Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2024

Προσεύχομαι σε σένα...γιά τήν Ἱεραποστολή



Προσεύχομαι σε σένα...
γιά τήν Ἱεραποστολή
Συμπληρώθηκαν φέτος τρία χρόνια από την κοίμηση του
Γεωργίου Ασλανίδη, ιδρυτή και επιτίμου προέδρου του Ιερα
ποστολικού Συνδέσμου Αγιος Κοσμάς ο Αιτωλός», στην μνή
μη του οποίου τελέστηκε πάνδημο
μνημόσυνο στον Ιερό Ναό Αγίου
Ελευθερίου Σταυρούπολης και τρισάγιο στον τάφο του στο κοιμητήριο Νέας Ευκαρπίας, Θεσσαλονίκης,
Ως ελάχιστο φόρο τιμής δημαμείνουμε ένα συγκινητικό κείμενό τού π. Ίωνα. Πρόκειται για μία εκ βαθέων θερμη εξομολόγηση λόγηση, για λόγια που αγγίζουν τις καρδιές όλων μας,

Ἀδελφέ μου Γιώργο,
Σήμερα στην μνήμη σου θυμήθηκα τήν ἡμέρα πού
ἦρθα νά σέ βρῶ ὄχι στο σπίτι σου, ὅπως τήν τελευταία
φορά, μαζί μέ τόν ἄγγελο τῆς ζωῆς σου, τήν κυρία Αγγελική, ἀλλά στο κοιμητήριο. Ένα ταξίδι ἀκόμα για σένα,
ἀδερφέ μου, καί πάντα μέ σένα. Νύχτα, δωδεκάμισι ἡ ὥρα, Δευτέρα το βράδυ, σταθμός Ἀθηνῶν-Θεσσαλονίκης, στο ποτάμι, στον Κηφισό. Ελάχιστοι ἄνθρωποι, μέ
κοιτοῦσαν παράξενα βλέποντας ἕναν παπά νά περιμένει τό λεωφορεῖο, πού τελικά εἶχε καί καθυστέρηση. Καί
ἀπό τοῦ νά πάρεις κάτι νά φᾶς. Φοβόμουν κιόλας, τό μέρος μεγάλο καί σχεδόν ἔρημο. Στίς δυόμισι μπῆκα στο λεωφορεῖο. Κάποια μικρή στάση στον δρόμο. Ήταν σαν νὰ ἐρχόμουν σε σένα πού εἶσαι πάντα ζωντανός, γιατί οἱ
Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ καί αὐτοί πού ἀγαπᾶνε τόν Θεό καί τόν κόσμο δέν πεθαίνουν ποτέ.
“Κάτω ἀπό φῶτα κόκκινα κοιμᾶται ἡ Σαλονίκη...”.
Τό λεωφορεῖο σχεδόν ἔφτασε στον σταθμό νύχτα ἀκόμη. Περίμενα να ξημερώσει, έκατσα στίς ἄδειες καρέκλες.
Ἕνα δύο μαγαζιά ἦταν ἀνοιχτά. Πῆρα ἕναν καφέ καί
πάλι μοῦ ἦρθαν δάκρυα. Θυμόμουν τήν τελευταία φορά
πού μιλήσαμε, θυμᾶμαι ὅλα ὅσα μοῦ εἶχες πεῖ ὄχι μόνο
τότε, ἀλλά καί ἀπό τότε πού γνωριστήκαμε. Ποιός να
τό ἔλεγε. Θά ἐρχόμουν ἐγώ σε σένα, σέ αὐτό τό μέρος.
Ἡ συγκινητική έκκλησή σου για αἷμα μαθεύτηκε μέχρι τήν Ταϊβάν. Ναί, ἡ ἀπόσταση δέν μᾶς χωρίζει, παρά τό γεγονός ὅτι κράτησες μυστική τήν ἀρρώστια γιά νά μήν μέ λυπήσεις. Ὅμως αὐτοί πού ἀγαποῦν, πάντα βρίσκουν
τρόπο ἡ ἀλήθεια νά τούς ἑνώνει. Ἐσύ ἀπό τήν μιά εἶχες νοικιάσει ἕνα ταχύπλοο σκάφος, γιά νά μέ πᾶς νά συναντήσω τόν μακαριστό Γέροντά μου, π. Γεώργιο Καψάνη,
στήν Ἱερά Μονή Οσίου Γρηγορίου καί ἐγώ ἀπό τήν ἄλλη
ἔκανα για σένα ἕνα ταξίδι στο άγνωστο με προορισμό το
κοιμητήριο.

Ὅμως ὁ ταξιτζής τό βρῆκε τό στρατί καί ἔτσι πρωί-πρωί
βρέθηκα στο ἔρημο κοιμητῆρι. Εψαχνα να βρῶ τόν τάφο σου σάν ἀνόητος, ἀφοῦ ξέρω ὅτι ἐσένα δέν σε χωράει ὁ
τάφος καί ὅτι ἐσύ εἶσαι παντοῦ, σε τόσες Ἱεραποστολές,
τίς ὁποῖες “φύτεψες” στήν καρδιά τῆς Ἀφρικῆς καί ἀπό
ἐκεῖ στήν Ταϊβάν, στην Κούβα, στήν Λατινική Αμερική,
ἀκόμα καί στήν Ἐσθονία καί σέ τόσα ἄλλα μέρη στον
κόσμο, ἔργο πού ἐπιμελῶς κρατοῦσες κρυφό γιά νά μήν
σε τιμήσει κανείς. Ἔφτασα ἐπιτέλους στον τάφο σου καί
τέλεσα τρισάγιο μέ κλάμα πού δέν ἔχω ξανακάνει: “Ο
Θεός τῶν πνευμάτων καί πάσης σαρκός, ὁ τόν θάνατον
καταπατήσας, τόν δέ διάβολον καταργήσας, καί ζωήν τῷ
κόσμῳ σου δωρησάμενος, αὐτός, Κύριε, ἀνάπαυσον τήν
ψυχήν τοῦ κεκοιμημένου δούλου σου Γεωργίου, ἀδελφοῦ
καί ”. Μοῦ ἦρθε να πῶς “συλλειτουργού γενομένου
ἀλλά κοντοστάθηκα. Όχι γιατί ἐσύ δεν ήσουν παπάς,
ἀλλά γιατί σέ ὅλο τον κόσμο έγιναν τόσοι παπάδες χάρη
σε σένα, τόσα ἱερά τοῦ Χριστοῦ κτίστηκαν ἀπό τόν ζῆλο
καί τήν ἀγάπη σου, τόσες Θείες Λειτουργίες τελοῦνται
σέ ὅλο τόν κόσμο, ἀπό ἐσένα που φρόντισες να χτιστούν
τόσες Ἐκκλησίες. Ποιός λοιπόν εἶναι ἀληθινός συλλειτουργός, αν όχι εσύ;
Τρία χρόνια πέρασαν κι ὅμως δέν αἰσθάνθηκα ποτέ ότι ἔφυγες ἀπό κοντά μας, ἀλλά ὅτι ἡ ψυχούλα σου βρίσκεται πλέον πολύ πιό κοντά σέ ὅλους, ἀκόμα καί σέ έκεινους πού δέν μποροῦσες νά πᾶς καί ἰδιαίτερα στήν
ιεραποστολή τῆς Ταϊβάν πού ἐσύ θεμελίωσες. Καμιά φορά 
νιώθω ὅτι εἴμαστε ἀκόμα μαζί, ὅπως τότε πού ἐσύ, ἔνας 
ἁπλός ἄνθρωπος, κατάφερες να πείσεις τήν ἑλληνικη
κυβέρνηση να παραχωρήσει ένα πολεμικό μεταγωγικό 
ἀεροπλάνο, τό ὁποῖο γέμισες προμήθειες καί ἔστειλες
στήν Ἱεραποστολή τοῦ Κολουέζι. Θυμᾶμαι τήν ἀγωνα
πού εἶχες μέχρι να προσγειωθεῖ τό ἀεροπλάνο. Εσύ στην
τηλέφωνο καί ἐγώ στόν ἀσύρματο τῆς Μονῆς, μιλώντας
ἀπευθείας μέ τόν πιλότο...
Ἡ ἀγάπη σου γιά τόν Χριστό, γιά τήν Ἐκκλησία, ήταν
μία φλόγα γεμάτη θυσίες, ἀγῶνα, χαρές, ἀλλά καί ἀπογοητεύσεις. Ήταν τέτοια πού κατάφερε να σηκώσει ἀεροπλάνα καί βαπόρια καί νά παρακινήσει χιλιάδες κόσμου
να γίνουν μέλη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ στα πέρατα
τοῦ κόσμου. Ὑπάρχει ἄραγε μεγαλύτερο θαῦμα ἀπό αὐτό;
Ξέρω ὅτι δέν σοῦ ἀρέσουν αὐτά πού γράφω, γιατί δεν
σοῦ ἄρεσε κανένας ἔπαινος, ἀλλά ὁ κόσμος πού εὐεργετήθηκε ἀπό σένα σέ ὁλόκληρη τήν γῆ σέ εὐγνωμονεῖ. Δέν
εἶναι μόνο τό ἀπίστευτο ἱεραποστολικό έργο ενός ανθρώπου που στήριξε τόσες Ἱεραποστολές. Εἶναι ἡ προσωπική σου ζωή, ή ζωή ἑνός ἀνθρώπου πού δέν ἔζησε σε
ἕνα μοναστήρι, ἀλλά σε μία φτωχική συνοικία τῆς Θεσσαλονίκης, μέσα στην καθημερινή βιοπάλη, "διά δόξης
καί ἀτιμίας, διά δυσφημίας καί εὐφημίας, ως πλάνοι και
ἀληθεῖς, ὡς ἀγνοούμενοι καί ἐπιγινωσκόμενοι, ως αποθνήσκοντες καί Ιδού ζῶμεν, ὡς παιδευόμενοι και μή θανατούμενοι, ὡς λυπούμενοι ἀεί δέ χαίροντες, ως πτωχοί
πολλούς δέ πλουτίζοντες, ώς μηδέν ἔχοντες και πάντα κατέχοντες” (Κορ. Β' 6,8-10). Αυτό ταιριάζει καταρχήν
σε σένα, ἀδερφέ μου,

Τέτοια ήταν ή ταπείνωσή σου, πού πέρασες τα τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς σου σαν νεωκόρος στο παρεκκλήσι
τοῦ Νοσοκομείου Παπαγεωργίου, ταπεινά προσευχόμενος γιά ὅποιον προσέτρεχε ἐκεῖ νὰ βρεῖ παρηγοριά. Έτσι
ἀνέπαυσες πολλές ψυχές, κάποιες φορές μονάχα με ένα
χαμόγελο ἤ μέ ἕναν καλό λόγο, όπως μοῦ ἔλεγες,
Καθημερινά σε νιώθω δίπλα μου στην προσκομιδή,
ὅταν λειτουργῶ, καθώς εκεί στέκει ή φωτογραφία σου.
Σε κοιτάζω καί προσεύχομαι σε σένα, όχι για σένα αλλά
σε σένα, γιά νά μέ σκεπάζει ή προσευχή σου. Δεν μπορώ
να γράψω τίποτα παραπάνω, πνίγεται ή καρδιά μου.
π. Ιωνάς

Δεν υπάρχουν σχόλια: