Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 31 Δεκεμβρίου 2023

Καλή Χρονιά!!!


ΚΑΛΉ ΧΡΟΝΙΆ!!!

      Στη ζωή κερδίζεις, χάνεις, υποφέρεις, αλλά το πιο σημαντικό είναι να μάθεις.  Τα υπόλοιπα είναι ατμός, καπνός.  Πρέπει να έχουμε μάτια που βλέπουν τα καλύτερα και καρδιές που συγχωρούν τα χειρότερα.  Δεν έχει σημασία ποιος σε πλήγωσε, αλλά ποιος σε έκανε να χαμογελάσεις ξανά.  Ονειρέψου ότι θα ζήσεις για πάντα, ζήσε σαν να πεθάνεις αύριο.  Ο χρόνος σβήνει, αλλά ξέρει να διατηρεί, όσο κανένας άλλος, ό,τι είναι γραφτό να χαθεί.  Άσε αυτό που ήταν.  Έχε πίστη σε αυτό που θα γίνει.

 Πατήρ Χρυσόστομος  Φιλιπέσκου 

Böyle bir dünya olsun yasamımizda.cicek bahcelerin eksik olmadıgı savasların olmadıgı sevginin barışın egemen oldu halkların kardesliginin sevginin paylaşıldığı bir 2024 .olsun yasamımizda ailemizle sevenlerimizle birlikte..HERSEY GÖNLÜNUZCE OLSUN YAŞAMINIZ BOYUNCA..

Η ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΣΥΝΑΞΕΩΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ ΤΩΝ ΠΟΙΜΕΝΩΝ Ο ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ΠΑΤΗΡ ΣΕΡΑΦΕΙΜ Ο ΚΥΘΗΡΙΟΣ ΦΕΥΓΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΩ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ . ΕΔΩ ΜΕ ΤΟΝ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟ ΠΑΤΕΡΑ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΑ . ΑΙΩΝΙΑ ΑΥΤΩΝ Η ΜΝΗΜΗ !

Συγκλονισμένος ὁ γιατρός τή ρώτησε:



Γράφει ὁ Victor Frankl: «Ὡς πρός τήν ὀδύνη,
ἐπιτρέψτε μου να παραθέσω ἕνα περιστατικό ἀπ' τὸ βιβλίο ἑνός Γερμανοῦ ἐπισκόπου (Moser, 1978)
“Λίγα χρόνια μετά τό Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, ἕνας
γιατρός ἐξέταζε μία Ἑβραία γυναῖκα πού φοροῦσε
ἕνα βραχιολάκι φτιαγμένο ἀπό μωρουδίστικα δόντια φυτεμένα σέ χρυσό.
—Όμορφο κόσμημα, παρατήρησε ὁ γιατρός.
–Ναί, τοῦ ἀπάντησε ἡ γυναῖκα.
—Αὐτό τό δόντι ἦταν τῆς Μύριαμ, αὐτό ἐδῶ τῆς
Ἐσθήρ καί τοῦτο ἐδῶ τοῦ Σαμουήλ...
Παρέθεσε τὰ ὀνόματα τῶν γυιῶν καί τῶν θυγατερων της κατά σειρά ἡλικίας.
−Εννιά παιδιά, πρόσθεσε, τὰ πῆραν ὅλα στούς
θαλάμους τῶν ἀερίων,
Συγκλονισμένος ὁ γιατρός τή ρώτησε:
−Καί πῶς ἀντέχεις νά ζῆς φορώντας αὐτό τό
βραχιόλι,
Ἡ γυναῖκα τοῦ ἀπάντησε ήσυχα.
-Διευθύνω τώρα ἕνα ὀρφανοτροφείο στο 
Ισραήλ"»


Βιβλιογραφία! Ανεξάντλητη χαρά. Πατήρ Ιωάννης Κωστωφ!




Ο ΥΙΌΣ ΚΑΙ Ό ΠΑΤΈΡΑΣ!!!!



«Μιά φορά κι ἕνα καιρό, μία νοσοκόμα συνόδεψε ἕνα κουρασμένο καί ἀνήσυχο νεαρό ἄνδρα κοντά στό κρεβάτι ἑνός γέροντα.
—Ἦρθε ὁ γυιός σου, ψιθύρισε στόν κατάκοιτο.
Κι αὐτό χρειάσθηκε νά τό ἐπαναλάβη πολλές φορές μέχρι νά ἀνοίξη ἐκεῖνος κάποτε τά μάτια του.
Τοῦ εἶχαν δώσει ἰσχυρή καταστολή ἐξαιτίας τῶν
πόνων ἀπ᾿ τήν καρδιακή προσβολή, καί πολύ θολά
μποροῦσε νά διακρίνη τό νεαρό νά στέκεται ὄρθιος
ἔξω ἀπ᾿ τήν κουρτίνα τοῦ ὀξυγόνου.
Ὁ γέροντας ἅπλωσε τό χέρι του ἔξω, κι ὁ νεα-
ρός τό τύλιξε σφικτά μέ τά δάκτυλά του, στέλνοντάς
του ἕνα μήνυμα ἐνθαρρύνσεως. Ἡ νοσοκόμα ἔφερε
ἕνα κάθισμα δίπλα στο κρεβάτι. Κι ὅλη τή νύκτα ὁ
νέος ἄνδρας τήν πέρασε κρατώντας τό χέρι τοῦ γέ-
ροντα καί ψιθυρίζοντάς του γλυκόλογα ἐλπίδος. Ὁ
ἑτοιμοθάνατος δέν ἔλεγε τίποτε, ἀλλά κρατιόταν σφικτά ἀπ᾿ τό γυιό του.
Καθώς ἐρχόταν ἡ αὐγή, ὁ ἀσθενής πέθανε ἥσυχα.
Ὁ νεαρός ἀκούμπησε πάνω στο κρεβάτι τό ἄψυχο
χέρι τό ὁποῖο συνέχεια κρατοῦσε, καί πῆγε νά ἐνημερώσῃ τή νοσοκόμα.
Ὅσο ἐκείνη ἔκανε ὅ,τι ἔπρεπε σχετικά μέ τό νεκρό, ὁ νεαρός περίμενε. Κι ὅταν ἐκείνη τελείωσε τό
ἔργο της, ἄρχισε νά τοῦ λέη λόγια παρηγοριᾶς.
Ὅμως ἐκεῖνος τή διέκοψε.
―Ποιός ἦταν αὐτός ὁ ἄνθρωπος;, τή ρώτησε.
Κατάπληκτη ἡ νοσοκόμα εἶπε:
—Ὑπέθεσα ὅτι ἦταν ὁ πατέρας σας.
—Ὄχι, δέν ἦταν ὁ πατέρας μου, ἀπάντησε ἐκεῖνος,
κι οὔτε τόν ἔχω ξαναδεῖ ποτέ στή ζωή μου.
–Καί γιατί δέν μοῦ εἶπες τίποτε, ὅταν σέ πῆγα
κοντά του;, ρώτησε ἡ νοσοκόμα.
Κι ἐκεῖνος ἀπάντησε:
—Ἐπειδή κατάλαβα ὅτι χρειαζόταν τό γυιό του,
κι ὁ γυιός του δέν ἦταν ἐδῶ. Ὅταν εἶδα ὅτι ἦταν
τόσο ἄρρωστος ὥστε δέν μποροῦσε νά ξεχωρίση ἄν ἤμουν πραγματικά ὁ γυιός του ἢ ὄχι, ἔνιωσα πόση
ἀνάγκη μέ εἶχε...»

Βιβλιογραφία! Ανεξάντλητη χαρά. Πατήρ Ιωάννης Κωστωφ!


Ο ΖΩΓΡΆΦΟΣ!!


 «Ὁ ζωγράφος Henri Matisse ἦταν 28 ὁλόκληρα χρόνια νεότερος ἀπ᾿ τόν Auguste Renoir, όμως,
αὐτό δέν ἐμπόδιζε τούς δύο αὐτούς μεγάλους καλλιτέχνες νά εἶναι στενοί φίλοι καί νά κάνουν συχνά παρέα. Ὅταν ὁ Renoir κλείστηκε πιά στο σπίτι του τα τελευταῖα 10 χρόνια τῆς ζωῆς του, ὁ Matisse τόν ἐπισκεπτόταν καθημερινά. Ὁ Renoir ἦταν σχεδόν παράλυτος ἀπ᾿ τήν ἀρθρίτιδα, ὅμως, συνέχιζε να
ζωγραφίζη παρά τήν ἀδυναμία του. Μία μέρα, και
θώς ὁ Matisse παρατηροῦσε τό γερασμένο ζωγράφο νά ἐργάζεται στο στούντιό του, ἔχοντας νά παλέψη μέ τόν ἀνείπωτο πόνο σέ κάθε πινελιά τήν ὁποία ἔστρωνε, ξέσπασε:
-Γιατί συνεχίζεις νά ζωγραφίζης, Auguste, ἀφοῦ
ὑποφέρεις τόσο πολύ;
Κι ὁ Renoir ἀπάντησε μέ ἁπλότητα:
—Ἡ ὀμορφιά παραμένει, ὁ πόνος περνᾶ.
Κι ἔτσι, μέχρι σχεδόν τήν ἡμέρα τοῦ θανάτου του
ὁ Renoir ἅπλωνε χρώματα στο μουσαμά».

Βιβλιογραφία! Ανεξάντλητη χαρά. Πατήρ Ιωάννης Κωστωφ!



Ο ΣΤΡΑΤΙΏΤΗΣ!!!


«Μιά φορά κι ἕνα καιρό, ἦταν ἕνας στρατιώτης πού ἐπέστρεφε στήν πατρίδα του μετά το τέλος κάποιου πολέμου. Τηλεφώνησε στούς γονεῖς του ἀπ᾿
τό ἀεροδρόμιο καί τούς εἶπε:
—Μαμά, μπαμπά, ἔρχομαι στο σπίτι, ἀλλά θέλω
νά σᾶς ζητήσω μία χάρι. Ἔχω ἕνα φίλο τόν ὁποῖο
θέλω νά φέρω μαζί μου.
―Φυσικά, τοῦ ἀπάντησαν· θά θέλαμε πολύ νά τόν
γνωρίσουμε.
—Ὑπάρχει κάτι πού θά ᾽πρεπε νά μάθετε, συνέχισε ὁ γυιός. Τραυματίσθηκε βαρειά στή μάχη.
Πάτησε σέ μία νάρκη καί ἔχασε τό ἕνα χέρι καί τό
ἕνα πόδι του. Δέν ἔχει πού ἀλλοῦ νά πάη καί θέλω
νά ἔρθη νά μείνη μαζί μας.
–Λυπᾶμαι πολύ, παιδί μου. Ἴσως μπορέσουμε νά
τοῦ βροῦμε κάπου νά μείνη. αυτό το
—Ὄχι, μαμά, θέλω νά μείνη μαζί μας.
―Γυιέ μου, εἶπε ὁ πατέρας, δέν ξέρεις τί ζητᾶς.
Κάποιος μέ τόσο σοβαρό πρόβλημα, θά μᾶς ἦταν
ἕνα τρομερό βάρος. Ἔχουμε τή δική μας ζωή καί
δέν μποροῦμε νά ἀφήσουμε κάτι τέτοιο νά παρέμβη.
Νομίζω ὅτι θά πρέπη νά γυρίσης στο σπίτι καί νά
τόν ξεχάσης αὐτό τόν τύπο. Θά βρῆ κάποιο τρόπο
νά ζήση μόνος του.
Σ’ αὐτό τό σημεῖο, ὁ γυιός ἔκλεισε τό τηλέφωνο.
Οἱ γονεῖς του δέν εἶχαν ἄλλα νέα του. Μερικές
μέρες ἀργότερα, ὅμως, ἔλαβαν ἕνα τηλεφώνημα ἀπ᾿ τήν ἀστυνομία. Ὁ γυιός τους σκοτώθηκε πέφτοντας ἀπό ἕνα κτίριο, τούς εἶπαν. Ἡ ἀστυνομία πίστευε ὅτι ἦταν αὐτοκτονία. Οἱ χαροκαμένοι γονεῖς πῆγαν στό
ἀστυνομικό τμῆμα καί ὁδηγήθηκαν στο νεκροτομεῖο
γιά νά ἀναγνωρίσουν τό πτῶμα τοῦ γυιοῦ τους.
Τόν ἀναγνώρισαν, ἀλλά μέ τρόμο ἀνακάλυψαν
κάτι τό ὁποῖο δέν γνώριζαν. Ὁ γυιός τους εἶχε μόνο
ἕνα χέρι καί ἕνα πόδι»

Βιβλιογραφία! Ανεξάντλητη χαρά. Πατήρ Ιωάννης Κωστωφ!

Τι μου είπε ο Άγιος Πορφύριος; - Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος!!!!

 

Святой Паисий Святогорец о воспитании детей

 

Why Do We Have Icons In The Church?

 

Aziz Sergius & Bakkhus Kilisesi (Church of Saints Sergius & Bacchus - كنيسة القديسين سرجيوس وواخس)

 

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑΣ ΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΔΙΑ ΤΟΥ ΜΩΥΣΕΩΣ

 

Мы осуждаем агрессию рф против Украины!

 

Kahire Rum Ortodoks Mezarlığı Şapeli (The Chapel of the Greek Orthodox Cemetery of Cairo)

 

Kahire Aya Yorgi Kilisesi (The Church of St. George in Cairo - كنيسة القديس مارجرجس)

 

Γιώργος Φίλης, Κώστας Γρίβας, Κρίσιμο και επικίνδυνο το 2024 για τις Ελληνοτουρκικές σχέσεις !!!

 

Κάλαντα Βυζαντινά - Κάλαντα Χίου

 

ΚΑΛΑΝΤΑ 2023 | ΧΡΙΣΤΟΎΓΕΝΝΑ 2023 | ΞΕΝΑΓΌΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΎΠΟΛΗ | ΞΕΝΆΓΗΣΗ ΣΤΗΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΎΠΟΛΗ

 

Οι χριστουγεννιάτικες ευχές απο το μοναστήρι της Ορμυλιας "Ευαγγελισμός τῆς Θεοτοκου" με τούς Αγίους που γιορτάζει η εκκλησία μας σήμερα, ημέρα Απόδοσης εορτής των Χριστουγέννων. Θεοτόκος-Ιωσήφ ο Μνηστωρ-Προφητης Δαυίδ -Ιάκωβος ο Αδελφόθεος.

ΑΓΊΑ ΝΎΧΤΑ!!!

Η ΝΑΣΑ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΆΤΙΚΟ ΔΈΝΔΡΟ!!

ΑΘΩΝΙΚΕΣ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΤΙΚΕΣ ΕΥΧΕΣ

ΑΘΩΝΙΚΕΣ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΤΙΚΕΣ ΕΥΧΕΣ


Ξενήκουστη (μὲ νέα καινὰ ἀκούσματα) καὶ καινόλεκτη(με καινούργια λόγια καὶ ὕμνους) ἡ νέα χρονιὰ νὰ εἶναι Χριστοαγαπημένα παιδιά ,μὲ παρθένες δροσερὲς καὶ ζωηφόρες εὐωδίες ποὺ πηγάζουν ἀπὸ τὴν ἀείδροση καὶ ἀειπάρθενον Μητέρα Τοῦ Θεοῦ Παναγία. 
Έτη πολλά και Χριστοαγκαλοφορούμενα  !

Πατήρ Διονύσιος Ταμπακης 

St. Avakum the Deacon of Belgrade, Serbia, with St. Paisius the Abbot and their fellow martyrs (+1815).



St. Avakum the Deacon of Belgrade, Serbia, with St. Paisius the Abbot and their fellow martyrs (+1815). They lived under Turkish occupation and, after an unsuccessful revolt, were sentenced to die by impalement, being forced to carry their own stakes to the place of execution. St. Avakum’s mother, as shown in the attached icon, met him in the road and begged him to feign conversion to Islam, which would have saved his life. To this the holy one responded by thanking his mother for giving birth to and raising him, but not for her soul-destroying advice, saying: “A Serb belongs to Christ, and he awaits death with joy!” 

St. Paisius gave glory to God to the very end, shouting “Slava Bogu” even as the stake with his body on it was set into the ground. As for St. Avakum, he so impressed the Turks with his steadfastness that they spared him impalement, decapitating him instead. The memory of these superhumanly brave martyrs has been an inspiration to the Serbian people and all Orthodox Christians ever since. May we have their prayers - and even a fraction of their courage!

Σάββατο 30 Δεκεμβρίου 2023

"Υπηρετώντας έναν άγιο¨: Γεώργιος Βερνέζος.

 

The policeman and the prayer of St. Paisios | Metropolitan Neophytos of Morphou

 

Der Prolog von Ohrid vom 30. Dezember (12. Januar)

 

Hl. Nikodemus der Hagiorite - Leben und Lehre. Von Nikolaj Thon

 

圣像里的东正教|万物同庆的圣诞奥秘

 

News (FINALLY!) from our Monasteries on Mull and Iona!!!

 

ΚΑΤΑΒΑΣΙΕΣ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ - Ψάλλει ἡ Γερόντισσα Μαριάμ μέ τήν άραβόφωνη χορωδία στή Βηρυττό.

 

Gerontissa Mariam Skorda (Sem Lebanon) - ΑΓΝΗ ΠΑΡΘΕΝΕ ΔΕΣΠΟΙΝΑ

 

Θαυμαστὴ διήγηση Ἁγίου Σωφρονίου, 11 Ἰανουαρίου 1993

 

Ο γερ. Ιωσήφ ο Βατοπαιδινός στον π. Κων. Στρατηγόπουλο τα Χριστούγεννα του 1996

 

Η επικαιρότητα των Χριστουγέννων - Αρχιμ. π Μάξιμος και π. Σιλουανός (24 Δεκ 2023)

 

Der Prolog von Ohrid vom 24. Dezember (6. Januar)

 

ΚΎΡΙΕ ΕΛΈΗΣΟΝ ΗΜΆΣ!!!!

ΟΤΑΝ ΑΝΟΙΞΗ ΠΡΟΣΜΕΝΕΙΣ-(ΑΓΙΟΥ ΙΩΣΗΦ ΤΟΥ ΗΣΥΧΑΣΤΗ ) Ψαλτοτράγουδον(Φωνή-Tanbur-π.Διονύσιος Ταμπάκης)

 




Ὅταν ἄνοιξιν προσμένεις καὶ ἔρχεται ἡ χεινωνιά, ὅταν ἥλιον ἀναμένεις κι ἀντ'αυτού ἡ σκοτεινιά. Ὅταν ράπισμα προσφέρουν,ενώ δίδεις ἀσπασμούς, εἶναι δύσκολον τῷ ὄντι,να τὰ καταλάβει ὁ νούς. Μὲ ὑπομονὴν καὶ ἀγάπην καὶ διὰ τῆς προσευχῆς δείχνεις εἰς τὸν λοιδοροῦντα τὰ δρομάκια τῆς ψυχῆς. Ἴσως κάποτε ἀγγίσουν τὴν γλυκεῖαν θαλπωρήν, ὅταν πάλιν ἐπιστρέψουν εἰς τῆς πίστεως τὴν ἀρχήν. Εἰς τὴν πατρικὴν ἑστίαν ἀναπαύεται ὁ υἱός, μὲ τοῦ Γέροντος τὴν χείραν ξαποσταίνει ὁ Μοναχός. (προσθήκη)Ω φιλόστοργος Παρθένε ,ἡ Μητέρα Τοῦ Θεοῦ, βάσταξον μᾶς στὴν ἀγκάλη τοῦ γλυκοῦ μας Ἰησοῦ.

Τα παθήματα τοῦ κυρ-Γώγου τοῦ γεροδάσκαλου.




Τα  παθήματα τοῦ κυρ-Γώγου τοῦ γεροδάσκαλου. Ἱεροψάλτης καὶ ἐκεῖνος καὶ ὁμοίως ἀγαθόψυχος
καὶ πρόθυμος ὑμνωδὸς ὅπου παρίστατο ἀνάγκη καὶ τὸν καλοῦσαν. Ἀκούραστος, μποροῦσε νὰ βγάλει μέχρι καὶ ὁλόκληρη ἀγρυπνία μόνος του, μαζὶ καὶ μὲ τὰ λόγια τοῦ
ἱερέως ἂν μποροῦσε, δίχως νὰ καταλάβει κάματο.
- Ἔ, ἔχω συνηθίσει, ἔλεγε. Σαράντα χρόνια δάσκαλος, ὅπως ἔλεγε καὶ ὁ φούρναρης στὴν παλαιὰ διαφήμιση, ὅλο
μιλοῦσα· τώρα πιὰ δὲν μπορῶ νὰ σιγήσω. Τουλάχιστον,
ἀπὸ τὸ νὰ λέμε ἀργολογίες, κάλλιο νὰ ψάλλουμε καὶ νὰ ὑμνοῦμε τὴν Μητροπάρθενον.
Πάλαι ποτέ, σὰν ἦταν νεαρὸς δάσκαλος καὶ γυρνοῦσε μὲ
τὰ πόδια τὰ βουνὰ τῆς ἐπαρχίας γιὰ νὰ πάει στὸ μονοθέσιο
σχολειὸ ποὺ τὸν εἶχαν διορισμένο, ἕνα μικρὸ φίδι βγαίνοντας ἀπὸ τὰ στάχυα τὸν κοιτοῦσε κατάματα. Ἄκουγε κι
αὐτὸ τὴν μουσικὴ ἀπὸ τὸ τρανζίστορ τοῦ δασκάλου καὶ ἔτσι μαγνητίστηκε. Ἀμέσως ὁ δάσκαλος, σὰν κατάλαβε τὸν
κίνδυνο, ἔμεινε σύξυλος κι αὐτὸς κι ἀσάλευτος σὰν πεθαμένος, γιὰ νὰ μὴν τὸν φάει τὸ φίδι, ὅπως ἔλεγε. Μία ὥρα
ἀκριβῶς ἔκατσε ἔτσι σὰν στήλη ἅλατος καὶ ὅταν πέρασε ἕνας χωρικὸς ἀπὸ κοντὰ καὶ τὸν χαιρέτησε τοῦ ἀπάντησε
μὲ ἀγωνία μέσα ἀπὸ τὰ δόντια του:
Δὲν μπορῶ τώρα νὰ σοῦ μιλήσω. Θὰ σοῦ πῶ σὲ λίγο!
Βλέπει ἐπίσης καὶ ὀνείρατα θεϊκά, ἀφοῦ ἁγιωτικὴ εἶναι
ὅλη ἡ ζωὴ του. Ἀπὸ τὸ εἰκονοστάσι τοῦ σπιτιοῦ του στὴν ἐκκλησία καὶ τ᾿ ἀνάπαλιν. Ὀνειρεύεται πὼς σεργιανίζει
στὰ ἐνδιαιτήματα τοῦ παραδείσου μαζὶ μὲ τὴ μακαρίτισσα τὴν ἁγία μητέρα του, χτυπᾶ τὶς καμπάνες στὶς
οὐράνιες μονὲς καὶ συναγάλλεται μὲ τοὺς ἁγίους καὶ
τὶς ὁσίες ἀμνάδες τοῦ παραδείσου. Κάποτε εἶχε ἰδεῖ τὴν
μακαρίτισσα γειτόνισσά του, τὴν Ρουμπινῆ, στὸν ὕπνο του
νὰ τὸν καθοδηγεῖ σὲ ἕνα δίλημμα ποὺ εἶχε προκύψει καὶ
κατόπιν νὰ τοῦ λέει:
Τ' ἀκοῦς, Γῶγο; Ἄντε κάμε ὅ,τι σοῦ λέω, γιατὶ ἐγὼ
τώρα καπούτ!
Γεγονὸς τὸ ὁποῖον ἐβεβαίωσεν πὼς στὴν ἄλλη ζωὴ
μιλοῦνε καὶ ξένες γλῶσσες.
Ὅταν ἤτανε φαντάρος καὶ τὸν εἴχανε βάλει νὰ βοηθεῖ
στὴν γραφομηχανὴ στὸ δεύτερο Γραφεῖο, στὶς πληροφορίες, εἶδε ἕνα χειμωνιάτικο πρωινὸ στὸν ὕπνο του τὸν
ἀρχάγγελο Μιχαὴλ μὲ μιὰ ὁλόμαυρη μπέρτα μὲ ἀσημένιες πούλιες νὰ τοῦ μιλᾶ μὲ ὕφος αὐστηρὸ μὰ καὶ ἱλαρὸ
συνάμα, κρατῶντας ἕνα μεγάλο κιτάπι στὰ χέρια του,
καὶ νὰ τοῦ ζητᾶ νὰ τοῦ δώσει πληροφορίες γιὰ ὅσους
μένουν στὴν ἀπάνω γειτονιά. Πράγματι, ἐκεῖνο τὸν καιρὸ
ἀνεπαύθησαν πολλὰ γεροντάκια στὸν ψαρομαχαλᾶ.
Εὐθυτενὴς καὶ μὲ βῆμα γοργὸ διατηρεῖ εἰσέτι τὴν πλούσια μπλαβιὰ κόμη του παρὰ τὰ ἑβδομήκοντα χρόνια του,
γιὰ τὴν ὁποία πολλοὶ ζηλόφθονοι τὸν κατηγοροῦν πὼς τὰ
βάφει μὲ χένα ἀπὸ τὸ φαρμακεῖον καὶ πὼς σὰν πάει στὴν
θάλασσα νὰ κάνει μπάνιο, το νερὸ γύρω-γύρω γίνεται
σκοῦρο σὰν νὰ πέρασε ὀκτάπους.
Δὲν τὸν ἀφήσανε νὰ νυμφευθεῖ οἱ ἐπίσης ἀνύπανδρες
θειάδες του, ποὺ τὸν ὑπεραγαπούσανε. Τὸν εἴχανε παραχαϊδεμένο καὶ δὲν θέλανε νὰ τόνε χάσουνε. Ψάλτριες καὶ
ἐκεῖνες καὶ ντουέτο ξεχωριστὸ σὲ ἐκκλησιὲς καὶ ἀγρυπνίες, παρέμειναν ἁγνὲς καὶ κοπέλες ὥς τὰ ἐνενήντα τους,
ἀφιερωμέναι εἰς τὴν Χριστιανικὴν Ἕνωσιν.
Μάλιστα, πολλάκις τὸν παίρνανε καὶ πηγαίνανε σὲ
ἑστιατόρια τῆς πάλαι ποτὲ ὡραίας Ὁμονοίας καὶ ἀφοῦ
τρώγανε τὸ μισὸ μαγαζί -ἤτανε μερακλοῦδες στὸ φαΐ-
ὕστερα, γιὰ νὰ χωνέψουν, παίρνανε τὸ τρόλεϊ καὶ κάνανε
βόλτες μέχρι νὰ ξαναπεινάσουν καὶ μετὰ ἴσια γιὰ γλυκὸ
καὶ λουκουμάδες στὴν Αἰόλου.
Τὴν μισή του ζωὴ ὁ κυρ-Γῶγος τὴν ἐπέρασε, ἀφότου
ἔχασε γονεῖς καὶ θειάδες, στὸ κοιμητήρι νὰ ἀνάπτει τὰς κανδηλια των καὶ νὰ περιποιεῖται τὰ μνημεῖα, προσκλαίοντας σὰν τὴν Μαρία τοῦ Λαζάρου ἐκεῖ
Εἴχανε πληρώσει μία μέρα ρεφενὲ μὲ τὴν κυρα-Κούλα
ένα ταξὶ νὰ τοὺς πάει στὸ νεκροταφεῖο, γιὰ νὰ κλαύσουνε
τοὺς ἀποθαμένους τους.
Τότε τοῦ παραγγέλνει ἡ κυρα-Κούλα:
- Γῶγο μου, ρίξε νερὸ κάργα, θέλουν νερὸ οἱ πεθαμένοι.
- Σοβαρά; Δὲν τὸ ξερα.
Πάει λοιπὸν καὶ παίρνει ἕναν πεντόκιλο κουβᾶ καὶ τὸν
γεμίζει μὲ νερὸ ἀπὸ τὴν βρύση καὶ σὰν τὸν προφήτη Ἠλία
στὸ θυσιαστήριο ἀρχίζει νὰ ρίχνει δεκάκις καὶ εἰκοσάκις
νερὸ ἐπάνω στὸ μνῆμα τοῦ πατέρα του. Γέμισε ὅλο τὸ
κοιμητήρι νερά, ὥσπου καὶ ἡ νεωκόρισσα, ἡ κυρα-Λευκοθέα, τοῦ ἔβαλε τὶς φωνές.
Τὸ βράδυ καταλαγιασμένος καὶ ἱκανοποιημένος ἀπὸ
τὸ υἱϊκό του χρέος πρὸς τὸν πατέρα του, κοιμήθηκε γαλήνια καὶ ἐλαφρὰ καὶ βλέπει σὰν ζωντανὸ τὸν πατέρα του
φορῶντας μαγιὸ μέσα στὴν θάλασσα τῆς Καραθώνας νὰ
τοῦ φωνάζει μπαϊλντισμένος κουνῶντας τὰ χέρια του:
- Βρὲ μανία μὲ τὰ νερά σας ὅλη τὴν ἡμέρα, μούσκεμα
μὲ κάνατε!
Ἄλλη φορὰ πάλι, ἱστάμενος ὁ Γῶγος παρὰ τῷ μνῆμα
τοῦ ἥρωος πατρός του, ὁ ὁποῖος εἶχε πολεμήσει καὶ στὴν
Μικρὰ Ἀσία, σὰν ἔγειρε ὁ ἥλιος στὴν κλίνη του γιὰ νὰ δύσει, τοῦ ἔβαλε ἡ καντηλανάφτισσσα καὶ πάλι τὶς φωνές,
διότι ἤθελε νὰ κλείσει τις πόρτες. Ἀποχαιρετᾶ, λοιπόν, τὸν
πατέρα του καὶ τοῦ λέει:
- Ἄντε, πατέρα μου, τώρα φεύγω, νὰ εἶσαι καλὰ ἐκεῖ
ποὺ εἶσαι.
Καὶ ξάφνου ἀπὸ τὸ πουθενά, σὰν φωνὴ καὶ σάλπιγγα
ἀγγέλου, ἀκούει μία βαθιὰ φωνή:
- Καὶ τώρα νὰ μένεις ἥσυχος, σὲ ἄκουσε ὁ πατέρας σου.
Κόκκαλο ὁ δάσκαλος...
- Κούλα, Κούλα, ἔλα γρήγορα, μίλησε ἀπὸ τὸν τάφο
ὁ πατέρας μου!
Μὰ τί λές, καημένε, καὶ μὲ σκιάζεις; Μιλοῦν οἱ ποθα-
μένοι;
-
Ναί, μόλις μοῦ ἀπάντησε.
- Ε, τότε ξαναμίλα του νὰ δοῦμε.
- Ἄντε, πατέρα, σὲ χαιρετῶ.
- Καὶ τώρα νὰ μένεις ἥσυχος, σὲ ἄκουσε ὁ πατέρας σου,
ἐπανέλαβε ἡ φωνὴ ἐνῶ πρόβαλαν συνάμα ἀπὸ τὸ διπλανὸ
μνημούρι μιὰ ψάθινη παλαιὰ σκούπα καὶ ἕνα ἀνθρωπάριο
μὲ ψάθινο καπέλο (μπαγιασόν) τῆς δεκαετίας τοῦ '20.
Ξανὰ κόκκαλο ὁ δάσκαλος. Ὥσπου τρεμάμενος ἔλαβε
λίγο θάρρος καὶ ρώτησε τὸν ξεπροβάλλοντα «βρικόλακα»:
- Τί εἶσαι ἐσύ; Ζωντανὸς ἢ πεθαμένος;
- Ζωντανός!
- Καὶ τί κάνεις ἐδῶ;
- Φροντίζω τὸν τάφο τῆς γυναίκας μου.
Τῷ ὄντι καὶ πράγματι, ἔκανε νὰ γείρει πρὸς τὰ κάτω ὁ
Γῶγος καὶ ἀντικρίζει στὸν παραδιπλανὸ τάφο ἕνα μικρὸ
δωματιάκι κάτω ἀπὸ ἕνα ἐλενίτ, ποὺ εἶχε λογιῶ-λογιῶ
καθαριστικά, τζέτ, χλωρίνες καὶ ἄλλα.….. Ἀπὸ ἐκεῖ, λοιπόν,
τοῦ ἀπαντοῦσε προθύμως τὸ γερόντιο καὶ ἔτσι διεσαφηνίσθη ἡ παρεξήγησις.
Ἀλλὰ ἂς πᾶμε λίγο πιὸ πίσω, ὅταν πέθανε ἡ γλυκυτάτη
καὶ φιλόστοργος μήτηρ του. Ἔγινε κλαυθμὸς καὶ σπαραγμὸς στὴν κηδεία. Μέχρι καὶ τὰ λιθάρια σπαράξανε ἀπὸ τὶς
γοερὲς φωνὲς τοῦ κυρ-Γώγου. Μάλιστα, ὅταν κατεβάζανε
τὴν κάσα στὸν τάφο, δὲν ἄντεξε ἄλλο καὶ ὅλο φώναζε:
- Ἀφῆστε με νὰ πέσω..., ἀφῆστε με...
Καὶ τὸν κρατοῦσαν μὲ ὅση δύναμη εἴχανε οἱ γειτόνισσες σιμά του.
Μὰ ἐκεῖνος δὲν ἔλεγε νὰ ἠρεμήσει. Ἀφῆστε με νὰ πέσω,
τί νὰ τὴν κάνω τὴν ζωή;
Σὰν ἀπόειδε ἡ κυρα-Δήμητρα, ποὺ ἀναβαστοῦσε τὴν
χεῖρα του, λέει ἀγανακτισμένη:
- Ἄντε στὸ καλό, πέσε! Μᾶς ἔπρηξες! καὶ τὸν ἀφήνει
νὰ αἰωρεῖται ἡ παλάμη του πέντε πόντους ἀπὸ τὰ ἔγκατα
τοῦ τάφου.
Τότε, κατατρομαγμένος ὁ Γῶγος ἀπὸ τὴν ἀπροσδό-
κητη κίνηση τῆς κυρα-Δήμητρας, μαζεύτηκε, χαμήλωσε
τὴν φωνή του, γύρισε στὸ ἀφτὶ τῆς γειτόνισσας καὶ τῆς
ἀποκρίθηκε μυστικὰ καὶ ψύχραιμα:
- Ἂς λέω ἐγώ, ἐσὺ κράτα με!
Ὅμως, πολλὲς φορὲς δὲν τοῦ ᾿μενε πουλόβερ γιὰ πουλόβερ ἀκέραιο, ἀφοῦ συχνὰ πιανότανε ἀπὸ τὰ μάρμαρα
καὶ τὶς γωνιὲς τῶν τάφων. Μιὰ φορά, μάλιστα, ποὺ τοῦ συνέβη αὐτό, δειλιάζοντας νὰ γυρίσει πίσω, φώναξε:
- Ἄτιμε πεθαμένε, δὲν θὰ μὲ φᾶς! καὶ ἔδωσε ἕνα σάλτο
μπροστά, γιὰ νὰ ξεφύγει ἀπὸ τὰ ἀπειλητικὰ χέρια τοῦ
ἐπισκιάζοντος φαντάσματος, ξεσκίζοντας οἰκτρὰ τὴν μάλλινη καζάκα του.
Ψυχὴ παιδιοῦ, ἀπονήρευτου, ἀμάλαγου καὶ ἀμόλευτου
ἀπὸ τὴν κακία τοῦ κόσμου. Τί ἄλλο νὰ γράψεις; «Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι...»

Βιβλιογραφία :Ἅγιοι ποὺ γελοῦν καὶ περιγελοῦν τὴν ματαιότητα.Πατηρ Διονύσιος Ταμπακης!

Τί θὰ γίνει μὲ σένα, ρὲ καλόγερε; Θὰ σταθεῖς σὲ ἕνα μέρος ἐπιτέλους; Μοῦ κόπηκαν τὰ πόδια...


 Μάλιστα λέγεται πὼς κάποτε ὑπῆρξε ἕνας μοναχὸς στὸ Ἅγιον Ὄρος, ποὺ δὲν εἶχε ἀφήσει μοναστήρι γιὰ μοναστήρι καὶ κελλὶ γιὰ
κελλί, ποὺ νὰ μὴν εἶχε μετεγκατασταθεῖ. Ὅμως, πουθενὰ δὲν εὕρισκε ἀνάπαυση, καθ᾽ ὅτι ἂν μέσα στὴν ψυχή σου
ἔχεις ἀκαταστασία, τότε, ὅπου καὶ ἂν βρεθεῖς, ποτέ σου δὲν θὰ ἠρεμήσεις. Μαζί του, ὅμως, στὶς συνεχεῖς μετακομίσεις του πάντα τὸν συνόδευε ἀοράτως καὶ ἕνα δαιμόνιο, γιὰ νὰ τὸν πειράζει καὶ νὰ τὸν ἐνοχλεῖ, ὅπου καὶ ἂν βρισκόταν. Τόσο λοιπὸν γύριζε ἀπὸ ἐδῶ κι ἀπὸ ἐκεῖ, ποὺ κάποτε δὲν ἄντεξε οὔτε καὶ αὐτὸς ὁ ἐξαποδὸς καὶ τοῦ
λέγει ἀγανακτισμένος:
- Τί θὰ γίνει μὲ σένα, ρὲ καλόγερε; Θὰ σταθεῖς σὲ ἕνα μέρος ἐπιτέλους; Μοῦ κόπηκαν τὰ πόδια...
Αὐτοὶ οἱ χαρακτῆρες ὀνομάζονται κυκλευτές. Εἶναι ὅσοι μὲ πνεῦμα ἐπιπολαιότητος (ἐπί-πολάζω: μένω στὴν ἐπιφάνεια) κάνουν μονίμως καὶ ἀτελευτήτως κύκλους, ἐπειδὴ συνεχῶς καὶ ἀεικινήτως πλανιονται δίχως να βρίσκοντουν ἀνάπαυση ὁπουδήποτε. Διάβασε, ἂν θέλεις για την περίπτωση  και το διήγημα τοῦ Παπαδιαμάντη «Ὁ ἀειπλάνητος"
 

Βιβλιογραφία! Ἅγιοι ποὺ γελοῦν καὶ περιγελοῦν τὴν ματαιότητα: πατήρ Διονύσιος Ταμπακης


Η ΖΩΉ ΣΥΝΕΧΊΖΕΤΑΙ!!!



"Η ζωή είναι ένα ταξίδι όπου συναντάμε πολλούς ανθρώπους, μέρη, γεγονότα. Με ανοιχτές αγκάλες καρδιάς ή ένα φύλλο πάγου, η ζωή συνεχίζει να περνά. Οι άνθρωποι πρέπει να ακούν και να τους αγαπούν. Με τη λαχτάρα τους, με την ιστορία τους. Επιλογές , μαθήματα. Η ζωή δεν μένει ποτέ ακίνητη. Είναι μια συνεχής κίνηση, που μεγαλώνει κάτω από το ευλογημένο βλέμμα του Θεού. Οποιοδήποτε θαύμα μπορεί να συμβεί σε σας, ελπίδα!
    Ποιος είναι ο πιο αγαπημένος ανάμεσα στους γήινους;"

 Πατηρ Χρυσόστομος Φιλιπέσκου

Καὶ ἔμπτυσον αὐτὸν τρεῖς φοράς!!!





Καὶ ἔμπτυσον αὐτὸν τρεῖς φοράς


ΑΦΡΑΣΤΗ ἀγαλλίαση καὶ ἱκανοποίηση αἰσθάνομαι
σὲ κάθε Βάπτιση, ὅταν διαβάζοντας τὴν ἀκολουθία τῆς Κατηχήσεως, μέσῳ διαφόρων πολὺ δυνατῶν ἐξορκιστικῶν
εὐχῶν ἡ χάρις τοῦ Χριστοῦ διώχνει τὴν δαιμονικὴ ἐνέργεια
τῶν σατανάδων ἀπὸ τὸν μέλλοντα νὰ βαπτισθεῖ. Μάλιστα, λέγεται πὼς στὴν ἀθεοκρατούμενη Ρωσία πρὶν ἀπὸ
χρόνια ἕνα παιδὶ εἶχε δαιμονισθεῖ σὲ σημεῖο πού, ὅπου
καὶ ἂν βρισκόταν, τὰ πάντα νὰ παίρνουνε φωτιά. Δὲν εἶχε
ἀφήσει ὁ ἐξαποδὸς οὔτε σαλόνι, οὔτε ψυγεῖο, οὔτε πουλὶ
πετούμενο ποὺ νὰ μὴν τὸ κάνει στάχτη καὶ μπούλμπερη.
Ἔτσι, σκεφτήκανε οἱ ταλαίπωροι γονεῖς νὰ τὸ βαπτίσουν, μήπως καὶ φύγει τὸ δαιμόνιο.
Πράγματι, τὸ βαπτίσανε κρυφά, μὰ καὶ πάλι τὰ ἴδια,
ὅλα γινόντουσαν μπουρλότο.
- Μά, πάτερ, δὲν ἔκαμες καλὰ τὴν Βάπτιση; Δὲν εἶπες
ὅλα τὰ λόγια;
- Ἐγώ; Καὶ βέβαια ἔκανα τὴν Βάπτιση ὅπως πρέπει.
Μὰ μόνο τὶς πρῶτες εὐχές, τὶς ἐξορκιστικές, δὲν διάβασα.
Τί τὰ θές; Ὁλόκληρο Μυστήριο τελέσαμε, θαρρῶ πὼς οἱ εὐχὲς αὐτὲς εἶναι περιττές.
Σὰν τὸ ἔμαθε ὁ ἐπίσκοπος τῆς ἐπαρχίας, ἐμάλωσε
τὸν ἱερέα καὶ τὸν διέταξε νὰ διαβάσει στὸ παιδὶ καὶ τὶς ἐξορκιστικὲς εὐχὲς τὸ γρηγορότερο. Ἔτσι, εὐθὺς ἀμέσως


Πατήρ Διονύσιος Ταμπακης!!!

«Κύριε, σήκωσε τον πεσμένο άνθρωπο. Οδηγήστε τα βήματα εκείνου που δεν ξέρει πού να πάει... Παρηγορήστε τη στεναχωρημένη ψυχή... Σκουπίστε το δάκρυ αυτού που κλαίει και γιατρέψτε τον πόνο που μόνο Εσείς βλέπετε..."

Αγαπητή και αγαπημένη (...)


Αγαπητή και αγαπημένη (...),
 Προσεύχομαι στον Θεό ο ερχομός του νέου έτους να είναι μια χρονιά με πλούσια ευλογία από ψηλά, γεμάτη ειρήνη, με επάρκεια σε όλα, με δύναμη για ζωή και με αληθινή έμπνευση.

 SAINT SOFRONIE, στο "Γράμματα προς την οικογένεια του αρχιερέα Μπόρις Σταρκ", Εκδοτικός Οίκος Accent Print, Suceava, 2015;  Επιστολή της 25ης Δεκεμβρίου 1957.




ΝΕΑΙ ΗΓΙΑΣΜΕΝΑΙ ΜΟΡΦΑΙ ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΜΠΕΛΩΝΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ: Ο π. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΕΤΤΑΣ (1941-4.1.2000) ΚΑΙ Η ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΑ ΤΟΥ ΑΝΘΗ (1943-6.12.2012)




ΝΕΑΙ ΗΓΙΑΣΜΕΝΑΙ ΜΟΡΦΑΙ ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΜΠΕΛΩΝΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ:



Ο π. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΕΤΤΑΣ (1941-4.1.2000)

ΚΑΙ Η ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΑ ΤΟΥ ΑΝΘΗ (1943-6.12.2012)





ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΜΑΞΙΜΟΥ ΙΒΗΡΙΤΟΥ ΠΡΩΤΕΠΙΣΤΑΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ



Προλογικόν Σημείωμα


Νέαι ἡγιασμέναι μορφαί εἰς τόν ἀμπελῶνα τοῦ Κυρίου: Ὁ π. Νικόλαος Πέττας (1941-4.1.2000) καί ἡ πρεσβυτέρα του Ἀνθή (1943-6.12.2012).


 Ὁ Κύριος καί Θεός καί Σωτήρ ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, γενόμενος ἄνθρωπος ἐξ ἀμέτρου φιλανθρωπίας, ἡγίασε τόν ἄνθρω- πον, τόν ἐχριστοποίησε καί τόν ἐθέωσε. Μέ τήν ἐπενέργειαν τῆς Θείας Χάριτος ὁ πιστός, ὁ ἐν Χριστῷ καί κατά Χριστόν ζῶν, ἐξαγιά- ζεται καί ἀξιοῦται τῆς μετοχῆς Του μέ τάς ἀκτίστους θείας ἐνεργείας εἰς τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ.

Ἡ ἁγιότης προσδιορίζει τήν οὐσίαν τῆς Ἐκκλησίας. Δίχως τήν ἁγιότητα Ἐκκλησία δέν ὑφίσταται. Ἀποστολή ταύτης εἶναι νά

ἐγκαθιστᾷ εἰς τήν καρδίαν τοῦ ἀνθρώπου τήν παρουσίαν τοῦ Θεοῦ, νά λειτουργῇ ὡς «ἐργαστήριον ἁγιότητος, πνευματικόν ἰατρεῖον-θεραπευ- τήριον», ἐργοστάσιον παραγωγῆς Ἁγίων, διότι Ἅγιος Κύριος ὁ Θεός καί ἐν Ἁγίοις ἐπαναπαυόμενος, «ἵνα διά τούτων γένησθε θείας κοινωνοί φύ- σεως» (Β΄ Καθολ. Ἐπιστ. Πέτρου 1,4).

Τήν καθαρότητα τῆς πίστεως καί τῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας εἰς τό θέμα τῶν Ἁγίων καθορίζουν αἱ ἀποφάσεις τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί ἄλλων Συνόδων, ὡς ἑξῆς: «Προσκυνοῦμεν τούς Ἁγίους ὡς ὑπέρ Χριστοῦ ἐναγωνισθέντας, καί μεσίτας αὐτούς Θεῷ προβαλλόμεθα, ὡς φίλους Θεοῦ, καί παῤῥησίαν πρός Αὐτόν κεκτημένους, δι’ αὐτῶν τήν πρός Θεόν βοήθειαν ἐξαιτούμενοι...».

Τά κατορθώματα, διά τά ὁποῖα τιμῶνται οἱ Ἅγιοι, εἴτε τό μαρτύριον τῶν μαρτύρων, εἴτε ἡ ἐν Κυρίῳ ἄσκησις τῶν ἀσκητῶν, εἴτε ὁ ἔνθεος βίος τῶν δικαίων, εἶναι ἔργον κυρίως τῆς Θείας Χάριτος, μέ τήν δύναμιν τῆς ὁποίας-καί μόνης ταύτης-οἱ Ἅγιοι ἔζησαν ὡς ἅγιοι ἐπί τῆς γῆς. Ἡ ἀπο- νεμόμενη τιμή καί δόξα πρός τούς Ἁγίους ἀναφέρεται κυρίως εἰς τόν δο- ξάσαντα αὐτούς Θεόν. Ὁ δέ Μέγας Βασίλειος τονίζει, ὅτι διά τῆς ἐξυ- μνήσεως τοῦ βίου «τῶν διαπρεψάντων ἐπ’ εὐσέβειᾳ», δοξάζομεν πρῶτον τόν Δεσπότην διά τῶν δούλων, καθ’ ὅτι «ἡ πρός τούς ἀγαθούς τῶν ὁμο- δούλων τιμή ἀπόδειξιν ἔχει τῆς πρός τόν κοινόν Δεσπότην εὐνοίας».

Τό μικρόν τοῦτο ἀφιέρωμα γίνεται πρός τιμήν ἑνός συγχρόνου ἡγια- σμένου Πατρινοῦ λευΐτου, τοῦ μακαριστοῦ π. Νικολάου Πέττα, ἐπί τῇ συμπληρώσει μιᾶς δωδεκαετίας ἀπό τῆς κοιμήσεως αὐτοῦ. Ὁ ἀείμνηστος ἔζησεν εἰς τάς ἡμέρας μας ὡς ἄλλος Πατριάρχης Ἰακώβ μέ δώδεκα τέκνα, ἕξ ἄῤῥενα καί ἕξ θήλεα.

Διά τόν π. Νικόλαον καί τήν ἐν Χριστῷ βιοτήν του ἀκούονται καί γράφονται πολλά ἐξαίσια τελευταίως, τόσον ὑπό κληρικῶν καί μοναχῶν, ὅσον καί ὑπό λαϊκῶν, οἵτινες τόν ἐγνώρισαν, εἰς σημεῖον ὥστε νά θαυμάζῃ τις τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ καί νά ὑμνῇ τόν Ὕψιστον, διότι ἐν τοῖς ἐσχάτοις τούτοις καιροῖς δέν ἐξέλιπον οἱ δίκαιοι ἐν τῷ κόσμῳ.

Ἐπειδή ὡς εἴπομεν τά θαυμαστά γεγονότα εἶναι οὐκ ὀλίγα, ἐνταῦθα κρίνεται σκόπιμον νά προβληθοῦν ὡρισμέναι καί μόνον πνευματικαί ἐμπειρίαι, πρός ὠφέλειαν καί παρηγορίαν τῶν πιστῶν, οἵτινες δοκιμάζονται βαναύσως κατά τήν σημερινήν ἐποχήν. Ἰδίᾳ νά κατανοήσουν καί ὡρισμένοι τό σφάλμα των, ὅτε τόν ἐπίκρανον ἑκουσίως ἤ ἀκουσίως ἐν ζωῇ, μή κα- τανοήσαντες τότε τό ὕψος τῆς πνευματικότητος τοῦ ἀνδρός.

Ὁ π. Νικόλαος εἰς τήν ζωήν του ἠκολούθησε τήν ἀληθῆ ὁδόν, τήν ὁδόν τῆς ἀρετῆς, τῆς ταπεινώσεως, τῆς ἀγάπης πρός τόν Θεόν καί τόν πλησίον. Ὁ ἔνθεος αὐτοῦ ἀγών ἦτο μυστικός, ὅπως ἀκριβῶς ἀποῤῥέει ἀπό τήν ὀρθόδοξον πατερικότητα. Ἄς εἶναι αἰώνια ἡ μνήμη αὐτοῦ καί ἄς πρεσβεύῃ ἐκ τοῦ Ἄνω Θυσιαστηρίου καί δι’ ἡμᾶς, οἵτινες εἴχομεν τήν εὐλογίαν νά τόν γνωρίσωμεν ὡς ταπεινόν ἐπισκέπτην τοῦ Περιβολίου τῆς Παναγίας, συνοδευόμενον ἑνίοτε καί ὑπ’ ἄλλων ἐκλεκτῶν προσκυνητῶν ἤ καί κατά σάρκα τέκνων του, ὅπως τοῦ νῦν Πανοσιολογιωτάτου Ἀρχιμανδρίτου π. Νεκταρίου Πέττα, Προέδρου τοῦ μή κερδοσκοπικοῦ: Ἰνστιτούτου «Χριστοφόρος Παπουλᾶκος».

Τό ἀνά χεῖρας ἐπετειακόν πόνημα ἀπό τῆς δωδεκαετοῦς κοιμήσεως τοῦ π. Νικολάου συμπίπτει καί μέ τήν πρόσφατον κοίμησιν τῆς ἀθληφόρου πρεσβυτέρας του Ἀνθῆς, κοιμηθείσης τήν 6ην Δεκεμβρίου 2012, ἀνήμερον τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Νικολάου Μύρων τοῦ Θαυματουργοῦ, γεγονός τό ὁποῖον ὁ ἴδιος τῆς εἶχε ἀποκαλύψει ἑπτά μῆνας πρίν. Τοῦτο εἶχεν ὡς ἀποτέλεσμα νά γίνῃ εἰς τήν ἑορτήν του, τοῦ Ἁγίου Νικολάου, ἀνακομιδή τῶν μυροβόλων λειψάνων του, ἅτινα ἐναπετέθησαν ὁμοῦ μετά τῆς πρε- σβυτέρας του δύο ἡμέρας ἀργότερον κατά τήν ταφήν της.

Ἐνδεικτικά δημοσιεύματα καί ἄρθρα διά τό γεγονός τῆς κοιμήσεως τῆς ἐκλεκτῆς τῶν Πατρῶν πρεσβυτέρας Ἀνθῆς συμπεριλαμβάνονται εἰς τό τέλος τοῦ πονήματος, ἔνθα προηγεῖται καί σύντομον βιογραφικόν τοῦ ἡγιασμένου συζύγου της π. Νικολάου Πέττα.

Χαῖρε καί ἀγάλλου περιώνυμε πόλις τῶν Ἀχαιῶν, πόλις τοῦ Ἁγίου ἐνδόξου Ἀποστόλου Ἀνδρέου τοῦ Πρωτοκλήτου, διότι ἐβλάστησας νέα ἀειθαλῆ δένδρα, χρυσίζοντα εἰς τόν ἥλιον, χρυσίζοντα εἰς τούς αἰῶνας!


Ἔγραφον τήν 13.1.2013

 ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΜΑΞΙΜΟΥ ΙΒΗΡΙΤΟΥ ΠΡΩΤΕΠΙΣΤΑΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ



’Άρθρο τοῦ Ἀρχιμ. Ἰωακείμ Σωτηρόπουλου

Κληρικοῦ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Φωκίδος.

Ἀφιερωματικό ἄρθρο τοῦ Ἀρχιμ. Ἰωακείμ Σωτηρόπουλου, μαθητοῦ τοῦ ὁσίου πατρός Νικολάου Πέττα στό περιοδικό «Ὀρθόδοξη Μαρτυρία» τῆς Μονῆς Ἁγίων Σεραφείμ καί Αὐγουστίνου Τρικόρφου, τεῦχος 156, Ἰαν.-Μάρτ. τοῦ 2012, μέ τίτλο: «Μακαριστός ῾Ιερέας π. Νικόλαος Πέτ- τας, 25 φορές τόν ἐπισκέφθηκε ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος! Ὁ συγκλονιστι- κός βίος ἑνός ἁγίου κληρικοῦ ἀπό τήν Πάτρα. Ἕνας ἅγιος κληρικός τῶν ἡμερῶν μας! π. ΝΙΚΟΛΑΟΣ Πέττας, Ὁ σημειοφόρος ταπεινός λευΐτης ἐκ Πατρῶν. 1941 - + 4/1/2000 τοῦ Ἀρχιμ. Ἰωακείμ Σωτηρόπουλου, μα- θητοῦ τοῦ ὁσίου πατρός Νικολάου Πέττα».

Καί ἀναδημοσίευση τοῦ ἴδιου ἄρθρου στό περιοδικό «Μοναστική Ἔκφραση» τῆς Μονῆς Ἁγίου Νεκταρίου Τρικόρφου, τεῦχος 48, Μάρτ.- Μάϊος τοῦ 2012, μέ τίτλο: «Ἕνας ἅγιος κληρικός τῶν ἡμερῶν μας. Ἄρθρο τοῦ Ἀρχιμ. Ἰωακείμ Σωτηρόπουλου, μαθητοῦ τοῦ ὁσίου πατρός Νικολάου Πέττα. Ἀφιέρωμα π. Νικόλαος Πέττας, ἕνας ἅγιος κληρικός ἀπό τήν Πάτρα πού ἔζησε στίς ἡμέρες μας. Ὁ σημειοφόρος ταπεινός λευΐτης ἐκ Πατρῶν π. Νικόλαος Πέττας. Ἕνας ἅγιος κληρικός τῶν ἡμερῶν μας. Ἄρθρο τοῦ Ἀρχιμ. Ἰωακείμ Σωτηρόπουλου, μαθητοῦ τοῦ ὁσίου πατρός Νικολάου Πέττα».


ρχομένης τῆς νέας χιλιετηρίδας ἕνα εὐωδιαστό λευϊτικό ἄνθος τοῦ παραδείσου ταξιδεύει γιά τόν οὐράνιο Κῆπο γιά νά ἑνώσει τίς δύο χιλιετηρίδες. Αὐτό τό ἄνθος εἶναι ὁ Σημειοφόρος Γέροντας π. Νικόλαος Πέττας ἀπό τήν Πάτρα, ὁ ὁποῖος συχνά μέ τήν εὐλογημένη ὑπερπολύτεκνη οἰκογένειά του ἔρχονταν προσκυνητές στήν Ἱερά Μονή μας στό Τρίκορφο καί εἴχαμε ἰδιαίτερη εὐλογία πού τόν συναντούσαμε. Ἐπίσης ἡ σπάνια πνευματική ζωή του καί ἡ φήμη του, εἶχε φθάσει ἐδῶ στό Τρίκορφο ὅσο ἀκόμα ζοῦσε, ἀλλά καί πιό πολύ μετά τήν ὁσιακή κοίμησή του. Πολλά ἀξιοσημείωτα γεγονότα ἀναφέρονται καί στίς μέρες μας, στίς ὁποῖες ὁ ἱερέας αὐτός ἐμφανίζεται σέ πιστούς καί μέ τήν μεσιτεία του τελοῦνται πολλά θαυμαστά γεγονότα. Φέτος συμπληρώνονται δώδεκα χρόνια ἀπό την κοίμησή του και πραγματοποιεῖται στό περιοδικό μας ἕνα μικρό ἀφιέρωμα γιά τήν δόξα τοῦ Θεοῦ καί ἐνίσχυση τῶν χριστιανῶν γιά νά δοῦν ὅτι καί στίς μέρες μας ὑπάρχουν ταπεινοί ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ πού κρύβονται μέσα σέ φωτεινά ὄστρακα.

Ὁ π. Νικόλαος Πέττας γεννήθηκε τό 1941 στή πόλη τοῦ Ἀποστόλου Ἀνδρέα, στήν Πάτρα. Οἱ γονεῖς του ἦρθαν στήν πρωτεύουσα τῆς Ἀχαΐας ἀπό τά Ἑπτάνησα, μετά ἀπό τούς καταστρεπτικούς σεισμούς τοῦ 1928. Καταγόταν ἀπό ἐπιφανεῖς οἰκογένειες τῶν Ἑπτανήσων. Ὁ πατέρας του λεγόταν Ἀνδρέας Ν. Πέτρακας ἤ Πέττας ἀπό τήν πόλη τῆς Ζακύνθου καί ἡ μητέρα του Σοφία Π. Τζάκη ἀπό τά Φραγκάτα τῆς Κεφαλληνίας.

Ἦταν τό τελευταῖο ἀπό τά πέντε τέκνα τῆς οἰκογένειας. Ὁ πατέρας του ἦταν γνωστός βιομήχανος σαπωνοποιΐας τῆς Πάτρας. Ἀπό μικρή ἡλι- κία ἀσχολιόταν μέ τήν οἰκογενειακή ἐπιχείρηση ἐνῶ παράλληλα μορφω- νόταν σέ ἰδιωτικά ἐκπαιδευτήρια. Ἡ εὐλαβέστατη μητέρα του Σοφία ἀπό μικρό τόν νουθετοῦσε ἐν Κυρίῳ, ἐνῶ εἶχε ζήσει θαυμαστά γεγονότα ἀπό νωρίς. Τόν βάπτισαν μέ δύο ὀνόματα Νικόλαο-Ἐμμανουήλ στό ναό τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων τρεῖς πιστές κοπέλες, πού ἀργότερα ἔγιναν μοναχές καί ἵδρυσαν Μοναστήρια, οἱ ὁσιώτατες Ἱερουσαλήμ Ἀδαμοπούλου, ἡ Εὐαγγελία Λιμνιάτη καί ἡ Ἀγαθαγγέλη Κουρκουνάκη. Μάλιστα οἱ δύο πρῶτες εἶχαν χαρίσματα, ὅπως προφητικό καί διορατικό, ἐνῶ τό ἴδιο χά- ρισμα εἶχε πρόγονος τῆς οἰκογενείας, πού λεγόταν Πέτρος Πέτρακας ἀπό τούς Κήπους τῆς Ζακύνθου. Αὐτός ὁ Πέτρακας εἶχε κάνει πάνω ἀπό ἑκατό βαπτίσεις παιδιῶν στό νησί, λέγοντας ὅτι ἔτσι θά μπεῖ στόν Παρά- δεισο. Μιά μέρα ἡ ἀείμνηστη ἀδελφή του Ἑλένη, εἶχε πάει τόν μικρό Νι- κόλαο-Ἐμμανουήλ στόν ἐνοριακό τους ναό, τοῦ Ἁγίου Γερασίμου στήν Παραλία Πατρῶν, καί καθώς ἐπέστρεφαν μία γυναῖκα ψηλή μαυροφόρα ἐμφανίστηκε μπροστά τους καί, ἀπευθυνόμενη στήν ἀδελφή του, τῆς λέει αὐστηρά: «Πάρε τό παιδί καί κρύψου στίς καλαμιές, γιατί σέ λίγο θά πε- ράσει στρατιωτικό τάνκς καί θά σᾶς πατήσει!». Καί πράγματι πέρασε γερμανικό στρατιωτικό τάνκς ἀπό τό στενό δρόμο. Ἔτσι σώθηκαν τελευ- ταία στιγμή μετά ἀπό τήν ἐπέμβαση αὐτή τῆς Παναγίας μας. Στά δύσκολα χρόνια τοῦ Ἰταλογερμανικοῦ πολέμου μία φορά παρουσιάστηκε μιά μαυ- ροφόρα γυναῖκα μέ πλεχτές χρωματιστές παντόφλες, ἡ ὁποία μπῆκε ἀπό τήν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ τους μέσα στό σα- λόνι καί ἀφοῦ τούς εὐλόγησε, ἄνοιξε ἄλλη ἐσωτερική πόρτα τῆς οἰκίας καί χάθηκε. Τήν ἔψαχναν τήν γυναῖκα αὐτή, ἀλλά δέν τήν βρῆκαν πουθενά. Τότε κατάλαβαν ὅτι τούς ἐπισκέφθηκε ἡ Θεοτόκος καί τήν εὐχαρίστησαν.

Μία ἄλλη φορά τά δύο ἀδέλφια, ὁ Παναγιώτης καί ὁ Νικόλαος, ἀνέβηκαν στόν πρῶτο ὄροφο τῆς οἰκίας τους, κρυφά ἀπό τήν μητέρα τους. Οἱ Γερμανοί καί οἱ Ἰταλοί κοντά στό σπίτι τους, στήν θέση πού σή- μερα εἶναι ἕνα Πολυκατάστημα, εἶχαν τήν ἀποθήκη τῶν βαρέων πυρομαχικῶν. Αὐτοί, καθώς ἀποχωροῦσαν ἀπό τήν Πάτρα, ἔβα- λαν φωτιά γιά νά καοῦν. Ὡστόσο τά βλήματα ἀπό αὐτά ἐκτοξεύονταν σέ μεγάλη ἀκτίνα. Τά δύο ἀδέλφια ἔβγαλαν τό κεφάλι τους ἀπό τό παράθυρο πού ἔβλεπε πρός τήν καιγόμενη ἀπο- θήκη νά δοῦν τί γίνεται καί σκάγια ἐρχόντουσαν πρός τά πάνω τους. Ὅμως, κατά θεία προστασία, ὅταν ἔφθαναν μπροστά στό πρόσωπό τους πολυμερίζονταν καί διαλύονταν καί ἔτσι δέν σκοτώθηκαν. Ὀπές ἀπό αὐτά διατηροῦνται μέχρι σήμερα γύρω ἀπό τό παράθυρο αὐτό.

Ἀκόμα, ὅταν ἀποχώρησαν οἱ κατακτητές, στά τζάμια τοῦ σπιτιοῦ τους, καθώς καί ἄλλων κατοίκων, σχηματίστηκαν θαυματουργικά παρα- στάσεις ἀπό τόν χριστολογικό καί θεομητερικό κύκλο, καί συγκεκριμένα στό παράθυρο τοῦ σαλονιοῦ ἀόρατο χέρι ἁγιογράφησε τόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου, ὑποδηλώνοντας τή νίκη τῶν Ἑλλήνων.

Ὁ Νικόλαος μεγάλωνε καί ἡ οἰκογένειά του ἀφιερώθηκε στόν ἀγῶνα τῶν χριστιανικῶν ἀρετῶν κοντά στόν ἀρχιμ. Γερβάσιο. Σέ ἐφηβική ἡλικία μετά τήν ἐργασία καί τά μαθήματα πήγαινε στήν ὁδό Ἰωνίας 47 νά ἐξο- μολογηθεῖ στόν π. Γερβάσιο. Καί ἐνῶ προηγοῦντο ἀρκετοί πιστοί, ὁ γέ- ροντας πνευματικός διεγνώριζε ἀπό μέσα ἀπό τό κελλί τοῦ ἐξομολογητηρίου ὅτι ἦρθε ὁ μικρός Νικόλαος καί ἔβγαινε καί τόν καλοῦσε νά ἐξομολογηθεῖ κατόπιν αὐτός, γιά νά μήν καθυστερήσει ἀπό τήν δουλειά του.

Λόγω τῆς οἰκονομικῆς δυνατότητας τῆς οἰκογένειας καί τῆς ἐλεημοσύνης τῆς μητέρας του, στό σπίτι τους συγκέντρωναν πτωχούς στά δύσκολα χρόνια τῆς κατοχῆς καί πνευματικές παρέες ἀπό τόν κύκλο τοῦ π. Γερβασίου, μέ ἐπικεφαλῆς τόν δάσκαλό τους, ἀείμνηστο κατηχητή Γεώργιο Οἰκονόμου. Ἐκεῖ συγκεντρώνονταν καί ὁ Νικόλαος μέ τούς οἰκείους του, ἔκαναν μαθήματα χριστιανικῆς ἀγωγῆς στούς νέους καί συνέχιζαν τίς πνευματικές συζητήσεις. Ἄν καί ὁ Νικόλαος συνήθισε νά συνανα- στρέφεται μέ μεγαλύτερους σοφούς ἀνθρώπους, εἶχε εὐαισθησία στά παιδιά τοῦ Ὀρφανοτροφείου τοῦ Σκαγοπουλείου, πού ἦταν στήν γειτονιά τους καί μέ τούς δικούς τους ἔπαιρναν τά ὀρφανά ἀπό τίς γιορτές στό σπίτι τους. Πολλά ἀπό τά παιδιά πού κατηχοῦσε ἔγιναν ρασοφόροι καί χρήσιμοι ἄνθρωποι στήν κοινωνία.

Στό κάλεσμα τῆς πατρίδας γιά τήν στρατιωτική του θητεία ἔγινε Λοχίας στήν Μοίρα πυραύλων στό Λαγκαδᾶ Θεσσαλονίκης.

Αὐτά πού εἶχε βιώσει ἀπό μικρός τά μετέδωσε στούς στρατιῶτες καί ἔτσι στό στρατόπεδο τελοῦσαν καθημερινά ὅλες τίς ἀκολουθίες ἀπό τό Ὡρολόγιο, ἐνῶ τούς ὁδήγησε σέ γέροντες καί πνευματικούς. Τήν περίοδο πού ὑπηρετοῦσε στήν Θεσσαλονίκη γνώρισε στό νοσοκομεῖο τοῦ ΑΧΕΠΑ τόν γνωστό μας Ἁγιορείτη Γέροντα Παΐσιο. Ὁ Γέροντας τήν ἐποχή αὐτή εἶχε ἐπιστρέψει ἀπό τήν ἄσκηση στό Ὄρος Σινᾶ καί λόγω τοῦ ὅτι εἶχε λι- γοστό ὀξυγόνο ἐκεῖ, ἀντιμετώπιζε κάποιο πρόβλημα στό ἀναπνευστικό. Μαζί του στίς ἐπισκέψεις στό νοσοκομεῖο πού νοσηλευόταν ὁ ὅσιος Γέροντας, ὁ Νικόλαος ἔπαιρνε καί φαντάρους. Ἀρκετοί στρατιῶτες ἀπό αὐτούς ἔγιναν ρασοφόροι καί ὁμολογοῦν ὅτι γνώρισαν τόν Χριστό καί τήν μυστηριακή ζωή ἀπό τόν νεαρό Λοχία τους Νικόλαο.

Σέ ὥριμη ἡλικία νυμφεύτηκε τήν πιστή καί ἄξια σύζυγο Ἀνθή Κατριμ- πούζα ἀπό τό Φράγκα Ἀχαΐας. Καί οἱ δύο ἤθελαν νά ἀκολουθήσουν τόν μοναχικό βίο, ὅμως ὁ πνευματικός τους, τούς σύστησε νά παντρευτοῦν γιατί ἀπό τίς δύο οἰκογένειές τους, δέν θά ἔβλεπαν ἄλλους ἀπογόνους, ἀφοῦ τά ὑπόλοιπα ἀδέλφια τους εἶχαν ἀφιερωθεῖ. Οἱ γονεῖς ὅμως καί τῶν δύο τους ἐπιθυμοῦσαν νά δοῦν ἀπογόνους. Ὁ Νικόλαος ἦταν τότε Καθηγητής στά ΤΕΣ μηχανολόγος, ἐνῶ εἶχε μία πλούσια μόρφωση ἀπό θετικές καί θεωρητικές ἐπιστῆμες καί τέσσερα ἀνώτατα πτυχία. Τοῦ ἄρεσε πολύ ἡ κλασσική καί ἑπτανησιακή μουσική, ἄλλωστε μέ τέτοια ἀκούσματα μεγάλωσε. Ἔπαιζε καί μουσικά ὄργανα, ἐνῶ μιά φυσαρμόνικα ποτέ δέν τήν ἀποχωρίστηκε. Κατεῖχε ἀπό τήν μητέρα του μεγάλη βιβλιοθήκη μέ ἐκκλησιαστικά βιβλία, συγγράμματα ἀρχαίων Ἑλλήνων φιλοσόφων καί ἐγχειρίδια πολλῶν ἐπιστημῶν, ὅπως ψυχολογίας, ἰατρικῆς, ἀριθμητικῆς, γεωμετρίας, νομικῆς, ἀστρονομίας, μηχανολογίας. Ἡ μητέρα του ἔφυγε σέ νεαρή ἡλικία, ἐνῶ τοῦ ἔλεγε προφητικά: «Νικο- λάκη μου, θέλω νά γευθῶ μία μπουκιά ἀπό τό ἁγιασμένο ρασάκι σου!», γιατί τῆς ἔκανε ἐντύπωση ὅτι σάν βρέφος δέν θήλαζε τό γάλα ἀπό τό στῆθος της Τετάρτη καί Παρασκευή.

Στό γάμο του τηροῦσε μέ εὐλάβεια ὅλες τίς χριστιανικές ἐπιταγές καί μέ τήν σύζυγό του κρατοῦσε αὐστηρότατη χριστιανική ζωή.

Μετά ἀπό τήν θαυμαστή λύση, ἀπό τόν Ἅγιο Νεκτάριο, τῆς ἀτεκνίας τους ἀπέκτησαν δώδεκα παιδιά, ἕξι ἀγόρια καί ἕξι κορίτσια. Ἐνῶ συνέ- χισε τήν πνευματική ζωή ὡς καθηγητής καί οἰκογενειάρχης, ἀνάμεσα στήν γέννα τῶν δύο παιδιῶν του Παναγιώτη καί Μαρίας, μία φλόγα πού ἔκαιγε μέσα του γιά ἱερωσύνη ἄρχισε νά φουντώνει μέ μή ἐλεγχόμενη ἔνταση. Αὐτό τό ἐμπιστεύθηκε στόν πνευματικό του γιά νά δοῦν ποῦ θά ὁδηγήσει. Αὐτό συνεχιζόταν καί ἄκουγε συνέχεια πνευματική φωνή στήν ψυχή του πού τόν πρόσταζε νά γίνει λειτουργός τοῦ Ὑψίστου. Ὁ διακριτικός πνευματικός του πρωτοπρ. Γεώργιος Παπασταύρου, ἀλλά καί ἁγιορεῖτες πατέρες, ὅπως οἱ Διονυσιάτες Γαβριήλ, Χαράλαμπος καί Θεόκλητος, ὁ Ἐφραίμ ὁ Κατουνακιώτης, ὁ Γέρων Παΐσιος, ὁ Ἐφραίμ τῆς Φιλοθέου, τόν ἔπεισαν νά ἀκούσει τήν θεία προσταγή. Στίς 8 Ἀπριλίου τοῦ 1979 ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης Νικόδημος Βαληνδρᾶς τόν χειροτόνησε Διάκονο, ἐνῶ στίς 15 Ἀπριλίου τοῦ ἰδίου ἔτους ὁ ἴδιος Ἀρχιερέας τόν χειροτόνησε Ἱερέα, δίνοντάς του τό ὄνομα π. Νικόλαος. Ἀρχικά διορίστηκε σάν ἐφη- μέριος τῆς ἐνορίας τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Κρύα Ἰτεῶν Πατρῶν. Καί ὡς λευΐτης ἦταν ἐπιπλέον ἀπό πρίν φιλακόλουθος, ἀσκητικός, προσεκτικός καί ἐνδιαφερόταν γιά τήν πνευματική καί πρακτική στήριξη τοῦ ποιμνίου του. Ὡς ἱερέας τά χρήματα δέν τόν ἐνδιέφεραν καί γι᾽ αὐτό ὡς κληρικός εἶχε μηδαμινές ἀποδοχές. Ἀργότερα μετατέθηκε στόν ναό τοῦ Ἁγίου Βα- σιλείου Ζαρουχλεΐκων, ὅπου διαμένει καί ἡ οἰκογένειά του.

Τό 1992 περνᾶ ἡ οἰκογένειά του μία μεγάλη δοκιμασία. Τό πρωτό- τοκο παιδί του ἡ Σοφία, σέ ἡλικία εἰκοσιενός ἐτῶν, σκοτώνεται ἀνήμερα τῆς ἑορτῆς της σέ αὐτοκινητιστικό δυστύχημα, ἐνῶ ἦταν συνοδηγός. Ὅταν πῆρε ἡ τροχαία νά ἐνημερώσει στό τηλέφωνο τοῦ σπιτιοῦ ὅτι τό παιδί του χτύπησε σοβαρά, λέει ὅλο πόνο ὁ π. Νικόλαος: «Ἀγαπημένο μου παιδί Σοφία σέ φάγανε, πῆγες ἄδικα!». Καί ὅταν ἔμαθε ἡ οἰκογέ- νεια τήν πικρή ἀλήθεια, ὅτι δέν εἶχε χτυπήσει ἀλλά ἦταν νεκρή, ρωτοῦσε τόν π. Νικόλαο ποῦ τό γνώριζε ἀπό τήν πρώτη στιγμή. Ἐκεῖνος ὁμολό- γησε ὅτι εἶδε ὅλο τό χαμό τοῦ παιδιοῦ του μπροστά στά μάτια του. Ἐπί- σης εἶχε τόσο κουράγιο, πού πῆρε μέρος στήν ἐξόδιο ἀκολουθία, γεγονός πού σπάνια τό συναντᾶμε, ὅπως στό βίο τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος πού διά- βασε τή νεκρή κόρη του. Τό χτύπημα ὡστόσο αὐτό στήν οἰκογένεια ἦταν πολύ βαρύ γιά τόν ἑπόμενο καιρό. Ὁ π. Νικόλαος ἔγινε ἀκόμα μεγαλύ- τερο στήριγμα γιά ἐκείνη.

Ἄν καί βίωνε συχνά ἀποκαλυπτικές ἐμπειρίες μέσα στή λατρεία, ἐντούτοις μέ πολλή δυσκολία καί γιά πνευματική στήριξη καί ὄφελος μαρτυροῦσε κάτι. Δέν ἤθελε νά δείχνει τό πνευματικό ὕψος πού τοῦ ἐμπιστεύθηκε ἡ θεία Χάρις. Ἤθελε νά φαίνεται μικρός γιά τούς ἀνθρώπους. Ἄν τοῦ ξέφευγε κάτι, ἀμέσως θόλωνε τά νερά καί ἄλλαζε μέ ἕνα μειδίαμα τήν συζήτηση.

Ὡς πρεσβύτερος τελοῦσε κατανυκτικές Θεῖες Λειτουργίες, ἐνῶ πολλοί πιστοί πού κατέφθαναν ἀπό διάφορα μέρη τοῦ Μοριᾶ ὁμολογοῦν ὅτι πολλές φορές δέν πατοῦσε στό ἔδαφος. Ὄντως ὡς Πέττας πού ἦταν τό ἐπώνυμό του, πετοῦσε στά οὐράνια καί ἡ χάρις τόν συνέπαιρνε καί τοῦ ἀποκάλυπτε τά ἀπόρρητα. Τό σῶμα του, ἐνῶ ἦταν σ᾽ αὐτόν τόν κόσμο, τό πνεῦμα του ἦταν στήν σφαῖρα τοῦ Οὐρανοῦ. Τά γαλάζια γα- λήνια μάτια του μέ τό ἔντονο βλέμμα, πολλοί ἔβλεπαν νά ξεκινᾶ ἀπό αὐτά μία λευκή στήλη πρός τά πάνω.


Ἀρχιμ. Νικόδημος Πετρόπουλος

Κληρικός τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πατρῶν. Μαρτυρία.


Ενας ἀγωνιστής καί εὐλα- βέστατος κληρικός τῆς Πάτρας, ὁ Ἀρχιμ. Νικόδημος Πετρόπουλος, σέ γραπτό κεί- μενο μέ ἡμερομηνία «Πάτρα, 23-10-2011» σημειώνει γιά τόν π. Νικόλαο: «Ἱερεύς, ὅν εὐλα- βούμην. Σεμνός, ἁπλός καί ἡσύχιος, ἐνθυμίζων ἐν πολλοῖς Παπα-Πλανᾶ. Πολύτεκνος μέ πολλά οἰκογενειακά βάρη καί ταλαιπωρίας. Ἄνθρωπος ὑπο- μονῆς καί ταπείνωσης. Τά δύο τάλαντα, εἰς ἅ διεκρίθη καί διέπρεψεν.

Μαθητής τῶν κηρυγμάτων τοῦ π. Γερβασίου Παρασκευο πούλου. Ἐκεῖ γνωρισθήκαμε ὅλα τά φτωχά ἁπλοϊκά παιδιά τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Στήν κολυμβήθρα τοῦ Σιλωάμ, ὅπως λέγαμε, γιά νά ἀκούσουμε τά πυρφόρα κηρύγματα τοῦ π. Γερβασίου. Ἔχων τόν πόθο τῆς Ἱερωσύνης, παιδιόθεν εὐτρεπίζετο δι᾽ αὐτήν.

Ἄφησε ἀγαθάς ἀναμνήσεις. Δέν δημιούργησε σκάνδαλα. Διηκόνει μέ φόβον Θεοῦ. Δέν ἦτο κομψευόμενος. Ἦταν ὁ ἱερεύς-ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ πού ἐκτιμᾶτο ὑπό τῶν πιστῶν. Συμπαθής καί ἄκακος. Μαζί του θά εἶχες ν᾽ ἀκούσης δυό λόγια γιά τόν Θεόν. Ἀπέφευγε τάς μωράς συζητήσεις (Ἀπ. Παῦλος).

 Τηρητής τοῦ «ἐπιμελεῖσθε δέ ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτου».

Ἔρως δέ Ὀρθοδοξίας κατέτρωγε τήν ψυχήν του, καί ἀνησυχία περί τῆς σωτηρίας καί τοῦ Παραδείσου.

Δηλωτικόν τῶν χαρισμάτων πού ὁ Θεός δώρησε στόν ταπεινόν αὐτόν λευΐ- την- «ταπεινοῖς δίδωσι χάριν»- εἶναι τό ἑξῆς γεγονός: Ὁ Θεός εἰς τήν ἐνορίαν ὅπου διακονῶ ἐπέτρεψε κάποτε δεινόν πειρασμόν ὑπό ψευδαδέλφων.

Τάς στιγμάς ἐκείνας, πού ἐν ὑπομονῇ καί σιωπῇ πολλῇ, πρός ἀποφυγή σκανδαλισμοῦ τῶν πιστῶν, ὑπέμενον τήν δοκιμασίαν αὐτήν, καί ἐνῶ εὑρισκόμουν στόν ναό μαζί μέ πνευματικά μου παιδιά, προσῆλθεν ὁ ταπεινός αὐτός λευΐτης ἔνδακρυς, καί ἀπευθυνόμε- νος σέ ἐμένα μοῦ εἶπε: «Ἀδελφέ μου, ἦρθα νά σέ δῶ γιατί μοῦ εἶπε ὁ Χριστός νά πᾶς στόν Ἅγιο Παῦλο, στόν Νικόδημο, διότι διέρχεται ἕναν μεγάλο πειρασμό...».

Πολλές φορές δέ σάν ἄλλος παπα-Μπασιᾶς τῆς Πάτρας, μέ συμπεριφορά πού ἔφερε τά χαρακτηριστικά τῆς ἁγίας σαλότητος, προσευχόμενος καί διερχόμενος ἀπό καταστηματάρχας τινάς, καί πρός ἔκπληξιν αὐτῶν, ἔλεγε λόγον παρηγορητικόν καί προφητικόν ἐν σχέσει μέ τήν ἔκβασιν τοῦ προβλήματός των! Χαρακτηριστικά εἶναι ἡ περίπτωσις γνωστοῦ μου φτω- χοῦ πιστοῦ καταστηματάρχου, τόν ὁποῖον ἀπρόσκλητα περνώντας εὐλόγησε, παρηγόρησε καί ἐνεθάρρυνε, δακτυλοδεικτῶν τόν Οὐρανόν καί λέγων: «λίγη ὑπομονή ἀκόμη, μήν τό ξεχάσεις αὐτό καί θά γεμίσεις τόσα πολλά χρήματα, πού δέν δύνασαι νά φαντασθεῖς, καί θά ἔχεις καί θά δίδης στούς φτωχούς»... ὅπερ καί ἐγένετο.

Ἄς ἔχη δόξα ὁ Θεός, πού σέ κάθε ἐποχή ἀναδεικνύει τούς ἐκλεκτούς Του».

Πρωτοπρ. Ἀντώνιος Ρουμελιώτης

Κληρικός τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πατρῶν. Μαρτυρία.


Μαρτυρία π. Ἀντωνίου Ρουμελιώτη, Πρωτοπρεσβυτέρου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πατρῶν: «Ἡ ταπεινότης μου ἐδῶ καί ἀρκετά χρόνια ὅταν ἤμουν λαϊκός εἶχα καθηγητήν ἕναν εὐλαβήν, θεοσεβήν ἄνθρωπον τόν Νικόλαον Πέττα. Ἡ θέα τοῦ προσώπου του καί ἡ ἠρεμία τῶν λόγων του σοῦ δημιουργοῦσε τήν ἐντύπωση, μᾶλλον τήν αἴσθηση ὅτι καθώς μιλοῦσε ταυτόχρονα προσηύχετο. Τό μάθημά του ἦταν «Στοιχεῖα Μηχανῶν καί Κραματολογία», μαθήματα πού δέν μποροῦσαν νά ἐντυπωσιάσουν τόν μαθητήν, ἀφοῦ τύποι, μεγέθη καί ἀσκήσεις ἦτο τό ἀντικείμενο. Ὅταν οἱ συμμαθητές μου τόν ἐνέπαιζαν, ἐκεῖνος μέ ἀπάθεια καί μέ περίσσια εὐγέ- νεια ἀντιμετώπιζε τήν ὅλη στάση τους καί ἠρεμοῦσε τήν τάξη.

Τό πρωί καθώς ἐρχόταν εἰς τήν σχολή ἔβλεπες ἕναν ἄνθρωπο μέ ἁπλή ἐνδυμασία καί συνεχῶς νά ψελλίζει τήν προσευχή. Τήν Μεγάλη Σαρακοστή ἦτο μία ἀπόλαυση. Τό πρόσωπό του φωτεινό, τό κομβοσχοίνι στό χέρι καί ἡ εὐχή. Ὅταν στά ἐργαστήρια ἡ βουή τοῦ τόρνου ἐκάλυπτε τή φωνή τοῦ καθηγητοῦ, ἐκεῖνος σάν μικρό παιδί ἐρχόταν κοντά μας καί μᾶς συμβούλευε καί γιά τά μαθήματα, ἀλλά καί γιά τήν πνευματική μας ζωή. Μᾶς ἔλεγε νά σεβόμαστε τούς γονεῖς μας, τούς ἱερεῖς, τούς διδα- σκάλους καί γενικά τόν ἄνθρωπο. Ἀγαποῦσε ἀθῶα, μιλοῦσε ταπεινά, ἐνεργοῦσε μέ ἁπλότητα.

Ὅταν ἠλεήθημεν ἐκ τοῦ Ἁγίου Θεοῦ, ἡ ταπεινότης μου καί ἐκεῖνος, καί ἐγίναμε κληρικοί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, εἴχαμε ζήσει πνευματικές, πανευφρόσυνες στιγμές ὡς ἀδελφοί ἐπί τῷ αὐτῷ.

Ἐνθυμοῦμαι ὅτι στή χειροτονία του, ὁ τότε Μητροπολίτης Πατρῶν μακαριστός κυρός Νικόδημος εἶπε: «Σήμερα ζοῦμε μιά Πεντηκοστή, νοι- ώθω ἕνα περίεργο σκίρτημα στήν καρδιά μου ἀπό χαρά καί συγκίνηση ἀπό τήν χειροτονία τοῦ Νικολάου, εἶμαι πράγματι ἠλεημένος ἀπό τόν Θεό». Προσπαθήσαμε νά τόν χαιρετήσουμε τότε ὡς εἴθισται τόν μακα- ριστό π. Νικόλαο, ἀλλά εἴδαμε ὅτι ἦτο ἀλλοῦ, τό βλέμμα του ἀπλανές, ὁ λόγος του ἀργός καί λίαν σιωπηλός, οἱ κινήσεις του μᾶλλον τελείως ἀργές. Μετά ἀπό ὥρα καί ἐνδελεχῆ προσευχή πού τόν ἔβλεπα νά κάνει, μᾶς μίλησε ὅτι ἡ χαρά του καί τό δέος του πρός ὅ,τι ἔζησε ἦτο ἀνέκφραστο καί ἀνερμήνευτο.

Μετά ἀπό καιρό, ἐκάλεσε τήν ταπεινότητά μου, ἀρκετές φορές ἔξω ἀπό τό σπίτι του σ᾽ ἕνα γιαπί οἰκοδομῆς, ὅπου εἶχε διαμορφωθεῖ ὡς ἀσκητήριο καί ἐκεῖ εἶχε πολλές ἱερές εἰκόνες, καντήλι, λιβάνι, πετραχήλι. Ἦτο ὁ τόπος τῆς προσευχῆς καί τῆς ἀσκήσεως τοῦ π. Νικολάου. Μοῦ ἐξομολογήθη τάς ἐπιθέσεις τοῦ πονηροῦ καί μισοκάλου πού γινόντουσαν πρός τόν ἴδιο διά μέσου τῆς πολυμελοῦς οἰκογένειας κάποιες φορές, ἀλλά προπαντός ἀπό ἄλλους χώρους, ὁρατούς καί ἀοράτους, ἐκκλησια- στικούς καί κοσμικούς.

Αὐτός τίς περισσότερες ὧρες ἦταν γονατιστός ἐνώπιον τοῦ Ἐσταυ- ρωμένου καί τῆς Κυρίας Θεοτόκου, προσευχόμενος. Μοῦ ἔλεγε ὅτι, ὅπως τό καύσιμο ἄν λείψει ἀπό τή μηχανή δέν ἐργάζεται, ἔτσι καί ἡ καρδιά μου καί ἡ ζωή μου δέν λειτουργεῖ, ὅταν δέν προφέρω τήν καρδιακή προ- σευχήν, τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με» ἤ τούς Χαιρετισμούς στήν Ὑπεραγία Θεοτόκο.

Πράγματι στό δρόμο ὅταν τόν ἔβλεπες ὡς Ἱερέα, περπατοῦσε μ᾽ ἕνα κομβοσχοινάκι στό χέρι μέ ἁπλό βῆμα, μέ τήν εὐχή στό στόμα καί τό πρόσωπό του νά λάμπει. Δέν ἦταν μόνο δική μου ἐντύπωση, πολλοί ἄνθρωποι τό ἔλεγαν αὐτό. Πρός δόξαν Θεοῦ θά εἴπω δύο λόγους ἐκ τῆς ἐξομολογήσεώς του στήν ταπεινότητά μου, ἐπί ἱεροῦ πετραχειλίου.

Α) Τήν ἱερωσύνη τήν φοβόταν καί τήν ἀγαποῦσε, ἀλλά ἐπί σειρά ἐτῶν ὡς λαϊκός ἄκουγε στ᾽ αὐτιά του τόν λόγον: «Γίνου Ἱερεύς». Τό θεῖο κά- λεσμα αὐτό τό εἶχε ἐξομολογηθεῖ, ὅπως μοῦ εἶπε, σέ ἡγιασμένους πνευ- ματικούς πατέρες μέχρι καί τό Ἅγιον Ὄρος. Τά δάκρυά του ἀπαράμιλλα, μέ ἀναφιλητά θυμᾶμαι μοῦ τό ἔλεγε: «Ζῶ, πάτερ μου» ἔλεγε: «Τό ἐδῶ καί τό ἐκεῖ βλέπω τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ, ὦ! τῆς φιλανθρωπίας Του, πόσο ἡ παναγάπη Του ταπεινώνεται γιά μένα, πού εἶμαι ὁ μόνος ἀνάξιος καί ἁμαρτωλός ὅλου τοῦ κόσμου».

Τό σῶμα του ἐνῶ ἦταν σ᾽ αὐτόν τόν κόσμο, τό πνεῦμα του ἦταν στήν σφαῖρα τοῦ Οὐρανοῦ! Ζοῦσε ἀποκαλυπτικές ἐμπειρίες κατά τήν διάρκεια τῆς Θείας Λειτουργίας...


Β) Σέ πολλές Θεῖες Λειτουργίες ἔβλεπε εἰς τήν Ἁγία Τράπεζα, ὅταν ἐγένετο ὁ καθαγιασμός τῶν Τιμίων Δώρων, τόν ἴδιο τόν Κύριό μας. Μά- λιστα τολμῶ νά εἴπω, Τοῦ τό ζητοῦσε μέ ἱερό πόθο καί δάκρυα, γιατί ἔτσι ἔνοιωθε παρηγορίαν, συντροφιάν, ἀγάπην, τήν φιλανθρωπίαν Του. Τό πρόσωπό του κυριολεκτικά, ὅταν μοῦ ἐξομολογεῖτο ἐπανειλημμένες φορές αὐτές τίς ἱερές στιγμές, ἔλαμπε, τό δέ βλέμμα του ἦτο ἱλαρώτατο, τά δέ δάκρυά του σοῦ δημιουργοῦσαν τήν αἴσθηση μιᾶς ἱερᾶς εἰκόνας ἑνός Ἁγίου. Φοβόταν καί ἔνοιωθε δέος στήν συμβουλή τῆς τα- πεινότητάς μου, στό νά εἴπει καί σέ ἄλλους Πνευματικούς αὐτήν τήν θέα τοῦ Θεοῦ, διότι πίστευε καί μετά δακρύων καί ἀναφιλητῶν ἔλεγε ὅτι, εἶναι ὁ μόνος ἁμαρτωλός καί ἀνάξιος ἄνθρωπος, καί πῶς εἶναι δυνατόν νά ἔχει τέτοιαν θεωρίαν! Στό ὅτι ὁ Κύριός μας ὁ Ἰησοῦς Χριστός πόσο ταπεινώνεται καί τό ἔλεός Του, καί ἡ Παναγάπη Του πλημμύριζε τήν ὅλη ὕπαρξή του, ὄχι μόνο σ᾽ αὐτόν ἀλλά καί σέ ὅλη τήν κτίση. Παρακαλοῦσε ἰδιαιτέρως τήν Κυρία Θεοτόκο, στήν ὁποία ἐνώπιόν της γονατιστός προ- σηύχετο καί ἔλεγε τούς Χαιρετισμούς. Μάλιστα ὅταν ἐπρόφερε τό ὄνομά της ἦταν σάν νά πρόφερε ὅ,τι πιό σπουδαῖον ἦτο στόν κόσμο. Καί ἔλεγε,

«Εἶναι ἡ Μάνα μας».

Πράγματι αὐτή τή θεωρία πού ζοῦσε στή Θεία Λειτουργία τήν εἶπε καί σέ ἄλλους Πνευματικούς Πατέρες καί ἀδελφούς μετά πολλῆς διακρίσεως σέ τρίτο πρόσωπο, ὅτι κάποιος τοῦ εἶπε ὅτι εἶδε τόν Χριστό... Ἐδῶ ἔχω νά παρατηρήσω μέ ἁπλόν τρόπον, ὅτι αὐτά πού ἔβλεπε ἦταν μέσα σέ πολύ φῶς, πλήρης χαρᾶς καί εὐφροσύνης, ἔχοντας νοῦν καθα- ρόν, διαυγέστατον. Μετά τό πέρας τῆς ἀναιμάκτου θυσίας δέν μποροῦσε νά βγεῖ ἀμέσως ἐκ τοῦ ἱεροῦ βήματος. Μάλιστα, ἐπειδή ὁ ἴδιος δέν πε- ριποιόταν το ἐξωτερικό του σχῆμα, δηλαδή δέν ἔβλεπες ἕναν «περιποιημένον, πλυμένον» ἄνθρωπο, ἔλεγες ὅτι ὅταν θά τόν πλησιάσω θά εἶχε κάποια ἴσως ἀποφορά. Ὅμως τό ἀντίθετο συνέβαινε, σοῦ δημιουργοῦσε τήν αἴσθηση ὅτι πλησιάζεις ἕναν καλοκάγαθο ἱερέα τοῦ Ὑψίστου πού μοσχοβολοῦσε λιβάνι.

Μέ ἠλέησε ὁ Θεός νά ἔχω δεχθεῖ τάς ἐξομολογήσεις τοῦ ἀδελφοῦ μα- καριστοῦ πρεσβυτέρου Νικολάου Πέττα. Δέν ἤκουσα λόγον ἐναντίον ἄλλου τινά ἀνθρώπου. Παρόλο πού ἄνθρωποι τοῦ περιβάλλοντος, ὅπως εἶπα, καί ἐκκλησιαστικοῦ καί κοσμικοῦ, τόν ἐπίκραιναν καί τόν μείωναν ὡς πρόσωπο καί εἰκόνα Θεοῦ.

Ζοῦσε τήν πλήρη ἀπαξίωση... ἀλλά οὐδείς λόγος ἤ σχολιασμός. Ἁπλά, ταπεινά ἔλεγε τά περιστατικά τῶν πειρασμῶν αὐτῶν μέ ἁπλότητα καί ἱλαρότητα καί παρακαλοῦσε τόν Κύριό μας νά τοῦ χαρίζει ὑπομονή καί ταπείνωση καί τήν Παναγία μας νά τόν βοηθήσει.

Ἔβλεπε πίσω ἀπό τόν κάθε πειρασμό ἤ δυσκολία ὅτι ὁ μισόκαλος θέλει νά ὑφαρπάσει τήν ψυχή του καί νά τόν κάνει σκεῦος δικό του καί ὄχι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γι᾽ αὐτό καί, ὅταν ξαγρυπνοῦσε στήν προ- σευχή μέχρι νά λειτουργήσει, μοῦ ἔλεγε ὅτι ὁ Κύριος τόν παρηγοροῦσε μέ τή θέα αὐτή μέσα σ᾽ ἕνα ἁπλό, διάχυτο, ἱλαρό φῶς».

Πρωτοπρ. Στέφανος Κ. Ἀναγνωστόπουλος

Κληρικός τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πειραιῶς. Μαρτυρία.


Ὁ πνευματικός πρωτοπ. Στέφανος Κ. Ἀναγνωστόπουλος ἀπό τήν Ἀμφιάλη τοῦ Πειραιᾶ, στό ἰδιαίτερα ὠφέλιμο πόνημά του:

«Γνῶσις καί βίωμα τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως», Πειραιᾶς 2006, στίς σελί- δες 348-350, ἀναφέρει ἀπό προσωπικές του σημειώσεις γιά τόν π. Νι- κόλαο: «Ἕνας εὐλαβέστατος ἱερεύς καί πολύ ἁπλός, γι᾽ αὐτό καί παρεξηγημένος ὅσο ζοῦσε, μοῦ διηγήθηκε πρίν ἀπό χρόνια τό ἑξῆς: Πρίν ἀπό τήν Θεία Κοινωνία τῶν λειτουργῶν ἱερέων, ἐντός τοῦ Ἱεροῦ Βήματος, διαβάζονται οἱ εὐχές τῆς Θείας Μεταλήψεως, εἴτε ἀπό τόν ἱεροδιάκονο, εἴτε ἀπό τόν λειτουργό ἱερέα.

Ὅταν ὁ ἐν λόγω ἱερεύς ἔφθανε στό τροπάριο: «Ἔθελξας πόθῳ με Χριστέ, καί ἠλλοίωσας τῷ θείῳ σου ἔρωτι...» σταματοῦσε ὡς συνήθως καί ρωτοῦσε νοερά τόν Ἐσταυρωμένο Κύριο, πού ἦταν πίσω ἀπό τήν Ἁγία Τράπεζα: «Μέ βεβαιώνεις, Χριστέ μου καί Σωτῆρα μου, ὅτι μ᾽ ἔχεις σαγηνεύσει, ὅτι μ᾽ ἔχεις γητεύσει καί σκλαβώσει μέ τόν θεϊκό Σου πόθο καί μοῦ ἀλλοίωσες ὅλη τήν ψυχή, τήν καρδιά καί τό νοῦ μέ τόν θεϊκό Σου ἔρωτα; Κι ὅμως, ἐγώ ὁ ἀνάξιος, χρόνια καί χρόνια τώρα δέν ἔνοιωσα ποτέ θεϊκή ἀλλοίωση καί θεῖον ἔρωτα καί ἕνωση μαζί Σου μέ ψυχοσωματική αἴσθηση. Καί πῶς συμβαίνει αὐτό; Πῶς εἶναι δυνατόν νά συμβαίνει; Πῶς; Βέβαια, ἡ Ἐκκλησία μας δέν ἔβαλε αὐτές τίς εὐχές τυχαίως...

Ἀνταποκρίνονταν πλήρως στίς ψυχικές καταστάσεις τῶν Ἁγίων πού τίς ἔγραψαν καί στίς ἐμπειρίες τους... Ἐγώ ὅμως ὁ πτωχός δέν αἰσθά- νομαι τίποτα... Ἕνα μικρό ψίχουλο ἀπ᾽ αὐτό πού βίωναν οἱ ἅγιοι πατέρες τῆς Ἐκκλησίας... ἕνα ψιχουλάκι! τόσο δά Χριστούλη μου, δέν μπορεῖς νά μοῦ δώσεις κι ἐμένα; Καί βέβαια μπορεῖς!».


Τό εἶπε ἁπλά καί ταπεινά. Τό ζήτησε μέ παιδική ἁπλότητα... Καί -ὦ τοῦ θαύματος!- ὁ Χριστός τοῦ τό ἔδωσε.

-Κόλλησε, μοῦ εἶπε, τό σῶμα μου καί ἡ καρδιά μου πάνω στόν Ἐσταυρωμένο. Σάν νά ἔφυγε ἡ Ἁγία Τράπεζα ἀπό μπροστά μου καί ταυτόχρονα μία ἄλλη «αἴσθησις», ὅτι ἡ Ἁγία Τράπεζα μαζί μέ τό Δισκο- πότηρο ἑνώθηκαν μαζί μου, σέ μία ἀδιαίρετη ἑνότητα, πού μέ γέμισε ἀπό θεϊκή φωτιά καί ἀπό θεϊκή ἀγάπη καί πληρώθηκα ὁλόκληρος ἀπό οὐράνιο ἀκατάληπτο πόθο καί θεῖον ἔρωτα. Καί τόσο πολύ μέθυσα ἀπό τήν θεϊκή ἀγάπη, ὥστε φώναξα δυνατά αὐτό πού διαλαλοῦσαν καί ὁμο- λογοῦσαν οἱ ἅγιοι λειτουργοί: «Ἤ πᾶρε με, ἤ πᾶρ᾽ το ... δέν ἀντέχω ἄλλο!».

Καί ἔπεσα κάτω... εὐτυχῶς ἤμουν μόνος καί ἡ Ὡραία Πύλη κλειστή.

- Τό πῶς κοινώνησα, δέν θυμᾶμαι. Ὅμως ἤμουν μεθυσμένος ἀπό τήν θεία Χάρι... Καί στή θεία Κατάλυση, τό ἐπαναλαμβάνω, πάτερ μου, στή θεία Κατάλυση ἀπολάμβανε ἡ ψυχή μου, τό σῶμα μου, οἱ αἰσθήσεις μου καί ἡ καρδιά μου μίαν ἀνέκφραστη καί ὑπερκόσμια ἀγαλλίαση.

Βίωσα μέσα στήν καρδιά μου -δέν ξέρω πῶς- τήν θεία ἔλλαμψι καί τό νοερό φῶς τοῦ Θεοῦ, καί ὁ νοῦς μου, πού βρίθει ἀγνωσίας καί σκό- τους, φωτίσθηκε ἀπό ὑπέρλαμπρη γνῶσι καί γιά μέρες κατανοοῦσα τά ἀκατανόητα μυστήρια τοῦ Θεοῦ, χωρίς οἱ γύρω μου νά ἀντιλαμβάνονται τίποτε ἀπ᾽ ὅσα ζοῦσε ἡ ψυχή μου... Μέ κατηγοροῦσαν συνεχῶς κληρικοί καί λαϊκοί σάν ἀφηρημένο...».

Ὁ ἴδιος π. Στέφανος Κ. Ἀναγνωστόπουλος σέ ἕνα ἄλλο βιβλίο του πού ἔχει τόν τίτλο: «Οἱ Ἀναβαθμοί στήν ἐν Χριστῷ πορεία», ἔκδοσης Ἱεροῦ Γυν. Ἡσυχαστηρίου: «Τό Γενέθλιο τῆς Θεοτόκου» Σεργούλα Δω- ρίδος 2011, στίς σελίδες 97-98, ἀναφέρει ἀπό προσωπικές του σημει- ώσεις γιά τόν π. Νικόλαο Πέττα. «Ἕνας ἱερεύς στήν Πάτρα (ἤδη κεκοιμημένος, ἐννοώντας τόν π. Νικόλαο Πέττα), μερικές φορές ἐκεῖ πού ἔτρωγε στό τραπέζι, ξαφνικά σηκωνόταν. «Ποῦ πᾶς, παπᾶ μου; τόν ρω- τοῦσε ἡ πρεσβυτέρα». «Φεύγω, φεύγω, φεύγω...». Σηκωνόταν νηστικός, ἔπαιρνε τό αὐτοκίνητο, ἔφευγε. Καί πήγαινε σέ κάποιο συγκεκριμένο σπίτι, ὅπου ἐκείνη τήν ὥρα τό ἀνδρόγυνο εἶχε ἕναν τρικούβερτο καυγά. Καί ἔμπαινε μέσα καί συμφιλίωνε τό ζευγάρι καί ἐξομάλυνε τά πράγματα. Ποῦ τό ἤξερε αὐτός αὐτό; Κι ὅμως, τόν εἶχαν γιά τρελό στή Μητρόπολή του καί τόν κατεδίωκαν ἀπηνῶς.

Τόν ἐν λόγῳ ἱερέα συνάντησαν, κάποτε, μαθητές τῆς τελευταίας τάξεως τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Λυκείου Πατρῶν στόν ὁδό Κορίνθου καί τόν σταμάτησαν: «Πάτερ Νικόλαε, αὔριο-μεθαύριο, ἄν ἐμεῖς γίνουμε κληρι- κοί, πῶς ἀντιλαμβάνεσθε ἐσεῖς τήν ποιμαντική μέριμνα γιά τίς ψυχές;».

«Πῶς ἐγώ τήν καταλαβαίνω; αὐτό μέ ρωτᾶτε;». Καί ἀμέσως γονάτισε μές στό κεντρικό δρόμο τῆς ὁδοῦ Κορίνθου, στό πεζοδρόμιο, μέ τά ράσα, καί σηκώνοντας τά χέρια του ψηλά, εἶπε: «Θά πρέπει νά λιώσετε σ᾽ αὐτή τή στάση ὅλη τή νύκτα!». Ἦταν ἁπλοῦς καί μέ δύο κινήσεις τά εἶπε ὅλα γιά τή μεγάλη ποιμαντική ἀποστολή τοῦ ἱερέως.

Φαίνεται ὅτι ὁ ἁγιασμένος αὐτός ἱερέας εἶχε ἀποκαλύψεις καί θεω- ρίες κατά τήν Θεία Λειτουργία, γι᾽ αὐτό καί ἀφαιρεῖτο. Τόν ἔσπρωχναν, τοῦ φώναζαν νά πῆ: «Τῆς Παναγίας Ἀχράντου...». Τίποτα αὐτός. Τίποτα!!!

Τόσο, πού ἐκνευρίζονταν οἱ ψάλτες ὅταν λειτουργοῦσε μόνος του.

«Πάλι μ᾽ αὐτόν θά λειτουργήσουμε;» ἔλεγαν. «Ὅλο ἀφηρημένος εἶναι. Τό μυαλό του δέν εἶναι καλά. Σίγουρα θά ἔχει πάθει ἀμνησία ἤ μαλάκινση». (Ἐνῶ εἶχε τέσσερα διπλώματα!). Κι ὅμως οἱ μαρτυρίες πού ὑπάρχουν ἀποδεικνύουν ὅτι ἐπρόκειτο περί ἑνός εὐλαβοῦς, εὐσεβοῦς καί ἁγιασμένου ἱερέως, ὁ ὁποῖος εἶχε τήν Χάρι τοῦ Θεοῦ ἐπάνω του».

Ἀρχιμ. Ἰγνάτιος Καζάκος

Κληρικός τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων. Μαρτυρία.


Σημαντικές μαρτυρίες γιά τόν ἀοίδιμο π. Νικόλαο Πέττα ἀφηγεῖται ὁ καθηγούμενος ἀρχιμ. Ἰγνάτιος Καζάκος ἀπό τά Ἱεροσόλυμα:

«Μέ τήν οἰκογένεια τοῦ π. Νικολάου συνδεόταν ἡ οἰκογένειά μου ἀφοῦ καί οἱ δύο μαζί παλαιότερα ζοῦσαν στήν περιοχή τοῦ Σκαγιοπουλείου στήν Πάτρα. Καί πραγματικά πόσα νά γράψει κανείς γι᾽ αὐτόν τόν ἅγιο ἄνθρωπο-ἅγιο κληρικό! Ἦταν ἡ παρουσία του μία χαρά, μία εὐφροσύνη, ἔνοιωθες ὅτι μαζί του ἄνοιγε ὁ Παράδεισος, καί ζοῦσες κάτι ἀπό ἐκεῖνο τό παραδεισένιο μεγαλεῖο πού ζοῦσε ἀπό αὐτήν τή ζωή. Ἦταν πάντοτε χαρωπός, πάντοτε πρόσχαρος, σοῦ μετέφερε στήν ὕπαρξή σου χαρά, τόση αἰσιοδοξία, τόση δύναμη, πίστη καί ἐλπίδα. Μά τί στιγμές χαρᾶς ζήσαμε ὅλοι ἡ οἰκογένειά μου μαζί του! Εἶχα ἔρθει ὡς μοναχός τότε, γιά τρεῖς μῆνες στήν Ἑλλάδα, διότι εἶχα πάθει ὑπερκόπωση. Δέν θά ξεχάσω ποτέ ἐκεῖνο τό καλοκαίρι τοῦ 1998, ἄν δέν κάνω λάθος, ἐρχόταν καί μᾶς ἔφερνε τόση χαρά, τόση δύναμη, τόση στήριξη καί παρηγοριά. Δέν θέ- λαμε νά φεύγει ἀπό κοντά μας. Δέν τόν εἴδαμε ποτέ σκυθρωπό, πάντα γελαστός καί εὔθυμος. Πόσα πνευματικά μᾶς ἔλεγε, νουθεσίες, ἁπλά πράγματα, ἀλλά μέ πόση ἀγάπη γιά τόν Θεό, γιά τόν Χριστό μας, γιά τήν Παναγία μας, γιά τούς Ἁγίους μας, καί τόσα ὡραῖα τραγούδια ἀπό αὐτά πού ἀκούγαμε καί μαθαίναμε παλιά στό κατηχητικό σχολεῖο. Τί ὡραῖες μοναδικές στιγμές, τόσο πνευματικές!

Ἀπό πολλές διηγήσεις ἄλλων, ἀλλά καί τῶν οἰκείων μου, ἀναφέρον- ται ἐπιλεκτικά λίγα γεγονότα πού ἀποκαλύπτουν τήν ἀλήθεια γιά τόν π. Νικόλαο. Μέ τόν συγκεκριμένο ἱερέα ἐπικοινωνοῦσα συχνά τηλεφω- νικά. Συχνά μοῦ ἔλεγε πνευματικές λεπτομέρειες γιά τήν μοναχική ζωή καί τήν διάκριση πού πρέπει νά μᾶς διακατέχει. Ἤξερε πολλά μυστικά πού ἀφοροῦσαν θέματα πνευ- ματικά γιά πατέρες τῆς ἀδελφότητας τῶν Ἱεροσολύμων, χωρίς νά συσχετίζεται μαζί τους καί νά ἔχει ἐπισκεφθεῖ τά Πανάγια Προσκυνήματα τῆς Ἁγίας Γῆς. Προέλεγε δοκιμα- σίες, ἀσθένειες, στενοχώριες καί ἄλλα ἀπό τά μύχια τῆς ψυχῆς σέ κάθε Κληρικό τῆς περιοχῆς πάντα μέ σωτηριολογικό σκοπό.

Σέ ὅλα αὐτά πού εἶχα ζήσει, ἐμένα μέ εἶχε καταπλή- ξει δύο φορές πάρα πολύ ὁ Γέροντας Νικόλαος. Ἡ μία ἦταν πού τόν πῆρα καί πήγαμε ἐκεῖ στά Ἀραχωβίτικα τῆς Πάτρας, στό σπίτι μιᾶς γειτόνισσάς μας, πού φυσικά ὁ Παπούλης δέν τήν γνώριζε. Αὐτή ἡ γυναῖκα μέ τόν σύζυγό της ἀντιμετώπισαν στήν οἰκία τους πολλά προβλήματα, καί μέ εἶχαν καλέσει νά πάω νά τούς διαβάσω κάτι γιά νά τούς βοηθήσει ὁ Θεός. Ὅμως, ἤμουν τότε ἁπλός μοναχός, δέν ἤμουν ἱερεύς, ὅποτε τί νά διάβαζα;

Γι᾽ αὐτό σκέφθηκα νά τούς πάω τόν παπα-Νικόλαο. Τόν πῆρα καί πήγαμε μέ τά πόδια, διότι ἔμεναν κοντά. Μόλις μπήκαμε στήν οἰκία τους, ἄρχισε ἀμέσως ὁ Παπούλης νά ἐπιτιμᾶ τήν γυναῖκα ἐκείνη καί νά τήν μαλώνει σάν νά τή γνώριζε ἀπό χρόνια. Ἐγώ ἔμεινα καί ἔνοιωσα δύ- σκολα! Τότε λέω μέσα μου: «Ἄχ τί κάνει τώρα, τί λέει;». Ὅπως ἐγώ, ἔτσι πολλοί ἄνθρωποι δέν μποροῦσαν νά καταλάβουν σέ ὅλες τίς ἐκφρά- σεις τά πνευματικά ἐπίπεδα πού ὅδευε ὁ π. Νικόλαος. Ἐκείνη ἄκουγε μέ ὑπακοή καί τήν εἶχε καταλάβει τρόμος. Τῆς λέει: «Δέν ντρέπεσαι κυρά μου, πού κάνεις ὅλα αὐτά τά πράγματα; Γι᾽ αὐτό ἔχει ἔλθει κακό στό σπίτι σας, γιατί ἐσύ τρέχεις στίς μάγισσες καί δένουν τόν σύζυγό σου μέ μαντήλια, μέ κόμπους, μέ βότανα... καί τίς ἀνοησίες! Γιατί δέν βάζεις μυαλό;». Ἐγώ εἶχα μείνει, μά ποῦ τά ξέρει ὅλα αὐτά ἀναρωτιόμουν! Καί τῆς ἀπευθύνεται πάλι αὐστηρά καί σίγουρα: «Νά τά πᾶς ἐκεῖ στό καμαράκι τό μικρό καί νά μοῦ φέρεις τή Σολωμονική πού ἔχεις ἐκεῖ καί πού διαβάζεις συνέχεια! Ἐπίσης νά μᾶς τά πᾶς μέσα καί νά μοῦ φέ- ρεις ἐκεῖνο τό μαντήλι μέ τούς κόμπους, αὐτά θά πεταχθοῦν ἀπό ἐδῶ, θά τά κάψουμε!». Ἐκείνη εἶχε καθηλωθεῖ καί τόν ἄκουγε μέ τόση προ- σοχή δεχόμενη ὅτι ὅλα αὐτά ἦταν πραγματικά καί ἔφερε ἀπό τήν ἀπο- θηκούλα πού τῆς εἶχε ὑποδείξει μέ τή δεξιά του τό μαντήλι καί τό μικρό βιβλιαράκι πού πράγματι ἐπιγραφόταν: «Σολωμονική». Κατόπιν τήν εὐλόγησε, τῆς εἶπε νά μήν τά ξανακάνει αὐτά τά παιχνίδια τοῦ Σατανᾶ, νά ἐξομολογεῖται, νά νηστεύει καί νά μήν λείπει ποτέ ἀπό τήν Ἐκκλησία. Ἐκείνη τόν ἄκουγε πιστά σάν ἀρνάκι. Ἐγώ συνέχιζα νά μένω κατάπληκτος καί ἀναρωτιόμουν ποῦ τά γνώριζε ὅλα αὐτά, ἀφοῦ πρώτη φορά ἔμπαινε στό σπίτι τους! Τούς ἀποκάλυψε ἀκόμα πολλές λεπτομέρειες γιά τήν οἰκογένειά τους, θέματα πού τά ἔθιξε μπροστά μου, πού οὔτε ἐμεῖς οἱ γείτονές τους δέν γνωρίζαμε! Τήν ἑπόμενη ἡμέρα ἐγώ ρώτησα τήν γειτόνισσα ἐάν γνώριζε τόν παπα-Νικόλαο καί μοῦ ἀπάντησε ἀμέσως ἀρνητικά λέγοντας ὅτι πρώτη φορά τόν ἔβλεπε στή ζωή της, καί ὅτι:

«Μέ ἄφησε κατάπληκτη μέ ἔχει ἀφοπλίσει ἀπό χτές. Μοῦ εἶπε ὅτι θά φύγει ὁ σύζυγός μου». Μέ τήν ἁγιότητά του εἶχε τήν ἱκανότητα ἀπό τόν Θεό νά γνωρίζει τόσα πολλά γι᾽ αὐτούς. Ἀπό ἐκεῖ καί πέρα δέν γνωρίζω ἄν αὐτή ἀκολούθησε ὅλα ὅσα τῆς εἶπε ὁ Παπούλης. Ἴσως ναί καί ἴσως ὄχι, πάντως ὁ σύζυγός της κοιμήθηκε μετά ἀπό λίγο καιρό.

Ἕνα ἄλλο θαυμαστό γεγονός εἶναι καί τό παρακάτω. Ὅταν γύρισα στό Μοναστήρι, συνήθιζα νά τηλεφωνῶ κάποια βράδια τόν Παπούλη. Κάποιες φορές τόν ἔπαιρνα καί στίς ἕντεκα καί στίς δώδεκα τό βράδυ, γιατί τότε εἶχα λίγο χρόνο. Ὁ Γέροντάς μας Πατέρας Σεραφείμ εἶχε καταπέσει. Ἦταν ἤδη ἑκατό ἐτῶν καί δέν ἐξομολογοῦσε. Ὁπότε τηλεφωνοῦσα στόν παπα-Νικόλαο καί ἀπό τό τηλέφωνο τοῦ ἔλεγα ὅ,τι εἶχα, ἀλλά μέ ἐξέ- πληττε κάθε φορά, διότι μοῦ συμπλήρωνε ὅ,τι ξεχνοῦσα σάν νά ζοῦσε μαζί μας ἐδῶ στήν Ἁγία Γῆ καί σάν νά ἔβλεπε τά πάντα. Ἔνοιωθα σάν νά ἔμπαινε καί στό κελί μου ἀκόμα! Πόση ἐνίσχυση μοῦ ἔδινε; Πόσο μέ στήριζε; Ἐπίσης δέν ἦταν καθόλου αὐστηρός μέ τούς ἄλλους, μόνο μέ τόν ἑαυτόν του. Δέν μέ μάλωνε γιά τά ὅποια μου λάθη. Εἶχε τόση ἀγάπη, κατανόηση καί μακροθυμία. Μοῦ εἶχε πεῖ ὅτι θά ἔρθω σέ μεγάλη δοκιμασία καί ὅτι θά ἔφευγα ἀπό τό Μοναστήρι, ἀλλά ὅτι ἡ Παναγία θά μέ ξανάφερνε πίσω. Μοῦ εἶπε ὅτι ὅταν φύγει ὁ Γέροντας θα γινόμουν Ἡγούμενος. Ἀκόμα ὅτι ἡ Μονή θά γινόταν πολύ γνωστή καί θά ἐρχόταν κόσμος πολύς, θά γινόταν Φάρος καί ... καί.. καί ...τόσα ἄλλα!

Ὅπως τά εἶπε ἔγιναν ἀκριβῶς ὅλα! Τό 1999 πρός τό 2000, τήν πε- ρίοδο πού ἑτοιμαζόταν ὁ πατέρας Νικόλαος νά πετάξει στούς Οὐρανούς ὡς ὁ πρῶτος ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ τῆς νέας χιλιετηρίδος, ξέσπασε ἐδῶ στή Μονή μεγάλος πειρασμός. Πολλοί ἐχθροί καί πολέμιοι μέσα καί ἔξω. Ἐγώ δέν ἄντεξα ἀπό τήν πολύ πίεση, ἄνοιξα τήν πόρτα καί ἔφυγα σάν τρελός. Δέν ἄντεχα τά πολλά προβλήματα. Ὁ Γέροντας Σεραφείμ ἀδυ- νατοῦσε, λόγω ἡλικίας νά κάνει τό παραμικρό. Ἔφυγα κρυφά γιά τό Ἅγιο Ὄρος. Κάπου βρῆκα ἕνα εἰσιτήριο καί ἔφυγα γιά Ἑλλάδα, χωρίς νά γνωρίζει κανείς ποῦ ἤμουν, κρυβόμουν, δέν γνώριζα καί ἐγώ ποῦ ἤμουν, τά εἶχα χάσει. Ἤμουν τόσο πικραμένος, δέν ἤθελα νά δῶ κανέναν καί δέν γνώριζε κανείς ποῦ ἤμουν. Παντοῦ εἶχαν δηλώσει τήν ἐξαφάνισή μου καί μέ ἔψαχναν, ὅμως γιά νά μήν πάθουν κανένα κακό οἱ γονεῖς μου καί εἰδικά ἡ μητέρα μου, ἦρθα κρυφά νά τούς δῶ γιά νά φύγω κατόπιν γιά τόν Ἄθωνα. Δέν εἶπαν ὅμως τίποτα σέ κανέναν, τό κράταγαν μυ- στικό μέχρι νά δῶ ποῦ θά πάω στό τέλος. Ἕνα πρωϊνό πού ἤμασταν στήν κουζίνα εἶπα στήν μητέρα μου: «Θά πάρω τηλέφωνο τόν πατέρα Νικόλαο νά τοῦ πῶ ὅτι εἶμαι ἐδῶ καί νά μοῦ δώσει τήν συμβουλή του, θά τοῦ πῶ νά ἔρθει ἐδῶ καί νά μήν πεῖ τίποτα». Ἐκείνη τή στιγμή στίς εἰδήσεις τά κανάλια τῆς τηλεόρασης τῆς Δυτικῆς Ἑλλάδας ἔλεγαν ὅτι σήμερα ἐν ὥρα προσευχῆς κοιμήθηκε ὁ γνωστός σέ ὅλους πατέρας Νικόλαος Πέττας! Ἦταν γιά ὅλους μας ἀναπάντεχο! Ποῦ νά πήγαινα, σέ ποιά Ἐξόδιο; Ἀφοῦ κανείς δέν ἤθελα νά ξέρει ποῦ εἶμαι. Σηκωθήκαμε μέ λύπη βουβή, μέ πολλή θλίψη. Καί μετά ἀπό αὐτό, δέν ξέρω πῶς, ἐπέ- στρεψα στή Μονή μου καί ὅλοι οἱ πειρασμοί εἶχαν φύγει ἀπό ἐκεῖ. Ὅλα εἶχαν ἀλλάξει. Ὅλα ἦταν καλά καί χαρούμενα καί ὅλα τά ὑπόλοιπα ἔγι- ναν ὅπως τά εἶχε προείπει-προβλέψει ὁ πατέρας Νικόλαός μας. Μοῦ ἔλεγε δέ ὅτι κανείς ποτέ δέν θά σέ ξανακουνήσει ἀπό τήν θέση σου, κα- νένας πειρασμός, καί ὅτι θα πέθαινα ἐκεῖ στήν μετάνοιά μου. Καί μετά ἀπό ὅλα αὐτά θυμᾶμαι ὅτι ἕνα βράδυ μοῦ λέει στό τηλέφωνο: «Π. Ἰγνά- τιε, σύντομα θά περάσεις μία μεγάλη δοκιμασία στό μοναστήρι σου, πού δέν θά περιμένεις! Θά ἀνοίξεις τήν πόρτα τῆς Μονῆς καί θά φύγεις, ἀλλά θά ἐπιστρέψεις». Ὄντως μετά ἀπό λίγες ἡμέρες ὁ τότε ἡγούμενος πῆρε μία ἀπόφαση πού ἄλλαζε τό ρυθμό τῆς Μονῆς. Ἐγώ στενοχωρήθηκα καί ἐπειδή ἡ ἀπόφαση ἦταν ἀμετάκλητη ἔφυγα καί ἦρθα στή μητέρα μου στήν Πάτρα. Ἐκείνη νοσοῦσε σοβαρά καί πῆγα κατευθείαν νά τήν δια- κονήσω. Ὅλα τά θέματα πού ἀντιμετωπίζω μοῦ τά εἶχε προείπει ὁ π. Νικόλαος.

Καί τώρα μετά τήν κοίμησή του ἀκόμα τόν ζητᾶμε καί νοιώθουμε νά μᾶς παρηγορεῖ καί νά μᾶς στηρίζει μέ τήν πνευματική δεξαμενή πού τόν εἶχε προικίσει ἡ χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος μέσα ἀπό τήν ταπείνωση καί τήν ἁπλότητα πού βίωνε.

Σέ πολλούς πιστούς ἀπό τόν Μοριᾶ πού ἐρχόντουσαν στά Ἱεροσόλυμα τούς ἔλεγα γιά τά μεγάλα πνευματικά ὕψη πού ζοῦσε καθώς καί γιά τήν ἁγιότητα τοῦ π. Νικολάου, πολλοί τόν δεχόντουσαν γιατί εἶχαν παρόμοια ἀκούσματα καί ἐμπειρίες ἀπό τόν ἴδιο. Ὁρισμένοι ὅμως ἦταν ἐπιφυλακτικοί γιά τό πῶς ἕνας ἱερέας μέ οἰκογένεια, καί μάλιστα στίς δύσκολες ἡμέρες πού ζοῦμε, μποροῦσε μές στόν κόσμο νά ἔχει ἐπικοι- νωνία μέ τά ἐπουράνια. Ἔβλεπα συχνά χαρίσματα διορατικά καί προ- ορατικά στόν μακαριστό π. Νικόλαο, ὅπως εἶχαν οἱ γνωστοί Γέροντες Παΐσιος, Πορφύριος καί Ἰάκωβος, ἐνῶ ἡ ὅλη ζωή του θύμιζε τόν Ἅγιο Νικόλαο τόν Πλανᾶ. Τό λέω αὐτό γιά τόν π. Νικόλαο, διότι πολλές φορές τοῦ τηλεφωνοῦσα καί τοῦ ἔλεγα κάποιους λογισμούς μου καί πει- ρασμούς μου, καί αἰσθανόμουν σάν νά ἔβλεπε τά πάντα. Ἐπίσης σάν ἐξομολόγος εἶχε πολλή διάκριση, δέν σέ μάλωνε, δέν ἦταν αὐστηρός ἀλλά πολύ μακρόθυμος καί συγκαταβατικός. Μοῦ εἶχε πεῖ καί προβλέψει ὅτι θά γινόμουν Ἡγούμενος τῆς Μονῆς τῶν Ποιμένων, ὅταν θά κοιμόταν ὁ Γέροντας Σεραφείμ. Ἐπίσης ὅτι ἐδῶ πού εἶμαι θά ἀποκτοῦσε τό Προ- σκύνημα μεγάλο ὄνομα καί θά γινόταν φάρος σέ ὅλη τήν εὑρύτερη πε- ριοχή. Μοῦ εἶχε πεῖ νά προσέχω πολύ τούς γείτονες, διότι δέν ἀγαποῦσαν τόσο τό Μοναστήρι. Φυσικά ὅ,τι εἶχε πεῖ ὅλα βγῆκαν. Εἶχε μεγαλεῖο ψυχῆς καί ἀνωτερότητα πού συνδυαζόταν ἁρμονικά μέ τήν ἁπλότητα καί τήν ἁγιότητα. Πάντα χαρούμενος καί αἰσιόδοξος, εὔθυμος καί ἐλπιδοφόρος.

Ἐν ζωῆ, τόν κτυποῦσαν ὁρισμένοι μέ ἀδικαιολόγητη ἐμπάθεια, ἐκεῖνος ὅμως δέν κρατοῦσε κακία. Τό μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ φάνηκε ὅταν μάθαμε τήν κοίμησή του πάνω στήν ἀλλαγή τῆς δεύτερης χιλιετηρίδας. Ἀπό στόμα σέ στόμα διαδόθηκε τό στενόχωρο γεγονός τῆς ἀπώλειας τοῦ σπάνιου αὐτοῦ ἀνθρώπου καί πῆγε πολύς κόσμος νά προσκυνήσει τό σκήνωμα τοῦ σεπτοῦ λευΐτη.

Κατά κοινή ὁμολογία κλήρου καί λαοῦ τό σκήνωμα εἶχε τά χαρακτη- ριστικά ὁσίου ἀνδρός. Φωτεινότητα, ροδαλότητα, μακαριότητα, γαλήνη, ἤρεμο μαλακό πρόσωπο, εὐωδία. Καί ὅλα αὐτά καταλύοντας τούς νό- μους τῆς φύσεως, ὅπου σέ περιπτώσεις θανάτου ἀπό πνευμονικό οἴδημα στίς μορφές τῶν ἀνθρώπων εἶναι πάντα ζωγραφισμένη ἡ φρίκη ἀπό τόν πόνο τῆς ἀσθένειας αὐτῆς καί μελανιάζουν στήν ἀρχή καί μαυρίζουν.

Πολλοί δέ πιστοί ὁμολόγησαν ὅτι ἔκοψαν κομμάτι ἀπό τά ἄμφια τοῦ ἱερέα, ὅπως κρόσια ἀπό τό ἐπιτραχήλι, ἤ πῆραν ἄνθη, ἤ σκούπισαν τό μαντήλι τους στά ζεστά καί εὐλύγιστα χέρια του, καί τό ἔχουν εὐλογία μέχρι σήμερα στό εἰκονοστάσι τους.

Ἐπίσης θυμᾶμαι ὅτι κάποια εἶχε πολλά προβλήματα. Ζητοῦσε βοήθεια ἀπό παντοῦ ἀλλά δέν μποροῦσε νά βρεῖ γιατρειά. Κάποια στιγμή ἦρθε ὁ π. Νικόλαος νά μέ δεῖ, τοῦ εἶπα ὅτι κάποια κυρία ὑποφέρει πολύ καί θέλει νά τήν στηρίξει κάποιος. Τότε ὑπακούοντας στά λόγια μου πή- γαμε νά τήν ἐπισκεφθοῦμε. Καί ὁ πατέρας Νικόλαος μόλις τήν ἀντίκρυσε ἄρχισε νά τῆς μιλᾶ μέ σίγουρο καί ἀποκαλυπτικό τρόπο. Μετά ἀπό διά- βασμα πού ἔκανε σιγανά ὁ π. Νικόλαος καί σταυρώνοντάς τη μέ τό ξυ- λόγλυπτο Τ. Σταυρό μέ μαρτυρικά λείψανα πού ἔφερε πάντοτε στήν τσέπη κοντά στήν καρδιά τοῦ ἐσώρασού του, ἡ γυναῖκα ἄρχισε νά παίρ- νει δύναμη. Τότε τήν συμβούλεψε νά μετανοήσει καί νά γίνει πάλι παιδί τοῦ Χριστοῦ.

Ἐγώ ἀπόρησα μέ ὅλα αὐτά καί μέχρι σήμερα σκέφτομαι τόν π. Νι- κόλαο καί δοξάζω τόν ἐν Τριάδι Θεῷ πού στίς δύσκολες αὐτές ἐποχές φανέρωσε τέτοιον ταπεινό Σημειοφόρο λευΐτη. Ἐπίσης πολλές ἀπό τίς δοκιμασίες τῶν οἰκείων μου τίς εἶχε προείπει μέ λεπτομέρεια καί χρο- νοδιάγραμμα. Λέει μία μέρα στήν μητέρα μου Κωνσταντίνα: ὁ σύζυγός σου θά πιαστεῖ στά χέρια καί στά πόδια σέ ἕνα μῆνα, ἐμεῖς πρέπει νά κάνουμε θερμή προσευχή μετά δακρύων. Ὄντως μετά ἀπ᾽ ἕνα μῆνα ἄρχισε νά πιάνεται τό δεξί χέρι καί μετά ὅλα τά ἄκρα τοῦ πατέρα μου. Μετά ἀπό προσευχή ὅλων ἐπανῆλθε στήν πρότερη κατάσταση. Ἀκόμα, ὅταν ὁ πατέρας μου ἦταν πολύ ἐνοχλημένος γιά τήν ἀπόφασή μου νά ἀκολουθήσω τή μοναχική ζωή, εἴχαμε μεγάλη στενοχώρια στό σπίτι καί ἦταν ἀρνητικός στόν κλῆρο καί στήν πίστη. Ὁ π. Νικόλαος μέ τή μεγάλη πνευματικότητα καί τήν πίστη του πρός τόν Θεό, τόν κάλεσε νά μιλή- σουνε ἰδιαιτέρως. Τότε, μετά ἀπό πολλή ὥρα συζήτησης, ὁ π. Νικόλαος τοῦ μαλάκωσε τήν καρδιά, μεταστρέφοντας ριζικά τήν ταραγμένη ψυχή του καί τόν ἔκανε νά δεχθεῖ τήν ἀπόφαση τοῦ παιδιοῦ του δοξάζοντας τόν Θεό. Γενικά ὁ π. Νικόλαος ἦταν ἄνθρωπος τῆς ἄκρας ταπείνωσης, τῆς διακρίσεως, τοῦ πόνου πρός τόν πάσχοντα, τόν ἀδύνατο, τόν ταλαι- πωρημένο, δέν πρόσβαλε ποτέ κανένα καί κάτι καλό εἶχε νά πεῖ γιά κάθε συνάνθρωπό του. Εἴθε νά ἔχουμε τίς ἁγίες πρεσβεῖες του, τίς εὐχές, τίς μεσιτεῖες τοῦ Παππούλη μας ἀπό ἐκεῖ ψηλά πού εὑρίσκεται. Ἀμήν!».


Κατά τήν θαυμαστή κοίμηση τοῦ ἱερέα τῆς 4-1-2000, γεγονός πού τοῦ τό ἀποκάλυψε ὁ Μέγας Βασίλειος, τό σκήνωμά του εἶχε εὐκαμψία καί φυσιολογική θερμοκρασία. Ἦταν κέρινο καί λαμπερό καί σέ τραβοῦσε νά τό ἀσπάζεσαι συνέχεια. Ὁ λαός πού συνέτρεξε, τόν τίμησαν σάν ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ καί δικό Του ἀπεσταλμένο. Γενικά ἦταν μεγάλος ἀγωνιστής καί ἀληθινός κληρικός, χωρίς νά ποθεῖ τά ὑλικά, ἀλλά μόνο τά πνευματικά. Πολύ εὐλογήθηκαν οἱ Πατρινοί πού γεννήθηκε καί πέ- ρασε ἀπό τήν πόλη τους ἕνα κομμάτι τοῦ Οὐρανοῦ, ὅπως ἦταν ὁ π. Νι- κόλαος. Πολλοί μετά τήν κοίμησή του τόν βλέπουν ζωντανό καί φωτεινό νά ἐξέρχεται ἀπό τόν οἰκογενειακό του τάφο στήν Παναγία τήν Ἀλεξιώτισσα Πατρῶν, ἐπιτελώντας διάφορα σημεῖα.


Θαυμαστές μαρτυρίες γιά τόν π. Νικόλαο Πέττα:


Τόν π. Νικόλαο τόν γνώρισα πρίν ἀπό 17 χρόνια περίπου στό σπίτι του στήν Πάτρα. Εἶχα πάει μέ μιά φίλη μου, ἡ ὁποία τόν γνώριζε καλά, τόν εὐλαβεῖτο καί ἀπ᾽ ὅ,τι ξέρω εἶχε συχνή ἐπικοινωνία μαζί του. Αὐτό πού μέ προβλημάτιζε τότε καί μέ στεναχωροῦσε ἰδιαίτερα ἦταν ἡ ἀσθένεια ἑνός συγγενικοῦ προσώπου. Οἱ γιατροί μᾶς εἶχαν πεῖ ὅτι θά ὑπάρξει βελτίωση καί θά μπορεῖ νά κάνει μιά ζωή συντηρητική, ἀλλά χωρίς πολλά πολλά πράγματα. Ὅταν μιά μέρα πῆρα τόν π. Νικόλαο νά τοῦ τό πῶ αὐτό, μέ διαβεβαίωνε ὅτι θά γίνει καλά. Ἐγώ ἔκλαιγα συνεχῶς καί δέν τόν ἄφηνα νά μοῦ πεῖ αὐτά πού ἤθελε.

Τότε ὕψωσε λίγο τή φωνή του καί μοῦ εἶπε: «Ἄκου νά σοῦ πῶ, δέν ἔχει τίποτα! Ὁ Θεός τόν θεράπευσε! Θά διοριστεῖ, θά παντρευτεῖ, ἀλλά ἐσύ τότε θά ἀρρωστήσεις ἀπό τήν πολλή σου στενοχώρια».

Πράγματι τό συγγενικό μου αὐτό πρόσωπο κατάφερε νά κάνει ὅλα αὐτά, γιά τά ὁποῖα μέ διαβεβαίωσε ὁ π. Νικόλαος, καί 2-3 μῆνες ἀφ᾽ ὅτου παντρεύτηκε ἐγώ ἀρρώστησα ἀπό σακχαρώδη διαβήτη.

Τό θαυμαστό εἶναι ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτός δέν μποροῦσε νά διοριστεῖ, γιατί τότε ἔπρεπε νά πληρεῖ κάποιες προϋποθέσεις γιά διορισμό στό δημόσιο. Ἐγώ ἔλεγα λοιπόν στόν π. Νικόλαο ὅτι αὐτό εἶναι ἀδύνατο νά γίνει.

Αὐτός ὅμως ἐπέμενε καί ἔλεγε: «Δέν ξέρω πῶς θά γίνει, ξέρω ὅμως ὅτι αὐτά θά γίνουν!».

Πράγματι, ἕνα μῆνα πρίν ἔρθει ἡ σειρά του στήν ἐπετηρίδα ἄλλαξε ὁ Νόμος καί μπρόρεσε νά διοριστεῖ, χωρίς νά ἔχει τίς προϋποθέσεις, γιατί μέ τήν ἀλλαγή τοῦ Νόμου δέν χρειάζονταν πιά...


Πρίν 13-14 χρόνια ἡ μητέρα μας ἀρρώστησε ἀπό κάποιο καρδιολογικό πρόβλημα. Ὁ γιατρός μᾶς εἶπε ὅτι πρέπει νά γίνει ἄμεσα μιά ἐπέμβαση, ἀλλά τά πράγματα εἶναι δύσκολα.

Τηλεφώνησα στόν π. Νικόλαο καί αὐτός μοῦ εἶπε ὅτι θά γίνει καλά,  ἡ ἐπέμβαση θά ἔχει ἐπιτυχία καί ὅτι κοντά της θά εἶναι ὁ Ἅγιος Πατάπιος! «Θά σᾶς τήν χαρίσει ὁ Θεός γιά πολλά χρόνια ἀκόμα!» μοῦ εἶπε. Ὅταν ὁ γιατρός βγῆκε ἀπό τό χειρουργεῖο μᾶς εἶπε ὅτι συνάντησε μεγάλη δυσκολία, ἀλλά μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ τά κατάφερε. Ὅταν ἡ μητέρα μας γύρισε στό σπίτι τήν ρώτησα ἄν γνώριζε τόν Ἅγιο Πατάπιο. Ἐκείνη μοῦ μίλησε μέ ἐνθουσιασμό γιά τόν Ἅγιο, μοῦ εἶπε ὅτι τόν εὐλα- βεῖτο πολύ καί μάλιστα μέ «μάλωσε» πού δέν εἶχα πάει ποτέ στό μοναστήρι του νά προσκυνήσω τό σκήνωμά του.

Σέ κάποια ἐκπαιδευτικό χωρίς αὐτή νά τοῦ ἀναφέρει κάτι τῆς λέει:

«Νά προετοιμάζεσαι πάντα πολύ καλά γιατί σοῦ δημιουργεῖται ἄγχος μέσα στήν τάξη ἄν κάτι δέν τό ἔχεις καλά προετοιμάσει καί προγραμματίσει. Καί πράγματι ἔτσι ἦταν!».

Πρίν 20 ἡμέρες ὁ δεύτερος γιός μου, ὁ ὁποῖος εἶναι 18 χρονῶν καί ἑτοιμάζεται νά δώσει ἐξετάσεις πανελλαδικές (γιά τό Πανεπιστήμιο) ἀρρώστησε ξαφνικά ἀπό ἕνα αὐτοάνοσο νόσημα. Τό σῶμα του γέμισε πάρα πολλά σπυριά καί εἶχε φοβερό κνησμό.

Δέν μποροῦσε οὔτε νά κοιμηθεῖ, οὔτε νά διαβάσει. Εἶχε στενοχωρηθεῖ πολύ. Ὁ δερματολόγος μᾶς εἶπε ὅτι ἡ νόσος αὐτή κρατᾶ περίπου 4-6 ἑβδομάδες. Ὅμως ἐπειδή εἶναι σέ πολύ βαριά μορφή δέν πρόκειται νά τοῦ περάσουν ὅλα αὐτά πρίν ἀπό τούς 4 μῆνες. Τό παιδί μου πού τό ἄκουσε στενοχωρήθηκε πολύ. Μοῦ εἶπε πώς δέν μπορεῖ ἔτσι νά δώσει ἐξετάσεις καί πώς οἱ κόποι μας -καί οἱ δικοί του καί οἱ δικοί μας- θά πᾶνε χαμένοι. Μετά ἀπό δυό-τρεῖς μέρες μέ πῆρε ὁ πατέρας Νεκτάριος (γιός τοῦ π. Νικολάου) νά μέ ρωτήσει κάτι. Τοῦ εἶπα πώς ἤμουν στενο- χωρημένη μέ τό παιδί μου καί δέν ἤξερα πῶς νά τό βοηθήσω. Ὁ π. Νε- κτάριος μοῦ εἶπε νά παρακαλέσω τόν π. Νικόλαο νά βοηθήσει τό παιδί μου καί μοῦ ἐξήγησε ὅτι ὁ παππούλης ἀγαποῦσε πολύ τά παιδιά καί εἰδικά αὐτά πού ἔδιναν ἐξετάσεις (ὡς καθηγητής πού ἦταν καί ὡς πολύτεκνος πατέρας).

Ὅταν ἔκλεισα τό τηλέφωνο εἶπα στό γιό μου ὅσα μοῦ εἶπε ὁ π. Νεκτάριος καί τοῦ εἶπα ἀπόψε νά προσευχηθοῦμε καί οἱ δυό μας στόν π. Νικόλαο καί αὐτός θά μᾶς βοηθήσει. Ὁ γιός μου εἶπε: «Μαμά, μόνο γι᾽ αὐτόν τόν φοβερό κνησμό νά προσευχηθοῦμε, δέν μέ πειράζει γιά τά σπυριά, ἄς τά᾽ χω...»

Πράγματι αὐτό κάναμε καί τό πρωΐ ξύπνησε πολύ καλά. Τοῦ εἶχε πε- ράσει ὁ κνησμός καί εἶχαν φύγει τά μισά σπυριά. Σέ δύο μέρες ἦταν ἐντελῶς καλά καί ἀπαλλαγμένος ἀπ᾽ ὅλα.

Συγκινήθηκα πολύ καί εὐχαρίστησα τόν Θεό καί τόν παππούλη γι᾽ αὐτή τήν εὐεργεσία στήν οἰκογένειά μου, σ᾽ αὐτή τήν δύσκολη καί κρί- σιμη φάση τῆς ζωῆς τοῦ παιδιοῦ μου.

ΥΓ. Ὅταν ὁ πατέρας Νεκτάριος Πέττας μέ πῆρε τηλέφωνο μετά ἀπό λίγες μέρες καί μέ ρώτησε πῶς πηγαίνει τό παιδί μου, μέ ρώτησε ἐπίσης ἄν ἔχω μία φωτογραφία τοῦ π. Νικολάου. Τοῦ ἀπάντησα πώς ὄχι, ἀλλά θά ἤθελα νά εἶχα μία φωτογραφία του. Τήν ἡμέρα πού τό παιδί μου ἔγινε καλά εἶχα σκεφτεῖ, ἀλλά δέν τό εἶχα πεῖ πουθενά, ὅτι ἄν εἶχα μιά φωτο- γραφία του θά τήν ἔβαζα κι αὐτή μαζί μέ ἄλλες φωτογραφίες ἁγίων γε- ρόντων ὅπως τοῦ Γέροντα Παϊσίου, τοῦ Γέροντα Πορφυρίου καί Ἰακώβου Τσαλίκη, πού ἔχω σ᾽ ἕνα τραπεζάκι κάτω ἀπό τό εἰκόνισμα. Πράγματι αὐτή ἡ φωτογραφία ἔφτασε στά χέρια μου καί εὐχαριστῶ τό Θεό καί γι᾽ αὐτό τό μικρό δῶρο τῆς ἀγάπης Του. Δοξασμένο τό ἅγιο ὄνομά Του πάντων ἕνεκεν! (10-2-12. Δασκάλα Ἐ. Δ.)


Μέ τήν ἐπιστολή μου αὐτή θά ἤθελα νά καταθέσω τρεῖς προσωπικές μαρτυρίες πού βίωσα μέ τόν ἀείμνηστο πατέρα Νικόλαο Πέττα, προκειμένου νά συμβάλω κι ἐγώ στό νά γίνει εὑρύτερα γνωστό τό με- γαλεῖο τῆς ψυχῆς του, ἡ διορατικότητά του καί γενικότερα τό ὑψηλό ἐπίπεδο τῆς πνευματικότητάς του.

Ἀρκετές φορές τόν ἐπισκεπτόμασταν χριστιανοί καί γίνονταν πνευματικές συζητήσεις.

Ἐκεῖ μᾶς ἔδινε καί συμβουλές, εἴτε σέ προσωπικό, εἴτε σέ οἰκογενει- ακό ἐπίπεδο. Τό 1998 σέ μία ἀπό αὐτές τίς συζητήσεις ἀπευθύνθηκε σέ μένα καί μέ ρώτησε ἄν διατηρῶ ἀποθέματα ἀπό συγκεκριμένα ἀγαθά, διότι ὅπως μοῦ εἶπε: «Θά σοῦ χρειασθοῦν στό μέλλον». Ἀπόρησα μέ τήν ἐρώτησή του, διότι στίς συζητήσεις πού γίνονταν καί εἶχα παρακολου- θήσει ἀρκετές, δέν ἀναφερόταν ποτέ σέ ὑλικά ἀγαθά καί ἡ ἐρώτηση αὐτή ἔγινε μόνο σέ μένα, πού τήν περίοδο ἐκείνη φάνταζε (ἄς μέ συγχωρέσει ὁ Θεός καί ὁ π. Νικόλαος) τουλάχιστον ἀστεία.

Ὅμως, ὅπως ἀποδείχθηκε στό μέλλον, μετά ἀπό πέντε μέ ἕξι χρόνια, ἀστεία δέν ἦταν ἡ ἐρώτηση, ἀλλά ἐγώ πού δέν ἄκουσα τήν συμβουλή του, διότι ὅπως εἶχε προΐδει πράγματι τά ὑλικά γιά τά ὁποῖα μέ εἶχε ρωτήσει καί τά ὁποῖα εἶχα πλούσια τήν ἐποχή ἐκείνη, μοῦ ἔλειψαν τελικά σέ πολύ μεγάλο βαθμό.

Ἡ δεύτερη μαρτυρία πού ἔχω ἀφορᾶ τήν ἐγγονή μου. Ἦταν πολύ μικρή καί εἶχε χτυπήσει. Εἴχαμε ἀνησυχήσει τόσο ἐγώ ὅσο καί ἡ κόρη μου. Πῆγα στόν πατέρα Νικόλαο καί ζήτησα τήν βοήθειά του. Αὐτός μέ καθησύχασε καί μοῦ εἶπε ὅτι ἡ μικρή δέν ἔχει τίποτα, μοῦ ἔδωσε δέ τό κορδονάκι πού εἶναι σταυρωμένο στήν Ἁγία Ζώνη τῆς Παναγίας μας. Τήν κράτησα μία ἑβδομάδα στό σπίτι καί τελικά ὄντως ἡ ἐγγονή μου δέν εἶχε κανένα πρόβλημα.

Καί ἡ τρίτη εἶναι, ὅταν ἡ κουμπάρα μου καί φίλη ἀπό τό Αἴγιο, Ἀσπα- σία Τρανούλη, ἀντιμετώπιζε ἕνα σοβαρό πρόβλημα. Μιά ἡμέρα χωρίς νά τόν περιμένει πῆγε στό σπίτι της ὁ π. Νικόλαος καί μοῦ διηγήθηκε ἡ ἴδια κλαίγοντας ἀπό συγκίνηση: «Χριστίνα μου, ἦρθε στό σπίτι μου σή- μερα ὁ πατέρας Νικόλαος χωρίς νά τόν περιμένω καί νά τοῦ ἔχω πεῖ τί- ποτα καί τά ᾽χασα. Συζήτησα μαζί του το πρόβλημά μου, μέ ἠρέμησε καί μέ βοήθησε νά βρῶ λύση».

Ἦταν ἕνας ἀξιόλογος ἄνθρωπος, ἤρεμος καί πράος καί ὅταν τόν ἐπι- σκεπτόσουν καί συζητοῦσες μαζί του φώτιζε τό μυαλό σου και γέμιζε ἡ ψυχή σου.

Μέ σεβασμό, Χριστίνα Σωτηράκη Αἰτωλικοῦ 26, Πάτρα.


Ο ΣΗΜΕΙΟΦΟΡΟΣ

π. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΕΤΤΑΣ, Ο ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΣ ΜΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΣ (1941-4/1/2000).

Ἐπισυνάπτεται τό ἐπετειακό ἄρθρο μέ τίτλο «Ὁ Σημειοφόρος π. Νικόλαος Πέττας, ὁ συνάδελφός μου ἐκπαιδευτικός (1941-4/1/2000)». Πηγή ὑλικοῦ, Κείμενο τοῦ τ. Διευθυντῆ τοῦ 2ου Ι.Ε.Κ. Πατρῶν Καθη- γητοῦ Χαράλαμπου Λ. Κοντοχρήστου, 4 Ἰανουαρίου 2012. Εἰσαγωγή ἀφιερώματος: Φώτιος Ἀρ. Δημητρακόπουλος, Καθηγητής τμήματος Φιλολογίας Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν. Ἐπιλογή Ὑλικοῦ: Αἰκατερίνη Διαμαντοπούλου, Ὑπεύθυνη ὑλικοῦ τῶν Ἱστοχώρων τοῦ Πατριαρ- χείου Ἱεροσολύμων. Πηγή: Μή Κυβερνητική Ὀργάνωση «Ρωμηοσύνη» τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων: http://romiosini.org.gr/FD44EB87.el.aspx.


πετειακό ἀφιέρωμα μέ τήν συμπλήρωση 12 ἐτῶν ἀπό τήν ὁσιακή κοίμηση τοῦ π. Νικολάου, τοῦ Χαράλαμπου Λ. Κοντοχρήστου τ.

Διευθυντῆ τοῦ 2ου Ἱ.Ἐ.Κ. Πατρῶν.

Ἡ ἀρχαιοελληνική φράση «ἐξ ὄνυχος τόν λέοντα», πού σημαίνει ἀπό τό νύχι καταλαβαίνει κάποιος τό λιοντάρι, ταιριάζει ἀπόλυτα στόν Ση- μειοφόρο π. Νικόλαο, διότι ἦταν πραγματικά ἕνα μεγαλόψυχο λιοντάρι τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς. Γενικότερα, ἡ παραπάνω φράση χρησιμο- ποιεῖται, γιά τή διάγνωση τοῦ συνόλου ἀπό μία χαρακτηριστική λεπτο- μέρεια. Αὐτό θά προσπαθήσω νά κάνω, θά καταθέσω μερικές ἄγνωστες λεπτομέρειες, ἀφιερωμένες στήν ἐπετειακή συμπλήρωση ἀπό τά δώδεκα ἔτη τῆς σεπτῆς κοιμήσεως τοῦ ὁσιωθέντος συνάδελφοῦ μας, καθηγητῆ - λευΐτου π. Νικολάου Ἀ. Πέττα ἐκ Πατρῶν. Τό ἀφιέρωμα πού ἐπιμελή- θηκα ἔχει στήν ἀρχή τόν τίτλο: «Ο ΣΗΜΕΙΟΦΟΡΟΣ π. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΕΤΤΑΣ», ἀκολουθώντας τό χαρακτηρισμό πού τοῦ ἔχει ἀποδοθεῖ, τοῦ Σημειοφόρου δηλαδή, ὅπως τόν ἔλεγαν ἀκόμα ἐν ζωῇ οἱ χριστιανικοί κύ- κλοι, ἀλλά καί ὅπως ἔχει ἀναφερθεῖ ἀπό ἄλλους προηγούμενους συγγραφεῖς καί εἰδικούς.

Δέν θά ἀναφερθῶ στά βιογραφικά τοῦ π. Νικολάου, γιατί τά ἀνέπτυξε ὁ παλιός μαθητής του καί τελευταῖα δικός μου σπουδαστής στό Τμῆμα τῆς «Ἐκκλησιαστικῆς καί Πολιτιστικῆς Κατάρτισης Πατρῶν», ὁ πανο- σιολογιώτατος ἀρχιμ. π. Ἰωακείμ Σωτηρόπουλος ἐκ Πατρῶν καταγόμε- νος καί τώρα κληρικός τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Φωκίδας, στά συναρπαστικά καί ἀποκαλυπτικά ἀφιερώματα στήν «Ὀρθόδοξη Μαρτυρία» τῆς Μονῆς Ἁγίων Σεραφείμ καί Αὐγουστίνου Τρικόρφου, τεῦχος 156, Ἰαν.-Μάρτ. τοῦ 2012 καί ἀναδημοσίευση στήν «Μοναστική Ἔκφραση» τῆς Μονῆς Ἁγίου Νεκταρίου Τρικόρφου, τεῦχος 48, Μάρτ.-Μάϊος. Ὅταν διάβασα τό ἀφιέρωμα πού ἐπιμελήθηκε ὁ ἀρχιμ. π. Ἰωακείμ, εἶπα ὅτι εἶναι πολύ σημαντικό, ἀλλά ὅσα καί νά γραφοῦν εἶναι λίγα μπροστά σέ αὐτά πού ζήσαμε, καί αὐτό τό λέμε ὅλοι ἐμεῖς, πού ἤμασταν κοντά σ’ αὐτόν τόν ἀληθινό ἱερέα.

Ὁ π. Νικόλαος, γιά ἐμᾶς τούς καθηγητές ἦταν ἕνας ἰδιαίτερος καί σπάνιος ἄνθρωπος. Ἦταν ὑπόδειγμα κληρικοῦ–καθηγητοῦ, μέ τή συνέ- πειά του καί τήν πνευματικότητά του, ἀλλά ἔχοντας ἕνα δικό του τρόπο, γιά νά γίνεται προσιτός καί ἀγαπητός ἀπό ὅλους, ὅπως στούς συναδέλ- φους, στό προσωπικό καί στούς σπουδαστές τῶν Σχολῶν. Ἦταν γιά ὅλους ἐμᾶς ἕνα ὑγιές καί σπάνιο παράδειγμα, ἕνας ζωντανός ἄνθρωπος. Ἦταν πολύ ἰδιαίτερη φυσιογνωμία, πού προκαλεῖ πολλά συναισθήματα. Συνδύαζε τήν εὐγενῆ ἁπλότητα καί τό σιωπηλό μεγαλεῖο. Αὐτό πού νιώθω σίγουρα εἶναι ὅτι βρισκόταν στό σημεῖο πού τόν ἀντιπροσώπευε πραγματικά. Ἦταν μία φυσιογνωμία πού δέν μπορεῖς νά τή φανταστεῖς πουθενά ἀλλοῦ παρά ἐκεῖ πού ἦταν. Συγκλονιστική προσωπικότητα!

Κοντά του ἔζησα πολλά θαυμαστά γεγονότα, καί καταθέτω ὁρισμένα ἀπό αὐτά, γιά νά διασωθοῦν, γιατί πολλοί ἄνθρωποι πού γνώριζαν πολλά γιά τόν σπάνιο αὐτό ἱερέα, ὅσο περνοῦν τά χρόνια φεύγουν, καί μαζί τους χάνονται μοναδικές ἱστορίες πού βίωσαν κοντά του. Θά ἤθελα νά πῶ ἀπό τήν ἀρχή ὅτι ζούσαμε κοντά στό π. Νικόλαο, καί ἀκοῦμε ἀκόμα περισσότερα, πού πληροφορούμαστε μετά τήν κοίμησή του, πού εἶναι ἐπί τό πλεῖστον κατορθώματα φοβερά, πρωτοφανῆ, σχεδόν ἀπί- στευτα. Ἀπεναντίας, γιά τόν ἴδιο τόν Γέροντα, πού ζοῦσε τόσο φυσικά μέσα στό χῶρο τῆς παντοδύναμης θείας χάριτος, ἦταν γεγονότα ἁπλά, συνηθισμένα, χωρίς ἰδιαίτερη σημασία.

Γνωριστήκαμε ὡς λαϊκοί μετά ἀπό τό 1978 καί ἐκεῖνος δίδασκε ὅλα τά μαθήματα πού ἀφοροῦσαν τήν μηχανολογία. Καί οἱ δυό ὑπήρξαμε συνάδελφοι στίς Τεχνικές σχολές στήν Πλατεία Γλαράκι καί στίς Σχολές στό Κουκούλι Πατρῶν, πού ἀργότερα ἔγιναν ΣΕΚ, ὅπου στεγάζονταν τά ἐργαστήρια. Οἱ Σχολές πού ὑπηρετήσαμε ὅλα αὐτά τά χρόνια ἦταν κυρίως τό 1ο ΤΕΕ, 2ο ΤΕΕ, τό Νέου Τύπου, τό Λύκειο, τό Τεχνικό Λύ- κειο, Κατωτέρα Σχολή, ὅπως λεγόταν παλαιότερα.

Ἦταν ἀπό τότε ἕνας σεμνός καί μειλίχιος καθηγητής. Πρωτοδιορίστηκε στίς Τεχνικές Σχολές τῆς Ναυπάκτου καί, μετά ἀπό τήν μετάθεσή του, στήν Πάτρα. Ἦταν γιά ἐμᾶς εὐτυχές γεγονός, γιατί ἔτσι τόν γνωρί- σαμε. Ἡ παρουσία του ἦταν μετρημένη μέ ἱεροπρέπεια καί ἐάν τοῦ ἔβαζες ἕνα ράσο ἐνέπνεε, θά ἦταν ἕνας κανονικός ἱερέας πού σοῦ ἔμπνεε σεβασμό. Τοῦ ἄρεσε τό δίκαιο καί τό σωστό. Στά παιδιά φερόταν μέ ἀγάπη καί ἐπιείκεια.

Στήν ἀρχή δέν τό καταλάβαιναν καί τούς ἔκανε ἐντύπωση, ὅταν ἀργό- τερα χειροτονήθηκε, τό πῶς ἕνας ρασοφόρος εἶναι παράλληλα καί καθη- γητής τους στή μηχανολογία καί ἔμπαινε μέ τά ράσα μέσα στό ἐργαστήριο νά τούς διδάξει στήν πράξη. Ὅλη αὐτή ἡ σκέψη τούς ἔκανε στήν ἀρχή νά τόν χλευάζουν, ἐνῶ ἐκεῖνος ἔκανε ὅτι δέν καταλάβαινε... Ὅσο κυλοῦσαν οἱ πρῶτες μέρες, ἕνα παράξενο πνευματικό δέσιμο γινόταν μαζί του, ἐνῶ γιά τούς σπουδαστές ἀμέσως μετά γινόταν ὁ πατέρας τους, ὁ διδάσκαλός τους, ἡ παρηγοριά, ἡ ἀγαλλίαση, ὁ εὐσκιόφυλλος γε- ροπλάτανος πού θά ἔβρισκαν ἀπάγκιο.

Τόν ἐνδιέφερε νά πάρουν οἱ σπουδαστές γνώσεις ἐπιστημονικές ἀλλά καί πνευματικές, ἔτσι ὥστε νά εἶναι χρήσιμοι στήν κοινωνία καί νά κάνουν σωστές οἰκογένειες. Αὐτό τό κατόρθωνε μέ μοναδικές παιδαγωγικές με- θόδους. Ὁρισμένοι συνάδελφοι ταλαιπωροῦσαν τά παιδιά γιά διαφόρους λόγους, ὅπως μέ τήν αὐστηρότητα, καί τότε ὁ π. Νικόλαος μεσολαβοῦσε καί τά βοηθοῦσε νά πάρουν τό πτυχίο τους. Ὅταν τόν ρωτοῦσαν οἱ ἄλλοι καθηγητές γιατί τό κάνει αὐτό, ἀπαντοῦσε: «Εἶναι παιδιά πονεμένα, τραυματισμένα ἀπό οἰκογενειακά προβλήματα. Τά ρωτήσατε ποτέ τί ἀγωνίες καί τί στενοχώριες περνᾶ κάθε ἕνα ἀπό αὐτά; Ἄλλο εἶναι ὀρφανό, ἄλλο ἔχει τήν μητέρα του ἀνάπηρη, ἄλλο δέν ἔχει ποῦ νά μείνει, γιατί οἱ γονεῖς χώρισαν, ἄλλο εἶναι εὐαίσθητο, ἄλλο εἶναι ἀδικημένο! Πρέ- πει νά τά βοηθήσουμε νά πάρουν τά ὅπλα τους (πτυχίο δηλαδή) καί νά ἀνοίξουν τά φτερά τους καί νά κάνουν οἰκογένειες!». Ἀκόμα τούς ἔλεγε:

«Ἐμεῖς δέν ἔχουμε παιδιά, δέν εἶναι ζωηρά, δέν κάνουν τόν κύκλο τῆς ἐφηβείας;». Αὐτό μαρτυροῦσε ὅτι ἦταν λεπτός ἄνθρωπος καί γνώριζε καλά τά παιδαγωγικά καί τήν ψυχολογία τῶν παιδιῶν.

Μᾶς μιλοῦσε γιά τήν πίστη καί τά ἰδανικά μας καί τήν αἴγλη τοῦ φυλῆς μας πού ξεκινᾶ ἀπό τήν ἀρχαία Ἑλλάδα καί μεγαλούργησε ἀπό τόν συγ- κερασμό αὐτοῦ τοῦ πνεύματος μέ τήν χριστιανική πίστη στήν Βυζαντινή αὐτοκρατορία. Μᾶς ἔλεγε ἀκόμα ὅτι: «Ἡ πρωτεύουσα τοῦ γένους μας, ἄς εἶναι στά χαρτιά καί στούς χάρτες ἡ ὄμορφη Ἀθήνα μας, ὅμως ἡ ἰδεατή καί μακρόχρονη πρωτεύουσα τῆς φυλῆς μας καί τής Ἐκκλησίας μας εἶναι ἡ Πόλη τῶν πόλεων, ἡ Κωνσταντινούπολη!» Ὅμως αὐτά, γιά ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους τῶν θετικῶν ἐπιστημῶν καί τοῦ ὀρθολογιστικοῦ πνεύματος, πού ἐπικρατεῖ στήν ταλαίπωρη παιδεία μας, μᾶς ἔκαναν ἐντύπωση, ὅμως τά ἐξέφραζε μέσα ἀπό τήν καρδιά του καί μέ μεγάλη πίστη. Ὡστόσο, μέ τόν καιρό τόν κατανοούσαμε καθώς ἑρμηνευόντουσαν σταδιακά καί θαυ- μάζαμε τό μεγαλεῖο αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου.

Κατόπιν θείας ἐντολῆς καί προσταγῆς πού κράτησε ἐπί τρία χρόνια, τό 1983 χειροτονεῖται διάκονος καί κατόπιν πρεσβύτερος, ὅμως αὐτό δέν μᾶς ἔκανε ἐντύπωση, γιατί καί ἀπό πρίν μέ τήν εὐσέβεια καί πνευματι- κότητα πού εἶχε, ὅταν τόν ἀντικρίζαμε, τόν φανταζόμασταν μέ ράσο καί ἄς ἦταν ἀκόμα λαϊκός. Μέ τό πού τό φόρεσε, συμπληρώθηκε αὐτό πού τοῦ ἔλειπε, δέν μᾶς ἔκανε ἐντύπωση οὔτε σέ ἐμᾶς τούς καθηγητές, ἀλλά οὔτε καί στούς σπουδαστές μας.

Ὁ τότε Μητροπολίτης Νικόδημος πού τόν χειροτόνησε, στόν λόγο του πῆρε προσωπική θέση καί ἐπαίνεσε τό συνάδελφό μας, καί ἀπό ὅσο γνω- ρίζω, ὁ συγκεκριμένος ἱεράρχης σπανιότατα ἐξέφραζε δημόσια ἀπόψεις γιά κάποιον ἄνθρωπο. Τόνισε μεταξύ τῶν ἄλλων στό οὐράνιο κάλεσμα τοῦ οἰκογενειάρχη καθηγητοῦ Νικολάου Πέττα, ὥστε νά χειροτονηθεῖ κα- τόπιν οὐράνιου καλέσματος, πού τόν πρόσταζε αὐστηρά ἐπί τρία χρόνια νά γίνει λειτουργός καί διαχειριστής τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ. Μάλιστα εἶχε πεῖ ὅτι: «Πολλές χειροτονίες μέ ἀξίωσε ὁ Θεός νά τελέσω, ἀλλά αὐτό πού ἔνιωσα στήν χειροτονία αὐτή εἶναι κάτι τό μοναδικό». Ἀνάφερε ὅτι:

«Καί στούς δυό βαθμούς ἱερωσύνης πού ἔδωσα στόν π. Νικόλαο, ἔνιωσα νά ζῶ μία μοναδική καί ἀνεπανάληπτη Πεντηκοστή, πού κατῆλθε μέσα ἀπό τήν δεξιά μου καί στούς δυό βαθμούς τῆς χειροτονίας του μέ πύρινες γλῶσσες στήν κεφαλή τοῦ νεοχειροτονούμενου. Δόξα τό ὄνομα τοῦ ζῶντα Θεοῦ». Στό τέλος δόξαζε τόν Τριαδικό Θεό καί εἶπε: «Πατέρα Νικόλαε, νιώθω ὅτι ἐλεήθηκα ἀπό τήν χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ἀφότου ἔβαλα τάς χεῖρας μου στήν κεφαλή σου, γιά νά σοῦ μεταδώσω τό ἀξίωμα τῆς ἱερωσύνης. Πιστεύω ὅτι μέ κάτι τέτοιες μοναδικές καί ἰδιαίτερα πνευματοφόρες χειροτονίες θά βρῶ τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Νά μέ ἐνθυμᾶσαι καί νά μέ μνημονεύεις σέ παρακαλῶ καί σέ αὐτή τήν ζωή καί στήν ἄλλη, ὅταν σέ καλέσει ὁ Κύριος». Ὁ π. Νικόλαος ἦταν σέ ἄλλο κόσμο μετά τίς χειροτονίες· λές καί ἦταν ὑπνωτισμένος καί ὅταν συνειδητοποίησε τί συνέβη, ἄρχισαν νά τρέχουν δάκρυα ἀπό τά μάτια του, δάκρυα χαρμολύπης. Χαρᾶς γιατί τόν ἀξίωσε ὁ Θεός νά λάβει τήν ἱερωσύνη, ἄν καί ἀνάξιος καί ἀδύναμος, ὅπως χαρακτηριστικά ἔλεγε γιά τόν ἑαυτό του, γιά ἕνα τόσο μεγάλο διακόνημα, καί λύπης, μήπως δέν φανεῖ ἀντάξιος ὡς δια- χειριστής τῆς Θείας Χάριτος καί τῶν μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας.

Στίς Ἐπαγγελματικές Σχολές, ὅπου διδάσκαμε ὅταν ἦρθε, μᾶς φάνηκε παράξενο, ἀλλά σύντομα τό συνηθίσαμε καί ἐκεῖνος συνέχισε μέ πολλή εὐσυνειδησία τά καθήκοντά του ὡς ἐκπαιδευτικός.

Ὡς κληρικός, ὡς φαμελιάρης (δηλ. πατέρας πολυμελοῦς οἰκογένειας), ὡς καθηγητής καί ὡς ἕνα δραστήριο μέλος τῆς κοινωνίας περνοῦσε πολ- λές στενοχώριες καί εἶχε πολλά βάρη. Οἱ ὑποχρεώσεις καί τά καθήκοντά του, ὅπως καί γιά μᾶς πού ἔχουμε οἰκογένειες, εἶναι δύσκολες καί πο- λύπλοκες. Μερικές φορές, ἄν καί δέν τό ἔδειχνε, καταλάβαινα ὅτι ἦταν σωματικά ἐξαντλημένος. Τότε μοναδικό του στήριγμα ἦταν ἡ προσευχή, ἡ ἐπικοινωνία μέ τόν οὐράνιο Πατέρα, ὅπως ἔλεγε. Ὅσοι εἴχαμε πιό στε- νές σχέσεις μαζί του, τόν βλέπαμε μερικές φορές μεταρσιωμένο, νά εἶναι κάπου ἀλλοῦ. Θαρρεῖς καί δέν βρισκότανε στή γῆ, ἀλλά κάπου μακριά, πολύ μακριά, σ’ ἕνα κόσμο φωτεινό καί πανευφρόσυνο, πού μονάχα ὁ ἴδιος γνώριζε. Καθώς ἐργαζόταν, τά χείλη του δέν ἔπαυαν οὔτε στιγμή νά κινοῦνται ἀθόρυβα σέ ἐπικοινωνία μέ τόν Δημιουργό. Καί ξαφνικά βλέπαμε τό ἤρεμο καί καθαρό πρόσωπό του νά λάμπει καί νά στολίζεται μ’ ἕνα οὐράνιο χαμόγελο πνευματικῆς εὐδαιμονίας. Ὅσοι εἴχαμε τήν τύχη νά εἴμαστε δίπλα του ἐκεῖνες τίς στιγμές, ξεχνούσαμε τά προβλή- ματα καί τά πολλά βάρη, νιώθαμε ἀπερίγραπτη χαρά καί εὐφορία, παίρ- ναμε κουράγιο καί δύναμη … Αὐτή ἡ ἐσωτερική κατάσταση ὅμως δέν ἐμπόδιζε τόν π. Νικόλαο νά εἶναι κοντά στούς πολλούς σπουδαστές του καί σέ ἐμᾶς, νά γλυκαίνει τούς ἀνήσυχους καί ἀπογοητευμένους νέους καί νέες μέ τήν ἀπέραντη ἀγάπη του, νά κάνει πάντα τό καλό. Ἡ προσευχή καί ἡ φιλανθρωπία ἦταν τά δυό φτερά τῆς ψυχῆς του.

Βοηθοῦσε ὅλους τούς σπουδαστές χωρίς διάκριση – ἐπειδή τούς ἀγα- ποῦσε ὅλους χωρίς διάκριση. Δέν ἐξέταζε ποτέ τό ἦθος, τό φύλο, τήν κα- ταγωγή, τό χαρακτήρα, τίς ἐφηβικές ἀντιδράσεις καί τό παρελθόν τῶν σπουδαστῶν πού εἶχαν ἀνάγκη ἀπό στήριξη ἤ συμπαράσταση. Τοῦ ἔφτανε καί μόνο ὅτι ἦταν ἄνθρωπος – «εἰκόνα Θεοῦ». Καί ἔδινε χρόνο, ἀπό τόν λίγο πού τοῦ ἔμενε, καί θυσιαζόταν γι’ αὐτόν.

Στήν ἀρχή, οἱ σπουδαστές νόμιζαν ὅτι τό ἔκανε αὐτό, γιά νά τούς ἔχει κοντά του ὡς ἀντάλλαγμα, γιά νά τούς διδάσκει τά πνευματικά ἤ ἔστω γιά νά κερδίσει τό θαυμασμό καί τήν εὐγνωμοσύνη τους. Σύντομα ὅμως κατάλαβαν ὅτι δέν εἶχε τέτοια κίνητρα, ἀλλά ὁ ἄδολος χαρακτήρας, πού εἶχε ἀπό πρίν, ὅταν ὑπηρετοῦσε ὡς λαϊκός-καθηγητής, ἦταν ὁ ἴδιος καί τώρα ὡς κληρικός-καθηγητής.

Οἱ καλλιεργημένοι πνευματικά συνάδελφοί μας ἔβλεπαν στό πρόσωπο τοῦ ἱερέα αὐτοῦ τόν ἐπιστήμονα πού συνταίριαζε τήν πίστη μέ τή γνώση. Ἀκόμα καί οἱ ὀρθολογιστές καί οἱ ἀντιδραστικοί στό Χριστό, μέ τόν χρόνο, καί μέ τό καλό του παράδειγμα, σταμάτησαν νά ὑποπτεύονται μήπως εἶναι «σκοταδιστής» καί ἄρχισαν μέ τό χρόνο νά ἀναθεωροῦν τίς ἀπόψεις τους γιά τήν Ὀρθοδοξία. Ἀκόμα καί ἄνθρωποι πού τοῦ δήλωναν ὅτι δέν τόν συμπαθοῦσαν, γιατί φοροῦσε τό ράσο, συχνά τόν πλησίαζαν καί ζητοῦσαν τή συμβουλή του γιά διάφορα θέματά τους, γιατί ὁ π. Νικόλαος δέν τούς περιφρονοῦσε καί δέν τούς ἀπέφευγε, τούς τραβοῦσε κοντά του, γιατί δέν φοβόταν. Μέ τή σεμνότητά του, πού συνδυαζόταν μέ τή γενναιότητα, κέρδιζε τήν ἐκτίμηση καί τό θαυμασμό ἀνθρώπων πού δέν περίμενες νά σεβαστοῦν ποτέ ἕνα ρασοφόρο. Ὅταν χρειαζόταν νά ὑποστηρίξει κάποιον ἀδικημένο καί βασανισμένο, ἔδειχνε καί τό θάρρος καί τήν ἀνδρεία του σέ ὅσους τόν ταλαιπωροῦσαν. Καί ἐνῶ ὡς τότε γνω- ρίζαμε τήν καλωσύνη καί τήν εὐσπλαχνία του, ἐκεῖνες τίς στιγμές βλέπαμε τήν τόλμη του καί τήν παλικαριά του. Ὅλα αὐτά τά στοιχεῖα τῆς δυνα- μικῆς προσωπικότητάς του μᾶς σαγήνευαν. Στή μορφή του ἔβλεπες ἕναν ἄνθρωπο ἀσυνήθιστο, ἕναν ἄνθρωπο πραγματικά μεγάλο ἄρχοντα.

Ἐμεῖς πολλές φορές κάναμε κάποια πράγματα, διοικητικά ἤ προσω- πικά, κρυφά ἀπό ἐκεῖνον, γιατί δέν χρειαζόταν ἄλλωστε νά τά ξέρει ὅλα. Ὅμως ὅλα γινόντουσαν ἀντιληπτά ἀπό τόν π. Νικόλαο μ’ ἕναν ἄλλο τρόπο, πιό βαθύ, πιό οὐσιαστικό. Μέσα στήν ἀπέραντη ἠρεμία πού τόν χαρακτήριζε, ἀντιλαμβανόταν κάθε κίνηση, καί, μέ μίαν ἐξαιρετική θε- όσδοτη χάρη, καταλάβαινε ὄχι μόνο ὅσα δέν τοῦ λέγαμε, μά καί ὅσα σκεφτόμαστε. Καμιά φορά ἔλεγε μέ χιοῦμορ: «Στήν χούφτα μου σᾶς ἔχω, δέν μπορεῖτε νά κρυφτεῖτε!», καί ἔδειχνε τήν δεξιά του παλάμη σέ σχῆμα χούφτας.

Ἄλλες φορές, σέ ὧρες ἐλεύθερες, ἐρχόταν στό γραφεῖο μου καί συζητούσαμε τά πνευματικά. Σ’ ὅλη τή διάρκεια αὐτή νιώθαμε σάν νά εἴμα- στε μόνοι μας, καί ἄς ἦταν ἡ πόρτα ὀρθάνοικτη. Ἦταν σάν νά εἴμαστε οἱ δυό μας βυθισμένοι στήν αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ, στήν ἡσυ- χία τῆς ἐσωτερικῆς μονώσεως. Ὅ,τι καί ἄν μέ βασάνιζε ἐκεῖνες τίς στιγ- μές, ὅ,τι μέ κρατοῦσε δεμένο στή γῆ, χανόταν. Ὑπῆρχε μόνο ὁ Χριστός. Ὅταν εἶχα διστακτικότητα καί σύγχυση στά πνευματικά, ἀλλά κυρίως ἀπελπισία, τό διεγνώριζε κάθε φορά αὐτό καί μέ στήριζε στό κάθε ἐρω- τηματικό τοῦ νοῦ μου. Σέ κάθε τέτοια στιγμή ἀποσβολωνόμουν, γιατί γνώριζε τήν κατάστασή μου. Ἐγώ κάθε φορά ἔτρεχα περισσότερο κοντά του καί μέ στήριζε καί μέ ἐνίσχυε πολύ. Χάρη στόν π. Νικόλαο βρῆκα τήν πίστη καί τήν ἐν Χριστῷ ἐλευθερία. Εἶχα, βέβαια, πολλές μεταπτώσεις. Συχνά μέ ταλαιπωροῦσε ἡ ὀλιγοπιστία. Συχνά μέ ἔπνιγαν οἱ ἀμφι- βολίες καί ἡ ἀβεβαιότητα. Συχνά μέ νικοῦσε ὁ ἐγωϊσμός, ἡ ἀμφισβήτηση καί ὁ ὀρθολογισμός. Ὁ π. Νικόλαος ἔλεγε: «Στή σημερινή ἐποχή, μέ τήν ἔλλειψη πνευματικότητας, μέ τήν ψυχική ἀλλοτρίωση καί τήν ἀμφισβήτηση τῆς πίστης, οἱ ἀμφιβολίες καί οἱ μεταπτώσεις εἶναι ἑπόμενες καί ἀναπόφευκτες. Ἐσύ ὅμως, μέσα ἀπό τήν προσωπική σου πάλη καί τόν ἀγῶνα σου καί τή δίψα γιά τά πνευματικά, μπορεῖς πιά νά ψηλαφίσεις τόν Κύριο. Καί γνωρίζεις τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ σ’ Ἐκεῖνον. Εἶναι ὁ βιω- ματικός δρόμος τῆς ἐμπειρίας, τῆς μελέτης καί τῶν δακρύων. Ἀκολού- θησέ τον καί τά βάρη τῆς παλιᾶς ζωῆς θά ἀντικατασταθοῦν σύντομα μέ τό ἐλαφρύ φορτίο τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς. Εἶναι μέθη καί ἀληθινό γλέντι ὁ Χριστός».

Τό διορατικό χάρισμα τοῦ π. Νικολάου προκαλοῦσε τήν ἔκπληξη, τό θαυμασμό ἀλλά καί τό φόβο σ’ ἐκείνους πού τό διαπίστωναν. Ὁ ἴδιος ὅμως, ἀπό τήν ὑπερβολική του ταπείνωση, καί λέγοντας ὅτι εἶναι ὁ ἁμαρτωλότερος πάντων, δέν θεωροῦσε τόν ἑαυτό του χαρισματοῦχο, γιατί, μέ μιάν ἀπέραντη παιδική ἁπλότητα, πού γινόταν σέ ὁρισμένους παρεξηγήσιμη, ἄν δέν καταλάβαινες τί ἤθελε ἀκριβῶς νά ἐκφράσει μέσα ἀπό αὐτή, πίστευε πώς ἡ γνώση τοῦ περιεχομένου τῆς ἀνθρώπινης καρ- διᾶς εἶναι κάτι τό ἐντελῶς φυσικό γιά ἕναν ποιμένα λογικῶν προβάτων. Ὅσο ζοῦσε ἐρχόντουσαν κληρικοί καί λαϊκοί γιά νά τόν συναντήσουν καί τόν συμβουλευτοῦν. Ἀνάμεσα σέ αὐτούς ἦταν πατέρες ἀπό τήν Πελοπόννησο καί ἄλλα μέρη τῆς Ἑλλάδας, ἀκόμα καί ἀπό τό Ἅγιο Ὄρος, ἐπίσης ἀπό τά Ἱεροσόλυμα. Ἀπό τήν Ἁγία Γῆ ἔβλεπα κάθε χρόνο νά ἔρχεται ὁ ἀρχιμ. π. Ἰγνάτιος Κ. Καζάκος, ἡγούμενος τῆς Μονῆς τῶν Ποι- μένων καί γιά ὧρες συζητοῦσαν γιά τά ἐκεῖ πράγματα καί ὁ π. Νικόλαος τοῦ ἔδινε συμβουλές καί ἀπαντήσεις σάν νά γνώριζε τά πρόσωπα καί τίς καταστάσεις μέ κάθε λεπτομέρεια. Ἔλεγε στόν π. Ἰγνάτιο ὅτι: «Οἱ Ἁγιοταφίτες Πατέρες φυλᾶττε μέρη Ἅγια καί Θεοβάδιστα καί αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό γεγονός, νά εἶστε Ἄξιοι καί νά ἀγωνίζεστε γι’ αὐτό πού ταχθήκατε καί θά λάβετε μεγάλο μισθό ἀπό τόν Θεό!». Παρόμοια λόγια ἔλεγε καί στόν γνωστό Ἁγιοταφίτη μοναχό π. Παντελεήμονα Ἀνδρόνικο, ὅταν τόν συναντοῦσε στή Μονή τοῦ ὁσίου Παταπίου Λουτρακίου.

Μοναδική ἦταν ἀκόμα ἡ χαρισματική δύναμη τῆς ἐπιβολῆς του σέ ἐμᾶς, τούς συνανθρώπους του. Ὁρισμένοι τόν ἀγαποῦσαν καί τόν σέ- βονταν, μερικοί ὅμως τόν πολεμοῦσαν μέ μένος, κυρίως ἀπό τόν χῶρο τοῦ ράσου. Ἐκεῖνος ὑπέμενε τόν αἰσχρό πόλεμο πού τοῦ ἔκαναν μέ ταπεινοφροσύνη, μεγαλοψυχία καί σιωπή. Σε μιά ἀπό τίς σπάνιες φορές πού μᾶς ἐμπιστεύτηκε σέ λίγους τόν πόνο του σάν ἄτομα τῆς ἐμπιστο- σύνης του, καί ὅταν παίρναμε θάρρος καί τόν ρωτούσαμε γιατί τοῦ ἔκα- ναν τόσο πόλεμο, ἐκεῖνος ἀπαντοῦσε: «Ἀφοῦ τό ἐπιτρέπει ὁ Θεός κάτι θά θέλει νά ὠφεληθῶ καί ἐργάζεται τήν σωτηρία, νά εἶναι εὐλογημένο. Ἄς γίνει τό θέλημά Του!». Ἄλλες φορές συζητάγαμε γιά τούς βίους ἁγίων, ὅπως τοῦ Παπουλάκου, τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως, καί τοῦ πνευματικοῦ του ἀναστήματος, τοῦ ἀειμνήστου π. Γερβασίου Πα- ρασκευοπούλου, τόν ὁποῖο εἶχε πνευματικό ὁ π. Νικόλαος, γιά τήν ἔντονη πολεμική πού πέρασαν ὅλοι αὐτοί οἱ Γέροντες, πόλεμος πού πή- γαζε ἀπό πολλά κέντρα καί πολλούς ἀνθρώπους ἀπό διάφορες θέσεις καί ἀξιώματα. Τόν ρωτούσαμε πολύ ἐμπιστευτικά γιατί γίνεται αὐτό, γιατί τό ἐπιτρέπει ὁ Θεός; Δηλαδή, ἐννοοῦμε ὅτι ἄλλοι νά σέβονται καί νά πιστεύουν αὐτές τίς ἱερές μορφές καί ἄλλοι νά τούς πολεμοῦν μέ μίσος καί μένος! Ἐκεῖνος ἀπαντοῦσε ὡς ἑξῆς: «Ἄν θέλεις νά δεῖς ὅτι βαδίζεις σωστά, ὅπως θέλει ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ, μιά μερίδα ἀνθρώπων θά σέ χαίρονται καί θά σέ ἐκτιμοῦν, καί ἡ ἄλλη ὁμάδα ἀνθρώπων θά σέ μι- σοῦν καί θά σέ διαβάλλουν. Δηλαδή, αὐτοί πού θά χαίρονται θά εἶναι καί αὐτοί ἀγωνιστές καί ἄνθρωποι τοῦ φωτός, ἐνῶ ἐκεῖνοι πού θά σέ πο- λεμοῦν, θά εἶναι ἄνθρωποι συνδεμένοι μέ τά γήϊνα καί θά ἐλέγχονται ἀπό τόν ἀγώνα τόν καλό καί ἡ ὕπαρξή τους εἶναι μέσα στό σκότος. Τούς τελευταίους θά τούς συγχωρᾶμε καί θά προσευχόμαστε γιά τήν σωτηρία τους. Αὐτός εἶναι ὁ χρυσός κανόνας τοῦ ἀγωνιζομένου ἀνθρώπου». Γε- νικότερα, ὁ Πατραϊκός λαός ἤξερε πώς εἶχαν κοντά τους ἕνα ἱερέα-κα- θηγητή, πού βάδιζε στό δρόμο τῆς πνευματικῆς τελειότητας καί θέωσης. Θά ἀναφέρω ἕνα προσωπικό γεγονός μέ τήν ὑγεία μου. Τό 1996 εἶχα ἀσθενήσει ἀπό σοβαρότατη ἀσθένεια. Ἔκανα ἕναν κύκλο θεραπείας ἐδῶ καί ἔπρεπε νά ταξιδέψω στό Λονδίνο, γιά νά κάνω σέ εἰδικό νοσοκομεῖο λεπτότατη ἐγχείρηση, γιά νά μήν ἐπιδεινωθεῖ ἡ κατάσταση. Πρίν ταξι- δεύσω μέ κάλεσε στό «Ἀσκητήριό του», ἀπέναντι ἀπό τό σπίτι του στό τέρμα τῆς ὁδοῦ Ν.Τ. Ζαφειράκη στήν Ἄνθεια. Ἐκεῖ τέλεσε μέ κατάνυξη τό μυστήριό του Ἁγίου Εὐχελαίου καί μοῦ εἶπε νά ἐπαλειφθῶ παντοῦ μέ τό ἅγιο ἔλαιο, πρίν τήν ἐγχείρηση. Καί πράγματι, μέ τίς συμβουλές πού μοῦ ἔδωσε καί μέ τήν προσευχή του, θεραπεύτηκα πλήρως καί μέχρι σήμερα εἶμαι ὑγιέστατος.



Θά καταγράψω καί ἕνα ἄλλο γεγονός ἀπό τόν οἰκογενειακό μου κύκλο, γιά νά γίνουν περισσότερο κατανοητά τά χαρίσματα αὐτοῦ τοῦ ἱερέα. Κάποια μέρα, τό θέρος τοῦ 1997, μοῦ τηλεφώνησε τρεῖς φορές συ- νεχόμενες, νωρίς τό πρωΐ καί μοῦ εἶπε μέ εὐγένεια καί σιγουριά: «Χαρά- λαμπε ἐντός τριῶν ἡμερῶν ἡ ἀδελφή σου Βασιλική θά φύγει γιά τούς Οὐρανούς, πρέπει νά πᾶμε τώρα νά ἐξομολογηθεῖ καί νά τήν μεταλά- βουμε». Τοῦ ἀπάντησα: «Πατέρα Νικόλαε, τί μοῦ λές πρωί-πρωί; Οἱ για- τροί εἶπαν ὅτι μετά ἀπό τόν κύκλο τῶν χημειοθεραπειῶν θά ζήσει ἕνα μήνα ἀκόμα». Στήν ἀρχή δέν τοῦ ἔδωσα σημασία καί τοῦ ἔκλεισα καί τίς τρεῖς φορές τό τηλέφωνο ἔντονα ἐκνευρισμένος. Ὅμως τό ξανασκέφτηκα καί εἶπα, ἄν θά βγεῖ καί αὐτό τί θά κάνω; Τοῦ τηλεφώνησα λοιπόν καί τοῦ εἶπα: «Πατέρα Νικόλαε ἑτοιμάσου νά πᾶμε!». Καί ὁ δίκαιος πατήρ μοῦ ἀπαντᾶ μέ λίγα λόγια: «Ἐντάξει ἔλα γρήγορα νά πᾶμε τώρα».

Ἐγώ, λόγω τοῦ ὅτι εἶχα καί ἄλλα προσωπικά βιώματα, διότι μοῦ εἶχε πάρα πολλή ἐμπιστοσύνη, ἀλλά εἶχα ἀκούσει ἐπίσης ἀπό τούς συναδέλφους καί τούς σπουδαστές μας ὅτι ὁ π. Νικόλαος μέ τήν προσευχή του ἀποκάλυπτε καί πρόλεγε, τελικά ὑπάκουσα καί ξεκίνησα νά πᾶμε στήν ἀδελφή μου. Ὅταν φτάσαμε, εὐλόγησε τήν ἀδελφή μου καί τῆς λέει γλυκά: «Βασιλική, ὁ Χριστός ἦρθε, ἡ Παναγία ἦρθε;». «Ναί!», ἀπαντᾶ ἐκείνη». Τήν ρωτάει στή συνέχεια: «Ὁ ἅγιος Γεώργιος ἦρθε;». Σημει- ώνουμε ὅτι ὁ Μεγαλομάρτυρας Γεώργιος εἶναι προστάτης τοῦ χωριοῦ μας, ἀφοῦ στό ὄνομά του εἶναι ἀφιερωμένος ὁ κεντρικός Ναός. Τοῦ ἀπαντᾶ ἐκείνη ἀρνητικά. Τότε τήν ρωτᾶ τελευταῖα «Ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος ἦρθε;». Σημειώνουμε ἀκόμα ὅτι ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος εἶναι ὁ προστάτης ἅγιος τοῦ κοιμητηρίου τῆς γενέτειράς μας. Ἐκείνη ἀπαντᾶ θετικά. Τότε μοῦ λέει μέ πόνο καί βεβαιότητα: «Χαράλαμπε, πράγματι θά φύγει ἡ ἀδελφή σου, γιατί ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος εἶναι ὁ προστάτης τοῦ κοιμητηρίου τοῦ χωριοῦ σου, ἔτσι δέν εἶναι;». Καί γεμάτος ἔκπληξη καί συγκίνηση τοῦ κούνησα τά κεφάλι μου καταφατικά.

Καί ὄντως, τήν τρίτη ἡμέρα ἡ ἀγαπημένη μου Βασιλική ἀναπαύτηκε. Ἐγώ, ἀπό τήν πρώτη στιγμή πού ἔζησα τέτοια μεγάλη ἀποκάλυψη, τόν


Ρωτοῦσα τόν π. Νικόλαο: «Ποῦ τά ξέρεις αὐτά; κ.τ.λ.» Ἐκεῖνος γιά ἀρκετό καιρό ξέφευγε νά ἀπαντήσει ἀλλάζοντας συζή- τηση, δέν ἤθελε νά φανερώσει τήν χάρη πού τοῦ ἐμπιστεύτηκε ὁ Θεός καί ὅταν ἐπέμενα, τό ἔριχνε στό καλαμπούρι γιά νά ξεγλιστρήσει. Συχνά οἱ δυό μας, ἀλλά καί μέ ἄλλους συναδέλφους, ἀνηφορίζαμε γιά προσκύ- νημα στήν γυναικεία Μονή Ἐλεοῦσας Πιτίτσας Πατρῶν. Ἐκεῖ μέ τίς ἀδελφές, ἀλλά καί μέ τήν νῦν προηγουμένη Γερόντισσα Μακρίνα, συζητούσαμε πνευματικά πράγματα, καί στό τέλος κάναμε καί ἀκολουθίες στό Καθολικό. Αὐτό μᾶς ἄρεσε, στούς συναδέλφους καθηγητές καί διδαχτήκαμε πολλά γιά τήν πίστη μας σέ αὐτές τίς εὐλογημένες καί ἀνεπανάληπτες ἐμπειρίες. Ἀξίζει νά ἀναφέρω καί τό ἑξῆς. Πολλές φορές, ὅταν συζητούσαμε πράγματα πού ἀπαιτοῦσαν μεγάλη πνευματική ὡριμότητα γιά νά τά κατανοήσουμε ἐμεῖς οἱ λαϊκοί, ὁ π. Νικόλαος καί ἡ Γερόντισσα μᾶς τά ἐξηγοῦσαν ἀναλυτικά. Ἐμεῖς δείχναμε ἀπό ντροπή ὅτι στό τέλος τά καταλάβαμε, ὅμως ὁ π. Νικόλαος διέγνωνε κάθε φορά ποιά σημεῖα ἤθελαν ἐπιπλέον ἀνάπτυξη καί ἐνῶ ἐμεῖς δῆθεν λέγαμε ὅτι τό κατανοήσαμε, ἐκεῖνος ἔλεγε στή Γερόντισσα: «Σᾶς παρακαλῶ νά τό ξαναπεῖτε αὐτό ἤ νά ἀναπτύξετε αὐτό ἐπι- πλέον γιατί δέν τό κατανόησαν!».

Ἄς ἔρθουμε στήν ὑπόθεση μέ τήν ἀδελφή μου. Θυμᾶμαι κάποια μέρα πού ἤμασταν οἱ δυό μας, φεύγοντας ἀπό τήν Μονή Πιτίτσας, σταματήσαμε σέ μία πηγή νά πιοῦμε νερό πού εἶναι πλησίον της. Ὅπως ἤμασταν τόν ρωτῶ μέ ἔνταση καί νεῦρα: «Ποῦ τά ξέρεις αὐτά, πατέρα Νικόλαε;» Γιατί γιά ἀρκετό καιρό ἀπόφευγε νά ἀπαντήσει. Καί ὅσο δέν μιλοῦσε, θύμωνα, περισσότερο μέ ἀποτέλεσμα νά βγῶ ἐκτός ἑαυτοῦ καί ξεστό- μισα καί ἄλλα λόγια πάνω στήν ὀργή μου, πού δέν γράφονται. Αὐτός συνέχεια μειδιοῦσε σάν ἀθῶο παιδάκι. Αὐτή ὅλη ἡ συμπεριφορά του τόσο μέ ἐκνεύρισε ἐπιπλέον ὥστε τόν ἔπιασα ἀπό τό λαιμό καί τόν ἔριξα κάτω, πατώντας τον στό λαρύγγι καί συνέχισα νά τόν ρωτῶ μέ φωνές:

«Ποῦ τά γνώριζες;». Πραγματικά εἶχα βγεῖ ἐκτός ἑαυτοῦ καί τώρα πού τό θυμᾶμαι συγκινοῦμαι καί καταλαβαίνω περισσότερα. Ὁ ταπεινός λευίτης συνέχισε νά σιωπᾶ καί καθώς τόν πατοῦσα σάν πτηνό πού ἦταν πρός σφαγή, ἐκεῖνος μέ τά γαλάζια του ἤρεμα γελαστά του μάτια ἀτέ- νιζε πρός τόν οὐρανό χωρίς νά μιλᾶ. Αὐτή ἡ εἰκόνα ἔρχεται πολλές φορές στόν νοῦ μου καί τήν ἀναζητῶ. Νιώθω ὅτι δέν ἔφυγε, ἀλλά μᾶς παρακο- λουθεῖ καί μᾶς στηρίζει. Ἔτσι δέν πῆρα ποτέ ἀπάντηση!

Στήν καθημερινή του ζωή δεχόταν πολλές σημειοφόρες ἀποκαλύψεις ἀπό τόν Θεό, πού δέν τίς ἄντεχαν οἱ σωματικές του δυνάμεις, γιατί ὅπως μᾶς ἔλεγε: «Τό σῶμα εἶναι ἀδύναμο μπροστά στήν πνευματική δύ- ναμη». Γιά τόν λόγο αὐτό ὁ π. Νικόλαος δέν ἄντεχε αὐτά πού τοῦ ἀπο- καλύπτονταν καί συχνά ἀπευθυνόμενος πρός τόν Οὐράνιο Πατέρα ἔλεγε μέ πόνο ψυχῆς: «Θεέ μου, ἤ πάρε με (δηλαδή νά πεθάνω) ἤ πάῤτο! (αὐτά πού τό ἄπειρο ἔλεός του Θεοῦ τοῦ ἀποκάλυπτε)».

Εἶχα ἀκούσει ὑποψήφιους σπουδαστές, πού τούς προλέγει τή σχολή καί σέ ποιά πόλη θά σπουδάσουν μετά ἀπό τίς ἐξετάσεις. Σέ μία κοπέλα γνωστή μου, ὀνόματι Ζωή, πού τόν ρώτησε: «Ποῦ θά πετύχω πάτερ;», τῆς εἶπε: «Στήν Νοσηλευτική, γιατί εἶναι μία ὑπηρεσία πρός τόν πάσχοντα συνάνθρωπο». Καί στήν ἐρώτησή της: «Σέ ποιά πόλη;», ἐκεῖνος ἄρχισε νά ψέλνει τό ἀπολυτίκιο τοῦ Ἀποστόλου Ἀνδρέου: «Ὡς τῶν Ἀποστόλων Πρωτόκλητος..» Καί ὄντως ἔτσι ἔγινε, εἰσήχθη στή νοσηλευτική Πατρῶν. Πολλές φορές, ταλαιπωρημένοι ἄνθρωποι πού τόν ρωτοῦσαν κάτι, ἤ ὅταν μόνος του ἔβλεπε μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς κάποιο πρόβλημα πού τούς βασάνιζε, τούς ἔδινε πολλές φορές ἔνδακρυς τήν λύση μέ κάποιο ἁγιογραφικό κείμενο ἤ ὕμνο, ἀκόμα καί μέ κάποιο σεμνό στίχο παραδοσιακοῦ τραγουδιοῦ.


Θυμᾶμαι ἀκόμα ὅτι εἶχε μεγάλη τιμή καί εὐλάβεια στούς Ὁσίους ἀπό τά δυό νησιά τῆς Ἑπτανήσου, ἀπό ἐκεῖ πού κατάγονταν οἱ γονεῖς του. Ἐννοῶ τόν ἅγιο Διονύσιο, πού ἀναπαύεται στή Ζάκυνθο, ἀφοῦ ἀπό ἐκεῖ ἦταν ὁ σαπωνοποιός πατέρας του Ἀνδρέας Ν. Πέττας, καί τόν ὅσιο Γε- ράσιμο στήν Κεφαλληνιά, πού ἀναπαύεται στήν Μονή του, ἡ ὁποία βρί- σκεται πλησίον τοῦ χωριοῦ Φραγκάτα, ἀπό ὅπου καταγόταν ἡ μητέρα του Σοφία Π. Τζάκη.

Ἐπίσης σέ μία ἀπό τίς ἐπισκέψεις του στήν Κεφαλονιά γιά νά προσκυνήσει τόν Ἅγιο Γεράσιμο, πῆγε μετά καί τέλεσε τρισάγιο στούς προπάτορές του καί μετά ἀναπαύθηκε στό σπίτι τῶν παππούδων του στά Φραγκάτα. Τό βράδυ βλέπει σέ ὅραμα μία ροδινή μορφή ψηλοῦ μεγα- λόσωμου ρασοφόρου νά κάθεται σέ μία πέτρα σκυμμένος μέ καημό. Τόν πλησίασε ὁ π. Νικόλαος, γιά νά πάρει τήν εὐχή του καί νά ἀσπαστοῦν ἐν φιλήματι ἁγίῳ καί τοῦ λέει κατόπιν μέ παράπονο ὁ ἄγνωστος ρασο- φόρος: «Πατέρα μου, ἐμένα δέ θά ἔρθεις νά μέ χαιρετίσεις;». Καί μετά ἀπό ἐρωταποκρίσεις ὁ ἄγνωστος ρασοφόρος τοῦ εἶπε: «Εἶμαι ὁ ἅγιος Διονύσιος, ἀπό τό νησί πού κατάγεται ὁ πατέρας σου, καί σέ περιμένω στή Ζάκυνθο». Καί ὄντως, πράγματι, μέ πῆρε τηλέφωνο ξαφνικά στή Ζάκυνθο, ὅπου ἤμουν μέ τήν οἰκογένειά μου τήν ἐποχή ἐκείνη. Πήγαμε τότε καί προσκυνήσαμε τόν Ἅγιο. Στό σκήνωμα τοῦ Ἁγίου ἔμεινε ἔνδα- κρυς γιά πολλές ὧρες καί οἱ πατέρες, ὁ Καθηγούμενος π. Διονύσιος καί ὁ ἀρχιμ. π. Νικήτας, διέγνωσαν τήν εὐσέβειά του καί πολύ τόν ἐκτι- μοῦσαν. Κατόπιν πήγαμε στή λάρνακα τοῦ Ὁσίου Ἰωσήφ στό Γαϊτάνι, στό Μαχαιρά, στό προσκύνημα τῆς Ἁγίας Μαύρας, στή Μονή Ἀναφωνη- τρίας, στήν Μονή τοῦ Ἁγίου Γεωργίου καί σέ ὅλα τά προσκυνήματα τοῦ Τζάντε (δηλ. τῆς Ζακύνθου).

Ἐκεῖνο πού μοῦ ἔκανε ἐντύπωση, γεγονός πού τό θυμᾶμαι γιά πάντα, εἶναι σέ ἕνα προσκύνημα, ὅταν ἀντίκρισε ἕναν σεβάσμιο κτίτορα γέροντα πού οἱ ντόπιοι τόν θεωροῦν πολύ πνευματικό ἄνθρωπο. Ὅταν τόν εἶδε, χωρίς ὑπερβολή, ἔπεσε πάνω του καί ἄρχισε νά τόν ἀσπάζεται, σάν νά ἤθελε νά τόν «φάει». Συγκεκριμένα, γονάτισε καί ἄρχισε νά τοῦ ἀσπά- ζεται τό ράσο του, τά χέρια του καί τά πόδια του. Ὁ γέροντας ἐκεῖνος ἀμέσως διέγνωσε τή σκέψη του καί τήν ταπείνωση τοῦ π. Νικολάου καί ἔσκυψε καί ἐκεῖνος καί τόν ἀσπαζόταν. Αἰσθανόσουν ὅτι βρισκόσουν μπροστά σέ μία σπάνια σκηνή ἀπό αὐτές πού καταγράφονται μέ ἀσκητές Ἀββάδες στά Γεροντικά τῆς ἐρήμου τῆς Νιτρίας. Ὅταν ἀναχωρήσαμε, ἐγώ, ὅπως καί οἱ περισσότεροι πού δέν μποροῦμε νά κατανοήσουμε τό βάθος τῶν πνευματικῶν αὐτῶν σκηνῶν (βλέπετε ὅτι ὁ κοσμικός λογισμός μας σκανδαλίζεται) τοῦ λέω μές στό αὐτο- κίνητο, ἐνοχλημένος: «Πατέρα Νικό- λαε, ρεζίλι μέ ἔκανες καί εἶναι ἀπό ἐδῶ ἡ γυναίκα μου!». Τότε μοῦ ἀπαντᾶ μέ ἠρεμία: «Χαράλαμπε, μήν θυμώνεις καί ἔχεις λογισμό ὅτι τρελαθήκαμε. Ἄν ἤξερες αὐτές τίς σιωπηλές στιγμές πού ἤμουνα μέ τόν Γέροντα τί αἰσθανθήκαμε! Ἀλλά αὐτά δέν ἐκφράζονται μέ λόγια. Χαράλαμπε, ὁ Γέροντας αὐτός, γιά τό νησί εἶναι πνευματικός θησαυρός».

Παρόμοια ἁγιοφάνεια εἶχε ὁ π. Νικόλαος μέ τόν Ἅγιο Εὐτύχιο τόν μάρτυρα, ὁ ὁποῖος τοῦ ἐμφανίστηκε σέ ἐνύπνιο στό σπίτι του. Σύμφωνα μέ αὐτό, ὁ ἄγνωστος Ἅγιος στεκόταν ἔξω ἀπό ἕνα ναό του καί ἀπευθυ- νόμενος πρός τόν π. Νικόλαο τοῦ λέει μέ γλυκύτητα «Ἐμένα μέ λένε Εὐτύχιο καί δέν θά ἔρθεις πατέρα Νικόλαε νά μέ προσκυνήσεις πού σέ περιμένω;». Τότε ὁ π. Νικόλαος μπῆκε στό Ναό τοῦ μέχρι τότε ἀγνώστου Ἁγίου καί προσκύνησε τίς εἰκόνες καί μεταξύ αὐτῶν καί τήν δική του. Καί μετά ἀπό τήν πρωϊνή του ἀκολουθία διαπίστωσε ὅτι τό ἑορτολόγιο τῆς ἡμέρας τόν συμπεριλαμβάνανε στούς ἑορτάζοντας Ἁγίους (ἑορτάζει στίς 14 Μαρτίου ἑκάστου ἔτους). Τό ἴδιο πρωϊνό λίγο ἀργότερα, ὁ ταχυ- δρόμος τοῦ ἔφερε ἕνα χριστιανικό περιοδικό πού τυχαῖα εἶχε ὡς ἐξώφυλλο τήν μορφή τοῦ μέχρι τότε ἀγνώστου μάρτυρος Εὐτυχίου.

Γενικότερα μοῦ ἔκανε ἐντύπωση ὅτι ὅταν πήγαινε σέ ἱερά προσκυνήματα, ὅταν ἀντίκριζε μπροστά του θαυματουργικές εἰκόνες καί ἱερά λείψανα, γονάτιζε μπροστά τους γιά ἀρκετή ὥρα καί προσευχόταν ταπεινά καί μέ ἀγάπη, ἐνῶ τό πνεῦμα του ἔφευγε σάν νά ἐπικοινωνοῦσε μέ τό Θεῖο καί τόν Ἅγιο πού τιμοῦσε κάθε προσκύνημα. Μοῦ ἔλεγε συμβου- λευτικά: «Χαραλάμπη, γιά τήν προστασία τῆς οἰκογένειάς σου νά πα- ρακαλᾶς τήν Ὁσιομάρτυρα Παρασκευή. Ἐγώ τό ἴδιο κάνω καί συχνά πηγαίνω στό ναό τῆς Ἁγίας, στό Α΄ Κοιμητήρι τῆς Πάτρας. Νά τῆς ζητᾶς κάθε τί γιά τά παιδιά σου, καί θά στό δίνει ἡ Ἁγία, γιατί ἔχει μεγάλη πρεσβεία στόν Κύριο!».

Τόν ρωτούσαμε οἱ συνάδελφοι, σέ διαλείμματα πού εἴχαμε στήν Σχολή, γιά διάφορα πνευματικά θέματα κ.ἄ. Στόν καθένα μας, μᾶς νου- θετοῦσε μέ διάκριση καί λεπτότητα, ἀνάλογα μέ τήν πνευματική μας κατάσταση. Συχνά ἔλεγε γιά αὐτό τό θέμα ὅτι: «Κάθε ἕνας πρέπει νά νουθετεῖται μέ πολύ προσοχή καί ὁ ποιμένας νά ἔχει διάκριση, π.χ. σέ ἕνα βρέφος στήν ἀρχή θά τοῦ δώσεις γιά νά ζήσει καί νά ἀναπτυχθεῖ γάλα, ἀργότερα κρέμες καί θά περάσει πολύ διάστημα γιά νά τοῦ χορη- γηθεῖ στέρεη τροφή, ἔτσι εἶναι καί τά πνευματικά, σιγά-σιγά πρέπει σέ κάποιο νά δίνεται ἡ πνευματική γνώση. Ἀφοῦ κατανοήσει τήν πρώτη πνευματική τροφή, κατόπιν θά τοῦ δώσεις καί ἄλλες ἀνώτερες γνώ- σεις..» Ἀκόμα τόν ρωτούσαμε γιά τόν ἀόρατο πόλεμο ἀπό τόν πειρα- σμό, ἄν εἶναι ἀλήθεια καί πῶς γίνεται, ἐκεῖνος μέ ταπείνωση μᾶς ἀπαντοῦσε μέσα ἀπό τήν Ἁγία Γραφή καί τούς Βίους τῶν Ἁγίων, καί εἰδικά μέσα ἀπό τό συγγράμματα τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου, πού μέ τόση εὐλάβεια μελετοῦσε ὅσο ζοῦσε. Λίγες ἦταν οἱ φορές πού πήραμε μυ- στικά ἀπό τά δικά του βιώματα πάρα πολύ ἐμπιστευτικά. Θυμᾶμαι ὅτι μία φορά ἀνέφερε ὅτι μέ τόν μισόκαλο εἶχε πολλές μάχες μαζί του, ὁ πόλεμος ἦταν συνεχής στή ζωή του καί οἱ ἐπιθέσεις ἦταν πολύπλοκες καί ποικιλόμορφες. Μερικές φορές, ἡ πάλη γινόταν ἔντονη στῆθος μέ στῆθος μέ τόν «ταγκαλάκη». Ἄλλες φορές τόν ρωτούσαμε «Πατέρα Νικόλαε, πότε θά φύγετε ἀπό αὐτό τόν κόσμο γιά τήν αἰώνια καί ἀληθινή ζωή;». Ἐκεῖνος μέ παιδική ἀφέλεια μᾶς ἀπαντοῦσε: «Ρώτησα τόν Κύριο πότε θά μέ πάρει καί μοῦ ἀπάντησε, ὅταν λευκανθοῦν τά μαλλιά σου πατέρα Νικόλαε!». Καί ἐκείνη τήν στιγμή σήκωνε τό καπέλο του καί ἐνῶ τά μαλλιά του μέχρι πού ἔφυγε ἦταν μαῦρα, κατά ἀνερμήνευτο λόγο γινόντου- σαν λευκά καί τό πρόσωπό του ἀλλοιωνόταν ἀπό ὑπερφυσικό φῶς. Ἐμεῖς μέναμε ἄφωνοι γιά ἀρκετή ὥρα. Ἀκόμα, μᾶς ἔλεγε ὅτι ἀγαπᾶ τήν ἄσκηση καί ξεκλέβει ὅσο χρόνο τοῦ ἔμενε μετά ἀπό τά πολλά του καθή- κοντα ὡς κληρικός, ὡς οἰκογενειάρχης κ.τ.λ. καί πήγαινε στό «Ἀσκητήριό του», ἤ τό «Ταμεῖο» ὅπως τοῦ ἄρεσε νά λέει, μέσα στό κρύο καί προσευχόταν γιά ὧρες ἀτέλειωτες. Ἐκεῖ ζοῦσε πολλές ἁγιοφάνειες τῆς Παναγίας μας καί πολλῶν Ἁγίων. Γιά ὅπλα κατά τοῦ ἀντιδίκου εἶχε μία εἰκόνα τῆς Παναγίας καί ἕναν τίμιο Σταυρό ἀπό τό Ἅγιο Ὄρος. Συγκε- κριμένα, στό σπίτι του πάνω στό ἀτομικό του κρεβάτι (πάρα πολύ ἐμπι- στευτικά μοῦ εἶχε πεῖ ὅτι μετά τήν γέννηση τοῦ τελευταίου παιδιοῦ Γιώργου συμφώνησε μέ τήν σεβαστή του πρεσβυτέρα νά ἔχουν ξεχωρι- στή κλίνη καί νά ζήσουν τό ὑπόλοιπο ὡς ἀδέλφια), εἶχε πάντοτε μία ἀμφιπρόσωπη ξύλινη εἰκόνα μέ τήν μορφή τῆς Θεοτόκου καί συγκεκρι- μένα θυμᾶμαι ἡ μία ὄψη εἶχε τήν Πορταΐτισσα καί ἡ ἄλλη τήν σεπτή Κοί- μησή Της. Κρατοῦσε ἀκόμα καί ἕνα ξυλόγλυπτο χειροποίητο Σταυρό μέ τήν Σταύρωση καί τή Βάπτιση, πού τόν εἶχε σκαλίσει ἕνας γνωστός του ἀσκητής ἀπό τά Καρούλια, ὁ μοναχός π. Χαρίτων. Μέ αὐτά ἀγκαλιά προσευχόταν ὅλο τό βράδυ, μέ πολλά δάκρυα, «πολύτιμους μαργαρί- τες» ὅπως τά ὀνομάζει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Μάλιστα, πάρα πολύ ἐμπιστευτικά μοῦ εἶχε πεῖ ὅτι κάποιες φορές τόσο ἔκαιγε τόν πει- ρασμό ἡ μορφή τῆς Παναγίας μέ τόν τίμιο Σταυρό πού βαστοῦσε, ὥστε τοῦ τά «ἔπαιρνε» ἀπό τά χέρια, ὅταν πήγαινε γιά λίγο νά κλείσει τά μάτια του, καί στήν θέση τους ὁ μισόκαλος ἔβαζε τό ἀκουστικό ἀπό τό τηλέφωνο πού εἶχε δίπλα στό κομοδίνο! Τόσο πολύ ἐνοχλοῦσε ἡ προ- σευχή του τόν μισόκαλο. Τόν ξυλόγλυπτο αὐτό Σταυρό τόν εἶχε συνέχεια πάνω του, στό τσεπάκι τοῦ ἀντεριοῦ πού εἶναι στό μέρος τῆς καρδιᾶς, καί σταύρωνε μέ αὐτό σέ δύσκολες στιγμές μας, μόνος του χωρίς νά τοῦ ποῦμε τό παραμικρό, ἐμᾶς καί τά παιδιά, καί τό σημαντικό εἶναι ὅτι τό ἔκανε αὐτό ὅταν ἀπό μόνος καταλάβαινε ὅτι τό εἴχαμε ἀνάγκη γιά κάθε φορά γιά διαφορετικό λόγο πού μᾶς τόν ἀποκάλυπτε!

Συζητάγαμε καί γιά ἄλλα θέματα, ὅπως κοινωνικά, οἰκογενειακά, προσωπικά κ.ἄ. Στίς συζητήσεις, ἄν καί εἶχε μεγάλη ὡριμότητα, δέν ἔδειχνε ὅτι ξέρει τά πάντα, ἀλλά μέ ἁπλό καί ταπεινό τρόπο ἔλεγε τήν ἄποψή του ὅταν τόν ρωτούσαμε. Εἶχε ἕνα μοναδικό τρόπο νά ἀνεβάζει ἐμᾶς τούς γύρω του καί νά κατεβάζει τόν ἑαυτό του. Ἀγαποῦσε πολύ τήν οἰκογένειά του καί μᾶς ἔλεγε πόσο εὐχαριστημένος ἦταν ἀπό τήν πρεσβυτέρα συμβία του Ἀνθή, ἤ γερόντισσα Ἀγάθη ὅπως τήν ἔλεγε χα- ριτολογώντας, γιά τήν ὁποία ἔλεγε χαρακτηριστικά: «Καμιά φορά δέν μοῦ εἶπε: κάνε π. Νικόλαε στήν ἄκρη νά περάσω ἐγώ μπροστά!» Ἄν θέ- λαμε νά τόν κάνουμε νά στενοχωρηθεῖ καί νά ἐκνευριστεῖ, τοῦ κάναμε τήν ἑξῆς ἐρώτηση: «Ἀπό τά δώδεκα παιδιά σου ποιό ἀγαπᾶς περισσότερο! Δέν μπορεῖ, σέ κάποιο θά ἔχετε περισσότερο ἀδυναμία;». Ἀμέσως τιναζόταν σάν ἐλατήριο καί ἔλεγε αὐστηρά καί κοφτά: «Σᾶς παρακαλῶ! Δέν δέχομαι αὐτή τήν ἐρώτηση οὔτε γιά ἀστεῖο, πάρτε την πίσω! Ὅλα τά παιδιά μου τά ἀγαπῶ τό ἴδιο, χωρίς νά ξεχωρίζω κάποιο ἰδιαιτέρως. Καί προσεύχομαι ἡ Παναγιά νά τά σκεπάζει καί νά τά καθοδηγεῖ, μαζί μέ τά παιδιά ὅλου τοῦ κόσμου!».

Τά χρόνια περνοῦσαν καί ὁ π. Νικόλαος ἔγινε γιά τίς Σχολές μας, ἀλλά καί γιά μᾶς, ἕνα κομμάτι τῆς ζωῆς μας. Ὡστόσο, περνοῦσε μεγάλη στενοχώρια στήν ἐνορία του, γεγονός πού δέν σχολίαζε ποτέ καί οὔτε μᾶς ἄφηνε περιθώριο καί ὅταν μαθαίναμε τί περνοῦσε, τόν ρωτούσαμε τί γινόταν. Ἐκεῖνος σιωποῦσε καί τό ξεπερνοῦσε μέ εὐγένεια ἀλλάζοντας μέ χαλόγελο θέμα. Αὐτό πού γνωρίζαμε ἀπό τούς ἐνορίτες του εἶναι ὅτι στό Ναό πού ὑπηρετοῦσε μέ δυό ἄλλους συνεφημερίους, οἱ ὁποῖοι μεταξύ τους εἶχαν μεγάλη ἀντιπαράθεση, καί ἐκεῖνος, ὡς ἄκακο ἀρνίο, ἦταν στήν μέση. Γιά πολλά χρόνια ὑπέμενε ὅλες τίς ταπεινώσεις καί τίς ἀδικίες γιά τόν Χριστό. Γινόταν τό ἀλεξικέραυνο πού δέχονταν τά ἀστροπελέκια καί ἔλεγε ὅτι θά ἔρθει στιγμή πού θά δώσει τόν ἑαυτό του γιά θυσία σάν ἕναν ἀμνό! Ὅμως, τό μίσος καί ἡ ἀντιδικία τῶν ἄλλων δυό κληρικῶν ἔπαιρνε ἀνεξέλεγκτες διαστάσεις. Ἔφτασε σέ βαθμό πού ἄφη- σαν τό Ἅγιο Ποτήριο ἀκατάλυτο! Ὁ π. Νικόλαος ὡς εἰρηνοποιός, καί ἐπειδή δάκρυζε νά βλέπει ἀκόμα καί τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ θύμα στίς διχόνοιες τῶν συναδέλφων του, ἔγινε ἐκεῖνος τό μοιραῖο θύμα, γιά νά σώσει τό Ἄχραντο Σῶμα τοῦ Θεανθρώπου. Ὅταν τό ἔβρισκε ἀκατάλυτο τήν ἄλλη μέρα, ἀφοῦ συμβουλευόταν καί τούς πνευματικούς πατέρες, νηστικός καί διαβάζοντας τήν Μετάληψη καί τά ἄλλα σχετικά μετά δακρύων τό κατέλυε, ἀφοῦ ἔμενε ἔτσι. Ὁ ἕνας συνάδελφος γιά νά ἐκδικηθεῖ τόν ἄλλο πού δέν κατέλυε, τά ἔβαλε μέ τόν π. Νικόλαο γιατί δέν τό ἄφηνε ἀκατάλυτο τό Ἅγιο Ποτήριο, γιά νά ἔχει ἁπτό γεγονός, γιά πε- ρισσότερη προστριβή. Ὁ π. Νικόλαος μέ σεβασμό ἐξηγοῦσε ὅτι δέν ἐπι- τρέπεται ἀπό τούς Ἱερούς Κανόνες καί τήν τάξη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας νά μένει τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ ἔτσι ἀκατάλυτο γιά μέρες, καί ἔπειτα ὅτι δέν πρέπει ὁ Χριστός νά γίνεται ἀντικείμενο στίς μεταξύ τῶν ἱερέων τριβές. Τόσο ἦταν τό μίσος τοῦ ἑνός γιά τόν ἄλλο ἱερέα, ὥστε πῆγαν στήν προϊστάμενη ἀρχή καί τά ἔβαλαν μέ τόν π. Νικόλαο ἐπειδή κατέλυσε τό ἀκατάλυτο ἀπό προηγούμενη μέρα Ἅγιο Ποτήριο!. Ὅταν μαθεύτηκε αὐτό, θυμήθηκα τά λόγια τοῦ π. Νικολάου πού ἔλεγε μέ νόημα καί πόνο: «Ὁ ἀθῶος πάντα τήν πληρώνει!». Εἶχε πέσει στήν ἀντί- ληψή μας, ἄν καί ὁ ἴδιος ὁ π. Νικόλαος δέν μᾶς ἔλεγε τίποτα γι’ αὐτά, οὔτε μᾶς ἄφηνε περιθώριο, ὅτι στό τέλος τοῦ κίνησαν καί ἐκκλησιαστικές διώξεις, μέ ΕΔΕ καί τοῦ διαμήνυσαν ὅτι θά συνεχίσουν σέ ἀκραῖες κα- ταστάσεις! Ὅλη αὐτή ἡ δαιμονική πλεκτάνη καταλαβαίναμε ὅτι ἀποτε- λοῦσε μεγάλη δοκιμασία καί σάν καρφιά κεντοῦσαν καί μάτωναν τήν ἀθώα καί ἁγνή καρδιά τοῦ π. Νικολάου. Ὅμως ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος ἤθελε νά σώσει ἀπό αὐτή τήν πειρασμική λαίλαπα τόν εὐλαβῆ λευΐτη του π. Νικόλαο, πού ἔσωσε τό Ζωηφόρο του Σῶμα, τόν πῆρε ξαφνικά σέ ἡλι- κία 58 ἐτῶν ἐν ὥρᾳ προσευχῆς, ὅπως ἔγραψαν τήν ἄλλη μέρα ἀπό τήν ταφή του, οἱ τοπικές ἐφημερίδες.

Ὅταν κοιμήθηκε, ἡ μορφή του ἦταν ἤρεμη καί ἕνα ἀνέσπερο φῶς ἀναδυόταν ἀπό τό ζεστό καί μαλακό κορμί του, ἄν καί ἡ αἰτία τοῦ θανάτου του ἦταν πνευμονικό οἴδημα! Ὅπως γνωρίζουμε, ὅταν φύγει κάποιος ἀπό αὐτή τήν αἰτία, ἀπό τόν πόνο καί τίς ἐπιπλοκές, μαυρίζει τό σῶμα καί ζωγραφί- ζεται στό πρόσωπο ἡ φρίκη. Ὅμως αὐτά δέν ἴσχυαν γιά τόν π. Νικόλαο καί ὅταν τόν ἀντίκρισα, εἶχα τήν αἴσθηση ὅτι κοιμόταν! Ἀμέσως μέσα μου πά- λευαν δυό ἀντίθετα συναισθήματα, τοῦ πόνου καί τῆς χαρᾶς. Τό πρῶτο, γιατί δέν θά ξαναδῶ τόν πιό πιστό πνευματικό μου πατέρα καί φίλο καί τό δεύτερο, μέ αὐτό πού βίωνα πίστευα περισσότερο στά θαυμάσια τοῦ Θεοῦ, βλέποντας τό σκήνωμά του σέ αὐτή τήν μοναδική κατάσταση.


Ὡστόσο μοῦ ἔκανε ἐντύπωση ὅτι τό βράδυ πού ἦταν τό σκήνωμά του στό κέντρο τοῦ Ναοῦ πού διακονοῦσε καί ἐνῶ οἱ οἰκεῖοι του καί τό πλῆθος τοῦ λαοῦ τόν θρηνοῦσαν κατέφτασε ἕνας ὑψηλόβαθμος ἱερέας πού εἶχε κατατρέξει τόν π. Νικόλαο, προσπαθοῦσε νά τοῦ πάρει τό Εὐαγγέλιο ἀπό τά χέρια του, ἐνῶ ὁ κεκοιμημένος τό συγκρατοῦσε καί ἀντιστεκόταν. Τε- λικά ὁ κακόβουλος αὐτός κληρικός ἀπό τήν ἐπιμονή του καί τήν δύναμη πού ἔβαλε ἀπέσπασε ἀπό τό σκήνωμα τό Εὐαγγέλιο ἀλλά ξαφνικά ἀπό τό μέρος τῆς καρδιᾶς τοῦ π. Νικολάου ἄρχισε νά πετάγεται ζωντανό αἷμα πού διαπερνοῦσε τά πολλά ἱερά ἐνδύματα πού ἦταν ντυμένος! Μπροστά στό σπάνιο αὐτό σημεῖο ὁ κληρικός ἔφυγε μέ κατεβασμένο κεφάλι καί δέν βεβήλωσε ἄλλο τό σκήνωμα τοῦ ὁμολογητῆ κληρικοῦ. Αὐτό εἶναι ἕνα μή- νυμα πού ἐπιβεβαίωνε ὅτι στήν ζωή του ὁ π. Νικόλαος ἔζησε πολλές θλί- ψεις καί ἡ πορεία τῆς ἱερατικῆς του ζωῆς ἦταν ἕνα ἀργό ματωμένο μαρτύριο καί ἐπίσης ὅτι πραγματοποιήθηκε ἡ πρόρρηση πού ἔλεγε, ὅτι

«Θά φύγω ὡς ἀμνός πού σφάζεται γιά ἐξιλαστήριο θύμα!» Τότε ὁ διάκονος υἱός τοῦ π. Νικολάου, π. Νεκτάριος πῆρε τόν λειτουργικό ἀέρα πού μέχρι τότε ἦταν πάνω στό κεφάλι του καί τό ἀπίθωσε στό στῆθος τοῦ κε- κοιμημένου γιά νά καλύπτει τό ζεστό αἷμα πού ἔρρεε.

Τήν ἑπόμενη μέρα μετά τήν Λειτουργία τῆς παραμονῆς τῶν Θεοφανίων ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης Νικόδημος Βαληνδρᾶς καί τό ἱερατεῖο, ἀλλά καί μοναχοί καί μοναχές (ὅπως τῆς Ἱ. Μ. Πιτίτσας) πού κατέφθασαν στήν ἐνορία του στόν Ἅγιο Βασίλειο Ζαρουχλεΐκων γιά τήν ἐξόδιο, ἐξεπλάγη- σαν ἀπό τήν μορφή τοῦ κεκοιμημένου συναδέλφου τους, ἀλλά καί ἀπό τήν τιμή τοῦ πολυπληθοῦς πιστοῦ λαοῦ. Ἀπορούσανε πῶς συγκεντρώθηκε τόσος κόσμος μέσα στίς γιορτές τοῦ Δωδεκαημέρου· ἦταν ἀκριβῶς παρα- μονή τῶν Θεοφανίων. Ἄλλωστε, οἱ ἐφημερίδες δέν πρόλαβαν νά τό πά- ρουν σάν εἴδηση, ἐνῶ τά τοπικά τηλεοπτικά κανάλια τῆς Δ. Ἑλλάδας ἔδειξαν πλάνα τῆς ἐξοδίου ἀκολουθίας στά κεντρικά δελτία εἰδήσεων ἐκείνη τήν ἡμέρα. Οἱ πιστοί τραβοῦσαν κομμάτια ἀπό τά ἄμφια ἤ ἔπαιρ- ναν ἄνθη ἀπό τό σκήνωμα τοῦ π. Νικολάου. Τή στιγμή ἐκείνη μονολο- γοῦσα μέσα μου καί ἔλεγα: «Καί κεκοιμημένος ἀκόμα, μεγάλος εἶσαι Παπά-Νικόλαε!».

Λίγοι κληρικοί ἀπό δαιμονική ἐπήρεια, γιατί ἀπό χρόνια τούς βασάνιζε τό σαράκι τοῦ φθόνου γιά τόν π. Νικόλαο, εἶχαν δημιουργήσει ἀκόμα καί ἐκείνη τήν στιγμή, ἕνα κλίμα ἔντονης τρομοκρατίας καί ἐκφοβισμοῦ στόν κόσμο, γιά νά μήν μάθουν ποτέ οἱ πιστοί, ἀλλά καί οἱ οἰκεῖοι τοῦ πατέρα Νικολάου, τίς πολλές καί ἀδικαιολόγητες ἀδικίες πού τοῦ εἶχαν προκα- λέσει. Αὐτές κυρίως προέρχονταν ἀπό φθόνο καί μίσος. Θά κάνω μία πα- ρένθεση γιά νά πῶ ὅτι ὁ ἀείμνηστος π. Νικόλαος ἦταν ἕνας ἄνθρωπος σοβαρός, ἀλλά ὅταν ἔπρεπε, γινόταν πολύ ἁπλός καί καταδεκτικός, γιά νά προσεγγίσει κάποια ψυχή, ἐνῶ ὅλος ὁ συνδυασμός τῆς προσωπικότη- τάς του ἦταν ἄκρως πνευματικός. Μέ λίγα λόγια, ἄν δέν τόν ζοῦσες ἀπό κοντά, μπορεῖ νά τόν παρεξηγοῦσες. Ἐμεῖς πού τόν γνωρίζαμε πολλά χρόνια ἀνακαλύπταμε τό μεγαλεῖο τῆς ψυχῆς του καί τήν ἄκρα ταπεί- νωση, ἀρετές πού μᾶς κέρδιζαν. Ὅμως μερικοί συνάδελφοί του, ἀπό τόν ἱερατικό κυρίως χῶρο, τόν κατηγοροῦσαν καί τόν ἐμπαίζανε πίσω ἀπό τήν πλάτη του. Βλέπετε, ὁ π. Νικόλαος δέν ἀνῆκε σέ κλίκες καί ἄλλα, ἀφοῦ τά πάντα καί ὅλα γιά αὐτόν ἦταν ὁ Χριστός. Ἔπειτα, ἕνας ἄνθρωπος σάν τόν π. Νικόλαο μέ τέτοια καταγωγή καί τήν λιπαρά μόρφωση πού εἶχε σέ θετικές καί θεωρητικές ἐπιστῆμες, ὁ λόγος του ἦταν ἀντρίκιος καί μεστός. Ἐπικοινωνοῦσε μέ δικό του μοναδικό τρόπο, ἄδολο καί μέ σεβασμό, τρόπος πού δέν θύμιζε τό γνωστό μοτίβο πού ἐκφράζουν οἱ πε- ρισσότεροι συνάδελφοί του ρασοφόροι. Ὅ,τι ἦταν, τό ἔλεγε μέ διάκριση καί ταπείνωση· ἡ ὑποκρισία, ἡ συμβατικότητα καί τό δῆθεν δέν ταίριαζε στόν δίκαιο χαρακτήρα του. Ὅλα αὐτά τά σημειώνω ἐδῶ γιά νά κατα- νοήσουμε τό μένος καί τίς ἀπηνεῖς διώξεις πού ὑπέστη ἀπό τήν Μητρόπολή του, ὅπως ἀναφέρει πολύ σωστά ὁ διακριτικός πρωτ. π. Στέφανος Ἀναγνωστόπουλος. Ἐπίσης, ἀπό τή μεγάλη ἁπλότητα καί ἀμεσότητα πού εἶχε ὁ π. Νικόλαος, μερικοί τόν θεωροῦσαν ὅτι εἶχε σαλέψει, χωρίς νά κάνει σαλότητες ἤ τρέλες. Αὐτό πάλι πού παρεξηγοῦσαν εἶναι τό ὅτι μέσα στίς ἀκολουθίες εἶχε θεῖες ὀπτασίες πού τόν συνέπαιρναν σέ ἄλλο κόσμο καί ἀργοῦσε νά κάνει τίς ἀνάλογες ἐκφωνήσεις καί νόμιζαν ὅτι εἶχε πάθη μαλάκυνση. Ἔπειτα, ὅταν ἦταν νά σοῦ φανερώσει κάτι, τό ἔλεγε μέ πολύ φυσικότητα καί ὄχι ἐπιτηδευμένα καί αὐτό ὁρισμένους τούς ἐτάραζε. Ἄν δέν εἶχες τήν πνευματική ὡριμότητα καί τήν διάκριση νά τό κατανοήσεις, ἴσως σέ δυσκόλευε αὐτό. Αὐτές τίς δόλιες σκέψεις αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων τίς γνώριζε ὁ Πατέρας Νικόλαος, ὅμως τίς ξεπερ- νοῦσε μέ προσευχή καί ὡς μεγαλόψυχος ἔλεγε καλά λόγια γιά ἐκείνους καί δέν τούς κατηγοροῦσε, ἀλλά κυρίως δέν μᾶς ἔλεγε τίποτα γι’ αὐτά, οὔτε μᾶς ἄφηνε περιθώριο. Πότε δέν ἀνταπέδιδε τήν κακία, ἀλλά ὅλο καί κάτι καλό θά ἔβρισκε νά πεῖ γιά ἐκείνους.

Ἄς ἔρθουμε πάλι στά γεγονότα τῆς ἐξοδίου ἀκολουθίας τήν ὁποία δέν σεβάστηκαν καί ἔδειξαν αὐτοί οἱ λίγοι ἱερεῖς πολύ κακή στάση. Μετά ἀπό τόν ἐπικήδειο λόγο τοῦ Μητροπολίτη, σάν σχολεῖο καί σάν συνάδελφοί του καθηγητές, εἴχαμε ἑτοιμαστεῖ νά τόν χαιρετίσουμε μέ ἐγκωμιαστικούς λόγους, ὅπως συνήθως γίνεται. Γιά νά μήν λεχθοῦν τά ἐγκωμιαστικά λόγια ἀπό ἐμᾶς, καί φοβούμενοι τόν λαό πού ἔδειχνε τήν τιμή στό σκήνωμα τοῦ π. Νικολάου, πού στεκόταν στό κέντρο τοῦ Ναοῦ, ἐκείνη τήν στιγμή κά- ποιος βαθμοφόρος ἀρχιμανδρίτης, μέ τρόπο ἀπαράδεκτο καί ἀπολυταρ- χικό, ἀπαγόρευσε σέ ἐμᾶς τούς Διευθυντές τῶν Σχολῶν νά ποῦμε τό παραμικρό. Τό ἴδιο ἔκανε καί στούς πολιτειακούς καί Δημοτικούς Ἄρχοντες, ἀκόμα καί στόν ἐκπρόσωπο τῶν ἐνοριτῶν. Σάν νά φοβόντουσαν κά- ποιοι νά μήν ἀκουστεῖ καί δημόσια ἡ ἀλήθεια περί τῆς ζωῆς τοῦ ἐναρέτου αὐτοῦ ἀειμνήστου κληρικοῦ, ὅμως καί οἱ λίθοι κεκράξονται!

Ὡστόσο αὐτή ἡ ἀδικία, ἀκόμα καί κεκοιμημένο νά τόν διώκουν μᾶς ἀπογοήτευσε, ἀλλά ἔτσι γίνεται συνήθως στούς μεγάλους ἄνδρες. Ὅμως, τό αἰσθητήριο τοῦ λαοῦ, πού εἶναι κατά κανόνα ἡ φωνή τοῦ Θεοῦ, εἶχε σάν ἀποτέλεσμα ἐνορίτισσες τοῦ π. Νικολάου μέ ἕναν καρδιακό του συ- νάδελφο κληρικό τόν π. Κωνσταντῖνο Φ., νά γράψουν τό βράδυ πού τόν ξενυχτοῦσαν στόν Ναό, ἕνα ἁπλό ἀλλά ἀντιπροσωπευτικό γιά τόν βίο του ἐπικήδειο κείμενο. Καί ἐπειδή τούς ἐμπόδισαν νά τό ἀπαγγείλουν στό Ναό, τό ἀνάγνωσαν μέ δάκρυα πάνω ἀπό τό σκήνωμά του στό Κοι- μητήριο τῆς Παναγίας τῆς Ἀλεξιώτισσας Πατρῶν, λίγο πρίν τήν ταφή. Δέν θυμᾶμαι τά ὀνόματα τῶν ἐνοριτισσῶν, ἡ κυρία ὅμως πού πρωτοστά- τησε ἦταν ἡ κ. Στέλλα Κ., καί τό κείμενο αὐτό τό ἔχω μέχρι σήμερα σέ φωτοτυπία καί τό μεταγράφω:

«Ἀξέχαστε πνευματικέ μας Πατέρα π. Νικόλαε Πέττα.

Πατέρας εἶχες τήν Χάρι τοῦ Κυρίου νά γίνεις δώδεκα ἐκλεκτῶν παιδιῶν.

Πατέρα σέ κατέστησε ἡ Θεία Χάρις ὅλης τῆς Ἐνορίας μας τοῦ Ἁγίου Βασιλείου.Πατέρας ἔγινες γιά πολλές ἑκατοντάδες παιδιά διδάσκοντας πολλά ἔτη στά Κατηχητικά καί στίς Ἀνώτατες Ἐκπαιδευτικές Σχολές.

Ὄχι μόνο τήν φυσική, ἀλλά καί τήν Οὐράνια Σωτήρια Ἀποκάλυψη. Πατέρας καί γιά τούς συναδέλφους στήν ἐκπαίδευση.

Πατέρα μας, στή ζωή μας ἔχουμε ἀκούσει πολλά κηρύγματα.

Κηρύγματα ἐπί κηρυγμάτων, ἀλλά αὐτό πού θέλαμε ἦταν τό ἔμπρακτο καί βιωματικό κήρυγμα, διότι λόγια χωρίς ἔργα μένουν μέν, ἀλλά ἔχουν ἀνάγκη ἀποδείξεως.

Σεῖς, Πατέρα μας, δέν εἴχατε ἄδεια γιά πολλά χρόνια νά κηρύττετε θε- όπνευστα καί θεάρεστα, διότι ἀπό φθόνο τόν λόγο τοῦ Θεοῦ τόν ἔδεσαν ἀπό τά χείλη σας, ἀλλά τά ἀθόρυβα κηρύγματά σας βροντοφώναζαν μόνα τους, διότι ἐφαρμόζατε ἔμπρακτα αὐτά πού πιστεύατε καί λέγατε, καί γι’ αὐτό ἡ ὀρφάνια μας εἶναι διπλή, τριπλή, πολλαπλή…


 Ποιός μπορεῖ νά ξεχάσει τίς λογικότατες καί πρακτικές, τίς ἐπιτυχημένες καί πολλάκις διο- ρατικές καί προορατικές σας ἀποκαλυπτικές συμβουλές;

Ποιός δέν φωτίζεται ἀπό τό ἐκθαμβωτικό θεῖο Φῶς, τήν κατά Θεόν καί διά Χριστόν ἐθελουσίαν πτωχείαν σας;

Ποιός δέν διδάχτηκε ἀπό τόν τρόπο πού ἰώβεια ὑπομείνατε τά μεγάλα φαρμάκια πού σᾶς πότι- ζαν, σέ ὅσα οἱ ἄλλοι θά κάμπτον- ταν ἀμέσως;

Διότι ἡ ἀδικία καί ὁ ἀπηνής κατατρεγμός ἀπό τό λειτούρ- γημά σου εἶναι ἀσήκωτο καί δυ- σβάστακτο φορτίο!

Τώρα ὅμως, σεβαστέ Πατέρα μας, πράγματι Ἄξιε, Ἄξιε καί πανάξιε σημειοφόρε Πατέρα μας, πού σᾶς ἔστειλε πρίν δυό δεκαετίες περίπου ὁ εὔσπλαγχνος Θεός νά μᾶς διδάξει καί νά σώσει διά τῆς δικῆς σας ὑπη- ρεσίας καί θεάρεστης Διακονίας τώρα! Τώρα: «Ὅτι ἡτοιμάσθη σοί τόπος ἀναπαύσεως». Κουραστήκατε κατά Χριστόν, κοπιάσατε διά τόν Χρι- στόν, ὑποφέρατε καί μαρτυρήσατε γιά νά διασώσετε τό Σῶμα τοῦ Χρι- στοῦ, εὐαρεστήσατε ὑμνώντας καί δοξάζοντας τόν Χριστό!

Ποιός μπορεῖ λοιπόν νά ἀμφιβάλει ὅτι τό ματωμένο Στεφάνι πού σᾶς ἔχει ἑτοιμάσει ὁ Κύριος, πού ἔτσι θέλει τούς ἀληθινούς λειτουργούς Ἱερεῖς Του, ἁπλούς, ἀπέριττους, ἀνεπιτήδευτους, πνευματικούς, χριστομίμητους, φωτισμένους, δοσμένους ἐξ ὁλοκλήρου σέ Ἐκεῖνον, δέν θά σᾶς τό ἀποδώσει ἄραγε πλουσιοπάροχα;

Τώρα, οὐρανοπολίτα Πατέρα Νικόλαε, πρέσβευε στό ἄνω θυσιαστήριο γιά ἐμᾶς πού σέ ἀγαπήσαμε καί σέ σεβαστήκαμε πολύ, γιά τούς φτωχούς, τούς ἀδικημένους, τούς κατατρεγμένους καί πονεμένους τῆς ἐνορίας μας καί ὅλης τῆς Ἀχαΐας γενικά, πού τόσο βοήθησες καί στήριζες κρυφά, ὅπως θέλει ὁ φτωχός Ἰησοῦς. Καί γιά ὅσους σέ πίκραναν πολύ καί ἀδικαιολό- γητα, ποτίζοντάς σε κώνειο ἐπί πολλά ἔτη, ἐσένα τόν ἀνεξίκακο καί με- γαλόκαρδο ἄνδρα, προσευχήσου ἀπό τόν θρόνο τοῦ Χριστοῦ νά κατανοήσουν τήν μεγάλη ἀδικία ὅσο ζοῦν! Ἀκόμα πρέσβευε καί γιά τήν εὐλογημένη πολυμελῆ οἰκογένειά σου, τόσο γιά τήν σεβαστή σου καί πα- ραδειγματική πρεσβυτέρα σου Ἀνθούλα καί τά πολλά παιδιά σου καί τήν ἐγγονή σου Σοφία. Ἐπίσης πρέσβευε καί γιά τήν ἀγαπητή σου ἀξέχαστη καί ἀδικοχαμένη κόρη σου Σοφία πού θά συναντήσεις, ἀλλά πρέσβευε καί γιά ὅλο τό μεγάλο πλῆθος τοῦ ἀχαϊκοῦ λαοῦ καί ὄχι μόνο, πού κατέ- φθασε σήμερα ἐδῶ στόν Ἅγιο Βασίλειο νά πάρει τήν ἁγία εὐχή σου, τοῦ ἀγαθοῦ, ὁμολογητοῦ καί ἀληθινοῦ Ἱερέως τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου.

Αἰωνία σας καί ἀμάραντη ἡ μνήμη σας, Εὐλογεῖτε Πατέρα Νικόλαε». Οἱ πολλοί σπουδαστές μας λόγω τοῦ ὅτι ἦταν οἱ διακοπές τῆς πρω- τοχρονιᾶς, ἐπειδή πολλοί εἶχαν πάει στίς γενέτειρές τους, δέν πληροφο- ρήθηκαν ἐγκαίρως γιά τήν ἐξόδιο τήν 5η Ἰανουαρίου τοῦ π. Νικολάου. Ὅταν ἐπέστρεψαν καί ἄρχισαν τά μαθήματα, ὁ χαμός τοῦ καλοῦ καί δί- καιου πατέρα τους, ἱερέως Νικολάου, ἔγινε τό πρῶτο θέμα. Δέν ἔνιωσαν ὀρφανά τά ἀγαπημένα του σαρκικά παιδιά, ἀλλά τό πλῆθος τῶν μαθητῶν μας. Τά παιδιά συνεννοήθηκαν ὅλα μαζί μέ καθηγητές καί ἄτομα ἀπό τό προσωπικό τῶν Σχολῶν καί πῆγαν τήν Παρασκευή μέ ἄνθη στήν ἀγκαλιά τους στόν τάφο του καί ἀφοῦ τέλεσαν τρισάγιο οἱ ἐφημέριοι τοῦ Κοιμη- τηρίου, ἔμειναν ἐκεῖ γιά ἀρκετή ὥρα καί τοῦ τραγούδαγαν μέ δάκρυα. Μετά ἀπό λίγες μέρες κρέμασαν μία μεγάλη φωτογραφία του στήν Σχολή γιά νά τόν βλέπουν. Μέχρι σήμερα συναντῶ μαθητές πού μιλοῦν μέ τά καλύτερα λόγια γιά τόν π. Νικόλαο καί κυρίως ὁμολογοῦν πόσο ἐπηρέασε τήν ζωή τους στά δυσκολότερά τους χρόνια.

Ἀφότου κοιμήθηκε στήν ἀλλαγή τῆς χιλιετηρίδας, σάν ἄγγελος πού ἀνέβηκε στά οὐράνια σκηνώματα γιά νά σαλπίζει ὅτι ὁ Χριστός εὐλόγησε τήν γῆ νά ἀνοίξει τό νέο ἰωβηλαῖο τῆς χρηστότητας, ἔκανα παράπονα καί τοῦ ἔλεγα: «Ποῦ εἶσαι τώρα νά μέ στηρίξεις νά ποῦμε τόν πόνο μας καί τίς ἀγωνίες μας;». Αὐτό τό σκεφτόμουν γιά πολλά χρόνια καί τοῦ τό ἔλεγα κάθε φορά πού πηγαίνω στό Κοιμητήριο τῆς Παναγίας τῆς Ἀλεξιώτισσας Πατρῶν, ἐκεῖ πού ἀναπαύεται στόν οἰκογενειακό του τάφο, τῆς οἰκ. Πέττα. Ὅμως ἄκουσε τό παράπονό μου καί πρίν λίγο καιρό, τόν βλέπω σέ πολύ ζωντανό ἀποκαλυπτικό ὄνειρο. Παρουσιάστηκε μέσα σέ λευκή λάμψη γεροδεμένος, ὅπως ἦταν νεώτερος, ἀκμαῖος, ρωμαλέος, καθαρότατος, ψηλός καί φωτεινός. Ἀπόρησα ἀπό τήν ὅλη του ἐμφάνιση πού μέ καθήλωσε, καί ἀπορῶ ἀκόμα πῶς βρῆκα δύναμη νά τόν ρωτήσω:

«Ἀγαπημένε μου Πατέρα Νικόλαε, πῶς εἶναι ἡ ἄλλη αἰώνια ζωή στήν ὁποία εἶσαι τώρα; Εἶναι ὅπως μᾶς τά δίδασκες μέ ἀκράδαντη πίστη καί τόση βεβαιότητα, ὅσα χρόνια ἤσουν στήν γῆ, ἐδῶ μαζί μας; Ὄντως γεύε- σαι αὐτά τά κάλλη τοῦ Παραδείσου καί εἶσαι λευΐτης στό ἐπουράνιο Θυ- σιαστήριο ἐκεῖ;». Καί μοῦ ἀπαντᾶ μέ τόν γνώριμο καί πράο δικό του τρόπο: «Ναί, Χαράλαμπε, εἶναι ἀκριβῶς ὅπως στά κήρυττα, καί ἄπειρες φορές πιό ὡραῖα! Εἶναι πιό πολλά τά ἐπουράνια δῶρα μας ἀπό τόν δω- ροδότη Θεό, ἄς ἔχει δόξα τό ὄνομά Του!».

Τελειώνοντας, θά ἀναφέρω μία συγκλονιστικότατη ἐμπειρία, ὅπου ὑποδηλώνεται τό πῶς ἔβλεπε καί προγευόταν καί βίωνε συχνά τόν Παράδεισο ἀπό αὐτήν τήν πρόσκαιρη ζωή. Μάλιστα, ἡ μαρτυρία πού ἕπεται, ὅταν τήν ἄκουσα, κατάλαβα τό τί ἀποκαλύψεις ζοῦσε πολλές φορές καί στό γραφεῖο του στίς Σχολές, ὅταν τόν ἔβρισκᾳ μέ τήν μορφή του γαλήνια καί φωτεινή, τά μάτια σταθερά νά ἀτενίζουν πρός τά ἄνω, καθώς παράλληλα ἔτρεχαν δάκρυα. Μετά ἀπό ἕνα χρονικό διάστημα συ- νερχόταν, καί ἐγώ τόν πίεζα καί τοῦ ἔλεγα ἀπαιτητικά: «Πές, Πάτερ μου, τί ἔβλεπες, ποῦ ἤσουν; Ποῦ εἶχες χαθεῖ; ποῦ ταξίδευες;» Καί ἐκεῖνος ἀπέφευγε, ἀλλά σπάνια, μέ ταπεινή φωνή, μοῦ ἀπαντοῦσε: «Χαράλαμπε, ὁ ἀνάξιος εἶδα γιά λίγο τά κάλλη τοῦ Παραδείσου!». Ἐμεῖς τότε δέν τά καταλαβαίναμε τά μήκη καί τά πλάτη τῶν μοναδικῶν ἐμπειριῶν πού συνέπαιρναν τόν π. Νικόλαο. Ἀπό τότε πού κοιμήθηκε πολλοί λέμε ὅτι νιώθουμε σάν νά ἄνοιξε ἡ διάνοιά μας, ἀπό μία ἀόρατη δύναμη πού τήν βαστοῦσε πρίν κλειστή, καί κατανοοῦμε λίγο αὐτά πού βίωνε ὁ μο- ναδικός ἔμπιστος πατέρας καί ἀδελφός μας σημειοφόρος λευΐτης.




Μοναχές Μακρίνα καί Μαριάμ τοῦ Ἱεροῦ Ἠσυχαστηρίου τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Θαλασσίτου Θήρας. Μαρτυρία

 Ἡ μαρτυρία πού ἀκολουθεῖ εἶναι ἀπό τό ἀρχεῖο πού συγκεντρώθηκε μέ προτροπή τοῦ καρδιακοῦ φίλου τοῦ π. Νικολάου, τοῦ φη- μισμένου γέροντα π. Στεφάνου Ἀναγνωστο- πούλου ἀπό τήν Ἀμφιάλη Ἀθηνῶν. Εἶναι ἀπομαγνητοφωνημένη ἀπό ἠχητική καταγραφή (1-6-2009), στήν ὁποία ἀκούγονται δυό συγγε- νεῖς κατά σάρκα, οἱ ὁσιώτατες μοναχές Μα- κρίνα καί Μαριάμ πού ἐγκαταβιώνουν στή Θήρα, καί κατάγονται ἀπό τό Αἴγιο: «Μία φορά, ὅπως ἦταν ὁ Παππούλης Νικόλαος Πέττας ψηλός, γονάτισε κάτω, καί ἄρχισε νά μᾶς ἀναφέρει σέ δεύτερο πρόσωπο γιά κάποιον γήϊνο πού ὀνομαζόταν «Οὐρανοδρόμος», καί τόν παρέλαβε κάποιος ἄλλος ἄϋλος πού λεγόταν

«Οὐράνιος», καί τόν ὁδήγησε συχνά στό Παράδεισο. Ἐκεῖ ἔβλεπε τήν γαλήνη καί τήν μακαριότητα. Εἶδε γνωστούς του καί συγγενεῖς πού εἶχαν φύγει ἀπό αὐτό τόν κόσμο. Ἐπίσης ὑπῆρχε ἕνα ἀτέλειωτο τραπέζι μέ πολλά ἄϋλα ἐδέσματα, καί ὅταν πῆγε νά τά δοκιμάσει, τοῦ λέει ὁ Οὐρά- νιος: «Αὐτά εἶναι μόνο γιά νά τά βλέπεις μέ τούς ὀφθαλμούς σου, δέ μπορεῖς νά τά γευτεῖς ἀκόμα ὅσο ζεῖς στήν γῆ!». Ἐμεῖς ἀπό τά συνεχό- μενα δάκρυά του καί τίς λεπτομέρειες πού μᾶς ἀνέφερε, ἀλλά καί ἀπό διάφορα πού τόν ρωτήσαμε γι’ αὐτό τό ἀποκαλυπτικό σημεῖο, καταλά- βαμε μέ σαφήνεια ὅτι τά βίωνε ὁ ἴδιος. Καί κάθε φορά πού τόν ρωτού- σαμε μήπως εἶναι ὁ ἴδιος πού ζοῦσε αὐτή τήν ἐπαναλαμβανόμενη ἀποκάλυψη, μᾶς ἔλεγε μέ ταπείνωση ὅτι δέν εἶναι ὁ ἴδιος, διότι εἶναι ἁμαρτωλός καί τά ζοῦσε κάποιος ἄλλος ἄνθρωπος! Ἔλεγε στούς οἰκείους μας στό Αἴγιο μέ παιδική ἀθωότητα καί θεία μέθη: «Νά προ σεύχεσθε νά δεῖτε τόν Παράδεισο!». Καί ἀκόμα: «Τί ὡραῖα, τί ὄμορφα πού εἶναι στόν Παράδεισο, ἄχ νά ἤμασταν ἐκεῖ συνέχεια ἀπό αὐτή τήν ζωή!». Καί ὅπως ἦταν γονατιστός ἀσπάστηκε μέ λυγμούς καί ἀγάπη παι- διοῦ πρός τήν μητέρα του τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας πού εἴχαμε στό σπίτι μας, πού εἶναι κοντά στό Αἴγιο.

Ὅταν εἶχε ἔρθει γιά πρώτη φορά σπίτι μας, μᾶς εἶπε: «Πόσα παρα- δείγματα μετανοίας πού ἔχουμε, ὅπως τήν ὁσία Μαρία τήν Αἰγυπτία» καί συνέχισε νά ψάλλει τό: «Ἐκ νεότητός μου πολλά πολεμεῖ με πάθη..». Ἀμέσως καταλάβαμε ὅτι ἦταν γιά ἐμᾶς. Μέ λίγα λόγια, ὅπως μᾶς μιλοῦσε, «πέταγε» διακριτικά τά ἀποκαλυπτικά λόγια καί τά συνδύαζε μέ τό ἀντίστοιχο τροπάριο.

Μᾶς ἔλεγε καί ἄλλα μέ τόν δικό του τρόπο προφητικά: «Ὅταν βγῶ στή σύνταξη ὡς καθηγητής, νά κάνουμε ἕνα μοναστήρι καί τί ἔχει νά γίνει!». Ἔλεγε πάλι γιά τήν ξαδέλφη μου: «Ἔχει πολλά ἐρωτηματικά, ἀλλά τώρα ἔριξε βάσεις γερές. Ἔχει καλό πνευματικό, τόν πανοσιολο- γιώτατο ἀδελφό Γέροντα Δαμασκηνό». Στόν ἀδελφό μου τό Δημήτρη, πού βλαστημοῦσε, χωρίς νά τό ξέρει ὁ πατήρ Νικόλαος, τοῦ εἶπε: «Μίμη, μοῦ γκρέμισες τήν Ἐκκλησία!», ἐννοοῦσε μέ τά βρώμικα λόγια του.

Γενικότερα ὁ Γέροντας Νικόλαος ἦταν σέ ἄλλα πνευματικά μήκη καί πλάτη, τό σῶμα του ἦταν ἐδῶ ἀλλά τό πνεῦμα του πετοῦσε στόν οὐρανό, σάν Πέττας πού ἦταν στό ἐπώνυμο. Ἦταν ἅγιος ἄνθρωπος, ἔβλεπε πολλά σημεῖα καί ἀποκαλύψεις, ἀνώτερα πνευματικά γεγονότα τά ὁποῖα ἐκάλυπτε καλά μέ κάποια παιδικότητα καί ἐν Χριστῷ ἅγια σαλότητα, γιατί δέν ἤθελε τούς ἐπαίνους ἀπό τούς ἀνθρώπους οὔτε νά ἀποκαλύπτεται σέ αὐτούς, παρά μόνο μέσα ἀπό τήν βιοτή του νά ὑμνεῖται καί νά δοξάζεται ὁ Θεός μας.

Ἰδιαίτερη πνευματική σχέση καί εὐλάβεια εἶχε ὁ ἀείμνηστος π. Νικό- λαος μέ τόν πνευματικό ἀναγεννητή τῆς Πάτρας, τόν ὁσιωθέντα ἀρχιμ. π. Γερβάσιο Παρασκευόπουλο».

Ἄς εἶναι αἰώνια ἡ μνήμη τοῦ μοναδικοῦ Πατέρα μας δικαίου λευΐτου Νικολάου παπα-Πέττα, ἀδελφοῦ καί συναδέλφου μας καί νά μεσιτεύει ὡς ἄλλος ὅσιος Νικόλαος παπα-Πλανᾶς, ἀπό τό Οὐράνιο θυσιαστήριο γιά μᾶς πού τό ἔχουμε ἀνάγκη στήν δύστυχη καί ταλαίπωρη αὐτή ἐποχή!».

Αἰδεσ. Οἰκον. π. Χαραλάμπου Χ. Πανουτσακόπουλου

Κληρικοῦ Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πατρῶν. Μαρτυρία


Ὁ Παπαχαράλαμπος Ντελής-Πανουτσακόπουλος ἀπό τήν Πάτρα στό προσωπικό του blogspot μέ τήν ὀνομασία «Ἱερά Μητρόπολις Πατρῶν – Ἅγιος Δημήτριος Ρωμανοῦ», σέ ἀφιέρωμα γιά τόν π. Νικόλαο Πέττα ἐπί τῇ ἑορτῇ του, μετά ἀπό δώδεκα χρόνια ἀπό τήν κοίμησή του, ἔχει μεταφέρει στό blog του τά ἑξῆς:

«ΙΕΡΩΣΥΝΗ, ΙΕΡΕΙΣ, KAI ΨΗΓΜΑΤΑ ΑΓΑΠΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΙΕΡΕΩΝ. ΝΕΟ- ΦΑΝΕΝ ΕΝ ΠΑΤΡΑΣΙΝ ΜΥΡΙΠΝΟΟΝ ΑΝΘΟΣ. Η ΕΓΝΩΣΜΕΝΗ ΔΙΟΡΑΤΙΚΟΤΗΣ

ΤΟΥ ΣΗΜΕΙΟΦΟΡΟΥ π. ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΠΕΤΤΑ. […] Εἶχον τήν εὐλογίαν νά γνω- ρίσω καλῶς τόν μέγα ἱερέα τοῦτον, τόν πατέρα Νικόλαον Πέτταν, ὅτε ἦτο ἐφημέριος εἰς τόν Ἱερόν Ναόν Ἁγίου Βασιλείου Ζαρουχλεΐκων Πατρῶν, διά μέσου ἑνός παλιοῦ φοιτητοῦ του καί ἀδελφικοῦ μου φίλου, τοῦ Πέτρου Ἀποστολόπουλου, (τεχνικός ἠλεκτρονικῶν συστημάτων), ὅστις μοί προέτρεψεν, λαϊκόν ὄντα, ἵνα γνωρίσω τόν πατέρα αὐτόν (παπα-Πέττα), καθ’ ὅτι καί ἐγώ ἐκκολαπτόμενος ἱερεύς ἤμην, προαλει- φόμενος δή εἰς τό φοβερόν, καί αὐτοῖς τοῖς Ἀγγέλοις εἰσέτι, Λειτούρ- γημα, καί ὁ ἡμέτερος φίλος Πέτρος, ὡς γνώστης τοῦ ὑψιπετοῦς ἀναστήματος τοῦ πατρός Νικολάου, πνευματικοῦ του καί καθηγητοῦ του εἰς τό μάθημα τῆς Μηχανολογίας, ἔχαιρεν ἵν’ ἔχω τοιούτου μεγέθους πρότυπα.

ΕΠΗΓΑ, ΕΙΔΑ ΚΑΙ ΟΙΔΑ.. Ἦτο ἁπλοῦς τοῖς τρόποις ὅταν πῆρα τήν εὐχήν του εἰς τό ἱερόν, ὅστις ἀφοῦ μ’ ηὐλόγησεν, μέ παρακάλεσεν τα- πεινῶς ἵνα καθήσω, ἀλλά νά μήν τόν ἀποσπάσω ἀπό τήν προσευχήν καί ἱεροπραξίαν αὐτοῦ. Ἀσφαλῶς ὑπήκουσα καί ὄντως ὠφελήθην σφόδρα τῇ ἡμέρῃ ἐκείνῃ τῆς μίας τῶν Θείων Λειτουργιῶν ὅπου ὁ π. Νικόλαος τότε ἐτέλεσεν, καί νῦν Σημειοφόρος τήν σήμερον ἐν Ἰησοῦ Χριστῷ διά- γων, (καθ' ὁμολογίαν πάμπολλων πνευματικῶν αὐτοῦ τέκνων, συναδέλ- φων του καθηγητῶν, παλιῶν μαθητῶν καί φοιτητῶν αὐτοῦ εἰς τά Τ.Ε.Ι. Πατρῶν, ἀλλά καί γενικήν τῶν Πατρινῶν ὁμολογίαν, ἀσφαλῶς καί τῆς ἡμετέρας, καθ’ ὅτι πολλά ἐπακολουθήσαντα τῆς ζωῆς μου εἶχον προρ- ρηθεῖ παρ’ αὐτοῦ). Τολμῶ δέ ἵν’ ὁμολογήσω, ὅτι καί ἐγώ συνεπάρθην ἐκείνη τήν εὐλογημένην ἡμέραν, ὁρῶν τόν πατέρα Νικόλαον ὡς νεοφα- νέντα Ἅγιον, ἱστάμενον μέ σάρκα καί ὀστᾶ ἐμπρός εἰς τήν Ἁγίαν Τράπεζαν, ἐνδεδυμένον τήν ἁπλήν αὐτοῦ στολήν, καί ἐνατενίζων ἐνώπιος Ἐνωπίῳ τόν Ἐσταυρωμένον, καί δή δακρύοντα ἑνίοτε.

Δέν εἶπον τίποτε, δέν ψιθύρισα κἄν, μόνον μυστικήν ὑπόκλισιν στόν φωτισμένο κληρικό ἐποίησα. Ἁπλῶς εἶπα μέσα μου, ἔτσι θέλω κι ἐγώ νά εἶμαι ὅταν καί ἅμα μ’ ἀξιώσει ὁ Κύριος, ἵνα διακονήσω τῇ Εὐλογίᾳ τοῦ Δεσπότου μου, τά Ἅγια Αὐτοῦ Μυστήρια καί τόν ἠγαπημένον Αὐτοῦ λαόν, ὅν τῷ Τιμίῳ Αὐτοῦ Αἵματι ἐξηγόρασεν ἐκ τῆς κατάρας τοῦ Νόμου. Ἀναχωρῶν καί λαμβάνοντας τήν εὐχήν του, τοῦ εἶπα, πατέρα Νικόλαε, τί βλέπετε, θά μέ χειροτονήσει ὁ Σεβασμιώτατος παπά; (Ἔχων ἠκούσει ὅτι διέθετε προορατικόν χάρισμα). Καί μοῦ ἀπάντησεν μειδιῶν γλυκά:

«Μπά! γιά παπά δέν τό βλέπω, ἀλλά γιά ἱερέα τό βλέπω καθαρά. Ἔλα μέ τήν εὐχή μου». Καί ἔκτοτε δέν τόν εἶδα πάλιν, καθ’ ὅτι κι ἐγώ ἠμέ- λησα... Ὁ χρόνος κύλησε, ὅταν δ’ ἦλθε ἡ εὐλογημένη τῆς ζωῆς μου τῶν ὡρῶν, μεγάλη ὥρα, ἐνεθυμήθην τόν π. Νικόλαο. Καί δή ὅτε ὁ τότε Δεσπό- της μας Κυρός Νικόδημος μοῦ ἔδωσε τήν Εὐχή Του, ἵνα προετοιμασθῶ καί φοιτήσω εἰς τήν τῶν Πατρῶν ὄντως ξακουστήν Ἐκκλησιατικήν Σχολήν. Καί ὤ! τοῦ θαύματος, τότε ξανασυνήντησα τόν π. Νικόλαον Πέτταν καί μάλιστα ηὐτύχησα μεταξύ τῶν εἰκοσιέξ τελειοφοίτων νά ἔχω συμμαθητήν μου τόν μικρόν αὐτοῦ υἱόν, ὅστις τήν σήμερον ἠξιώθη νά εἶναι διδάκτωρ τῆς Φιλοσοφίας καί φέρων τόν τοῦ Ἀρχιμανδρίτου βαθμόν. Βεβαίως, ἐγώ ἤμην τότε τριαντατεσσάρων ἐτῶν καί ὁ μικρός Νεκτάριος μόλις δεκαοκτώ. Ἦτο ἕν ἄριστον παιδίον, πλήρως ἐμπλουτισμένον πνευματικῶς, καί τό προσήγγισα ἵν’ ὠφεληθῶ κι ἐγώ, καί ὄντως ὠφελήθην.

Τότε λοιπόν ηὐλογήθην δίς, διότι ἐγνώρισα ἔτι περαιτέρω τό πνευματικόν ὕψος τοῦ π. Νικολάου Πέττα, μέ συνεπῆρε εἰσέτι πλεῖον, ἡ ἑαυτοῦ ἀπόλυτος ταπεινότης, ἡ μεγάλη του ἀγάπη διά τόν κόσμον, ἡ πλήρης ἀφιλοκερδία του, πού ὄντως ἄν καί εἶχε - ἄν ἐνθυμοῦμαι καλῶς ἕνδεκα, ἴσως καί περισσότερα τέκνα, παγίως ἀπεῖχε τῶν τυχηρῶν, -(διόλου εὐκα- ταφρονήτου μεγέθους εἰς τάς καρπεράς ἐνορίας)- τότε ἐγνώρισα καί τήν πρεσβυτέρα του τήν κ. Ἀνθή, μία πραγματική καιομένη λαμπάδα πο- ρευομένην ἐν ἀσκήσει καί μαρτυρίῳ ἔπροσθεν τοῦ ἱερέως της, πατρός Νικολάου. Τότ’ εἶδα πόσον κόπον κατέβαλλε διά νά καταρτίση καί τούς φοιτητάς του. Τόν ἐνθυμοῦμαι ὡσάν ἕνα ὅσιον Ἀσκητήν, ἐμπρός εἰς δύο μεγάλους ἐκτυπωτάς ὅπου ἡτοίμαζεν τάς φωτοτυπίας διά τά Τ.Ε.Ι., ὅταν μάλιστα μπλόκαραν, ἐγένετο ὅλο μελάνια προσπαθῶν νά τούς ἐπι- σκευάση, πολλάκις μέχρι φυλακῆς νυκτός, ἵνα μή μείνη φοιτητής αὐτοῦ χωρίς σημειώσεις. Δέν θέλω νά ἐπεκταθῶ περαιτέρω, διότι ὅ,τι καί νά εἴπω θά εἶναι ὀλίγιστον ἐμπρός εἰς στό μεγαλεῖο του, ἱερέως ἀλλά καί ἀνθρώπου καί οἰκογενειάρχου καί ποιμένος, ἁλισκομένου διά τήν οἰκο- δομήν τοῦ ποιμνίου του καί ὄχι μόνον.

Θέλω ὅμως νά κλείσω μ’ ἕν θαυμαστόν γεγονός καί σημεῖον Κυριακῆς δωρεᾶς εἰς τόν πατέρα Νικόλαον, τό ὁποῖον ὅταν τό ἐνθυμοῦμαι, εἰλι- κρινά δακρύζω, κλαίω, πονῶ ἀλλά καί χαίρομαι, πονῶ πού ὁ πατέρας Νικόλαος ἔφυγε νεώτατος, καί χαίρομαι γιατί ὁ Σημειοφόρος αὐτός Ο ἐργάτης τοῦ Ἀμπελῶνος τοῦ Κυρίου, μοῦ ἀπέδειξεν ἐν ΠΡΑΞΕΙ: Ναί! ὑπάρχουν καί παπάδες πού θέλουν νά βλέπουν παπά, ἀλλά καί ἱερεῖς πού ἔχουν διορατικό χάρισμα, ἤτοι καρποφορῶσιν ἐν ζωῇ, ὡς ζῶντες ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ, διάγοντες ἐν ἀσκήσει, ὑπο- μένοντες ἐν ἀγάπῃ διώξεις. Ναί! εἷς ἐξ αὐτῶν τῶν εὐλογημένων παρά Κυρίου ἦτο καί ὁ π. Νικό- λαος, ἀποδεδειγμένως ὄντως ὅτι καί διορατικός ἦτο καί τό ἱερα- τεῖον ἠγάπα, ἔστω καί ἐάν ἐπι- κραίνετο ἔκ τινων, ἐξ ἀδίκων ἐπιθέσεων παρ’ αὐτῶν. Τό δέ θαυμαστόν σημεῖον ὅ ἡ ἡμετέρα μηδαμινότης εὐλογητικῶς ἐβίω- σεν, οὕτως ἐστι: Ὑπηρετοῦσα τότε εἰς τήν ἐνορίαν Ἁγίων Ἰσα- ποστόλων Κωνσταντίνου καί Ἑλένης, εἰς τό χωρίον Δοκανέϊκα


Αἰγιαλείας καί ἐκ περιτροπῆς εἰς τό χωρίον Συνανιά, εἰς τόν Ἱερόν Ναόν Ἁγίας Τριάδος, ἤμην δ' ἀπό τό ἕν μέρος ηὐτυχισμένος, διότι ἐκεῖ οἱ ἄνθρω- ποι ἦσαν πραγματικά ἅγιοι, καί ἐπί πλέον εἶχα διαδεχθεῖ ἕνα μεγάλον κληρικό, τόν πατέρα Διονύσιον Καρόγιαννη. Ἀπό τό ἄλλο ὅμως «ζοριζό- μουν», διότι δέν ἠδυνάμην ἵν' ἀνταπεξέλθω εἰς τά ἔξοδα, ὁ δρόμος γάρ μακρύς ἦτο, καί ἕν «σαράβαλο» FIAT 124 ὅλο μ’ ἔκανε νά σπρώχνω, - (ἐνθυμοῦμαι τόν μέγαν πνευματικό τῆς ἐνορίας ἀείμνηστον πατέρα Σω- τήριον Δημητρακόπουλον, ὅστις ἀκούων τούς τριγμούς τῶν ἀναρτήσεων, κάθ’ ὅλην τήν διαδρομήν προσηύχετο, εἰδικά ἡ δεξιά αὐτοῦ χείρ δέν στα- ματοῦσε νά ποιῆ τό τοῦ Σταυροῦ σχῆμα) - ὁ δέ μισθός τότε (1994) ἦτο μόλις ἑκατό χιλιάδες δραχμαί. Τότε τό εἶχα ἐξομολογηθεῖ στόν πατέρα Νικόλαο Πέττα, ὅστις πάλιν διορατικά μ’ ἀπήντησεν: «Ἔλα, τοῦ χρόνου, θά εἶσαι στήν Θεολογική καί μετά ὁ Δεσπότης θά σέ φέρει στήν Πάτρα». Πράγματι, καί ἐδῶ δικαιώθηκε καί εἰς τά δύο, πράγματι πέρασα εἰς τάς Πανελληνίους καί μέ τήν ἐγγραφή μου εἰς Θεολογικήν, ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας, μ’ ἔφερε εἰς τήν Πάτραν.

Τό συγκινητικώτερον ὅμως ὅλων ἦτο, ὅτι ὅταν ἕν φθινοπωρινό βράδυ περνῶν ἐκ τῆς φτωχικῆς αὐτοῦ οἰκίας, αἰτῶν τήν εὐλογίαν του διά κά- ποιο ἡμέτερον πρόβλημα, ἐπ’ εὐκαιρίᾳ τοῦ εἶπα τά εὐχάριστα τῆς με- τάθεσής μου, καί τότ’ εἶδα νά λάμπη τό πρόσωπό του ὡσάν ἥλιος μέσα στό ἀπόβραδο, ἐνῶ τά χείλη του ἔψαλλον ἀγγελικά: «Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος...». Μ’ ἠσπάσθη πατρικῶς καί ἠσθάνθην τι δάκρυον αὐτοῦ χαρᾶς εἰς τήν ἡμετέραν παρειάν. Ἐπίσης, μοῦ ἔδωσε ὡς δῶρον τήν εὐλο- γημένην ἱερατικήν του στολήν, μέ τήν παράκλησιν νά τόν ἐνθυμοῦμαι μαζί μέ τούς οἰκείους του στήν Ἁγία Προσκομιδή.

Τότ’ ἔνοιωσα σαφῶς ὅτι καί ὁ πατήρ Νικόλας ἦτο παρά Κυρίου ηὐλο- γημένος, καί ἐάν ὁ χρόνος γύριζε πίσω θά εἶχον τήν πρόνοιαν νά συλλέξω τόν μαργαρίτην ἐκεῖνον, καί τήν σήμερον νά κατέχω ἀνεκτίμητον πνευ- ματικόν θησαυρόν, διακρατῶν τό δάκρυον χαρᾶς ἐκεῖνο. Καί τό θαυμα- στόν ἐπανελήφθη, μᾶλλον κατ' εὐχήν τοῦ πατρός Νικολάου. Ὁ πρῶτος πού μέ συνεχάρη μετά τόν Πνευματικόν μου, τόν ἅγιον Καθηγούμενον τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὀμπλοῦ πατέρα Νεκτάριο Κωτσάκη μετά τῆς σεπτῆς αὐτοῦ Συνοδείας, ὁ δεύτερος δηλαδή πού μέ συνεχάρη εὑρεθείς ὑπηρε- σιακά, ὅλως θαυμαστῶς εἰς Πάτρας, τό ἑσπέρας τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, μέ συνεχάρη ὁ υἱός τοῦ Σημειοφόρου πατρός, ὁ πατήρ Νεκτάριος Πέτ- τας. Σημειωτέον ὅτι ὁ νῦν Δεσπότης μας κ. Χρυσόστομος μ’ εἶχε τιμήσει μέ τήν πατρικήν του εὐαρέσκειαν μόλις τήν προηγουμένην ἡμέρα.

Ναί! Καί ὁ υἱός ἐχάρηκε σφόδρα. Ἴσως καί αὐτό τό θαυμαστό νά εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ μακαριστοῦ πατρός Νικολάου σαρκωθεῖσα διά τοῦ υἱοῦ του, καί μάρτυς τούτου τοῦ θαυμαστοῦ, ὁ ἄξιος κληρικός καί πα- τέρας Παῦλος (Εἶχον νά ἴδω τόν π. Νεκτάριον πλέον τῶν δέκα ἐτῶν).

Ἐπί τῇ ἑορτῇ τοῦ Ἁγίου Νικολάου, τήν εὐχή σας π. Νικόλαε. Ἔγρα- φον τήν 2αν Δεκεμβρίου 2012. ΤHE ZASTOVIS ROMANOS PRIEST CHAR- ALAMPOS DELIS-PANOU (Πηγή: http://agiosdimitriosromanou.blogspot.gr).



Ἀρχιμ. Ἰωακείμ Σωτηρόπουλος

Ἄρθρο μέ τίτλο

«Εἰς μνημόσυνον αἰώνιον Πρεσβυτέρας Ἀνθῆς π’’Ν. Πέττα»


 Σέ ἄρθρο μέ τίτλο «Εἰς μνημόσυνον αἰώνιον Πρεσβυτέρας Ἀνθῆς π’’Ν. Πέττα» φῶτο μέ λεζάντα «Ἡ ἐκλειποῦσα πρεσβυτέρα Ἀνθή π’’Ν. Πέττα, 1943 - +2012», ΕΤΩΝ 69», ἐπιμέλεια ἄρ- θρου: Ἀρχιμανδρίτης Ἰωακείμ Σωτηρόπουλος, πηγή δημοσίευσης: Ἐφημερίδα «ΠΕΛΟΠΟΝΝΗ- ΣΟΣ», Παρασκευή 7 Δεκεμβρίου 2012. Ἐφημερίδα

«Η ΓΝΩΜΗ», Παρασκευή 7 Δεκεμβρίου 2012. Ὁ ἴδιος Ἐπικείδιος δημοσιεύτηκε καί σέ ἱστοσελίδες τῆς Μητροπόλεως Πατρῶν, ἀκριβῶς τήν ἑπομένη τῆς κοιμήσεως τῆς Πρεσβυτέρας Ἀνθῆς, μέ εἰσαγωγικά σχόλια: «Παρακαλοῦμε πολύ ὅπως κάνετε τήν παρακάτω ἀνάρτηση, πρόκειται περί ἁγίας μορφῆς καί τῆς πρεσβυτέρας πού γίνεται ἡ ἐξόδιος ἀκολουθία αὔριο τό πρωί στήν Πάτρα, ἀλλά καί τοῦ μακαριστοῦ συζύγου τῆς π. Νικολάου Πέττα. Πρίν πεθάνει ὁ μακαριστός π. Νικόλαος Πέττας τῆς εἶχε πεῖ: «Στήν γιορτή μου θά σέ πάρω νά σέ ξεκουράσω». Ὅπως ἔτσι καί ἔγινε 6/12/2012 κοιμήθηκε ἡ Πρεσβυτέρα Ἀνθή. Καί ἄλλα πολλά θαυμαστά σημεῖα ἀπό τόν συγκεκριμένο κληρικό» πηγή: i-n-ag- nektariou-patron.blogspot.gr,panagiaalexiotissa.blogspot.com). «Κατ’ ὀδύνη θά ἐξοδεύσουμε τό Σαββατο 8-12-2012 ὥρα 10:30 π.μ. στόν Ἱ.Ν.Ἁγ.Ἰωάννου Προδρόμου Παραλίας Πατρῶν καί θά ἐνταφιάσουμε στό Κοιμητήριο τῆς Παναγίας Ἀλεξιώτισσας, συγγενεῖς καί φίλοι τήν προσφιλῆ ὑπερπολύτεκνη Πρεσβυτέρα Ἀνθή π’’Ν. Πέττα, συγκλονισμένοι ἀπό τήν ἀδόκητη ἀπώλειά της. Μέχρι πρίν λίγο ἦταν ἀνάμεσά μας. Ἡ σφρίγουσα καί γεμάτη παλικαρίσια ψυχή ὡς ἄλλη Τζαβέλλενα, κατά τή βουλή τοῦ Κυρίου, ὁδεύει τήν μακαρίαν ὁδόν.

Ἡ Ἀνθή π’’ Νικολάου Πέττα γεννήθηκε τό ἔτος 1943 στό χωριό Φράγκα Ἀχαΐας ἐκ γονέων εὐσεβῶν καί παραδοσιακῶν καταγόμενη ἐκ τῆς οἰκογενείας Κατριμπούζα ἀπό τή μεριά τοῦ πατέρα της καί ἐκ τῆς οἰκογενείας Πανταζοπούλου ἀπό τή μητέρα της. Μεγάλωσε στό χωριό, ὅπου ἔλαβε τήν ἀπαραίτητη μόρφωση, ἐνῶ ἀργότερα μετακινήθηκε μέ τά ἀδέλφια της στήν Πάτρα. Ἐκεῖ ἀγωνιζόταν ὄχι μόνο γιά τήν ἐξεύρεση τῆς ὑλικῆς τροφῆς, ἀλλά περισσότερο γιά τήν πνευματική. Ἐνῶ ποθοῦσε τή Μοναχική ζωή, μέ ἐντολή τοῦ πνευματικοῦ της σύναψε γάμο μέ τόν εὐσεβῆ καθηγητή κύριο Νικόλαο Πέττα. Καί οἱ δυό τους στοιχώντας αὐστηρά τίς ἐντολές τοῦ Κυρίου περί ἐγγάμου βίου ἀπέκτησαν 12 παι- διά, 6 ἀγόρια καί 6 κορίτσια. Κατόπιν, ὅταν ὁ σύζυγός της καλεῖται ἀπό τό Θεό νά λάβει τούς δυό βαθμούς τῆς ἱεροσύνης, δέχτηκε μέ ταπείνωση καί εὐθύνη νά φέρει τόν τιμημένο τίτλο τῆς Πρεσβυτέρας.

Διακόνησε τή μεγάλη της οἰκογένεια μέ παραδειγματική αὐταπάρνηση καί αὐτοθυσία. Τό εὐλογημένο ζεῦγος δέν περίμενε καμία στήριξη καί ἀνα- γνώριση γιά τό μεγάλο φορτίο πού σήκωνε οὔτε ἀπό τήν πολιτεία οὔτε ἀπό πουθενά ἀλλοῦ, ἀντιθέτως μερικές φορές ἀκόμα καί εἰρωνεία εἰσέπραξε!


Τήν Πρεσβυτέρα Ἀνθή τήν διέκριναν σπάνιες ἀρετές, ὅπως τῆς εὐγέ- νειας, τῆς ὑπομονῆς, τῆς σωφροσύνης, τοῦ μέτρου, τοῦ ἡρωισμοῦ, τῆς ἐλεημοσύνης, τῆς εὐσέβειας ἐνῶ ζοῦσε μυστηριακή ζωή μέχρι τέλους. Ὑπῆρξε κραταιό στήριγμα στόν ἱερέα σύζυγό της καί ἐπάξια τόν ὑπηρέ- τησε, ἐνῶ μαζί του γευόταν πολλά ἀπό τά φαρμάκια πού τοῦ πρόσφε- ραν, χωρίς νά χάνει τήν πίστη της καί τή δοξολογία της πρός τό Θεό. Ὁ π’’ Νικόλαος λόγω τῆς ἀγαθῆς καί σπάνιας ψυχῆς της τήν ἀποκαλοῦσε χαριτολογώντας «Γερόντισσα Ἀγάθη».

Καί ὅταν ἔχασαν ἄδικα τήν κόρη τους, Σοφία, καί πάλι δοξολογοῦσαν τό Θεό, ὡς ὁ πολύαθλος Ἰώβ. Στήν ἀλλαγή τῆς χιλιετηρίδας ἀποχωρίζε- ται γιά πάντα τό σύζυγό της, σέ ἡλικία 58 ἐτῶν, θρηνώντας μέν γιά τήν ἀπώλεια, δοξολογώντας δέ τόν Ὕψιστο. Στά παιδιά της ἔδινε τήν εὐχή της καί κατάφεραν μέ μεγάλο ἀγώνα ὅλα νά μορφωθοῦν καί ἕνα-ἕνα ἀποκτοῦσε τή δική του οἰκογένεια. Ἀπόλαυσε καί τή χαρά νά δεῖ 12 ἐγγόνια. Σέ ἕνα ἀπό τά παιδιά της μάλιστα, μαζί μέ τό σύζυγό της, ἔδω- σαν τήν εὐλογία τους γιά νά ἀφιερωθεῖ στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Καί ἐνῶ ἀπολάμβανε τή χαρά τῶν καρπῶν της καί τήν ἱκανοποίηση τῶν θε- άρεστων ἔργων, ἀλλά καί τή βαθειά ὑπόληψη τῆς κοινωνίας τῆς πόλεώς μας, ἐξελέγη καί προσελήφθη ὑπό τοῦ Κυρίου εἰς τάς αὐλάς Του. Μετά ἀπό μεγάλη μάχη στήν ἐντατική ἐπί 2 μῆνες ΓΝΑ κλήθηκε 7:15 π.μ. στά οὐράνια σκηνώματα γιά νά ἀπολαύσει τούς καρπούς τῶν μόχθων της μαζί μέ τό σύζυγό της καί τήν κόρη της, ἀπό τό φιλεύσπλαχνο Θεό. Ἄλλωστε τῆς τό εἶχε προείπει ὁ π. Νικόλαος: «Στήν γιορτή μου θά σέ πάρω νά σέ ξεκουράσω!». (Ὅπως καί ἔτσι ἔγινε, ἡ Πρεσβυτέρα Ἀνθή κοιμήθηκε ἐν Κυρίῳ στίς 6 Δεκεμβρίου 2012). Γι’ αὐτό κι ἐμεῖς οἱ οἰκεῖοι της ἄς προσπαθήσουμε νά ἀμβλύνουμε τήν ὀδύνη μας καί νά περιορί- σουμε στό μέτρο τοῦ δυνατοῦ τή θλίψη μας. Γιά τόν ἀπροσδόκητο χαμό τῆς λίαν ἀγαπημένης μας μητέρας καί γιαγιᾶς, ἄς εὐχηθοῦμε ὅλοι Κύριος ὁ Θεός νά ἀναπαύσει τήν ψυχή τῆς ἐν χώρᾳ ζώντων.

Μέ μεγάλο σεβασμό στήν ἱερή μνήμη σου, ὁ υἱός σου Ἀρχιμ. Νεκτάριος π’’Ν. Πέττας».



Στυλιανή Κουλούρη

ἐνορίτισσας τοῦ Ἁγίου Βασιλείου Ζαρουχλεΐκων Πατρῶν

Ἐπικήδειος γιά τήν Πρεσβυτέρα Ἀνθή


Μετά τήν θεία Λειτουργία πού τελέσθηκε 8 Δεκεμβρίου καί ἐνῶ βρι- σκόταν στό κέντρο τοῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου Παραλίας Πατρῶν, μετά τόν ἐπικήδιο λόγο πού ἐκφώνησε ὁ πρωτ. π. Ἀντώνιος Ρουμελιώτης, ὁ ὁποῖος ἦταν ὁ πνευματικός τῆς Πρεσβυτέρας τά τελευταῖα ἔτη, μία γνωστή της ἀπό τήν ἐνορία τοῦ Ἁγίου Βασιλείου Ζα- ρουχλεΐκων ἔγραψε ἕνα ἁπλό ἐπικήδειο κείμενο πού τό ἀνέγνωσε. Τό ὄνομα τῆς κυρίας αὐτῆς εἶναι Στέλλα Κ. καί ὁ λόγος της μεταγράφεται

παρακάτω:

«Πατέρα Νικόλαε καί πολύαθλος πρεσβυτέρα Ἀνθή, τήν εὐχή σας! Σήμερα θά ἐνταφιάσουμε τήν σεβαστή καί ἀγαπημένη μας πρεσβυτέρα Ἀνθή. Γονατίζουμε μπροστά στό μυροβόλο σκήνωμά της. Ὄντως μυριό- πνοο ἄνθος τοῦ Παραδείσου, ἀφοῦ ὁ Κύριος τό στόλισε αὐτήν τήν στιγμή τοῦ ἀποχωρισμοῦ μέ οὐράνιες εὐωδίες ἀπό τό εὔκαμπτο κορμάκι της. Τό ὅτι εἶσαι ἡρωΐδα, βασανισμένη μας Πρεσβυτέρα, τό ὑποδηλώνει ἡ μεγαλο- ψυχία σου, ἀφοῦ ἔκανες οὔτε ἕνα, οὔτε δυό, ἀλλά δώδεκα ἐκλεκτά παιδιά: Τήν Σοφία, τόν Ἀνδρέα, τό Χρῆστο, τή Ζωή, τό Νεκτάριο, τήν Κοραλία, τόν Παναγιώτη, τή Μαρία, τό Λουκᾶ, τήν Χαρίκλεια, τήν Ἄννα, τό Γιῶργο. Πῶς μιλάω ἐγώ; Ποῦ βρίσκω τό θάρρος, πρεσβυτέρα μου; Ἐγώ καυχῶμαι ὅτι ἔχω δυό παιδιά, ὅμως τί μποροῦμε νά ποῦμε μπροστά στό δικό σου μεγα- λεῖο; Παίρνω τό θάρρος νά σοῦ ἀπευθύνω αὐτόν τόν ἐπικήδειο κινούμενη ἀπό τόν σεβασμό καί τήν πολλή μου ἀγάπη γιά σένα. Ἤσουν τοῦ Χριστοῦ καί τῆς ζωῆς παλικάρι, καί σέ ἀποκαλούσαμε Μπουμπουλίνα ἤ Τζαβέλ- λενα.

Γιά ἐμᾶς ἤσουν ἡ ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΑ μέ κεφαλαῖα γράμματα, ἡ συμβία τοῦ π. Νικολάου, τοῦ ἐφημερίου μας, πού ἀγαπήσαμε ὅλοι μας τόσο πολύ πα- ράλληλα καί ἐσένα καί τήν οἰκογένειά σας, πρεσβυτέρα μου. Γιά τόν π. Νικόλαο ἤσουν ἡ σεβαστή του Ἀνθή. Ἀπό τήν Πέμπτη τό πρωΐ εἶσαι κοντά του πάλι μετά ἀπό δώδεκα χρό- νια!!! Τήν μέρα τῆς γιορτῆς του ὅπως στό εἶχε πεῖ μῆνες πρίν! Ἦταν δῶρο ἀπό τόν Θεό γι’ αὐτόν, γι’ αὐτό καί πάλι βρίσκεσαι κοντά του! Δίπλα στόν «παπα-Νίκο σου» ὅπως τόν ἀποκαλοῦσες, τόν πα- τέρα τῶν παιδιῶν σου, κοντά στόν Ἅγιο ἄνθρωπο, πού καί οἱ δυό μαζί ἀφήσατε τήν ζωή σας στά χέρια τοῦ Θεοῦ. Καί ἀνήμερα τοῦ Ἁγίου Νι- κολάου ἔγινες αὐτοθυσία, γιά νά γίνει ἀφορμή νά πραγματοποιηθεῖ ἡ θαυμαστή ἐκταφή τοῦ συζύγου σου, πού τήν χρονιά αὐτήν τήν ζη- τοῦσε. Ἔγινες ἀφορμή νά ἔρθει στό φῶς τό σκήνωμά του καί τά ἱερά του ἄμφια, πού ἀκόμα ἀνέπαφα τοῦ κάλυπταν τό εὐωδιάζον ἱερό λείψανό του.

Ἀλλά ἡ ψυχή σου πέταξε στά Οὐράνια. Ἀπό ἐκεῖ νά πρεσβεύεις γιά τά παιδιά σας, ἀλλά καί γιά ὅλους ἐμᾶς, τά κατά πνεῦμα παιδιά σας. Μή μέ ξεχνᾶς καί ἐμένα τήν ταπεινή μέ τούς οἰκείους μου, πρεσβυτέρα μου, στήν προσευχή σου, νά τοῦ λές, ὅπως τότε «παπα-Νίκο μου ἦρθε ἡ Στέλλα».

Ὁ Σταυρός πού σήκωσες στή μαρτυρική ζωή σου ἦταν βαρύς, ἀφοῦ με- γάλωσες δώδεκα παιδιά μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, τῆς Παναγίας καί ὅλων τῶν Ἁγίων. Ἦρθε ξαφνικά ὁ ἄδικος χαμός τοῦ πρώτου σου παιδιοῦ, τῆς Σοφίας μας καί πάλι μές στόν ἀβάσταχτο πόνο σου δόξαζες τόν Θεό. Ἔκρυβες τόν πόνο σου γιά χάρη τῶν ἄλλων παιδιῶν σου καί τά χρόνια περνοῦσαν μέ τήν Σοφία στόν οὐρανό, τόν π. Νικόλαο λειτουργό τοῦ Ὑψί- στου. Πολλά ἀπό τά πικρά ποτήρια πού πότιζαν τόν π. Νικόλαο, ἐσύ τά ἔπινες σάν Κυρηναῖος γιά νά τοῦ ἐλαφρώσεις τό φορτίο. Ὅμως ἕνα πρωϊνό στίς 4 Ἰανουαρίου τοῦ 2000 ὁ π. Νικόλαος μετά ἀπό κάλεσμα τοῦ ἁγίου Βασιλείου γίνεται Οὐρανοπολίτης. Ἀλήθεια, σεβαστοί μου κληρικοί καί ἀγαπημένοι μου πιστοί, ἀναρωτιέμαι πῶς νά μιλήσω ξανά γι’ αὐτόν τόν ταπεινό ἱερέα, τόν λευΐτη τοῦ Χριστοῦ, τόν πνευματοφόρο παπούλη μας πού γνώριζε τά βάθη τῆς καρδιᾶς μας, μᾶς συμπονοῦσε καί προσπαθοῦσε νά μᾶς βοηθήσει μέ τόν δικό του μοναδικό τρόπο! Μόνο ἕνα θά ἀναφέρω αὐτή τήν στιγμή στήν ἀγάπη σας. Μοῦ εἶχε γίνει πρόταση νά πάω προσκύ- νημα στήν Μονή τοῦ Ἁγίου Νικολάου στήν Ἄνδρο πού τελικά δέν πραγ- ματοποιήθηκε. Ἐπισκεπτόμενη λίγες μέρες μετά τόν π.Νικόλαο στό Ἀσκητήριό του, λαβαίνω τήν εὐχή καί μοῦ λέει: «Παιδί μου, πιές, εἶναι Ἁγίασμα ἀπό τήν Ἄνδρο», χωρίς νά τοῦ ἔχω πεῖ τίποτα...πῶς τό ἤξερε; Ἀπό τόν Θεό τό ἤξερε καί αὐτό. Ἄς ἐπανέλθουμε στήν κοίμησή του στήν ἀλλαγή τῆς χιλιετηρίδας πού ἀνεβαίνει ἡ ψυχούλα του στόν οὐρανό νά βρεῖ τό Σωτήρα Χριστό πού τόν εἶχε σαγηνεύσει ὅσο ζοῦσε σέ αὐτόν τόν κόσμο. Ἕναν κόσμο πού δέν τόν ἄγγιζε, διότι ἀνῆκε στόν οὐράνιο κόσμο.

Ἀπό τήν στιγμή ἐκείνη ἡ Πρεσβυτέρα του μόνη μέ τά ἕντεκα παιδιά της! Ὁ λαός λέει: «Ὁ Θεός ὀρφανά κάνει, ἄμοιρα δέν κάνει!». Τά χρόνια περνοῦσαν, τά παιδιά ἔπαιρναν τό δρόμο τους ἕνα-ἕνα μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, μέ τήν εὐχή τῆς Παναγίας μας, καθώς καί μέ τίς προσευχές τοῦ π. Νικόλαου, ἀποκαταστάθηκαν. Τί πόνος, τί βαρύτερος σταυρός ξανά στή ζωή σου; Οἱ δυό θάνατοι καί τά ἄδικα φαρμάκια τοῦ π. Νικολάου ἀπό λίγους κακόβουλους ρασοφόρους σέ λυγίσανε, περισσότερο ἀπό ὁτιδήποτε. Κανείς ὅμως δέν ἦρθε νά σοῦ σφίξει τό χέρι καί νά ἀποκαταστήσει τήν ἀδι- κία πού ὑπέστη ὁ ἱερέας σύζυγός σου, μόνο ὁ διακριτικός καί μεγαλόψυχος Μητροπολίτης Καλαβρύτων κ. Ἀμβρόσιος κάθε φορά πού σέ ἔβλεπε ἀσπα- ζόταν τό χέρι σου καί σοῦ ἔλεγε λόγια παρηγοριᾶς καί συμπόνιας. Ἦρθε ἡ ὥρα ὅμως, πρεσβυτέρα μου, πού ἔπρεπε νά σηκώσεις καί ἄλλο σταυρό, μέ τήν ὑγεία σου αὐτή τή φορά, παλεύοντας δυό ὁλόκληρους μῆνες μέσα στήν ἐντατική. Εἶσαι ἕνας πραγματικός ἥρωας τῆς ζωῆς ἕνας μάρτυρας τῆς ζωῆς. Ὁ Θεός καί ὁ π. Νικόλαος ὅμως σέ ἤθελαν κοντά τους αὐτή τήν με- γάλη ἡμέρα τῆς γιορτῆς τοῦ ἱεράρχου Νικολάου καί τοῦ ἱερέως Νικολάου. Συγχώρεσέ με πού σέ κούρασα, ἀλλά εἶναι ἕνα μικρό εὐχαριστῶ στήν ἱερή μνήμη σου. Αἰωνία σου ἡ μνήμη, ἡρωίδα Πρεσβυτέρα μας, καλό Πα- ράδεισο!». (Πηγή: http://www.foniortodoksonkoritsas.com/2013/01/8-12-

2012.html).


Δημοσιογράφοι τοῦ Ἠλεκτρονικοῦ Τύπου

Ἐκοιμήθη μία «ἁγία» πρεσβυτέρα στήν Πάτρα.

Λίγο ἀργότερα, μετά τήν ταφή τῆς Πρεσβυτέρας Ἀνθῆς, δημοσιογρά- φοι τοῦ Ἠλεκτρονικοῦ Τύπου (ὅπως τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πρακτορείου εἰδήσεων Ρομφαία) καταγράφουν τά γεγονότα τῆς ἐξοδίου καί τῆς ταφῆς μέ γλαφυρό τρόπο, ὁ ὁποῖος δικαιολογεῖται ἀπό τήν ὅλη βιοτή καί καλή μαρτυρία τῆς ἀσκήτριας Πρεσβυτέρας Ἀνθῆς. Μεταξύ τῶν ἄλλων ἀναφέρουν: «Ἐκοιμήθη μία «ἁγία» πρεσβυτέρα στήν Πάτρα -

Φωτογραφικό ὑλικό.

Κοιμήθηκε ἐν Κυρίῳ ἡ Πρεσβυτέρα Ἀνθή, μία ἁγία μορφή τῆς πόλεως τῶν Πατρῶν.

Παρουσία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρῶν κ. Χρυσοστό- μου καί τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἠλιουπόλεως κ. Θεοδώρου τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας τελέστηκε ἡ ἐξόδιος ἀκολουθία τῆς Πρεσβυτέρας Ἀνθῆς Πέττας. Δεκαπέντε κληρικοί τῆς Μητροπόλεως Πατρῶν καί ἄλλων Μητροπόλεων καθώς καί τέσσερις ἱεροδιάκονοι τίμησαν γιά τελευταία φορά τήν Πρεσβυτέρα Ἀνθή, μία σύγχρονη ἅγια μορφή πού ἔζησε στήν Ἱερά Μητρόπολη τῶν Πατρῶν. Ἐπίσης ἀρκετοί ἦταν οἱ πι- στοί, συγγενεῖς, φίλοι, γνωστοί ἀλλά καί ἄγνωστοι πού γνώριζαν τήν βιοτή τῆς Πρεσβυτέρας Ἀνθῆς, ὅπου παρευρέθηκαν στόν Ἱερό Ναό Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου Παραλίας Πατρῶν, γιά νά ποῦν τό τε- λευταῖο ἀντίο στήν «Γερόντισσα Ἀγάθη», ὅπως τήν ἀποκαλοῦσε ὁ μα- καριστός σύζυγός της, γνωρίζοντας τά χαρίσματά της.

Ὁ Ἀρχιμανδρίτης Νεκτάριος Μουλατσιώτης, κατόπιν προτροπῆς τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρῶν κ. Χρυσοστόμου, ἐκφώνησε τόν ἐπικήδειο λόγο, πρός τήν Πρεσβυτέρα Ἀνθή: «Διακόνησε τή μεγάλη της οἰκογένεια μέ παραδειγματική αὐταπάρνηση καί αὐτοθυσία μαζί μέ τόν μακαριστό σύζυγό της π. Νικόλαο Πέττα, ὅπου προσπαθοῦσαν νύχτα μέρα νά μεταδώσουν στά 12 παιδιά τους αὐτό πού ζοῦσαν οἱ ἴδιοι, τήν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ. Μέ τόν ἴδιο ζῆλο ἡ Πρεσβυτέρα Ἀνθή, ἀγωνίστηκε στό πλευρό τοῦ μακαριστοῦ καί σημειοφόρου π. Νικολάου Πέττα, γιά τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ἀπό τήν ἡμέρα πού ἔγινε Πρεσβυτέρα, ζοῦσε πιό ἔντονα τήν μυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, μέχρι καί τήν τελευταία της ἡμέρα. Γι’ αὐτό τό λόγο τό σκήνωμά της σήμερα βρισκόταν ἀπό τό πρωΐ στόν Ἱερό Ναό Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, ὅπου παρέμεινε καθ’ ὅλη τήν διάρκεια τῆς Θείας Λειτουργίας.

Τά χαρίσματα πού τῆς ἔδωσε ὁ Κύριός μας ἦταν πολλά, καί τό κυ- ριότερο ἀπό αὐτά ἦταν ὅτι καθημερινά ὅ,τι καί νά συνέβαινε σέ ἐκείνη καί στήν οἰκογένειά της, δοξολογοῦσε τόν Θεό. Εἴτε χαρά, εἴτε λύπη δο- ξολογοῦσε τό Θεό, καί ἐκείνη καί ὁ μακαριστός σύζυγός της. Ἀκόμα καί ὅταν ἔχασε τό ἕνα της παιδί ἀπό τά 12, τό πρῶτο πράγμα πού ἔκανε ἦταν νά δοξολογήσει τόν Θεό.

Ἤδη μέ τήν κοίμησή της ἔγιναν τρία θαυμαστά σημεῖα, σημεῖα τά ὁποῖα δίνει ὁ Χριστός μας στούς ἀνθρώπους πού τόν ἀγάπησαν. Τό πρῶτο σημεῖο ἀπό αὐτά ἦταν ὅτι κοιμήθηκε 6 Δεκεμβρίου 2012, ἀνήμερα τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Νικολάου, ὅπου ὁ σύζυγός της π. Νικόλαος Πέτ- τας, τῆς τό εἶχε προείπει ὅτι: «Στήν γιορτή μου θά σέ πάρω νά σέ ξεκουράσω!» (Καί ἔτσι ἔγινε, ἡ Πρεσβυτέρα Ἀνθή Πέττα κοιμήθηκε ἐν Κυρίῳ στίς 6 Δεκεμβρίου 2012). Τό δεύτερο σημεῖο εἶναι ὅτι ἡ Πρεσβυ- τέρα καθώς καί ὁ μακαριστός σύζυγός της εἶχαν γιά προστάτη ἅγιό τους τόν Ὅσιο Πατάπιο, ὅπου σήμερα 8 Δεκεμβρίου ἔγινε καί ἡ ἐξόδιος ἀκο- λουθία τῆς Πρεσβυτέρας Ἀνθῆς, μνήμη τοῦ Ὁσίου Παταπίου. Ἐνῶ τό τρίτο σημεῖο πού ἔδειξε ὁ Κύριός μας μέσω τῆς Πρεσβυτέρας Ἀνθῆς ἦταν ὅταν κατά τήν διάρκεια τῆς ἐξοδίου ἀκολουθίας ἕνα ἀπό τά παιδιά της καθώς τῆς κρατοῦσε τό χέρι, εἶδε ὅτι τά δάχτυλα ἀλλά καί τό χέρι εἶχαν εὐλυγισία, ἐνῶ τό σκήνωμα τῆς Πρεσβυτέρας κατά μαρτυρία πολλῶν εὐωδίαζε.

Μετά τήν ἀνάρτηση τοῦ συγκεκριμένου ἄρθρου 3 διαφορετικά ἄτομα ἐπικοινώνησαν μαζί μας ὅπου μᾶς ἀνέφεραν ἄλλο ἕνα θαυμαστό σημεῖο κατά τήν ταφή τῆς μακαριστῆς Πρεσβυτέρας Ἀνθῆς Πέττα. Μετά τήν ἐξόδιο ἀκολουθία πού ἔγινε στόν Ἱερό Ναό Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προ- δρόμου, ὁ κόσμος κατευθύνθηκε πρός τό κοιμητήριο τῆς Παναγίας Ἀλε- ξιώτισσας ὅπου θά γινόταν ἡ ταφή. Κατά τήν διάρκεια τῆς πορείας πρός τό κοιμητήριο οἱ καιρικές συνθῆκες ἦταν πολύ ἄσχημες, ἡ καταρρακτώ- δης βροχή δέν σταματοῦσε μέ τίποτα. Τήν ὥρα ὅμως πού ἔφτασε τό σεπτό σκήνωμα τῆς μακαριστῆς Πρεσβυτέρας στό κοιμητήριο, ἡ βροχή σταμάτησε καί κατά ἕνα θαυμαστό τρόπο ὁ ἥλιος βγῆκε καί φώτιζε μόνο τόν τάφο καί τήν Πρεσβυτέρα Ἀνθή Πέττα, ἐνῶ ἡ βροχή ξεκίνησε πάλι καταρρακτωδῶς.

Ὁ Κύριος νά ἀναπαύσει τήν ψυχή της ἐν χώρᾳ ζώντων. Αἰώνια ἡ μνήμη. Ἀμήν».



Εὐχαριστήριο τῆς οἰκογένειας τέκνων τοῦ ἱερέως Νικολάου Ἀ. Πέττα

γιά τή συμμετοχή στό πένθος τους


Δύο μέρες μετά τήν ταφή τῆς Πρεσβυτέρας ἡ οἰκογένειά της ἐξέδωσε τήν παρακάτω εὐχαριστήριο ἐπιστολή: «Εὐχαριστήριο τῆς οἰκογέ- νειας τέκνων τοῦ ἱερέως Νικολάου Ἀ. Πέττα γιά τή συμμετοχή ὅλων στό πένθος τους», Δευτέρα, 10 Δεκεμβρίου 2012.

Ἡ οἰκογένεια τῆς ἀείμνηστης Πρεσβυτέρας Ἀνθῆς π’’Ν. Πέττα-Κατριμπούζα ἐξέδωσε εὐχαριστήριο μέ τό ὁποῖο ἐκφράζει τίς θερμές καί εὐγνώμονες εὐχαριστίες της, γιά τήν συμμετοχή στό πένθος καί τήν συμ- προσευχή ὅλων κατά τή Νεκρώσιμη Ἀκολουθία. Παράλληλα γνωστο- ποιεῖται ὅτι τά Ἐννιάμερα θά τελεσθοῦν τό Σάββατο στίς 15 Δεκεμβρίου 2012 στήν πρωινή Θ.Λειτουργία στόν κοιμητηριακό Ναό τῆς Παναγίας Ἀλεξιώτισσας Πατρῶν, καί τό τεσσαρακονθήμερο Μνημόσυνο θά τελεσθεῖ τήν Κυριακή 13 Ἰανουαρίου 2013, στόν Ἱερό Ναό τοῦ Παντοκράτορα Πατρῶν.

Εὐχαριστήριο: Τά παιδιά, τά ἐγγόνια, τά ἀδέλφια καί ὅλοι οἱ συγγενεῖς τῆς ἀείμνηστης Πρεσβυτέρας Ἀνθῆς π’’Ν. Πέττα-Κατριμπούζα, πού κηδεύθηκε τό Σάββατο 8 Δεκεμβρίου στήν Πάτρα, ἐκφράζουμε τίς θερμές καί εὐγνώμονες εὐχαριστίες μας, γιά τή συμμετοχή στό βαρύτατο πένθος μας καί γιά τή συμπροσευχή ὅλων κατά τήν Θ.Λειτουργία καί τήν Νεκρώσιμη Ἀκολουθία.

Ἐν πρώτοις, μέ πολύ σεβασμό εὐχαριστοῦμε γιά τήν παρουσία τους τόν ποιμενάρχη μας Σεβ. Μητροπολίτη Πατρῶν κ. Χρυσόστομο, ὁ ὁποῖος ἐξεφώνησε συγκινητικό καί διδακτικό ἐπικήδειο λόγο, καί τόν Σεβ. Μη- τροπολίτη Ἠλιουπόλεως κ. Θεόδωρο. Ἰδιαιτέρως ἐπίσης εὐχαριστοῦμε τούς σεβαστούς κληρικούς τῶν Μητροπόλεων Πατρῶν, Καλαβρύτων, Φωκίδος καί Νικαίας καθώς καί ἄλλων ἐκκλησιαστικῶν περιοχῶν, πού παρέστησαν καί ἔλαβαν μέρος στήν Ἐξόδιο Ἀκολουθία, τούς Ἡγουμέ- νους, τίς Ἡγουμένισσες, Μοναχούς καί Μοναχές, καθώς καί τόν παν. ἀρχιμ. Νεκτάριο Μουλατσιώτη καί τόν πνευματικό τῆς θανούσης αἰδ. πρωτ. Ἀντώνιο Ρουμελιώτη, πού ἐπίσης ἐκφώνησαν ἰδιαίτερα ἀποκαλυ- πτικούς ἐπικήδειους λόγους. Ἐπίσης, εὐχαριστοῦμε τό πλῆθος τοῦ λαοῦ γιά τήν παρουσία τους καί γιά τή θερμή προσευχή τους νά κατατάξει ὁ Πανάγαθος Θεός τήν ἐκλεκτή καί πανάρετη ψυχή της μετά τῶν ἁγίων Του, τοῦ συζύγου καί τῆς κόρης της. Εὐχαριστοῦμε ἀκόμη καί ὅσους μας εὐχήθηκαν μέ κάθε ἐπικοινωνιακό μέσο. Εὐχόμενοι σέ ὅλους μακροημέ- ρευση καί ἀδιάπτωτη ὑγεία, διατελοῦμε μέ τιμή, σεβασμό καί θερμές εὐχαριστίες, οἱ οἰκεῖοι τοῦ ἱερέως Νικολάου Α. Πέττα καί τῆς Πρεσβυ- τέρας Ἀνθῆς Πέττα-Κατριμπούζα. (Πηγές ὑλικοῦ: Ἐφημερίδα «ΠΕΛΟ- ΠΟΝΝΗΣΟΣ», Τρίτη 11 Δεκεμβρίου 2012. Ἐφημερίδα «Η ΓΝΩΜΗ», Τρίτη 11 Δεκεμβρίου 2012)».



ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΑ ΑΝΘΗ ΣΗΜΕΙΟΦΟΡΟΥ ΙΕΡΕΩΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΠΕΤΤΑ

Ἑννέα Ἡμέρες μετά τήν ὁσιακήν κοίμησίν της


Ἀπό τόν ἰστότοπο «ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΤΡΩΝ - Agios Dimitrios Romanou (http://agiosdimitriosromanou. blogspot.gr/2012/12/en- niamea.html) μέ τίτλο: «ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΑ ΑΝΘΗ ΣΗΜΕΙΟΦΟΡΟΥ ΙΕ- ΡΕΩΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΠΕΤΤΑ, ΕΝΝΕΑ ΗΜΕΡΕΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ

ΤΗΝ ΟΣΙΑΚΗΝ ΑΥΤΗΣ ΚΟΙΜΗΣΙΝ», ἀναφέρονται τά κατωτέρω γιά ἐκείνην:

Τήν πρωταρχικήν περί τοῦ «αὐξάνεσθε καί πληθύνεσθε» (Γεν. 1, 28) ἐντολήν ἐν ἀπολύτῳ εἰς Θεόν ὑπακοή ἐξετέλεσεν, καί δή ἐν τῇ γεν- νήσει δώδεκα τέκνων -ὄντως σημειολογικώτατος ἀριθμός, περικλείων Παλαιά ἅμα τε καί Καινή Διαθήκη {Φυλές-Ἀπόστολοι)-, τήν πίστιν καθ΄ ἅπασαν τήν βιοτήν αὐτῆς ἀπολύτως τετήρηκεν, τόν δρόμον τετέλεκεν, πιστή εἰς τ’ ὀρθοδείκτιον Παύλειον ἀξίωμα, καί Γάμου «δόγμα». 6 Δε- κεμβρίου   2012,   ΑΝΘΗ   ΙΕΡΕΩΣ   ΝΙΚΟΛΑΟΥ   ΠΕΤΤΑ,   ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΑ

ΕΞΕΔΗΜΗΣΕΝ, Θαυμαστῶς, ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ παμμακαρίστου ση- μειοφόρου συζύγου της καί νῦν ἐν Κυρίῳ διάγοντος, καί συλλειτουρ- γοῦντος ἐν τῷ ὑπερουρανίῳ Αὐτοῦ Θυσιαστηρίῳ, πατρός καί ὄντως ὄντος ποιμένος καί διδασκάλου Νικολάου Πέττα-, Θαυμαστόν καί κομ- βικώτατον ἐν σημείοις, καί τοῦτο σημεῖον, τολμῶ δ’ ἐν παρρησίᾳ ἵνα εἴπω: τῇ ἱκεσίᾳ πρός Ἰησοῦν τοῦ ἱερέως της καί συζύγου της Νικολάου. Ἡμέρα Κυρίου εὐπρόδεκτος, ἵνα μετά τοῦ «ΠΑΠΑ» τῆς σύν οὐρανίῳ χορῷ συνεορτάσουσιν. Ἡμέρα ἑορτῆς Ἁγίου, ἵνα μνήμη γενεθλίου τῆς ὄντως ὄντος ζωῆς, τῆς παρ’ ἀνθρώποις μή ἐπιλησθείη. Λειτουργός Ὑψί- στου, διάκονος ἀνθρώπων καί μυσταγωγός ψυχῶν ὁ ἱερεύς σύζυγος αὐτῆς. Λειτουργός μητρότητος καί παιδαγωγός καλῶν κἀγαθῶν πολιτῶν ἡ πρεσβυτέρα Νικολάου Ἀνθή. Πυλῶνες ἄσειστοι τῆς ἐν οἴκῳ Ἐκκλησίας ἀμφότεροι. Διαπρύσιοι κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου ἕως ἐσχάτων. Νῦν καιρός εὐπρόσδεκτος, ἵνα στέφανον δόξης καί ἡ πρεσβυτέρα Ἀνθή στεφθῆ, ἵνα σύν Κυρίῳ μετά τοῦ συζύγου της καί τῆς πολυαγαπημένης της θυ- γατρός Σοφίας συνεορτάση, ἵνα τά προσφιλῆ ἑαυτῆς πρόσωπα τῇ τοῦ Χριστοῦ ἀμέτρῳ Εὐαρεσκείᾳ ὀφθῆ. Ἡ καιομένη λαμπάς ἡ ἔμπροσθεν τοῦ ἱερέως της πορευομένη, ἔσβησεν ἐν γῇ, ἵνα ὡς φοῖνιξ ἐν οὐρανῷ ἐξαν- θήση καί καρπούς ὑπησχημένους ἐκ τοῦ NΙΚΟΛΑΟΥ-, Ἑτέρου τῆς Χρι- στιανοσύνης φαεινοῦ ἡλίου, -Ἁγίου Νικολάου Καβάσιλα φέρη. Καιρός νῦν, ἵνα τήν μοναξιά τῆς πρεσβυτέρας ἀποτινάξη. Ναί! φοράς τινάς, ἡ τῶν ἱερέων ζωή μοναξιᾶς γέμει, καί τήν μοναξιάν ταύτην καί αἱ πρεσβυ- τέραι γεύονται, εἶναι ἡ τοῦ μαρτυρίου καί μαρτυρίας μοναξιά, ἡ τοῦ Με- γάλου Ἀρχιποίμενος «Μοναξιά», ἡ ἐν ὄρει Ἐλαιῶν «Μοναξιά», ἡ Κυριακή ἐν Γεσθημανῇ πρό τοῦ Μαρτυρίου «Μοναξιά».

Μετώκισεν σχετικά νέα, ἴσως διότι ἡ στενή καί τεθλιμμένη τοῦ βίου της ὁδός τήν ἐκούρασεν, ἴσως διότι ὁ Κύριος ἠθέλησεν ἵνα ταύτην εἰς τούς μακαρίους: «οὕς ἐξελέξατο καί προσελάβετο» συγκαριθμήσῃ. Ἔζησεν καί ἐμόχθησεν, ἐνίοτε ἐχάρη, πλειστάκις ἐπικράνθη, διαρκῶς συγχωροῦσε, ἀενάως προσηύχετο, ἠγαπήθη ἐκ τῶν ὀλίγων καί ἐπαϊόντων ταύτην, ἐνδεχομένως καί νά ἐμισήθη, διότι δέν ἦτο ἐξελέγη ἐκ τοῦ κό- σμου τούτου, ἀλλ’ ἐκ τοῦ Χριστοῦ ἐξηλέχθη, ἵνα τόν ἱερέα σημειοφόρο Του διακονήσει, ἵνα τήν ἱερατικήν οἰκογένειάν της ἐν πίστει καί μαρτυρίῳ ὑπηρετήσῃ, ἵνα εἰς τήν τοῦ Κυρίου Ἐκκλησίαν νεόφυτα ἐλαιῶν ἐπιπρο- σθέση.

Καί διεκόνησεν γενναίως, ὡς τῆς πίστης Τζαβέλαινα, ὡς ὁ λαός τοῦ Χριστοῦ ἀποκαλοῦσε ταύτην, καί τήν ἐν οἴκῳ Ἐκκλησίαν καλοκάλλισεν ἀλλά καί τόν Ναόν Του ηὐτρέπισεν, καί τήν Ἐκκλησίαν Του διεκόνησεν. Μία ζωή διακονία, διακονία καί προσφορά, προσφορά καί αὐταπάρνηση, αὐταπάρνηση καί ἀλτρουισμός ὅλη αὐτῆς ἡ βιοτή, ἦτο ὁ χρηστός τοῦ παπᾶ της ἀποσβεστήρ καμάτων τε καί μυστικῶν πόνων, ἦτο τῶν τέκνων τε καί ἐγγονῶν αὐτῆς ὁ εὔδιος λιμήν. Οὐδέποτε ἐκάμφθη ταῖς τοῦ βίου τούτου ζάλαις, οὐδέποτε ἐλύγισεν, οὐδέποτε τῆς ἀπολύτου ἀρωγῆς τοῦ Χριστοῦ διέλαθεν. Νεώτατος εἶχον τήν εὐλογίαν ἵνα τό εὖρος τῆς ὑμετέ- ρας καρτερικότητος, ἅμα τε Ἰωβείου στωικότητος, διαπιστώσω, καί γνώ- στης τούτων γενῶ. Ὡς πολυτίμητος ἔλλογος «ὄρνις» περιέθαλπεν τά ἑαυτῆς νεοσσία, καθήμενη παρά τῇ θύρᾳ τῆς λιτῆς οἰκογενειακῆς ἑστίας. Πάντοτε εἷς λόγος εὐπροσηγορίας ἐξήρχετο ἐκ τῶν εὐλογημένων αὐτῆς χειλέων. Ὅτε μέ ἔβλεπεν στενοχωρημένον, πάντοτε μοῦ ἔλεγε: «Εἶναι φορτίο, εἶναι μαρτύριο ἡ διακονία Θεοῦ τε καί ἀνθρώπων, μή φοβοῦ ὅμως, διότι ὁ ζυγός τοῦ Χριστοῦ εἶναι χρηστός καί τό φορτίον κατευό- διον διά τά ἀναμενόμενα καί ὑπεσχημένα, τόν πόνον σου καί τά βάσανά σου νά τά λέγης εἰς τήν πρεσβυτέραν σου, μόνον αὐτή θά νοιώση τό ἀγαθό τῆς Ἱερωσύνης ἄλγος, ὁμοῦ ὡσάν ἔλλογα ὑποζύγια θά ἄρετε τόν ζυγόν τόν ὁποῖον ὅλως ἑκουσίως ἐπελέξατε, ἵνα τόν ἀγρόν Κυρίου ὡς Αὐτός ηὐδόκησε Θείᾳ καί ἀνθρωπίνῃ παρά Μητροπολίτου παραχωρήσει καί ὡς ἐξ ἀνθρώπων ἐξελέξατο, ὅτι τοῦτον πρός πνευματικήν καλλιέρ- γειαν καί ἐμπλουτισμόν ἐνεπιστεύσαντο εἰς ἐσᾶς.»…..Τελευταίαν φοράν ἐνθυμοῦμαι τήν εἶδον, πρό τριῶν μηνῶν, ἐν τῇ τῶν τέκνων της οἰκίαν, ὅτε μοι ἔλεγεν ὅτι ὁ καιρός πρός τό κεκαθωρισμένον καί κοινόν τοῖς ἀνθρώ- ποις γεγραμμένον, ἤγγισται, ὅτε δέ τῆς ἔλεγον ὅτι ἦτο ἀρκετά νέα καί ἐναπομένει μέρος τῆς ἐνταῦθα ζωῆς της ἀδιάνυστον, αὕτη ἐπέμενεν, και ὄντως αὐτή ἡ εὐλογημένη ψυχή, -μοῦ εἶπε, ἐνῶ τήν βοηθοῦσα ἵνα κατέλθη τήν τῆς οἰκίας της κλίμακα,- ὅτι ἔχει ἀνοιχτή πρόσκλησιν ἀπό τόν πατέρα Νικόλαον, καί ὅτι εἶχεν ἀκούσει οὐρανίας μελωδίας, -ἦτο ἐφέτος τό Κα- λοκαίρι ὅτε ἠσπάθην διά τελευταίαν φοράν τήν σεπτήν αὐτῆς χείρα, - ἔκτοτε δέν τήν εἶδον οὔτε καί κατά τήν ἔξοδον αὐτῆς, ἀλλά τρεῖς ἡμέρας μετά τήν ἐκδημίαν της, ἐπληροφορήθην ἐκ τῆς ἀδελφῆς ἐκπαιδευτικοῦ κ. Δήμητρας, τήν εἰρηνικήν πρός Κύριον μετοικεσίαν της. Τρεῖς ἡμέρας μετά….ἴσως καλύτερα, διά νά τήν ἐνθυμοῦμαι ὄρθια, δυναμικήν ἐν πίστει καί βιοτῇ, Τζαβέλαινα Χριστοῦ ὡς εὐφήμως ἀπεκαλεῖτο…

ΑΙΩΝΙΑ ΣΑΣ Η ΜΝΗΜΗ ΠΟΛΥΣΕΒΑΣΤΗ ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΑ ΤΟΥ ΣΗΜΕΙΟΦΟ- ΡΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΠΕΤΤΑ, ΕΙΘΕ ΝΑ ΕΧΩ ΚΙ ΕΓΩ ΜΕΡΙΔΙΟΝ ΤΗΣ ΑΝΕΚΤΙΜΗΤΟΥ ΣΑΣ ΕΥΧΗΣ, ΚΑΙ ΣΑΣ ΥΠΟΣΧΟΜΑΙ ΟΤΙ ΤΟ ΠΕΤΡΑΧΗΛΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΕΡΕΩΣ ΣΑΣ ΘΑ ΤΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΩ ΑΝΕΛΕΙΠΩΣ, ΓΙΝΩΣΚΩΝ ΣΑΦΩΣ ΤΗΝ ΕΠΙΘΥΜΙΑΝ ΣΑΣ. ΑΙΩΝΙΑ ΣΑΣ Η ΜΝΗΜΗ!.





Μνήμη κοιμήσεως 2 σύγχρονων ἁγιασμένων Γερόντων (4 Ἰανουαρίου)

Ἐπισυνάπτεται ἄρθρο μέ τίτλο «Μνήμη κοιμήσεως 2 σύγχρο- νων ἁγιασμένων Γερόντων (4 Ἰανουαρίου) Παρασκευή 04 Ἰανουαρίου 2013, πού συντάχθηκε ἀπό τήν Θεολόγο-Ὑποψή- φια Μεταπτυχιακοῦ Διπλώματος Θεολογίας, Ἰωάννα Κ. Λυμ- περοπούλου.


Ἡ 4ῃ Ἰανουαρίου εἶναι ἡμερομηνία τῆς κοίμησης δύο συγχρόνων ἁγιασμένων ἀγωνιστῶν τῆς Ἐκκλησίας μας πού ἀγάπησαν πολύ τό Χριστό καί ἔκαναν πράξη τόν εὐαγγελικό λόγο. Ἀσκήθηκαν στήν ὑπο- μονή, τήν ἀγάπη καί παράλληλα διακρίθηκαν γιά τήν ἀρετή, τήν ταπεί- νωση καί τήν ἁγιοπνευματική πορεία τοῦ βίου τους. Εἶναι ὁ ὅσιος Μοναχός Νικηφόρος Τζανακάκης ἐκ Σηρικαρίου Χανίων καί ὁ σημειοφό- ρος Λευίτης Νικόλαος Πέττας ἐκ Πατρῶν. Μάλιστα ὁ πρῶτος πρόσφατα κατατάχθηκε στό Ἁγιολόγιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, μέ ἀπόφαση τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου πού συνῆλθε ἀπό 1ης μέχρι 3ης Δεκεμβρίου 2012. Ἀξίζει καί μᾶς βοηθάει στόν καθημερινό μας ἀγώνα, νά πληροφορηθοῦμε κάποια στοιχεῖα γιά τή ζωή καί τῶν δύο (Κατόπιν ἀκολουθεῖ ἕνα σύντομο βιογραφικό τοῦ ὁσίου Νι- κηφόρου τοῦ Λεπροῦ πού γιά λόγους συντομίας καταλυμπάνετε).


Ὁ ἡγιασμένος ἱερέας Νικόλαος Ἀ. Πέττας ἐκ Πατρῶν:

Πρόκειται γιά ἕναν σύγχρονό μας ταπεινό καί ἄξιο ἱερέα, πνευματικό, οἰκογενειάρχη καί καθηγητή τεχνικῆς ἐκπαίδευσης, ὁ ὁποῖος εἶχε ἀφήσει τόν ἑαυτό του στά χέρια τοῦ Χριστοῦ γιά νά τόν χρησιμοποιεῖ ὡς μέσον γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Κι Ἐκεῖνος τόν εἶχε καταστήσει δοχεῖο τῆς Χάρης Του, χορηγώντας του χαρίσματα-δωρεές τοῦ Ἁγίου Πνεύμα- τος. Διότι ὡς γνωστόν «ὁ Θεός ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δέ δίδωσι χάριν». Ἡ οἰκογένειά μου συνδεόταν τόσο μέ τόν ἴδιο, ὅσο καί τήν πρεσβυτέρα του Ἀνθή.

Ὁ π. Νικόλαος Ἀ. Πέττας γεννήθηκε τό 1941 στήν Πάτρα. Ἦταν ἑπτανησιακῆς καταγωγῆς, γόνος ἐπιφανῶν οἰκογενειῶν. Οἱ γονεῖς του ἦρθαν στήν Πάτρα μετά τούς μεγάλους σεισμούς στά Ἑπτάνησα τό 1928. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Ἀνδρέας -τοῦ Νικολάου- Πέτρακας ἤ Πέτ- τας ἀπό τήν πόλη τῆς Ζακύνθου καί ἦταν γνωστός βιομήχανος σαπωνο- ποιΐας στήν Πάτρα. Μητέρα του ἦταν ἡ Σοφία Παναγῆ Τζάκη ἀπό τά Φραγκάτα τῆς Κεφαλλονιᾶς. Ἦταν τό τελευταῖο ἀπό τά πέντε παιδιά τῆς οἰκογένειας. Ἡ εὐλαβής μητέρα του ἔφυγε σέ νεαρή ἡλικία. Ἀπό μικρό τόν νουθετοῦσε ἐν Κυρίῳ, ἐνῶ τοῦ ἔλεγε προφητικά: «Νικολάκη μου θέλω νά γευθῶ μία μπουκιά ἀπό τό ἁγιασμένο ρασάκι σου!», γιατί τῆς εἶχε κάνει ἐντύπωση τό γεγονός ὅτι σάν βρέφος δέν θήλαζε τό γάλα Τετάρτη καί Παρασκευή.

Τόν π. Νικόλαο τόν βάπτισαν τρεῖς ἀφιερωμένες κοπέλες, δίνοντάς του δύο ὀνόματα, Νικόλαο-Ἐμμανουήλ. Ἀπό μικρή ἡλικία ἀσχολεῖτο μέ τήν οἰκογενειακή ἐπιχείρηση ἐνῶ παράλληλα οἱ γονεῖς του φρόντιζαν νά λαμβάνει μόρφωση σέ ἰδιωτικά ἐκπαιδευτήρια. Ὑπάρχουν περιστατικά πού μαρτυροῦν ὅτι ἀπό μικρός εἶχε βιώσει ζωντανά τήν θεία προστασία. Ἕνα ἐνδεικτικό εἶναι τοῦτο: μία μέρα πού ἡ ἀδελφή του Ἑλένη τόν εἶχε πάει στόν ἐνοριακό τους ναό τοῦ Ἁγ. Γερασίμου στήν Παραλία Πατρῶν, στό δρόμο καθώς ἐπέστρεφαν ἐμφανίστηκε ξαφνικά μπροστά τους μία ψηλή μαυροφόρα ἐπιβλητική γυναίκα καί εἶπε αὐστηρά στήν ἀδερφή του: «Πάρε τό παιδί καί κρύψου στίς καλαμιές γιατί σέ λίγο θά περάσει στρατιωτικό τάνκ καί θά σᾶς πατήσει!». Πράγματι, ἀπό τόν στενό αὐτό δρόμο πέρασε ἕνα γερμανικό τάνκ καί σώθηκαν χάρη στήν ἐπέμβαση τῆς Παναγίας μας.

Καθώς μεγάλωνε ὁ Νικόλαος-Ἐμμανουήλ εἶχε ἐξομολόγο καί πνευματικό καθοδηγητή τόν γνωστό ὁσιωθέντα ἀρχιμ. Γερβάσιο Παρασκευό- πουλο στήν Πάτρα. Στά δύσκολα χρόνια τῆς κατοχῆς, ἐπειδή ἡ οἰκογένειά του ἦταν εὔπορη καί εἶχε τήν οἰκονομική δυνατότητα καί ἐπειδή ἡ μητέρα τοῦ ἦταν ἐλεήμων, συγκέντρωναν στό σπίτι τους πτω- χούς καί τούς οἰκονομοῦσαν. Τήν ἴδια δύσκολη περίοδο, συγκεντρώνον- ταν στό σπίτι οἱ οἰκεῖοι τοῦ Νικολάου μέ πρόσωπα ἀπό τόν κύκλο τοῦ π. Γερβασίου καί ἔκαναν ἐποικοδομητικές πνευματικές συζητήσεις.

Συνήθως ὁ Νικόλαος συναναστρεφόταν μέ μεγαλύτερους ἀπό τήν ἡλι- κία του ἀνθρώπους, σοφούς, ἀλλά εἶχε καί μεγάλη εὐαισθησία στά παι- διά. Ἰδιαίτερη φροντίδα εἶχε σέ αὐτά τοῦ Ὀρφανοτροφείου τοῦ Σκιαγιοπούλειου πού βρισκόταν στή γειτονιά του. Χαρακτηριστικά, στίς μέρες τῶν ἑορτῶν ἔπαιρναν μέ τούς δικούς του ὀρφανά παιδιά ἀπό τό ἵδρυμα στό σπίτι τους. Παράλληλα, ἀσχολήθηκε μέ τήν κατήχηση παι- διῶν, ἐνῶ πολλά ἀπό τά παιδιά πού κατηχοῦσε ἔγιναν ρασοφόροι.

Ὅταν ἦρθε ἡ ὥρα, ὑπηρέτησε τή στρατιωτική του θητεία καί ἔγινε Λο- χίας στή Μοίρα πυραύλων στό Λαγκαδᾶ Θεσσαλονίκης. Τήν πίστη του καί ὅ,τι εἶχε βιώσει ἀπό μικρός τά μετέδιδε στούς στρατιῶτες. Πολλούς τούς ὁδήγησε σέ γέροντες καί πνευματικούς. Στό στρατόπεδο τελοῦσαν καθημερινά ὅλες τίς ἀκολουθίες μέσα ἀπό τό Ὡρολόγιο. Τήν περίοδο πού ὑπηρετοῦσε στή Θεσσαλονίκη, γνώρισε στό νοσοκομεῖο ΑΧΕΠΑ τόν γνωστό μας γέροντα Παΐσιο τόν Ἁγιορείτη. Στίς ἐπισκέψεις πού ἔκανε στό νοσοκομεῖο προκειμένου νά δεῖ τόν γνωστό Μοναχό Παΐσιο, ἔπαιρνε μαζί του καί φαντάρους. Ἀρκετοί ἀπό αὐτούς ὁμολογοῦν ὅτι γνώρισαν τόν Χριστό καί τήν μυστηριακή ζωή ἀπό τό νεαρό λοχία τους Νικόλαο, ἐνῶ κάποιοι ἔγιναν ρασοφόροι.

Ἀξιοθαύμαστη εἶναι ἡ πλούσια καί πολύπλευρη μόρφωση πού εἶχε ὁ π. Νικόλαος. Συνδύαζε κάτι πολύ σπάνιο, τίς θετικές καί τίς θεωρητικές ἐπιστῆμες. Συγκεκριμένα εἶχε τά ἑξῆς πτυχία: Μηχανολόγου, Ραδιοτε- χνίτου, Ἑργοδηγοῦ Μηχανουργικῶν Ἐγκαταστάσεων, Θεολόγου, Τεχνο- λόγων Μηχανικῶν, Ἐκπαιδευτικοῦ Λειτουργοῦ Παιδαγωγικῆς Ἐπιμόρφωσης. Ἦταν ἄνθρωπος μέ πολλά ἐνδιαφέροντα, φιλόμουσος, ἀγαποῦσε τό διάβασμα καί μελετοῦσε ἐγχειρίδια πολλῶν ἐπιστημῶν.

Πρωτοδιορίστηκε ὡς καθηγητής Μηχανολογίας στίς τεχνικές σχολές τῆς Ναυπάκτου. Ἀργότερα πῆρε μετάθεση καί δίδασκε σέ τεχνικά σχο- λεῖα στήν Πάτρα. Ὡς ἐκπαιδευτικός φερόταν στά παιδιά μέ ἀγάπη καί ἐπιείκεια. Γνώριζε καλά τά παιδαγωγικά καί τήν ψυχολογία τῶν παι- διῶν, ἐνῶ οἱ ἐνέργειές του δήλωναν ὅτι ἦταν λεπτός ἄνθρωπος. «Ἡ ὅλη παρουσία του στό σχολεῖο ἦταν μετρημένη καί μέ ἱεροπρέπεια. Σοῦ ἐνέ- πνεε σεβασμό σέ τέτοιο βαθμό πού καί ὡς συνάδελφο λαϊκό ἀκόμα, τόν φανταζόμασταν μέ ράσο» γράφει ὁ ἐπί σειρά ἐτῶν συνάδελφός του, κ. Χαράλαμπος Λ. Κοντοχρήστου καί συνεχίζει: «Γιά ἐμᾶς τούς καθηγητές ἦταν ἕνας ἰδιαίτερος καί σπάνιος ἄνθρωπος, ὑπόδειγμα κληρικοῦ καί καθηγητή μέ τήν συνέπειά του καί τήν πνευματικότητά του. Ἀρχικά προ- ξενοῦσε ἐντύπωση στούς μαθητές τό γεγονός ὅτι ἕνας ρασοφόρος ἦταν παράλληλα καί καθηγητής τους στή Μηχανολογία καί ἔμπαινε μέ τά ράσα στό ἐργαστήριο νά τούς διδάξει στήν πράξη. Ἡ σκέψη αὐτή τούς ἔκανε στήν ἀρχή νά τόν χλευάζουν, ἐνῶ ἐκεῖνος ἔκανε ὅτι δέν καταλά- βαινε. Μετά τίς πρῶτες μέρες ἀναπτυσσόταν ἕνα παράξενο πνευματικό δέσιμο μεταξύ τους καί γινόταν γιά ἐκείνους ὁ πατέρας τους, ὁ δάσκα- λός τους, ἡ παρηγοριά τους. Ὅταν ὁρισμένοι συνάδελφοι ταλαιπω- ροῦσαν τά παιδιά, μεσολαβοῦσε ὁ π. Νικόλαος καί τά βοηθοῦσε νά πάρουν τό πτυχίο τους. Βοηθοῦσε τά παιδιά χωρίς διακρίσεις. Ἀκόμα καί ἄνθρωποι πού τοῦ δήλωναν ὅτι δέν τόν συμπαθοῦσαν ἐπειδή φο- ροῦσε τό ράσο, συχνά τόν πλησίαζαν καί ζητοῦσαν τή συμβουλή του γιά διάφορα θέματά τους. Γιατί ὁ π. Νικόλαος δέν τούς περιφρονοῦσε καί δέν τούς ἀπέφευγε, ἀλλά τούς τραβοῦσε κοντά του γιατί δέν φοβόταν. Μέ τήν σεμνότητά του πού συνδυαζόταν μέ γενναιότητα, κέρδιζε τήν ἐκτίμηση καί τόν θαυμασμό ἀνθρώπων πού δέν περίμενε κανείς νά σε- βαστοῦν ποτέ ἕνα ρασοφόρο. Ἐμεῖς πολλές φορές κάναμε κάποια πράγ- ματα διοικητικά ἤ προσωπικά κρυφά ἀπό ἐκεῖνον. Ὅμως ὁ π. Νικόλαος μ’ ἕνα ἄλλο τρόπο, πιό βαθύ, πιό οὐσιαστικό, τά γνώριζε ὅλα! Μέσα στήν ἀπέραντη ἠρεμία πού τόν χαρακτήριζε, ἀντιλαμβανόταν κάθε κί- νηση καί, μέ μίαν ἐξαιρετική θεόσδοτη χάρη, καταλάβαινε ὄχι μόνο ὅσα τοῦ λέγαμε μά καί ὅσα σκεφτόμασταν».

Στίς 7-5-1970 νυμφεύθηκε τήν πιστή καί ἄξια σύζυγό του Ἀνθῆ Χ. Κα- τριμπούζα ἀπό τό Φράγκα τῆς Ἀχαΐας. Ἦταν πολύ ἀγαπημένο ζευγάρι καί ἀπέκτησαν κατόπιν πολλῆς προσευχῆς δώδεκα παιδιά, ἕξι ἀγόρια καί ἕξι κορίτσια.

Ὡς οἰκογενειάρχης καί καθηγητής ὁ Νικόλαος συνέχιζε τήν αὐστηρή πνευματική ζωή. Στό σχολεῖο, σύμφωνα μέ μαρτυρίες, ἦταν ἄξιος συνε- χιστής τῆς ἀγωγῆς τῶν γονιῶν στά παιδιά. Τόν ἐνδιέφερε οἱ σπουδαστές νά λάβουν γνώσεις ἐπιστημονικές, ἀλλά καί πνευματικές καί ἠθικές ὥστε νά εἶναι χρήσιμοι στήν κοινωνία καί νά κάνουν σωστές οἰκογένειες.

Κάποια στιγμή, ἀνάμεσα στή γέννα τῶν δύο παιδιῶν τους, τοῦ Πα- ναγιώτη καί τῆς Μαρίας, ἔνιωσε νά φουντώνει περισσότερο ἀπό ποτέ, μέσα του ἡ φλόγα πού τόν πρόσταζε νά ἱερωθεῖ. Αὐτό τό ἐμπιστεύτηκε στόν πνευματικό του ὥστε νά δοῦν ποῦ θά ὁδηγήσει. Ἐπί τρία χρόνια δεχόταν οὐράνιο κάλεσμα νά γίνει λειτουργός τοῦ Ὑψίστου καί τελικά ὁ πνευματικός του π. Γεώργιος Παπασταύρου καί ἄλλοι ἁγιορεῖτες πα- τέρες, ὅπως ὁ π. Ἐφραίμ ὁ Κατουνακιώτης, ὁ γέροντας Παΐσιος, ὁ π. Ἐφραίμ τῆς Φιλοθέου καί οἱ Διονυσιάτες Γαβριήλ, Θεόκλητος καί Χα- ράλαμπος, τόν ἔπεισαν νά δεχθεῖ τήν θεία κλήση.

Ἀποκαλυπτικά γιά τό πρόσωπο τοῦ π. Νικολάου εἶναι τά λόγια τοῦ μακαριστοῦ Ἐπισκόπου Πατρῶν κυροῦ Νικοδήμου Βαληνδρᾶ, ὁ ὁποῖος στίς 8 Ἀπριλίου τοῦ 1979 τόν χειροτόνησε Διάκονο καί στίς 15 Ἀπριλίου τοῦ ἴδιου ἔτους τόν χειροτόνησε Πρεσβύτερο, δίνοντάς του τό ὄνομα Νι- κόλαος. Εἶχε πεῖ: «Πολλές χειροτονίες ἔχω τελέσει, ἀλλά αὐτό πού ἔνιωσα στήν χειροτονία αὐτή εἶναι κάτι τό μοναδικό». Ἀνέφερε ὁ ἀρχιερέας ὅτι καί στίς δύο χειροτονίες ἔνιωσε ὅτι ζοῦσε μία Πεντηκοστή καί ὅτι κατάλαβε πώς ὁ π. Νικόλαος εἶναι πράγματι ἐλεημένος ἀπό τόν Θεό. Ὁ τότε Ἐπίσκοπος ἔκλεισε τό λόγο του λέγοντας: «Πατέρα Νικόλαε, νιώθω ὅτι ἐλεήθηκα ἀπό τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀφότου ἔβαλα τάς χείρας μου στήν κεφαλή σου γιά νά σοῦ μεταδώσω τή χάρη τῆς ἱερω- σύνης. Νά μέ θυμᾶσαι καί νά μέ μνημονεύεις σέ παρακαλῶ, καί σέ αὐτήν τή ζωή καί στήν ἄλλη, ὅταν σέ καλέσει ὁ Κύριος».

Ἀρχικά, ὁ τόπος διακονίας του ἦταν ἡ ἐνορία τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Κρύα Ἰτεῶν Πάτρας. Ἀργότερα μετατέθηκε ὡς ἐφημέριος στόν ναό τοῦ Ἁγίου Βασιλείου Ζαρουχλεΐκων, ὅπου διαμένει καί ἡ οἰκογένειά του. Ὡς ἱερέας ἦταν ἀσκητικός καί ἀκόμα πιό φιλακόλουθος ἀπό πρίν. Τελοῦσε κατανυκτικές Θεῖες Λειτουργίες ἐνῶ πολλοί πιστοί εἶχαν παρατηρήσει ὅτι ἀρκετές φορές δέν πατοῦσε στό ἔδαφος. Παράλληλα ἦταν διάκονος τῶν Μυστηρίων, προσεκτικός, ἀφιλοχρήματος, μέ συναίσθηση τῆς εὐθύ- νης τῆς ἀποστολῆς του καί μεγάλο ἐνδιαφέρον γιά τήν πνευματική καί πρακτική στήριξη τοῦ ποιμνίου του. Χαρακτηριστικά, ὁ εὐλαβέστατος κληρικός τῆς Πάτρας Ἀρχιμ. Νικόδημος Πετρόπουλος, σέ γραπτό του κείμενο γιά τόν π. Νικόλαο (μέ ἡμερομηνία Πάτρα, 23/10/2011), μεταξύ ἄλλων σημειώνει ὅτι ἦταν ἕνας ἱερέας-ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ἄκακος, ἁπλός, σεμνός, ἄνθρωπος τῆς ὑπομονῆς καί τῆς ταπείνωσης πού ἔχαιρε ἐκτίμησης ἀπό τούς πιστούς καί πού ἐν πολλοῖς θύμιζε τόν παπα-Πλανᾶ. Μάλιστα, δηλωτικό τῶν πνευματικῶν χαρισμάτων τοῦ π. Νικολάου εἶναι τό ἑξῆς περιστατικό πού ἀναφέρει ὁ π. Νικόδημος Πετρόπουλος: «Ὁ Θεός στήν ἐνορία πού διακονῶ ἐπέτρεψε κάποτε δεινό πειρασμό ὑπό ψευδαδέλφων. Τίς στιγμές ἐκεῖνες πού μέ ὑπομονή καί πολλή σιωπή ὑπέμεινα αὐτήν τήν δοκιμασία, πρός ἀποφυγή τοῦ σκανδαλισμοῦ τῶν πιστῶν κι ἐνῶ βρισκόμουν στό ναό μαζί μέ πνευματικά μου παιδιά, προσῆλθε ὁ ταπεινός αὐτός λευίτης καί ἔνδακρυς ἀπευθυνόμενος σέ μένα, μοῦ εἶπε: «Ἀδελφέ μου, ἦρθα νά σέ δῶ γιατί μοῦ εἶπε ὁ Χριστός νά πᾶς στόν Ἅγιο Παῦλο, στό Νικόδημο, διότι διέρχεται ἕναν μεγάλο πειρασμό…».

Ἄλλες φορές πάλι, ὅπως ἀναφέρει σέ βιβλίο του ὁ πατερικός π. Στέφανος Ἀναγνωστόπουλος, ἐκεῖ πού ἔτρωγε στό οἰκογενειακό τραπέζι, σηκωνόταν ξαφνικά καί νηστικός ἔφευγε. Ἔπαιρνε τό αὐτοκίνητο καί πήγαινε σέ συγκε- κριμένο σπίτι ὅπου τό ζευγάρι καυγάδιζε ἔντονα. Τότε ἔμπαινε μέσα καί ἐξομάλυνε τά πράγματα καί τούς συμφιλίωνε. Εἶναι πολλές οἱ μαρτυρίες ἀνθρώπων πού καταθέτουν ὅτι ὁ π. Νικόλαος προέλεγε δοκιμασίες, ἀσθένειες, καί ἄλλα πού θά συνέβαιναν καί ἀναλόγως τήν περίπτωση, ἔδινε τίς κατάλληλες συμβουλές. Ὅμως πάντα σέ αὐτά πού ἀποκάλυπτε εἶχε σκοπό σωτηριολογικό. Πολλά περιστατικά πού ἀποκαλύπτουν τό διορατικό του χάρισμα ἀναφέ- ρει ὁ π. Χαράλαμπος Πανουτσακόπουλος ἀπό τήν Πάτρα στό προσωπικό του ἰστολόγιο.

Ἀγαποῦσε πολύ τήν προσευχή καί ποθοῦσε τήν ἄσκηση. Εἶχε διαμορφώσει σέ ἕνα γιαπί οἰκοδομῆς πλησίον τῆς οἰκίας του, ἕνα ἀσκητήριο καί ἐκεῖ εἶχε πολλές εἰκόνες, καντήλι, τό πετραχήλι του. Ἦταν γιά τόν π. Νικόλαο τόπος προσευχῆς καί ἄσκησης. Ἐκεῖ συχνά ἐξομολογοῦσε ἐνῶ εἶχε πολλές ἐπισκέψεις καί ἐμφανίσεις τῆς Παναγίας καί ἄλλων Ἁγίων. Βίωνε πολλές ἀποκαλυπτικές ἐμπειρίες κατά τή διάρκεια τῆς Θείας Λειτουργίας πού εἶναι δύσκολο νά περιγραφοῦν καί νά ἀναφερθοῦν ἐπί τῆς παρούσης. Τό σίγουρο εἶναι ὅτι βίωνε καταστάσεις Χάριτος. Κατά μαρτυρία τοῦ διακριτικοῦ π. Ἀντωνίου Ρουμελιώτη ἀπό τήν Πάτρα, στίς περισσότερος Θεῖες Λειτουργίες ἔβλεπε πάνω στήν Ἁγία Τράπεζα, τή στιγμή τοῦ καθαγιασμοῦ τῶν Τιμίων Δώρων, τόν ἴδιο τόν Κύριο. Κι ὅταν ἐξομολογοῦταν μέ διάκριση αὐτές τίς ἐμπειρίες του, θεωροῦσε τόν ἑαυτό του ἀνάξιο γιά τέτοια θεωρία. Ἐπιπλέον, μετά τό πέρας τῆς ἀναίμακτης θυσίας δέν μποροῦσε νά βγεῖ ἀμέσως ἀπό τό ἱερό βῆμα.

Ὁ π. Στέφανος Ἀναγνωστόπουλος ἀναφέρει ὅτι ὅταν ὁ π. Νικόλαος εἶχε ἀποκαλύψεις κατά τήν Θεία Λειτουργία, συχνά «ἀφαιροῦταν» διότι συνεπαίρνετο στά Οὐράνια. Αὐτό ἀποτελοῦσε ἀφορμή νά τόν παρεξη- γοῦν ἄλλοι κληρικοί καί οἱ ψάλτες, θεωρώντας ὅτι ἔχει «σαλέψει» ἤ ὅτι ἔχει κάποιο νοητικό πρόβλημα. Δέν ἦταν λίγες οἱ φορές πού ζοῦσε τήν ἀπαξίωση καί τήν ἐπικριτική ὡς καί μειωτική στάση πρός τό πρόσωπό του, ἀκόμα καί ἀπό ἀνθρώπους ἐκκλησιαστικοῦ περιβάλλοντος. Ὡστόσο, εἶναι πολλοί αὐτοί πού θεωροῦν ὅτι μετά τό θάνατό του ἀντι- λαμβάνονται τά σημεῖα τοῦ π. Νικολάου καί νιώθουν ὅτι ὁ Κύριος τούς εἶχε κλείσει τή διάνοια, διότι δέν θά τά ἄντεχαν ἤ ὅτι δέν εἶχαν τήν πνευ- ματικότητα νά τά κατανοήσουν.

Ἀκόμα καί τόν ἄδικο χαμό τοῦ πρώτου του παιδιοῦ, τῆς Σοφίας, τό 1992 ἀνήμερα τῆς γιορτῆς της ἀπό τροχαῖο δυστύχημα, εἶχε δεῖ κατά τήν προσκομιδή ὅταν λειτουργοῦσε. Ὁ ἴδιος ὁμολόγησε ὅτι εἶδε μπροστά στά μάτια του ὅλο τό χαμό τοῦ παιδιοῦ του.

Γιά τήν κοίμησή του ἔλαβε πληροφορία ἀπό τό Μ. Βασίλειο, ὅταν τελοῦσε τήν Θεία Λειτουργία πρός τιμήν του τήν πρωτοχρονιά τοῦ 2000. Συγκεκριμένα πληροφορήθηκε ὅτι μετά ἀπό τρεῖς μέρες θά βρισκόταν στήν οὐράνια πολιτεία, ὅπως καί ἔγινε.

Μετά τήν κοίμηση τοῦ π. Νικολάου, πλῆθος πιστῶν συνέτρεξε νά τόν ἀποχαιρετήσει θεωρώντας τον ἀληθινό κληρικό, μεγάλο ἀγωνιστή καί ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ. Τό σκήνωμά του εἶχε εὐκαμψία καί διατηροῦσε φυ- σιολογική θερμοκρασία, ἐνῶ τό πρόσωπό του διακρινόταν ἱλαρό. Ὑπάρ- χουν μαρτυρίες ὅτι, μετά τήν κοίμησή του, ἄνθρωποι τόν ἐπικαλοῦνται καί τούς βοηθᾶ ἐπιτελώντας θαυμαστά σημεῖα καί ἰάσεις.

Ἀξιοσημείωτο εἶναι τό γεγονός ὅτι ὁ π. Νικόλαος εἶχε προείπει ὅτι πρῶτα θά ἔφευγε ἐκεῖνος γιά τήν ἄλλη ζωή καί μετά ἡ πρεσβυτέρα του σέ σημαδιακή χρονολογία καί ἡμέρα καί ὅτι τά παιδιά τους θά πονέσουν περισσότερο γιά τήν ἀπώλεια τῆς μητέρας τους. Ἐπίσης, ὅτι κατά τήν κοίμησή της θά ἀντιληφθοῦν περισσότερα γιά τό πνευματικό ὕψος της. Πράγματι, ὁ π. Νικόλαος ἔφυγε 4 Ἰανουαρίου 2000 καί ἡ πρεσβυτέρα του Ἀνθή στίς 6 Δεκεμβρίου 2012, μετά ἀπό δώδεκα ἔτη ἀπό τήν κοίμηση τοῦ π. Νικολάου. Μάλιστα, σύμφωνα μέ μαρτυρίες πνευματικῶν πατέ- ρων, καί ἐνδεικτικά καταγράφεται τοῦ π. Στεφάνου Ἀναγνωστόπουλου, ἑπτά μῆνες πρίν τήν κοίμησή της ἡ πρεσβυτέρα ἐνῶ βρισκόταν καθηλω- μένη στό κρεβάτι μέ βαριά προβλήματα κινητικά καί ἀναπνευστικά, ἄκουγε οὐράνιες Λειτουργίες καί ἀγγελικές ψαλμωδίες, μεταξύ αὐτῶν ἄκουσε καί τή φωνή τοῦ κεκοιμημένου συζύγου της ὁ ὁποῖος τήν προ- ετοίμασε λέγοντας: «Πρεσβυτέρα μου Ἀνθούλα, ἐπειδή περνᾶς πολλά βάσανα ὅπως ὁ πολύαθλος Ἰώβ, εἶναι ἀπόφαση τοῦ Χριστοῦ μας φέτος στήν ἑορτή μου (δηλαδή τοῦ Ἁγ. Νικολάου 6 Δεκεμβρίου) νά σέ πάρω στά οὐράνια γιά νά ξεκουραστεῖς!». Ὁ λόγος αὐτός ἐπαληθεύτηκε ὅταν συνέβη τό γεγονός τῆς κοιμήσεώς της στίς 6 Δεκεμβρίου πού μᾶς πέρασε. Ἡ εὐλαβέστατη πρεσβυτέρα Ἀνθή ἔφυγε στό «Σοφία, ὀρθοί» τοῦ Εὐαγ- γελίου τοῦ Ὄρθρου, τό πρωΐ τοῦ Ἁγίου Νικολάου, εὑρισκόμενη στήν ἐντατική τοῦ Γ.Ν.Α.

Ἄς ἔχουμε τήν ἁγία εὐχή καί τῶν δύο σύγχρονων σπάνιων Γερόντων». Ἐνδειτική πηγή: Ἁγιορείτικο Βῆμα (http://www.agioritikovima.gr/ΔΙΑ- ΦΟΡΑ/ΒΙΟΙ-ΑΓΙΩΝ/14400-mnimikoimiseοs)


Τεσσαρακονθήμερον μνημόσυνον Ἀνθῆς πρεσβυτέρας τοῦ σημειοφόρου π. Νικολάου Πέττα

Τέλος, ἐπισυνάπτεται καί ἀπό τόν ἰστότοπο «ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΤΡΩΝ - Agios Dimitrios Romanou (http://agiosdimitriosroma- nou.blogspot.gr/search?updated-min=2013-01-01T00:00:00- 08:00&updated-max=2014-01-01T00:00:00-08:00&max-results=) μέ τίτλο: «ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΠΑΝΤΟΚΡΑΤΟΡΟΣ ΠΑΤΡΩΝ, ΑΡΧΙΕΡΑΤΙΚΟΝ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΝ EΠΙ ΤΗ ΤΕΛΕΣΕΙ ΤΟΥ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΝΘΗΜΕΡΟΥ ΑΝΘΗΣ ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΑΣ ΣΗΜΕΙΟΦΟΡΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΠΕΤΤΑ ΜΝΗΜΟ-

ΣΥΝΟΥ», ἀναφέρονται ματαξύ ἄλλων τά κατωτέρω γιά ἐκείνην:


Ταύτη λοιπόν τήν Κυριακήν, 13 Ἰανουαρίου 2013, τελεῖται καί τό Μνημόσυνον τῆς ἐκλειπούσης ἐκλεκτῆς τῶν Πατρῶν πρεσβυτέρας Ἀνθῆς σημειοφόρου πατρός Νικολάου Πέττα, εἰς τόν Ἱερόν τῶν Πατρέων, Ναόν τοῦ Παντοκράτορος, (Παλαιά πόλις, ἤ ἄνω Πάτραι).

Τῶν τελετῶν θά προεξάρχει ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Καλα- βρύτων καί Αἰγιαλείας κ. Ἀμβρόσιος, Ὅστις διά τῆς Σεπτῆς Αὐτοῦ πα- ρουσίας πέραν τῆς Ἀρχιερατικῆς Αὐτοῦ προσευχῆς δι’ ὅλον τό Πατραϊκόν Χριστεπώνυμον πλήρωμα, τιμᾶ καί εἰς μέγιστον βαθμόν τήν μνήμην τῆς παμμακαρίστου πρεσβυτέρας Ἀνθῆς Νικολάου ἱερέως Πέττα, εἶναι δέ τοῦτο –καί τό πιστεύω ἀκραδάντως- μεγίστη διά τήν ἐκλειποῦσα εὐλογία ἅμα τε καί τιμή, ἡ ἐν σώματι παρουσία τοῦ Μεγίστου τῆς Ἑλλα- δικῆς Ἐκκλησίας Πατρός, Ἐπισκόπου καί Δεσπότου κ.κ. Ἀμβροσίου, πι- στεύω δέ εἰσέτι ὅτι τοῦτ’ αὐτό θά ἀποτελέση καί πηγήν παρηγορίας διά τά πάμπολλα μετά τῶν συζύγων αὐτῶν τέκνων αὐτῆς ὡς καί τῶν ἐγγονῶν τά ὁποῖα πλέον ἐξ οὐρανοῦ μετά τοῦ θαυμαστοῦ σημειοφόρου ἱερέως της θά προστατεύη, καί ἔτι πλεῖον μᾶλλον τόν σεβαστόν αὐτῆς υἱόν πατέρα Νεκτάριον Ἀρχιμανδρίτη, διότι ἐάν ἡμῶν ἡ μήτηρ, μᾶς λείπει μίαν φοράν εἰς τούς Ἀγάμους κληρικούς λείπει μυριάκις, ἄλλωστε ποῖος καλύτερος τῆς μητρός εὔδιος λιμήν ὑπάρχει; Εἰς ποῖον ἤθελε εἴπει τάς πικρίας καί τάς αὐτοῦ στεναχωρίας; Ποῖος δύναται ἵνα καταλάβη καί νοιώση τόν πόνον τῶν κληρικῶν; Ναί! Δυστυχῶς ὁ δρόμος ἡμῶν τῶν κλη- ρικῶν ἐνίοτε καί μοναχικός ἐστι, ὄντως φοράς καί ὥρας τινάς ἡ τοῦ ἱερέως μοναξιά ἀφόρητός ἐστι…

Εὔχομαι ἐκ μέσης ψυχῆς ὅπως ὁ Κύριος κατατάξη τήν πονεμένην αὐτῆς ψυχήν ἐν χώρᾳ ζώντων καί σκηναῖς Ἁγίων Του, ἡ δέ αὐτῆς εὐχή εἴθε ὡς μύρον ἀκένωτον νά περιλούη ἅπαντας ἡμᾶς, διότι τολμῶ ἵνα εἴπω: Ἦτο μία ἁγία πρεσβυτέρα ὡς ἔχουσα τήν ἄνωθεν ὄντως Εὐλογίαν ἵνα διακονήση ὡς σύζυγος, πρεσβυτέρα καί μητέρα μίαν πολυμελῆ οἰκο- γένειαν μέ κεφαλήν τόν μέγα ἱερέαν π. Νικόλαον Πέττα καί νά ἀφήση εἰσέτι πλεῖον τούτου, μνήμην ἄριστον εἰς ἅπαντας τούς κατοικοῦντας εἰς Πάτραν.

ΑΙΩΝΙΑ ΑΥΤΗΣ Η ΜΝΗΜΗ!».


Περιεχόμενα:

Προλογικόν Σημείωμα τοῦ Πρωτεπιστάτη τοῦ Ἁγίου Ὄρους Ἄθω


Ἐπιτρέπεται ἡ ἀναδημοσίευση στοιχείων ἐκ τοῦ παρόντος βιβλίου ὑπό τόν ὅρο τῆς ρητῆς ἀναφορᾶς του.

Ὅλα τά στοιχεῖα τοῦ παρόντος πονήματος ὑπάρχουν στό διαδίκτυο, οἱ μόνες παρεμβάσεις τοῦ ἐκδότη σχετίζονται

μέ ὀρθρογραφικά ἤ ἐκφραστικά ἀτοπήματα.