Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρασκευή 17 Απριλίου 2020

Φώτιον Σχοινά Η ΜΕΣΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ






Φώτιον Σχοινά
Η ΜΕΣΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ


Η μέση κατάσταση τής ψυχής είναι ή περίοδος πού έκτείνεται άπό τόν θάνατο, τουτέστι τήν έξοδο της ψυχής άπό τό σώμα μέχρι τήν τελική Κρίση, ή οποία θά γίνει κατά τήν Δευτέρα Παρουσία του Χριστού. 'Η περίοδος αυτή είναι προσωρινή καί «άφύσικη». Λέγουμε «άφύσικη» διότι ό άνθρωπος πλάστηκε έξ άρχής μέ ψυχή καί σώμα καί ή «φυσική» του κατάσταση είναι ή άρρητη καί άρρηκτη αύτή συμφυΐα ψυχής και σώματος. Κατά τήν μέση κατάσταση ή ψυχή ζει μόνη της, άποχωρισμενη άπό τό σώμα καί άναμένει τήν επανασύνδεσή της μέ τό σώμα πού θά συμβεί κατά τήν άνάσταση τών νεκρών τήν έσχατη ημέρα της λαμπρής έπικρατείας τού Χριστού. Σημειωτέον ότι μέ τόν θάνατο χωρίζεται ή ψυχή άπό τό σώμα, άλλά δέν καταργείται, δέν καταλύεται ή άνθρώπινη ύπόσταση/πρόσωπο.

Ό Ιερός Δαμασκηνός γράφει έπ’ αυτού: «Ει γάρ καί χωρίζεται ή ψυχή του σώματος έν τω θανάτω, αλλ’ ή ύπόστασις άμφοτέρων μία καί ή αύτή έστιν' ύπόστασις γάρ έστιν ή εν τη αρχή τής έκάστου ύπάρξεως κατ’ αυτό σύμπηξις. Μένει ουν τό τε σώμα καί ή ψυχή, αεί μίαν τήν άρχήν τής εαυτών έχοντα ύπάρξεώς τε καί ύποστάσεως, εν καί χωρισθώσιν άλλήλων».

 Όθεν στήν παραβολή τού πλουσίου καί τού πτωχού Λαζάρου γράφεται ότι ό πλούσιος (όχι ή ψυχή τού πλουσίου) είδε τόν Λάζαρο (όχι τήν ψυχή τού Λαζάρου) να είναι στούς κόλπους τού Αβραάμ (όχι τής ψυχής τού Αβραάμ) 2.
Ό Χρήστος Άνδρούτσος γράφει ότι οί άσώματες ψυχές έχουν πλήρη αύτοσυνειδησία: «Αί ψυχαί έν τη μέση καταστάσει, έν άντιθέσει πρός άρχαίας καί νεωτέρας υποθέσεις, είναι άμα μέν άσώματοι, άμα δ έχουσιν αύτοσυνειδησίαν καί έπομένως αισθάνονται, άντιλαμβάνονται καί έν γένει άσκούσι πάσας τάς ψυχικός ένεργείας»3.


 Ό άγιος Αναστάσιος ό Σιναΐτης έχει έλαφρώς διαφορετική γνώμη: «ή ψυχή ούκ ετι δύναται ένεργεΐν, ώς ένεργεϊ διά των μορίων του σώματος. Ού λαλεΐν, ου μιμνήσκεσθαι, ού διακρίνειν, ούκ επιθυμεί, ού λογίζεσθαι, ου θυμοΰσθαι, ού καθοράν, άλλ’ έν συννοία τινι καθ’ έαυτήν υπάρχει αθάνατος ή ψυχή διαμένουσα, άχρις άν πάλιν τό οίκεΐον σώμα άπολαβοΰσα άφθαρτον, άφθάρτους λοιπόν καί τάς ένεργείας αποτελεί. Άλλά ταύτα μέν είρηται περί τών έν αμαρτίαις τελευτώντων. Έπεί αί τό Πνεύμα το άγιον κτησάμεναι ψυχαί, έμοί δοκεΐ, ότι διά τής έλλάμψεως αυτού, και μετά θάνατον εύφραίνονται, καί τώ Θεώ καί λόγω δοξολογοΰσιν, και ύπέρ άλλήλων πρεσβεύουσιν, ώς έκ τών Γραφών μανθάνομεν.
Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι κατά ιόν άγιο Αναστάσιο τόν Σιναίτη, οι ψυχές των άμαρτωλών δεν επιτελούν τίς ψυχικές καί διανοητικές λειτουργίες κατά τόν ίδιο τρόπο πού τίς έπιτελούσαν όταν ήσαν ενωμένες μέ τό σώμα, αλλά βρίσκονται «έν συννοίςι τινί» σέ κάποια κατάσταση περισκέψεως, θλίψεως καί λυπηρός διαθέσεως, ένώ τούναντίον οι ψυχές των δικαίων βρίσκονται σέ κατάσταση ευφροσύνης καί λαμπρύνσεως διά της έλλάμψεως τού Αγίου Πνεύματος. Βέβαια αυτό ουδόλως πρέπει νά έκληφθεί  οτι οί ψυχές τών άμαρτωλών έχουν εκμηδενισμένη συνείδηση.

'Ο άγιος μάρτυς Ιουστίνος λέγει οτι «άν κατέληγε σέ άναισθησία αυτός πού άποθνήσκει, αυτό θά ήταν ευτύχημα γιά ολους τους άδικους»5.
Εξάλλου, οπως διαπιστώνουμε άπό την παραβολή του πλουσίου καί τού πτωχού Λαζάρου, ό πλούσιος διέθετε πλήρη συνείδηση στήν μετά θάνατον κατάσταση. 'Η ψυχή μετά τήν έξοδό της άπό τό σώμα φέρει τούς τύπους καί το ποιόν τής ένσώματης ζωής της. Γίνεται ή λεγομένη κρίση σύμφωνα με τά έργα της, ή οποία μερική κρίση είναι προσωρινή κατάσταση μέχρι την τελική, οριστική κρίση.

Ό Π. Τρεμπέλας λέγει ότι «έν τη παρούση ζωή έγχαράσσεται μόνιμος χαρακτήρ έν τή ψυχή καθιστών εύδιάκριτον την ποιότητα αύτής»6.

'Ο άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς γράφει στήν Δογματική του: «Οί ψυχές τών τεθνεώτων εισέρχονται στήν μετά θάνατον ζωή μέ ολόκληρο τό περιεχόμενό τους “τά δέ έργα αύτών άκολουθεΐ μετ’αυτών”. Εισέρχονται μέ ολους τούς λογισμούς καί τά συναισθήματα, με όλες τίς άρετές καί τά πάθη, μέ ολα τά προτερήματα καί τά έλαττώματα, μέ ολόκληρο τόν ηθικό τους κόσμο. Καί όπως αυτές είναι, όπως ακριβώς έξήλθαν τού σώματος καί τής έπίγειας ζωής, κρίνονται στη μερική κρίση καί καθορίζεται ή προσωρινή τους κατάσταση στήν μετα-θανάτιο ζωή, ή κατάσταση άπό τή μερική μέχρι τή Φοβερά Κρίση»7.


Μάλιστα ό άγιος Γρηγόριος ό Θεολόγος γράφει ότι ή φιλόθεη και ένάρετη ψυχή ευθύς μετά τόν χωρισμό της άπό τό σώμα συναισθάνεται τήν μακαριότητα πού τήν άναμένει (μετάφραση Ιγνατίου Σακαλή): «Δέχομαι τούς λόγους τών σοφών, ότι κάθε ένάρετη καί φιλόθεη ψυχή, μόλις άπαλλαγεΐ άπό τό σώμα μέ τό όποιον είναι συνδεδεμένη, έρχεται ευθύς εις συναίσθησιν τής καλοτυχίας πού τήν περιμένει καί άρχίζει να τήν θαυμάζει, έπειδή εκείνο πού έφερε έμπόδια έχει καθαρισθή ή έχει άπορριφθή ή έχει πάθει ό,τιδήποτε άλλο, τέλος πάντων. Αισθάνεται τότε μίαν θαυμασίαν ήδονήν. Χαίρεται καί φαιδρή προχωρεί πρός τον Κύριόν της, ωσάν νά έχει ξεφύγη άπό τήν ζωήν αυτήν, όπως κανένα δεσμωτήριον, καί νά έχη άποτινάξει τά δεσμά, πού τήν έβάρυναν και έσυραν πρός τά κάτω τά πτερά τού νου. Καί ώσάν μέ τήν φαντασίαν άπολαμβάνει τήν μακαριότητα πού άπλώνεται έμπρός της»8.

Αντιθέτως οί ψυχές τών άμαρτωλών σύρονται «εις άριστερά υπό άγγέλων κολαστών(=τιμωρών) μετά βίας ώς δέσμιοι... έως πλησίον τής γεένης». Στον τόπο αυτό, οταν βλέπουν, «τήν φοβερόν θέαν του πυράς* τής κολάσεως, κατατρομάζουν μέ τήν προσδοκία «τής μελλούσης κρίσεως» καί ήδη «δυνάμει» κολάζονται9.

