Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 30 Απριλίου 2023

Ο μαρτυρικός ιερέας Constantin Sârbu

«Οποιοσδήποτε μπορεί να σε αγοράσει, αλλά μόνο αυτός που τρώει ψωμί μαζί σου μπορεί να σε πουλήσει.  Οποιοσδήποτε συνάνθρωπός σου μπορεί να σου κάνει κακό, όσο ξένος και απόμακρος κι αν είναι από σένα, αλλά το μεγαλύτερο κακό μπορεί να το κάνει μόνο αυτός που είναι αναγκαστικά πιο κοντά σου.  Επομένως, κανείς στον κόσμο δεν μπορεί να προκαλέσει μεγαλύτερο πόνο από αυτόν από τον οποίο έχετε το δικαίωμα να περιμένετε τη μεγαλύτερη χαρά.

 Αγαπητή ψυχή που είχες τη χάρη στον κόσμο να έχεις δάσκαλο από το ψωμί του οποίου ταΐζεις, πρόσεχε και μην αφήσεις κανένα σατανικό λογισμό να μπει στην καρδιά σου εναντίον του δασκάλου σου!  Όσο μεγάλη κι αν είναι η ευτυχία που θα μπορούσατε να αγοράσετε πουλώντας τον ευεργέτη σας, δεν τη θέλετε!

 Όσο μεγάλο κι αν σου φαίνεται ότι σου έκανε το κακό, μην θες ποτέ να εκδικηθείς τον πατέρα σου, τον δάσκαλό σου, τον ευεργέτη σου, για το τίμημα με το οποίο θα τον πουλήσεις και το βέλος με το οποίο θα τον τρυπήσεις θα καεί για πάντα τα χέρια σου και η καρδιά σου»

 Ο μαρτυρικός ιερέας Constantin Sârbu


ΠΡΟΣΕΥΧΉ ΜΕΤΆ ΤΗΝ ΔΕΥΤΈΡΑ ΠΑΡΟΥΣΊΑ ΜΑΚΑΡΙΣΤΌΣ ΓΈΡΩΝ ΕΦΡΑΊΜ ΣΚΉΤΗ ΑΓΊΟΥ ΑΝΔΡΈΑ.


Φυσικά, αὐτοκαταργεῖται μετὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία.Οχι ὅτι χάνεται ἡ Χάρις τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ σταματᾶ πλέον ἡ ἐπίκλησις τοῦ Θείου ἐλέους, διότι ἡ Δευτέρα Παρουσία εἶναι ἡ ἔκχυσις ἀπείρου Θείου ἐλέους
καὶ Θείας ἀγάπης. Ἐφ' ὅσον ζητᾷς νὰ ἐλεηθῇς καὶ ἐφ᾽
ὅσον πλέον ἐλεήθηκες, παύεις νὰ ζητᾷς Θεῖον ἔλεος.
Ἐφ᾽ ὅσον ζητᾷς νὰ Τὸν ἰδῇς, ἐφ' ὅσον ἦλθε καὶ συνομιλεῖς μαζί Του, πλέον δὲν Τὸν ἐπικαλεῖσαι. Τὸν παρακαλοῦμε καὶ Τὸν καλοῦμε, μέχρι νὰ ἔλθῃ. Ὅταν ἔλθῃ, δὲν
χρειάζεται πλέον νὰ Τὸν ἐπικαλούμεθα.
Μετὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία, ἡ προσευχὴ παίρνει
μία ἄλλη μορφή, Θείας ἀπολαύσεως, διότι ὁ Χριστός,
εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας μετὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία, θὰ
ἐπικοινωνῇ μαζί μας νοερῶς. Θὰ τὸν βλέπωμε καὶ θὰ
μᾶς βλέπῃ. Συνεχῶς θά ἐκπέμπωνται βολίδες θεογνωσίας, ἡ ὁποία τρέφει καὶ ἀποκαλύπτει. Ὁ Χριστὸς θὰ
μᾶς διδάσκῃ, συνέχεια, εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας. Αὐτὴ
εἶναι ἡ ζωὴ ὅλη, δηλαδὴ ἡ ζωή μας δὲν θὰ εἶναι νὰ καὶ
θώμαστε καὶ νὰ κοιταζώμαστε· κάποτε θὰ ἄρχιζε κανεὶς
νὰ κουράζεται.
Λέγει κάποιος:
- Ἕως πότε θὰ κάνω αὐτὸ τὸ πρᾶγμα;
- Εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.
- Αμάν, Παναγία μου. Στὴ ζωὴ εἴχαμε καὶ μία κίνησι, εἴχαμε καὶ μία δρᾶσι, εἴχαμε καὶ μία ἐνέργεια. Κάπου πηγαίναμε, κάτι κάναμε, περνοῦσε ὁ καιρός. Ἐδῶ,
πῶς θὰ περνάῃ ὁ καιρός; ῎Ετσι συνέχεια;
Κατ' αὐτὸν τὸν τρόπο σκέπτεται κανεὶς μὲ τὴν λογική. Ἀλλὰ δὲν εἶναι ἔτσι. Ἐκεῖ εἶναι μία πνευματική
ὑπερπολυτέλεια. Εἶναι μία ἀσταμάτητος κίνησις.
Γι᾿ αὐτό, εἰς τὸν οὐρανό, ὑπάρχει κίνησις ὅσον
ἀφορᾶ τὴν θεία Θεογνωσία, δηλαδὴ ὁ Θεὸς συνεχῶς
ἀποκαλύπτει πτυχὲς τοῦ ἑαυτοῦ του καὶ εἰσχωροῦν μέσα εἰς τοὺς νόας τῶν ἀγγέλων καὶ τῶν ἁγίων. Εἰσέρχεται μέσα, ἀποτυπώνεται καὶ θησαυρίζεται, καὶ αὐτὸ
εἶναι μία αἰώνιος τροφή. Ἡ κάθε ἀποκάλυψις δὲν ἔχει
προηγούμενο καὶ ἑπόμενο, εἶναι μοναδική. Δὲν θὰ ἀποκαλύπτῃ δηλαδὴ ὁ Θεὸς συνεχῶς τὸ ἴδιο, ἢ μετὰ ἀπὸ
ἕνα μήνα πάλι τὸ ἴδιο, ἢ μετὰ ἀπὸ ἕνα χρόνο πάλι τὸ
ἴδιο. Δὲν θὰ ἔχῃ ἐπανάληψι. Θὰ εἶναι ἅπαξ.Περὶ προσευχῆς ὁ λόγος
Ἔχει τόσα πολλὰ ὁ Θεός, τὰ ὁποῖα θὰ εἶναι ἅπαξ.
Δὲν θὰ ὑπάρχῃ ἔλλειψις μνήμης καὶ αὐτὰ ποὺ θὰ μᾶς
δείχνῃ ὁ Χριστὸς θὰ τὰ διώνωμε συνεχῶς. Θὰ τὰ ἔχωμε
πρὸ ὀφθαλμοῦ καὶ θὰ τὰ βλέπωμε. Καὶ θὰ τὰ βλέπωμε
καὶ θὰ τὰ βιώνωμε. Δὲν θὰ τὰ ἐνθυμούμεθα. Παύει ἡ
μνήμη. Ἐκεῖ εἶναι συνεχῶς ἀπόλαυσις. Δὲν θὰ λέγωμε:
- Τί μᾶς δίδαξε πρὶν ἀπὸ χίλια χρόνια ὁ Χριστός; Γιὰ
νὰ θυμηθοῦμε...
Δὲν θὰ ὑπάρχῃ κάτι τέτοιο. ”Ετσι, λοιπόν, οἱ ἅγιοι
Πατέρες, ἀνὰ τοὺς αἰῶνας, ἀπὸ τὴν ἐμπειρία των, ἔχουν
γράψει πολλὰ πάνω εἰς τὸ θέμα τῆς προσευχῆς, ἀπὸ τὰ
ὁποῖα θὰ ὠφεληθοῦμε ὅλοι μας. Πρέπει, ὅμως, νὰ προσπαθήσωμε σιγά - σιγὰ νὰ συγκεντρώσωμε τὸν νοῦ μας,
καὶ καθὼς συγκεντρώνεται νὰ καθαρίζεται ἀπὸ τὰ πάντα καὶ νὰ ἁπλοποιεῖται συγχρόνως.
Ἐδῶ, εἰς τὸν μοναχισμόν, διαπιστώνομε, μετ᾽ ἐκπλήξεως καὶ λύπης πολλὲς φορές, ὅτι μάθαμε πολλὰ πράγματα, τὰ ὁποῖα εἶναι πολὺ καλά - ὁμιλοῦμε διὰ τὴν
καλὴν πλευρὰν καὶ ἀφήνωμε τὴν κακή, ἂν καί αὐτὴ
εἶναι πολὺ μεγάλη. Αλλὰ καὶ ἡ καλὴ πλευρά, ποὺ εἶναι
καὶ αὐτὴ πολὺ μεγάλη, εἰς τὸ θέμα τῆς προσευχῆς γίνεται ἐμπόδιο. Καὶ εἶναι κανεὶς ὑποχρεωμένος καὶ ὅλα τὰ
καλά, σιγά - σιγά, νὰ τὰ κλαδέψῃ. Καί, ὅπως εἶναι γνωστὸ, τὸ καλὸ δὲν κλαδεύεται εὔκολα, διότι πονᾶ. Καὶ
πονᾶ, διότι εἶναι καλόν. Εἶναι καλόν, ἀλλὰ δὲν εἶναι
Θεός. Κάτω ἀπὸ τὸν οὐρανό, τίποτα δὲν εἶναι Θεός. Δηλαδή, δὲν ὁδηγεῖ εἰς τὸν Θεὸν τίποτε κάτω ἀπὸ τὸν
οὐρανόν. Εἶναι πολὺ καλὸ καὶ χρειάζεται τὸ πολὺ καλὸ,
ἀλλὰ ὁδηγεῖ μέχρι τὸν τάφον. Ἐπειδὴ χρειάζεται καὶ
κάτι νὰ κάνομε μέχρι τὸν τάφο, γι᾿ αὐτὸ τὸ
οῦμε, ἀλλὰ δὲν θὰ τὸ χρησιμοποιήσωμε διὰ προσευχήν.
Ἡ ἐμπειρία ἐπίσης τῶν Ἁγίων Πατέρων, οἱ ὁποῖοι
εἶναι πρυτάνεις καὶ καθηγηταί, σὲ ὅλα τὰ μαθήματα τῆς
προσευχῆς, εἶναι ὅτι μὲ ὅλες τὶς προσευχὲς τὶς ὁποῖες
κάμνομε ὡς ὀρθόδοξοι, εὐαρεστεῖται τὸ Πνεῦμα τὸ
Ἅγιον. Ὅπως καὶ νὰ προσευχώμεθα. Ἐφ' ὅσον ταπεινώνεται καὶ προσεύχεται κανείς, ἡ προσευχὴ εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἑλκύει περισσοτέραν Χάριν τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος, καὶ ταχύτερα καὶ ποιοτικά περισσότερον
Ἐφ' ὅσον ἔκαμαν σύγκρισιν οἱ Πατέρες καὶ διεπίστωσαν αὐτὴν τὴν ἐμπειρία, ἄφησαν τὶς ὑπόλοιπες προσευχὲς καὶ ἀσχολήθηκαν μὲ τὸ θέμα τῆς εὐχῆς καὶ ἔφτασαν εἰς αὐτὰ τὰ μεγάλα μέτρα. Αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅμως
ὅτι παρεθεωρήθησαν οἱ προσευχὲς τοῦ ψαλτηρίου καὶ
τῶν ἀκολουθιῶν, διότι μέσα εἰς τὸν ναόν, ἡ ἀκολουθία
εἶναι λογική, δὲν εἶναι νοερά. Μέσα εἰς τὸ κελλὶ ἡ προσευχὴ εἶναι νοερά.
Λογικὴ προσευχὴ εἶναι αἱ προσευχές πού διαβάζομε
μέσα ἀπὸ τὰ βιβλία. Ο,τι περιλαμβάνουν τὰ βιβλία.
Δὲν θὰ εἴπωμε οὔτε μία λέξι παραπάνω. Ψαλτήριο,
Ἀπόστολος, Εὐαγγέλιο, προσευχαί, ἀκολουθίες, ὅλα τὰ
τυπικά. Εἶναι γραμμένα μέσα εἰς τὰ τυπικὰ τευχίδια
ὅλα αὐτά. Αὐτὸ λέγεται λογικὴ λατρεία. Αὐτὴ ἠμπορεῖ
ὁ ὁποιοσδήποτε νὰ τὴν ἀποκτήσῃ.
Ἡ νοερά, ὅμως, εἶναι μία ἄλλου εἴδους προσευχή.
Ξεκινᾶμε καὶ δὲν ξέρομε πῶς θὰ ξεκινήσωμε, πῶς θὰ
προχωρήσωμε, τί θὰ μᾶς συμβῇ, πῶς θὰ καταλήξωμε
καὶ ἂν θὰ καταλήξωμε. Δὲν γνωρίζει κανεὶς τί ἠμπορεῖ
νὰ μᾶς συμβῇ καθ᾽ ὁδόν. Εἶναι σὰν μία πτῆσι εἰς τὸ διάστημα, ποὺ ἠμπορεῖ νὰ ἔχῃ καὶ ἐκπλήξεις. Υπάρχει τὸ
ἐνδεχόμενο νὰ ἔχῃ καὶ ὀδυνηρὺς ἐκπλήξεις, ἀλλὰ καὶ νὰ
ἔχῃ καὶ θαυμαστὲς ἐκπλήξεις.
Ἔλεγε ἕνας μοναχὸς ὅτι ἕνα βράδυ ξύπνησε νὰ κάνει τὸ κομβοσχοίνι του, νὰ κάνῃ τὸν κανόνα του καὶ
ὀλέπει μέσα εἰς τὸ κελλί του δύο μάτια νὰ λαμπυρίζουν
σὰν τεράστια κάρβουνα, ἀλλὰ μόνο δύο μάτια. Αρχικά,
νόμιζε ότι ήταν παραισθήσεις λόγῳ τοῦ ὕπνου, ἀλλὰ
μετὰ διεπίστωσε ὅτι ἦταν πραγματικὰ τὰ μάτια αὐτὰ
τοὺ λαμπύριζαν. Μέσα εἰς τὸ σκοτάδι νὰ λαμπυρίζουν -
πῶς βλέπομε τῆς κουκουβάγιας τὰ μάτια, ποὺ εἶναι μεγάλα - δὲν εἶναι τόσο εὔκολο. Κουκουλώθηκε μέσα στὶς
κουβέρτες καὶ περίμενε νὰ ξημερώσῃ. Πάει καὶ τὸ κομβοσχοίνι. Μέγας φόβος!
Ἐκεῖ εἶναι λέγει «ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων». Ἑπομένως, οἱ ψυχές μας δὲν ἀντέχουν σὲ πολλὲς τέτοιες ἐμπειρίες. Δὲν εἶναι εὔκολο. Ὅταν τὸ συζητᾶμε θεωρητικὰ
ἴσως εἶναι ἁπλό, ἀλλὰ εἰς τὴν πρᾶξι δὲν εἶναι τόσο
εὔκολο. Ἕνα φίδι βλέπομε καὶ φοβόμεθα. Πῶς θὰ ἀντικρύσωμε δύο τεράστια μάτια μέσα εἰς τὸ σκοτάδι; Εἶναι
σὰν νὰ πετᾶμε μὲ τὸ ἀεροπλάνο καὶ μᾶς λέγουν:
- Πήδα κάτω μὲ τὸ ἀλεξίπτωτο· δὲν θὰ σκοτωθῇς.
Ναί, ἀλλὰ τὸ θέμα δὲν εἶναι ἐκεῖ. Πῶς κάνεις τὸν σάλτο; Αὐτὸ εἶναι τὸ πρόβλημα.
Τὸ μεγάλο πρόβλημα σὲ μᾶς ποὺ ἀδολεσχοῦμε εἰς τὸ
θέμα τῆς προσευχῆς εἶναι πὼς ἐδιδαχθήκαμε, ὁ καθέ-
νας ὅ,τι ἔμαθε, λίγα ἢ πολλά, εὐχάριστα ἢ δυσάρεστα,
καὶ πὼς καθὼς προχωρεῖ ἡ ζωή, μαθαίνομε καὶ ἀποτυπώνομε εἰς τὴν μνήμη μας πολλὰ πράγματα. Μὲ ὅλα
αὐτὰ ὁ νοῦς κουράζεται καὶ ἐπιπλέον δυσκολεύεται νὰ
συγκεντρωθῇ. Διότι διὰ νὰ συγκεντρωθῇ ὁ νοῦς πρέπει
νὰ ἁπλοποιηθῇ. Νὰ μὴν εἶναι πολυδιάστατος. Νὰ εἶναι
μονοδιάστατος, μονοϋπόστατος, νὰ γίνῃ ἕνας, νὰ ἔχῃ
ένα λογισμό. Καὶ διὰ νὰ κλαδευτοῦν οἱ λογισμοὶ πρέπει
νὰ χύσωμε αἷμα. Ἐδῶ εἶναι τὸ δύσκολο. Πάλι μὲ τὴν
προσευχὴ θὰ κλαδέψωμε τοὺς λογισμούς.
Εἶναι προκαταρκτικὴ ἡ προσευχὴ ἡ ὁποία μᾶς βοηθεῖ, σὰν πρῶτο στάδιο, εἰς τὸ νὰ λιγοστέψουν οἱ λογίσμοί· σὲ ἕνα ἑπόμενο στάδιο εἶναι ἡ ἀνωτέρα προσευχὴ
διὰ νὰ λιγοστέψουν καὶ ἄλλο οἱ λογισμοί, ἕως ὅτου πληρωθοῦν ὅλες οἱ προϋποθέσεις τῆς λεγομένης καθαρᾶς,
νοερᾶς προσευχῆς. Μέχρι τότε, θὰ ἀκολουθήσωμε αὐτὴ
τὴν λεγομένη μικτὴ προσευχή, μὲ ρεμβασμούς, μετεωρι-
σμούς, φαντασιώσεις.
Ἀλλὰ δὲν γίνεται διαφορετικά. Κατ' αὐτὸν τὸν τρόπο, θὰ ἀγωνιζώμεθα ὅσα χρόνια ὁ Θεὸς θελήσῃ. Καὶ
ὅλη μας τὴν ζωὴ ἐὰν θελήσῃ, νὰ εἶναι εὐλογημένο. Δηλαδή, ὅ,τι δώσει ὁ Θεός. Δὲν θὰ τοῦ ζητήσωμε ἐμεῖς περισσότερα. Ὅλοι ἐπιθυμοῦμε τὸ τέλειο. Καὶ ὁ Θεὸς τὸ
θέλει δι᾿ ἡμᾶς. Ἀλλὰ θὰ τὸ δώσῃ, ὅταν ὁ Θεὸς γνωρίζῃ
καὶ εἰς τὸν βαθμὸ ποὺ γνωρίζει...Τὸ νὰ ἐπιτύχωμε δὲ νὰ
προσευχώμεθα σωστά, εὐάρεστα, ὅπως θέλει ὁ Κύριος,
αὐτὸ εἶναι τὸ δυσκολώτερο καὶ τὸ ἱερώτερο ἐπίτευγμα
ἐπὶ τῆς γῆς.
Αὐτὸ πλέον εὑρίσκεται εἰς τὸ ἐπίπεδο τῆς ἀπολύτου
ἀγγελικῆς καταστάσεως. Τέτοιο διακόνημα ἐπιτελοῦν
μόνον οἱ ἄγγελοι ἐν οὐρανοῖς, νὰ συγκεντρώσουν δηλαδή τὸν νοῦ τους. Αὐτοὶ τὸ ἔχουν ἐπιτύχει ἀπόλυτα, διότι
εἶναι πλήρεις Πνεύματος Ἁγίου, χωρὶς κανένα λογισμὸ
καὶ πάθος.

Πόλεμος τῶν δαιμόνων κατὰ τῆς προσευχῆς. ΑΠΟΚΑΛΎΨΕΙΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΈΣ. ΜΑΚΑΡΙΣΤΌΣ ΓΈΡΩΝ ΕΦΡΑΊΜ.ΣΚΗΤΗ ΑΓΊΟΥ ΑΝΔΡΈΑ ΚΑΙ ΜΕΓΆΛΟΥ ΑΝΤΩΝΊΟΥ.


Ἐπειδὴ ἡ προσευχὴ ἑνώνει μὲ τὸν Χριστόν μας, ὁ σατανᾶς καὶ οἱ δαίμονές του, ἀνὰ τοὺς αἰῶνας, καὶ πρὸ Χριστοῦ καὶ μετὰ Χριστόν, τὴν ἐπολέμησαν λυσσαλέως,
ὅσο τίποτε ἄλλο εἰς τὸν κόσμον. Ἀπὸ τὴν πρᾶξι καὶ ἀπὸ
τὴν ἐμπειρία μας, ἀπὸ πνευματικῆς πλευρᾶς, σὰν ἀρετή,
σὰν ἀγώνισμα, ὅλοι ἔχομε διαπιστώσει πώς δὲν συναντᾶ κανεὶς τόσο μεγάλη ἀντίστασι καὶ δυσκολία σὲ κανένα ἄλλο θέμα· συναντᾶ βεβαίως, ἀλλὰ ὄχι εἰς τὸν βαθμὸν αὐτόν, ὅπως εἰς τὴν νοερὰ προσευχήν. Ὅταν θὰ
ἔλθῃ ἡ ὥρα νὰ συνομιλήσῃ κανεὶς μὲ τὸν Χριστόν, παίρνοντας εἰς τὸ χέρι τὸ κομβοσχοίνι του ἢ νοερῶς, τότε γίνεται γενικὴ ἐπιστράτευσις ὅλων τῶν δαιμόνων. Τότε θὰ ἔλθουν ὅλοι οἱ λογισμοί. Καὶ εἰς ἄλλας περιπτώσεις βομβαρδισμὸς πανταχόθεν. Ἂν κανεὶς δὲν τὸ ἔχῃ ἀντιληφθῇ, σύντομα θὰ γίνῃ ἀντιληπτόν. Εἶναι ἀναπόφευκτον.

Ὁ Χριστός μας, εὐθὺς μετὰ τὴν Βάπτισί Του, μετέβη εἰς τὸ Σαραντάριον Ὄρος, ὅπως γνωρίζομε, καὶ ἔμεινε
ἐκεῖ σαράντα ἡμέρας ἐν νηστείᾳ καὶ προσευχῇ. Εἰς τὸ
διάστημα αὐτὸ ἐπειράσθη ὑπὸ τοῦ σατανᾶ καὶ ἔδωσε αἰώνιον παράδειγμα καὶ εἰς ὅλους μας ὅτι καὶ ἡμεῖς θὰ
πειρασθῶμεν. Αν τὸν Χριστὸν ἀπετόλμησε νὰ δοκιμάσῃ, πόσο μᾶλλον ἡμᾶς. Ἀλλὰ οἱ ῞Αγιοι Πατέρες δὲν
ἠσχολήθησαν τόσο μὲ τὸ πῶς προσηύχετο ὁ Χριστὸς εἰς
τὸν οὐράνιόν Του Πατέρα· τοὺς ἐνδιέφερε τὸ γεγονὸς
ὅτι ὅλα αὐτὰ τὰ ἔκαμνε διὰ νὰ πάρωμε ἐμεῖς παράδειγμα, νὰ μιμηθῶμεν κι ἐμεῖς τὸν Χριστό μας. Ἐφ' ὅσον
προσηύχετο, κι ἐμεῖς θὰ προσευχώμεθα. Ἐφ' ὅσον ἐγονάτιζε καὶ ἔκαμε τὴν ἐκτενῆ προσευχή, ἐκεῖ εἰς τὴν ἀγωνία τῆς Γεθσημανῆς, τὸ ἴδιο θὰ κάμνωμε κι ἐμεῖς.

Ἐπιστρατεύομε ὅλας τὰς δυνάμεις μας, ἐπιστρατεύει
καὶ ὁ διάβολος ὅλας τὰς ἰδικάς του δυνάμεις, ὅλας τὰς
παρατάξεις. ῎Εχομε πλουσία ἐμπειρία, εἰς τὴν Πατερικὴν βιογραφίαν. Ἕναν μεγάλον ἀσκητήν, ἕναν ἀββᾶ,
τὸν ἁγιώτατο γέροντα καὶ κοινοβιάρχην, τὸν ἅγιο
Παΐσιο Βελιτσκόφσκυ, πού ἑορτάζει εἰς τὶς δεκαπέντε
Νοεμβρίου καὶ ὁ ὁποῖος ἦτο μοναχός εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος, εἰς τὸν Προφήτη Ἠλία, τὸν ἐπολέμουν καὶ τρία
καὶ πέντε καὶ δέκα καὶ χίλια καὶ δέκα χιλιάδες δαιμόνια. Ἐκεῖνος, όμως, είχε φθάσει σὲ τέλεια μέτρα καρδιακῆς καὶ πνευματικῆς προσευχῆς καὶ εἰς τόσο μεγάλον βαθμόν ὥστε, ὅταν ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἔμαθε ὅτι ἔχει αὐτὴν τὴν ἐμπειρία καὶ τὴν κατάστασι, ἠθέλησε νὰ γίνῃ ὑποτακτικὸς κοντά του.
Εἰς τὴν ζωήν του τὸν ἐπολέμουν δέκα χιλιάδες δαιμόνια. Καὶ μάλιστα ἕνας μεγάλος ἀξιωματικὸς δαίμονας, εἰς μίαν κατάστασιν ἀποκαλύψεως, τοῦ εἶπε ὅτι ἡ
προσευχή, ὡς πύρινη, κατακαίει τὰ δαιμόνια, ἀλλὰ τὰ
δαιμόνια, ὡς πεισματάρικα, δὲν ὑποχωροῦν. Ἐλπίζουν.
Μπορεῖ νὰ χάνουν ἀλλὰ ἐλπίζουν. Κάποτε κάτι θὰ κερδίσουν. Ὅμως, δὲν ἐκέρδισαν εἰς τὸν ἅγιον Παΐσιον καὶ
δὲν ἐπέτυχαν. Τὸ μόνο ποὺ παρεχώρησεν ὁ Θεός, ἦτο νὰ
καῇ μία βιβλιοθήκη μὲ χειρόγραφά του. Ἕνας διάβολος μάλιστα προέβλεψε καὶ τοῦ εἶπε:
Ὅσο ζῇς θὰ σὲ πολεμοῦμε, μολονότι εἴμαστε τόσοι,
ἀλλὰ μετὰ τὴν κοίμησί σου νὰ ξέρῃς πὼς θὰ φτάσῃ ἐποχή, κατὰ τὴν ὁποία καὶ ἕνας δαίμων θὰ ἀρκεῖ γιὰ νὰ
ἐπιβλέπῃ εἰς τὸ μοναστήρι ὅλη τὴν κατάστασι.
Ὄχι νὰ πολεμῇ. Νὰ ἐπιβλέπῃ ἁπλῶς. Δὲν θὰ χρειάζεται νὰ κάνῃ ὁ δαίμων τίποτε. Αὐτὰ ποὺ θὰ ἤθελε νὰ
κάνῃ, θὰ τὰ κάνουν καὶ μόνοι τους οἱ μοναχοί. Ἑπομένως, θὰ εἶναι γενικὸς ἐπιθεωρητὴς τῆς ὑποθέσεως.
Πῶς ξεκινᾶ μία πνευματική παράταξις καὶ ποῦ καταντᾶ, ποῦ καταλήγει. Καὶ οἱ μοναχοὶ εἶναι ἴδιοι. Αἱ προαιρέσεις εἶναι ἴδιες, ἀλλὰ καθὼς ἀλλάζουν οἱ
ἄνθρωποι καὶ φεύγουν εἰς τὸν ἄλλον κόσμον, μετὰ
ἔρχονται ἄλλα γεγονότα, ἄλλες συνθῆκες, γίνονται
ἀλλοιώσεις. Εἶναι ἑπόμενο αὐτό. Κι ἔτσι, λοιπόν, ἡ προσευχὴ αὐτοῦ τοῦ μεγάλου ἁγίου, αὐτοῦ τοῦ ἀνθρωπου τοῦ Θεοῦ, καὶ ὅλων, βέβαια, τῶν Ἁγίων, ἐκράτει σε
ἀπόστασι τόσα δαιμόνια.
Ὅμως, κατὰ κοινὴν ὁμολογίαν ὅλων τῶν Ἁγίων Πατέρων, ἐπειδὴ ὁ νοῦς εἶναι αὐτὸς ποὺ ἐπικοινωνεῖ διὰ
τῆς ἑνώσεως μὲ τὸν Χριστόν μας, ὁ νοῦς εἶναι αὐτὸς ὁ
ὁποῖος δέχεται καὶ ὅλο τὸ πῦρ τῶν λογισμῶν. Εἶναι τὸ
κέντρον, εἰς τὸ ὁποῖον τοξεύουν ὅλα τὰ πυρφόρα βέλη
των οἱ δαίμονες.
Τί λογισμὸ θέλομε καὶ δὲν περνᾶ ἀπὸ τὸ μυαλό μας,
πάντοτε, ἀλλὰ κυρίως ἐν ὥρᾳ προσευχῆς;
Ἔλεγε ἕνας γέροντας:
- Θέλω νὰ γράψω ὅλους τοὺς λογισμοὺς ποὺ δέχθηκα μόνο σὲ μία προσευχὴ μιᾶς ὥρας. ῞Ενας τόμος δὲν
μοῦ φτάνει. Δέκα χιλιάδες χέρια χρειάζεται νὰ γράφουν. Μὰ τὸ πρόβλημα δὲν εἶναι ὅτι δὲν μοῦ φθάνει ὁ
τόμος, ἀλλὰ ὅτι ὅλα αὐτὰ θὰ εἶναι τὰ πιὸ ἀπίθανα πράγματα ποὺ θὰ ἠμποροῦσε νὰ διαβάσῃ κάποιος. Τὰ πιὸ
ἀπίθανα. Τὰ πιὸ φανταστικὰ ὅλης τῆς κλίμακος, καὶ
τῆς καλῆς καὶ τῆς κακῆς.
Καὶ γεννᾶται τὸ ἐρώτημα: Ἑπομένως, νὰ μὴν προσευχώμεθα; Νὰ καταθέσωμεν τὰ ὅπλα τῆς προσευχῆς;
Διότι ἅμα σταματήσωμε νὰ προσευχώμεθα, κοντοστέκεται ὁ ἔχθρὸς καὶ λέγει:
- Γιὰ νὰ δοῦμε, θὰ συνεχίσῃς;.
Συνεχίζεις; Συνεχίζει. Σταματᾶς; Σταματάει.
Εἶναι φοβερὸν αὐτὸ τὸ πρᾶγμα. Διότι ἡ προσευχὴ
ἐνεργεῖ διπλά. Ἐμᾶς φωτίζει καὶ αὐτὸν φλογίζει. Δι᾿
αὐτὸ καὶ ἐπιτίθεται.
Διότι, ἂν θὰ ἦτο θεατὴς ὁ διάβολος καὶ θὰ ἐκάθητο
κάπου, εἰς μία πολυθρόνα καὶ δὲν τὸν ἐνδιέφερε, θὰ ἐλέγαμε κι ἐμεῖς; «Δὲν μὲ ἐνδιαφέρει, κάνε ὅ,τι καταλαβαίνεις.
Ἐπειδή, όμως, τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ τὸν κυνηγά,
ἐπειδὴ ὁ Χριστὸς εἶναι πανταχοῦ παρών, καὶ ἡ Χάρις
Του πανταχοῦ παροῦσα, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀρχίζῃ νὰ
λέγει: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», κινεῖ τὴν ἐνέργεια σὲ δρᾶσι. Διατάσσει αὐτὴν τὴν φλόγα τῆς Θείας
χάριτος, τὴν ἁπανταχοῦ τῆς γῆς, τῆς οἰκουμένης, τοῦ
σύμπαντος, εὑρισκομένη νὰ ἐνεργήσῃ καὶ ἐνεργεῖ. Πῶς
ἐνεργεῖ; Τοὺς μὲν ἀγγέλους χαροποιεῖ, τοὺς δὲ δαίμονας θλίβει. Επομένως, μέσα εἰς τὸ ὑπάρχον βάσανο
αὐξάνει καί ἄλλο βάσανο. Εἶναι ἡ Κόλασις καὶ ἡ φωτιὰ
τῆς Κολάσεως.
Ἐρώτησαν τὰ δαιμόνια:
- Τί σᾶς καίει πιὸ πολύ;
- Ἡ προσευχή, ἀπήντησαν.
Εἶναι ὁ δαίμων τοῦ δαίμονος. Ὁ δαίμων ποὺ δαιμονίζει καὶ κολάζει τὸ δαιμόνιο· μία κόλασις ποὺ κολάζει
τὰ δαιμόνια εἶναι ἡ προσευχὴ τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ.
Καὶ πολλοὶ Ἅγιοι Πατέρες, ἐκ τῶν δαιμόνων, καί ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἐμπειρία, ἐπῆραν αὐτὴν τὴν αἴσθησι: τί δύναμι ἔχει ἡ προσευχὴ εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ μας
καὶ πόσο ὠφελούμεθα ἐμεῖς. Μάλιστα, ἕνας μεγάλος γέροντας εἶχε εἰπεῖ ὅτι:
- Δὲν θὰ φτάσῃ ὁ ἄνθρωπος εἰς τὸ ἐπίπεδο νὰ ἔχῃ τόσο μεγάλη αἴσθησι καὶ φόβο τῆς προσευχῆς, ὅσον ὁ διάβολος. Ἐκτὸς ἐὰν συμβῇ αὐτὸ σὲ σπάνια περίπτωσι.
Ἐπειδὴ ἀκριβῶς γνωρίζει, ὡς πεπτωκὼς ἄγγελος,
καὶ δὲν ἔχει χάσει τὴν αἴσθησιν τῆς μνήμης, δὲν θέλει
ἐπ᾽ οὐδενὶ νὰ φθάσῃ ὁ ἄνθρωπος εἰς τὸ σημεῖο αὐτό, εἰς
τὸ ἀξίωμα αὐτὸ καὶ τὴν θέσιν, ἀπὸ τὴν ὁποία αὐτὸς πέπτωκεν. Καὶ ἀγωνίζεται παντοιοτρόπως.
῎Ετσι, λοιπόν, ἡ ἰδία ἡ προσευχὴ λαμβάνει μορφὴν
δραματικῆς μονομαχίας, τιτανομαχίας. Δὲν εἶναι
ἁπλῶς νὰ καθήσωμε κάπου καὶ νὰ προσευχηθοῦμε:
«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με· Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ,
ἐλέησόν με· Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με ...» καὶ ἐτελειώσαμε. Δὲν εἶναι ἔτσι. ῎Ισως, ἔτσι θὰ προσεύχωνται
μερικοί, οἱ ὁποῖοι ἀκόμη σκέπτονται νὰ ξεκινήσουν ἢ
ἤδη ξεκίνησαν, καὶ ὁ δαίμων δὲν τοὺς ἀντελήφθη ἀκόμη, δὲν τοὺς ἤκουσε, δὲν τοὺς ἔμαθε ὅτι προσεύχονται.
Διότι ἠμπορεῖ νὰ συμβαίνῃ καὶ αὐτό.
Πῆγε κάποιος νὰ γίνῃ δόκιμος μοναχὸς καὶ ὁ διάβολος τὸ ἔμαθε μετὰ ἀπὸ μῆνες. Συναντήθηκαν κάποια
δαιμόνια.
Λέγει ὁ ἕνας δαίμων:
- Δὲν τὸν βλέπω τὸν δικό μου. Ποῦ γυρίζει;
Κάπου στὸ Ἅγιον Ὄρος τὸν εἶδα ἐγώ, ἀπαντᾶ ὁ ἄλλος.
- Σώπα ρέ, λέγει, ποῦ γυρίζει στὸ Ἅγιον Ὅρος; Κάνε καμμιὰ βόλτα νὰ μοῦ τὸν φέρῃς.
Αὐτὸς ἔκανε μία βόλτα καὶ πείραζε καὶ τοὺς ἄλλους ἄνθρώπους.
Πῆγε εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος.
- Ἐδῶ εἶσαι; Τοῦ λέγει. Ωχ, ὤχ, ὤχ, θὰ πάω νὰ φέρω
τώρα καμμιὰ ντουζίνα δαιμόνια, νὰ δῇς τί θὰ γίνῃ.
Ἀπὸ αὐτὸ τὸ περιστατικὸ βλέπομε τί συμβαίνει ἀοράτως! Ὅπως ἐμεῖς σκεπτόμεθα καὶ ὁμιλοῦμε καὶ παίρνομε ἀποφάσεις καὶ ἔχομε τὰς δουλὰς καὶ τὰ συνέδρια,
ἔτσι καὶ τὰ πνεύματα. Ἀλλὰ καὶ οἱ ἄγγελοι καὶ τὰ πνεύτὰ πονηρά. Ὅλοι διπλὰ ἐνεργοῦν· οἱ μὲν ἄγγελοι
νὰ δοξάσουν τὸν Θεὸν καὶ νὰ βοηθήσουν ἐμᾶς, οἱ δὲ
δαίμονες νὰ κολάσουν τοὺς ἀνθρώπους.
Καὶ εἶναι γνωστὸ ὅτι μόνον μὲ τοὺς ἀνθρώπους
ἀσχολοῦνται. Οὔτε μὲ τὰ ψαράκια, οὔτε μὲ τὰ ζωάκια,
οὔτε μὲ τὰ πουλάκια, οὔτε μὲ τὰ φυτά, οὔτε μὲ τὰ χόρτα,
μὲ τίποτε, οὔτε μὲ τοὺς πλανῆτες, μὲ τίποτε δὲν ἀσχολοῦνται. Σὰν νὰ μὴν ὑπάρχῃ τίποτε εἰς τὸ σύμπαν. Μόνο σὰν νὰ ὑπάρχουν αἰωρούμενα ὄντα, οἱ ἄνθρωποι καὶ μὲ αὐτὰ συνεχῶς ἀσχολοῦνται. Εἶναι φοβερὸ αὐτὸ τὸ
πρᾶγμα.
Γι' αὐτὸ καὶ εἰς τὴν Δευτέρα Παρουσία δὲν θὰ ἠμποροῦν νὰ μᾶς πολεμοῦν. Τοὺς ἀφαιρεῖται πλέον τὸ δικαίωμα νὰ πολεμοῦν τοὺς ἀνθρώπους. Αὐτὴ ἡ αἴσθησις
πὼς θὰ εἶναι ἀπολέμητοι, πὼς δὲν θὰ πολεμήσουν πιὰ,
ἀλλὰ θὰ βρίσκονται σ' αὐτὴν τὴν αἰώνιον ἀπραξίαν - ἀκινησίαν, εἶναι ἡ πιὸ φρικτή των κόλασις· νὰ ἵστανται
ἔτσι καὶ νὰ μὴν ἠμποροῦν οὔτε εἰς τὸ μὴ ὂν νὰ πᾶνε, νὰ
ἐπιστρέψουν, οὔτε καὶ νὰ ἠμποροῦν νὰ πολεμήσουν·
διότι θὰ ἐνθυμοῦνται ὅτι κάποτε, ὅταν ἦταν ὁ κόσμος,
πολεμοῦσαν τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἄλλους μὲν κέρδισαν,
ἄλλους δὲ ἔχασαν.
Ἐφ᾽ ὅσον, ὅμως, κάποιος μνημονεύῃ τὸ ὄνομα τοῦ
Χριστοῦ, ἡ ἰδία ἡ αὐθυπάρχουσα ἐνέργεια ποὺ περικλείεται μέσα εἰς τὸ θεῖον ὄνομα, καθὼς λέγεται, ἐκρήγνυται.
Σὰν νὰ ἔχω μία ἀτομικὴ δόμβα καὶ τὴν ρίχνω· ἐκρήγνυται, παράγοντας ἐνέργεια, καὶ ἀλλοίμονο σὲ ὅποιους βρεθοῦν ἐκεῖ. Εἶναι αὐτονόητον. ῎Ετσι καὶ τὸ ὄνομα
τοῦ Κυρίου, τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», ἐνῷ
εἶναι παντοδύναμον, ὅμως, δὲν ἐνεργεῖ πάντα. Θὰ ἐνεργήσῃ μόνον μέσῳ τῆς ἐνεργείας τοῦ προσευχομένου
ἀνθρώπου, μὲ αὐτὲς τὶς προϋποθέσεις. Διότι δὲν ἐνεργοῦν ὅλες οἱ προσευχές.
Διότι, ἂν ποῦμε σὲ κάποιον νὰ προσευχηθῇ καὶ λέγῃ
τὰ ἴδια πράγματα, δὲν θὰ ἐνεργήσῃ ὑποχρεωτικὰ ὁ πόλεμος.
Υπάρχει μέθοδος καὶ σύστημα διὰ τὸ πῶς θὰ προσευχηθῇ ὁ ἄνθρωπος, ἁπλῶς ἐπειδὴ τὸ λένε οἱ
ἄλλοι, ἀλλὰ διὰ νὰ ἑλκύσῃ τὴν Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· πρῶτον γιὰ νὰ συγχωρηθῇ καὶ νὰ θεραπευθῇ
καὶ δεύτερον διὰ νὰ φωτισθῇ καὶ νὰ καθαρισθῇ καὶ νὰ
θεωθῇ, νὰ τελειοποιηθῇ. Αὐτὴ εἶναι ἡ ὁδὸς καὶ ὁ πόθος
καὶ ἡ ἐπιθυμία μας. Καὶ φυσικά, καθ᾽ ὁδόν, ἀντιστέκονται καὶ τὰ πνεύματα τὰ πονηρά, διότι δὲν θέλουν ἐπ᾿
οὐδενὶ νὰ φθάσῃ ὁ ἄνθρωπος σ' αὐτὸ τὸ σημεῖο.
Ἕνας γέροντας, ὁ ὁποῖος εἶχε αὐτὲς τὶς καταστάσεις
καὶ ἐμπειρίες, μᾶς ἔλεγε:
- Πατέρες μου, ἐνῷ ὁ ἄνθρωπος κάθεται ἐπάνω εἰς
τὸν πλανήτη γῆ, ἐπάνω εἰς τὴν ἐπιφάνεια τοῦ χώματος,
ὁπουδήποτε καὶ νὰ εἶναι τὸ κελλάκι του καὶ τὸ ἀσκητήριό του, καθὼς λέγει τό: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν
με», αὐτὴ ἡ εὐχὴ περνᾶ τὸν ἀέρα, περνᾶ τὰ ἐναέρια τελώνια καὶ διαχέεται μέσα εἰς τὸ σύμπαν καὶ συνεχῶς
ἀκούγεται καὶ δὲν χάνεται ὁ ἦχος.
Επομένως, συνεχῶς ὁ οὐρανὸς βομβαρδίζεται μὲ
ἤχους ταπεινοὺς περὶ Θείου Ἐλέους. Ὅταν θὰ εἴπωμε
μία εὐχὴ ἐδῶ εἰς τὴν γῆ, μετὰ ἀπὸ λίγο τὰ παλμικὰ κύματα θὰ ἐκταθοῦν, θὰ σταματήσουν. Αν θὰ ὡμιλούσαμε εἰς τὸ κενὸν τοῦ ἀέρος, ἐπειδὴ δὲν ὑπάρχουν τὰ κύματα, δὲν θὰ ἠκούετο ἡ φωνή. Ὄχι πὼς δὲν ὁμιλοῦμε,
ἀλλά, λόγῳ ἐλλείψεως ἠχητικῶν κυμάτων, δὲν μεταδίδεται ἡ φωνή. Αὐτὸ εἶναι πολὺ φυσικόν. Ὅμως, τοῦτο
δὲν θὰ συμβῇ, ὅταν θὰ λέγῃ κανεὶς τὴν προσευχὴ ἐν
Πνεύματι Ἁγίῳ. Αὐτὴ ἡ εὐχή, αὐτὸς ὁ ἦχος, θὰ ἀκούγεται εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.

ΕΊΠΕ ΜΟΝΑΧΉ.«Χριστιανή, μην ξεχνάς την αποστολή σου· να χαίρεσαι και να φέρεις την Ανάσταση όπου κι αν πας...»

Τα νέα της Μεσαράς «Η παραστρατημένη και η Γερόντισσα Γαλακτία»27/04/2023


Τα νέα της Μεσαράς
 «Η παραστρατημένη και η Γερόντισσα Γαλακτία»
27/04/2023



Του Αρχιμανδρίτου Αντωνίου Φραγκάκη, Ιεροκήρυκος της Ιεράς Μητροπόλεως Γορτύνης και Αρκαδίας



Πολλά περιστατικά από την ένθεη ζωή της Γερόντισσας Γαλακτίας έχουν διασωθεί και προωθήθηκαν κατά καιρούς στις στήλες της δημοσιότητας.  Επιθυμώ να αναφερθώ σε ένα, που δείχνει την μητρότητα και την στοργή της, την ασυνθηκολόγητη μάχη της εναντίον της αμαρτίας αλλά και την μεταποιητική φροντίδα της σε κάθε συντετριμμένο αμαρτωλό.  Αληθινά, έτρεφε τέτοια αγάπη σε ανθρώπους που ήταν θύματα των Αδαμιαίων μας κληροδοτημάτων και της επήρειας του διαβόλου, ώστε έδινε την εντύπωση ότι όσους η κοινωνία ήταν έτοιμη να τους κλείσει στη φυλακή λόγω οξείας παραβατικότητας και ανάρμοστης διαγωγής, εκείνη τους καταχωρούσε ευχαρίστως στην «φυλακή» της καρδιάς της, προκειμένου να τους χαρίσει την πραγματική ελευθερία…

Πολλά τα περιστατικά… Θα αναφερθώ στην περίπτωση μιας παραστρατημένης που συγκέντρωνε πάνω της τις λοξές ματιές του «αμίαντου» κοινωνικού περίγυρου και την απαρέσκεια των ναρκισσιστών της τελειότητας.  Δεν θα αναφέρω τόπο διαμονής, ηλικία, όνομα και οικογενειακά χαρακτηριστικά, γιατί σκοπός μου δεν είναι να καταδείξω πρόσωπα αλλά να διαζωγραφίσω το μέγεθος της αγάπης του Θεού, που αισθητοποιείται μέσω των ενσάρκων φορέων της παρουσίας Του, που είναι οι Άγιοι της Εκκλησίας μας…

Ήταν μια νεαρή γυναίκα με πολύπλαγκτη βιοτή από τα παιδικά της χρόνια.  Ζούσε μέσα στην ορφάνια, την φτώχια, την κακουχία, την στέρηση, του καθημερινού βιοποριστικού έργου την οδύνη, αρκετών ανθρώπων την βαρβαρότητα, των πλουσίων τη βλοσυρότητα, των αφεντάδων την κακοήθεια και φυσικά των συγγενών και φίλων την λησμοσύνη… Πόσα τέτοια νέα παιδιά που στερούνται τα προς το ζην, δεν θυματοποιούνται ποικιλοτρόπως από «σαρκοβόρα» και απάνθρωπα αφεντικά και αδυνατούν να αποσπασθούν από τον εκμαυλισμό και την εκμετάλλευση των προαγωγών τους!  Τραγικά σπουργιτάκια!  Τα λευκά φτερά της παιδικής τους αγνότητας και του εφηβικού ενθουσιασμού τους, τα τραυμάτισε θανάσιμα η θανατηφόρος «λόγχη» της σύγχρονης πορνοδιαστροφικής βουλιμίας… Ζητούν ψωμί και λαμβάνουν πληγή… Κακώσεις που αιμορροούν μια ζωή πάνω στην ψυχοσωματική τους ολότητα… Και αυτά ονομάζονται από την δήθεν χειραφετημένη κοσμική αντίληψη «χαροποιές ευκαιρίες» και «τερψίγονες επαφές»!  Τους γίνεται δεύτερη φύση η αναγκαστική τους μύηση στη γευσιγνωσία του βούρκου και έχουν έπειτα να αντιμετωπίσουν και την ανελέητη κατακραυγή όλων εκείνων, των οποίων υπήρξαν τραγικά θύματα…

Προς Θεού, δεν αμνηστεύουμε την αμαρτία που είναι θανασιμότατη, καθώς εντάσσει σε καθοδική πορεία το «κατ’ εικόνα» με το οποίο μας προικοδότησε ο Θεός και κοπροποιεί απόλυτα την ανθρώπινη αξία και προοπτική.  Απλά, στιγματίζουμε την ανθρώπινη υποκρισία, που ενώ δημιουργεί την υποδομή τέτοιων νοσηρών καταστάσεων, καταλήγει και στην αποκαρδιωτική καταφορά των αιχμαλωτισμένων στα δυσώδη μπουντρούμια της παραβατικότητας και της διάβρωσης, αντί να τείνει χέρι βοηθείας, προκειμένου να αναπνεύσουν το ζείδωρο οξυγόνο της Χάριτος και να επιδιώξουν την άμεση αποδέσμευση από τα δόκανα της φρικιαστικής αυτής υποδούλωσης και ψυχοσωματικής αποδόμησης…

Η τσακισμένη εκείνη από την αμαρτία κοπέλα, βρήκε καταφύγιο στην αγκαλιά της Γερόντισσας Γαλακτίας.  Η σεσημασμένη κοντά στην Χαριτωμένη!  Η κατεγνωσμένη δια τον βίον, κοντά στη διακεκριμένη ως προς τον τρόπον!  Η υπόκοσμη δίπλα στην υπέρκαλλη!  Το επισυρόμενο μιαντήριο συντροφιά με το ουράνιο ευωδιαστήριο!  Ο βόρβορος πλησίον στο θησαυρό!

Δεν λέγεται, δεν περιγράφεται η αγαθή και σωτήρια αυτή συντυχία!  Δεν μου τα είπαν, τα είδα, τα έζησα από πρώτο χέρι.  Τα έβλεπα καθημερινά… Περίμενε η τραγική εκείνη ύπαρξη κάθε βράδυ να αδειάσει το σπίτι από ανθρώπινη παρουσία.  Ερχόταν με το αυτοκίνητό της.  Γονάτιζε και έβαζε το κεφάλι της πάνω στα πόδια της καθήμενης, ανήμπορης σωματικά Γερόντισσας… Δεν μιλούσε.  Έκλαιγε μόνο, με κάτι δάκρυα ασταμάτητα, καυτά, θαλερά… Η Γερόντισσα έκλαιγε και εκείνη σιωπηλά και την χάιδευε στοργικά στο κεφάλι: «Γλυκό μου κοριτσάκι» την άκουσα και της είπε κάποτε, «να ’ξερες πόσο σε αγαπά ο Χριστός»!

Κάποτε, μια θερινή βραδιά, καθόταν έξω στην αυλή.  Το ίδιο σκηνικό.  Αδιαφορούσαν για την έκπληξη ή και την επίκριση των διερχομένων που τις έβλεπαν.  Η ευτέλειά μου ευρίσκετο μέσα στο δωμάτιο της Γερόντισσας.  Κάτι έγραφα.  Ήταν ανοιχτό το παράθυρο της πόρτας.  Άκουσα τα γλυκά αλλά και αφυπνιστικά λόγια της γιαγιάς, όπως απευθύνονταν ήρεμα, στοργικά, σαν δροσιστική αύρα στα αυτιά και στα εσώψυχα της γυναίκας εκείνης:

– «Όλοι μας παιδί μου λίγο ή πολύ εργαστήκαμε στου σκοταδιού τα έργα, εδουλέψαμε στου διαβόλου το χωράφι και πικράναμε τον Χριστό!  Καιρός να αποτινάξουμε από πάνω μας τον κουρνιαχτό της αμαρτίας, να πάρομε τον δρόμο της επιστροφής και να γυρίσομε στο σπίτι του Πατέρα μας!  Μας περιμένει με λαχτάρα και αγωνία!  Πάνω στο Σταυρό <ύφανε> για τον καθένα μας καινούργια λαμπερή στολή.  Αρκεί να τον αφήσομε να μας πλησιάσει.  Αυτός φλέγεται να το κάνει.  Αν του το επιτρέψουμε, τότε μια ρανίδα από το Πανάγιο Αίμα Του, όταν σμίξει με ένα δικό μας καυτό δάκρυ μετάνοιας, όχι μόνο κάνει απόσβεση χρεών, αλλά μας καινουργιώνει κιόλας ενώπιον του Δικαιοκρίτου Θεού…  Εμένα που με βλέπεις, έχω κάνει χειρότερα από εσένα!  Αλλά επιστρέφω κάθε μέρα κοντά Του και ελπίζω στο έλεός Του».

– «Μη μου τα λες σ’ εμένα θεία Γαλάτεια αυτά», απάντησε η κοπέλα. «Σε ξέρω καλά.  Ούτε αέρας δεν σε έχει αγγίξει.  Τί μου λες τώρα ότι εσύ είσαι από εμένα χειρότερη…»

– «Και όμως παιδί μου, ισχύει απόλυτα αυτό που σου είπα», συνέχισε η ακατάκριτη και ταπεινότατη Γερόντισσα..!  «Ο Θεός, παιδί μου, διαφορετικά κρίνει!  Είμαι χειρότερη από εσένα, γιατί ένοιωσα από μικρή την αγάπη του Θεού, αλλ’ όμως τις δωρεές Του δεν τις εργάσθηκα για την δική Του Δόξα!  Αυτό είναι βαρύτερο απ’ όσα έκανες εσύ!».

Πέρασε καιρός, δεν την βλέπαμε πια να έρχεται τα βράδια.  Ένα καλοκαιρινό σούρουπο, 7 Αυγούστου, κατέβηκα κατά τις 9μμ από τον Ναό της Οσίας Ειρήνης της Χρυσοβαλάντου στο σπίτι της Γερόντισσας.  Αμέσως, μου δίνει ένα γράμμα από την κοπέλα εκείνη, που το διακρατώ ως ιερότατο κειμήλιο και αφυπνιστική σάλπιγγα στα ώτα της δικής μου ψυχής… Ήταν γραμμένο με μολύβι σε χονδρό χαρτί, σαν αυτό του κρεοπωλείου.  Αναφέρει τα εξής:

«Θεία Γαλάτεια,

Δεν έρχομαι, γιατί διαγνώστηκα με τέσσερεις καρκίνους στα ζωτικά όργανα.  Είμαι χαρούμενη που φεύγω από την ζωή, γιατί με βοήθησες και μίσησα την αμαρτία και αγάπησα το Χριστό!  Δεν έχω όμως ποτέ εξομολογηθεί, γιατί αν θυμάσαι, δίσταζα να το κάνω… Έχω κάνει πολλά αίσχη στη ζωή μου… Και με συγγενείς μου εξ’ αγχιστείας πήγα, και έμβρυα πρέπει να σκότωσα με τα χάπια που έπαιρνα (αντισυλληπτικά).  Όμως δεν μπήκα σφήνα ποτέ σε παντρεμένα ζευγάρια και δεν επέτρεψα ποτέ ανώμαλες πράξεις πάνω στο σώμα μου, που οι άνδρες ξετρελαίνονται γι’ αυτά.  Πιέστηκα αλλά δεν υποχώρησα.  Τώρα ήρθε η ώρα να εξαγορευθώ, μπας και ξεμαγαρίσω.  Πες στον π. Αντώνιο, αν δικαιούμαι κι εγώ το κλειδί του Παραδείσου να μη μου το στερήσει.  Τον παρακαλώ πολύ να έρθει οπόταν μπορέσει να εξομολογηθώ.  Σε φιλώ,  η τάδε».

Συγκλονίστηκα από το γράμμα και το κράτησα.  Απάντησα όμως ότι θα πήγαινα την επομένη.  Ήμουν κάθιδρος και αποκαμωμένος.  Η Γερόντισσα αντέδρασε έντονα.  Διεξήχθη η εξής στιχομυθία:

–  «Τί είπες;  Δεν πας απόψε;  Πάρε το πετραχήλι και πήγαινε αμέσως».

–  «Δεν πάω απόψε, είμαι κουρασμένος, θα πάω αύριο».

–  «Πήγαινε παιδί μου σε παρακαλώ».

–  «Δεν πάω απόψε».

