Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2022

Γυναίκες που αντιστάθηκαν ως άλλες Μπουμπουλίνες κατά των Γερμανών | Σοφία Χατζή



Γνήσιες Ελληνίδες πατριώτισσες, ηρωίδες με ηγετικές ικανότητες, που κατηύθυναν ολόκληρες ομάδες σε αντίσταση. Στο εξωτερικό τιμήθηκαν, στην Ελλάδα όμως πολλοί δεν τις ξέρουν, ούτε διδάσκονται στα σχολεία τα κατορθώματά τους

Ο Χίτλερ, είπε στη βουλή των Γερμανών, ότι κανένα έθνος δεν τους πολέμησε με τέτοια περιφρόνηση προς το θάνατο όσο οι Έλληνες και πως οι απώλειες που είχαν οι Γερμανοί μέσα σε τρεις μέρες ήταν δυσανάλογα μεγαλύτερες από όλες τις απώλειες που είχαν σε όλες τις άλλες μάχες.

Είχαμε την τόλμη ως γένος να αντισταθούμε ακόμη και με τα πιο ευαίσθητα και αδύνατα μέλη της κοινωνίας, που ήταν οι νέες κοπέλες, οι οποίες κατάφεραν να αντισταθούν με έναν πάρα πολύ έξυπνο τρόπο που δεν ήταν δυνατό να τον καταλάβουν οι κατακτητές. Αυτές οι νέες γυναίκες, με ηγετικές ικανότητες, μπόρεσαν να κατευθύνουν ολόκληρες ομάδες σε αντίσταση κατά των Γερμανών. Αυτές οι ηρωίδες τιμήθηκαν με βραβεία και αριστεία από το εξωτερικό, την Αγγλία και την Γαλλία, ενώ στην Ελλάδα τις γνωρίζουν ελάχιστοι. Ο πολύς κόσμος δεν τις ξέρει ούτε διδάσκονται στα σχολεία τα κατορθώματα τους. Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο επικράτησε η λατρεία της ιδεολογίας, η οποία δεν τις άγγιξε. Ήταν γνήσιες Ελληνίδες πατριώτισσες, δεν εξυπηρετούσαν καμία ιδεολογία. Μπορεί να συνεργάζονταν και με κάποιους ιδεολόγους, αλλά ο στόχος τους ήταν να βοηθήσουν τον αγώνα, να νικηθεί το κακό του Χίτλερ και του Μουσολίνι. Δεν θυσίασαν τον πατριωτισμό τους για να προβάλουν καμία ιδεολογία, γι’ αυτό και τα κόμματα που επικράτησαν δεν τις προέβαλαν. Έμειναν στην αφάνεια κι αυτό είναι έλλειμμα για την Ελληνική παιδεία.




Η Βαρβάρα Θεοδωροπούλου καταγόταν από την Κεφαλονιά, όπου και μεγάλωσε. Είχε μια ανυπότακτη ευφυΐα. Φοίτησε στο Αρσάκειο Σχολείο. Εκείνη την εποχή, όσες φοιτούσαν στο Αρσάκειο, μαζί με το απολυτήριο έπαιρναν και το πτυχίο της δασκάλας. Έτσι η Βαρβάρα Θεοδωροπούλου στα δεκαέξι της χρόνια βγήκε δασκάλα από το Αρσάκειο. Στη συνέχεια σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών και όταν αποφοίτησε σε ηλικία 19 ετών διορίστρια καθηγήτρια στο Α΄ Γυμνάσιο Θηλέων Αθηνών. Ωστόσο ήταν φύση ανήσυχη και πήγε στην Ευρώπη, στη Λειψία για να σπουδάσει ζωγραφική. Παράλληλα επισκεπτόταν τα πανεπιστήμια και τα μουσεία και πήρε μια κλασική μόρφωση. Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα προσλήφθηκε και πάλι με την ιδιότητα της καθηγήτριας των Καλών Τεχνών στο ίδιο Γυμνάσιο που είχε πρωτοδιοριστεί. Ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία, έγραψε θεατρικά έργα, έγραφε στο περιοδικό «Διάπλαση των παίδων» και τελικά σπουδάζοντας μουσική γνωρίστηκε με τον Θεοδωρόπουλο, έναν ανώτερο δικαστικό και παντρεύτηκαν.

