Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σάββατο 14 Φεβρουαρίου 2009

ΓΕΡΩΝ ΠΑΙΣΙΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

ΕΙΔΙΚΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ Π.Ε.Φ.Ι .Π ΠΟΛΥΤΕΚΝΩΝ
ΤΕΥΧΟΣ 102-2004
Οι νέοι μπροστά στους δύο δρόμους της ζωής.
Καί ή έγγαμη και ή άγαμη ζωή είναι ευλογημένες.

Γέροντα, τι πρέπει να απάντηση κανείς σε νέα παιδιά πού ρωτούν αν ή μοναχική ζωή είναι ανώτερη από την έγγαμη;
Κατ' αρχάς πρέπει να τους δώσει να καταλάβουν ποιος είναι ό προ­ορισμός του ανθρώπου καί ποιο είναι το νόημα της ζωής. Ύστερα να τους εξήγηση ότι καί οι δύο δρόμοι πού έχει χαράξει ή Εκκλησία μας είναι ευλογημένοι, γιατί καί οι δύο μπορούν να τους οδηγήσουν στον Παράδεισο, αν ζήσουν κατά Θεόν.
Άς υποθέσουμε ότι δύο άνθρωποι ξεκινούν να πάνε σε ένα Προσ­κύνημα. Ό ένας πηγαίνει με το λεωφορείο από τον δημόσιο δρόμο καί ό άλλος πηγαίνει με τα πόδια από κάποιο μονοπάτι. Καί οι δύο όμως έχουν τον ίδιο σκοπό. Ό Θεός καί το ένα το χαίρεται καί το άλλο το θαυμάζει. Κακό είναι, όταν αυτός πού πάει από το μονοπάτι κατακρίνει μέσα του τον άλλον, πού πάει από τον δημόσιο δρόμο, ή καί το αντί­στροφο... (σ.19)
Ή ανησυχία των νέων για την αποκατάσταση τους.
Γέροντα, ή ανησυχία ενός νέου για την αποκατάσταση του οφεί­λεται σε απιστία;
Όχι πάντοτε. Συχνά οι νέοι πού ενδιαφέρονται πώς να τακτο­ποιηθούν καλύτερα, αλλά καί να βρίσκονται κοντά στον Θεό, ανησυχούν ια την αποκατάσταση τους. Αυτό φανερώνει υγεία. Το να μη σκέ­φτεται ένας νέος καί να μην ανήσυχη για την αποκατάσταση του φα­νερώνει αδιάφορο άνθρωπο, καί επόμενο είναι ό αδιάφορος να είναι αί ανεπρόκοπος. Μόνο χρειάζεται να προσέξουν αυτή ή ανησυχία να μην ξεπερνάει τα όρια, γιατί ό διάβολος προσπαθεί να την διαστρέψει, να την κάνη αγωνία καί να κρατά τον νου τους σε διαρκή σύγχυση.
Οι νέοι πρέπει να εμπιστεύονται τον εαυτό τους στον Θεό, για να ειρηνεύουν. Γιατί ό Καλός Θεός σαν στοργικός Πατέρας ενεργεί εκεί όπου εμείς ανθρωπίνως δεν μπορούμε να ενεργήσουμε. Δεν χρειάζεται να βιάζονται καί να παίρνουν ανώριμες αποφάσεις για την ζωή πού θα ακολουθήσουν... Να φροντίσουν πρώτα να πάρουν το πτυχίο τους, υστέρα για την δουλειά τους - τα αγόρια να τελειώσουν καί το στρα­τιωτικό - καί στην συνέχεια, ώριμα πλέον καί με την βοήθεια του Θεού, ή να κάνουν μια καλή οικογένεια, αν έχουν αποφασίσει την έγγαμη ζωή, ή να πάνε στο Μοναστήρι πού θα διαλέξουν, αν έχουν απο­φασίσει τον Μοναχισμό... (σ. 21-22).
Να βοηθούμε τους νέους να ακολουθήσουν την κλίση τους.
Κάθε άνθρωπος έχει την κλίση του. Ό Καλός Θεός έπλασε τον άνθρωπο ελεύθερο. Έχει αρχοντιά σέβεται την ελευθερία του ανθρώ­που καί αφήνει ελεύθερο τον καθέναν να ακολουθήσει τον δρόμο πού τον αναπαύει. Δεν τους βάζει όλους στην ίδια γραμμή με μια στρατιωτική πειθαρχία. Γι' αυτό οι νέοι ας αφήσουν τον εαυτό τους ελεύθερο στον πνευματικό χώρο της ελευθερίας του Θεού. Δεν βοηθιούνται, αν εξετάζουν ποια ζωή ακολούθησε ή θα ακολουθήσει ό τάδε ή, ή τάδε. Σ αυτό το θέμα δεν πρέπει να επηρεάζονται από κανέναν.
Οι γονείς πάλι, οί εκπαιδευτικοί καί οι Πνευματικοί, πρέπει να βοηθούν τους νέους να διαλέγουν οποία ζωή είναι στα μέτρα τους καί να ακολουθούν την πραγματική τους κλίση, χωρίς να τους επηρεάζουν ή να στραγγαλίζουν την κλίση τους. Ή απόφαση για την ζωή πού θα ακολουθήσουν πρέπει να είναι δική τους. Όλοι οί άλλοι μόνον άπλες γνώμες μπορούμε να εκφράσουμε καί το μόνο δικαίωμα πού έχουμε είναι να βοηθούμε τις ψυχές να βρουν τον δρόμο τους...
Ειλικρινά, όποια ζωή κι αν ακολουθήσει ένας νέος πού γνωρίζω, θα χαρώ καί πάντα θα έχω το ίδιο ενδιαφέρον για την σωτηρία της ψυχής του, φθάνει να είναι κοντά στον Χριστό, μέσα στην Εκκλησία μας. Θα νιώθω αδελφός του, γιατί θα είναι παιδί της Μητέρας μας Εκκλη­σίας...
Εγώ μέχρι τώρα σε κανέναν νέο δεν είπα ούτε να παντρευτεί ούτε να γίνει καλόγερος. Αν κάποιος με ρωτήσει, του λέω: «Να κάνης αυτό πού σε αναπαύει, φθάνει να είσαι κοντά στον Χριστό». Καί αν μου πει ότι δεν αναπαύεται στον κόσμο, τότε του μιλάω για τον Μοναχισμό, για να τον βοηθήσω να βρει τον δρόμο του (σ. 22-24).
Ή πνευματική ζωή είναι βασική προϋπόθεση για την καλή αποκατάσταση.
Γέροντα, ή τάδε, πού σας είπε ότι σκέφτεται τον Μοναχισμό, μου είπε ότι ένας συμφοιτητής της την ρώτησε γιατί δεν πάει στον κι­νηματογράφο καί δεν βγαίνει έξω με αγόρια. τι έπρεπε να του απά­ντηση;
Έπρεπε να του πει: «Τέτοια ερώτηση ούτε ό αδελφός μου ,μου έκα­νε ποτέ καί μου την κάνεις εσύ;».
Μετά από λίγες μέρες την συνάντησε έξω από την Σχολή της - αυτή δεν τον είχε δει — καί την έπιασε από τον ώμο. Εκείνη του είπε μόνον ένα «γεια σου» καί μπήκε αμέσως μέσα.
Όχι, δεν έκανε καλά! Σ' αυτήν την περίπτωση έπρεπε να αντίδραση, γιατί, έτσι όπως φέρθηκε, μπορεί να του έδωσε την εντύπωση ότι δέχθηκε αυτήν την εκδήλωση του, οπότε εκείνος θα το ξανακάνει. Ή ηλικία στην οποία βρίσκεται τώρα είναι λίγο δύσκολη καί δεν την ωφελεί να κάνη συντροφιά με αγόρια. Ούτε χρειάζεται να μιλάει μα­ζί τους, τάχα για να τα βοηθήσει. Καί αν αποφασίσει να δημιουργήσει οικογένεια, όταν γνωρίσει ένα καλό παιδί, πρέπει να το πει στους γο­νείς της. Αυτοί θα εξετάσουν αν έχη τίς προϋποθέσεις να κάνουν μια καλή οικογένεια. Άλλα τώρα, πού δεν έχει ακόμη αποφασίσει ποια ζωή θα ακολουθήσει, δεν την βοηθάει να μιλάει με αγόρια, γιατί ζαλίζεταιχωρίς λόγο καί χάνει την γαλήνη της. Οσα παιδιά ασχολούνται με τέ­τοια είναι τα καημένα πολύ ζαλισμένα καί συνέχεια ταραγμένα δεν έχουν γαλήνη. Το πρόσωπο τους καί τα μάτια τους είναι αγριεμένα.
Ή έλξη του γυναικείου φύλου από το ανδρικό, καί το αντίθετο, υπάρ­χει στην φύση του ανθρώπου. Άλλα να της πεις ότι τώρα δεν είναι και­ρός γι' αυτό. Να κοιτάξει τίς σπουδές της. Τα παιδιά πού καλλιερ­γούν αυτήν την έλξη από μικρά, γυρίζουν εκεί το κουμπί πριν έρθει ή κατάλληλη ώρα, καί ύστερα, όταν έρθει εκείνη ή ώρα, το κουμπί είναι ήδη γυρισμένο καί δεν μπορούν να χαρούν, γιατί έζησαν αυτήν την χα­ρά τότε, πού δεν ήταν κατάλληλος καιρός. Ενώ όσα παιδιά προσέχουν, χαίρονται περισσότερο, όταν έρθει ό κατάλληλος καιρός, καί μέχρι τό­τε έχουν πολλή γαλήνη. Βλέπεις μερικές μητέρες πού έχουν ζήσει αγνά πόσο ειρηνικές είναι, παρόλο πού έχουν ένα σωρό σκοτούρες!
Εγώ πάντοτε τονίζω, ό νέος πριν από τον γάμο να προσπαθεί να ζει όσο πιο πνευματικά μπορεί, καί να διατηρεί την αγνότητα του ή οποία του εξασφαλίζει την διπλή υγεία. Ή πνευματική ζωή είναι δα­σική προϋπόθεση για οποιαδήποτε ζωή ακολουθήσει κανείς. Ό κό­σμος έχει γίνει σαν ένα χωράφι με σιτάρι πού αρχίζει να ξεσταχυάζει καί μπαίνουν μέσα γουρούνια καί το τσαλαπατούν. Καί τώρα φαίνο­νται ανακατεμένα χόρτα, λάσπες, στάχυα, καί πού καί πού, σε καμιά άκρη, υπάρχει καί κανένα στάχυ όρθιο...
Σήμερα όμως, Γέροντα, στα Πανεπιστήμια κ.λπ. υπάρχουν πολλοί πειρασμοί για έναν νέο.
Να συνδεθεί με πνευματικά παιδιά, για να βοηθιέται καί να κινείται σε μια πνευματική ατμόσφαιρα. Ας μην κάνουμε τα πράγμα­ τα δυσκολότερα από ό,τι είναι. Γνωρίζω πολλά παιδιά πού πηγαίνουν στο Πανεπιστήμιο καί ζουν αγνά, με την μικρή δική τους προσπάθειακαί με την μεγάλη βοήθεια του θεού. (σ. 32—34).
ΓΙΑ ΜΙΑ ΑΡΜΟΝΙΚΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ.
Ή καλή αρχή της οικογενειακής ζωής.
... Αν ό νέος σκέφτεται κάποια κοπέλα σοβαρά για σύζυγο, νομίζω, καλύτερα είναι πρώτα να το κάνη γνωστό με κάποιο συγγενικό του πρό­σωπο στους γονείς της καί κατόπιν να το συζητήσει καί ό ίδιος μαζί τους καί με την κοπέλα. Στην συνέχεια, αν δώσουν λόγο καί κάνουν αρραβώνες - καλό είναι ό αρραβώνας να μη διαρκή πολύ -, να προσπαθήσει, στο διάστημα πού θα μεσολάβηση μέχρι τον γάμο, να βλέπει την κοπέλα σαν αδελφή του καί να την σέβεται. Αν αγωνισθούν καί οι δύο φιλότιμα να διατηρήσουν την παρθενία τους, τότε στο Μυ­στήριο του γάμου, όταν τους στεφάνωση ό Ιερέας, θα λάβουν πλούσια την Χάρη του Θεού. Γιατί, όπως λέει ό Άγιος Ιωάννης ό Χρυσόστο­μος, τα στέφανα είναι σύμβολα της νίκης κατά της ηδονής.. (ο. 37-38).
Στην διαφορά των χαρακτήρων κρύβεται ή αρμονία του θεοί.
... Μου λένε μερικοί άνδρες: «Δεν συμφωνώ με την γυναίκα μου -είμαστε αντίθετοι χαρακτήρες. Άλλος χαρακτήρας εκείνη, άλλος εγώ! Πώς κάνει τέτοια παράξενα πράγματα ό Θεός; Δεν θα μπορούσε να οικονομήσει μερικές καταστάσεις έτσι, ώστε να ταιριάζουν τα ανδρόγυνα, για να μπορούν να ζουν πνευματικά;». «Δεν καταλαβαίνετε, τους λέω, ότι μέσα στην διαφορά των χαρακτήρων κρύβεται ή αρμονία του Θεού; Οι διαφορετικοί χαρακτήρες δημιουργούν αρμονία. Αλίμονο, αν ήσασταν ίδιοι χαρακτήρες! Σκεφθείτε τι θα γινόταν, αν λ.χ. καί οι δύο θυμώνατε εύκολα· θα γκρεμίζατε το σπίτι. Η, αν καί οι δύο ήσα­σταν ήπιοι χαρακτήρες, θα κοιμόσασταν όρθιοι!...»...
Σε ένα ανδρόγυνο ξέρετε τι είπα; «Επειδή ταιριάζετε, γι' αυτό δεν ταιριάζετε!». Είναι καί οι δύο ευαίσθητοι. Αν συμβεί κάτι στο σπίτι, καί οι δύο τα χάνουν καί αρχίζουν: «Ωχ, τι πάθαμε!» ό ένας, «ωχ, τι πάθαμε!» ό άλλος. Ό ένας δηλαδή βοηθάει τον άλλον να απελπισθεί πιο πολύ. Δεν μπορεί να τον τόνωση λίγο «για στάσου, να του πει, δεν είναι καί τόσο σοβαρό αυτό πού μας συμβαίνει». Το έχω δει αυτό σε πολλά ανδρόγυνα.
Καί στην αγωγή των παιδιών, όταν οι σύζυγοι είναι διαφορετικοί χα­ρακτήρες, μπορούν περισσότερο να βοηθήσουν. Ό ένας κρατάει λίγο φρέ­νο, ό άλλος λέει: «Άφησε τα παιδιά λίγο ελεύθερα». Αν τα στριμώξουν καί οι δύο, θα χάσουν τα παιδιά τους. Καί αν τα αφήσουν καί οι δύο ελεύθερα, πάλι θα τα χάσουν. Ενώ έτσι βρίσκουν καί τα παιδιά μία ισορροπία.
Θέλω να πω ότι όλα χρειάζονται. Φυσικά, δεν πρέπει να ξεπερνούν τα όρια, αλλά ό καθένας να βοηθάει τον άλλον με τον τρόπο του. Αν φας λ.χ. κάτι πολύ γλυκό, θέλεις να φας καί κάτι πού είναι λίγο αλμυ­ρό... (σ. 39-40).
Ό σεβασμός μεταξύ των συζύγων.
Ό Θεός τα ρύθμισε όλα με σοφία. Με άλλα χαρίσματα προίκισε τον άνδρα, με άλλα την γυναίκα. Έδωσε στον άνδρα ανδρισμό, για να τα βγάζει πέρα στις δύσκολες υποθέσεις καί για να υποτάσσεται σ' αυτόν ή γυναίκα. Γιατί, αν έδινε καί στην γυναίκα τον ίδιο ανδρισμό, δεν θα μπορούσε να σταθεί οικογένεια.
«Ό ανήρ, λέει ή Γραφή, εστί κεφαλή της γυναικός» (Έφεσ. 5, 23). Δηλαδή ό Θεός κανόνισε, ώστε ό άνδρας να αφεντεύει στην γυναίκα. Να αφεντεύει ή γυναίκα στον άνδρα είναι ύβρις στον Θεό. Ό Θεός έπλα­σε πρώτα τον Αδάμ καί ό Αδάμ είπε για την γυναίκα: «Τούτο νυν όστούν εκ των όστέων μου καί σαρξ εκ της σαρκός μου» (Γενέσ. 2, 23). Ή γυ­ναίκα, λέει το Ευαγγέλιο, πρέπει να φοβάται τον άνδρα, δηλαδή να τον σέβεται, καί ό άνδρας να αγαπάει την γυναίκα (Έφεσ. 5, 33). Μέσα στην αγάπη είναι ό σεβασμός. Μέσα στον σεβασμό είναι ή αγάπη. Αυτό το όποιο αγαπώ, το σέβομαι κιόλας. Καί αυτό το όποιο σέβομαι, το αγαπώ. Δηλαδή δεν είναι άλλο το ένα καί άλλο το άλλο· ένα πράγμα είναι καί τα δύο... (σ. 41—42).
Ή αγάπη μεταξύ των συζύγων.
Έγραψες, Γερόντισσα, ευχές στον Δημήτρη πού παντρεύεται; Έγραψα, Γέροντα.
Φέρε την κάρτα να συμπληρώσω κι εγώ: «Ό Χριστός καί ή Πα­ναγία μαζί σας. Σου δίνω ευλογία, Δημήτρη, να μαλώνεις με όλον τον κόσμο, εκτός από την Μαρία! Το ίδιο καί στην Μαρία!».
Για να δω, θα καταλάβουν τι εννοώ; Με ρώτησε κάποιος: «Γέροντα, τι ενώνει περισσότερο τον άνδρα με την γυναίκα;». «Ή ευγνωμοσύνη», του λέω. Ό ένας αγαπάει τον άλλον γι' αυτό πού του χαρίζει. Ή γυ­ναίκα δίνει στον άνδρα την εμπιστοσύνη, την αφοσίωση, την υπακοή. Ό άνδρας δίνει στην γυναίκα την σιγουριά ότι μπορεί να την προστατέψει. Ή γυναίκα είναι ή αρχόντισσα του σπιτιού, αλλά καί ή μεγάλη υπη­ρέτρια· ό άνδρας είναι ό κυβερνήτης του σπιτιού, αλλά καί ό χαμάλης.
Μεταξύ τους τα ανδρόγυνα πρέπει να έχουν την εξαγνισμένη αγά­πη, για να έχουν αλληλοπαρηγοριά καί να μπορούν να κάνουν καί τα πνευματικά τους καθήκοντα. Για να ζήσουν αρμονικά, χρειάζεται να βά­λουν εξαρχής ως θεμέλιο της ζωής τους την αγάπη, την ακριβή αγάπη, πού βρίσκεται μέσα στην πνευματική αρχοντιά, στην θυσία, καί όχι την ψεύτικη, την κοσμική, την σαρκική. Αν υπάρχει αγάπη, θυσία, πάντα έρχεται ό ένας στην θέση του άλλου, τον καταλαβαίνει, τον πονάει. Καί όταν παίρνει κανείς τον πλησίον του στην πονεμένη του καρ­διά, παίρνει τότε μέσα του τον Χριστό, ό Όποιος τον γεμίζει καί πάλι με την ανέκφραστη αγαλλίαση Του.
Όταν υπάρχει αγάπη, καί μακριά να βρεθεί ό ένας από τον άλλον, αν οι περιστάσεις το απαιτήσουν, κοντά θα βρίσκεται, γιατί την αγά­πη του Χριστού δεν την χωρίζουν αποστάσεις. Όταν όμως, Θεός φυλάξει, τα ανδρόγυνα δεν έχουν αγάπη μεταξύ τους, μπορεί να βρίσκονται κοντά, αλλά στην πραγματικότητα βρίσκονται μακριά. Γι' αυτό πρέπει να προσπαθήσουν να διατηρήσουν σε όλη την ζωή τους την αγάπη, να θυσιάζεται ό ένας για τον άλλον.
Ή σαρκική αγάπη ενώνει εξωτερικά τους κοσμικούς ανθρώπους τόσο μόνον, όσο υπάρχουν κοσμικά προσόντα, καί τους χωρίζει, όταν αυτά χαθούν, οπότε καί αυτοί οδηγούνται στην απώλεια Ενώ, όταν υπάρχει ή πνευματική, ή ακριβή αγάπη, αν τυχόν ό ένας από τους συζύγους χάση τα κοσμικά του προσόντα, αυτό όχι μόνο δεν τους χωρίζει, αλλά τους ενώνει περισσότερο. Όταν υπάρχει μόνον ή σαρκική αγάπη, τό­τε, αν λ.χ. ή γυναίκα μάθη ότι ό σύντροφος της κοίταξε κάποια άλλη, του πετάει βιτριόλι καί τον τυφλώνει. Ενώ, όταν υπάρχει ή αγνή αγά­πη, τον πονάει πιο πολύ καί κοιτάζει με τρόπο πώς να τον φέρει πάλι στον σωστό δρόμο. Έτσι έρχεται ή Χάρη του Θεού... (σ. 43-44).
Με την υπομονή σώζεται ή οικογένεια.
Όταν δύο βόδια είναι στον ζυγό καί το ένα είναι λίγο αδύνατο ή τεμπέλικο, τότε το άλλο βάζει περισσότερη δύναμη καί τραβάει σβαρνίζει κατά κάποιον τρόπο καί το άλλο... Σκέψου μια μητέρα να έχη τέσσερα παιδιά καί το ένα να είναι καθυστερημένο, το άλλο να έχη ψυχοπάθεια, το άλλο μεσογειακή αναιμία, το άλλο να γυρνάει τα μεσάνυχτα. Καί με τον σύζυγο, ανάλογα με το τι άνθρωπος είναι, να έχη ή καημένη άλλα βάσανα...
Καί καλά, μερικές γυναίκες έχουν αμαρτίες καί εξοφλούν έτσι, αλλά είναι καί άλλες πού δεν έχουν αμαρτίες. Αυτές έχουν καθαρό μισθό από την ταλαιπωρία πού περνούν. Γνωρίζω μια μάνα πού ήταν ένα αγγελούδι, πολύ καλή ψυχή, το πιο καλό, το πιο ήσυχο παιδί από την οικογένεια. Καί σε τι στραβόξυλο έπεσε! Πώς ξεγελάστηκαν οι δικοί της! Παντρεύτηκε έναν μέθυσο, πού από μικρός ήταν αλητάκι. Ό πατέρας του μεθούσε καί πήρε καί αυτός την ίδια συνήθεια. Να ξενοδουλεύει ή καημένη, να σκοτώνεται στην δουλειά, καί εκείνος να την δέρνει καί να την απειλή με το μαχαίρι. Πόσες φορές της λέει: «Θα σε σφάξω»! Καί να φοβάται μην την σφάξει! Μαρτύριο περνάει! Έχει καί τέσσερα παιδιά. Οι δικοί της έφθασαν σε σημείο να της λένε να τον χωρίσει, αλλά εκείνη τους απαντάει: «Λέω να κάνω ακόμη υπομονή», καί κάνει υπομονή. Το καταλαβαίνετε; Ούτε Γεροντικά διάβασε ούτε Συναξάρια, καί όμως κάνει υπομονή. «Καλά, της είπα μια φορά, τα παιδιά δεν επεμβαίνουν;». «Ακόμη είναι δεκαπέντε-δεκαέξι χρονών, μου είπε. Ας πάνε στρατιώτες, καί μετά θα τον περιλάβουν!». Δηλαδή, μέχρι να πάνε στρατιώτες τα παιδιά, να τρώει ξύλο!., (σ. 47-48).
Ή υπομονή χαριτώνει τον άνθρωπο.
Όταν ό άλλος είναι μπουρινιασμένος, ό,τι καί να του πεις, δεν γί­νεται τίποτε. Καλύτερα εκείνη την στιγμή να σιωπήσεις καί να λες την Ευχή. Με την Ευχή θα καλμάρει ό άλλος, θα ηρέμηση καί θα μπόρεσης μετά να συνεννοηθείς μαζί του. Βλέπεις, καί οι ψαράδες δεν πάνε να ψαρέψουν, αν δεν έχη μπουνάτσα κάνουν υπομονή, ώσπου να καλοσυνέψει ό καιρός.
Που οφείλεται, Γέροντα, ή ανυπομονησία των ανθρώπων;
Στην πολλή... εσωτερική τους ειρήνη! Ό Θεός την σωτηρία των ανθρώπων την κρέμασε στην υπομονή. «Ό δε ύπομεινας εις τέλος, ούτος σωθήσεται» (Ματθ. 10, 22), λέει το Ευαγγέλιο. Γι' αυτό δίνει δυ­σκολίες, διάφορες δοκιμασίες, για να ασκηθούν στην υπομονή οι άνθρωποι.
Ή υπομονή ξεκινά από την αγάπη. Για να υπομείνεις τον άλλον, πρέπει να τον πόνεσης. Καί βλέπω πώς με την υπομονή σώζεται ή οι­κογένεια. Είδα θηρία να γίνονται αρνιά. Με την εμπιστοσύνη στον Θεό τα πράγματα εξελίσσονται ομαλά καί πνευματικά. Μια φορά, όταν ήμουν στην Μονή Στομίου, είχα δει στην Κόνιτσα μια γυναίκα πού έλαμπε το πρόσωπο της. Ήταν μητέρα πέντε παιδιών. Μετά θυμήθηκα ποια ήταν. Ό άνδρας της ήταν μαραγκός καί έπαιρνε πολλές φορές δουλειές μαζί με τον μάστορά μου1. Μια κουβέντα να του έλεγαν οι νοικοκυ­ραίοι, λ.χ. «μάστρο-Γιάννη, μήπως αυτό να το κάνουμε έτσι;», γινόταν θη­ρίο. «Έμενα θα μου κάνης τον δάσκαλο;», τους έλεγε. Έσπαζε τα εργα­λεία του, τα πετούσε καί έφευγε. Αφού παρατούσε την δουλειά του καί τα έσπαζε όλα σε ξένα σπίτια, καταλαβαίνεις στο σπίτι του τι έκανε! Αυτή λοιπόν ήταν του μαστρο-Γιάννη ή γυναίκα. Με αυτόν τον άνθρω­πο δεν μπορούσες μία μέρα να καθίσεις, καί αυτή χρόνια ζούσε μαζί του. Κάθε μέρα περνούσε μαρτύριο, καί όμως όλα τα αντιμετώπιζε με πολλή καλοσύνη καί έκανε υπομονή. Επειδή ήξερα την κατάσταση στο σπίτι, όταν την συναντούσα, την ρωτούσα: «τι κάνει ό κυρ-Γιάννης; Δουλεύει;». «Ε, πότε δουλεύει, πότε κάθεται λιγάκι!». «Πώς τα περνάτε;». «Πολύ καλά, πάτερ!», μου έλεγε. Καί το έλεγε με την καρδιά της. Δεν υπολόγιζε πού έσπαζε τα εργαλεία του — καί αξίας εργαλεία — ούτε πού αναγκαζό­ταν ή καημένη να ξενοδουλεύει, για να τα βγάλουν πέρα. Βλέπετε με πό­ση υπομονή, με πόση καλοσύνη καί με πόση αρχοντιά τα αντιμετώπιζε όλα! Ούτε τον κατηγορούσε καθόλου! Γι αυτό ό θεός την χαρίτωσε καί έλαμπε το πρόσωπο της. Μεγάλωσε καί τα πέντε παιδιά της καί έγιναν πολύ καλά παιδιά. Μπόρεσε καί κράτησε καί τα παιδιά της... (σ. 49-50).
Ή πιστή σύζυγος.
Γέροντα, μια γυναίκα την εγκατέλειψε ό άνδρας της, πήρε καί το παιδί, καί έχει σχέσεις με δύο άλλες γυναίκες. Με ρώτησε τι να κάνη.
Να της πεις, όσο μπορεί, να κάνη υπομονή, προσευχή καί να φέρε­ται με καλοσύνη. Να περιμένει, να μη διάλυση τον γάμο ή ίδια. Κάποιος περιφρονούσε την γυναίκα του, την κακομεταχειριζόταν, καί αυτή τα αντιμετώπιζε όλα με υπομονή καί καλοσύνη, μέχρι πού πέθανε σχετικά νέα Όταν έκαμαν την εκταφή της, βγήκε από τον τάφο μία εύωδία! Απόρησαν όσοι βρίσκονταν εκεί. Βλέπετε, αυτή αντιμετώπιζε τα πάντα με υπομονή σ' αυτήν την ζωή, γι αυτό δικαιώθηκε στην άλλη ζωή... (σ. 51-52).

Τα παιδιά των διαλυμένων οικογενειών.
Σήμερα ό γάμος, όπως κατάντησε, έχει χάσει το νόημα του. Διαλύονται οικογένειες στα καλά καθούμενα. Ήρθε τίς προάλλες στο Καλύβι κά­ποιος τελείως ζαλισμένος. Είχε δύο παιδιά από μία φιλενάδα. Πα­ντρεύτηκε μια άλλη, έκανε ένα παιδί καί την χώρισε. Μετά ξαναπαντρεύτηκε κάποια άλλη, ή οποία ήταν χωρισμένη καί είχε δύο παιδιά από τον πρώτο γάμο της καί ένα παιδί από έναν φίλο. Έκανε καί μ' αυτήν άλλα δύο. «Για βαστά, του λέω, από πόσες μανάδες είναι αυτά τα παιδιά καί από πόσους πατεράδες;».
Έτσι καταστρέφονται τα ταλαίπωρα τα παιδιά. Οσα είναι ευαί­σθητα καί δεν μπορούν να ξεπεράσουν την στενοχώρια, απελπίζονται καί μερικά αυτοκτονούν. Αλλά πίνουν, για να ξεχνούν, άλλα μπλέκονται με τα ναρκωτικά. Πού τα βρίσκουν τα χρήματα; Ή πιο μικρή δόση ηρω­ίνης στοιχίζει τέσσερις χιλιάδες δραχμές. Ή μεγάλη έξι ή επτά χιλιάδες (το 1990). Καί αυτά τα παιδιά είναι από τα ζωηρά της προηγούμενης γενιάς. Τα άλλα από το αυτόματο διαζύγιο, πού είναι ακόμη μικρά, τι θα γίνουν; Φέτος το καλοκαίρι πόσα παιδιά πέρασαν από το Καλύβι πού έπαιρναν ναρκωτικά! Τα περισσότερα, τα κακόμοιρα, ήσαν από διαλυμένες οικογένειες. Να βρίσκονται σε τέτοια κατάσταση στην ηλικία των είκοσι επτά ετών καί να ζητούν βοήθεια! Καί να δεις, τα παιδιά από τίς δια­λυμένες οικογένειες φαίνονται από μακριά... (σ. 54-55).
Το «φταίξιμο» καί το «δίκαιο» των συζύγων.
Μια φορά ήρθε στο Καλύβι κάποιος καί μου είπε ότι είχε προβλήματα με την γυναίκα του. Πήγαιναν για χωρισμό. Δεν ήθελε να δη ό ένας τον άλλον. Ήσαν καί οι δύο δάσκαλοι, είχαν καί δύο παιδάκια. Δεν έτρω­γαν ποτέ στο σπίτι. Σε άλλο εστιατόριο έτρωγε ό ένας μετά το Σχολείο, σε άλλο ό άλλος, καί αγόραζαν καί κάτι σάντουιτς, για να φάνε τα παιδιά. Τα καημένα, όταν οι γονείς γύριζαν στο σπίτι, πήγαιναν καί έψαχναν στις τσέπες καί στις τσάντες τους, για να δουν τι τους έφε­ραν άπ' έξω να φάνε. Περνούσαν μεγάλο δράμα! Αυτός έκανε καί τον ψάλτη. Σε άλλη εκκλησία πήγαινε ή γυναίκα του, σε άλλη έψαλ­λε αυτός. Τόσο πολύ! «τι να κάνω, πάτερ, μου λέει, σηκώνω μεγάλο σταυ­ρό, πολύ μεγάλο. Κάθε μέρα έχουμε φασαρίες στο σπίτι». «Πήγες στον Πνευματικό;», τον ρωτάω. «Ναι, πήγα, μου λέει, καί μου είπε: Υ­πομονή να κάνης σηκώνεις μεγάλο σταυρό». «Για να δω, του λέω, ποι­ος σηκώνει μεγάλο σταυρό. Να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Όταν παντρευτήκατε, μαλώνατε έτσι;». «Όχι, μου λέει. Οκτώ χρόνια ήμασταν πολύ αγαπημένοι. Λάτρευα την γυναίκα μου περισσότερο από τον Θεό! Μετά εκείνη άλλαξε. Έγινε γκρινιάρα, ιδιότροπη...». Ακούς; Την λάτρευε περισσότερο από τον Θεό! «Έλα εδώ, του λέω. Λά­τρευες την γυναίκα σου περισσότερο από τον Θεό! Ή γυναίκα σου φταί­ει τώρα ή εσύ, πού φθάσατε σ' αυτήν την κατάσταση; Εξ αιτίας σου πήρε την Χάρη Του ό Θεός από την γυναίκα σου. Καί τι σκέφτεσαι να κάμεις τώρα;», τον ρωτάω. «Μάλλον να χωρίσουμε», μου λέει. «Μήπως έμπλεξες καί με καμιά άλλη;». «Ναι, έχω ύπ' όψιν μου κάποια», μου λέει. «Βρε, δεν καταλαβαίνεις ότι εσύ είσαι ό φταίχτης; Να ζήτησης πρώτα συγχώρεση από τον Θεό, γιατί λάτρευες την γυναίκα σου πε­ρισσότερο από Εκείνον. Μετά να πάς να ζήτησης συγχώρεση από την γυναίκα σου. Να με συγχώρεσης, να της πεις, εγώ έγινα αιτία να δημιουργηθεί αύτη ή κατάσταση στο σπίτι καί να ταλαιπωρούνται καί τα παιδιά. Έπειτα να πάς να εξομολογηθείς καί να λατρεύεις τον Θεό σαν Θεό καί να αγαπάς την γυναίκα σου σαν γυναίκα σου, καί θα δεις, τα πράγματα θα πάνε καλά». Τον τράνταξα. Άρχισε να κλαίει. Μου υποσχέθηκε πώς θα με ακούσει. Ήρθε μετά από λίγο καιρό χαρούμε­νος. «Σ' ευχαριστώ, πάτερ, μας έσωσες, μου λέει. Είμαστε μια χαρά, κι εμείς καί τα παιδιά μας». Βλέπεις; Να είναι αυτός ό φταίχτης καί να νομίζει κιόλας ότι σηκώνει πολύ μεγάλο σταυρό!...
Υπάρχουν καί περιπτώσεις πού μπορεί να έχη καί ό ένας καί ό άλλος δίκαιο. Κάποτε έλεγα σε μια συντροφιά πόσο αγνός ήταν ό Μακρυ­γιάννης. Είχε καί σωματική καί ψυχική αγνότητα. Όποτε πετάγεται κά­ποιος καί μου λέει: «Όχι να θέλουν να παρουσιάσουν τον Μακρυ­γιάννη καί για άγιο!». «Γιατί όχι;», τον ρωτάω. «Γιατί έδερνε την γυ­ναίκα του», μου απαντάει. «Κοίταξε να σου πω τι συνέβαινε. Ό Μα­κρυγιάννης, όταν τύχαινε να έχη κανένα τάλιρο καί ερχόταν καμιά χήρα πού είχε παιδιά, της το έδινε. Ή γυναίκα του, ή καημένη, γκρί­νιαζε. Μα κι εσύ παιδιά έχεις, του έλεγε, γιατί το έδωσες;. Κι εκείνος της έδινε κανένα μπάτσο καί της έλεγε· εσύ έχεις τον άνδρα σου, πού θα σε οικονομήσει. Αυτή ή καημένη δεν έχει άνδρα, ποιος θα την οικονομήσει;». Δηλαδή καί οι δύο είχαν δίκαιο.
Ύστερα, αν ό ένας από τους δύο συζύγους ζει πνευματικά, τότε καί δίκαιο να έχη, δεν έχει κατά κάποιον τρόπο δίκαιο. Γιατί, σαν πνευ­ματικός άνθρωπος πού είναι, πρέπει να αντιμετώπιση μία αδικία πνευ­ματικά. Να τα αντιμετωπίζει δηλαδή όλα με την θεία δικαιοσύνη, να βλέπει τι αναπαύει τον άλλον. Γιατί, αν μια ψυχή είναι αδύνατη καί σφάλλει, έχει κατά κάποιον τρόπο ελαφρυντικά. Ό άλλος όμως, πού είναι σε καλύτερη πνευματική κατάσταση καί δεν δείχνει κατανόηση, σφάλ­λει πολύ περισσότερο. Όταν καί οι πνευματικοί άνθρωποι αντιμετωπίζουν τα πράγματα κοσμικά, με την κοσμική, την ανθρώπινη δικαιοσύνη, τι γίνεται μετά; Πρέπει να πηγαίνουν συνέχεια στα κοσμικά δικαστή­ρια. Γι' αυτό καί βασανίζονται οι άνθρωποι (σ. 55-58).

Δεν υπάρχουν σχόλια: