Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Πέμπτη 30 Απριλίου 2009

Τρίτη 28 Απριλίου 2009

Δευτέρα 27 Απριλίου 2009

Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΩΝ ΑΣΚΗΤΩΝ 7


Σωματικά και πνευματικά συνακό­λουθα της προσευχής

ΕΙΝΑΙ πολύ σπουδαίο πράγμα να μη χαλαρώνει κανείς τα χαλινάρια του σώματος, όταν κάνει μια τέτοια συνεχή άσκηση προσευχής. Προσευχή πού δεν «υπωπιάζει», δε «δουλαγωγεί» το σώμα και δε συντρίβει την καρδιά, μοιάζει με έμβρυο πού γεννιέται προτού ολοκλη­ρωθεί και γίνει παιδί, λέει ό άγιος Ισαάκ ό Σύρος, γιατί μια τέτοια προσευχή δεν έχει ψυχή. Έχει ήδη μέσα της το σπέρμα της αυτάρκειας και υπερηφάνειας πού κάνει την καρδιά να θεωρεί τον εαυτό της όχι μόνο μεταξύ των κλητών άλλα και μεταξύ των εκλεκτών (Ματθ. κβ'14).
ΠΡΟΦΥΛΑΞΟΥ πολύ από μια τέτοιου είδους προσ­ευχή. Είναι ρίζα πολλών πλανών. Γιατί, αν ή καρδιά σου είναι προσκολλημένη στα σαρκικά και γήινα πράγματα, τότε και ό θησαυρός σου γήινος και σαρκικός είναι. Είναι όμως δυνατό να νομίζεις, ότι ήδη είσαι ουράνιος άνθρω­πος, όταν δεν είναι ουράνια ή προσευχή σου; Ή χαρά σου γίνεται ακάθαρτη και εκδηλώνεται με ευθυμία και φλυαρία και ευκολία στο να διδάσκεις τους άλλους χωρίς να είσαι δάσκαλος αναγνωρισμένος από την Εκκλησία για το έργο αυτό. Εξηγείς την Αγ. Γραφή σύμφωνα με τον σαρκικό νου σου και δεν ανέχεσαι αντιρρήσεις. Υποστηρίζεις τις αντιλήψεις σου και τις απόψεις σου και είσαι άνθρωπος μόνο των λόγων, ενώ ή συμπεριφορά σου δεν είναι καθόλου οικοδομητική, γιατί δεν κυριαρχείς στις σωματικές σου ορμές και δεν φροντίζεις να ταπεινώ­νεις την καρδιά σου.
Η αληθινή χαρά είναι σιωπηλή και μόνιμη. Για αυτό μας προτρέπει ό Απόστολος Παύλος: «Πάντοτε χαίρετε» (Α' Θεσ. ε'16). Ή χαρά αυτή πηγάζει από καρδιά που πενθεί για την απομάκρυνση της, αλλά και την απομά­κρυνση του κόσμου από το φως. Την αληθινή χαρά τη βρίσκουμε στο κατά Θεό πένθος. Να γιατί λέει ό Κύριος: «Μακάριοι οι πενθούντες» (Ματθ. ε'4) και «Μακάριοι οι κλαίοντες νυν» για το κατώτερο και γήινο εγώ σας, «ότι γελάσετε» με το πνευματικό σας πρόσωπο (Λουκά στ' 21).
Η αληθινή χαρά είναι ή χαρά της παρηγοριάς, ή χαρά πού αναβρύζει από την πηγή της συναίσθησης της αδυναμίας μας και του ελέους του Κυρίου, Ή χαρά αυτή δε χρειάζεται γέλια ηχηρά για να ανάψει και να εξωτερι­κευτεί. Είναι μόνιμη, βαθιά, αληθινή και εκδηλώνεται με ισχυρότατα και φυσικότητα.
ΣΚΕΨΟΥ ακόμα και τούτο- όποιος προσκολλάται στις γήινες χαρές, είναι ανήσυχος, γεμάτος φροντίδες για ότι γήινο. Οι αισθήσεις του είναι δεμένες στα μεταβλητά και φθαρτά. Για αυτό και τελικά ή χαρά του γίνεται πίκρα και πόνος. Ή χαρά όμως του Κυρίου {Ματθ. κε' 21) είναι μόνιμη, γιατί ό Θεός είναι αιώνιος και αμετάβλητος.

ΒΑΛΕ λοιπόν χαλινάρι στη γλώσσα σου ταυτόχρονα με τη νηστεία και την αυστηρότητα πού δείχνεις στο σώμα σου. Ή φλυαρία είναι ένας μεγάλος εχθρός της προσευχής. Τα πολλά λόγια αποτελούν εμπόδιο για προσευχή. Γι' αυτό πρέπει να προσέχουμε κάθε λόγο μας, ώστε να μην είναι «αργός» (Ματθ. ιβ' 36). Δεν κουβαλάει κανείς σκόνη του δρόμου στο δωμάτιο πού θέλει να το διατηρήσει καθαρό. Διατήρησε κατά τον ίδιο τρόπο ελεύθερη από θορύβους και λόγια σχετικά με μάταια και προσωρινά συμβάντα την ψυχή σου.
Η γλώσσα πυρ! Και σκέψου, «ολίγον πυρ ηλίκην ύλην ανάπτει»! (Ίακ. γ' 5-6). Όταν όμως δεν επιτρέπει κανείς στη φωτιά να 'χει αέρα, σβήνει. Αν δεν επιτρέπεις να αναπνέουν τα πάθη σου, πνίγονται από ασφυξία σιγά σιγά. Ανάβεις π.χ. από την οργή; Τότε μη μιλάς και μην αφήνεις το θυμό σου να εξωτερικευτεί. Ας ακούσει μόνο ό Κύριος την εξομολόγηση σου. Με τον τρόπο αυτό σβήνεις την πυρκαγιά στη γένεση της. Αισθάνεσαι ταραχή εξ αίτιας του ελαττώματος κάποιου; Μιμήσου το παρά­δειγμα του Σήμ και του Ιάφεθ και σκέπασε το με το «ιμάτιον», δηλαδή με το επανωφόρι της σιωπής (Γεν. θ' 23). Έτσι καταπνίγεται ή επιθυμία σου να κατακρίνεις, προτού γίνει φλόγα δυνατή και εκδηλωθεί εξωτερικά. Ή σιωπή είναι μια αναγκαία προϋπόθεση για την προσεκτι­κή προσευχή.
ΔΕΝ πρέπει όμως να σιωπά μόνο ή γλώσσα στην άσκηση της προσοχής. Πρέπει κανείς να προσέχει και τον εαυτό του (Γαλ. στ' 1) σε όλα τα ζητήματα για να γίνεται ή προσοχή του ολοένα και πιο βαθιά. Στα βάθη μας βρίσκεται ή απέραντη αποθήκη των προμηθειών μας: οι αναμνήσεις μας και οι σκέψεις μας και οι εικόνες της φαντασίας μας κινούνται εκεί και είναι δυνατό να κυριαρχήσουμε επάνω τους. Μη φέρνεις στο μυαλό σου ότι ταράσσει την προσευχή σου. Μην κάνεις ανασκαφές στη γη των παλιών σου αμαρτημάτων. Μη γίνεσαι όμοιος με το σκυλί πού επιστρέφει «επί το ίδιο εξέραμα» (Β' Πετρ. β' 22). Μην αφήνεις τη μνήμη σου να σταματάει στις λεπτομέρειες, πού μπορούν να ξυπνήσουν μέσα σου τις αμαρτωλές επιθυμίες σου ή να θέσουν σε λειτουργία τη φαντασία σου. Ή πιο ευχάριστη διαμονή του διαβό­λου βρίσκεται στη φαντασία σου, δια μέσου της όποιας σε παρασύρει στη συντροφιά μαζί του, στη συγκατάθε­ση και την εκτέλεση της αμαρτίας. Προσπαθεί γι' αυτό να σπέρνει στη σκέψη σου την αμφιβολία, να σε οδηγεί στην ονειροπόληση και να δικαιολογεί με ευλογοφάνεια μά­ταια πράγματα. Αντιμετώπισε τα όλα αυτά με τα λόγια του ψαλμωδού: «Έκκλίνατε άπ' εμού, πονηρευόμενοι» (Ψαλ. ριη' 115).

Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΩΝ ΑΣΚΗΤΩΝ 6


Ό τρόπος της προσευχής

ΑΥΤΟΣ πού αποφασίζει να κάνει κανονικά κάθε μέρα την πρωινή του γυμναστική, πολύ συχνά την κάνει όχι γιατί βρίσκεται ήδη το σώμα του σε «φόρμα», αλλά για να αποκτήσει αυτό πού δεν έχει. Μόνον όταν κανείς αποκτήσει καταρχήν κάτι, μπορεί να καταβάλλει φροντίδες για τη διατήρηση του. Πριν από αυτό όμως πρέπει να φροντίσει να το αποκτήσει.
ΣΥΝΕΠΩΣ άρχισε χωρίς να περιμένεις τίποτε από τον εαυτό σου. Αν συμβαίνει να μένεις σε ιδιαίτερο δωμάτιο, μπορείς πραγματικά και χωρίς διακοπή να ακολουθείς την πορεία του Μεγάλου Ωρολογίου.
ΜΟΛΙΣ ξυπνήσεις το πρωί και προτού αρχίσεις οποιαδήποτε άλλη δουλειά, στάσου όρθιος με διάθεση ευλαβική, σκέψου ότι στέκεσαι μπροστά στον Θεό που τα βλέπει όλα, και κάνοντας το σημείο του σταυρού πες: «Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Αμήν». Μείνε έτσι σ' αυτή τη στάση μερικές στιγμές και περίμενε, ώσπου να ηρεμήσουν οι αισθήσεις σου και οι σκέψεις σου αφήσουν καθετί το γήινο. Πες έπειτα χωρίς βιασύνη και με συγκεντρωμένη την σκέψη σου και την καρδιά σου αυτή την προσευχή: «Ό Θεός, ιλάσθητί μοι, τω αμαρτωλώ».
ΕΠΕΙΤΑ συνέχισε τις άλλες προσευχές. Πρώτα το «Βασιλεύ Ουράνιε», κατόπιν το «Παναγία Τριάς» και το «Πάτερ ημών», τα οποία προηγούνται από ολόκληρη σειρά πρωινών προσευχών. Διάβασε καλύτερα μερικές με άνεση παρά όλες με ανυπομονησία. Οι προσευχές αυτές περικλείουν την πείρα της Εκκλησίας. Με τις προσευχές αυτές μπαίνεις σε μια κοινωνία προσευχομένων ανθρώπων. Δεν είσαι μόνος. Είσαι το κύτταρο της Εκκλησίας, δηλαδή του Σώματος του Χριστού. Με τις προσευχές αυτές της Εκκλησίας μας μαθαίνεις την υπα­κοή πού είναι απαραίτητη όχι μόνο για το σώμα, άλλα και για την καρδιά και το νου, για την εποικοδομεί και το στηριγμό της πίστης σου.
Η πλήρης και σωστή προσευχή είναι εκείνη όπου οι λέξεις παρακολουθούνται από το νου και το συναίσθη­μα. Αυτή είναι ή απαραίτητη προσευχή. Μην αφήνεις τις σκέψεις σου να περιπλανιούνται και σ' αυτήν ακόμα τη σελίδα του προσευχηταρίου σου. Να τις συλλαμβάνεις ξανά και ξανά και να ξαναρχίζεις πάντα από το σημείο πού άφησες την προσευχή. Με τον ίδιο τρόπο μπορείς να διαβάζεις και τους Ψαλμούς, προπάντων όταν δεν έχεις βιβλία με τις καθημερινές ακολουθίες, Έτσι μαθαί­νεις να είσαι υπομονετικός και προσεκτικός.
ΑΥΤΟΣ πού στέκει μπροστά σ' ένα ανοιχτό παράθυ­ρο, ακούει το θόρυβο πού έρχεται απ' έξω. Δεν μπορεί να κάνει αλλιώς. Εν τούτοις μπορεί, αν θέλει, να ξεχωρί­σει ή όχι τους θορύβους αυτούς. Αυτός πού προσεύχεται είναι εκτεθειμένος σε πλήθος ξένες σκέψεις, συναισθήματα και εντυπώσεις. Το να θελήσει να εμποδίσει την εισροή τους είναι τόσο ανωφελές, όσο το να εμποδίσει τον αέρα να κινείται σε ένα ανοιχτό δωμάτιο. Όμως μπορεί κανείς να τις παρακολουθεί ή να μην τις παρακολουθεί. Έτσι ή παρουσία τους, αν το θέλουμε κι εμείς οι ίδιοι, μπορεί να μένει απαρατήρητη κατά τη διάρκεια της προσευχής μας. Αυτό δεν μπορούμε να το πετύχουμε, μας λένε οι άγιοι, με κανένα άλλο τρόπο παρά με τη συνεχή άσκηση και γυμναστική του πνεύματος μας.
ΟΤΑΝ προσεύχεσαι οφείλεις να «σιωπάς». Προσεύ­χεσαι όχι για να εκπληρωθούν οι γήινες επιθυμίες σου, άλλα προσεύχεσαι για να γίνει το θέλημα του Θεού. «Γενηθήτω το θέλημα σου». Δεν επιτρέπεται να χρησιμο­ποιείς την προσευχή για να κάνεις υπηρέτη σου το Θεό. Εσύ ό ίδιος οφείλεις να σιωπάς. Άφησε να μιλήσει ή προσευχή σου κάνοντας την σύμφωνα με το θέλημα του Θεού.
ΣΥΜΦΩΝΑ με τη διδασκαλία του Μεγάλου Βασιλείου ή προσευχή σου πρέπει να έχει τα εξής τέσσερα χαρακτη­ριστικά: Δοξολογία, Ευχαριστία, Εξομολόγηση και Δέη­ση για τη σωτηρία σου.
ΜΗΝ ανησυχείς και μην προσεύχεσαι για λεπτομέ­ρειες ανάξιες λόγου. Ό Κύριος λέει γι' αυτή την περίπτω­ση: «Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην αυτού και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν» {Ματθ. στ' 33).
ΟΠΟΙΟΣ δε φροντίζει να συμμορφώνει τη θέληση του, αλλά και την προσευχή του με το θέλημα του Θεού, θα συναντάει εμπόδια στις προσπάθειες του και θα πέφτει πάντα στις ενέδρες του εχθρού. Θα δυσαρεστείται ή θα ερεθίζεται, θα μελαγχολεί, θα βρίσκεται σε αμηχανία, θα είναι ανυπόμονος ή ανήσυχος. Μ' αύτη όμως τη διάθεση δεν είναι δυνατόν να προσεύχεται κανείς.
ΔΕΝ είναι καθαρή ή προσευχή μας, όταν έχουμε κάτι εις βάρος του αδελφού μας. Εναντίον μόνο ενός ανθρώ­που επιτρέπεται ή μάλλον πρέπει να τα έχουμε: του εαυτού μας. Χωρίς αυτοεπιτίμηση ή προσευχή μας δεν πιάνει, Όπως ακριβώς και αυτή πού κάνουμε όταν έχουμε κάτι εις βάρος των άλλων. Ίσως αναρωτιέσαι: πώς μπορεί κανείς να το διδαχτεί αυτό; Ή απάντηση είναι: με την προσευχή.
ΜΗ φοβάσαι, αν παρατηρείς μέσα σου ξηρότητα πνευματική. Ή ζωογόνα βροχή έρχεται «άνωθεν», όχι από κάτω, από την σκληρή γη της καρδιάς σου, πού «ανατέλλει άκανθας και τριβόλους» (Γεν. γ' 18). Μην περιμένεις γι' αυτό μερικές εξαιρετικές ευκαιρίες, όπως είναι ή έκσταση και ό ενθουσιασμός ή άλλα ευάρεστα συναισθήματα. Ή προσευχή δεν είναι μέσο ικανοποίησης μας. Γνώρισε την αθλιότητα σου, «πένθησε και κλαύσε» (Ίακ. δ' 9)). Θυμήσου, ότι είσαι θνητός και ζήτησε το έλεος του Κυρίου. Τα υπόλοιπα εξαρτιούνται απ' αυτόν.


Το αδιαλείπτως προσεύχεσθε
Η προσευχή δεν παύει με την πρωινή άσκηση. Εκείνο πού έχει σημασία είναι να μπει σταθερά ή προσευ­χή στη ζωή σου ολόκληρη την ημέρα και να διαποτίζει όλα της τα γεγονότα. Ό επίσκοπος του Βλαντιμίρ Θεο­φάνης δίνει στον αρχάριο τη συμβουλή να διαλέγει από το Ψαλτήριο μια κατάλληλη μικρή φράση π.χ. «Κύριε εις το βοηθήσαι μοι σπεύσον» ή «καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί, ό Θεός» ή «ευλογητός ει Κύριε» ή οποιαδήποτε άλλη. Στο ψαλτήριο υπάρχει πλήθος από τέτοιες μικρό­τερες ή μεγαλύτερες επικλήσεις και ικεσίες. Έπειτα πρέ­πει να κρατάει κατά τη διάρκεια της ημέρας την προσευ­χή αυτή στο νου του και να την επαναλαμβάνει όσο μπορεί πιο συχνά στη σκέψη του ή ψιθυριστά ή και με δυνατή φωνή, όταν είναι μόνος του και δεν τον ακούνε άλλοι. Στο λεωφορείο, στο δρόμο, στη δουλειά, οπουδή­ποτε και οποτεδήποτε, όταν υπάρχει ευκαιρία, ας προσ­ηλώνουμε την προσοχή μας ολόκληρη στην προσευχή και πάλι και πάλι με σταθερότητα. Έτσι γεμίζει ή μέρα μας ως το βράδυ πού θα ξαναδιαβάσουμε την εσπερινή μας προσευχή στη σιγή της βραδιάς προτού να πέσουμε στο κρεβάτι για ύπνο.
ΑΥΤΗ ή άσκηση είναι καλή και γι' αυτούς πού δεν έχουν τη δυνατότητα της μόνωσης, ή οποία είναι αναγκαία για μια κανονική πρωινή ή βραδινή πνευματική περισυλλογή και προσευχή γιατί ή προσευχή αυτή μπο­ρεί να γίνει οπουδήποτε και οποτεδήποτε. Ή εσωτερική μόνωση εδώ αντικαθιστά την εξωτερική μόνωση πού δεν είναι πραγματοποιήσιμη.
Η συχνή επανάληψη είναι απαραίτητη. Χτυπώντας συνεχώς τα φτερά του το πουλί μπορεί να πετάξει πάνω από τα σύννεφα. Ό κολυμβητής πρέπει να κουνήσει τα χέρια του αναρίθμητες φορές για να φτάσει από τ' ανοιχτά στην ακτή. Αν πάψει το πουλί να πετάει, θα πέσει αναγκαστικά στη γη. Κι ό κολυμβητής, πού θα πάψει να χρησιμοποιεί τα χέρια του, υπάρχει κίνδυνος να βυθιστεί στα σκοτεινά βάθη της θάλασσας.
ΚΑΝΕ την προσευχή σου μ' αυτόν τον τρόπο ώρα την ώρα, μέρα τη μέρα, χωρίς να αποκάμνεις. Κάνε την προσευχή σου με απλότητα, χωρίς βιασύνη, ακόμα και χωρίς πνευματική περισυλλογή, αν δεν έχεις διαθέσιμο χρόνο γι' αυτή, χωρίς οποιαδήποτε άλλη φροντίδα. «Μη μεριμνήσητε εις την αύριον» (Ματθ. στ' 34). θα πάρεις την απάντηση στον καιρό της.
Ο Αβραάμ έφυγε από τον τόπο του χωρίς να ρωτήσει με περιέργεια: τί λογής είναι ή χώρα πού σ' αυτήν μου υπέδειξε ό Θεός να πάω; Τί με περιμένει εκεί; Απλούστατα έφυγε «και επορεύθη καθάπερ ελάλησεν αυτώ ό Κύριος» (Γεν. ιβ' 4). Κάνε και συ το ίδιο. Ό Αβραάμ πήρε μαζί του όλα τα αγαθά του. Το ίδιο οφείλεις και συ να κάνεις. Πάρε ότι έχεις, όλη τη ύπαρξη σου στην πορεία σου. Μην αφήνεις τίποτε πίσω σου, πού μπορεί να αιχμαλωτίσει την αγάπη σου και μάλιστα για την χώρα της πολυθεΐας πού εγκατέλειψες ήδη.
ΕΠΙ εκατό χρόνια ό Νώε κατασκεύαζε την κιβωτό του βάζοντας τον ένα κορμό δένδρου δίπλα στον άλλο ή επάνω στον άλλο. Το ίδιο κάνε και συ. Χτίζε σιγά σιγά το κτήριο της ψυχής σου με υπομονή, μέσα στη σιωπή, μέρα με τη μέρα, και μην ενδιαφέρεσαι για το τί λέει το περιβάλλον σου. Σκέψου, ότι ό Νώε ήταν ό μόνος σ' ολόκληρο τον κόσμο πού βάδιζε κατά τέτοιο τρόπο ώστε ήταν «άνθρωπος δίκαιος, τέλειος εν τπ γενεά αυτού- τω θεώ ευηρέστησε Νώε» (Γεν. στ'9). Πώς; Με την προσευ­χή του και την αδιάκοπη επικοινωνία του με το Θεό. Φαντάσου πόσο δύσκολες μέρες πέρασε μέσα στη συμπίεση, στο σκοτάδι, στη βαριά ατμόσφαιρα της Κιβωτού, ώσπου τελικά βγήκε έξω άπ' αυτήν, στον καθαρό αέρα, και έχτισε το θυσιαστήριο του Θεού. Τον αέρα και το θυσιαστήριο πρέπει να τα βρεις μέσα σου, εξηγεί ό άγιος Ιωάννης ό Χρυσόστομος, αλλά φυσικά μόνον όταν βαδίσεις πρόθυμα τον ίδιο δρόμο και περάσεις τη ίδια στενή πύλη πού διάβηκε ό Νώε.
ΜΕ τον ίδιο τρόπο κάνε και συ «πάντα, όσα ενετείλατό σοι Κύριος ό Θεός» (Γεν. στ'22) και χτίζε «δια πάσης προσευχής και δεήσεως» (Έφεσ. στ'18) τη γέφυρα πού θα σε απομακρύνει από το σαρκικό εγώ σου και τα σκορπισμένα σου ενδιαφέροντα στην ολοκλήρωση του Πνεύματος. Με την ενοίκηση του Πνεύματος μέσα σου, στην καρδιά σου, εξαφανίζεται ή πολλαπλότητα, λέγει ό Μέγας Βασίλειος. Οι μέρες σου εξαρτιούνται πια από Εκείνον πού κρατάει στα χέρια του το σύμπαν.

Σάββατο 25 Απριλίου 2009

Παρασκευή 24 Απριλίου 2009

Τετάρτη 22 Απριλίου 2009

Δευτέρα 20 Απριλίου 2009

Παρασκευή 17 Απριλίου 2009

ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΗΛΙΚΙΩΜΕΝΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗ ΠΟΥ ΒΙΩΣΕ ΤΟ ΜΕΓΑΛΕΙΟ ΤΗΣ ΑΦΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΦΩΤΟΣ ΚΑΤΑ ΤΑ ΕΤΗ 1961-1972-1980

ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΚΑΙ ΑΓΙΑΣ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ ΟΛΟΙ ΟΙ
ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΖΟΜΑΣΤΕ ΨΥΧΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΥΠΕΡΟΧΕΣ ΘΕΙΕΣ
ΑΚΟΛΟΥΘΙΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ ΚΑΙ ΣΩΜΑΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΝΗΣΤΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ
ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΑΣ.
ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΤΗΣ ΚΑΙ Η ΑΦΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΦΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΘΕ ΧΡΟΝΟ ΤΟ ΜΕΣΗΜΕΡΙ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΥ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΠΟΛΗ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΠΑΝΑΓΙΟ ΚΑΙ ΖΩΟΔΟΧΟ ΤΑΦΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΑΣ ΚΑΙ Η ΤΕΛΕΤΗ ΑΠΟΤΕΛΕΙΤΑΙ ΑΠΟ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΤΑΔΙΑ.
ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΣΤΑΔΙΟ ΕΙΝΑΙ Η ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΟΥ ΤΑΦΟΥ ΟΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΕΝΑΣ ΣΧΟΛΑΣΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΣΕ ΟΛΟ ΤΟ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΟΥ ΤΑΦΟΥ ΚΑΙ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΣΤΟ ΑΓΙΟ ΚΟΥΒΟΥΚΛΙΟ ΓΙΑ ΝΑ ΔΙΑΠΙΣΤΩΘΕΙ
ΟΤΙ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΟΤΙΔΗΠΟΤΕ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΕ ΝΑ ΑΝΑΨΕΙ ΦΩΤΙΑ.
ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΤΑΔΙΟ ΣΦΡΑΓΙΖΕΤΑΙ Η ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΕΙΣΟΔΟΣ ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΟΥ ΤΑΦΟΥ ΜΕ ΜΕΛΙΣΟΚΕΡΙ ΚΑΙ Ο ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΣ ΑΚΟΛΟΥΘΟΣ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ , Ο
ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΣ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΙΑΚΗΣ ΑΡΧΗΣ , Ο ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΤΗΣ ΙΟΡΔΑΝΙΑΣ , Ο ΕΛΛΗΝΑΣ ΠΡΟΞΕΝΟΣ ΚΑΙ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΙ ΤΩΝ ΑΡΜΕΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΟΠΤΩΝ ΤΟΠΟΘΕΤΟΥΝ ΤΙΣ ΣΦΡΑΓΙΔΕΣ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΚΛΕΙΣΤΗ ΕΙΣΟΔΟ ΣΑΝ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ ΟΤΙ Ο ΧΩΡΟΣ ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΟΥ ΤΑΦΟΥ ΕΙΝΑΙ ΚΑΘΑΡΟΣ ΑΠΟ ΟΤΙΔΗΠΟΤΕ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΕ ΝΑ ΑΝΑΨΕΙ ΦΩΤΙΑ.
ΣΤΟ ΤΡΙΤΟ ΣΤΑΔΙΟ ΕΙΝΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ
ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΜΕ ΣΥΝΟΔΕΙΑ
ΑΡΧΙΕΡΕΩΝ ΙΕΡΕΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΚΟΝΩΝ.
Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΠΡΩΤΑ ΣΤΕΚΕΤΑΙ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟ ΑΓΙΟ ΒΗΜΑ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΕΥΧΕΤΑΙ ΜΕΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΛΙΤΑΝΕΙΑ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΝΑΓΙΟ ΤΑΦΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΣΤΕΚΕΤΑΙ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΗΝ ΚΛΕΙΣΤΗ ΕΙΣΟΔΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΟΥΒΟΥΚΛΙΟΥ ΟΠΟΥ ΤΟΝ ΨΑΧΝΟΥΝ ΣΩΜΑΤΙΚΑ ΣΧΟΛΑΣΤΙΚΑ ΓΙΑ ΝΑ ΔΙΑΠΙΣΤΩΘΕΙ ΟΤΙ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΑΠΑΝΩ ΤΟΥ ΤΙΠΟΤΑ ΠΟΥ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΕ ΝΑ ΑΝΑΨΕΙ ΦΩΤΙΑ.
ΣΤΗΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΟΥ ΤΑΦΟΥ ΑΠΟΣΦΡΑΓΙΖΕΤΑΙ
ΚΑΙ ΕΙΣΕΡΧΕΤΑΙ Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ. ΚΡΑΤΩΝΤΑΣ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΟΥ ΔΥΟ ΜΕΓΑΛΑ ΣΒΗΣΤΑ ΚΕΡΙΑ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝΤΑΙ ΕΚΑΣΤΟ ΑΠΟ 33 ΜΙΚΡΟΤΕΡΑ ΚΕΡΙΑ ΟΣΑ ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΤΟΠΙΝ ΕΙΣΕΡΧΕΤΑ1 ΣΤΟ ΑΓΙΟ ΚΟΥΒΟΥΚΛΙΟ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟΝ ΔΡΑΓΟΥΜΑΝΟ ΤΩΝ ΑΡΜΕΝΙΩΝ.
Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΠΕΡΝΑΕΙ ΣΤΟΝ ΚΥΡΙΟΣ ΘΑΛΑΜΟ ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΤΟ
ΖΩΟΔΟΧΟ ΜΝΗΜΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ Ο ΔΡΑΓΟΥΜΑΝΟΣ ΜΕΝΕΙ ΣΤΟΝ ΠΡΟΘΑΛΑΜΟ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΤΗΝ ΤΕΛΕΤΗ. ΟΛΑ ΤΑ ΚΑΝΔΗΛΙΑ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΟΥ ΤΑΦΟΥ ΕΙΝΑΙ ΣΒΗΣΤΑ ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΤΑ ΚΕΡΙΑ.
Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΓΟΝΑΤΙΖΕΙ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΠΑΝΑΓΙΟ ΤΑΦΟ ΚΑΙ ΠΡΟΣΕΥΧΕΤΑΙ ΙΔΡΩΤΑΣ ΤΡΕΧΕΙ ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΤΩΠΟ ΤΟΥ ΑΠΟ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑΚΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ.ΣΙΓΗ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙ ΣΤΟ ΠΛΗΘΟΣ ΤΟΝ ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΩΝ ΩΣ ΤΗΝ ΣΤΙΓΜΗ ΠΟΥ ΤΑ ΚΕΡΙΑ ΠΟΥ ΚΡΑΤΑΕΙ Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΑΝΑΒΟΥΝ ΜΟΝΑ ΤΟΥΣ ΑΠΟ ΤΟ ΑΓΙΟ ΦΩΣ.
ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΣΤΙΓΜΗ ΤΟ ΑΓΙΟ ΦΩΣ ΚΑΤΑΚΛΥΖΕΙ ΤΟΝ ΠΑΝΑΓΙΟ ΤΑΦΟ ΚΑΙ ΟΛΟ ΤΟ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ ΚΑΙ ΠΟΛΛΕΣ ΦΟΡΕΣ ΒΓΑΙΝΕΙ ΚΑΙ ΕΞΩ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΑΥΛΗ.
ΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ ΣΑΝ ΛΕΥΚΟΧΡΥΣΕΣ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΣΤΡΕΦΟΜΕΝΕΣ ΦΛΟΓΙΤΣΕΣ Η ΣΑΝ ΓΑΛΑΖΙΕΣ ΜΙΚΡΕΣ ΑΣΤΡΑΠΕΣ ΠΟΥ ΧΩΡΙΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΠΛΗΜΜΥΡΙΖΟΥΝ ΤΟΝ ΧΩΡΟ ΚΑΙ ΑΝΑΒΟΥΝ ΤΙΣ ΣΒΗΣΤΕΣ ΚΑΝΔΗΛΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΣΒΗΣΤΑ ΚΕΡΙΑ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΩΝ. ΟΙ ΚΑΜΠΑΝΕΣ ΚΤΥΠΑΝΕ ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΑ ΟΙ ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΕΣ ΚΛΑΙΝΕ ΚΑΙ ΦΩΝΑΖΟΥΝ ΑΠΟ ΔΕΟΣ ΚΑΙ
ΣΥΓΚΙΝΗΣΗ. ΜΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΙΚΟ ΤΡΟΠΟ ΤΟ ΥΠΕΡΚΟΣΜΙΟ ΦΩΣ ΤΟ
ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΟ ΦΩΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ ΑΙΩΝΕΣΑ ΝΑ ΔΕΙΚΝΥΕΙ ΤΗΝ ΔΟΞΑ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΑΣ ΚΑΘΕ ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ ΠΡΩΙ ΠΡΟΣ ΔΟΞΑ ΚΥΡΙΟΥ ΣΤΟΝ ΠΑΝΑΓΙΟ ΤΑΦΟ.
ΑΝΑΦΕΡΘΗΚΑ ΛΕΠΤΟΜΕΡΩΣ ΣΤΟΝ ΕΛΕΓΧΟ ΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΣΤΟΝ ΠΑΝΑΓΙΟ ΤΑΦΟ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΜΕΙΝΕΙ ΚΑΜΙΑ ΑΜΦΙΒΟΛΙΑ ΟΤΙ ΤΟ ΦΩΣ ΑΥΤΟ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΚ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ.
ΙΣΩΣ ΜΕ ΤΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΝΑ ΜΗΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΤΑΛΑΒΟΥΜΕ ΤΗΝ ΘΕΟΦΑΝΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΦΩΤΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΜΑΣ ΟΜΩΣ ΣΤΟΝ ΠΑΝΑΓΙΟ ΤΑΦΟ ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ ΜΕΣΗΜΕΡΙ ΘΑ ΖΗΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΔΟΞΑ ΚΑΙ ΘΑ ΚΑΤΑΛΑΒΟΥΜΕ ΤΙ ΕΝΝΟΟΥΣΕ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΟΤΑΝ ΕΛΕΓΕ ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ Η ΖΩΗ ΕΥΧΟΜΑΙ ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΝΑ ΑΞΙΩΘΟΥΜΕ ΟΛΟΙ ΜΑΣ ΝΑ ΒΙΩΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΗ
ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΑΣ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΗ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ.

Τετάρτη 15 Απριλίου 2009

ΠΑΤΗΡ ΑΝΑΝΙΑΣ ΚΟΥΣΤΕΝΗΣ

ΟΜΙΛΙΑ ΜΕ ΘΕΜΑ ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΣΤΟΝ ΙΕΡΟ ΝΑΟ ΑΓΙΑΣ ΒΑΡΒΑΡΑΣ ΑΡΓΥΡΟΠΟΛΕΩΣ

Τρίτη 14 Απριλίου 2009

Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΩΝ ΑΣΚΗΤΩΝ 5

Ή ανάγκη της προσευχής
ΑΠΟ όσα είπαμε προκύπτει ότι ή προσευχή είναι το πρώτιστο και το σπουδαιότατο μέσο αγώνα. Μάθε να προσεύχεσαι και τότε μπορείς να νικήσεις όλες, και τις πιο καταστροφικές, δυνάμεις που μπορείς να φαντα­στείς και πού σου στήνουν παγίδες για να πέσεις.
Η προσευχή είναι το ένα φτερό, ή πίστη είναι το άλλο. Και τα δυο μαζί σε ανυψώνουν στον ουρανό. Μόνο με ένα φτερό κανείς δεν μπορεί να πετάξει. Προσευχή χωρίς πίστη είναι τόσο αδιανόητη, όσο και πίστη χωρίς προσευχή. Άλλα αν ή πίστη σου είναι πολύ αδύνατη, τότε μπορείς να λες και να ξαναλές χωρίς σταμάτημα: «Κύριε, πρόσθες μοι πίστιν». Μια τέτοια προσευχή σπά­νια δεν εισακούεται. Ό κόκκος του σιναπιού, λέει ό Κύριος, μεγαλώνει και γίνεται μεγάλο δέντρο.
ΟΠΟΙΟΣ θέλει να 'χει ήλιο και αέρα, ανοίγει το παράθυρο, θα ήταν τρέλα να κάθεται κανένας πίσω από τα κατάκλειστα παράθυρα με στόρια και να λέει: «Δεν υπάρξει καθόλου φως, δεν υπάρχει καθόλου αέρας για να αναπνεύσω». Ή εικόνα αύτη σου δείχνει πιο παραστατικά το έργο της προσευχής. Ή δύναμη ή ή χάρη του Θεού είναι προσιτή σε όλους και σε κάθε μέρος, αλλά δεν μπορεί να γίνεις μέτοχος της αν δεν την ποθείς και δεν ενεργείς σύμφωνα μ' αυτό σου τον πόθο.
Η προσευχή είναι ενέργεια. Προσεύχομαι, σημαίνει ενεργώ στον ύψιστο βαθμό. Για κάθε είδος δραστηριότη­τας χρειάζεται άσκηση. Μιλώντας κανείς μια ξένη γλώσ­σα τη μαθαίνει καλά. Και προσευχόμενος μαθαίνει κανείς να προσεύχεται. Χωρίς προσευχή αποκλείεται να βρεις ότι ζητάς. Ή προσευχή είναι ή αρχή και ή βάση για κάθε προσπάθεια που κατατείνει προς το Θεό. Ή πρώτη φλόγα ανάβει με την προσευχή. Ή προσευχή στέλνει την πρώτη προαίσθηση για το τι πρέπει να ζητήσει κανείς και αυτή ξυπνάει και διεγείρει τη διάθεση για να προχω­ρήσει πιο πέρα.
Η προσευχή είναι το θεμέλιο του κόσμου λέει ό άγιος Ιωάννης της Κλίμακας. Ή προσευχή είναι το μέσον σχετισμού και ένωσης με το Θεό. Είναι ή γέφυρα που οδηγεί τον άνθρωπο απ' το σαρκικό εγώ του και τους πειρασμούς του, στο πνευματικό του εγώ και την ελευθε­ρία. Είναι ένα όπλο άμυνας εναντίον των «μερίμνων του βίου και της απελπισίας». Ή προσευχή εκμηδενίζει τη θλίψη και χαλιναγωγεί την οργή. Ή προσευχή είναι ή τροφή της ψυχής και ό φωτισμός του νου. Ή προσευχή φέρνει στο παρόν τη μέλλουσα χαρά. Γι' αυτόν, πού προσεύχεται αληθινά, ή προσευχή είναι ή κρίση και το κριτήριο του Μοναδικού Κριτή πριν από την Μέλλουσα Κρίση. Και το κριτήριο αυτό βρίσκεται τη στιγμή αυτή στην καρδιά του προσευχόμενου H προσευχή και ή εγρήγορση είναι το ίδιο πράγμα, γιατί μόνο όταν προσεύχεσαι, μπορείς να σταθείς στην πύλη της καρδιάς σου. Το άγρυπνο μάτι αντιδρά αμέσως και για το ελάχιστο που θα φανεί στο οπτικό του πεδίο. Το ίδιο κάνει και ή καρδιά πού «προσκαρτερεί» στην προσευχή.
Η αράχνη κάθεται στη μέση από το δίχτυ της και καταλαβαίνει αμέσως και το παραμικρότερο έντομο πού πέφτει σ' αυτό. Το σκοτώνει παρευθύς. Το ίδιο κάνει και ή προσευχή στην καρδιά σου. Μόλις το ελάχιστο κίνημα της καρδιάς σου πληροφορήσει την προσέγγιση ενός εχθρού, αμέσως ή προσευχή τον αφανίζει.
ΠΑΡΑΜΕΛΗΣΗ της προσευχής σημαίνει ότι ή εγκα­τάλειψη της σκοπιάς. Ή θύρα μένει αφύλαχτη, ανοιχτή για τους κακοποιούς, πού ορμούν μέσα στην καρδιά και λεηλατούν τους θησαυρούς πού έχουμε εκεί μαζέψει. Ό ληστής δε θέλει πολλή ώρα για να συμπληρώσει το καταστρεπτικό έργο του. Ή οργή π.χ. μπορεί να τα καταστρέψει όλα σε μια μονάχα στιγμή.
Ή Προσευχή επιστήμη επιστημών και τέχνη τεχνών
ΑΠΟ όσα είπαμε προηγουμένως καταλαβαίνουμε ότι οι άγιοι πατέρες, όταν μιλούν για προσευχή, δεν εννοούν την κανονική προσευχή, πού κάνουμε το πρωί, το βράδυ ή στο τραπέζι. Εννοούν την ακατάπαυστη προσευχή, τη ζωή της προσευχής. Αυτό πού λέει ό απόστολος Παύλος «αδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α' Θεό. ε' 17), πρέπει να το εννοήσουμε κατά γράμμα.
ΜΕ την έννοια αυτή ή προσευχή είναι κορυφαία επιστήμη και τέχνη. Ό καλλιτέχνης δουλεύει με μάρμαρο και χρώμα, με λέξεις και τόνους. Ύστερα από αρκετή προσπάθεια δίνει σ' αυτά μορφή και ομορφιά. Το υλικό του προσευχόμενου είναι ό ζωντανός άνθρωπος. Με την προσευχή του επεξεργάζεται τον άνθρωπο, του δίνει μορφή και ομορφιά. Πρώτα στον εαυτό του και υστέρα σε πολλούς άλλους.
Ο επιστήμονας μελετά τα δημιουργήματα και τα φαινόμενα. Ό προσερχόμενος προχωρεί με την προσευ­χή του προς το Δημιουργό της δημιουργίας. Ή αγάπη του δεν κατευθύνεται στη θερμότητα, αλλά στην πηγή της θερμότητας· όχι στις λειτουργίες της ζωής, αλλά στην πηγή της ζωής- όχι στο εγώ του, αλλά στην πρώτη αρχή, πού έδωσε τη συνείδηση του εγώ, στο Δημιουργό της ύπαρξης.
Ο καλλιτέχνης και ό επιστήμονας πρέπει να δείξουν πολλή επιμέλεια και να καταβάλουν πολύν κόπο προτού ωριμάσουν. Την επιδεξιότητα όμως πού ποθούν δεν την πετυχαίνουν ποτέ. Αν περίμεναν θείες αποκαλύψεις και εμπνεύσεις κάθε φορά πού πάνε στη δουλειά τους δε θα μάθαιναν ποτέ τα στοιχειώδη και θεμελιώδη θέματα του έργου τους. Ό καλλιτέχνης πού παίζει βιολί πρέπει να ασκείται επίμονα για να μυηθεί στα μυστικά του βιολιού. Πόσο όμως πιο ευαίσθητη είναι ή ανθρώπινη καρδιά! Και πόσο θα 'πρεπε γι' αυτό να μη περιμένουμε μονάχα τις θειες στιγμές των ιερών εξάρσεων, για να προσευχη­θούμε, αλλά να προσευχόμαστε με επιμονή και χωρίς διακοπή κάτω από τις οποιεσδήποτε συνθήκες.
« ΕΓΓΙΣΑΤΕ τω Θεώ και εγγιεί υμίν» (Ίακ. δ' 8). Εμείς έχουμε χρέος να αρχίσουμε. Αν κάνουμε ένα βήμα προς το Θεό, Εκείνος κάνει δέκα προς εμάς. Κάνει το ίδιο πού έκανε για τον άσωτο· «έτι αυτού μακράν απέχοντος... εσπλαχνίσθη και δραμών επέπεσεν επί τον τράχηλον αυτού και κατεφίλησεν αυτόν» (Λουκά ιε' 20).
ΠΡΕΠΕΙ λοιπόν να κάνει κανείς τα πρώτα ασταθή βήματα προς το Θεό, αν θέλει να πλησιάσει το Θεό. Μην ανησυχείς γιατί είναι τόσο αδέξια ή αρχή πού κάνεις. Μην ακούς τις φωνές της δειλίας σου και της αβεβαιότη­τας σου. Μη λογαριάζεις τις υποβολές του εχθρού πού προσπαθεί να σε πείσει, ότι προσεύχεσαι με γελοίο τρόπο και ότι όλα αυτά είναι φαντασιοπληξίες ή πρά­γματα πού δεν έχουν κανένα νόημα. Τίποτε άλλο δεν φοβάται ό εχθρός τόσο πολύ, όσο την προσευχή.
ΤΟ παιδί ευχαριστιέται διαρκώς και πιο πολύ στο διάβασμα, όσο πιο καλά μαθαίνει να διαβάζει. Όσο περισσότερο μαθαίνει κανείς μια ξένη γλώσσα, τόσο πιο πολύ τη μιλάει και την αγαπάει. Ή ευχαρίστηση μεγαλώ­νει με την επιδεξιότητα. Την επιδεξιότητα την αποκτά κανείς με την άσκηση. Και ή άσκηση γίνεται ολοένα και πιο ευχάριστη καθώς ή επιδεξιότητα μεγαλώνει.
ΤΟ ίδιο συμβαίνει και με την προσευχή. Μην περιμέ­νεις κάποιαν ασυνήθιστη θεία έμπνευση για να προσευ­χηθείς. Ό άνθρωπος δημιουργήθηκε για να προσεύχε­ται, όπως δημιουργήθηκε να σκέπτεται και να μιλάει. Πριν απ' όλα όμως για να προσεύχεται. Γιατί ό Κύριος έβαλε τον άνθρωπο «εν τω παραδείσω της τρυφής εργάζεσθαι αυτόν και φυλάσσειν» (Γεν. β' 15). Πού αλλού βρίσκεται ό παράδεισος της τρυφής παρά στην καρδιά μας;
ΣΑΝ τον Αδάμ πρέπει και συ να κλαίς γιατί χάθηκε και για σένα ή Εδέμ, ό παράδεισος της τρυφής, εξ αίτιας της ακράτειας σου. Σκεπάστηκες και συ με φύλλα συκής 'και ντύθηκες με δερμάτινο χιτώνα (Γεν. γ' 21). Και αυτά είναι ή φθαρτή υλική σου υπόσταση με τα πάθη της. Ανάμεσα σε σένα και στο δέντρο της ζωής είναι σκοτεινές φλόγες των γήινων επιθυμιών. Και μόνο όποιος νικήσει αυτές τις επιθυμίες θα λάβει ως δώρο «φαγείν εκ του ξύλου της ζωής, ό εστίν εν μέσω του παραδείσου του Θεού» (Άποκαλ. β' 7).
ΠΟΣΟ δύσκολο είναι να κερδίσουμε μια τέτοια νίκη! Ό Αδάμ παρέβηκε μόνο μια εντολή του Θεού. Εσύ παραβαίνεις κάθε μέρα και κάθε στιγμή όλες τις εντολές του, λέει ό άγιος Ανδρέας ό Κρήτης. Απ' αυτή την κατάσταση και τη θέση του σκληρυμένου αμαρτωλού, πού έπεσε και πέφτει επανειλημμένα στην αμαρτία πρέ­πει να ξεκινήσει ή προσευχή για να φτάσει στα ύψη και στις θείες κορυφές.
Ο σκληρός κακούργος δε νιώθει πολλές φορές την ενοχή του. Είναι πωρωμένος. Το ίδιο συμβαίνει και με μας. Μη σε φοβίζει όμως ή σκληρότητα της καρδιάς σου. Ή προσευχή θα τη μαλακώσει σιγά- σιγά.

Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΩΝ ΑΣΚΗΤΩΝ 4

Για τις αμαρτίες των άλλων και για τις αμαρτίες τις δικές μας
ΟΤΑΝ λοιπόν με τον τρόπο αυτόν κατορθώσεις να διεισδύσεις στην αθλιότητα σου, στην ανεπάρκεια σου, στην αμαρτωλότητά σου, επικαλέσου τον Κύριο, όπως έκανε και ό τελώνης: «Ό Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ» {Λουκά ιη' 13). Και πρόσθεσε: «Κύριε, είμαι χειρότε­ρος και από τον τελώνη. Γιατί δεν μπορώ να μη δω με την άκρη του ματιού μου το φαρισαίο και να μην πω, σε ευχαριστώ, γιατί δεν είμαι σαν αυτόν».
ΟΜΩΣ λένε οι άγιοι: κοίτα το σκοτάδι πού υπάρχει στην καρδιά σου και την αδυναμία πού κατοικεί στα μέλη σου και απόβαλε κάθε διάθεση κατάκρισης του πλησίον σου. Από το σκοτάδι, όπου βρίσκεσαι, βλέπεις το ουρά­νιο φως να αντικατοπτρίζεται πιο καθαρά στα άλλα δημιουργήματα. Δε σου επιτρέπεται όμως να αποκαλύπτεις τα αμαρτήματα των άλλων, διότι τα δικά σου είναι εξίσου μεγάλα. Μόνο όταν ασχοληθείς με επιμέλεια και στα σοβαρά για την τελειοποίηση σου θα παρατηρήσεις την ατέλεια σου. Και όταν αντιληφθείς την ατέλεια σου μπορείς να τελειοποιηθείς. Με τον τρόπο αυτό ή τελειό­τητα προέρχεται από την αδυναμία και την ατέλεια. Τώρα κυρίους σου δωρίζεται ή κατάσταση εκείνη, για την οποία μιλά ό άγιος Ισαάκ ό Σύρος: και ό εχθρός σου το βάζει στα πόδια όσο πιο γρήγορα τον πλησιάζεις.
ΓΙΑ ποιόν όμως εχθρό μας μιλάει ό όσιος; Φυσικά για τον ίδιο εχθρό πού πήρε μια φορά τη μορφή του όφεως και πού μας προκαλεί τη δυσαρέσκεια, την ανυπομονη­σία, τη βιαιότητα, την οργή, το φθόνο, το φόβο, την αγωνία, την ανησυχία, το μίσος, την τεμπελιά, την αποθάρρυνση, την απιστία και γενικά ότι εξερεθίζει την ύπαρξη μας και πού έχει τις ρίζες του στη φιλαυτία μας και την εγωπάθεια μας.
ΠΟΙΑ απαίτηση, αλήθεια, θα μπορούσε να έχει κανείς να υπακούουν σ' αυτόν τυφλά οι άλλοι, όταν με πόνο ψυχής αναγνωρίζει, -όταν αναγνωρίζει,- ότι ό ίδιος ποτέ δεν υπακούει στον Κύριο του; Και πώς δικαιούται, λοιπόν, αυτός ό άνθρωπος να ταράσσεται, να είναι ανυπόμονος και βίαιος, όταν δεν πάνε όλα σύμφωνα με τις επιθυμίες του; Με συνεχή άσκηση συνήθισε να μην έχεις «ιδίας επιθυμίας». Γι' αυτόν πού δεν έχει καμιά εμπαθή επιθυμία, πάνε όλα τα πράγματα, όπως επιθυ­μεί, εξηγεί ό αββάς Δωρόθεος. Ή θέληση του συμπίπτει με τη θέληση του Θεού και καθετί πού θα ζητήσει προσευχόμενος «έσται αυτώ» (Μαρκ. ια' 24).
ΕΙΝΑΙ δυνατόν ποτέ να έχει φθόνο στην καρδιά του ό άνθρωπος πού δεν υψώνει τον εαυτό του, αλλά βλέπει τη δική του κατάσταση και διαπιστώνει πώς όλοι οι άλλοι είναι περισσότερο άξιοι τιμής και εκτίμησης απ' αυτόν τον ίδιο; Είναι δυνατόν να φοβάται, να αγωνιά και να ανησυχεί εκείνος, πού οτιδήποτε του συμβεί, το υπομένει σαν τον ληστή πάνω στο σταυρό πού έλεγε «άξια γαρ ων επράξαμεν απολαμβάνομεν» (Λουκά κγ' 41); Ή ραθυμία φεύγει απ' αυτόν, γιατί την ξεσκεπάζει διαρκώς μέσα του. Δε φοβάται μήπως πέσει, γιατί βρίσκεται ήδη κάτω, αντίθετα από τον υψηλόφρονα πού κινδυνεύει από στιγμή σε στιγμή να πέσει από τα φανταστικά ύψη του στη σκληρή πραγματικότητα. Το μίσος του κατευθύνεται εναντίον κάθε κακού πού διαπιστώνει στη ζωή του. «Μισεί την εαυτού ψυχήν (ζωήν)» (Λουκά ιδ' 26). Ή απιστία δε βρίσκει καθόλου έδαφος μέσα του πια, «έγεύθη και ειδεν, ότι χρηστός ό Κύριος» (Ψαλμ. λγ' 9). Τον οδηγεί ό Κύριος. Ή αγάπη του μεγαλώνει αδιάκο­πα. Το ίδιο και ή πίστη του. Έχει εγκαταστήσει μέσα του, λέγει ό άγιος Ισαάκ ό Σύρος, την ειρήνη με τον εαυτό του και γι' αυτό ό ουρανός και ή γη έχουν ειρήνη μαζί του. Συνάγει τον καρπό της ταπείνωσης. Αυτό όμως πραγμα­τοποιείται μόνο όταν ακολουθήσει κανείς «την στενήν και τεθλιμμένην οδόν και ολίγοι εισίν οι ευρίσκοντες αυτήν» (Ματθ. ζ' 14).
Ό εσωτερικός αγώνας μέσο μόνο για την επίτευξη ενός σκοπού
ΌΣΟ κανένας απαλλάσσεται από τα εξωτερικά δε­σμά, τόσο απελευθερώνεται εσωτερικά. Όταν αποφορτίζεται από τις εξωτερικές φροντίδες, ελευθερώνει την καρδιά του από αγωνίες πού την τυραννούν. Απ' αυτό προκύπτει ότι ό σκληρός εσωτερικός αγώνας πού είσαι υποχρεωμένος να κάνεις εναντίον του ίδιου του εαυτού σου, είναι αποκλειστικά ένα μέσον. Και σαν τέτοιος δεν είναι ούτε καλός ούτε κακός. Οι άγιοι τον παρομοιάζουν συχνά με μια κούρα πού κάνει κανείς σύμφωνα με τις υποδείξεις του γιατρού του. Είναι δυνατό να υποφέρει κατά τη διάρκεια της· όμως αποτελεί αναμφισβήτητα το μέσο για να ξαναποκτήσει την υγεία του.
ΠΡΕΠΕΙ να θυμάσαι πάντοτε τούτο: δεν κάνεις τίπο­τε το εξαιρετικό με την εγκράτεια σου. Μπορείς να πεις ότι κάνει μια πράξη ενάρετη, εκείνος πού παίρνει τον κασμά και το φτυάρι και δουλεύει εντατικά για να βγει από τα βάθη κάποιου μεταλλείου όπου αποκλείστηκε
από αμέλεια του; Δεν είναι αντίθετα πολύ φυσικό να χρησιμοποιήσει τα εργαλεία πού του δόθηκαν, για να γλιτώσει από την ασφυκτική ατμόσφαιρα και το σκοτάδι πού βρίσκεται; Το αντίθετο δε θα ήταν μια τρέλα;
Η εικόνα αυτή είναι πολύ διδακτική. Τα κατάλληλα εργαλεία για την απελευθέρωση μας είναι το ιερό Ευαγγέ­λιο και τα Μυστήρια της Εκκλησίας μας, και μας δόθη­καν όταν βαφτιστήκαμε. Αν μείνουν αχρησιμοποίητα δεν έχουν καμιά αποτελεσματικότητα. Αν όμως τα χρη­σιμοποιήσουμε σωστά, μπορεί να ανοίξει και για μας ό δρόμος προς την ελευθερία και το φως.
« ΔΙΑ πολλών θλίψεων δει ημάς εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού» (Πραξ. ιδ' 22). Έχουμε χρέος σαν τον αποκλεισμένο εκείνο πού είδαμε παραπάνω, να θυσιάσουμε ευκαιρίες πού έχουμε για ξεκούραση, ύπνο ή διασκέδαση. Πρέπει, όπως ακριβώς και εκείνος, να εκμεταλλευτούμε κάθε στιγμή, την ώρα πού οι άλλοι κοιμούνται ή απασχολούνται με αδιάφορα πράγματα. Δεν πρέπει να αφήσουμε τον κασμά και το φτυάρι απ' τα χέρια μας, δηλαδή προσευχή, αγρύπνια, νηστεία, προ­σπάθεια «τηρείν πάντα όσα ενετείλατο ημίν ό Κύριος» (Ματθ. κη' 20). Κι αν ή καρδιά μας δυσκολεύεται να βρει τον εαυτό της σε μια τέτοια τακτοποίηση των εσωτερι­κών μας ζητημάτων, πρέπει με όλη τη δύναμη της θέλησης μας να την υποχρεώσουμε να υποταχτεί, αν θέλουμε να απελευθερωθούμε από τα εσωτερικά μας δεσμά.
ΠΟΙΟ μισθό θα πάρει ό αποκλεισμένος; Ή αλλιώς· του οφείλεται καμιά ανταμοιβή για ότι έκανε;
ΜΕΣΑ στον ίδιο τον κόπο περιέχεται και ή ανταμοιβή. Μέσα στην αγάπη προς την ελευθερία, μέσα στην ελπίδα και την πίστη πού έχει σαν εργαλεία στα χέρια του, υπάρχει ήδη και ή αμοιβή. Όσο κανείς εργάζεται πιο πολύ, τόσο περισσότερο μεγαλώνει ή ελπίδα, ή αγάπη και ή πίστη. Όσο επιμελέστερος είναι, όσο λιγότε­ρο λυπάται τον εαυτό του, τόσο μεγαλύτερη αμοιβή παίρνει. Στα μάτια του φαίνεται ό εαυτός του πώς είναι ένας αιχμάλωτος ανάμεσα σε άλλους αιχμαλώτους, ένας αμαρτωλός ανάμεσα σε άλλους αμαρτωλούς εδώ στα έγκατα της αμαρτωλής μας γης, χωρίς κανένα διακριτικό σημάδι. Ενώ όμως οι άλλοι το ρίχνουν στο ύπνο ή παίζουν χαρτιά για να σκοτώσουν την ώρα τους, αυτός προχωρεί στο έργο του. Βρήκε ένα θησαυρό «ον εύρων έκρυψε» (Ματθ. ιγ' 44). Έχει μέσα του τη βασιλεία των ουρανών, δηλαδή την αγάπη, την ελπίδα, την πίστη. Έτσι μπορεί να απολαύσει τον καθαρό αέρα, έξω από τη φυλακή του. Φυσικά απολαμβάνει ακόμα την αληθινή ελευθερία όχι σε απόλυτο βαθμό, άλλα μόνο «δι' εσόπτρου, εν αινίγματι» (Α' Κορ. ιγ' 12), άλλα είναι ήδη ελεύθερος «επ' ελπίδι, τη γαρ ελπίδι εσώθημεν» (Ρωμ. η' 24). 'Αλλά προσθέτει στη συνέχεια ό απόστολος Παύλος: «ελπίς βλεπομένη ουκ εστίν ελπίς», για να καταλάβουμε τι σημαίνει το πράγμα. Όταν όμως δοκιμάσει μια φορά ό φυλακισμένος την ελευθερία αληθινά και τη δει «πρό­σωπον προς πρόσωπον», τότε πια δεν είναι φυλακισμέ­νος ανάμεσα σε φυλακισμένους. Ήδη βρίσκεται στον κόσμο της ελευθερίας. Αυτής της ελευθερίας, για την όποια δημιουργήθηκε ό Αδάμ και μας ξαναδόθηκε δια του Χριστού.
ΣΑΝ τον αποκλεισμένο είμαστε ήδη ελεύθεροι «έπ' ελπίδι», άλλα ή τελείωση της σωτηρίας δε βρίσκεται σ' αυτό τον κόσμο. Μόνο εκεί θα μπορέσουμε να πούμε τελικά: είμαι ελεύθερος! Γιατί ή εντολή: «έσεσθε ουν υμείς
τέλειοι, ώσπερ ό πατήρ υμών ό εν τοις ουρανοίς τέλειος εστίν» (Ματθ. ε' 48) είναι αδύνατο να πραγματοποιηθεί από τους ανθρώπους πάνω σε τούτη τη γη. Τότε όμως γιατί μας δόθηκε; Οι άγιοι απαντούν: για να αρχίσουμε από εδώ το έργο της τελειοποίησης μας, άλλα πάντοτε με το όραμα της αιωνιότητας μπροστά στα μάτια μας.
Ο σκοπός της ελευθερίας του ανθρώπου δε βρίσκε­ται μέσα στον εαυτό του ή μέσα στους συνανθρώπους του. Ό σκοπός της ελευθερίας μας είναι ό ίδιος ό θεός, λέει ό επίσκοπος Θεοφάνης.
Η κλήση της ελευθερίας είναι: Γίνετε καλύτεροι. Και ή πρόσκληση έχει ήδη γίνει : «Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι» (Ματθ. ια' 28). Κοπιώντες γιατί; Μήπως για κάποια πρόσκαιρα αγαθά; Πεφορτισμένοι από τί; Μήπως από γήινες φροντίδες και ανησυχίες; Καθόλου, λένε οι άγιοι. Γιατί τί προσθέτει στη συνέχεια ό Κύριος; «Άρατε τον ζυγόν μου εφ' υμάς και μάθετε απ' εμού», ό όποιος ποτέ δε σκεφτόμουν τα πρόσκαιρα αγαθά και ποτέ δεν επιβαρύνθηκα από γήινες φροντίδες, όσο καιρό βάδιζα στη γη.
ΚΑΙ τί έχουν να πάρουν λοιπόν όλοι αυτοί, πού εργάζονται για τη σωτηρία τους, και έχουν αναλάβει την αντίσταση εναντίον του κόσμου και μέσα στα βάθη τους και έξω, και πού «αίρουν τον ζυγόν» του Χριστού επάνω τους και ζουν όπως ό ίδιος ζούσε; Τί έχουν να κερδίσουν αυτοί πού μαθαίνουν όχι από αγγέλους ή από ανθρώ­πους ή από βιβλία, άλλ' «απ' Εμού», από Αυτόν τον ίδιο, από τη ζωή του, το φως του και την ενέργεια του μέσα μας, «ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία» και δεν υψηλοφρονώ, ούτε για τον εαυτό μου, ούτε για ότι κάμνω ή λέγω ή μπορώ; Τί έχουν λοιπόν να κερδίσουν αυτοί οι άνθρωποι; Θα βρουν «ανάπαυσιν ταις ψυχαίς
αυτών». Ό ίδιος ό Κύριος θα τους αναπαύσει, θα γαληνεύσουν από την αναταραχή των πειρασμών, των φροντίδων, των ταπεινώσεων, της μνησικακίας, του φόβου, της αγωνίας και από καθετί πού ταράσσει την καρδιά του ανθρώπου. Έτσι εξηγεί ό άγιος Ιωάννης της Κλίμακας τα λόγια αυτά του Κυρίου. Και έτσι τα νιώθουν οι Χριστιανοί από γενιά σε γενιά. Γιατί ή εμπειρία αποκα­λύπτει ξανά και ξανά πάλι σε καινούργιες καρδιές την αλήθεια «ότι ό ζυγός μου χρηστός και το φορτίον μου ελαφρόν εστί» για κείνον πού με αγαπά, λέγει ό Κύριος. Όμως, μόνο «ό υπομείνας εις τέλος, ούτος σωθήσεται» (Ματθ. ι' 22), όχι εκείνος πού λιποτακτεί και είναι χασομέρης. Γι' αυτόν δεν ισχύει ή υπόθεση.
ΝΑ λοιπόν γιατί δεν πρέπει να αποκάμνουμε. Πρέπει να είμαστε «εδραίοι, αμετακίνητοι, περισσεύοντες εν τω έργω του Κυρίου πάντοτε, ειδότες ότι ό κόπος ημών ουκ εστί κενός εν Κυρίω» (Α' Κορ. ιε' 58). Μια πού αρχίσαμε, δεν πρέπει να πάψουμε «άξια της μετανοίας έργα πράσειν». (Πραξ, κστ' 20). Ή ανάπαυλα σ' αυτή την περιοχή σημαίνει οπισθοδρόμηση.
Ταπείνωση και επαγρύπνηση
ΑΥΤΟΣ πού αναλαμβάνει τον εσωτερικό αγώνα έχει ανάγκη κάθε στιγμή από τέσσερα πράγματα: ταπείνω­ση, επαγρύπνηση, διάθεση αντιστάσεως και προσευχή. Και με τη βοήθεια του θεού μπορούμε να συλλάβουμε «τους μαύρους αιθίοπες» των κακών σκέψεων στη θύρα της ψυχής μας και να τους σταυρώσουμε «εδαφίζοντες αυτούς ως νήπια έτη την πέτραν» (Ψαλμ. ρλστ' 9).
Η ταπείνωση είναι απαραίτητη προϋπόθεση γιατί ό υπερήφανος άνθρωπος αποκλείεται μια για πάντα. Ή επαγρύπνηση είναι αναγκαία για να αναγνωρίζουμε τους εχθρούς και να απελευθερώνουμε την καρδιά από τα πάθη. Ή διάθεση αντιστάσεως πρέπει να προβάλλει την ίδια ακριβώς στιγμή πού ό εχθρός αναγνωρίστηκε και αρχίζει την επίθεση του. Άλλα, ας το ξέρουμε αυτό, «χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν» (Ίωάν. ιδ' 5). Γι' αυτό και ή προσευχή είναι ή βάση στην όποια θεμελιώνε­ται όλος ό πνευματικός μας αγώνας.

ΕΝΑ μικρό παράδειγμα θα μπορούσε να σου χρησιμεύσει σαν οδηγός.
ΜΕ την επαγρύπνηση σου ανακαλύπτεις έναν εχθρό πού πλησιάζει τη θύρα της καρδιάς σου, π.χ. τον πειρασμό να κατακρίνεις ένα συνάνθρωπο σου. Αμέσως ξυπνάει ή διάθεση αντιστάσεως και αποκλείεις την είσο­δο του πειρασμού. Όμως, ύστερα από λίγο κινδυνεύεις να πέσεις σε μια άλλη ενέδρα πού έχει τη μορφή μιας αυτοϊκανοποίησης. Πρόσεξε, λες μέσα σου, πόσο είμαι προσεκτικός. Ή νίκη πού είχες πραγματοποιήσει έγινε με τον τρόπο αυτόν μια μυστική πτώση. Σού έλειπε ή ταπεινοφροσύνη.
ΑΝ όμως αναθέσεις τον πνευματικό σου αγώνα στον Κύριο και αποδώσεις σ' αυτόν τη νίκη, δε θα κινδυνεύσεις να πέσεις στην αυτό ικανοποίηση και μπορείς να σταθείς ελεύθερος. Θα διαπιστώσεις μάλιστα πολύ γρήγορα πώς δεν υπάρχει κανένα όπλο τόσο ισχυρό, όσο το όνομα του Κυρίου.
ΤΟ παράδειγμα πού αναφέραμε παραπάνω, δείχνει ακόμα πόσο αδιάκοπος είναι ό αγώνας πού αναλαμβάνουμε. Οι κακές σκέψεις ρέουν μέσα μας σαν ορμητικό ποτάμι πού πρέπει όμως να σταματήσει όσο το δυνατό πιο γρήγορα. Αυτά είναι «τα βέλη του πονηρού τα πεπυρωμένα», για τα όποια μιλάει ό Απόστολος {Έφεσ. στ' 16) και πού έρχονται συνεχώς, χωρίς διακοπή. Αδιάκοπη πρέπει γι' αυτό να είναι επίσης και ή επίκληση του Κυρίου. Ό αγώνας μας δεν είναι αγώνας «προς αίμα και σάρκα, αλλά προς τας αρχάς και εξουσίας, προς τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, προς τα πνευματικά της πονηρίας εν τοις επουρανίοις» (Έφεσ. στ' 12).
Η σκέψη είναι ή αρχή, εξηγούν οι άγιοι. Έπειτα επακολουθεί ή συντροφιά και ή συσχέτιση μ' αυτό πού αποτελεί το περιεχόμενο της αρχικής σκέψης. Το τρίτο σκαλοπάτι είναι ή συγκατάθεση και το τέταρτο είναι ή εκτέλεση της αμαρτίας. Αυτά τα τέσσερα στάδια μπο­ρούν να έρθουν το ένα μετά το άλλο αστραπιαία, μπορεί όμως να έρθουν και χωριστά ένα, ένα, ώστε να μπορεί κανείς να τα διακρίνει μεταξύ τους. Ή σκέψη έρχεται και χτυπάει την πόρτα μας σαν τον πλανόδιο έμπορο. Αν κανείς φανεί χαλαρός, αρχίζει μια ψιλοκουβέντα γύρω απ' τα εμπορεύματα πού έχει για πούλημα. Και τότε είναι λίγο δύσκολο να τη διώξει — έστω κι αν διακρίνει υστέρα απ' αυτή την ευχάριστη συζήτηση πώς τα εμπορεύματα δεν είναι καθόλου καλά. Έτσι επακολουθεί ή συγκατάθε­ση και τελικά ή αγορά, συχνά μάλιστα χωρίς να το πολυθέλει ό αγοραστής. Ό άνθρωπος άφησε τον εαυτό του να παραπλανηθεί απ' την υποβολή του πονηρού.
Ο προφήτης και βασιλιάς Δαβίδ λέει για τις κακές ιδέες: «Εις τας πρωίας απέκτεινον πάντας τους αμαρτω­λούς της γης» (Ψαλμ. ρ' 8) και «ου κατώκει εν μέσω της οικίας μου ποιών υπερηφανίαν, λάλων άδικα ου κατηύθυνεν ενώπιον των οφθαλμών μου» {αυτ. στ. 7). Και ό Μωυσής λέει για τη συγκατάθεση· «ου συγκαταθήση αυτοίς και τοις θεοίς αυτών διαθήκην» ('Εξ. κγ' 32). Ό πρώτος στίχος στον πρώτο ψαλμό κάνει λόγο για το ίδιο πράγμα καθώς λένε οι πατέρες: «Μακάριος ανήρ ος ουκ επορεύθη εν βουλή ασεβών». Είναι λοιπόν πολύ σπου­δαίο πράγμα για τους πιστούς ανθρώπους, «όταν λαλώσι τοις εχθροίς αυτών εν πύλαις» (Ψαλμ. ρκστ' 5), να τους διακρίνουν και να αποφεύγουν τη φθοροποιό ενέργεια τους.
ΟΤΑΝ όμως ή πίεση στη θύρα της ψυχής μας είναι πολύ μεγάλη και γνωρίζουμε, ότι «αυτός ό σατανάς μετασχηματίζεται εις άγγελον φωτός» (Β' Κορ. ια' 14) τότε, μας συμβουλεύουν οι άγιοι πατέρες, να καθαρίζου­με την καρδιά μας από κάθε λογής σκέψεις, συναισθήμα­τα και φαντασίες. Γιατί τότε είναι για τον άνθρωπο αδύνατο να ξεχωρίσει τις κακές από τις καλές παρορμή­σεις. Μόνον ό Κύριος μπορεί να το κάνει αυτό. Ας εμπιστευτούμε λοιπόν την υπόθεση στα χέρια του Κυρί­ου με τη σκέψη, ότι «εάν μη Κύριος φύλαξη πόλιν εις μάτην ηγρύπνησεν ό φυλάσσων» (Ψαλμ. ρηστ' 1).

ΓΙΑ αυτό ταιριάζει λοιπόν να εφαρμόζεις το παράγ­γελμα της Άγιας Γραφής: «Πρόσεχε σεαυτώ, μη γένηται ρήμα κρυπτόν εν τη καρδία σου ανόμημα» (Δευτ. ιε' 9). Πρόσεχε να μη γίνει ή καρδιά σου αγορά, όπου τόσοι και τόσοι συναντιούνται σαν κύματα πού έρχονται το ένα ύστερα από τ' άλλο και χάνει κανείς από μπροστά του τη θέα των γεγονότων. Και είναι δυνατόν έτσι να έχεις κλέφτες και ληστές στο καταφύγιο της καρδιάς σου και φυσικά όχι τον άγγελο της ειρήνης πού χρειάζεσαι. Ή ειρήνη και μαζί της ό Κύριος της ειρήνης φεύγει από τέτοιους τόπους.
ΓΙΑ αυτό μας λέει με το στόμα του Αποστόλου του: «Άγνίσατε καρδίας» (Ιακώβ, δ' 8). Άλλα και ό ίδιος μας προτρέπει: «Βλέπετε, αγρυπνείτε» (Μαρκ. ιγ' 33). Γιατί αν έρθει και βρει την καρδιά μας ακάθαρτη και εμάς να κοιμόμαστε, τότε θα μας πει «ουκ οίδα ημάς» (Ματθ. κε' 12). Και ή στιγμή πού θα γίνει αυτό, όπου να' ναι έρχεται. Κι αν δε συμβεί τώρα, θα συμβεί αργότερα. Κι αν όχι, ακόμα υστερότερα. Όπως ή βασιλεία των ουρανών, έτσι και ή ώρα της κρίσης πάντα είναι παρούσα στην καρδιά μας.
ΣΥΝΕΠΩΣ αν ό φύλακας δεν αγρυπνεί, δεν αγρυπνεί και ό Κύριος. Αν όμως δεν αγρυπνεί ό Κύριος άδικα αγρυπνεί ό φύλακας. Ας αγρυπνούμε στη θύρα της καρδιάς μας λοιπόν και ας επικαλούμαστε συνεχώς την βοήθεια του Κυρίου.
ΔΕΝ χρειάζεται να αντιμετωπίσεις τον εχθρό σου κατ' ευθείαν. Ούτε χρειάζεται να φιλονικήσεις μαζί του, γιατί δεν έχεις την δύναμη να του αντισταθείς κατά μέτωπο. Με την πείρα πού έχει αποκτήσει εδώ και χιλιάδες χρόνια, είναι τόσο πονηρός, ώστε μπορεί να σε κάνει ανίκανο για αντίσταση. Όχι! Μην το κάνεις αυτό. Αντί­θετα στάσου στη μέση της καρδιάς σου και ρίξε σταθερά τα βλέμματα σου ψηλά στον ουρανό. Έτσι θα προφυλα­χτείς συγχρόνως από όλες τις πλευρές. Ό ίδιος ό Κύριος στέλνει τους αγγέλους του να αγρυπνούν επάνω σου και να σε φυλάγουν και από τα δεξιά και από τα αριστερά και από πίσω και από παντού.
ΟΛΑ αυτά πού αναφέρθηκαν έχουν τούτο το νόη­μα: όταν βρεθείς σε κατάσταση πειρασμού μην τον θεωρήσεις σαν αντικείμενο έρευνας και μελέτης, ούτε να αρχίσεις να υπολογίζεις τα υπέρ και τα κατά πού θα μπορούσε να έχει για την πνευματική σου ζωή, ή υποχώ­ρηση σ' αυτόν. Με τον τρόπο αυτό μολύνεις την καρδιά σου και χάνεις καιρό. Και ήδη αυτό αποτελεί κέρδος του εχθρού. Αντίθετα στρέψε το βλέμμα χωρίς την παραμι­κρή καθυστέρηση προς τον Κύριο και πες: «Κύριε, ιλασθητί μοι τω αμαρτωλώ». Όσο πιο γρήγορα απομα­κρύνεις τη σκέψη σου από τον πειρασμό, τόσο πιο γρήγορα έρχεται ή βοήθεια.
ΝΑ μην είσαι ποτέ σου βέβαιος για τον εαυτό σου. Μην παίρνεις ποτέ αποφάσεις και μη λες: τώρα έχω πια απαλλαγεί από αυτά. Μην εμπιστεύεσαι στις δικές σου δυνάμεις και στην ιδέα, ότι μπορείς να αντισταθείς μόνος σου στον πειρασμό, όποιος και να 'ναι, μικρός ή μεγάλος. Σκέψου το αντίθετο: είναι απόλυτα βέβαιο πώς πέφτω αμέσως μόλις με προσβάλει ό πειρασμός. Ή αυτοπεποίθηση είναι επικίνδυνος σύντροφος. Όσο πιο μικρή σημασία δίνεις στις δικές σου δυνάμεις τόσο πιο ασφαλισμένος είσαι. Όσο πιο αδύνατο νιώθεις τον εαυτό σου τόσο πιο εύκολα θα νικάς τον πονηρό. Θα ανακαλύψεις με μεγάλη σου έκπληξη πώς δεν έχει καμιά δύναμη επάνω σου. «Τον Υψιστον, εθου καταφυγήν σου»; θα διαπιστώσεις αμέσως, ότι «ου προσελεύσεται προς σε κακά» (Ψαλμ. η' 9). Το μόνο κακό πού μπορεί να συμβεί στο Χριστιανό είναι το να αμαρτήσει. Λυπάσαι αν πέσεις και επιτιμάς τον εαυτό σου και αποφασίζεις «να μην το ξανακάνεις πια αυτό» πού έκανες. Αυτό όμως δεν είναι ασφαλές. Έχει απλά πληγωθεί ή ιδέα πού είχες για τον εαυτό σου και ή περιποίηση στις δυνάμεις σου και γι' αυτό γυρεύεις την επανόρθωση.
ΟΠΟΙΟΣ δεν εμπιστεύεται στον εαυτό του, αναρωτιέται με ευγνωμοσύνη και έκπληξη πώς δεν έπεσε βαθύτερα. Ευλογεί το Θεό γιατί τον βοήθησε έγκαιρα, γιατί θα είχε πέσει ακόμα πιο χαμηλά. Σηκώνεται επάνω χωρίς να χάσει στιγμή και αρχίζει να προσεύχεται με ένα θερμότατο «Ευλογητός ει Κύριε!»
ΕΝΑ παραχαϊδεμένο παιδί, όταν πέσει, μένει πεσμένο και θρηνολογεί. Αναζητάει συμπάθεια και χάδια, για να παρηγορηθεί. Μην κάνεις το ίδιο, έστω κι αν πονάς πολύ. Σήκω αμέσως και συνέχισε τον αγώνα. Όποιος αγωνίζεται, είναι φυσικό να πληγωθεί. Μόνο οι άγγελοι δεν πέφτουν. Συγχρόνως όμως παρακάλεσε τον Κύριο να σε συγχωρέσει και προσπάθησε να είσαι προσεκτικότερος.
ΤΙ ακολουθείς το παράδειγμα του Αδάμ, πού έριχνε το βάρος της ένοχης στην Εύα. Μη δικαιολογείς
τον εαυτό σου θεωρώντας ένοχη τη γυναίκα, το διάβολο ή οποιαδήποτε άλλη εξωτερική περίσταση. Ή αιτία για την πτώση σου βρίσκεται μέσα σου. Τη στιγμή πού εξαιτίας σου απομακρύνεται ό Κύριος της καρδιάς σου, επιτρέπεις στους κλέφτες και τους ληστές να μπουν μέσα της και να προκαλέσουν φοβερές καταστροφές. Παρα­κάλεσε το Θεό να μη ξαναγίνει αυτό από τώρα και στο εξής.
ΤΙ κάνετε εδώ στο μοναστήρι; Ρώτησαν κάποτε ένα μοναχό. Και αυτός αποκρίθηκε: πέφτουμε και σηκωνόμαστε, και πάλι πέφτουμε και πάλι σηκωνόμαστε και ξαναπέφτουμε και ξανασηκωνόμαστε. Γιατί δεν περνούν πολλά λεπτά της ζωής σου χωρίς να πέσεις τουλάχιστο μια φορά. Παρακάλεσε λοιπόν τον Κύριο να δείξει το έλεος και την ευσπλαχνία του σε όλους μας. Ζήτησε συγχώρηση και χάρη, Όπως ζητάει ένας θανατοποινί­της, και να έχεις πάντα υπόψη σου πώς «χάριτι εσμέν σεσωσμένοι» (Έφεσ. β' 5). Δεν μπορείς να 'χεις καμιά απαίτηση για απελευθέρωση και χάρη. Σκέψου πώς μοιάζεις μ' ένα σκλάβο δραπέτη που είναι πεσμένος μπροστά στον αφέντη του και ζητάει το έλεος του. Τέτοια πρέπει να 'ναι ή προσευχή σου, αν θέλεις να ακολουθήσεις τον άγιο Ισαάκ το Σύρο και να ξεφορτώσεις την καρδιά σου από το βάρος της αμαρτίας, για να βρεις έτσι τη σκάλα πού θα σε βοηθήσει να ανεβείς ψηλά.

Δευτέρα 13 Απριλίου 2009

Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΩΝ ΑΣΚΗΤΩΝ 3

Για το ξερίζωμα της επιθυμίας για την απόλαυση
ΕΙΝΑΙ γραμμένο, ότι πρέπει να βρούμε «την στενήν οδόν την απάγουσαν εις την ζωήν» και ότι θα χρειαστεί να αγωνιστούμε για να μπούμε από τη «στενή πύλη». «Ότι πολλοί, λέγω υμίν, ζητήσουσιν εισελθείν και ουκ ισχύουσι» (Λουκά ιγ' 24).
ΔΕΝ είναι δύσκολο να καταλάβουμε τί θέλει να πει ό Κύριος. Ή εξήγηση βρίσκεται ακριβώς στην απροθυμία μας να καταδιώξουμε και να νικήσουμε τον ίδιο τον εαυτό μας. Ίσως κατορθώνουμε να περιορίσουμε ως ένα βαθμό τα μεγάλα μας ελαττώματα. Δεν προσέχουμε όμως τα μικρά. Αντίθετα τα αφήνουμε ελεύθερα και μεγαλώνουν ανεμπόδιστα. Δεν είμαστε κλέφτες, ούτε άρπαγες και άδικοι. Εν τούτοις φλυαρούμε ευχαρίστως και ίσως και για πράγματα πού δεν πρέπει να κάνουμε ούτε κουβέντα. Μπορεί να μη φάμε το φαγητό μας για λόγους αυτοκυριαρχίας, άλλα πίνουμε πάρα πολύ καφέ ή τσάι στη θέση του φαγητού. Ή καρδιά παράμενε γεμάτη από επιθυμίες. Οι ρίζες του κάκου δεν ξεριζώθη­καν από μέσα μας. Περιπλανιόμαστε μέσα σε πυκνές λόχμες πού απ' αυτές είναι γεμάτη ή γη της ψυχής μας.
ΚΑΝΕ ακάθεκτη επίθεση εναντίον της φιλαυτίας σου, γιατί αυτή είναι ή ρίζα κάθε κακού πού συμβαίνει μέσα σου. Αν μπορούσες να δεις καθαρά, θα διέκρινες άμε­σους, ότι εμείς οι ίδιοι είμαστε υπεύθυνοι για το κακό αυτό, επειδή δε θέλουμε να καταλάβουμε πώς στην πραγματικότητα ό πόλεμος εναντίον της φιλαυτίας είναι ότι καλύτερο για τη σωτηρία μας. Επειδή όμως είσαι φίλαυτος, γι' αυτό δε στρέφεις μέσα σου το βλέμμα σου. Μόνο περιποιείσαι τον εαυτό σου· γι' αυτό είναι τόσο στενός ό ορίζοντας σου. Ή αγάπη σου είναι περιορισμέ­νη σε σένα τον ίδιο. Ελευθέρωσε την και θα δεις ότι το κακό θα φύγει από μέσα σου.
ΠΙΕΣΕ τη βλαβερή μαλθακότητά σου και την επιθυ­μία σου να ζεις με ραθυμία. Χτύπα την σκληρά απ' όλες τις μεριές. Κατάπνιξε την επιθυμία σου για αμαρτωλές απολαύσεις. Μην την αφήνεις να αναπνεύσει. Μάθε να είσαι αυστηρός στον εαυτό σου και τις κακές του επιθυ­μίες.
ΟΛΑ αποκτούν δύναμη με τη συχνή επανάληψη, όμως πεθαίνουν, όταν δεν τους δίνεται τροφή. Πρόσεξε επίσης πολύ μήπως κλείνεις βέβαια την πόρτα στα μεγάλα κακά, άλλα αφήνεις συγχρόνως ανοιχτά τα παράθυρα για να ξαναγλιστρήσει μέσα σου ή κακή συνήθεια με άλλη μορφή.
ΤΙ θα σε ωφελήσει π.χ. αν αρχίζεις να κοιμάσαι σε σκληρό κρεβάτι κι από την άλλη μεριά βαριέσαι να κάνεις μια μικροεξυπηρέτηση; Ή τί πετυχαίνεις αν κόβεις το τσιγάρο, αλλά αφήνεις αχαλίνωτη τη γλώσσα σου; Η δεν είσαι φλύαρος, αλλά διαβάζεις ερεθιστικά μυθιστορή­ματα; Η δε διαβάζεις μυθιστορήματα της κακιάς ώρας, αλλά αφήνεις αδέσποτη τη φαντασία σου να τρέχει εδώ κι εκεί; Όλα αυτά είναι κατά βάθος διαφορετικές όψεις του ίδιου φαινομένου, δηλαδή της αχόρταγης επιθυμίας σου να ικανοποιήσεις την ανάγκη απολαύσεων εγωι­στικών.
ΕΙΝΑΙ ανάγκη λοιπόν να προχωρήσεις μέσα σου και να ξεριζώσεις την κακή επιθυμία σου για να προχωρείς καλά, για να αισθάνεσαι καλά για να 'σαι ευχαριστημέ­νος. Πρέπει να μάθεις να αγαπάς τον κόπο, την κούρα­ση, τον πόνο, τη δυσκολία, Έχεις καθήκον να εφαρμόζεις τις εντολές του Κυρίου- να μη ματαιολογείς, να μη κομψεύεσαι, να ακούς τους πνευματικούς σου οδηγούς, να μην επιτρέπεις να σε κυριεύουν σαρκικές επιθυμίες, να μη θυμώνεις, κ.ο.κ. Όλες αυτές οι εντολές δε μας δόθηκαν χωρίς λόγο, ούτε πρέπει να τις παραθεωρούμε σαν να μην υπήρχαν καθόλου. Μας δόθηκαν για να τις εκτελούμε. Διαφορετικά δε θα μας καλούσε σ Κύριος να τις εφαρμόσουμε. «ΕΙ τις θέλει οπίσω μου ελθείν απαρνησάσθω εαυτόν» είπε (Ματθ. ιστ' 24) και αφήνει το ζήτημα στην ελεύθερη εκλογή του καθενός και στην προσωπική του προσπάθεια.

Πώς ό άνθρωπος νεκρώνει το δικό του θέλημα για να δεχτεί το θέλημα του Θεού
ΑΝ όμως διώξουμε τον εαυτό μας από μέσα μας, ποιόν θα συναντήσουμε τότε; Ρωτάει ό επίσκοπος Θεο­φάνης. Και δίνει αμέσως την απάντηση: Τότε θα συναν­τήσουμε το Θεό και τον πλησίον μας. Αυτό σημαίνει πώς όλες οι φροντίδες και το ενδιαφέρον μας, όλη ή αγάπη πού αφαιρούμε από τον εαυτό μας μεταφέρεται κατά φυσική αναγκαιότητα και χωρίς καλά καλά να το κατα­λάβουμε στο Θεό και στο συνάνθρωπο μας. Μόνο έτσι δε γνωρίζει το αριστερό χέρι τί κάνει το δεξί και γίνεται «ή ελεημοσύνη σου εν τω κρύπτω» (Ματθ. στ' 3-4).
ΠΡΟΤΟΥ να γίνει αυτό δεν μπορούμε καθόλου «έκα­στος ημών» να αρέσει « τω πλησίον εις το αγαθόν προς οικοδομήν» (Ρωμ. ιε' 2) κατά ένα τρόπο αληθινό και μη υλικό. Οι προσπάθειες μας στην κατεύθυνση αυτή μπο­ρεί να πάνε χαμένες, γιατί είναι προσπάθειες που κατά βάθος αποβλέπουν στην εγωιστική ικανοποίηση μας. Αυτό είναι ανάγκη να το αποσαφηνίσουμε μέσα μας γιατί διαφορετικά μπορεί εύκολα να λοξοδρομήσουμε και να κάνουμε φαινομενικά καλές πράξεις πού να έχουν κατά­ληξη την αυτοϊκανοποίηση και την εγωιστική μας ευχαρί­στηση.
ΓΙΑ να μπορέσουμε να ξεφύγουμε τον κίνδυνο αυτό είναι ανάγκη να αποφύγουμε την απασχόληση μας με πολλά. Ή πολυπραγματοσύνη είναι κατά κανόνα ένα δηλητήριο. Κοίταξε τον εαυτό σου. Εξέτασε τον με επιμέλεια. Θα δεις τότε πώς πολλές πράξεις σου πού φαίνονται ότι γίνονται με διάθεση αφοσίωσης και προσ­φοράς, γίνονται στην πραγματικότητα για να κλείσουν το στόμα της συνείδησης. Κι αυτό δε σημαίνει τίποτε άλλο παρά την ακατανίκητη συνήθεια σου να ικανοποι­είς τον εαυτό σου και να «αρέσκης εαυτώ» {Ρωμ. ιε' 1).
ΓΝΩΡΙΖΕ το καλά. Ό Θεός της αγάπης και της ειρήνης και της θυσίας, δε μένει ευχαρίστως εκεί όπου υπάρχει βιασύνη, ούτε εκεί πού υπάρχει σπουδή να κάνει κανείς το θέλημα του, έστω και αν αυτό εμφανίζεται με οποιοδήποτε πρόσχημα.
ΥΠΑΡΧΕΙ ένα μέσο για να δοκιμάσεις τη γνησιότητα της διάθεσης σου. Αν χάνεις τη γαλήνη σου· αν θεωρείς, ότι ό εαυτό σου υποβιβάζεται· αν εύκολα ερεθίζεσαι, όταν για κάποιο λόγο θα χρειαστεί να μη εκτελέσεις μια καλή πράξη πού σχεδίαζες, τότε να είσαι βέβαιος πώς ή πηγή της πράξης αυτής είναι θολή.
ΊΣΩΣ ρωτήσεις· γιατί; Αυτοί πού έχουν πείρα της πνευματικής ζωής απαντούν: Τα εξωτερικά εμπόδια και οι αναποδιές ορθώνονται μόνον εναντίον εκείνου πού δεν έχει παραδώσει τη θέληση του στο Θεό. Και αυτό είναι και για τον ίδιο το Θεό ένα — δεν το πιστεύεις! — εμπόδιο να ενεργήσει ότι καλό μετά δικά του χέρια. Μια καλή πράξη, καθαρή από κάθε εγωιστικό στοιχείο, δεν είναι δική μου, αλλά του Θεού. Εναντίον όμως του Θεού κανένα εμπόδιο δε μπορεί να ορθωθεί — έκτος φυσικά του εγωισμού μου. Μόνο για τα δικά μου σχέδια και τους δικούς μου πόθους — π.χ. να μελετήσω, να εργαστώ, να ξεκουραστώ, να φάω ή να κάμω κάποια συνηθισμένη εξυπηρέτηση στους συνανθρώπους μου — μπορεί ένα εξωτερικό εμπόδιο να ανακόψει την πορεία μου καινά με εξερεθίσει. Για κάποιον όμως πού βρήκε «την στενή οδόν την απάγουσα εις την ζωήν», δηλαδή το θεό, υπάρχει μόνο ένα δυνατό εμπόδιο. Αυτό πού σημειώσα­με λίγο πιο πάνω: ή αμαρτωλή του θέληση. Αν θέλει ό άνθρωπος του θεού να κάνει κάτι, άλλα δεν του επιτρέ­πεται ή εκτέλεση του, μένει ειρηνικός. Πώς θα ήταν δυνατό να ερεθιστεί; Δεν κάνει κανένα σχέδιο χωρίς να το εμπιστεύεται στο Θεό (Ιακώβου δ' 13-16).
Είναι κι αυτό ένα μυστικό που έχουν οι άγιοι του Θεού.
ΜΗΝ ξεγελιέσαι λοιπόν. Ένας χριστιανός «οφείλει καθώς Εκείνος (ό Χριστός) περιεπάτησε και αυτός ούτω περιπατείν» (Α' Ίωάν. β 6). Εκείνος δεν επιζήτησε να κάνει το δικό του θέλημα (Ίωάν. ε' 20) άλλα γεννήθηκε στο άχυρο, νήστεψε σαράντα μερόνυχτα, ξαγρυπνούσε ολόκληρες νύχτες στην προσευχή, θεράπευε άρρω­στους, έδιωχνε πονηρά πνεύματα, δεν είχε «πού την κεφαλήν κλίνη» για να ξεκουραστεί λιγάκι και τελικά χλευάστηκε, μαστιγώθηκε, σταυρώθηκε.
ΣΚΕΨΟΥ πόσο μακριά είσαι από όλα αυτά. Ξαναρώ­τησε τον εαυτό σου. Ξενύχτησα έστω και μια νύχτα πάνω στην προσευχή; Νήστεψα και ένα μονάχα μερόνυ­χτο; Έδιωξα έστω και ένα πονηρό πνεύμα; Αντίκρισα αντιξοότητες, δοκίμασα εμπαιγμούς, έχω χτυπηθεί όπως ό Χριστός; «Έσταύρωσα την σάρκα» μου πραγματικά; (Γαλ. ε' 24) Επιζητώ να μη κάνω το θέλημα μου; Διατήρησε τα όλα αυτά τα ερωτήματα ζωντανά στη μνήμη σου.
ΟΠΟΙΟΣ πραγματικά απαρνιέται τον εαυτό του δε ρωτάει: είμαι ευτυχισμένος; Ή, θα ικανοποιηθώ και θα ευχαριστηθώ εγώ; Όλες αυτές οι ερωτήσεις δεν έχουν θέση για σένα, αν πραγματικά απαρνιέσαι τον εαυτό σου. Γιατί με την αυταπάρνηση απέβαλες και την επιθυ­μία σου για οποιασδήποτε μορφής εξωτερική ευτυχία. Και αύτη ακριβώς ή επιμονή σου για προσωπική και εγωιστική ευτυχία είναι ή βαθύτερη αίτια της ανησυχίας και του εσωτερικού σου διχασμού. Απαρνήσου την και καταπολέμησε την. Τότε θα σου δοθούν και τα υπόλοιπα χωρίς κόπο και δυσκολία.

Για την προφύλαξη από τον κίνδυνο της υποτροπής
ΣΤΗΝ προσπάθεια σου να υπερνικήσεις τον εαυτό σου, να έχεις ένα σύνθημα: Είμαι «εν πορεία»! Μη δίνεις Όμως θάρρος στον εαυτό σου. Ευχαρίστησε μόνο το Θεό, γιατί αυτός σου δίνει δύναμη. Μη χαίρεσαι υπέρμετρα για τις επιτυχίες σου, αλλά κοίταξε να προχωρείς γοργά, διαρκώς προς τα εμπρός. Αλλιώς είναι δυνατό το κακό πού νικήθηκε να ξαναποκτήσει δύναμη και να σε προ­σβάλει αιφνιδιαστικά. Θυμήσου τι διέταξε ό Θεός τους Ισραηλίτες: «Και απολείτε πάντας τους κατοικούντας εν τη γη (της επαγγελίας) προ προσώπου υμών και εξαρείτε τάς σκοπιάς αυτών και πάντα τα είδωλα τα χωνευτά αυτών απολείτε αυτά και πάσας τάς στήλας αυτών αξαρείτε'» (Αριθ. λγ' 52 εξ.), όταν κατακτήσετε τη γη Χαναάν. Όλα αυτά αποτελούν διδάγματα για τη δική μας πνευματική ζωή.
ΕΧΕΙ πολύ λίγη σημασία σε πιο βαθμό έχουμε νικήσει τον εαυτό μας. Μπορεί να ξεπεράσαμε μικρές κακές συνήθειες ή να κάναμε φαινομενικά ασήμαντα πράγματα π.χ. να μη κοιτάξαμε κάτι πού δεν έπρεπε ή κάτι σχετικό. Το γεγονός πού φαίνεται σπουδαίο μπορεί να μην είναι και αποφασιστικό για την περαιτέρω πορεία μας. Το φαινομενικά μικρό δυνατό να είναι ουσιαστικά μεγάλο και το φαινομενικά μεγάλο ουσιαστικά μικρό. Πάντως ένα ας έχουμε υπόψη μας. Μας περιμένει ή επόμενη φάση του αγώνα μας. Πρέπει να είμαστε αδιάκοπα έτοιμοι. Δεν υπάρχει καιρός για ανάπαυση.
ΘΑ το ξαναπώ για άλλη μια φορά. Μάθε να σιωπάς. Μην αφήνεις να βλέπουν οι άλλοι τί κρατάς στα χέρια σου. Δουλεύεις για τον Αόρατο. Ας είναι και το έργο σου αόρατο. Όταν σκορπίζει κανείς γύρω του ψίχουλα, μαζεύονται τα πουλιά πού στέλνει ό διάβολος, λένε οι άγιοι. Πρόσεξε την αυτοϊκανοποίηση. Καρποί πού τους πέτυχε κανείς με πολύ κόπο μπορεί να γίνουν μονάχα μια μπουκιά για το διάβολο. Γι' αυτό οι πατέρες δίνουν τη συμβουλή: Να ενεργείς με διάκριση. Από δυο κακά διάλεγε το μικρότερο. Βρίσκεσαι κάπου και σου προσφέ­ρουν κάτι. Διάλεξε το μικρότερο κομμάτι, αν τίθεται ζήτημα εκλογής. Αν όμως κάποιος ή κάποιοι βλέπουν τί θα κάνεις τότε προτίμησε να ακολουθήσεις τη μέση οδό, πού θα προκαλούσε την πιο μικρή αίσθηση στους άλ­λους. Προσπάθησε δηλαδή, με κάθε τρόπο να μένεις αφανής και να περνάς όσο πιο πολύ μπορείς απαρατήρητος. Να το έχεις αυτό σαν ένα κανόνα πάντοτε. Μη μιλάς για τον εαυτό σου, πώς κοιμήθηκες, τί ονειρεύτη­κες, τί σου συνέβηκε. Μη λες τη γνώμη σου ευκαίρως — άκαιρος και μάλιστα χωρίς να ερωτηθείς. Μην κάνεις λόγο για τις ανάγκες σου και τις υποθέσεις σου. Όταν διαρκώς γι' αυτά μιλάς τρέφεις απλούστατα τον ναρκισ­σισμό σου με την αύτοαπασχόλησή σου.
ΜΗ ζητάς να αλλάζεις διαρκώς δουλειά, τόπο κατοι­κίας και τα παρόμοια. Να έχεις πάντα υπόψη σου πώς δεν υπάρχει κανένας τόπος, καμιά κοινωνική θέση, καμιά εξωτερική κατάσταση πού να μην εξυπηρετεί τον αγώνα πού διάλεξες. Εξαιρούνται μονάχα οι δουλειές πού εξυπηρετούν τα πάθη και τις κακίες μας.
ΜΗ ζητάς γι' αυτό ψηλότερες θέσεις και μεγαλύτε­ρους τίτλους με τη σκέψη πώς έτσι θα επιτύχεις πιο καλά στον αγώνα σου. Όσο πιο ταπεινή είναι ή θέση πού έχεις, τόσο πιο ελεύθερος είσαι. Μη βιάζεσαι να επιδείξεις τις γνώσεις σου και τις ικανότητες σου. Μην άντιλές με πείσμα και μην ανακατεύεσαι σε φιλονικίες και μαλώματα. Αναγνώριζε το δίκαιο των άλλων. Με τον τρόπο αυτό θα μάθεις τη δύσκολη τέχνη της υποταγής και της ανοχής και μαζί μ' αυτή και την ταπεινοφροσύνη.
ΔΕΞΟΥ τις παρατηρήσεις πού σου κάνουν χωρίς μουρμούρα. Να αισθάνεσαι ευγνωμοσύνη, όταν σε υπο­δέχονται με σκαιότητα, χωρίς εκτίμηση ή και χωρίς να σου δώσουν προσοχή. Αλλά μη δημιουργείς ό ίδιος ταπεινωτικές καταστάσεις. Παρουσιάζονται κατά την διάρκεια της ημέρας τόσο άφθονα όσα έχεις ανάγκη! Παρατηρούμε εκείνον πού διαρκώς υποκλίνεται και επι­δεικτικά εξυπηρετεί τους άλλους και ίσως να πούμε πόσο ταπεινός είναι! 'Αλλά ό πραγματικός ταπεινός διαφεύγει την προσοχή του περιβάλλοντος του· ό κόσμος δεν τον παρατηρεί (Α' Ίωάν. γ' 1). Για τον κόσμο συνήθως είναι ένα μηδενικό.
ΟΤΑΝ ο Πέτρος και ό Ανδρέας, ό Ιάκωβος και ό Ιωάννης «αφέντες τα δίκτυα ηκολούθησαν» τον Κύριο (Ματθ. δ' 18-22), τί να είπαν οι συνάδελφοι τους πού έμειναν στην ακτή ; Γι' αυτούς τα δυο ζεύγη των αδελφών εξαφανίστηκαν, χάθηκαν. Μην είσαι αναποφάσιστος.
Μη φοβάσαι να εξαφανιστείς όπως οι άγιοι απόστολοι, και να απομακρυνθείς από την αμαρτωλή και διεστραμμένη γενιά που μας περιτριγυρίζει. Τι θέλεις να κερδίσεις; Τον κόσμο ή την ψυχή σου; (Μαρκ, η' 35-38) «Ουαί υμίν όταν καλώς υμάς είπωσι πάντες οι άνθρωποι» (Λουκά Στ' 26).
Για την κατάκτηση του κόσμου
O Μέγας Βασίλειος λέει: με ταραγμένη την καρδιά δεν μπορεί κανείς να πλησιάσει και να γνωρίσει την αλήθεια. Γι' αυτό πρέπει να αποφεύγουμε καθετί πού αναστατώνει την καρδιά μας, καθετί πού της προκαλεί ένταση ή της δημιουργεί πάθη ή ξυπνά την ανησυχία. Πρέπει να κρατιόμαστε όσο μπορούμε πιο μακριά από κάθε βιασύνη και να μη τριγυρνάμε μέσα στους θορύβους και τα μάταια πράγματα αυτού του κόσμου. Εφόσον υπηρετούμε τον Κύριο πρέπει να «μη μεριμνώμεν και τυρβάζωμεν περί πολλά», αλλά πάντα να έχουμε στο νου μας ότι «ενός εστί χρεία». (Λουκά Γ 41).
OTAN θέλει κανείς να λουστεί, πρέπει πρώτα να ξεντυθεί. Το ίδιο συμβαίνει και με την καρδιά. Πρέπει να ελευθερωθεί από το εξωτερικό ρούχο του κόσμου, πού την τυλίγει ολόκληρη, για να μπορεί να την πλύνει ό Καθαίρων τις καρδιές. Οι τόσο ωφέλιμες για την υγεία του ανθρώπου ακτίνες του ήλιου δεν μπορούν να ωφελήσουν το δέρμα, αν δεν το ξεσκεπάσουμε και δε σταθούμε γυμνοί, εκτεθειμένοι στην επίδραση τους. Το ίδιο
γίνεται με την θεραπευτική και ζωοποιό δύναμη του Πνεύματος.
ΣΥΝΕΠΩΣ . Απόβαλε το παλιωμένο και λερωμένο ένδυμα της ψυχής σου. Απαρνήσου τον εαυτό σου άλλα χωρίς να φαίνεται πάρα πολύ στους άλλους. Αρνήσου ότι εξυπηρετεί τις απολαύσεις και τις ηδονές, την τεμ­πελιά ή την τάση σου για διασκέδαση κοσμική, ότι τέρπει και κολακεύει τα μάτια σου, τα αυτιά σου, τη γεύση σου ή άλλη αίσθηση. «Ό μη ων μετ' εμού κατ' εμού εστί» (Ματθ. ιβ' 30) και όποιος δε χτίζει μαζί με τον Κύριο, γκρεμίζει. Εξάγνιζε τις καθημερινές σου ανάγκες και τις κοινωνικές σου συνήθειες. Κάνε το όμως ήρεμα, μετρημένα, χωρίς αιφνίδιες μεταβολές και αλλαγές, αλλά πάντως ριζικά. Κόψε όσο μπορείς πιο πολύ τα δεσμά που σε κρατούν αιχμάλωτο του εξωτερικού κόσμου. Διασκεδάσεις, κοσμικά θεάματα, προσωπικά υλικά, αγα­θά και προ παντός «πάν το εν τω κόσμω, επιθυμίαν της σαρκός και επιθυμίαν των οφθαλμών και την αλαζονείαν του βίου» γιατί «ουκ εστίν εκ του Πατρός, άλλ' εκ του κόσμου» και ακόμα γιατί «στρατεύονται κατά της ψυ­χής» (Α' Ίωάν. β' 16 και Α' Πετρ. β' 11).
ΤΙ είναι όμως ό κόσμος; Δεν πρέπει να τον φαντα­στείς σαν κάτι το ορατό και απτό. Ό κόσμος, λέει ό άγιος Μακάριος ό Αιγύπτιος, είναι ένα πύρινο περιτύλιγμα που φυλακίζει την καρδιά και την αποχωρίζει από το δέντρο της ζωής. Κόσμος είναι καθετί πού ευχαριστεί και ικανοποιεί τις αισθήσεις μας. Είναι αυτό μέσα μας πού «ουκ έγνω τον Θεόν» (Ίων. ιζ' 25).
ΣΤΟΝ κόσμο ανήκουν οι επιθυμίες μας και τα ένστι­κτα μας. Ό άγιος Ισαάκ ό Σύρος τα απαριθμεί. Ή αδυναμία και ή προσκόλληση στα πλούτη, ή συσσώρευ­ση και ή κατοχή των πιο ανόμοιων υλικών πραγμάτων,
ή επιθυμία των σωματικών απολαύσεων, ή φιλοδοξία, ή φιλαρχία και ή σπουδαρχία. Ή υπερηφάνεια για την τυχόν εξουσία πάνω στους άλλους, ή τάση να κομψεύεται κανείς μόνο και μόνο για να εντυπωσιάσει τους άλλους, ό πόθος για τους επαίνους των ανθρώπων, ή φροντίδα μόνο για τη σωματική καλοπέραση και άνεση. Όλα αυτά είναι εκ του κόσμου. Όλα αυτά συρρέουν με τόσο αδιόρατο κι απατηλό τρόπο, ώστε τελικά, αν δε λάβουμε τα μέτρα μας μας δένουν με γερά δεσμά, κτίζουν τριγύρω μας πελώρια τείχη.
ΘΕΛΕΙΣ να απελευθερωθείς; Εξέτασε τον εαυτό σου λεπτομερώς και διευκρίνισε μέσα σου τί πρέπει να κατανικήσεις για να πλησιάσεις το Θεό. Γιατί «ή φιλία του κόσμου έχθρα του Θεού εστίν ός δ' αν βουληθή φίλος είναι του κόσμου, εχθρός του Θεού καθίσταται» (Ίακ. δ' 4). Τις απλωμένες εκτάσεις τις χαίρονται μόνον εκείνοι που αφήνουν τα στενά λαγκάδια και τις κλειστές κοιλά­δες. «Ουδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν» (Ματθ. στ' 24).Δεν μπορεί κανείς να βρίσκεται συγχρόνως στα βάθη μιας κοιλάδας και στη βουνοκορφή πού υψώνεται στα γαλάζια πλάτη του ουρανού.
ΓΙΑ να γίνει εύκολη ή πορεία σου προς τα άνω και για να πετάξεις πιο εύκολα από πάνω σου τα πάθη σου πού σε βαραίνουν, μπορείς να ρωτάς συχνά τον εαυτό σου: «εγώ είμαι εκείνος πού πηγαίνει σε ένα θέαμα ή κάποιος άλλος πού με κυβερνάει και με διευθύνει όπως θέλει; Ποιες συνήθειες με κρατούν αιχμάλωτο τους και δεν μπορώ να τις υπερνίκησα); «Υποπιάζω μου το σώμα και δουλαγωγώ» κάθε στιγμή πού περνάει;»Τέτοιες ερωτή­σεις μπορεί κανείς να κάνει πάρα πολλές γύρω από τις συνήθειες της καθημερινής του ζωής και την συμπεριφο­ρά του με βάση τον τύπο και τον κανόνα ζωής πού μας δίνει το ιερό Ευαγγέλιο. Πάνω σ' αυτά τα ζητήματα πρέπει να θυμάσαι, ότι «ό πιστός εν έλαχίστω και εν πολλώ πιστός εστί» (Λουκ. ιστ' 10) και μη σκέφτεσαι τον πόνο πού τυχόν μπορεί ένα τέτοιος αγώνας να σου προκαλέσει. Σε βοηθάει να βγεις από τα στενά λαγκάδια της αμαρτίας στα οποία ζούσες, «εν ταις επιθυμίαις της σαρκός σου, ποιών τα θελήματα της σαρκός και της διανοίας σου» της γήινης και αντίθετης με το θέλημα του θεού.
ΕΧΕΙΣ χρέος να θέτεις στον εαυτό σου παρόμοια ερωτήματα «ευκαίρως-ακαίρως». Μόνο στον εαυτό σου όμως. Ποτέ και σε καμιά περίπτωση, ούτε σαν σκέψη για έναν άλλο. Κρίνοντας και καταδικάζοντας τον άλλο χω­ρίς να' σαι γι' αυτό αρμόδιος ούτε εντεταλμένος, απομακρύνεις από τον εαυτό σου ότι κέρδισες με τον αγώνα σου. Νομίζεις πώς έκανες ένα βήμα προς τα εμπρός, αλλά στην πραγματικότητα υποχώρησες δέκα βήματα πίσω. Κλάψε λοιπόν και μετανόησε για τη σκληρότητα, για την υπερηφάνεια σου και για το ότι παραμένεις τόσο πολύ αδιόρθωτος.

Παρασκευή 10 Απριλίου 2009

Orthodox Music, Divna Ljubojevic

Η εκπληκτική φωνή της Divna Ljubojevic αποδίδει με το ύφος της δικής της παράδοσης σειρά επιλεγμένων κατανυκτικών ύμνων στη Σερβική γλώσσα.



Πέμπτη 9 Απριλίου 2009

ΟΣΙΟΣ ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ ΠΟΠΟΒΙΤΣ

Ο π. Ιουστίνος Πόποβιτς
Ο φιλόσοφος του Αγίου Πνεύματος του Αθανάσιου Γιέβτιτς,
Επισκόπου πρώην Ζαζουμίου, Ερζεγοβίνης και Παραθαλασίου.

Ο πατήρ Ιουστίνος Πόποβιτς, υπήρξε ένας από τούς μεγαλύτερους θεολόγους της εποχής μας και πνευματικός πατέρας της Εκκλησίας της Σερβίας και της Ορθοδοξίας. Όλη η βιωτή και το έργο του υπήρξε βίωση του Ευαγγελίου στην πράξη και μαρτυρία του ονόματος του Χριστού, συνεχής επιβεβαίωση ότι η σωτηρία της ανθρωπότητας βρίσκεται στο Ευαγγέλίο, που είναι ο ίδιος ο Χριστός.
Ο πατήρ Ιουστίνος γεννήθηκε το 1894 την ημέρα του Ευαγγελισμού, στην πόλη Βράνιε στην Νότια Σερβία. Ο πατέ­ρας του λεγόταν Σπυρίδων, η μητέρα του Αναστασία και προερχόταν από οικογένεια κληρικών αριθμούσα επτά διαδοχικές γενεές ιερέων. Έλαβε το όνομα Μπλάγκογιε, δηλαδή Ευάγγε­λος, ο αγγελιοφόρος της καλής και χαρμόσυνης αγγελίας (του Ευαγγελί­ου), λόγω της ημέρας της γεννήσεως του. Όντως, όλη η επίγεια ζωή του υπήρξε ένα Ευαγγέλιο, μια αναγγε­λία του καλού και χαρμόσυνου μηνύ­ματος του Ευαγγελίου. Παντού στα λόγια του και πάντα στη ζωή του ο πατήρ Ιουστίνος το έλεγε και το ομο­λογούσε: κάθε ανθρώπινο ον, κάθε ανθρώπινη ύπαρξη, όπως και κάθε πλάσμα του Θεού, είναι ένα ακατά­παυστο Ευαγγέλιο, μια αναγγελία του Ευαγγελίου. «Και μόνο με το ότι δημιουργήθηκε κατ’ εικόνα του Θεού, κάθε άνθρωπος, και ιδιαίτερα ο άνθρωπος του Χριστού, είναι ένα ζωντανό Ευαγγέλιο του Θεού», έλεγε ο αββάς Ιουστίνος. Κάθε άνθρωπος επαναλαμβάνει το Ευαγγέλιο του Χριστού και γι’ αυτό ο Ευαγγελιστής Ιωάννης είπε ότι «έστι δε και άλλα πολλά όσα εποίησεν ο Ιησούς άτινα, εάν γράφηται καθ’ εν, ουδέ αυτόν οίμαι τον κόσμον χωρήσαι τα γραφόμενα βιβλία» (Ιωάν. 21, 25). Δηλαδή ο Χριστός σε κάθε άνθρωπο συνεχίζει να γράφει το Ευαγγέλιο Του . Αφού τελείωσε τη δευτεροβάθ­μια εκπαίδευση και το ιερατικό σεμι­νάριο στο Βελιγράδι (1905-1914), ο νεαρός Μπλάγκογιε προσελήφθη ως βοηθός νοσηλευτής στο Σερβικό στρατό στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μετά από φοβερές μάχες το 1914-1915 και την ήττα του σέρβικου στρατού από τις δυνάμεις της συμμαχίας Αυστροουγγαρίας, Γερμανίας και Βουλγαρίας, διασχίζει με τον συντε­τριμμένο εναπομείναντα σερβικό στρατό τα απόκρημνα βουνά μεταξύ Σερβίας και Αλβανίας, και φθάνει στο Σκουτάρι, όπου λαμβάνει τη μο­ναχική κουρά, την ημέρα της εορτής του Μεγάλου Βασιλείου (1η Ιανουα­ρίου 1916), με τις ευλογίες του Μη­τροπολίτου Δημητρίου της Σερβίας, ο οποίος είχε επίσης υποχωρήσει μαζί με τον βασιλέα Πέτρο Α’ Καραγεώρ­γεβιτς και την κυβέρνηση. Λαμβάνει το όνομα του αγίου Ιουστίνου, μάρ­τυρος και φιλοσόφου, δείχνοντας με αυτό τη δίψα του για φιλοσοφία και μαρτύριο. Από το νησί της Κέρ­κυρας, όπου φιλοξενήθηκαν όλοι οι πρόσφυγες Σέρβοι, αποστέλλεται με μια ομάδα νέων Σέρβων φοιτητών, στην Ευρώπη και τη Ρωσία για συ­νέχιση των σπουδών του. Αφού πέ­ρασε έξι μήνες στην Πετρούπολη, εν συνεχεία μεταβαίνει στην Οξφόρδη, όπου παραμένει μέχρι το τέλος του 1919 και τελειώνει σπουδές θεολο­γίας. Μετά τη λήξη του πολέμου περατώνει τις σπουδές του στο Πα­νεπιστήμιο Αθηνών, όπου λαμβάνει τον τίτλο του Διδάκτορος της Πα­τρολογίας υποστηρίζοντας τη Δι­δακτορική του διατριβή «Το πρό­βλημα της προσωπικότητας και της γνώσεως κατά τον άγιο Μακάριο τον Αιγύπτιο». (Επανεκδόθηκε πρόσφατα σε απλούστερη γλώσσα μαζί με δύο άλλα παρόμοια κείμενα του με τον κοινό τίτλο «Οδός Θεο­γνωσίας» εκδ. Γρηγόρη). Κατά την ίδια περίοδο, εκδίδει επίσης το έργο του για τον Ντοστογιέφσκυ: «Η Φι­λοσοφία και η Θρησκεία του Ντοστογιέφσκυ» (Βελιγράδι, 1923).
Μετά το πέρας των σπουδών του, ο πατήρ Ιουστίνος διδάσκει Καινή Διαθήκη (Εισαγωγή και Ερμηνευ­τική), Πατρολογία και Δογματική στο Ιερατικό σεμινάριο του ,αγίου Σάββα στο Σρέμσκι, Κάρλοβιτς, Πριζρένη και Μοναστήρι μέχρι το 1934. Κατά τα έτη 1931-1932, εργά­ζεται ως ιεραπόστολος στη Σλοβα­κία για την επιστροφή στην Ορθοδοξία των Σλοβάκων, που τους είχε πριν επιβληθεί η Ουνία. Το 1932 δη­μοσιεύει στην σερβική τον πρώτο τόμο της Δογματικής του. Το 1935 εκδίδεται ο δεύτερος τόμος της Δογ­ματικής του και εκλέγεται καθηγη­τής της Δογματικής στην Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου του Βελι­γραδίου, όπου και παραμένει μέχρι τον πόλεμο και τη γερμανική κατο­χή το 1941.

Οι διώξεις του από το κομμου­νιστικό καθεστώς

Κατά τη διάρκεια του πολέμου, συμμετέχει στο μαρτύριο του Σερβι­κού λαού και της Εκκλησίας του. Προς το τέλος του πολέμου διώκεται από τους κομμουνιστές, και καταφεύ­γει σε πτωχά, απόμακρα μοναστήρια, όπου καταφέρνει να συνεχίσει την αρξαμένη ήδη μετάφραση πατερικών και αγιολογικών κειμένων (Μέγα Συ­ναξαριστή) και να συντάξει τα σχόλια του στα Ευαγγέλια και τις επιστολές του Παύλου, τα όποια συνεχώς συ­μπλήρωνε και μετά τον πόλεμο και τα όποια εκδόθηκαν μεταξύ των ετών 1970-1978, σε πολλούς τόμους. Τελικά, με την επικράτηση στην εξουσία του κομμουνιστικού καθεστώτος στη Γι­ουγκοσλαβία το 1945, συλλαμβάνεται και φυλακίζεται, και παρ’ ολίγο να τουφεκισθεί ως «εχθρός του λαού» από το ολοκληρωτικό καθεστώς του Ιωσήφ Μπρόζ Τίτο και της απάνθρω­πης ιδεολογίας του άθεου μαρξισμού, που κατέρρευσε τόσο τραγικά, βυθί­ζοντας εκ νέου το σερβικό λαό και τη ζωντανή Εκκλησία του σε μία άβυσσο δοκιμασιών. Στερημένος όλων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, πολιτικών και θρησκευτικών, ο πατήρ Ιουστίνος ζούσε υπό επιτήρηση σ’ ένα μικρό γυναικείο μοναστήρι, στο Τσέλιε, κοντά στην πόλη Βάλιεβο της Σερβίας, μέχρι το τέλος της επίγειας ζωής του, το 1979. Κάθε μέρα τελούσε την Θεία Λειτουργία, και υπήρξε ο πνευματικός πατέρας των μοναζουσών, των ευλαβών πιστών και πολλών νέων φοιτητών, παραμένο­ντας ταυτόχρονα η «κεκρυμμένη συνείδησης της Σερβικής Εκκλησίας, αλλά και της μαρτυρικής Ορθοδο­ξίας εν γένει», όπως ελέχθη σχετικά από τον καθηγητή Πανεπιστημίου και Ακαδημαϊκό της Ακαδημίας Αθηνών, Ιωάννη Καρμίρη.
στο μοναστήρι Τσέλιε, ο πατήρ Ιουστίνος συνέχισε εκ νέου το δημι­ουργικό του έργο σ’ όλους τους τομείς της Θεολογίας : Ερμηνευτική, Πα­τρολογία, Λειτουργική, Ασκητική και Δογματική. Συνένωσε στον ίδιο του τον εαυτό, σ’ ένα βαθμό ο όποιος είναι σπάνιος στην εποχή μας, την κα­θολικότητα του ασκητικού βίου, της λειτουργικής ζωής και πράξεως και την ανανέωση της πατερικής παραδό­σεως και θεολογίας. Λόγω των πνευ­ματικών και θεολογικών διαστάσεων των έργων του, θεωρήθηκε ομόφωνα, ακόμη και κατά τη διάρκεια της επί γης ζωής του, ως ο νέος πατήρ της Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού. Παράλληλα κήρυξε άφοβα στο λαό το Ευαγγέλιο του Θεανθρώπου Χρι­στού, το Ευαγγέλιο της σωτηρίας του ανθρώπου και του κόσμου. Έβγαινε, όταν μπορούσε, από τα τείχη του μο­ναστηρίου για να πάει στις ενορίες και στις επισκοπές της Σερβίας, αλλά υπέστη για το λόγο αυτό πολλές δο­κιμασίες, διωγμούς, συλλήψεις, ανα­κρίσεις από την κομμουνιστική ηγεσία. Ο κλήρος και ο λαός τον αγαπούσε, τον σεβόταν και τον άκου­γε με μεγάλη προθυμία.
Εννοείται ότι δεν του δόθηκε εκ νέου η δυνατότητα να διδάξει στο Πανεπιστήμιο, αλλά εδέχετο κρυφά πολλούς καθηγητές και φοιτητές του Πανεπιστημίου, και όχι μόνο θεολό­γους, οι όποιοι ζητούσαν συνομιλίες και συμβουλές. Πολλοί από τους νέους απευθύνονταν σ’ αυτόν, γιατί ενδιαφερόταν για τα προσωπικά τους θέματα και για τα ζωτικά προβλήμα­τα της σύγχρονης εποχής. Για το λόγο αυτό είχε πολλούς μαθητές. Ο αββάς Ιουστίνος είχε επίσης πολλούς φίλους στην Ευρώπη και την Αμερι­κή, οι οποίοι του προμήθευαν μυστι­κά πολλές πρόσφατες και σημαντικές εκδόσεις θεολογικών και φιλοσο­φικών έργων. Δεν παρέμεινε αδιάφο­ρος στα προβλήματα του σύγχρονου οικουμενισμού, και το ενδιαφέρον του αυτό αποδεικνύεται με το έργο του «Η Ορθόδοξος Εκκλησία και ο οικουμενισμός (στα σερβικά, ρωσικά και ελληνικά. Θεσσαλονίκη 1974). Βε­βαίως με πολλή προσοχή παρακολουθούσε τη ζωή και συνεργασία των Ορθοδόξων εκκλησιών. Είναι γνω­στό ότι έγραψε κριτικές παρατηρή­σεις του στο θέμα και την θεματολο­γία της προετοιμαζόμενης αγίας και μεγάλης Συνόδου της Ορθοδοξίας.
Προ της τελευτής του, ολοκλήρωσε τον τρίτο τόμο της Δογματικής (εξε­δόθη στα σερβικά στο Βελιγράδι το 1978), και συμπλήρωσε την Ερμηνεία του κατά Ιωάννη Ευαγγελίου. Το έργο του αββά Ιουστίνου περιλαμβά­νει στο σύνολο του περίπου 40 τό­μους, εκ των οποίων οι 30 έχουν ήδη εκδοθεί μέχρι σήμερα στα σερβικά. (Μεταξύ αυτών, τρεις έχουν εκδοθεί στα ελληνικά, δύο στα γαλλικά και ένας στα αγγλικά). Σε χειρόγραφο και σε μαγνητοσκοπημένες ταινίες, παραμένουν ακόμη περίπου δέκα τόμοι, εκ των οποίων τρεις τόμοι με τις ομιλίες του έχουν εκδοθεί στα σερ­βικά. Πρόκειται για μια σειρά ομιλιών στα Ευαγγέλια, στις Κυρια­κές του έτους, στη Μ. Τεσσαρακο­στή, τη Μ. Εβδομάδα, το Πάσχα, την Πεντηκοστή και τις κινητές εορ­τές.
Ο πατήρ Ιουστίνος κοιμήθηκε εν ειρήνη ακριβώς την ήμερα των γενε­θλίων του στα 85 του χρόνια, ημέρα του Ευαγγελισμού, την ίδια μέρα που ήλθε σ’ αυτό τον κόσμο, γράφοντας έτσι και με τη γέννηση και με τον θάνατό του το Ευαγγέλιο, το καλό και χαρμόσυνο μήνυμα της ζωής και σωτηρίας. Κηδεύτηκε από ένα σημα­ντικό αριθμό επισκόπων και κλη­ρικών και πλήθος ορθοδόξου λαού, ανθρώπους που προσήλθαν απ’ όλα τα έθνη. Σέρβους, Έλληνες, Ρώσους και Γάλλους, γιατί πολλοί μεταξύ αυτών, και ιδιαίτερα οι μοναχοί του Αγίου Όρους, τον θεωρούσαν άγιο. Μέχρι σήμερα έχουν ήδη ζωγραφιστεί αρκετές εικόνες του που υπάρ­χουν στη Σερβία, την Ελλάδα, την Αμερική και τη Γαλλία, και μοναχοί του Αγίου Όρους έχουν συγγράψει τροπάρια και κοντάκια της Ακολου­θίας του. Ο τάφος του, στο μοναστή­ρι Τσέλιε, έγινε τόπος προσκυνήμα­τος για πολλούς ευλαβείς Ορθοδόξους, οι οποίοι έρχονται απ’ όλες τις Βαλκανικές χώρες και την Ευρώπη. Ήδη έχουν συμβεί αρκετά θαύματα και θεραπείες με τις προσευχές του. Ελπίζουμε ότι σύντομα θα ενταχθεί στο Συναξαριστή των άγιων της Ορθόδοξου Εκκλησίας της Σερβίας.
Το συγγραφικό έργο του π. Ιουστίνου
Εκτός των δογματικών και ερμη­νευτικών έργων του, πολλά θεολογι­κά έργα του πατρός Ιουστίνου εκτείνονται στους τομείς της Πατρολο­γίας, της ασκητικής και της Λειτουργικής καθώς επίσης και προσφέρουν απάντηση στις ερωτήσεις, οι όποιες έχουν τεθεί από τη χριστιανική φι­λοσοφία, και ιδιαίτερα την Ορθόδοξη ανθρωπολογία. Η δεύτερη μελέτη του στον Ντοστογιέφσκυ αφιερώνε­ται ακριβώς σ’ αυτή την ερώτηση περί του άνθρωπου, διότι ο πατήρ Ιουστίνος αφιέρωσε πολύ μόχθο στο έργο του Ντοστογιέφσκυ, τον οποίο θεωρούσε, σε σχέση με τη Βίβλο, τον «Ιώβ του σύγχρονου κόσμου». Αυτή η προβληματολογία του άνθρωπου σύμφωνα με τον Ιώβ και τον Ντοστο­γιέφσκυ ήταν θέμα πύριας σημασίας στην καρδιά του πατρός Ιουστίνου, ο όποιος έβρισκε στον Θεάνθρωπο Χρι­στό την μοναδική λύση στο αβυσσα­λέο πρόβλημα του ανθρώπου. Το υποστήριξε ανέκαθεν και το επιβε­βαίωσε: «Είμαστε για τον Θεάνθρω­πο, γιατί είμαστε για τον άνθρωπο»! «Χωρίς τον Θεάνθρωπο Χριστό, δεν υπάρχει άνθρωπος, άλλά μόνο ένας κατώτερος άνθρωπος, ένα ανθρωπά­ριο (υπ-άνθρωπος), μια τραγική ύπαρξη στερημένη της λογιότητός του και του αιωνίου περιεχομένου της», δηλαδή της αιωνίου ζωής και θεώσεως.
Αυτή η επιμονή στο θέμα του ανθρώπου, σ’ όλες τις φιλοσοφικές και θεολογικές διαστάσεις, παρέμεινε χαρακτηριστικό των λοιπών έργων του πατρός Ιουστίνου, και ειδικότερα της Δογματικής του. Αλλά θα πρέπει επίσης ν’ αναφέρουμε τη συλλογή των φιλοσοφο-θεολογικών πραγμα­τειών, προ και μεταπολεμικών, η οποία εξεδόθη στο Μόναχο το 1957 με τον τίτλο «Φιλοσοφικοί Γκρεμοί». Χαρακτηριστικοί είναι ορισμένοι από τους τίτλους που συνθέτουν αυτή τη συλλογή και υπογραμμίζουν όλη την πολυπλοκότητα αυτής της ανοιχτής ανθρωπολογίας, της χριστιανικής ορθοδόξου, η οποία αγκαλιάζει ολό­κληρη την ανθρώπινη ύπαρξη: «Ο παράδεισος μου και η κόλαση μου», «Καταδικασμένοι στην αθανασία», «Πένθος για τον Χριστό», «Ντοστογιέφσκυ και Μωρίς Μέτερλινκ», «Αγιότης ως φωτισμός» κ.λπ. Επιση­μαίνουμε επίσης την πολύ γνωστή στην Ελλάδα συλλογή των άρθρων του πατρός Ιουστίνου, «Άνθρωπος και Θεάνθρωπος» (πού μεταφράστη­κε και στα γαλλικά), τίτλος ο οποίος θα μπορούσε να χαρακτηρίσει το σύ­νολο της φιλοσοφίας του, καθώς σ’ αυτό το σημείο, το ενιαίο και ταυτό­χρονα διπλό, αναφέρεται όλη του η θεολογική σκέψη και η ζώσα φιλοσο­φία του. Συνίσταται στη μαρτυρία του Σταυρού και της Αναστάσεως στον Θεό και τον άνθρωπο, στη συ­νάντησή τους και ένωση τους άνευ συγχύσεως, άνευ ελαττώσεως, και άνευ απώλειας μέσα στον Θεάνθρωπο Χριστό, τον Υιό-Λόγο και αιώνιο Δη­μιουργό, αλλά επίσης και Σωτήρα, ο οποίος σώζει και θεοποιεί τον άνθρω­πο προσδίδοντας του το αιώνιο νόημα και θεανθρώπινο περιεχόμενο.
Επ’ αυτού ο πατήρ Ιουστίνος τό­νιζε ως εδάφιο-κλειδί το προς Εφεσίους (στ. 12-13): «Μέχρι καταντήσωμεν εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλι­κίας του πληρώματος του Χριστού», με το οποίο εκφράζεται η ουσία όλων των προσπαθειών του ανθρώπου, τόσο των προσωπικών όσο και των κοινών, των θρησκευτικών και των φιλοσοφικών, των ανθρωπίνων και των ανθρωπιστικών. Ο πατήρ Ιουστίνος έκανε μία βαθιά κριτική επί του ρηχού και επιπόλαιου Ευρωπαϊ­κού Ουμανισμού, ανίκανου να βγάλει την ανθρώπινη ύπαρξη από τα αδιέ­ξοδα της σφαίρας του θανάτου και της φθοράς, για να προτείνει στην θέση του έναν άλλο χριστιανικό, βιβλικό-πατερικό Ουμανισμό, πιο πλήρη και πιο ανθρώπινο, ο οποίος συνενώνει την θεολογία και την ορθό­δοξη ανθρωπολογία σ’ ένα ενιαίο Θεανθρωπισμό.
Θα είχαμε κάθε λόγο να ισχυρι­σθούμε ότι ο πατήρ Ιουστίνος παρέ­μενε παραδόξως ένας θεολόγος «ανθρωπολόγος» (με άλλα λόγια σωτηριολόγος, άρα ευαγγελικός θεολό­γος, επειδή στήριξε την ανθρωπολο­γία του στον Χριστό). Δεν ήταν ως εκ τούτου μόνο «θεοκεντρικός», ήταν ένας θεολόγος πρώτα απ’ όλα χριστολογικός και χριστοκεντρικός, καθώς θεωρούσε και βίωνε όλη τη σχέση και την επίλυση του ζητήματος του Θεού και του ανθρώπου μόνο μέσα από τον Θεάνθρωπο Χριστό, εκείνον που είναι «ο κατ’ εξοχήν καινός και ο κατ’ εξοχήν εις και μοναδικά καινός υπό τον ήλιον» σύμφωνα με τα λόγια του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού (Migne ΡG 94, 984) και επίσης σύμφω­να με τον απόστολο Παύλο και τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή: « ο Χριστός είναι το μέτρον των πάντων και τα πάντα εν πάσι», και δεν θα πρέπει ούτε να μετρούμε ούτε να εξηγούμε τον Χριστό με οτιδήποτε ούτε με οποιονδήποτε, γιατί «ο Χριστός είναι το μέτρον και η εξήγηση των πάντων» (Προς Εφεσίους και Κολοσσαείς και αγίου Μαξίμου προς Θαλάσσιον 60 και 65).
Ο πατήρ Ιουστίνος κατέστη συνε­χιστής, πιστός και ταυτόχρονα δημι­ουργικός, του κηρύγματος, του απο­στολικού μηνύματος και της ζω­ντανής Παραδόσεως των αγίων Πατέ­ρων, τα οποία μεταδίδει, βιώνει και μελετά μέσα από μια προσωπική προβληματική, συνοδικό-εκκλησιαστική και σύγχρονη, συνεχώς επίκαιρη για τον Ευαγγελικό άνθρωπο, τον δημι­ουργημένο κατ’ εικόνα του Θεού, έκπτωτο αλλά πραγματικά σεσωσμένο εν Χριστώ και δοξασμένο εντός της Εκκλησίας ως θεανθρωπίνης ενώσε­ως μεταξύ Θεού και ανθρώπου εν Χριστώ, με τη χάρη και τις ενέργει­ες του Παναγίου Πνεύματος, του Παρηγορητικού. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο αββάς Ιουστίνος υπήρξε μαθητής και αυθεντικός διάδοχος του μεγάλου αποστόλου Παύλου και των πιο μεγάλων Πατέρων της Ορθόδοξης Ανατολής, αγίου Αθα­νασίου του Μεγάλου, των Καππαδοκών, του αγίου Ιωάννου του Χρυσο­στόμου, του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Άλλωστε, ο απόστολος Παύλος υπήρξε ανέκαθεν γι’ αυτόν ένας οδηγός, ένα μοντέλο ζωής, ένα παράδειγμα και ένας εμπνευστής για τη διάδοση του θείου κηρύγματος και για τη βίωση του Ευαγγελίου του Χριστού.
Γι’ αυτό, άλλωστε, ο τίτλος τον όποιο διάλεξε για τα σχόλια του στις επιστολές του μακαρίου αποστόλου Παύλου, είναι «Συμπόρευση μαζί με τον απόστολο Παύλο» και εννοεί τόσο την επίγεια όσο και την αιώνια ζωή.

(Περιοδικό ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ, τ. 15), Αύγουστος-Νοέμβριος 2004

Τετάρτη 8 Απριλίου 2009

Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΩΝ ΑΣΚΗΤΩΝ 2

Γ ια το σιωπηλό και αόρατο πόλεμο
ΟΤΑΝ γνωρίζουμε που γίνεται ό αγώνας πού έχου­με αρχίσεΠροσθήκη  εικόναςι, και ποιο σκοπό έχει, τότε καταλαβαίνουμε και γιατί ό αγώνας μας ονομάζεται αόρατος πόλεμος. Όλα διαδραματίζονται στην καρδιά, μέσα στη βαθιά σιωπή πού βασιλεύει μέσα μας. Ένα σοβαρό ζήτημα, στο οποίο αποδίνουν μεγάλη βαρύτητα οι άγιοι πατέρες, είναι τούτο: Κράτα κλειστά τα χείλη σου για ότι άφορα τα μυστικά σου βάθη. Αν κανείς ανοίξει τις δικλείδες, φεύγει ή θερμότητα πού κρύβεται μέσα στο λέβητα θερμάνσε­ως. Κανείς δε θέλει πια αυτές τις δικλείδες, πού δεν κάνουν τη δουλειά τους.
ΜΗΝ λες τίποτε σε άλλους για τις καινούργιες σου αποφάσεις πού αφορούν την εσωτερική σου ζωή. Δεν χρειάζεται να φλυαρείς για την καινούργια ζωή πού έχεις αρχίσει και τη βαθιά εμπειρία πού πιστεύεις πώς απο­κτάς. Ή πνευματική ζωή είναι μυστική στην ουσία της. Είναι υπόθεση ανάμεσα σε σένα και το Θεό. Ανάμεσα στους δυο σας μονάχα. Ή μοναδική εξαίρεση μπορεί να 'ναι ό πνευματικός σου πατέρας.
ΑΥΤΗ ή σιωπή είναι πολύ αναγκαία και ζωτικής σημασίας για την πνευματική σου πορεία. Γιατί καθένας πού μιλάει για την προσωπική του ζωή δίνει τροφή στο ναρκισσισμό του και τη φιλαυτία του. Και αυτά πρέπει με κάθε τρόπο να κατανικηθούν! Ή σιωπή αντίθετα βοηθά­ει την αύξηση της εμπιστοσύνης στο Θεό, ό οποίος βλέπει «εν τω κρύπτω». Μέσα από τη σιωπή ασκείται κανείς στο να συνομιλεί με το Θεό, πού ακούει ότι του λέμε χωρίς να χρειάζονται λόγια και λέξεις. Αυτός είναι το στήριγμα σου και σ' αυτόν πρέπει να χεις αποθέσει όλη την εμπιστοσύνη σου. Είσαι αγκυροβολημένος στην αιω­νιότητα. Και εκεί δεν υπάρχουν κανενός είδους λόγια.
ΣΥΝΕΠΩΣ θα πρέπει να θεωρείς πώς καθετί πού συναντάς στην πορεία σου, μικρό ή μεγάλο, το στέλνει ό Θεός για να σε βοηθήσει στον αγώνα σου. Μονάχα αυτός γνωρίζει ότι σου είναι ωφέλιμο και ότι χρειάζεσαι σε κάθε περίσταση: επιτυχίες, αναποδιές, πειρασμούς, πτώσεις. Τίποτε δε συμβαίνει τυχαία και χωρίς να αποτελεί πολύτιμη ευκαιρία να διδαχτείς από αυτό. Πρέπει να το αποσαφηνίσεις καλά μέσα σου αυτό, γιατί έτσι μεγα­λώνει ή εμπιστοσύνη σου στον Κύριο πού αποφάσισες να ακολουθήσεις.
ΕΝΑ ακόμα παρόμοιο στοιχείο γι' αυτόν τον αγώνα πού μας δίνουν οι άγιοι του Θεού είναι και τούτο. Πρέπει να θεωρείς τον εαυτό σου σαν ένα παιδί πού μαθαίνει τα πρώτα γράμματα και κάνει τα πρώτα ασταθή βήματα του. Όλη ή ανθρώπινη σοφία και όλη ή προετοιμασία πού τυχόν κάνεις, δεν έχει απολύτως καμιά άξια στον αγώνα πού αναλαμβάνεις. Το ίδιο δεν έχει καμιά σημασία ή κοινωνική σου θέση και τα τυχόν γήινα αγαθά που κατέχεις. Ότι δεν τίθεται στην υπηρεσία του Κυρίου είναι περιττό βάρος και κάθε γνώση πού δεν ελευθερώνει τη δραστηριότητα της καρδιάς είναι άκαρπα, και γι' αυτό επιζήμια, γιατί οδηγούν τον κάτοχο τους σε υπερη­φάνεια και αυταρέσκεια. Οφείλεις λοιπόν να αφήσεις κατά μέρος όλες τις ανθρώπινες γνώσεις σου και να γίνεις «μωρός», για να γίνεις σοφός. Πρέπει να γίνεις φτωχός, για να γίνεις πλούσιος. Πρέπει να γίνεις «ασθενής», πολύ ασθενής, αν θέλεις να γίνεις ισχυρός.
Για την άρνηση του εγώ και το καθάρισμα της καρδιάς
ΜΙΚΡΟΣ, γυμνός και αβοήθητος προχωρείς στην εφαρμογή μιας από τις πιο δύσκολες εντολές: «Να πολεμάς τις εγωιστικές σου επιθυμίες». Τελικά αυτό σημαίνει να «καταδιώκεις τον εαυτόν σου», εναντίον του οποίου στρέφεται ό αγώνας σου. Γιατί όσο κυριαρχεί ή εγωιστική σου θέληση, δεν μπορείς να προσεύχεσαι με καθαρή καρδιά στον Κύριο και να του λες: Γενηθήτω το θέλημα σου. Αν δεν μπορέσεις να απαρνηθείς τη μεγάλη ιδέα πού έχεις για τον εαυτό σου δε θα μπορέσεις με κανένα τρόπο να κατακτήσεις το αληθινό μεγαλείο. Αν δεν αρνηθείς την ελευθερία σου δε θα γευτείς την αληθινή ελευθερία όπου μία μόνο θέληση κυριαρχεί, του Θεού.
ΤΟ βαθύ μυστικό των άγιων είναι τούτο: Μην επιθυ­μείς κανενός είδους εγωιστική ελευθερία και θα σου δοθεί ή πραγματική ελευθερία.

«ΑΚΑΝΘΑΣ και τριβόλους ανατέλλει σοι ή γη». Έτσι είπε ό Θεός στον πεσόντα άνθρωπο. Με τον ιδρώτα του προσώπου του και με μόχθο πρέπει να δουλέψει τη γη ό άνθρωπος. Και αυτή ή γη είναι ό ίδιος ό εαυτός σου. Με μεγάλο κόπο θα αποκτήσεις τον πνευματικό σου πλούτο, λέγει ό άγιος Μακάριος. Γιατί δε συντελεί στην πραγματοποίηση της σωτηρίας σου το να αποκτήσεις αγαθά χωρίς μόχθο. Αυτό σε κάνει υπερήφανο.
ΠΩΣ μπορεί κανείς να καταπολεμά τον εαυτό του; Δεν είναι δύσκολο να το καταλάβουμε. Πόλεμος εναντίον του εαυτού σου σημαίνει να απαρνιέσαι τόσο τις μικρές όσο και τις μεγάλες σου εμπαθείς επιθυμίες. Οι άγιοι πατέρες συνιστούν να αρχίζουμε από τα μικροπράγμα­τα, γιατί, λέει ό Έφραίμ ό Σύρος, πώς θα μπορέσεις να σβήσεις μια μεγάλη φωτιά προτού μάθεις να σβήνεις μια μικρή; Θέλεις να απελευθερωθείς από ένα μεγάλο πά­θος; Νίκα τις μικρές επιθυμίες, λένε οι άγιοι πατέρες. Μη νομίζεις πώς το ένα είναι δυνατό να χωριστεί από το άλλο. Οι επιθυμίες και τα πάθη είναι δεμένα το ένα με το άλλο σαν τους κρίκους μιας αλυσίδας.
ΕΠΟΜΕΝΟΣ, δε θα σου αποδώσει μεγάλα πράγματα το να προσβάλλεις μόνο τα μεγάλα ελαττώματα και τις κακές συνήθειες σου, πού δύσκολα υποτάσσονται, χωρίς να καταπολεμάς συγχρόνως και τις μικρές «αθώες» αδυναμίες σου π.χ. τη λιχουδιά για τα γλυκίσματα, τη φλύαρη διάθεση, την περιέργεια σου, τη βιασύνη σου. Στο τέλος τέλος όλες μας οι επιθυμίες, μικρές και μεγάλες, χτίζονται στο ίδιο θεμέλιο, την αχαλίνωτη συνήθεια να ικανοποιούμε μόνο το εγωιστικό μας θέλημα.
Η θέληση μας είναι διεφθαρμένη. Μετά το προπα­τορικό αμάρτημα, ή θέληση μας κατευθύνεται αποκλει­στικά σε ότι εγωιστικό. Γι' αυτό κι ό αγώνας μας έχει σαν στόχο του αύτη τη διεφθαρμένη θέληση μας. Και πρέπει να συνεχίζεται ακούραστα χωρίς διακοπή. Θέλεις π.χ. να ρωτήσεις για κάτι όχι άξιο λόγου; Μη ρωτάς! Επιθυμείς να πιεις δυο φλιτζάνια καφέ; Πιες ένα! θέλεις να κάνεις μια επίσκεψη πού αιτία της έχει μια διάθεση κουτσομπο­λιού; Μην την κάνεις!
ΑΥΤΟ σημαίνει να κηρύξεις διωγμό εναντίον του ίδιου του εαυτού σου. Έτσι, με τη βοήθεια του Θεού πάντοτε, επιβάλλεις σιωπή στην κραυγαλέα σου κακή θέληση.
ΙΣΩΣ όμως σου δημιουργείται μια απορία. Μα είναι τόσο απαραίτητο αυτό; Οι άγιοι πατέρες απαντούν με μια ερώτηση: Νομίζεις πώς μπορείς πραγματικά να γεμίσεις ένα δοχείο με καθαρό νερό προτού αδειάσεις το ακάθαρτο νερό πού ήδη έχει; Ή μπορείς να υποδεχτείς έναν πολύ αγαπητό σου φιλοξενούμενο σ' ένα δωμά­τιο πού είναι γεμάτο με σκουπίδια και παλιοπράματα; Όχι φυσικά. Όποιος ελπίζει, ότι θα μπορέσει να δει τον Κύριο «αγνίζει εαυτόν, καθώς Εκείνος αγνός εστί» (Α' Ίωάν. γ' 3).
ΑΣ καθαρίσουμε λοιπόν τις καρδιές μας. Ας πετά­ξουμε όλα τα παλιοπράματα πού είναι στοιβαγμένα μέσα της. Ας σκουπίσουμε το λερωμένο πάτωμα, ας καθαρίσουμε τα παράθυρα κι ας τα ανοίξουμε για να μπει φως και καθαρός αέρας στο δωμάτιο πού ετοιμά­ζουμε το κατάλυμα του Κυρίου μας. Και εμείς οι ίδιοι ας ντυθούμε με καθαρά ρούχα, για να μη μας μολύνει πια ή μούχλα του παλαιού ανθρώπου και δούμε τον εαυτό μας «εκβαλλόμενον έξω» από τη βασιλεία του Θεού. (Λουκά ιγ' 28).
ΜΑΚΑΡΙ όλα αυτά να γίνουν ό κόπος της κάθε στιγμής και της κάθε ώρας της ζωής μας.
με τον τρόπο αυτό πραγματοποιούμε ότι ο ίδιος ο Κύριος μας προσκαλεί με το στόμα του απόστολου Ιακώβου να κάνουμε: «αγνίσατε καρδίας» (Ίακ. δ' 8). Και ό απόστολος Παύλος προτρέπει
«Καθαρίσωμεν εαυτούς από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος» (Β' Κορ. ζ' 1).
«Εσωθεν γαρ, λέγει ο Κύριος, εκ της καρδίας των ανθρώπων οι διαλογισμοί εκπορεύονται, μοιχείαι, πορνείαι, φόνοι- κλοπαί, πλεονεξίαι, πονηρίαι, δόλος, ασέλγεια, οφθαλμός πονηρός, υπερηφανία, αφροσύνη. Πάντα ταύτα τα πονηρά έσωθεν εκπορεύεται και κοινοί τον άνθρωπο» (Μάρκος . ζ' 21-23). Γι' αυτό προτρέπει πάλι το φαρισαίο «Καθάρισον πρώ­τον το εντός του ποτηριού και της παροψίδος, ίνα γένηται και το έκτος αυτών καθαρόν» (Ματθ. κγ' 26).
ΑΚΟΛΟΥΘΩΝΤΑΣ την προτροπή του Κυρίου, και αρχίζοντας από το εσωτερικό μας ας θυμούμαστε πώς δεν καθαρίζουμε την καρδιά για μας τους ίδιους. Δε στολίζουμε και δεν περιποιούμαστε το δωμά­τιο για τη δική μας απόλαυση αλλά για να μπορέσει να το χαρεί ό φιλοξενούμενος. Κάθε μας σκέψη γυρίζει στο φιλοξενούμενο. Κι όταν αυτός έρθει- αποσυρόμαστε για να ησυχάσει. Φασικά δεν περιμένουν για αυτήν την φιλοξε­νία πληρωμή.
ΥΠΑΡΧΟΥΝ τρεις κατηγορίες ανθρώπων λέει ό Νική­τας Στηθάτος: ΟΙ ΣΑΡΚΙΚΟΙ που θέλουν να ζουν μόνο και μόνο για να ικανοποιούν τον εαυτό τους έστω κι αν χρειαστεί να βλάψουν άλλους-
Οι ψυχική, πού θέλουν να ζουν για τον εαυτό τους και για τους άλλους και τέλος οι πνευματικοί, που θέλουν να αρέσουν μόνο στο Θεό, έστω κι αν αυτό αποβαίνει σε βάρος τους.
Η πρώτη κατηγορία βρίσκεται χαμηλότερα απ' αυ­τό πού λέμε ανθρώπινη φύση. Ή δεύτερη κατηγορία αποτελεί τους συνηθισμένους ανθρώπους και ή τρίτη κατηγορία είναι αυτών πού ζουν υπέρ φύσιν. Ή ζωή αύτη πού ζουν είναι ή εν «Χριστώ ζωή».
Ο πνευματικός άνθρωπος σκέφτεται πνευματικά. Προσδοκία του είναι να μπορέσει να απολαύσει τη χαρά εκείνη πού νιώθουν οι άγγελοι του Θεού «επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι» (Λουκά ιε' 10). Και ό αμαρτωλός αυτός να μην είναι άλλος, παρά αυτός ό ίδιος. Αυτά τα συναισθήματα πρέπει να σε διακατέχουν και με αύτη την ελπίδα να εργάζεσαι, γιατί ό Κύριος μας έχει δώσει την εντολή να είμαστε «τέλειοι, ώσπερ ό Πατήρ ημών ό εν τοις ουρανοίς τέλειος εστί» (Ματθ. ε' 48) και να ζητούμε «πρώτον την βασιλείαν αυτού και την δικαιοσύνην» του (Ματθ. στ' 33).
ΕΠΟΜΕΝΟΣ μη σταθείς ούτε στιγμή. Μη θελήσεις να ξεκουραστείς προτού νεκρώσεις εκείνο το κομμάτι του εαυτού σου πού σε υποτάσσει στη σαρκική σου φύση. Μάθε να ανιχνεύεις κάθε σημάδι της παρουσίας της σάρκας μέσα σου και καταδίωκε την χωρίς έλεος, γιατί «ή σαρξ επιθυμεί κατά του πνεύματος, το δε πνεύμα κατά της σαρκός» (Γαλ. ε' 17).