Η Βαρβάρα βρήκε την ευκαιρία, επειδή μετατίθετο συχνά ο άντρας της από πόλη σε πόλη ως εισαγγελέας, να πηγαίνει μαζί του και να μεριμνά για τη λειτουργία νυκτερινών γυμνασίων και τη σύσταση διάφορων οργανώσεων για τον επισιτισμό των αναγκεμένων, την αποκατάσταση φτωχών κοριτσιών με πόρους που προέρχονταν από προσφορές ή δωρεές. Δημιουργούσε σχολές για να μαθαίνουν τέχνες οι γυναίκες, ίδρυε με εθελοντές εργαστήρια ραπτικής και κοπτικής.

Η Βαρβάρα Θεοδωροπούλου έτρεχε στα τρένα και μάζευε τους τραυματίες ανάμεσα στις ράγιες, τους περιέθαλπε και τους έστελνε στα νοσοκομεία




Παροιμιώδης αρωγή

Όταν ξέσπασε ο πόλεμος του '40 η αρωγή της σε πολλά επίπεδα ήταν παροιμιώδης. Οι υγιειονομικές υπηρεσίες, για την αντιμετώπιση των τραυματιών, δεν είχαν προλάβει να οργανωθούν. Το γεγονός δεν ήταν δυνατόν να την αφήσει ασυγκίνητη. Συνάντησε τον Αρχίατρο που πήγαινε στην Κόρινθο για να οργανώσει την περίθαλψη των τραυματιών που έρχονταν από την Ήπειρο στην Πελοπόννησο και από εκεί στην Κόρινθο. Τον βεβαίωσε ότι θα τον βοηθούσε να βρει νοσοκομεία. Εκείνο τον καιρό δεν υπήρχαν καν νοσοκομεία στην Πελοπόννησο. Έτσι χρησιμοποιώντας ένα κατά συνθήκη ψεύδος, είπε στον σύζυγό της, που ήταν εισαγγελέας, ότι βγήκε εντολή από τον Μεταξά να διατάξει ως εισαγγελέας να επιταχθούν τα ξενοδοχεία του Λουτρακίου. Το Λουτράκι ήταν κέντρο παραθερισμού για μπάνια και για χαρτοπαιξία και κατά συνέπεια υπήρχε πλήθος καταλυμάτων. Ο εισαγγελέας την πίστεψε και έδωσε εντολή να επιταχθούν τα ξενοδοχεία.




Τότε ακριβώς η Βαρβάρα Θεοδωροπούλου ζητά ακρόαση από τον Μεταξά που ήταν στα αλήθεια σκοτισμένος με άλυτα προβλήματα, όπως και το θεμα της εύρεσης κλινών για τους τραυματίες. Του λέει πως έχει να προσφέρει 5.000 κρεβάτια νοσοκομειακά. Ο Μεταξάς της ζήτησε να του το αποδείξει. Εκείνη έδειξε το χαρτί που είχε υπογράψει ο εισαγγελέας με την επίταξη των ξενοδοχείων του Λουτρακίου και ο πρωθυπουργός πείστηκε και υποσχέθηκε ότι θα μεριμνήσει ώστε να δεχτούν τους τραυματίες. Έτσι κι έγινε. Αργότερα τα αεροπλάνα των Γερμανών και των Ιταλών βομβάρδιζαν την περιοχή, ακόμη και τα τρένα που έφερναν τους τραυματίες. Μόλις ακούγονταν οι σειρήνες, όλοι τρέπονταν σε φυγή προς τα καταφύγια. Η Θεοδωροπούλου έτρεχε στα τρένα και μάζευε τους τραυματίες ανάμεσα στις ράγες, τους περιέθαλπτε και τους έστελνε στα νοσοκομεία. Οι άνθρωποι έντρομοι την έβλεπαν να κυκλοφορεί σαν να μη συμβαίνει τίποτα. Τελικά ήρθαν στην Πελοπόννησο οι Γερμανοί, βομβάρδισαν τα νοσοκομεία και βρέθηκαν οι τραυματίες στις αυλές και στους κήπους σε κακή κατάσταση.





Η Θεοδωροπούλου, έχοντας σπουδάσει στη Γερμανία, ήξερε άριστα την γερμανική γλώσσα. Συναντήθηκε λοιπόν με τον Γερμανό Διοικητή και τον έπεισε πως ήταν απάνθρωπη αυτή η κατάσταση. Του εξήγησε πως δεν υπήρχαν τα μέσα να μεταφερθούν οι τραυματίες στην Αθήνα και πως η μόνη φιλάνθρωπη λύση θα ήταν να τους μεταφέρουν οι ίδιοι οι Γερμανοί στα νοσοκομεία της πρωτεύουσας. Πραγματικά ο Γερμανός Διοικητής έδωσε διαταγή να συγκεντρωθούν γερμανικά φορτηγά και μετέφερε τους τραυματίες στα νοσοκομεία της Αθήνας. Κάποια στιγμή ο Γερμανός Διοικητής στράφηκε στην Θεοδωροπούλου και της είπε «Eσείς οι Ελληνίδες δεν είστε γυναίκες, είστε εσείς που γεννήσατε τους θεούς του Ολύμπου». Της έδειξε μεγάλη τιμή και σεβασμό.

Μάζευε σκουπίδια σαν ζητιάνα για να αποσπάσει πληροφορίες




Κατόπιν η Θεοδωροπούλου μπήκε στην οργάνωση της αντίστασης, συνδέθηκε με τους αντάρτες και με τη Μέση Ανατολή. Πήγαινε σαν ζητιάνα κοντά στα γερμανικά γραφεία και ζητιάνευε ή ως υπάλληλος καθαριότητας και μάζευε σκουπίδια και οι Γερμανοί δεν φαντάζονταν ότι αυτή η κουρελοντυμένη γυναίκα ξέρει τόσο καλά την γλώσσα τους και μιλούσαν μεταξύ τους ελεύθερα. Έτσι η Θεοδωροπούλου συγκέντρωνε πληροφορίες και με ασυρμάτους επικοινωνούσε με τη Μέση Ανατολή. Σταδιακά ενέπνευσε εμπιστοσύνη σε Έλληνες που είχανε ζήλο να συμβάλουν στον αγώνα και δημιούργησε ολόκληρο δίκτυο πληροφοριών.

Πήγαινε στα αεροδρόμια προσποιούμενη ότι μάζευε χόρτα ή σκούπιζε, έκανε σχεδιαγράμματα των αεροδρομίων και έβλεπε που είναι κρυμμένα τα καύσιμα και τα αεροπλάνα και έστελνε αυτές τις πληροφορίες με τον ασύρματο στη Μέση Ανατολή και από εκεί έρχονταν αεροπλάνα και βομβάρδιζαν τα αεροδρόμια των Γερμανών. Κατάφερε να μην την αντιληφθούν και επέζησε μετά τον πόλεμο, δεν την έπιασαν, δεν την βασάνισαν και πέθανε κοντά στα ογδόντα.





Λέλα Καραγιάννη: «Δεν ντρέπεστε! Τόσο πολύ φοβάστε τους Έλληνες, που δεν τα βάζετε μαζί τους, αλλά με τις γυναίκες τους!»

Επίσης, άλλη μία ξεχωριστή προσωπικότητα, ανάμεσα σε πολλούς που αντιστάθηκαν, ήταν μια γυναίκα του ‘40, η Λέλα Καραγιάννη. Η οδός στην Κυψέλη, όπου κατοικούσε, είναι αφιερωμένη στ’ όνομά της. Η Λέλα Καραγιάννη λεγόταν Μηνοπούλου και είχε αγωνιστική προσωπικότητα. Παντρεύτηκε τον Γεώργιο Καραγιάννη που ήταν φαρμακοποιός και όταν ξεκίνησε η κατοχή οργάνωσε πυρήνα αντίστασης με έδρα το φαρμακείο του συζύγου της. Η Λέλα Καραγιάννη κατάφερε και μάζεψε κοντά της ανθρώπους που έκαναν αντίσταση και σαμποτάζ. Έστελνε τρόφιμα στους πεινασμένους αντάρτες, που τα προμήθευαν φίλοι της καπετάνιοι από διάφορους τόπους.

Μέσω των καϊκιών, που διέθεταν οι καπετάνιοι στο Πόρτο Ράφτη, έστελνε ειδήσεις και πληροφορίες στη Μέση Ανατολή. Μέσω των ασυρμάτων που διέθετε, είχε συνεργασία με πολλούς και κάποιες φορές και με Γερμανούς και Ιταλούς, οι οποίοι ήταν αντιχιτλερικοί και αντιμουσολινικοί και συνεργάζονταν μαζί της. Είναι αξιοσημείωτο πως η παλικαριά της τους ενέπνεε εμπιστοσύνη και της έδιναν πληροφορίες. Εξυπηρέτησε τους συμμάχους με πληροφορίες, αλλά και με μια άλλη σημαντική και αναγκαία δραστηριότητα: επειδή είχαν ξεμείνει στην Ελλάδα μερικοί Άγγλοι αξιωματικοί που είχαν βοηθήσει στον αγώνα, κινδύνευαν να τους προλάβουν οι Γερμανοί και να τους πιάσουν αιχμαλώτους, στέλνοντάς τους στο Νταχάου. Η Καραγιάννη τους έντυνε πολιτικά και τους έστελνε από το Πόρτο Ράφτη με καΐκια στη Μέση Ανατολή και πολλοί της όφειλαν την επιβίωσή τους.

Την συνέλαβαν

Το ’41, κατόπιν προδοσίας, την αιχμαλώτισαν οι Ιταλοί, γιατί είχαν κάποιες υποψίες, ωστόσο την κράτησαν αρκετούς μήνες στην φυλακή, απ’ όπου τελικά την απελευθέρωσαν, γιατί δεν βρήκαν σοβαρά στοιχεία.

Δεν είχε τη μόρφωση της Θεοδωροπούλου, αλλά οπωσδήποτε ήξερε γερμανικά. Δεν υπάρχουν πολλά γραπτά για αυτήν αναφορικά με την δραστηριότητά της ώστε να γνωρίζουμε κάτι περισσότερο. Τον Ιούλιο του ‘44 την συνέλαβαν οι Γερμανοί, ενώ νοσηλευόταν στο νοσοκομείο του Ερυθρού Σταυρού. Ταυτόχρονα συνέλαβαν και τα πέντε παιδιά της. Την βασάνισαν σκληρά με σκοπό να μαρτυρήσει τους συνεργάτες της και ήταν γεμάτη πληγές. Την κρεμούσαν από τα χέρια στο ταβάνι με τις ώρες και η Καραγιάννη τους έφτυνε.




Μάλιστα, έναν Έλληνα που ήταν γραμματέας εκεί και μεταφραστής, πρόλαβε αστραπιαία και του άρπαξε το καλαμάρι που ήταν μπροστά του με το μελάνι και το πέταξε στο πρόσωπό του φωνάζοντας στους ανακριτές της «Δεν ντρέπεστε! τόσο πολύ φοβάστε τους Έλληνες που δεν τα βάζετε μαζί τους, αλλά με τις γυναίκες τους!» Δεν κάμφθηκε ακόμα και όταν την απείλησαν ότι θα εκτελούσαν τον γιο της Νέλσωνα, αν δεν ομολογούσε. Αυτή τους απάντησε: «Ζητείτε από μία ελληνίδα μάνα να προδώσει τους συνεργάτες της και την πατρίδα της με την απειλή του τυφεκισμού των παιδιών της. Ε, λοιπόν, μάθετε ότι τα παιδιά μου ανήκουν στην Ελλάδα και το αίμα τους θα πνίξει τους Ούνους και όλη τη Γερμανία σας!». Βασανίστηκαν και τα παιδιά της στη φυλακή, αλλά οι δεσμοφύλακες δεν μπορούσαν να βρουν στοιχεία και τα απελευθέρωσαν.




«Ψηλά παιδιά τα κεφάλια, για να δουν οι Ούνοι πώς πεθαίνουν οι Έλληνες για την πατρίδα τους»

Αφού τη βασάνισαν ακόμη δυο μήνες και δεν ομολογούσε τίποτα, η Καραγιάννη καταδικάστηκε σε θάνατο, μαζί της και η Δημοπούλου, μια άλλη ηρωίδα της αντίστασης, αλλά και πολλοί άλλοι που πέρασαν από στρατοδικείο. Στις 8 Σεπτεμβρίου του ‘44, τους οδήγησαν όλους στο άλσος Δαφνίου, έξω από το Μοναστήρι. Και πριν τους σκοτώσουν απευθυνόμενη στους υπόλοιπους μελλοθάνατους, η Καραγιάννη φώναξε: «Ψηλά παιδιά τα κεφάλια να δουν οι Ούνοι πως ξέρουν να πεθαίνουν οι Έλληνες για την πατρίδα τους». Η Ακαδημία Αθηνών, κατά τη συνεδρίαση της 30ης  Δεκεμβρίου 1947, της απένειμε το Βραβείο Αρετής και Αυτοθυσίας.




* * *

Πολλές γυναίκες πάλεψαν σκληρά στην κατοχή, κάποιες φυλακίστηκαν και βασανίστηκαν, άλλες θανατώθηκαν. Αν ήταν ψυχολογικές ηρωίδες, που απλά αγαπούσαν την περιπέτεια, θα μπορούσαν να κάνουν πολλά, όχι όμως να αντέξουν βασανιστήρια ή να εκτελεστούν. Είναι φανερό ότι ο αγώνας των γυναικών και η θυσία τους για την πατρίδα, στις κρίσιμες ιστορικές ώρες της χώρας μας, τις έκανε συνδημιουργούς στην ιστορία.

_________

Σοφία Χατζή

δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα,

Ορθόδοξη Αλήθεια, 26.10.2022

Δεν υπάρχουν σχόλια: