; Πῶς; Βέβαια, ἡ Ἐκκλησία μας δέν ἔβαλε αὐτές τίς εὐχές τυχαίως... Ἀνταποκρίνονταν πλήρως στίς ψυχικές κατα- στάσεις τῶν Ἁγίων πού τίς ἔγραψαν καί στίς ἐμπειρίες τους... Ἐγώ ὅμως ὁ πτωχός δέν αἰσθάνομαι τίποτα... Ἕνα μικρό ψίχουλο ἀπ᾽ αὐτό πού βίωναν οἱ ἅγιοι πα- τέρες τῆς Ἐκκλησίας... ἕνα ψιχουλάκι! τόσο δά Χριστούλη μου, δέν μπορεῖς νά μοῦ δώσεις κι ἐμένα; Καί βέβαια μπορεῖς!
Τό εἶπε ἁπλά καί ταπεινά. Τό ζήτησε μέ παιδική ἁπλό- τητα... Καί -ὦ τοῦ θαύματος!- ὁ Χριστός τοῦ τό ἔδωσε.
-Κόλλησε, μοῦ εἶπε, τό σῶμα μου καί ἡ καρδιά μου πάνω στόν Ἐσταυρωμένο. Σάν νά ἔφυγε ἡ Ἁγία Τρά- πεζα ἀπό μπροστά μου καί ταυτόχρονα μία ἄλλη «αἴσθησις» ὅτι ἡ Ἁγία Τράπεζα μαζί μέ τό Δισκοπό- τηρο ἑνώθηκαν μαζί μου, σέ μία ἀδιαίρετη ἑνότητα, πού μέ γέμισε ἀπό θεϊκή φωτιά καί ἀπό θεϊκή ἀγάπη καί πληρώθηκα ὁλόκληρος ἀπό οὐράνιο ἀκατάληπτο πόθο καί θεῖον ἔρωτα. Καί τόσο πολύ μέθυσα ἀπό τήν θεϊκή ἀγάπη, ὥστε φώναξα δυνατά αὐτό πού διαλα- λοῦσαν καί ὁμολογοῦσαν οἱ ἅγιοι λειτουργοί:
⦁ Ἤ πᾶρε με, ἤ πᾶρ᾽ το ... δέν ἀντέχω ἄλλο! Καί ἔπεσα κάτω... εὐτυχῶς ἤμουν μόνος καί ἡ Ὡραία Πύλη κλειστή.
⦁ Τό πῶς κοινώνησα, δέν θυμᾶμαι. Ὅμως ἤμουν με- θυσμένος ἀπό τήν θεία Χάρι... Καί στή θεία Κατάλυση, τό ἐπαναλαμβάνω, πάτερ μου, στή θεία Κατάλυση ἀπολάμβανε ἡ ψυχή μου, τό σῶμα μου, οἱ αἰσθήσεις μου καί ἡ καρδιά μου μίαν ἀνέκφραστη καί ὑπερκό- σμια ἀγαλλίαση. Βίωσα μέσα στήν καρδιά μου -δέν ξέρω πῶς- τήν θεία ἔλλαμψι καί τό νοερό φῶς τοῦ Θεοῦ, καί ὁ νοῦς μου, πού βρίθει ἀγνωσίας καί σκό- τους, φωτίσθηκε ἀπό ὑπέρλαμπρη γνῶσι καί γιά μέρες κατανοοῦσα τά ἀκατανόητα μυστήρια τοῦ Θεοῦ, χωρίς οἱ γύρω μου νά ἀντιλαμβάνονται τίποτε ἀπ᾽ ὅσα ζοῦσε ἡ ψυχή μου... Μέ κατηγοροῦσαν συνεχῶς κληρικοί καί λαϊκοί σάν ἀφηρημένο...
Ὁ ἴδιος π. Στέφανος Κ. Ἀναγνωστόπουλος σέ ἕνα ἄλλο βιβλίο του πού ἔχει τόν τίτλο: «Οἱ Ἀναβαθμοί στήν ἐν Χριστῷ πορεία», ἔκδοσης Ἱεροῦ Γυν. Ἡσυχαστηρίου
«Τό Γενέθλιο τῆς Θεοτόκου» Σεργούλα Δωρίδος 2011, στίς σελίδες 97-98, ἀναφέρει ἀπό προσωπικές του σημειώσεις γιά τόν π. Νικόλαο Πέττα.
«Ἕνας ἱερεύς στήν Πάτρα (ἤδη κεκοιμημένος, ἐννοών- τας τόν π. Νικόλαο Πέττα), μερικές φορές ἐκεῖ πού ἔτρωγε στό τραπέζι, ξαφνικά σηκωνόταν.
-Ποῦ πᾶς, παπᾶ; τόν ρωτοῦσε ἡ πρεσβυτέρα.
-Φεύγω, φεύγω, φεύγω...
Σηκωνόταν νηστικός, ἔπαιρνε τό αὐτοκίνητο, ἔφευγε. Καί πήγαινε σέ κάποιο συγκεκριμένο σπίτι, ὅπου ἐκείνη τήν ὥρα τό ἀνδρόγυνο εἶχε ἕναν τρικούβερτο καυγά. Καί ἔμπαινε μέσα καί συμφιλίωνε τό ζευγάρι καί ἐξομάλυνε τά πράγματα. Ποῦ τό ἤξερε αὐτός αὐτό; Κι ὅμως, τόν εἶχαν γιά τρελό στή Μητρόπολή του καί τόν κατεδίωκαν ἀπηνῶς.
Τόν ἐν λόγῳ ἱερέα συνάντησαν, κάποτε, μαθητές τῆς τελευταίας τάξεως τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Λυκείου Πατρῶν στόν ὁδό Κορίνθου καί τόν σταμάτησαν:
-Πάτερ Νικόλαε, αὔριο-μεθαύριο, ἄν ἐμεῖς γίνουμε κληρικοί, πῶς ἀντιλαμβάνεσθε ἐσεῖς τήν ποιμαντική μέρι- μνα γιά τίς ψυχές;
-Πῶς ἐγώ τήν καταλαβαίνω; αὐτό μέ ρωτᾶτε;
Καί ἀμέσως γονάτισε μές στό κεντρικό δρόμο τῆς ὁδοῦ Κορίνθου, στό πεζοδρόμιο, μέ τά ράσα, καί σηκώνοντας τά χέρια του ψηλά, εἶπε:
-Θά πρέπει νά λειώσετε σ᾽ αὐτή τή στάση ὅλη τή νύκτα!
Ἦταν ἁπλούς καί μέ δύο κινήσεις τά εἶπε ὅλα γιά τή μεγάλη ποιμαντική ἀποστολή τοῦ ἱερέως.
Φαίνεται ὅτι ὁ ἁγιασμένος αὐτός ἱερέας εἶχε ἀποκα- λύψεις καί θεωρίες κατά τήν Θεία Λειτουργία, γι᾽ αὐτό καί ἀφαιρεῖτο. Τόν ἔσπρωχναν, τοῦ φώναζαν νά πῆ: «Τῆς Πα- ναγίας Ἀχράντου...». Τίποτα αὐτός. Τίποτα!!! Τόσο, πού ἐκνευρίζονταν οἱ ψάλτες ὅταν λειτουργοῦσε μόνος του.
-Πάλι μ᾽ αὐτόν θά λειτουργήσουμε; ἔλεγαν. Ὅλο ἀφη- ρημένος εἶναι. Τό μυαλό του δέν εἶναι καλά. Σίγουρα θά ἔχει πάθει ἀμνησία ἤ μαλάκυνση. (Ἐνῶ εἶχε τέσσερα δι- πλώματα!).
Κι ὅμως οἱ μαρτυρίες πού ὑπάρχουν ἀποδεικνύουν ὅτι ἐπρόκειτο περί ἑνός εὐλαβοῦς, εὐσεβοῦς καί ἁγιασμένου ἱερέως, ὁ ὁποῖος εἶχε τήν Χάρι τοῦ Θεοῦ ἐπάνω του».
Σημαντικές μαρτυρίες γιά τόν ἀοίδιμο π. Νικόλαο Πέττα ἀφηγεῖται ὁ καθηγούμενος ἀρχιμ. Ἰγνάτιος Κ. ἀπό τά Ἱεροσόλυμα:
«Μέ τήν οἰκογένεια τοῦ π. Νικολάου συνδεόταν ἡ οἰκο- γένειά μου ἀφοῦ καί οἱ δύο μαζί παλαιότερα ζοῦσαν στήν περιοχή τοῦ Σκαγιοπουλείου στήν Πάτρα. Καί πραγμα- τικά πόσα νά γράψει κανείς γι᾽ αὐτόν τόν ἅγιο ἄνθρωπο- ἅγιο κληρικό! Ἦταν ἡ παρουσία του μία χαρά, μία εὐφροσύνη, ἔνοιωθες ὅτι μαζί του ἄνοιγε ὁ Παράδεισος, καί ζοῦσες κάτι ἀπό ἐκεῖνο τό παραδεισένιο μεγαλεῖο πού ζοῦσε ἀπό αὐτήν τή ζωή. Ἦταν πάντοτε χαρωπός, πάν- τοτε πρόσχαρος, σοῦ μετέφερε στήν ὕπαρξή σου χαρά, τόση αἰσιοδοξία, τόση δύναμη, πίστη καί ἐλπίδα. Μά τί στιγμές χαρᾶς ζήσαμε ὅλοι ἡ οἰκογένειά μου μαζί του! Εἶχα ἔρθει ὡς μοναχός τότε, γιά τρεῖς μῆνες στήν Ἑλλάδα, διότι εἶχα πάθει ὑπερκόπωση. Δέν θά ξεχάσω ποτέ ἐκεῖνο τό καλοκαίρι τοῦ 1998, ἄν δέν κάνω λάθος, ἐρχόταν καί μᾶς ἔφερνε τόση χαρά, τόση δύναμη, τόση στήριξη καί πα- ρηγοριά. Δέν θέλαμε νά φεύγει ἀπό κοντά μας. Δέν τόν εἴδαμε ποτέ σκυθρωπό, πάντα γελαστός καί εὔθυμος. Πόσα πνευματικά μᾶς ἔλεγε, νουθεσίες, ἁπλά πράγματα, ἀλλά μέ πόση ἀγάπη γιά τόν Θεό, γιά τόν Χριστό μας, γιά τήν Παναγία μας, γιά τούς Ἁγίους μας, καί τόσα ὡραῖα τραγούδια ἀπό αὐτά πού ἀκούγαμε καί μαθαίναμε παλιά στό κατηχητικό σχολεῖο. Τί ὡραῖες μοναδικές στιγμές, τόσο πνευματικές!
Ἀπό πολλές διηγήσεις ἄλλων, ἀλλά καί τῶν οἰκείων μου, ἀναφέρονται ἐπιλεκτικά λίγα γεγονότα πού ἀποκα- λύπτουν τήν ἀλήθεια γιά τόν π. Νικόλαο. Μέ τόν συγκε- κριμένο ἱερέα ἐπικοινωνοῦσα συχνά τηλεφωνικά. Συχνά μοῦ ἔλεγε πνευματικές λεπτομέρειες γιά τήν μοναχική ζωή καί τήν διάκριση πού πρέπει νά μᾶς διακατέχει. Ἤξερε πολλά μυστικά πού ἀφοροῦσαν θέματα πνευματικά γιά πατέρες τῆς ἀδελφότητας τῶν Ἱεροσολύμων, χωρίς νά συ- σχετίζεται μαζί τους καί νά ἔχει ἐπισκεφθεῖ τά Πανάγια Προσκυνήματα τῆς Ἁγίας Γῆς. Προέλεγε δοκιμασίες, ἀσθέ- νειες, στενοχώριες καί ἄλλα ἀπό τά μύχια τῆς ψυχῆς σέ κάθε Κληρικό τῆς περιοχῆς πάντα μέ σωτηριολογικό σκοπό.
Σέ ὅλα αὐτά πού εἶχα ζήσει, ἐμένα μέ εἶχε καταπλή- ξει δύο φορές πάρα πολύ ὁ Γέροντας Νικόλαος. Ἡ μία ἦταν πού τόν πῆρα καί πήγαμε ἐκεῖ στά Ἀραχωβίτικα τῆς Πάτρας, στό σπίτι μιᾶς γειτόνισσάς μας, πού φυσικά ὁ Παπούλης δέν τήν γνώριζε. Αὐτή ἡ γυναῖκα μέ τόν σύζυγό της ἀντιμετώπισαν στήν οἰκία τους πολλά προβλήματα, καί μέ εἶχαν καλέσει νά πάω νά τούς διαβάσω κάτι γιά νά τούς βοηθήσει ὁ Θεός. Ὅμως, ἤμουν τότε ἁπλός μοναχός, δέν ἤμουν ἱερεύς, ὅποτε τί νά διάβαζα; Γι᾽ αὐτό σκέφθηκα νά τούς πάω τόν παπα-Νικόλαο. Τόν πῆρα καί πήγαμε μέ τά πόδια, διότι ἔμεναν κοντά. Μόλις μπή- καμε στήν οἰκία τους, ἄρχισε ἀμέσως ὁ Παπούλης νά ἐπι- τιμᾶ τήν γυναῖκα ἐκείνη καί νά τήν μαλώνει σάν νά τή γνώριζε ἀπό χρόνια. Ἐγώ ἔμεινα καί ἔνοιωσα δύσκολα! «Ἄχ λέω μέσα μου, τί κάνει τώρα, τί λέει;». Ὅπως ἐγώ, ἔτσι πολλοί ἄνθρωποι δέν μποροῦσαν νά καταλά- βουν σέ ὅλες τίς ἐκφράσεις τά πνευματικά ἐπίπεδα πού ὅδευε ὁ π. Νικόλαος. Ἐκείνη ἄκουγε μέ ὑπακοή καί τήν εἶχε καταλάβει τρόμος. Τῆς λέει: «Δέν ντρέπεσαι κυρά μου, πού κάνεις ὅλα αὐτά τά πράγματα; Γι᾽ αὐτό ἔχει ἔλθει κακό στό σπίτι σας, γιατί ἐσύ τρέχεις στίς μάγισσες καί δένουν τόν σύζυγό σου μέ μαντήλια, μέ κόμπους, μέ βότανα... καί τίς ἀνοησίες! Γιατί δέν βάζεις μυαλό;». Ἐγώ εἶχα μείνει, μά πού τά ξέρει ὅλα αὐτά ἀνα- ρωτιόμουν! Καί τῆς ἀπευθύνεται πάλι αὐστηρά καί σί- γουρα: «Νά τά πᾶς ἐκεῖ στό καμαράκι τό μικρό καί νά μοῦ φέρεις τή Σολωμονική πού ἔχεις ἐκεῖ καί πού διαβά- ζεις συνέχεια! Ἐπίσης νά μᾶς τά πᾶς μέσα καί νά μοῦ φέ- ρεις ἐκεῖνο τό μαντήλι μέ τούς κόμπους, αὐτά θά πεταχθοῦν ἀπό ἐδῶ, θά τά κάψουμε!». Ἐκείνη εἶχε καθη- λωθεῖ καί τόν ἄκουγε μέ τόση προσοχή δεχόμενη ὅτι ὅλα αὐτά ἦταν πραγματικά καί ἔφερε ἀπό τήν ἀποθηκούλα πού τῆς εἶχε ὑποδείξει μέ τή δεξιά του τό μαντήλι καί τό μικρό βιβλιαράκι πού πράγματι ἐπιγραφόταν: «Σολωμονική». Κατόπιν τήν εὐλόγησε, τῆς εἶπε νά μήν τά ξανακάνει αὐτά τά παιχνίδια τοῦ Σατανᾶ, νά ἐξομολογεῖται, νά νηστεύει καί νά μήν λείπει ποτέ ἀπό τήν Ἐκκλησία. Ἐκείνη τόν ἄκουγε πιστά σάν ἀρνάκι. Ἐγώ συνέχιζα νά μένω κατάπληκτος καί ἀναρωτιόμουν ποῦ τά γνώριζε ὅλα αὐτά, ἀφοῦ πρώτη φορά ἔμπαινε στό σπίτι τους! Τούς ἀποκάλυψε ἀκόμα πολλές λεπτομέρειες γιά τήν οἰκογέ- νειά τους, θέματα πού τά ἔθιξε μπροστά μου, πού οὔτε ἐμεῖς οἱ γείτονές τους δέν γνωρίζαμε! Τήν ἑπόμενη ἡμέρα ἐγώ ρώτησα τήν γειτόνισσα ἐάν γνώριζε τόν παπα-Νικόλαο καί μοῦ ἀπάντησε ἀμέσως ἀρνητικά λέγοντας ὅτι πρώτη φορά τόν ἔβλεπε στή ζωή της, καί ὅτι «μέ ἄφησε κατάπληκτη μέ ἔχει ἀφοπλίσει ἀπό χτές. Μοῦ εἶπε ὅτι θά φύγει ὁ σύζυγός μου». Μέ τήν ἁγιότητά του εἶχε τήν ἱκα- νότητα ἀπό τόν Θεό νά γνωρίζει τόσα πολλά γι᾽ αὐτούς. Ἀπό ἐκεῖ καί πέρα δέν γνωρίζω ἄν αὐτή ἀκολούθησε ὅλα ὅσα τῆς εἶπε ὁ Παπούλης. Ἴσως καί ἴσως ὄχι, πάντως ὁ σύζυγός της κοιμήθηκε μετά ἀπό λίγο καιρό.
Ἕνα ἄλλο θαυμαστό γεγονός εἶναι καί τό παρακάτω. Ὅταν γύρισα στό Μοναστήρι, συνήθιζα νά τηλεφωνῶ κά- ποια βράδια τόν Παπούλη. Κάποιες φορές τόν ἔπαιρνα καί στίς ἕντεκα καί στίς δώδεκα τό βράδυ, γιατί τότε εἶχα λίγο χρόνο. Ὁ Γέροντάς μας Πατέρας Σεραφείμ εἶχε κα- ταπέσει. Ἦταν ἤδη ἑκατό ἐτῶν καί δέν ἐξομολογοῦσε. Ὁπότε τηλεφωνοῦσα στόν παπα-Νικόλαο καί ἀπό τό τηλέφωνο τοῦ ἔλεγα ὅ,τι εἶχα, ἀλλά μέ ἐξέπληττε κάθε φορά, διότι μοῦ συμπλήρωνε ὅ,τι ξεχνοῦσα σάν νά ζοῦσε μαζί μας ἐδῶ στήν Ἁγία Γῆ καί σάν νά ἔβλεπε τά πάντα. Ἔνοι- ωθα σάν νά ἔμπαινε καί στό κελί μου ἀκόμα! Πόση ἐνί- σχυση μοῦ ἔδινε; Πόσο μέ στήριζε; Ἐπίσης δέν ἦταν καθόλου αὐστηρός μέ τούς ἄλλους, μόνο μέ τόν ἑαυτόν του. Δέν μέ μάλωνε γιά τά ὅποια μου λάθη. Εἶχε τόση ἀγάπη, κατανόηση καί μακροθυμία. Μοῦ εἶχε πεῖ ὅτι θά ἔρθω σέ μεγάλη δοκιμασία καί ὅτι θά ἔφευγα ἀπό τό Μοναστήρι, ἀλλά ὅτι ἡ Παναγία θά μέ ξανάφερνε πίσω.
Μοῦ εἶπε ὅτι ὅταν φύγει ὁ Γέροντας θά γινόμουν Ἡγούμενος. Ἀκόμα ὅτι ἡ Μονή θά γινόταν πολύ γνωστή καί θά ἐρχόταν κόσμος πολύς, θά γινόταν Φάρος καί ... καί.. καί ... τόσα ἄλλα!
Ὅπως τά εἶπε ἔγιναν ἀκριβῶς ὅλα! Τό 1999 πρός τό 2000, τήν περίοδο πού ἑτοιμαζόταν ὁ πατέρας Νικόλαος νά πετάξει στούς Οὐρανούς ὡς ὁ πρῶτος ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ τῆς νέας χιλιετηρίδος, ξέσπασε ἐδῶ στή Μονή μεγά- λος πειρασμός. Πολλοί ἐχθροί καί πολέμιοι μέσα καί ἔξω. Ἐγώ δέν ἄντεξα ἀπό τήν πολύ πίεση, ἄνοιξα τήν πόρτα καί ἔφυγα σάν τρελλός. Δέν ἄντεχα τά πολλά προβλή- ματα. Ὁ Γέροντας Σεραφείμ ἀδυνατοῦσε, λόγω ἡλικίας νά κάνει τό παραμικρό. Ἔφυγα κρυφά γιά τό Ἅγιο Ὄρος. Κάπου βρῆκα ἕνα εἰσιτήριο καί ἔφυγα γιά Ἑλλάδα, χωρίς νά γνωρίζει κανείς ποῦ ἤμουν, κρυβόμουν, δέν γνώριζα καί ἐγώ ποῦ ἤμουν, τά εἶχα χάσει. Ἤμουν τόσο πικραμένος, δέν ἤθελα νά δῶ κανέναν καί δέν γνώριζε κανείς που ἤμουν. Παντοῦ εἶχαν δηλώσει τήν ἐξαφάνισή μου καί μέ ἔψαχναν, ὅμως γιά νά μήν πάθουν κα- νένα κακό οἱ γονεῖς μου καί εἰδικά ἡ μητέρα μου, ἦρθα κρυφά νά τούς δῶ γιά νά φύγω κατόπιν γιά τόν Ἄθωνα. Δέν εἶπαν ὅμως τίποτα σέ κανέναν, τό κράταγαν μυστικό μέχρι νά δῶ ποῦ θά πάω στό τέλος. Ἕνα πρωϊνό πού ἤμασταν στήν κουζίνα εἶπα στήν μητέρα μου: «Θά πάρω τηλέφωνο τόν πατέρα Νικόλαο νά τοῦ πῶ ὅτι θά πέθαινα ἐκεῖ στήν μετάνοιά μου. Καί μετά ἀπό ὅλα αὐτά θυμᾶμαι ὅτι ἕνα βράδυ μοῦ λέει στό τηλέφωνο: «π. Ἰγνάτιε, σύντομα θά περάσεις μιά μεγάλη δοκιμασία στό μοναστήρι σου πού δέν θά εἶμαι ἐδῶ καί νά μοῦ δώσει τήν συμβουλή του, θά τοῦ πῶ νά ἔρθει ἐδῶ καί νά μήν πεῖ τίποτα». Ἐκείνη τή στιγμή στίς εἰδήσεις τά κανάλια τῆς τηλεόρασης τῆς Δυτικῆς Ἑλλάδας ἔλεγαν ὅτι σήμερα ἐν ὥρα προσευχῆς κοιμήθηκε ὁ γνωστός σέ ὅλους πατέρας Νικόλαος Πέττας! Ἦταν γιά ὅλους μας ἀναπάντεχο! Ποῦ νά πήγαινα, σέ ποιά Ἐξόδιο; Ἀφοῦ κανείς δέν ἤθελα νά ξέρει ποῦ εἶμαι. Σηκωθήκαμε μέ λύπη βουβή, μέ πολλή θλίψη. Καί μετά ἀπό αὐτό, δέν ξέρω πῶς, ἐπέστρεψα στή Μονή μου καί ὅλοι οἱ πειρασμοί εἶχαν φύγει ἀπό ἐκεῖ. Ὅλα εἶχαν ἀλλάξει. Ὅλα ἦταν καλά καί χαρούμενα καί ὅλα τά ὑπόλοιπα ἔγιναν ὅπως τά εἶχε προείπει-προβλέψει ὁ πατέρας Νικόλαός μας. Μοῦ ἔλεγε δέ ὅτι κανείς ποτέ δέν θά σέ ξανακουνήσει ἀπό τήν θέση θα περιμένεις! Θά ἀνοίξεις τήν πόρτα τῆς Μονῆς καί θά φύγεις, ἀλλά θά ἐπιστρέψεις». Ὄντως μετά ἀπό λίγες ἡμέ- ρες ὁ τότε ἡγούμενος πῆρε μία ἀπόφαση πού ἄλλαζε τό ρυθμό τῆς Μονῆς. Ἐγώ στενοχωρήθηκα καί ἐπειδή ἡ ἀπόφαση ἦταν ἀμετάκλητη ἔφυγα καί ἦρθα στή μητέρα μου στήν Πάτρα. Ἐκείνη νοσοῦσε σοβαρά καί πῆγα κατευθείαν νά τήν διακονήσω. Ὅλα τά θέματα πού ἀντιμετωπίζω μοῦ τά εἶχε προείπει ὁ π. Νικόλαος.
Καί τώρα μετά τήν κοίμησή του ἀκόμα τόν ζητᾶμε καί νοιώθουμε νά μᾶς παρηγορεῖ καί νά μᾶς στηρίζει μέ τήν πνευματική δεξαμενή πού τόν εἶχε προικίσει ἡ χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος μέσα ἀπό τήν ταπείνωση καί τήν ἁπλότητα πού βίωνε.
Σέ πολλούς πιστούς ἀπό τόν Μοριᾶ πού ἐρχόντουσαν στά Ἱεροσόλυμα τούς ἔλεγα γιά τά μεγάλα πνευματικά ὕψη πού ζοῦσε καθώς καί γιά τήν ἁγιότητα τοῦ π. Νικο- λάου, πολλοί τόν δεχόντουσαν γιατί εἶχαν παρόμοια ἀκού- σματα καί ἐμπειρίες ἀπό τόν ἴδιο. Ὁρισμένοι ὅμως ἦταν ἐπιφυλακτικοί γιά τό πῶς ἕνας ἱερέας μέ οἰκογένεια καί μάλιστα στίς δύσκολες ἡμέρες πού ζοῦμε μποροῦσε μές στόν κόσμο νά ἔχει ἐπικοινωνία μέ τά ἐπουράνια.Ἔβλεπα συχνά χαρίσματα διορατικά καί προορατικά στόν μακαριστό π. Νικόλαο, ὅπως εἶχαν οἱ γνωστοί Γέ- ροντες Παΐσιος, Πορφύριος καί Ἰάκω βος ἐνῶ ἡ ὅλη ζωή του θύμιζε τόν Ἅγιο Νικόλαο τόν Πλανᾶ. Τό λέω αὐτό γιά τόν π. Νικόλαο διότι πολλές φορές τοῦ τηλεφωνοῦσα καί τοῦ ἔλεγα κάποιους λογισμούς μου καί πειρασμούς μου, καί αἰσθανόμουν σάν νά ἔβλεπε τά πάντα. Ἐπίσης σάν ἐξομολόγος εἶχε πολύ διάκριση, δέν σέ μάλωνε, δέν ἦταν αὐστηρός ἀλλά πολύ μακρόθυμος καί συγκαταβατικός. Μοῦ εἶχε πεῖ καί προβλέψει ὅτι θά γινόμουν Ἡγούμενος τῆς Μονῆς τῶν Ποιμένων, ὅταν θά κοιμόταν ὁ Γέροντας Σεραφείμ. Ἐπίσης ὅτι ἐδῶ πού εἶμαι θά ἀποκτοῦσε τό Προσκύνημα μεγάλο ὄνομα καί θά γινόταν φάρος σέ ὅλη τήν εὑρύτερη περιοχή. Μοῦ εἶχε πεῖ νά προσέχω πολύ τούς γείτονες, διότι δέν ἀγαποῦσαν τόσο τό Μοναστήρι. Φυ- σικά ὅ,τι εἶχε πεῖ ὅλα βγῆκαν. Εἶχε μεγαλεῖο ψυχῆς καί ἀνωτερότητα πού συνδυαζόταν ἁρμονικά μέ τήν ἁπλότητα καί τήν ἁγιότητα. Πάντα χαρούμενος καί αἰσιόδοξος, εὔθυμος καί ἐλπιδοφόρος.
Ἐν ζωῆ, τόν κτυποῦσαν ὁρισμένοι μέ ἀδικαιολόγητη ἐμπάθεια, ἐκεῖνος ὅμως δέν κρατοῦσε κακία. Τό μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ φάνηκε ὅταν μάθαμε τήν κοίμησή του πάνω στήν ἀλλαγή τῆς δεύτερης χιλιετηρίδας. Ἀπό στόμα σέ στόμα διαδόθηκε τό στενόχωρο γεγονός τῆς ἀπώλειας τοῦ σπάνιου αὐτοῦ ἀνθρώπου καί πῆγε πολύς κόσμος νά προσκυνήσει τό σκήνωμα τοῦ σεπτοῦ λευΐτη.
Κατά κοινή ὁμολογία κλήρου καί λαοῦ τό σκήνωμα εἶχε τά χαρακτηριστικά ὁσίου ἀνδρός. Φωτεινότητα, ρο- δαλότητα, μακαριότητα, γαλήνη, ἤρεμο μαλακό πρόσωπο, εὐωδία. Καί ὅλα αὐτά καταλύοντας τούς νόμους τῆς φύ- σεως, ὅπου σέ περιπτώσεις θανάτου ἀπό πνευμονικό οἴδημα στίς μορφές τῶν ἀνθρώπων εἶναι πάντα ζωγραφι- σμένη ἡ φρίκη ἀπό τόν πόνο τῆς ἀσθένειας αὐτῆς καί με- λανιάζουν στήν ἀρχή καί μαυρίζουν.
Πολλοί δέ πιστοί ὁμολόγησαν ὅτι ἔκοψαν κομμάτι ἀπό τά ἄμφια τοῦ ἱερέα, ὅπως κρόσια ἀπό τό ἐπιτραχήλι, ἤ πῆραν ἄνθη, ἤ σκούπισαν τό μαντήλι τους στά ζεστά καί εὐλύγιστα χέρια του, καί τό ἔχουν εὐλογία μέχρι σήμερα στό εἰκονοστάσι τους.
Ἐπίσης θυμᾶμαι ὅτι κάποια εἶχε πολλά προβλήματα.
Ζητοῦσε βοήθεια ἀπό παντοῦ ἀλλά δέν μποροῦσε νά βρεῖ γιατρειά. Κάποια στιγμή ἦρθε ὁ π. Νικόλαος νά μέ δεῖ, τοῦ εἶπα ὅτι κάποια κυρία ὑποφέρει πολύ καί θέλει νά τήν στηρίξει κάποιος. Τότε ὑπακούοντας στά λόγια μου πήγαμε νά τήν ἐπισκεφθοῦμε. Καί ὁ πατέρας Νικόλαος μόλις τήν ἀντίκρυσε ἄρχισε νά τῆς μιλᾶ μέ σίγουρο καί ἀποκαλυπτικό τρόπο. Μετά ἀπό διάβασμα πού ἔκανε σιγανά ὁ π. Νικόλαος καί σταυρώνοντάς τη μέ τό ξυλόγλυπτο Τ. Σταυρό μέ μαρτυρικά λείψανα πού ἔφερε πάντοτε στήν τσέπη κοντά στήν καρδιά τοῦ ἐσώρασού του, ἡ γυναῖκα ἄρχισε νά παίρνει δύναμη. Τότε τήν συμβούλεψε νά μετανοήσει καί νά γίνει πάλι παιδί τοῦ Χριστοῦ. Ἐγώ ἀπόρησα μέ ὅλα αὐτά καί μέχρι σήμερα σκέφτομαι τόν π. Νικόλαο καί δοξάζω τόν ἐν Τριάδι Θεῶ πού στίς δύσκο- λες αὐτές ἐποχές φανέρωσε τέτοιον ταπεινό Σημειοφόρο λευΐτη.
Ἐπίσης πολλές ἀπό τίς δοκιμασίες τῶν οἰκείων μου τίς εἶχε προείπει μέ λεπτομέρεια καί χρονοδιάγραμμα. Λέει μία μέρα στήν μητέρα μου Κωνσταντίνα: ὁ σύζυγός σου θά πιαστεῖ στά χέρια καί στά πόδια σέ ἕνα μῆνα, ἐμεῖς πρέπει νά κάνουμε θερμή προσευχή μετά δακρύων. Ὄντως μετά ἀπ´ἕνα μῆνα ἄρχισε νά πιάνεται τό δεξί χέρι καί μετά ὅλα τά ἄκρα τοῦ πατέρα μου. Μετά ἀπό προ- σευχή ὅλων ἐπανῆλθε στήν πρότερη κατάσταση.
Ἀκόμα ὅταν ὁ πατέρας μου ἦταν πολύ ἐνοχλημένος γιά τήν ἀπόφασή μου νά ἀκολουθήσω τή μοναχική ζωή, εἴχαμε μεγάλη στενοχώρια στό σπίτι καί ἦταν ἀρνητικός στόν κλῆρο καί στήν πίστη. Ὁ π. Νικόλαος μέ τή μεγάλη πνευ- ματικότητα καί τήν πίστη του πρός τόν Θεό, τόν κάλεσε νά μιλήσουνε ἰδιαιτέρως. Τότε, μετά ἀπό πολλή ὥρα συζήτη- σης, ὁ π. Νικόλαος τοῦ μαλάκωσε τήν καρδιά, μεταστρέ- φοντας ριζικά τήν ταραγμένη ψυχή του καί τόν ἔκανε νά δεχθεῖ τήν ἀπόφαση τοῦ παιδιοῦ του δοξάζοντας τόν Θεό. Γενικά ὁ π. Νικόλαος ἦταν ἄνθρωπος τῆς ἄκρας ταπείνωσης, τῆς διακρίσεως, τοῦ πόνου πρός τόν πάσχοντα, τόν ἀδύνατο, τόν ταλαιπωρημένο, δέν πρόσβαλε ποτέ καί κάτι καλό εἶχε νά πεῖ γιά κάθε συνάν- θρωπό του. Εἴθε νά ἔχουμε τίς ἁγίες πρε- σβεῖες του, τίς εὐχές, τίς μεσιτεῖες τοῦ Παπούλη μας ἀπό ἐκεῖ ψηλά πού εὑρίσκεται. Ἀμήν!».
Κατά τήν θαυμαστή κοίμηση τοῦ ἱερέα τῆς 4-1-2000, γεγονός πού τοῦ τό ἀποκάλυψε ὁ Μέγας Βασίλειος, τό σκήνωμά του εἶχε εὐκαμ- ψία καί φυσιολογική θερμοκρασία. Ἦταν κέρινο καί λαμπερό καί σέ τραβοῦσε νά τό ἀσπάζεσαι συνέ- χεια. Ὁ λαός πού συνέτρεξε τόν τί- μησαν σάν ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ καί δικό Του ἀπεσταλμένο. Γενικά ἦταν μεγάλος ἀγωνιστής καί ἀληθινός κληρικός, χωρίς νά ποθεῖ τά ὑλικά, ἀλλά μόνο τά πνευματικά. Πολύ εὐλογήθηκαν οἱ Πατρινοί πού γεννήθηκε καί πέρασε ἀπό τήν πόλη τους ἕνα κομμάτι τοῦ Οὐρανοῦ, ὅπως ἦταν ὁ π. Νικόλαος. Πολλοί μετά τήν κοίμησή του τόν βλέπουν ζωντανό καί φωτεινό νά ἐξέρχεται ἀπό τόν οἰκογενειακό του τάφο στήν Παναγία τήν Ἀλεξιώτισσα Πατρῶν, ἐπιτε- λώντας διάφορα σημεῖα.
Μαρτυρία δασκάλας
Εὐγενίας Δημητρίου ἀπό τό Αἴγιο
τόν π. Νικόλαο τόν γνώρισα πρίν ἀπό 17 χρόνια περίπου στό σπίτι του στήν Πάτρα. Εἶχα πάει μέ μιά φίλη μου ἡ ὁποία τόν γνώριζε καλά, τόν εὐλαβεῖτο καί ἀπ᾽ ὅτι ξέρω εἶχε συχνή ἐπικοινωνία μαζί του.
Αὐτό πού μέ προβλημάτιζε τότε καί μέ στεναχωροῦσε ἰδιαίτερα ἦταν ἡ ἀσθένεια ἑνός συγγενικοῦ προσώπου. Οἱ γιατροί μᾶς εἶχαν πεῖ ὅτι θά ὑπάρξει βελτίωση καί θά μπορεῖ νά κάνει μιά ζωή συντηρητική, ἀλλά χωρίς πολλά πολλά πράγματα. Ὅταν μιά μέρα πῆρα τόν π. Νικόλαο νά τοῦ τό πῶ αὐτό μέ διαβεβαίωνε ὅτι θά γίνει καλά. Ἐγώ ἔκλαιγα συνεχῶς καί δέν τόν ἄφηνα νά μοῦ πεῖ αὐτά πού ἤθελε. Τότε ὕψωσε λίγο τή φωνή του καί μοῦ εἶπε:
-Ἄκου νά σοῦ πῶ, δέν ἔχει τίποτα! Ὁ Θεός τόν θερά- πευσε! Θά διοριστεῖ, θά παντρευτεῖ, ἀλλά ἐσύ τότε θά ἀρρωστήσεις ἀπό τήν πολλή σου στενοχώρια.
Πράγματι τό συγγενικό μου αὐτό πρόσωπο κατάφερε νά κάνει ὅλα αὐτά γιά τά ὁποῖα μέ διαβεβαίωσε ὁ π. Νι- κόλαος καί 2-3 μῆνες ἀφ᾽ ὅτου παντρεύτηκε ἐγώ ἀρρώ- στησα ἀπό σακχαρώδη διαβήτη.
Τό θαυμαστό εἶναι ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτός δέν μπο- ροῦσε νά διοριστεῖ γιατί τότε ἔπρεπε νά πληρεῖ κάποιες προϋποθέσεις γιά διορισμό στό δημόσιο. Ἐγώ ἔλεγα λοι- πόν στόν π. Νικόλαο ὅτι αὐτό εἶναι ἀδύνατο νά γίνει.
Αὐτός ὅμως ἐπέμενε καί ἔλεγε:
Δέν ξέρω πῶς θά γίνει, ξέρω ὅμως ὅτι αὐτά θά γίνουν.
Πράγματι ἕνα μῆνα πρίν ἔρθει ἡ σειρά του στήν ἐπετηρίδα ἄλλαξε ὁ Νόμος καί μπρόρεσε νά διοριστεῖ χωρίς νά ἔχει τίς προϋποθέσεις, γιατί μέ τήν ἀλλαγή τοῦ Νόμου δέν χρειάζονταν πιά... πρίν 13-14 χρόνια ἡ μητέρα μας ἀρρώστησε ἀπό κάποιο καρδιολογικό πρόβλημα. Ὁ γιατρός μᾶς εἶπε ὅτι πρέπει νά γίνει ἄμεσα μιά ἐπέμβαση, ἀλλά τά πράγ- ματα εἶναι δύσκολα.
Τηλεφώνησα στόν π. Νικόλαο καί αὐτός μοῦ εἶπε ὅτι θά γίνει καλά, ἡ ἐπέμ- βαση θά ἔχει ἐπιτυχία καί ὅτι κοντά της θά εἶναι ὁ Ἅγιος Πατάπιος! «Θά σᾶς τήν χαρίσει
ὁ Θεός γιά πολλά χρόνια ἀκόμα!» μοῦ εἶπε.
Ὅταν ὁ γιατρός βγῆκε ἀπό τό χειρουργεῖο μᾶς εἶπε ὅτι συνάντησε μεγάλη δυσκολία, ἀλλά μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ τά κατάφερε.
Ὅταν ἡ μητέρα μας γύρισε στό σπίτι τήν ρώτησα ἄν γνώριζε τόν Ἅγιο Πατάπιο. Ἐκείνη μοῦ μίλησε μέ ἐνθου- σιασμό γιά τόν Ἅγιο, μοῦ εἶπε ὅτι τόν εὐλαβεῖο πολύ καί μάλιστα μέ «μάλωσε» πού δέν εἶχα πάει ποτέ στό μονα- στήρι του νά προσκυνήσω τό σκήνωμά του.
Σέ κάποια ἐκπαιδευτικό χωρίς αὐτή νά τοῦ ἀναφέ- ρει κάτι τῆς λέει:
-Νά προετοιμάζεσαι πάντα πολύ καλά γιατί σοῦ δημι- ουργεῖται ἄγχος μέσα στήν τάξη ἄν κάτι δέν τό ἔχεις καλά προετοιμάσει καί προγραμματίσει.
Καί πράγματι ἔτσι ἦταν!
Πρίν 20 ημέρες ὁ δεύτερος γιός μου, ὁ ὁποῖος εἶναι 18 χρονῶν καί ἑτοιμάζεται νά δώσει ἐξετάσεις πα- νελλαδικές (γιά τό Πανεπιστήμιο) ἀρρώστησε ξαφνικά ἀπό ἕνα αὐτοάνοσο νόσημα. Τό σῶμα του γέμισε πάρα πολλά σπυριά καί εἶχε φοβερό κνησμό. Δέν μποροῦσε οὔτε νά κοιμηθεῖ, οὔτε νά διαβάσει. Εἶχε στενοχωρηθεῖ πολύ. Ὁ δερματολόγος μᾶς εἶπε ὅτι ἡ νόσος αὐτή κρατᾶ περίπου 4-6 ἑβδομάδες. Ὅμως ἐπειδή εἶναι σέ πολύ βαριά μορφή δέν πρόκειται νά τοῦ περάσουν ὅλα αὐτά πρίν ἀπό τούς 4 μῆνες.
Τό παιδί μου πού τό ἄκουσε στενοχωρήθηκε πολύ. Μοῦ εἶπε πώς δέν μπορεῖ ἔτσι νά δώσει ἐξετάσεις καί πώς οἰ κόποι μας -καί οἱ δικοί του καί οἱ δικοί μας- θά πᾶνε χαμένοι.
Μετά ἀπό δυό-τρεῖς μέρες μέ πῆρε ὁ πατέρας Νεκτά- ριος (γιός τοῦ π. Νικολάου) νά μέ ρωτήσει κάτι. Τοῦ εἶπα πώς ἤμουν στενοχωρημένη μέ τό παιδί μου καί δέν ἤξερα πῶς νά τό βοηθήσω. Ὁ π. Νεκτάριος μοῦ εἶπε νά παρα- καλέσω τόν π. Νικόλαο νά βοηθήσει τό παιδί μου καί μοῦ ἐξήγησε ὅτι ὁ παπούλης ἀγαποῦσε πολύ τά παιδιά καί εἰδικά αὐτά πού ἔδιναν ἐξετάσεις (σάν καθηγητής πού ἦταν καί σάν πολύτεκνος πατέρας).
Ὅταν ἔκλεισα τό τηλέφωνο εἶπα στό γιό μου ὅσα μοῦ εἶπε ὁ π. Νεκτάριος καί τοῦ εἶπα ἀπόψε νά προσευχη- θοῦμε καί οἱ δυό μας στόν π. Νικόλαο καί αὐτός θά μᾶς βοηθήσει. Ὁ γιός μου εἶπε: «μαμά, μόνο γι᾽ αὐτόν τόν φο- βερό κνησμό νά προσευχηθοῦμε, δέν μέ πειράζει γιά σπυ- ριά, ἄς τά᾽ χω...»
Πράγματι αὐτό κάναμε καί τό πρωΐ ξύπνησε πολύ καλά. Τοῦ εἶχε περάσει ὁ κνησμός καί εἶχαν φύγει τά μισά σπυριά. Σέ δύο μέρες ἦταν ἐντελῶς καλά καί ἀπαλλαγ- μένος ἀπ᾽ ὅλα.
Συγκινήθηκα πολύ καί εὐχαρίστησα τόν Θεό καί τόν παπούλη γι᾽ αὐτή τήν εὐεργεσία στήν οἰκογένειά μου, σ᾽ αὐτή τήν δύσκολη καί κρίσιμη φάση τῆς ζωῆς τοῦ παιδιοῦ μου.
ΥΓ. Ὅταν ὁ πατέρας Νεκτάριος Πέττας μέ πῆρε τηλέφωνο μετά ἀπό λίγες μέρες καί μέ ρώτησε πῶς πηγαίνει τό παιδί μου, μέ ρώτησε ἐπίσης ἄν ἔχω μία φωτογραφία τοῦ π. Νικολάου. Τοῦ ἀπάντησα πώς ὄχι, ἀλλά θά ἤθελα νά εἶχα μία φωτογραφία του. Τήν ἡμέρα πού τό παιδί μου ἔγινε καλά εἶχα σκεφτεῖ, ἀλλά δέν τό εἶχα πεῖ πουθενά, ὅτι ἄν εἶχα μιά φωτογραφία του θά τήν ἔβαζα κι αὐτή μαζί μέ ἄλλες φωτογραφίες ἁγίων γερόντων ὅπως τοῦ Γέροντα Παϊσίου, τοῦ Γέροντα Πορφυρίου καί Ἰακώβου Τσαλίκη, πού ἔχω σ᾽ ἕνα τραπεζάκι κάτω ἀπό τό εἰκόνισμα. Πράγ- ματι αὐτή ἡ φωτογραφία ἔφτασε στά χέρια μου καί εὐχα- ριστῶ τό Θεό καί γι᾽ αὐτό τό μικρό δῶρο τῆς ἀγάπης Του. Δοξασμένο τό ἅγιο ὄνομά Του πάντων ἕνεκεν!
10-2-12
Εὐγενία Δημητρίου, Αἴγιο
Μαρτυρία τῆς κ. Χριστίνας Σωτηράκη Αἰτωλικοῦ 26, Πάτρα
Μέ τήν ἐπιστολή μου αὐτή θά ἤθελα νά καταθέσω τρεῖς προσωπικές μαρτυρίες πού βίωσα μέ τόν ἀείμνηστο πατέρα Νικόλαο Πέττα, προκειμένου νά συμ- βάλλω κι ἐγώ στό νά γίνει εὑρύτερα γνωστό τό μεγαλεῖο τῆς ψυχῆς του, ἡ διορατικότητά του καί γενικότερα τό ὑψηλό ἐπίπεδο τῆς πνευματικότητάς του.
Ἀρκετές φορές τόν ἐπισκεπτόμασταν χριστιανοί καί γί- νονταν πνευματικές συζητήσεις. Ἐκεῖ μᾶς ἔδινε καί συμ- βουλές, εἴτε σέ προσωπικό, εἴτε σέ οἰκογενειακό ἐπίπεδο. Τό 1998 σέ μία ἀπό αὐτές τίς συζητήσεις ἀπευθύνθηκε σέ μένα καί μέ ρώτησε ἄν διατηρῶ ἀποθέματα ἀπό συγκε- κριμένα ἀγαθά, διότι ὅπως μοῦ εἶπε «θά σοῦ χρειασθοῦν στό μέλλον». Ἀπόρρησα μέ τήν ἐρώτησή του, διότι στίς συζητήσεις πού γίνονταν καί εἶχα παρακολουθήσει ἀρκε- τές, δέν ἀναφερόταν ποτέ σέ ὑλικά ἀγαθά καί ἡ ἐρώτηση αὐτή ἔγινε μόνο σέ μένα πού τήν περίοδο ἐκείνη φάνταζε (ἄς μέ συγχωρέσει ὁ Θεός καί ὁ π. Νικόλαος) τουλάχιστον ἀστεία.
Ὅμως, ὅπως ἀποδείχθηκε στό μέλλον, μετά ἀπό πέντε μέ ἕξι χρόνια, ἀστεία δέν ἦταν ἡ ἐρώτηση, ἀλλά ἐγώ πού δέν ἄκουσα τήν συμβουλή του, διότι ὅπως εἶχε προείδει πράγματι τά ὑλικά γιά τά ὁποῖα μέ εἶχε ρωτήσει καί τά ὁποῖα εἶχα πλούσια τήν ἐποχή ἐκείνη, μοῦ ἔλειψαν τελικά σέ πολύ μεγάλο βαθμό.
Ἡ δεύτερη μαρτυρία πού ἔχω ἀφορά τήν ἐγγονή μου. Ἦταν πολύ μικρή καί εἶχε χτυπήσει. Εἴχαμε ἀνησυχήσει τόσο ἐγώ ὅσο καί ἡ κόρη μου. Πῆγα στόν πατέρα Νικόλαο καί ζήτησα τήν βοήθειά του. Αὐτός μέ καθησύχασε καί μοῦ εἶπε ὅτι ἡ μικρή δέν ἔχει τίποτα, μοῦ ἔδωσε δέ τό κορδο- νάκι πού εἶναι σταυρωμένο στήν Ἁγία Ζώνη τῆς Παναγίας μας. Τήν κράτησα μία ἑβδομάδα στό σπίτι καί τελικά ὄντως ἡ ἐγγονή μου δέν εἶχε κανένα πρόβλημα.
Καί ἡ τρίτη εἶναι, ὅταν ἡ κουμπάρα μου καί φίλη ἀπό τό Αἴγιο, Ἀσπασία Τρανούλη, ἀντιμετώπιζε ἕνα σοβαρό πρόβλημα. Μιά ἡμέρα χωρίς νά τόν περιμένει πῆγε στό σπίτι της ὁ π. Νικόλαος καί μοῦ διηγήθηκε ἡ ἴδια κλαί- γοντας ἀπό συγκίνηση: «Χριστίνα μου, ἦρθε στό σπίτι μου σήμερα ὁ πατέρας Νικόλαος χωρίς νά τόν περιμένω καί νά τοῦ ἔχω πεῖ τίποτα καί τά᾽ χασα. Συζήτησα μαζί του τό πρόβλημά μου, μέ ἠρέμησε καί μέ βοήθησε νά βρῶ λύση». Ἦταν ἕνας ἀξιόλογος ἄνθρωπος, ἤρεμος καί πράος καί ὅταν τόν ἐπισκεπτόσουν καί συζητοῦσες μαζί του φώτιζε τό μυαλό σου καί γέμιζε ἡ ψυχή σου.
Μέ σεβασμό, Χριστίνα Σωτηράκη
Σ.Σ. Εὐχαριστοῦμε θερμά τήν οἰκογένεια Πέττα γιά τήν παροχή τῶν φωτογραφιῶν ἀλλά καί ὅλους ὅσους μᾶς πρόσφεραν στοιχεῖα πού χρησιμοποιήσαμε γιά τό σύντομο αὐτό βιογραφικό του.
Ἐπειδή τήν περίοδο αὐτή πνευματικοί πατέρες καταγίνονται μέ τήν συγγραφή τῆς βιογραφίας τοῦ ἁγίου κληρικοῦ τῶν Πατρῶν, π. Νικολάου Πέττα, ὅσοι τόν ἐγνώρισαν παρακαλοῦμε νά ἀποστείλουν ἐνυπόγραφες μαρ- τυρίες γι᾽ αὐτόν στήν Διεύθυνση τῆς Μονῆς μας γιά νά προωθηθοῦν στούς συντάκτες μιᾶς μεγάλης βιογραφίας πού ἑτοιμάζεται. Ὅσοι δέν ἐπιθυμοῦν νά δημοσιευθοῦν τά ὀνόματά τους, θά γίνει δεκτό τό αἴτημά τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.