–  «Πήγαινε σε παρακαλώ.  Δεν έχω εγώ χατήρι;»

Στο άκουσμα της τελευταίας αυτής φράσης, πήρα το πετραχήλι και κατευθύνθηκα στο αυτοκίνητο.  Κάποιος εκ των εξομολογηθέντων με περίμενε με προορισμό το διπλανό χωριό, την Αληθινή, όπου διαμένω. Τελικά, άλλαξα κατεύθυνση…

Όταν χτύπησα την πόρτα της βαριά ασθενούσης γυναίκας, διαπίστωσα ότι με είδε σαν «τον από μηχανής Θεό» όπως συνέβαινε στις αρχαίες τραγωδίες.  Ήθελε γονατιστή, σαν κατάδικη να εξομολογηθεί.  Την εμπόδισα, λέγοντάς της, ότι αν το πράξει, θα κάνω το ίδιο κι εγώ, θα γονατίσω, και θα είναι αφορμή να ταλαιπωρηθώ επειδή ήμουν ήδη πολύ κουρασμένος…

Έτσι, συμβιβάστηκε και καθίσαμε και οι δύο.  Τί να πω;  Δεν ξέρω αν είχα και αν έχω μεταδεί τέτοια συγκλονιστική εξομολόγηση και τέτοια δακρύβρεχτη μετάνοια!  Μπροστά μας ένοιωθα τον Χριστό, να απαντά καταφατικά στην αγωνία για λύτρωση, να τέρπεται στη μετάνοια, να ακούει τους στεναγμούς, να υπολογίζει τα δάκρυα, να αισθάνεται το θρήνο, να επιγινώσκει την συντριβή, να προσλαμβάνει και να μεταποιεί μια ταλαιπωρημένη από την αμαρτία ψυχή!

Έφυγα κυριολεκτικά «πετώντας»!  Αναπτερωμένος και ενθουσιασμένος που μια ψυχή, επέστρεψε από το εμπαθές προαίρημα στο φυσικό θέλημα.  Έσπασε τις αλυσίδες των παθών και καταχωρήθηκε πανηγυρικά στον κόσμο «της ελευθερίας των τέκνων του Θεού»!  Αποτέλεσμα;  Το ίδιο βράδυ ξαφνικά η υγεία της επιδεινώθηκε!  2 π.μ. την παρέλαβε ασθενοφόρο και έκανε την διακομιδή της σε νοσοκομείο του Ηρακλείου!  Πόσο δίκιο είχε η Οσία Γερόντισσα που επέμενε να μεταβώ άμεσα στην πρόσκληση της γυναίκας εκείνης!  Αν περίμενα την επομένη, θα έφευγε απροπαράσκευη στο ταξίδι για την Αιωνιότητα!  Επικοινωνούσαμε τηλεφωνικώς όσο ήταν στο νοσοκομείο και τις έδινα κατευθύνσεις.  Πέρασε τις λιγοστές ημέρες που της απέμειναν με συνεχή Θεία Κοινωνία, μελέτη και αδιάλειπτη προσευχή!  Ήσυχα ήσυχα ένα πρωινό, έκλεισε τα μάτια της στον κόσμο τούτο τον παρερχόμενο και πολυστένακτο, για να τα ανοίξει ολόλαμπρα στην «ακατάλυτη και αχειροποίητη του ουρανού σκηνή» (Β΄Κορ. Ε΄1-10).

Στο ξόδι της συμμετείχε πρωτοστατικά η Γερόντισσα Γαλακτία.  Την έκλαιγε αναστάσιμα: «Μαζί με την μανούλα σου και με την Αντωνούλα μου (την ανηψιά της) παιδί μου να αναπαυθείς.  Να χαίρεσθε και να με περιμένετε…».  Σημειωτέον, την μητέρα της κοπέλας εκείνης που σχετίζονταν κάπως με την Πόμπια, κυριολεκτικά την συντηρούσε βιοποριστικά η Γερόντισσα!  Ήταν μια αγνότατη, μαρτυρική και αξιαγάπητη ύπαρξη!  Λίγα χρόνια πριν κοιμηθεί η Γερόντισσά μας, είδε ολοζώντανη την μητέρα εκείνη στα ολόλευκα ντυμένη και με ευδιάκριτα άσπρα φτερά στην ωμοπλάτη!  Της είπε:

–  «Πώς ντύθηκες βρε έτσι; Μπαλαρίνα έγινες;»

–  «Όχι, απάντησε εκείνη!  Είμαι Άγγελος εδώ που είμαι!  Για κοίτα και λίγο πιο πέρα να δεις με ποια είμαι στην ίδια βαθμίδα και με την ίδια περιβολή».  Κοίταξε η Γερόντισσα και είδε την ανηψιά της την Αντωνούλα που παιδιόθεν μεγάλωσε, να λάμπει και εκείνη και να φέρει πάνω της, την ίδια αγγελική φορεσιά!!!

Στον επικήδειο της γυναίκας που είναι το κεντρικό πρόσωπο της αφηγήσεώς μας, μου έδωσε εντολή η Γερόντισσα να αναφέρω τα εξής:  «Αυτή που προπέμπουμε, σήμερα, έχω απόλυτη την βεβαιότητα για την σωτηρία της.  Την εξομολόγησα και διαπίστωσα ότι είχε γρηγορούσα συνείδηση στη ζωή της, γι’ αυτό αξιώθηκε να έχει και δυνατή μετάνοια στην κοίμησή της!  Και φυσικά τώρα τυγχάνει και παραδεισένιας πρόσληψης και συνεχούς Θεοφανείας, μέσα στα Άχραντα σκηνώματα της δόξης του Χριστού»!

Ζούμε σε μια εποχή εκτροπής και διαστροφής, χυδαιότητος και δολιότητος αφού δεν έχουμε μόνο την ακολασία των πράξεων αλλά και την μετάλλαξη των εννοιών, που σημαίνει ότι ο άνθρωπος έχει πλέον ψυχοσωματικά διαστραφεί.  Π.χ. η λέξη «παρθενία» εκλαμβάνεται σήμερα ως συνώνυμη της ανωμαλίας και εναντιθέτως, η ποικιλότροπη διαφθορά θεωρείται «εύσημο παλικαριάς» και «παράσημο ανδρείας»!  Και αυτά δεν συμβαίνουν μόνο μεταξύ νεανιζόντων παιδίων που ζουν έντονα, λόγω ηλικιακής ακμής, την έξαρση της σαρκικότητας, αλλά και μεταξύ ανθρώπων ωριμότερης ηλικίας, που με  τους εναγκαλισμούς, τους ασπασμούς και τις αισχρότητες του ψεύτικου και πρόχειρου έρωτα, διακωμωδούν την αγάπη σε όλες τις εκφάνσεις της και την παρουσιάζουν σαν το πιο φθηνό απόκτημα που μπορεί κάποιος να διαθέτει στον τόπο μας… Αν είναι και κληρικός, άνθρωπος δηλαδή ταγμένος με την ποιμαντική του σαγήνη «εις το αρπάσαι κόσμον και δούναι Θεώ» κατά τον Θεολόγο Γρηγόριο, «καλόν ήν αυτώ ει ούκ εγεννήθη ο άνθρωπος εκείνος» (Ματθ. ΚΣΤ΄, 24).

Αλλοίμονο στον κληρικό που ναρκοθετεί «έργω και λόγω» την οδό της μετανοίας των ανθρώπων και γίνεται με το παράδειγμα και την σαπρολογία του προαγωγός στο ψηλαφητό σκοτάδι της αμαρτίας!  Οι πόρνες μπορεί να σωθούν, ιδιαίτερα όσες υπήρξαν θύματα οδυνηρών παιδικών χρόνων και δυσκόλων συγκυριών ζωής… Οι εκπορνευτές, όμως, και εξωραϊστές της πορνείας, αποκλείεται!  Τους αναμένει η αφάνεια, το εξώτερον σκότος, η πιο φλογισμένη «αγκαλιά» της αιωνίου κολάσεως!

Μην ξεχνάμε ότι ο Άγιος Πορφύριος, επέτρεψε και ενθάρρυνε τις πόρνες να προσκυνήσουν τον Τίμιο Σταυρό, όταν κατά λάθος μπήκε την παραμονή των Φώτων στο δικό τους χώρο, αλλά εμπόδισε αυστηρά την «αμίαντη» τσατσά που τις είχε στην δούλεψή της και τις επιστράτευσε στο έργο αυτό, να πράξει το ίδιο…  Άλλωστε, στα θέματα αυτά, για μας τους κληρικούς ισχύει, όσα διακελεύεται στο βιβλίο των ερωταποκρίσεών του, ο Άγιος Αναστάσιος ο Σιναΐτης:

«…Πρέπει να γνωρίζετε ότι οι κρίσεις του Δικαίου Κριτή είναι πολλές και διάφορες, όπως και οι ανταποδόσεις, τις οποίες πρόκειται να κάνει σ’ αυτούς που αμαρτάνουν στο σώμα τους.  Γιατί αλλιώς κρίνεται ο πιστός, και αλλιώς ο άπιστος.  Γιατί αυτός που γνώριζε το θέλημα του Κυρίου του και το πρόδωσε, αυτός θα δαρεί πολύ.  Και άλλο είναι το κρίμα εκείνου που πόρνευσε στα νιάτα του, και άλλο εκείνου που πόρνευσε στα γηρατειά του.  Άλλο είναι το κρίμα του ανύπαντρου, και άλλο εκείνου που έχει γυναίκα.  Και άλλο επίσης είναι το κρίμα εκείνου που συγκατοικεί με ποταπή (ξετσίπωτη), και άλλο εκείνου που έχει γυναίκα σεμνή.  Και άλλο είναι το βάρος εκείνου που παρανόμησε σε μία, και άλλο αν έχει μολυνθεί με πολλές.  Και άλλο είναι το βάρος του δασκάλου και του Ιερέα, και άλλο του απλού ανθρώπου.. Διότι οι δυνατοί, αναφέρει η Αγία Γραφή, θα τιμωρηθούν αυστηρότερα από κάθε άλλον όταν αμαρτήσουν.. Άλλο είναι όταν γίνεται από συνήθεια κακή, και άλλο από γοητεία της στιγμής.  Άλλη επίσης συγγνώμη έχει αυτός που υποκύπτει, και θλίβεται, και υποφέρει και άλλη αυτός που αμαρτάνει, και ζει αμέριμνος ή καυχάται κιόλας.. Και το τελευταίο: αλλιώς τιμωρείται αυτός που φυσιολογικά αμαρτάνει, και με άλλο τρόπο και μάλιστα αυστηρότερα από κάθε αμαρτία, θα τιμωρηθεί αυτός που διαπράττει την παρά φύση αμαρτία των Σοδόμων (πρωκτική διαστροφή), την οποία ούτε τα άλογα ζώα κάνουν!  Η Αγία Γραφή, διηγούμενη γι’ αυτή την φοβερή αμαρτία λέγει: <Φεύγε από την βρομερότατη ασέλγεια των Σοδόμων, για να αποφύγεις την φωτιά και το θειάφι που έπεσε στην πεντάπολη εκείνη>… Η γη εκείνη των Σοδόμων, που είναι η πιο εύφορη πεδιάδα της οικουμένης, ως απόδειξη της κακίας της κατακάηκε και αφού έγινε πυρίκαυστη, έμεινε για πάντα άγονη και σε ακατάλληλες εποχές βλαστάνει φυτά.  Ο Απόστολος Πέτρος, αναφερόμενος στην καταστροφή των Σοδόμων και των Γομόρρων λέγει: <Ο Κύριος γνωρίζει να γλυτώνει τους ευσεβείς από πειρασμό, και τους άδικους τους φυλάσσει κολαζόμενους την ημέρα της κρίσεως και μάλιστα αυτούς που πορεύονται πίσω από άλλη σάρκα με επιθυμία μιασμού… >.  Αν εκείνοι, μόνο για την σιχαμερή εκείνη εργασία, έγιναν παρανάλωμα φωτιάς και Θείου, πόσο αξίζουμε εμείς την τιμωρία, οι οποίοι διαβάζουμε συνεχώς τον νόμο του Θεού, τους Προφήτες και τους Αποστόλους και κάνουμε χειρότερα;  Ας τα ακούσουν αυτά οι παντρεμένοι με γυναίκες και από ερωτική μανία και σπατάλη σαρκική, κυρίως από έλλειψη φόβου Θεού, εγκαταλείποντας τον φυσιολογικό τρόπο συνεύρεσης, αναμιγνύονται μεταξύ τους με τρόπο εμετικό και αφύσικο, οι οποίοι δεν θα έχουν καμμιά απολογία την ημέρα της κρίσεως..» (Από το Βιβλίο «Αναστασίου Σιναΐτου – ερωταποκρίσεις» σελ. 60-62, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΡΗΓΟΠΟΥΛΟΥ)

Όλα αυτά εγράφησαν, γιατί η γυναίκα εκείνη στη μορφή της μας κρύβει όλους μας.  Ας μην παραξενευθεί κάποιος ότι δήθεν τον παρομοιάζουμε με μια τέτοια βδελυρή προσωπικότητα.  Γιατί αν ο άνθρωπος έμαθε να κάνει διακρίσεις και να κατατάσσει σε ποιότητες τις αμαρτίες του, δεν συμβαίνει βέβαια το ίδιο με τον Παντεπόπτη Θεό, που ξέρει ότι πολλοί εύκολοι επικριτές, διαπράττουν στα κρυφά απείρως χειρότερα έργα και είναι «άπιαστοι κλέφτες», έναντι κάποιων άλλων που διαμορφώθηκαν από μικροί μέσα στα πλαστήρια της αδικίας, του τρόμου και της παιδικής εκμετάλλευσης και σπρώχθηκαν σ’ αυτό τον τρόπο ζωής, που είναι δαχτυλοδεικτούμενος, γιατί ακριβώς είναι γνωστός και φανερός… Όλοι, όμως, οι άπιαστοι-επικριτές, θα αποδειχθούν έμφορτοι σε αμαρτωλά πεπραγμένα δραπέτες και θα αξιολογηθούν ανάλογα «εν ημέρα αδεκάστου ετάσεως»!

Τώρα γλυκοχαράζει στον ορίζοντα η αυγή της Νέας Διαθήκης.  Από το ένα μέρος μαζί με την γυναίκα του ιστορήματος τούτου, ας βρεθούμε όλοι εμείς οι κατάδικοι, οι εξόριστοι του Παραδείσου, οι αιχμάλωτοι των παθών, προκειμένου να αναπτερώσουμε την ελπίδα και να ιδιοποιηθούμε «επ’ Εκκλησίας» την λύτρωση που εκπηγάζει από τα Άχραντα Πάθη και το Κενό Μνημείο του Σωτήρος μας!  Και από εκεί, πάνω από την κορφή του βουνού, ανατέλλει ο λαμπρός Ήλιος της αυθεντικής αγάπης (όχι της εμετικής αγαπολογίας και ελευθεροτροπίας που δηλητηρίασε τις ψυχές των ανθρώπων σήμερα), που θα διαλύσει την παγωνιά και θα θερμάνει την καρδιακή μας ψυχρότητα.  Όπως ανεβαίνει στο στερέωμα σιγά-σιγά, στέλνει τις  ακτίνες Του ομοιόβαθμα προς πάσα κατεύθυνση.  Όλοι πρέπει να μάθουν τί αξίζει η γλυκειά Του θαλπωρή.  Κι όλοι πρέπει να τρέξουν ν’ αποθέσουν, στου Ήλιου αυτού την θέα, τα βάρη των ενοχικών καταστάσεων που τους πιέζουν φορτικά και συμπνίγουν όλες τις ψυχικές ικμάδες τους…

Στο ταπεινό μας αυθεντικότατο διήγημα, ξανασαρκώθηκε η αμαρτωλός του Ευαγγελίου στην υπόσταση μιας σύγχρονης παραστρατημένης γυναίκας… Είχε, όμως, τέτοια αγαθή κατάληξη ο μολυσμένος βίος της, που μας υπενθύμισε το άφατο έλεος, την ακένωτη φιλανθρωπία του Χριστού αλλά και την διαφορετική κρίση του Θεανθρώπου από τις εμπαθείς και κοντόφθαλμες αξιολογήσεις «ημών των αλαζόνων και χοϊκών»… Και είναι αυτό το πιο ελπιδοφόρο, το πιο σημαντικό δίδαγμα για όλους μας.  Και στο μεν όργανο της αγάπης του Θεού στην περίπτωση του διηγήματος τούτου, ήτοι την Οσία Γερόντισσα Γαλακτία, της απευθύνουμε κατακλείοντας τον λόγο, την διάπυρη ικετευτική κραυγή μας «μη διαλείπεις πρεσβεύειν υπέρ ημών»!  Την δε σεμνοπρεπούσα γυναίκα μέσα στην αμαρτία της και αστραποφεγγούσα από την γενναιότροπη και βαθυκάρδια μετάνοιά της, (που η Γερόντισσα της δωροφόρησε με την στάση ζωής, την διδαχή και την προσευχή της), την καταστέφουμε με τα αρμόζοντα σ’ αυτήν παρακάτω επίκαιρα λόγια του Μεγάλου Βασιλείου:

«Και από θανάτου μεν προς την αιώνιον οδεύσεις ζωήν,

από δε της παρ’ ανθρώπων ατιμίας επί την δόξαν παρά Θεού˙

και από των εν κόσμω θλίψεων και κολάσεων επί τας αιωνίους αναπαύσεις τας συν Αγγέλοις. 

Γη σε πολίτην ουκ απεδέξατο, αλλ’ ουρανός υποδέξεται, κόσμος εδίωξεν, αλλά βαστάσουσιν Άγγελοι παραστήσαι σε Χριστώ…»   ΑΜΗΝ!


Ποσο θα ηθελα να κάθομαι στην Ιερά Σκήτη της Αγίας Άννης πούνε στο Άγιονόρος! Φώτης Κόντογλου!!!



Ποσο θα ηθελα να κάθομαι στην Ιερά Σκήτη της Αγίας Άννης πούνε στο Άγιονόρος!

Μέσα στα άγρια κράκουρα, ξεχασμένος από τον κάθε άνθρωπο, κι’ εγώ να τους έχω ξεχασμένους όλους, εξόν από τους λιγοστούς πατέρας που θα ζούνε μαζί μου.

Να τρυπώσω στο κελλί μου, σα να με κυνηγάνε ληστάδες, να κρυφτώ, να δοξάζω τον Θεό που βρήκα καταφύγιο.

Να απομείνω μοναχός να κάνω την προσευχή μου βαθειά από τα έγκατά μου, να χορτάσω να πίνω από την παρηγορητική πηγή, να μιλώ με τον Θεό όπως μιλά το παιδί στον πατέρα του, «ἑσπέρας καὶ πρωΐ καὶ μεσημβρίας, ἑπτάκις τῆς ἡμέρας».

Να σηκώνομαι τη νύχτα να λέγω το Ψαλτήρι, και να πετώ στον ουρανό.

Να με βρίσκει η χαραυγή δακρυσμένον για τις αμαρτίες μου.

Να ξεχάσω τις μικρολογίες του κόσμου να ζω μέσα στην αθανασία.

Κι’ ας καταγίνονται οι άλλοι με τις δουλειές τους, με τις ματαιότητες, με τα λεφτά, με τις δόξες, με τις λογής λογής φαντασίες.

Να δουλεύω το εργόχειρό μου για να βγάζω το ψωμί μου, να κάθουμαι στο τρίποδο να ζωγραφίζω αγιασμένα εικονίσματα, και κεί που δουλεύω να σιγοψέλνω και να τρέχουνε τα μάτια μου γλυκά δάκρυα της παρηγοριάς και της ειρήνης.

Είτε να σκαλίζω σφραγιστήρια, είτε να σκαλίζω με το τσαπί το λιγοστό χώμα πούνε ανάμεσα στα βράχια.

Πόσο θα τ’ αγαπώ όλα αυτά τα φτωχά πράγματα της ερημιάς, πιο πολύ και πιο αληθινά απ’ όσο αγαπά ο κόσμος τα χρυσάφια και τα παλάτια του!

Θα ζω ξαλαφρωμένος απ’ αυτά τα βαρειά χαρχάλια, θα νιώθω τον εαυτό μου σαν το ρημοδένδρι που κάθεται μέρα νύχτα στον αγέρα.

Τί χαρά μεγάλη, νάμαι ένας ασκητής μαζί με κείνους τους λίγους ασκητάδες τους φτωχούς!

Να μη με λογαριάζει κανείς για ζωντανόν, παρά να με κοιτά μονάχα το μάτι του Θεού!

Φώτιος Κοντόγλου

*Σημείωση: Από κάρτα, την οποία χάρισε ο Κόντογλου στον αείμνηστο Καθηγητή του Τμήματος Θεολογίας ΑΠΘ, Αντώνιο-Αιμίλιο Ταχιάο, με χειρόγραφο σημείωμα και ζωγραφιές, που επιγράφεται «Η Σκήτη της Αγίας Άννης», βλ. Αντώνιος-Αιμίλιος Ταχιάος, Στην Σκιά του Άθω, εκδόσεις Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2016, σσ. 102-103 και 107-108.

Ρομφαία.

Γνώρισα τον Άγιο Πετρόνιο από το Πρόδρομο.



 Γνώρισα τον Άγιο Πετρόνιο από το Πρόδρομο.  Επιτρέπω στον εαυτό μου να το πω, υπό το φως του προφητικού οράματος της Εκκλησίας του Χριστού.

 

 Ο γέρων Πετρόνιος  ήταν σαν μυρμήγκι: ελαφρώς καμπουριασμένος, αδύνατος, κάπως κουφός, είχε ένα ακουστικό βαρηκοΐας που βούιζε από καιρό σε καιρό.  Όμως, συνεχώς στα πόδια του, πάντα στη δουλειά, ψαχουλεύοντας όλο το Μοναστήρι, ψάχνοντας και βάζοντας τα πάντα σε τάξη.  Είχε μια ηρεμία που δεν την έχω γνωρίσει σε πολλούς...


Πατήρ Ιωάννης Ιστρατι

ΤΑΦΟΣ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΕΦΡΑΙΜ ΣΚΗΤΗΣ ΑΓΙΟΥ ΑΝΔΡΕΑ. ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ 10-4-2023

 




Περὶ προσευχῆς ὁ λόγος β) Η αἴσθησις τῆς ἁπανταχοῦ παρουσίας τοῦ Χριστού. ΓΈΡΩΝ ΕΦΡΑΊΜ ΣΚΉΤΗ ΑΓΊΟΥ ΑΝΔΡΈΑ.




Τὸ αἰσθανόμεθα αὐτὸ εἰς τὸν χῶρον τῆς προσευχῆς, ἰδιαιτέρως εἶναι ἀκόμη πιὸ ζωηρὰ ἡ αἴσθησις τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ ἐντὸς τοῦ σώματός μας. Εἶναι
ἀκόμη πιὸ τρανὴ αἴσθησις. Εἶναι ἡ ἀνωτάτη αἴσθησις.
Ὅταν λέγῃ ὁ ἀπόστολος Παῦλος; «Ζῇ ἐν ἐμοὶ Χριστός, ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ», ποιὸς ζῇ, δηλαδὴ εἰς τὴν θέσιν
του; Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. «Ζῇ ἐν ἐμοὶ ὁ Χριστός».
Καὶ πῶς ἔγινε αὐτὸ τὸ πρᾶγμα; Τὸν κυοφορεῖ; Μὲ ποίαν ἔννοιαν;
Ναί, περιπολεύει τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ· δηλαδὴ τὸ
σῶμα τοῦ ἀποστόλου Παύλου διάγει ὅπως τὸ σῶμα τοῦ
Χριστοῦ. Οἱ μακάριοι Απόστολοι καὶ οἱ μακάριοι Πατέρες μας ἔζησαν κατ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπον καὶ ἐπανελήφθη ἀκόμη μία φορὰ ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ εἰς τὰ πρόσωπά των. Ἐβίωσαν τὴν πολιτείαν τοῦ Χριστοῦ, δι᾿ αὐτὸ καὶ ἡγίασαν καὶ ἐν ζωῇ καὶ μετὰ θάνατον. Καὶ ὅλοι
αὐτοί, βέβαια, τὸ ἐπέτυχαν μὲ ὅλας τὰς ἀρετάς, ἀλλὰ κυρίως μὲ τὴν προσευχήν.
Δι᾿ αὐτὸ καὶ ἡ προσευχὴ ὠνομάσθηκε ὀξυγόνο τῆς
ψυχῆς μας· εἶναι αὐτὴ ἡ ὁποία, συνεχῶς, διὰ τοῦ νοός,
ἐπικοινωνεῖ μὲ τὸν Χριστόν.
Εἶναι ἀνοικτὸ τηλέφωνο. Εχομε ἕνα τηλέφωνο πάντοτε ἀνοικτό. Πάντοτε θὰ ὁμιλοῦμε καὶ πάντοτε θὰ μᾶς
ὁμιλῇ ὁ Χριστός. Ἀρκεῖ τὰ ὦτα τῆς ψυχῆς νὰ εἶναι πάντοτε ἀνεῳγμένα καὶ φωτισμένα, νὰ εἶναι εἰς θέσιν νὰ
ἀντιληφθοῦν καὶ νὰ ἑρμηνεύσουν σωστὰ τὴν ἐντολὴν
τοῦ Κυρίου καὶ ὄχι νὰ τὴν παρερμηνεύσουν. Διότι ὑπάρχει αὐτὴ ἡ δυσκολία ἑρμηνείας καὶ ὁ κίνδυνος παρερμηνείας.
Καί ὅλοι οἱ ἅγιοι Πατέρες ἔδωσαν ἔμφασιν εἰς αὐτὴν
τὴν ἕνωσιν, διότι ἑνώνει ἡ προσευχὴ καὶ ὅλοι προσεπάθησαν νὰ ἑνωθοῦν. Εἰς τὴν ἀρχὴν ἡ ἕνωσις λέγεται μία
ἁπλῆ γνωριμία.
Λέγομε, ἐπὶ παραδείγματι, ὅτι γνωρίζομε πὼς ὑπάρχει ἡ Αθήνα. Τὸ πιστεύω ὅτι ὑπάρχει ἡ Ἀθήνα. Βλέπομε τὸν χάρτη, ἐδῶ εἶναι ἡ Αθήνα. Παίρνομε μία φωτο-λγραφία: ἡ ᾿Αθήνα, ἐποπτικὴ εἰκόνα ἀπὸ τὸν δορυφόρο.
῞Ενα πιὸ μεγάλο κομμάτι, ἕνα πιὸ μεγάλο κομμάτι, ὁ
Παρθενώνας κ.ἄ.
Πηγαίνομε εἰς τὰ ἐπιμέρους. Αν θὰ ἴδωμεν καὶ ἕνα
βίντεο τῆς πόλεως, εἴμεθα πιό κοντά. Θὰ ἴδωμεν καὶ
ἀνθρώπους μέσα εἰς τὸ βίντεο καὶ εἴμεθα ἀκόμη πιό κοντά. Αν θὰ βλέπωμε ἀπὸ τὸ ἀεροπλάνο τὴν Ἀθήνα, τὴν
προσεγγίζομε περισσότερον. Αν τὴν βαδίσωμε μάλιστα, ἂν θὰ ζήσωμε ἐπίσης, βρισκόμεθα ἐγγυτέρω. Δὲν
ὑπάρχει ἀνωτάτη ἐμπειρία τῆς πόλεως ἀπὸ τὸ νὰ διάγῃ
κανεὶς ἐντὸς αὐτῆς. Ὁμιλοῦμε διὰ τὴν Ἀθήνα καὶ εἴμεθα ἐντὸς τῆς ᾿Αθήνας. Δὲν ὑπάρχει ἀνωτέρα ἐπικοινωνία. Ἀλλὰ δὲν ἠμπορεῖ νὰ εἰσχωρήσῃ ὅλη ἡ Ἀθήνα μέ-
σα μας, ὅπως ὅλη ἡ Χάρις τοῦ Χριστοῦ ἠμπορεῖ νὰ
εἰσχωρήσῃ μέσα σὲ ἕναν ἄνθρωπο.
Ὑπάρχουν, ἑπομένως, στάδια γνωριμίας καὶ ἐμπειρίας, διὰ τῆς προσευχῆς. Καὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἠδολέσχησαν ἐπάνω εἰς τὸ θέμα αὐτὸ ξεκινῶντας ἀπὸ τὴν
αὐτογνωσία των, μὲ τὴν αἴσθησι τῆς ἁμαρτωλότητος
καὶ τὴν αἴσθησι τῆς ἁπανταχοῦ παρουσίας τοῦ Χριστοῦ, διότι αὐτὴ καθηλώνει τὸ σῶμα. Ὁ θεῖος φόβος
καθηλώνει, νεκρώνει, καταπραΰνει τὸ σῶμα, μαραίνοντας τὶς ὁρμές.

«Καθήλωσον ἐκ τοῦ φόβου Σου τὰς σάρκας μου»·
αὐτὸ θέλει νὰ εἰπῇ ὁ Δαυίδ ἀπὸ τὴν ἐμπειρία του, ὅταν
κάμνῃ αὐτὴν τὴν προσευχήν. Εἶναι ἕνας θεῖος φόβος,
ποὺ δὲν δημιουργεῖ φόβο μὲ τὴν γνωστή μας ἔννοιαν,
ἀλλὰ ἁγνότητα καὶ καθαρότητα. Ὁ θεῖος φόβος δὲν
ἔχει σχέσι μὲ τὸν ἀνθρώπινον φόβον, νὰ φοβᾶται κανεὶς
καὶ νὰ τρέμῃ. Διότι καὶ οἱ ἄγγελοι φοβοῦνται τὸν Θεόν,
ὑπὸ τὴν ἔννοιαν, ὅμως, ὅτι Τὸν σέβονται καὶ Τὸν τιμοῦν
καὶ ἐφαρμόζουν ὅλες τὶς ἐντολές Του. Αὐτὴ ἡ λέξις, μονολεκτικά, ὀνομάζεται θεῖος φόβος.

Τρόπος προσευχῆς. ΓΈΡΩΝ ΕΦΡΑΊΜ ΣΚΉΤΗ ΑΓΊΟΥ ΑΝΔΡΈΑ



Τρόπος προσευχῆς
Ανὰ τοὺς αἰῶνας, δὲν ὑπῆρξε ἑνιαῖος τύπος προσευχῆς, ἕνα δόγμα, κάτι τὸ σταθερόν, ὥστε ὅλοι νὰ
προσεύχωνται μὲ αὐτὴν τὴν πρότασι, μὲ αὐτὴν τὴν λέξι, κατ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπον, ἀπαρεγκλίτως. Διότι ἡ προσευχή, αὐτὴ καθ᾽ ἑαυτήν, δὲν ἔχει φραγμοὺς καὶ περιορισμούς. Ὅπως θέλει κανείς, ἠμπορεῖ νὰ προσεύχεται.
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες, βέβαια, μᾶς ὡδήγησαν εἰς τὸν συγκεκριμένον τύπον μὲ τό: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».
Ἀλλὰ ὅλοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἐπιμένουν εἰς τὰ ἑξῆς
χαρακτηριστικά:
α) Αἴσθησις τῆς ἁμαρτωλότητος.
Οταν προσευχώμεθα, δὲν θὰ λέγωμε: «Κύριε Ἰησοῦ
Χριστέ, ἐλέησόν με τὸν ἅγιο· Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με, τὸν ἅγιο», ἢ νὰ λέγωμε «τὸν ἁμαρτωλό», καί ἀπὸ
μέσα νὰ θεωροῦμε τὸν ἑαυτόν μας ἅγιο, σὰν τὸν φαρισαῖο. Πρέπει νὰ ὑπάρχῃ αἴσθησις ἁμαρτωλότητος!
Αὐτὴ ἡ αἴσθησις ἁμαρτωλότητος ἐν ὥρᾳ προσευχῆς
ἀπὸ μόνη της, συγκεντρώνει τοὺς λογισμούς. Πρέπει νὰ
συναισθάνεται κανείς, ὅτι παρίσταται ἐνώπιον τοῦ Κυρίου καὶ συγκρίνει τὸν ἑαυτόν του μὲ τὸν Χριστὸν καὶ
μὲ κανέναν ἄλλον. Αὐτὴ ἡ αἴσθησις τῆς συγκρίσεως τὸν
αὐτοδιαλύει, ἀλλὰ δὲν τὸν ἀπελπίζει, διότι ὁ Χριστὸς
ταπεινώνει, ἀλλὰ δὲν ἐξουθενώνει καὶ δὲν ἐξαφανίζει
καὶ δὲν συντρίβει. Αἴσθησις ἁμαρτωλότητος. Τὸ πρῶτο
εἶναι αὐτό. Διότι ἂν δὲν ἔχῃ κανεὶς αὐτογνωσίαν, μετὰ
δὲν θὰ ἀποκτήσῃ οὔτε θεογνωσίαν.

Προσευχή, ἕνωσις μὲ τὸν Χριστό. ΓΈΡΟΝΤΑΣ ΕΦΡΑΊΜ ΣΚΉΤΗ ΑΓΊΟΥ ΑΝΔΡΈΑ



Προσευχή, ἕνωσις μὲ τὸν Χριστό.

 ΓΈΡΟΝΤΑΣ ΕΦΡΑΊΜ ΣΚΉΤΗ ΑΓΊΟΥ ΑΝΔΡΈΑ 

Ἡ προσευχὴ εἶναι τὸ δυσκολώτερον ἀπὸ ὅλα τὰ πνευματικὰ ἀγωνίσματα, ὅπως διαπιστώνει κανεὶς ἀπὸ
τὴν ἐμπειρίαν. Τὸ δυσκολώτερον ἄθλημα. Νὰ τὸ εἰποῦμε
πιὸ ἁπλά: Απ᾽ ὅλα τὰ πρωτεύοντα μαθήματα, εἶναι τὸ
πρῶτο πρωτεῦον.
Καὶ δικαίως, διότι ἂν μελετήσῃ κανεὶς προσεκτικὰ
ὅλας τὰς ἀρετὰς τοῦ θεοπνεύστου ὄντως βιβλίου τοῦ
ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος, τοῦ Σιναΐτου, διαπιστώνει - καὶ εἶναι κοινὴ ὁμολογία ὅλων τῶν Πατέρων - ὅτι
ὅλες αἱ ἀρετὲς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ αἱ μικραὶ καὶ
αἱ μεγάλαι, συντείνουν καὶ καταλήγουν εἰς μίαν, ἡ ὁποία αὐτὴ καθ᾽ ἑαυτὴν καὶ ἀπὸ μόνη της ἑνώνει. Ὅλες
αἱ ἀρετὲς βοηθοῦν εἰς τὴν ἕνωσιν μὲ τὸν Χριστόν μας.
Ἡ ἰδία ἡ προσευχή, ὅμως, ἀπὸ μόνη της ἑνώνει. Ἐὰν
δὲν τὸ ἐπιτύχωμε αὐτό, ὅλαι αἱ ἄλλαι ἀρετὲς βοηθοῦν,
ἀλλὰ δὲν καταλήγουν εἰς αὐτὸν τὸν σκοπὸν ποὺ ἐπιδιώκει καὶ ἐπιποθεῖ ὁ ἄνθρωπος, λαϊκὸς καὶ κληρικὸς καὶ
μοναχός, δηλαδὴ εἰς τὴν συνομιλίαν μὲ τὸν Χριστόν.
Καὶ αὐτὴ ἡ συνομιλία εἶναι διμερής· καὶ ὁ Χριστὸς ὁμιλεῖ καὶ ἡμεῖς ὁμιλοῦμε, δηλαδὴ συνομιλοῦμε.Ἡ προσευχὴ εἶναι μία συνομιλία, δὲν εἶναι μία μονολογία. Δὲν
ὁμιλεῖ κανεὶς μόνος του· ἀπευθύνεται πρὸς τὸν Χριστὸ
καὶ Ἐκεῖνος ἀπαντᾶ. Καὶ ἀντιστρόφως· μᾶς ὁμιλεῖ ὁΧριστὸς καὶ ἀπαντοῦμε ἐμεῖς.

ΠΟΛΎ ΑΡΓΑ

Σάββατο 29 Απριλίου 2023

Αύριο Κυριακή των Μυροφόρων.....



Αύριο Κυριακή των Μυροφόρων.....
Είναι το πάθος τους να συναντήσουν 
τον Εκλεκτό της καρδιάς τους τόσο ζηλευτό....
Δεν τους κρατάει τίποτα και κανένας.....
Καψούρα.....που έλεγε κι ο Στάθης Ψάλτης......
Από προήλθε αυτή η λαχτάρα όμως;
Από μια σχέση υγιής, από μια αγάπη αληθινή, ξεκάθαρη......
Ήταν δίπλα στον Χριστό (έστω και στην σκιά Του)
όχι για αυτά που έκανε αλλά για Αυτό που ήταν…..
Για αυτό και ο ανθρώπινος λογισμός που τους μπήκε
(«Τίς αποκυλίσει ημίν τον λίθον εκ της θύρας του μνημείου;»)
δεν είχε την δύναμη να ανακόψει 
την πορεία τους προς τον αγαπημένο τους Χριστό. 
Ενώ εμάς όχι ένας λογισμός που επιμένει 
μα και μια σκέψη μονάχα μπορεί 
όχι απλά να προκαλέσει κατολισθήσεις 
και να φράξει τον δρόμο μας, 
να ακινητοποιήσει την ζωή μας 
αλλά και να μας τρελάνει….
να γκρεμίσει τις όποιες γέφυρες 
έχει απλώσει η φιλανθρωπία του Θεού 
προκειμένου να Τον βρούμε. 
Μα τα εμπόδια δεν βρίσκονται μπροστά μας
μα κυρίως μέσα μας.....
Όταν ακολουθώ τον Χριστό 
μονάχα στις όμορφες διδασκαλίες, 
όταν Τον θαυμάζω και Τον χειροκροτώ 
και είμαι πάντα μπροστά για να αποθανατίσω τις στιγμές 
που κάνει πράγματα θαυμαστά 
αλλά όταν δυσκολεύουν οι καταστάσεις, 
όταν αρχίζει να σκοτεινιάζει το τοπίο
από τις συκοφαντίες, τις προδοσίες, τις συλλήψεις,
όταν αρχίζει η ανηφόρα για τον Γολγοθά 
και εκεί αρχίζουν τα βήματα μου 
που πριν Τον ακολουθούσαν 
με χαρά να γίνονται βαριά…..ασήκωτα..... 
Εκείνος να προχωρά ανηφορικά 
μα εγώ να μένω πίσω γιατί ντρέπομαι, γιατί φοβάμαι…….
Αυτά τι σχέση δείχνουν; Πάντως όχι αγαπητική......
Όταν κάποτε ένα παλληκάρι ρώτησε ένα παππούλη
''Που είναι ο Θεός....με τόσα που συμβαίνουν γύρω μας;''
Η απάντηση που πήρε ήταν τόσο αφοπλιστική
''εκεί που Τον άφησες παιδί μου''.......
Αυτές οι γυναίκες 
«εἱστήκεισαν δὲ παρὰ τῷ σταυρῷ τοῦ ᾿Ιησοῦ».....
Κάτω από τον σταυρό γέμιζαν τις υπάρξεις τους
από τα μύρα της θυσιαστικής Αγάπης Του.....
Δεν κρατούν απλά κάποια αρώματα......
Είναι ευωδιαστά μυροδοχεία οι ίδιες.....
Μακάρι και μας η σταυρωμένη μας ζωή
τέτοια μύρα να βγάζει....
Να μοσχοβολά Ανάσταση όλος ο ντουνιάς.....
Αρκετή μπόχα μας έχει μαστουρώσει
και δεν ξέρουμε που πατάμε και που βρισκόμαστε.....

Πατήρ Ιωάννης Παπαδημητρίου 

" Η ψήφος μας "φέρει" , ομολογιακό χαρακτήρα " .Π. Κωνσταντίνος.

Θλίψη, θυμός, θλίψη, τη βρίσκεις παντού, σε κάθε γωνιά, κολλάει σε άνθρωπο σαν φολιδωτό!

Θλίψη, θυμός, θλίψη, τη βρίσκεις παντού, σε κάθε γωνιά, κολλάει σε άνθρωπο σαν φολιδωτό!  

Δεν χρειάζεται να ψάχνετε ανθρώπους για να σας τα δώσουν αυτά, μπορείτε να τα βρείτε παντού!  Ευτυχία, πληρότητα, χρειαζόμαστε μεγάλο αγώνα για να την αποκτήσουμε, χρειαζόμαστε εμπλοκή, συναίσθημα, και στους ανθρώπους το βρίσκεις όλο και πιο δύσκολο και σε πολύ μικρή ποσότητα!  

Γι' αυτό, όταν έχεις έναν θετικό άνθρωπο γύρω σου, όταν βρίσκεις έναν γεμάτο και χαρούμενο άνθρωπο όταν χτυπάς έναν άνθρωπο που προσφέρει αγάπη, αγάπη, ειλικρινή φιλία, κολλάς πάνω του σαν ραβδί!  Η πλειοψηφία για να ανέβει γκρεμίζει άλλον.  Ας μην γκρεμίσουμε κανέναν, ας γκρεμίσει και σηκώσει ο Θεός, ας είμαστε καλοί, συγχωρητικοί, γεμάτοι πίστη και πνευματική ολοκλήρωση!  Ας προσπαθήσουμε να πολλαπλασιάσουμε το καλό στον κόσμο, γιατί το κακό δένει σαν τη λέπρα στον άνθρωπο!  Η κρίση του πλησίον, η υπερηφάνεια και η κακία, είναι ο καρκίνος του κόσμου σήμερα, η καταστροφή του κόσμου και η υποβάθμιση του ανθρώπου που τα έχει μέσα του.  Ας είμαστε καλά, γιατί ο κόσμος είναι γεμάτος κακό!
         Χριστός Ανέστη!  Η χαρά μας!

Πατήρ ΙΩΆΝΝΗΣ ΝΤΑΣΙ 

ΕΊΠΕ ΓΈΡΩΝ.Εάν οι εχθροί μας μπλοκάρουν εναντίον μας, και η νύχτα βασιλεύει σε όλο τον κόσμο, είναι επειδή δεν έχουμε προσευχηθεί αρκετά.


Γερόντισσα Γαλακτία." Όποιος ενωθεί με τον Χριστό, δε ζει για τον εαυτό του. Ζει για να δοξάζει τον Θεό και να θυσιάζεται για τους άλλους ανθρώπους! Εκεί βλέπει τον Χριστό! Το «γλέντι» του είναι η θυσία για τους άλλους.|

ΠΌΤΕ ΘΆ ΕΡΘΕΙ ΤΟ ΤΈΛΟΣ ΤΟΥ ΚΌΣΜΟΥ.


Κάποτε, πριν περίπου είκοσι χρόνια, κάποιος επισκέπτης με ρώτησε πότε θα έρθει το τέλος τού κόσμου και του είπα ότι αυτό υπερβαίνει τις ημερομηνίες του ημερολογίου μας.
Ας προετοιμαζόμαστε, λοιπόν, γιά το γεγονός αυτό, μετά από το οποίο ο προορισμός μας θα σφραγιστεί από τον Θεό.
Ή θα είμαστε αιωνίως μέσα στο Φως του Πατρός ή θα ριφθούμε στο σκότος του μη όντος, εκτός της ζωής του Πατρός.  
                                                                                              Όσιος Σωφρόνιος του Έσσεξ.

Κυριακή τῶν Μυροφόρων


Κυριακή τῶν Μυροφόρων 
Σήμερα, ἀγαπητοί μου, εἶναι ἡ Κυριακή τῶν ἁγίων Μυροφόρων, ἀνδρῶν καί γυναικῶν, καί ἡ σκέψη μας πηγαίνει στόν λόφο τοῦ Γολγοθᾶ κατά τό ἀπόγευμα τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς. Ὁ ἥλιος γέρνει στήν δύση του. Ἐπάνω στόν Γολγοθᾶ ἐπικρατεῖ ἀπόλυτη ἠρεμία. Τά πλήθη τῶν Ἑβραίων, οἱ ρωμαῖοι στρατιῶτες, οἱ ἀρχιερεῖς ἔφυγαν, ἀφοῦ ἐξετέλεσαν τό ἀποτρόπαιο ἔγκλημά τους, τό μέγα ἀνοσιούργημα, νά σταυρώσουν δηλαδή τόν δίκαιο καί  ἀθῶο Χριστό, τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Χριστός μένει πάνω στό σταυρό, νεκρός, γυμνός, ἀνάμεσα σέ δύο κακούργους. Σέ λίγο θά μπεῖ τό Σάββατο καί εἶναι μεγάλη ἡ ἡμέρα  ἐκείνου τοῦ Σαββάτου.  Δέν θά ἔπρεπε  ὁ Χριστός νά μείνει ἄταφος τέτοια μέρα. Δέν μποροῦσε νά γίνει βορά τῶν ὀρνέων καί τῶν ἀγρίων θηρίων. Τό μέρος ἐκεῖνο λεγόταν κρανίου τόπος, γιατί ἦταν χῶρος ἐκτελέσεως τῶν βαρυποινιτῶν καί ἦταν γεμάτος ἀπό σκόρπια κόκκαλα καί κρανία πολλῶν καταδικασθέντων ἀνθρώπων. 
Ποιός ὅμως θά ἐνδιαφερθεῖ γιά τόν ἐνταφιασμό τοῦ Χριστοῦ, ὅταν ὁ ἕνας μαθητής τόν ἀρνήθηκε, ὁ ἄλλος τόν πρόδωσε καί οἱ ἄλλοι τόν ἐγκατέλειψαν καί ἔτρεξαν νά κρυφτοῦν, γιά νά μή δεχτοῦν τήν μανία τῶν ἐξαγριωμένων Ἰουδαίων; Σάν φίλοι τοῦ Χριστοῦ κινδύνευε καί ἡ δική τους ζωή. 
Ἐκείνη τήν κρίσιμη ὥρα δύο ἄνδρες ἔσωσαν τήν ἀξιοπρέπεια ὁλόκληρης τῆς  ἀνθρωπότητας. Ὁ Ἰωσήφ ἀπό τήν Ἀριμαθαία καί ὁ Νικόδημος, κρυμένος μαθητής, ἐκλεκτά μέλη τοῦ Ἰουδαϊκοῦ Συνεδρίου, τόλμησαν νά κάνουν κάτι γενναῖο καί ἐπικίνδυνο. Ζήτησαν τήν ἄδεια ἀπό τόν Πιλάτο, νά κατεβάσουν τό σῶμα τοῦ νεκροῦ Ἰησοῦ καί νά τό ἐνταφιάσουν. Δέν ὑπολόγισαν οὔτε τήν θέση τους, οὔτε αὐτήν τήν ζωή τους.  Ἦρθε ἡ ὥρα, πού ἔπρεπε νά δείξουν τήν πίστη τους, τήν ἀγάπη καί τήν ἀφοσίωσή τους  στόν Κύριο.
Οἱ δύο τολμηροί αὐτοί καί γενναῖοι ἄνδρες δίνουν ἕνα καλό μάθημα, ἕνα λαμπρό παράδειγμα τόλμης καί ἀνδρείας σέ ὅλους ἐμᾶς, πού δειλιάζουμε νά ἀποκαλύψουμε τίς θρησκευτικές μας πεποιθήσεις. Πού φοβώμαστε νά μιλήσουμε γιά τόν Χριστό. Πού διστάζουμε νά ὁμολογήσουμε τήν πίστη μας μέσα σ᾿ ἕνα κόσμο ἄπιστο καί διεφθαρμένο. 
Οἱ δύο ἅγιοι, Ἰωσήφ καί Νικόδημος, μᾶς καλοῦν νά μή διστάζουμε ἀλλά νά ὑψώνουμε τήν φωνή μας, ὅταν πολεμεῖται ὁ Χριστός καί ἡ Ἐκκλησία του. Νά παίρνουμε θέση, νά μή κλείνουμε τό στόμα μας. Νά τολμοῦμε μέ σύνεση καί θάρρος, χωρίς νά φοβώμαστε τίς ἀντιδράσεις τῶν ἀπίστων καί τό κόστος πού θά εἴχαμε ἀπό τήν ὁμολογία τῆς πίστεως. Νά γνωρίζουμε δέ, εἰ ὁ Θεός μεθ᾿ ἡμῶν οὐδείς καθ᾿ ἡμῶν. 
Ὅμως τήν ὥρα ἐκείνη τῆς ἀποκαθηλώσεως καί τοῦ ἐνταφιασμοῦ κάποιες γυναῖκες μέ ἀνδρικό φρόνημα, ἀφοσιωμένες μαθήτριες τοῦ Κυρίου, ἀπό κάποια ἀπόσταση παρακολουθοῦν τά ὅσα γίνονται, ποῦ τοποθετοῦν τό σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. Καί τό Σάββατο, πού ἦταν ἀργία, ἡσύχασαν, δέν ἔκαναν τίποτε, λέει τό ἱερό Εὐαγγέλιο. Ἁπλῶς περίμεναν νά περάσει ἡ ἀργία. Μετά τό ἡλιοβασίλεμα τοῦ Σαββάτου, πού σύμφωνα μέ τούς Ἰουδαίους πέρασε ἡ ἀργία, οἱ ἅγιες Μυροφόρες ἔτρεξαν στά μαγαζιά καί ἀγόρασαν ἀρώματα, γιά νά ἀλείψουν τό σῶμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ.
Ἐδῶ νά σταθοῦμε γιά λίγο. Τό Σάββατο πού ἦταν ἀργία, δέν πῆγαν οὔτε στά μαγαζιά. Δέν ἔκαναν ἀπολύτως τίποτε. Γιά κανένα λόγο δέν προσέβαλαν τόν νόμο τοῦ Θεοῦ. Δέν κατέλυσαν τήν ἀργία οὔτε γιά τόν ἴδιο τόν Χριστό. 
Ἐμεῖς τόσο εὔκολα, τόσο ἐπιπόλαια καταπατοῦμε τόν νόμο τοῦ Θεοῦ. Ἀργία τῆς Κυριακῆς γιά τούς πιό πολλούς-δυστυχῶς-δέν ὑπάρχει. Ἐπισήμως γίνονται προσπάθειες νά καταργηθεῖ ἡ ἀργία τῆς Κυριακῆς. Λέτε καί ἔτσι θά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τήν κρίση. Νά τό ξέρουμε πολύ καλά: Καταπατοῦντες τόν νόμο  τοῦ Θεοῦ δέν θά πᾶνε καλύτερα τά πράγματα. Προσβάλλοντες τόν Θεό δέν θά προοδεύσουμε. Μέ τήν ἁμαρτία δέν πᾶμε μπροστά.  Ἀκόμη νά γνωρίζουμε, ὅτι αὐτές οἱ ἅγιες Μυροφόρες γυναῖκες θά μᾶς κρίνουν καί θά μᾶς κατακρίνουν, θά μᾶς καταδικάσουν ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως.
Περίμεναν λοιπόν μέ ἀδημονία νά περάσει τό Σάββατο, νά παρέλθει ἡ ἀργία καί τότε ἔτρεξαν στά καταστήματα, γιά νά ἀγοράσουν ἀρώματα καί πολύ πρωί ξεκίνησαν γιά τό μνημεῖον, νά ἀλείψουν μέ τά ἀρώματα τό σῶμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. 
Ὅταν ἔφτασαν ἐκεῖ, εἶδαν τόν λίθο παραμερισμένο καί ἐλεύθερη τήν εἴσοδο. Μέ τά μάτια τους εἶδαν ἄδειο τόν τάφο καί ἄκουσαν ἀπό τό στόμα τοῦ ἀγγέλου, ὅτι ὅτι ὄντως ἀναστήθηκε ὁ Κύριος. Μέ αὐτά οἱ Μυροφόρες γυναῖκες γέμισαν φόβο καί κατάπληξη. Ἔφυγαν ἀπό τό μνημεῖο γεμάτες τρόμο καί ἔκσταση.
Ἐδῶ εὔλογα γεννιέται ἕνα ἐρώτημα: Γιατί φοβήθηκαν; Αὐτές δέν ὑπολόγισαν τίποτε. Οὔτε τόν φόβο πού προκαλοῦσε ἡ ὥρα, νύχτα ἦταν ἀκόμη, οὔτε τόν ἔρημο τόπο. Δέν φοβήθηκαν τά ἄγρια θηρία. Ὁ τάφος ἦταν ἔξω ἀπό τά τείχη  τῆς πόλεως. Τά κακοποιά στοιχεῖα καιροφυλακτοῦσαν. Δέν φοβήθηκαν τούς μανιασμένους Ἰουδαίους, οὔτε τούς ἀπειλιτικούς ρωμαίους στρατιῶτες, τήν κουστωδία τοῦ Πιλάτου. Γιατί τώρα φοβήθηκαν; 
Κυριεύθηκαν ἀπό φόβο, γιατί εἶδαν ἀποκυλισμένο τόν λίθο. Εἶδαν τόν ἀπαστράπτοντα ἄγγελο καί τόν ἄκουσαν νά τίς λέει κάτι ὄντως φοβερό καί ἀδιανόητο, ὅτι ἀναστήθηκε ὁ Κύριος. Κυριεύθηκαν ἀπό φόβο, γιατί ἄρχισαν νά συνειδητοποιοῦν, ὅτι ἐκεῖ μέσα στό κενό μνημεῖο ἔγινε κάτι πολύ μεγάλο, σπουδαῖο καί ἀνεπανάλειπτο. Ἐκεῖ μέσα ἀναστήθηκε, ὄχι ἕνας ἁπλός ἄνθρωπος, ὅπως λίγες ἡμέρες πιό μπροστά ὁ Λάζαρος, ἀλλά ὁ ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος Κύριος. Ἀναστήθηκε, ὄχι γιά νά ξαναπεθάνει κάποτε, ἀλλά γιά νά μή πεθάνει ποτέ. 
Ὁ Λάζαρος καί οἱ ἄλλοι πού ἀνέστησε ὁ Κύριος, κάποτε ξαναπέθαναν. Ὁ Εὔτυχος πού ἀνέστησε ὁ ἀπόστολος Παῦλος, πάλι πέθανε, ὅταν ἦρθε ἡ ὥρα του. Ἡ Ταβιθᾶ, πού ἀνέστησε ὁ ἀπόστολος Πέτρος πάλι πέθανε. Ὁ Χριστός ἀναστήθηκε, μά δέν ξαναπέθανε. Μέσα σ᾿ ἐκεῖνο τό κενό μνημεῖο δόθηκε ἡ μεγαλύτερη μάχη καί ἐπιτεύχθηκε ἡ μεγαλύτερη νίκη. Ἔλαβε χώρα τό συγκλονιστικότερο θαῦμα τοῦ κόσμου. Ἐκεῖ μέσα ὁ Χριστός νίκησε τόν θάνατο. Ἐσκύλευσε τόν ἅδη. Καί τοῖς ἐν τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωήν χαρισάμενος. 
Τό κενό μνημεῖο ἀποδεικνύει ὅτι ὁ Χριστός εἶναι Θεός ἀληθινός, Θεός ἰσχυρός, πατήρ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Τό κενό μνημεῖο φωνάζει καί λέει, ὅτι ἡ πίστη μας εἶναι μοναδική καί ἀληθινή. Ὅσο καί ἄν μᾶς φαίνεται παράξενο σ᾿ αὐτόν τόν ἄδειο τάφο στηρίζεται ἡ πίστη μας. Αὐτός ὁ ἄδειος τάφος εἶναι ἡ δόξα τοῦ Χριστοῦ καί τό δικό μας καύχημα. 
Ἀγαπητοί μου,
Μαζί μέ τούς δύο ἁγίους ἄνδρες, Ἰωσήφ καί Νικόδημο, μαζί μέ τίς ἅγιες Μυροφόρες γυναῖκες νά πλησιάσουμε τό ζωηφόρο μνῆμα, τόν Παγάγιο Τάφο ἀνακατεύοντας δάκρυα καί ἀρώματα. Δάκρυα μετανοίας καί τό ἄρωμα τῶν χριστιανικῶν ἀρετῶν, τῆς κατά Θεόν ζωῆς, μέ τήν θερμή παράκληση, ὁ ἀναστάς ἐκ νεκρῶν νά ἀναστήσει κι᾿ἐμᾶς. Κάθε χρόνο γιορτάζουμε τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Κάποτε νά μᾶς ἀξιώσει ὁ Κύριος τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου νά γιορτάσουμε καί νά πανηγυρίσουμε καί τήν δική μας ἀνάσταση. Ἀμήν.