Γράφει ὁ Κ. Ν. Nambudripad, MD, FRCS:
«Ἐπί 38 χρόνια ἤμουν ἰνδοβραχμάνος καί εἴχαμε πολλές θεωρίες. Είχαμε πάρα πολλές θεωρίες σχετικά μέ τή ζωή, τόν ἄνθρωπο καί τό Θεό, καί βαρέθηκα ἀρκετά. Στό τέλος διέκοψα κάθε σχέσι μέ τή θρησκεία. Δέν ξέρω ἂν ἔγινα ἄθεος ἤ ὄχι.
Γεννήθηκα ινδοβραχμάνος. Προερχόμουν ἀπό μιά οἰκογένεια πού, γενεές πρίν, δημιούργησε μιά φιλοσοφία πού τώρα ὀνομάζουν Φιλοσοφία Vedanta. Ο παππούς μου ἦταν δάσκαλος αὐτοῦ τοῦ εἴδους πίστεως. Μοῦ δίδαξαν ινδική φιλοσοφία, ὅταν ἤμουνἀρκετά μικρός. Σπούδασα σανσκριτική, μελετοῦσα τή Veda (Ινδική ἁγία γραφή γραμμένη στὴν ἀρχαία σανσκριτική) καί ἐπί 12 χρόνια μαθήτευα πρακτικά σάν ἰνδοβραχμάνος,
Τό νά διασχίση τούς ὠκεανούς ἦταν ἀδιανόητο γιά ἕνα βραχμάνο αὐτό θά τόν ἔκανε ἀκάθαρτο.
Ἐάν ἀκουμπούσαμε λευκό ἔπρεπε να κάνουμε μπάνιο, καί ὅταν λευκοί ἔμπαιναν στο σπίτι μας πλέναμε ὅλο τό σπίτι μέ κοπριά ἀγελάδας καί νομίζαμε ὅτι δέν ἔπρεπε νά τούς ἀγγίζουμε.
Οταν ήμουν 12 χρόνων πῆγα σ' ἕνα ἀγγλικό σχολεῖο στη νοτιοδυτική ακτή τῆς Ἰνδίας, κοντά στη θάλασσα. Μεταξύ άλλων, διάβασα γιά τόν Ἰησοῦ και με γοήτευσε. Εἶπα, “καμμιά ἀπό τίς φιλοσοφίες μου δέν ἔχει ἕνα ἄνδρα σάν τόν Ἰησοῦ". Εἶχα έντυπωσιασθῇ ἰδιαίτερα ἀπό τή συγχωρητικότητά Του.
Ήταν φιλοξενούμενος σ' ένα δείπνο, τό ὁποῖο παρεῖχε ὁ Σίμων ὁ Φαρισαῖος, ὅταν μιά ἁμαρτωλή γυναῖκα μπῆκε στη συγκέντρωσι, καί μοῦ ἔκανε μεγάλη ἐντύπωσι ἡ στάσι του απέναντί της, όπως περιγράφεται στο συγκεκριμένο ἐκεῖνο επεισόδιο. Εἶπα,
Αὐτός εἶναι καταπληκτικός ἄνθρωπος· ἡ συμπεριφορά Του εἶναι διαφορετική, βλέπει τούς ἀνθρώπους διαφορετικά". Καί ὅταν ἤμουν 14 χρόνων κυριολεκτικὰ ἀγάπησα τόν Ἰησοῦ, καί τό αἴσθημα αὐτό ποτέ δέν μ᾽ ἐγκατέλειψε.
Μετά από 5 χρόνια στο σχολεῖο αὐτό πῆγα στό Πανεπιστήμιο και σπούδασα Ιατρική. Ἤθελα στην πραγματικότητα νά γίνω Φυσικός, ἀλλά δέν ὑπῆρχε εὐκαιρία στη Φυσική, ἔτσι ἐπέλεξα Ιατρική. Δέν ἐνδιαφερόμουν γιά τήν Ιατρική. Κι ἀκόμη δέν νομίζω ὅτι ἐνδιαφέρομαι πολύ γιά τήν Ἰατρική. Ενδιαφέρομαι, ὅμως, γιά τούς ἀνθρώπους, πολύ μάλιστα. Ὅταν πῆρα τήν ἄδεια ἀσκήσεως τοῦ ἰατρικοῦ ἐπαγγέλματος, ἀποφάσισα νά ἐργασθῶ στο χωριό μου, νά ὑπηρετήσω τό λαό στο χωριό μου, νά ὑπηρετήσω τό λαό μου· καί ἔφθασα νά γνωρίσω τούς πτωχούς ἀνθρώπους τῆς Ἰνδίας, ὅσο λίγοι τούς γνωρίζουν.
Έτρωγα ἀπό τό φαγητό τους καί συχνά κοιμόμουν στα σπίτι τους, ἐπειδή τά κέντρα ἦταν πολύ ἀπομακρυσμένα καί συχνά ἤμασθαν ἀναγκασμένοι νά περπατοῦμε πολλά μίλια στη βροχή. Κόμπρες, κοπριές ἀγελάδων καί βροχή. Ἔχω ἐλευθερώσει ἐπιτόκους μέσα στη βροχή καί στήν κοπριά. Γνώρισα καί ἀγά πησα τόν τόπο μου πάρα πολύ τά χρόνια ἐκεῖνα.
Αργότερα, ἔφυγα γιά τήν Αγγλία γιά νά σπουδάσω χειρουργική γιά νά εἶμαι καλύτερα ἐξοπλισμένος προκειμένου νά ἐξυπηρετῶ τό λαό μου. Ἐκεῖ ἦταν πού συνέβη νά γνωρίσω ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός δέν ἦταν μόνο ἕνας θαυμάσιος ἄνθρωπος, ἀλλά ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ. Αὐτό ἔγινε μέσα σέ πολύ ἀσυνήθιστες περιστάσεις. Ἤμουν 38 χρονῶν, εἶχα περάσει τίς ἐξετάσεις F.R.C.S. [Fellow of the Royal College of Surgeons (of Edinburgh)] καί ἐργαζόμουν ὡς βοηθός νευροχειρουργός στο Bristol, στη νοτιοδυτική Αγγλία. Ἐνῶ ἤμουν στό Ἐδιμβοῦργο, εἶχα ἀποφασίσει νά μήν πίνω οἰνοπνευματώδη, ἐπειδή εἶχα δῆ ἀνθρώπους νά κάνουν κάθε εἴδους φοβερά καί ἀνόητα πράγματα ὑπό τήν ἐπίδρασι τοῦ alcohol καί εἶπα:
"Δέν πρόκειται νά τό κάνω αυτό". Σ᾽ ἕνα party ἔπινα πορτοκαλάδα καί σκέφθηκα ὅτι ἤμουν ὁ μόνος.
Ολοι μέ κοίταζαν σάν νά ἤμουν κάτι ἀνόητο καί ἐγὼ ἔνοιωθα πολλή ἀμηχανία, ἀλλά εἶχα προσκληθῆ ἀπό ἕνα πολύ ἀγαπητό φίλο καί ἔτσι ἔμεινα ἀπό ἀγάπη γι' αὐτόν. Ηταν μία ἀδελφή νοσοκόμα πού ἔπινε πορτοκαλάδα σέ κάποια ἀπόστασι καί αὐτή ἦλθε καί κάθισε δίπλα μου καί ρώτησε:
-Γιατί πίνετε πορτοκαλάδα;
Εἶπα:
-Δέν θέλω νά φθείρω τόν ἐγκέφαλό μου· μέ κάθε κόκκο αλκοόλης 100 νευρώνες πεθαίνουν, καί αὐτό δέν τό θέλω.
Τότε τη ρώτησα:
Γιατί ἐσεῖς πίνετε πορτοκαλάδα;
Καί ἐκείνη εἶπε:
Εἶμαι Χριστιανή.
Εἶπα μὲ ἔκδηλη ἔκπληξι:
-Μα όλοι αυτοί οἱ ἄνθρωποι είναι Χριστιανοί
(Νόμιζα ότι κάθε λευκός ήταν Χριστιανός, ὅτι ὅλοι οἱ μελαψοί ἦταν ἰνδουϊστές).
Αὐτή εἶπε:
Δέν εἶναι ἀλήθεια αυτό· πολλοί ἀπ᾿ αὐτούς δέν θὰ ὁμολογοῦσαν τόν Ἰησοῦ Χριστό σαν Σωτῆρα τους.
Αὐτό ἦταν κάτι καινούργιο γιά μένα. Μετά εἴχαμε μια μακρά συζήτησι γιά τόν Ἰησοῦ Χριστό.
Είπα:
Ἀγαπῶ τόν ἄνθρωπο αὐτό ἔμαθα νά Τόν σέβωμαι, ὑπάρχουν δέ πολλοί ἰνδουϊστές πού Τόν σέβονται. Ἀλλά τό βρίσκω δύσκολο να πιστέψω ὅτι ἀναστήθηκε. Εἶναι πολύ ασυνήθιστο κανείς δέν ξαναζῆ, ὅταν ἔχη πεθάνει.
Αργότερα, ὅταν ἑτοιμαζόμουν να πλαγιάσω, παρατήρησα μία Ἁγία Γραφή στο δωμάτιό μου.
Άρχισα νά τή διαβάζω, καί διάβασα τό Εὐαγγέλιο τοῦ Ἰωάννου τίς ἑπόμενες δύο εβδομάδες. Καθώς διάβαζα ἐκτιμοῦσα δύο πράγματα. Πρῶτον, ἐκτιμοῦσα ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτός, ὁ Ἰωάννης, εἶχε μία ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποία ἐγώ δέν εἶχα. Εἶχα ὅλες τίς φιλοσοφίες, ἀλλά καμμία εμπειρία ή καρδιά μου ήταν κενή. Ένοιωθα λίγη ζήλεια γιά τόν ψαρᾶ ἐκεῖνο,
Δεύτερον, αἰσθανόμουν καθώς διάβαζα τό Εὐαγγέλιο διότι εἶχε κάτι τό ὁποῖο ἕνας φιλόσοφος δέν εἶχε τοῦ Ἰωάννου, ὅτι ὁ ἄνθρωπος αυτός ὑπῆρξε αυτόπτης μάρτυς. Ἦταν ἀλήθεια· δέν ἦταν παραμύθι
Μοῦ ἦταν πολύ ευνόητο ὅτι πολλές ἀπό τίς ἱστορίες, ὅπως ἐκείνη για κάποιο θεό πού παντρεύθηκε
ἕνας μύθος, ὅπως εἶναι ὁ περισσότερος Ἰνδουϊσμός.Μιά θεά καί εἶχαν δύο παιδιά καί μάλωναν, ἦταν μύθοι. Ἀλλά αὐτό εἶχε ἕνα κύκλο ἀληθείας, μιά ἀλήθεια.
Ἔτσι ἄρχισα να πηγαίνω σ' ἕνα κύκλο μελέτης
Ἁγίας Γραφῆς καί ἄρχισα να μελετῶ τή Γραφή καί τό χαρακτῆρα τοῦ Ἰησοῦ πιό προσεκτικά. Σύντομα παρατήρησα ὅτι Ἐκεῖνος ἔλεγε ριζοσπαστικά πράγματα. Ἔλεγε, “Εγώ καί ὁ Θεός εἴμασθε ἕνα"(πρβλ. Ἰω
10, 30). Κανένας ἰνδουϊστής δάσκαλος δέν τό ἔχει πεῖ αὐτό. Κανένας βουδδιστής δέν ἔχει πεῖ τέτοιο πράγμα ὁ Βούδδας ποτέ δέν τό εἶπε. Ὁ Μωάμεθ ποτέ δέν τό εἶπε· εἶπε, "Εἶμαι προφήτης". Ἀλλά ὁ ἄνθρωπος αὐτός εἶπε, "Εγώ εἶμαι ἕνα μέ τό Θεό· εἴμασθε ἕνα". Αὐτό εἶναι ἀρκετά μεγάλος ἰσχυρισμός. Αὐτός πρέπει νά εἶναι ἢ ψεύτης, ἤ ἀγύρτης, ἢ ἐλαφρῶς τρελλός —ἤ πρέπει νά εἶναι αὐτό πού ἰσχυριζόταν ὅτι εἶναι. Ὑπάρχουν μόνο αὐτές οἱ τέσσερεις διαζευκτικές ἐκδοχές. Αλλά εἶδα ἐπίσης, ὅτι ὁ χαρακτήρας Του ἦταν ἐντελῶς ἀντίθετος πρός τό χαρακτῆρα ἑνός γελασμένου ἀνθρώπου. Μετά ανακάλυψα ὅτι κανένας ψεύτης δέν δίνει τή ζωή του γιά ἕνα ψέμα, ἔτσι δέν μποροῦσε νά ἦταν ψεύτης. Ἔφθασα στο συμπέρασμα ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός πρέπει νά εἶναι αὐτό, τὸ ὁποῖο ἰσχυρίζεται ὅτι εἶναι, καί αὐτό δέν τό καταλάβαινα.
Τότε, νομίζω ό Θεός με βοήθησε νά δῶ ὅτι ὑπῆρχαν πολλοί τομεῖς, ἀκόμη καί στην ειδικότητά μου της νευροχειρουργικής, τούς ὁποίους δεν καταλάβαινα πλήρως. Δεν καταλάβαινα πῶς λειτουργούσαν οι νευρικές συνάψεις. Έτσι εἶπα, "Καλά, λοιπόν, πιστεύω, διότι ἀγαπῶ τόν Ἄνθρωπο αυτό. Φαίνεται να λέη ἀλήθεια, είναι καλός Ἄνθρωπος καί δέν λέει ψέματα, συνεπῶς θά Τόν ἀποδεχθῶ”.
Ἐκείνη τήν ἐποχή ἦταν ἕνας ἱεραπόστολος ἀπό τίς Ἰνδίες πού μέ βοήθησε σχετικά μέ τή μαρτυρία χειρογράφων τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ημουν ἐξοικειωμένος με χειρόγραφα, τήν ἱστορία τους, ἡλικία καί λοιπά, ἐπειδή ὁ παππούς μου είχε μια βιβλιοθήκη πέντε χιλιάδων χειρογράφων. Μελέτησα πολύ προσεκτικά το βιβλίο τοῦ καθηγητή F. F. Bruce πάνω στήν ἀξιοπιστία τῶν κειμένων τῆς Καινῆς Διαθήκης. Αὐτό καί ἄλλα βιβλία μ᾿ ἔπεισαν ὅτι τά χειρόγραφα τῆς Καινῆς Διαθήκης ἦταν τόσο ἀξιόπιστα, ὅσο ὁποιαδήποτε άλλα χειρόγραφα. Συνεπῶς εἶχα ἐντελῶς πεισθῆ ὅτι το να πιστεύη κανείς στόν Ἰησοῦ Χριστό δέν ἦταν διανοητική αυτοκτονία.
Πέρασαν μῆνες, καί τότε κάποια μέρα αὐτή ἡ
Εμμονη ιδέα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἔγινε πολύ πραγματική στή ζωή μου. Τί να κάνω μέ τόν Ἰησοῦ; Πρέπει ἤ νά Τόν ἀποδεχθῶ ἤ νά Τόν ἀπορρίψω. Ήταν σὰν νὰ ὑπῆρχε δίπλα μου κάποιος πού μέ ἀνάγκασε να πάρω μιά ἀπόφασι πράγμα τό ὁποῖο ἔκανα. Γονάτισα καί εἶπα, "Κύριε Ἰησοῦ θά Σέ δεχθώ.
Οτιδήποτε συμβῆ δέν ἔχει σημασία, διότι εἶμαι βέβαιος ὅτι εἶσαι ἀξιόπιστος”. Αὐτό ἔγινε το Φεβρουάριο τοῦ 1959. Ποτέ δεν μετενόησα γιά τήν ἀπόφασι ἐκείνη.
Τὸν ἑπόμενο Οκτώβριο βαπτίσθηκα στο Bristol
Ὅταν οἱ δικοί μου τό ἄκουσαν, θύμωσαν πολύ. Οι ἰνδοβραχμάνοι δέν ἀλλάζουν πίστι ὁ τελευταίος προσήλυτος ἦταν πρίν ἀπό χίλια χρόνια περίπου,
Ἔστειλαν δύο ἀπό τούς συγγενεῖς μου στο Bristol το Νοέμβριο καί μ' ἔφεραν πίσω στην Ινδία. Μπορούσα να μείνω, υποθέτω, ἀλλά αἰσθανόμουν ὅτι ἔπρεπε νά πάω στό λαό μου καί νά τούς μιλήσω γιά τόν Ἰησοῦ Χριστό. Ἔτσι πῆγα.
Εἶχα προειδοποιηθῆ, ὅτι τά πράγματα θά ἦταν
ἄσχημα. Σκέφθηκα, "Η οἰκογένειά μου μέ αγαπά πάρα πολύ· δέν θά μοῦ κάνουν τέτοια πράγματα"
Ἀλλά ἀνακάλυψα ὅτι αὐτό δέν ἦταν ἀλήθεια. Ἐπί δέκα μέρες ἦταν πολύ καλοί μαζί μου· μετά ἔγιναν πολύ σκληροί. Ἐν ὀλίγοις, μ᾿ ἔβαλαν σέ μιά ψυχιατρική κλινική. Νόμιζαν ὅτι δέν εἶχα δίκαιο, διότι έλε-λγαν ὅτι ὑπάρχουν μόνο τρεῖς λόγοι γιά τούς ὁποίους ἕνας Ἰνδουϊστής μπορεῖ νά γίνη Χριστιανός: πρῶτον ἡ ἀγάπη τῶν χρημάτων· δεύτερον ἡ ἀγάπη μιᾶς γυναίκας· καί τρίτον -παραφροσύνη. Ἔτσι ὅταν πείσθηκαν ὅτι δέν εἶχα τίποτε να κερδίσω εἴτε ἀπό χρήματα εἴτε ἀπό γυναῖκα, κατέληξαν ὅτι κάτι συνέβαινε μέ τό μυαλό μου. "Τό πολύ διάβασμα σ' ἕκανε τρελλό". Ἔτσι μ᾿ ἔκλεισαν σε ψυχιατρική κλινική καί μοῦ ἔκαναν τρεῖς φορές θεραπεία μέ ἠλεκτροσόκ.
Πάντως, μετά ἀπό αὐτό οἱ ψυχίατροι μοῦ εἶπαν:
Λυπούμαστε που κάναμε αυτό σέ σᾶς, Dr.
Nambudripad σας ζητοῦμε συγγνώμη. Τί να κάνουμε τώρα γιὰ νὰ σᾶς βοηθήσουμε;
Ἐγώ τούς εἶπα: Μπορεῖτε νά μέ βοηθήσετε
πρακτικά να φύγω ἀπό τήν οἰκογένειά μου και να πάω στο Χριστιανικό Ιατρικό Κολλέγιο, στη Vellore.
Ἔτσι πῆγα ἐκεῖ τό 1960 καί ἔμεινα δύο χρόνια και ἕξι μήνες.
Στήν ἀρχή ἡ γυναῖκα μου δέν ἤθελε νά ἔλθη μαζί μου. Νόμιζε ὅτι ἤμουν ἕνας ἀπόβλητος καί δέν ἤθελε νά ἔχη καμμία σχέσι μαζί μου. Οἱ Ἰνδουϊστές νυμφεύονταν γυναῖκες πού δέν τίς ἔχουν δῆ ποτέ· οἱ γυναῖκες εἶναι καλυμμένες πρίν τίς φέρουν στο γάμο.
Ποτέ δέν εἶχα δῆ τή γυναῖκα μου πρίν ἀπό τό γάμο.
Μετά το γάμο, φυσικά, τήν εἶδα, πράγμα τό ὁποῖο εἶναι μεγάλη υπόθεσι. Ἀλλά ἀνακάλυψα τότε ὅτι δέν είχα τίποτε κοινό μέ τή σύζυγό μου σέ ἰδανικά, και μόρφωση, φιλοδοξίες, στόχους. Εντούτοις, έκανα υπομονή. Ἀλλά τώρα, ὅταν ἡ σύζυγός μου ἀποφάσισε νά έλθει μαζί μου τό Μάρτιο ἤ Ἀπρίλιο του 1960, αἰσθανόταν ὅτι ἐγώ εἶχα ἀπορρίψει καί αὐτήν καί τούς δικούς της καί τή θρησκεία της.Ενοιωθα ότι δέν εἴχαμε τίποτε κοινό καί τώρα τό πρόσθετο πρόβλημα τῆς διαφορετικῆς θρησκείας.
Συνεπῶς ἀρχίσαμε πάλι τήν κοινή ζωή το 1960 μέ ἕνα μεγάλο μειονέκτημα.
Τώρα ἔχουν περάσει 12 χρόνια από τότε πουσυνέβη αὐτό καί θέλω νά πῶ, ὅτι ὁ Θεός μᾶς βοήθησε νά ζήσουμε μιά οἰκογενειακή ζωή πού ὑπῆρξε πολύ χρήσιμη γιά μένα σάν Χριστιανό γιατρό. Όταν ἔγινα Χριστιανός, ὁ μεγαλύτερος γυιός μου ήταν 13 χρόνων· τώρα εἶναι 26. Ἡ κόρη μου ἦταν ἡ πρώτη πού ἐνδιαφέρθηκε γιά τό Χριστιανισμό, τήν ἀκολούθησαν ἡ γυναῖκα μου καί τά δύο νεότερα παιδιά μου. Ὅλοι, ἐκτός ἀπό τό μεγαλύτερο, εἶναι τώρα Χριστιανοί· βαθμιαῖα ἐνδιαφέρθηκαν γιά τούς λόγους καί τή ζωή τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εἶδαν ὅτι Αὐτός μπορεῖ νά λύνη προβλήματα καί μπορεῖ νά δίνη ἀγάπη. Αὐτή εἶναι ἡ βάσι τῆς ἐμπειρίας μου. Βρῆκα ὅτι αὐτό εἶναι ἀξιόπιστο»(περ. Ακ, Απ 1975, 118).
Βιβλιογραφία Η ΕΦΑΠΤΟΜΈΝΗ ΤΟΎ ΘΕΟΎ.. ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΊΤΗΣ ΙΩΆΝΝΗΣ ΚΩΣΤΩΦ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.