Γιά τά συμβαίνοντα τίς πρώτες σαράντα ήμερες άπό τόν θάνατο και τήν ώφέλεια καί τή σημασία τών μνημοσυνών διαφωτιστικός είναι ό
Λόγος περί έξόδου ψυχής του άγιου Μακαρίου. Κάποτε ό άγιος Μακάριος ρώτησε τούς Αγγέλους πού τόν άκολουθοΰν στην έρημο: «Επειδή άπό τούς 'Αγίους Πατέρες μάς δόθηκε τό νά τελούμε μνήμη των κεκοιμημένων κατά τήν τρίτη, τήν ένάτη καί τήν τεσσαρακοστή ήμέρα, ποιό είναι τό όφελος γιά τόν κεκοιμημένο; Ό Αγγελος άπάντησε: “ό Θεός δέν έπιτρέπει νά γίνεται τίποτε τό μή άπαραίτητο καί ανώφελο στήν Εκκλησία Του. Γιατί, όταν κατά τήν τρίτη ήμέρα τελείται μνημόσυνο στην έκκλησία, τότε ή ψυχή τού τεθνεώτος λαμβάνει παρηγοριά άπό τόν Αγγελο γιά τή λύπη της λόγω του χωρισμού άπό τό σώμα.



Λαμβάνει παρηγοριά έπειδή γιά χάρη της τελείται στήν έκκλησία δέηση καί προσφορά λαμβάνει έτσι ή ψυχή τήν άγαθή έλπίδα. Γιατί κατά τη διάρκεια τών δύο προηγουμένων ήμερών έπιτρέπεται στήν ψυχή νά επισκεφτεί όποιο μέρος θελήσει συνοδεία τών Αγγέλων. Ώς έκ τούτου, ή φιλοσώματος ψυχή, περιφέρεται άλλοτε γύρω άπό τήν οικία πού άπο- χωρίστηκε άπό τό σώμα της, άλλοτε στόν τάφο πού εκείνο είναι θαμμένο. Έτσι περιφέρεται σάν πουλί ψάχνοντας τήν φωλιά του. 'Η άρετωθεΐσα ψυχή, πάλι πηγαίνει στά μέρη όπου ένάσκησε τήν αρετή. Κατά τήν τρίτη ήμέρα, Εκείνος ό Όποιος άναστήθηκε έν νεκρών ορίζει στην κάθε χριστιανική ψυχή, σύμφωνα μέ τό παράδειγμα τής άναστάσεώς Του, νά ανεβεί στούς ουρανούς ώστε νά προσκυνήσει τόν Θεό των πάντων. Έξ αυτού είναι πολύ σωστή ή συνήθεια τής Εκκλησίας να τελεί μνημόσυνο τήν τρίτη ήμέρα. Μετά τήν προσκύνηση τού Θεού διατάσσεται νά επιδεχθούν στήν ψυχή οί ποικίλες καί τερπνές εύφροσύνες καί τά κάλλη τού παραδείσου. Όλα αύτά ή ψυχή τά άντικρίζει για έξι ήμέρες, θαυμάζοντας καί δοξάζοντας τόν Δημιουργό τού παντός, τόν Θεό. 

Βλέποντας όλα αύτά, αλλάζει καί λησμονεί τήν θλίψη πού είχε κατοικώντας στό σώμα. ' Ωστόσο, αν είναι ένοχη άμαρτιών, βλέποντας όλα αύτά στενάζει καί άνακράζει λέγοντας: “Αλλοίμονο μου! Πόσα άμέλησα σέ εκείνον τόν κόσμο, προσβλέποντας μόνον στήν ικανοποίηση τών παθών μου, διήνυσα τό μεγαλύτερο μέρος τής ζωής μου εν άκηδία καί δέν ύπηρέτησα τόν Θεό όπως θά έπρεπε, ώστε νά άξιωθώ αύτών τών χαρίτων καί αύτής τής δόξης. Αλλοίμονο σέ μένα τήν ταλαίπωρη!”... Καί μετά άπό τήν παραμονή έξι ήμερών σέ όλες τίς εύφροσύνες τών δικαίων, οί Αγγελοι τήν έπιστρέφουν πάλι νά προσκυνήσει τόν Θεό.

 'Ως έκ τούτου, ορθά πράττει ή Έκκλησία τελώντας μνημόσυνο τήν ένατη ήμέρα
Μετά τήν δεύτερη προσκύνηση, ό Δεσπότης προστάζει νά μεταφερθεί ή ψυχή στήν κόλαση καί νά τής επιδεχθούν εκεί όλα τά μέρη των μαρτυρίων, τά ποικίλα μέρη τής κολάσεως καί τά πολυποίκιλα μαρτύρια τών άθέων, κατά τά όποια οί ψυχές τών άμαρτωλών οδύρονται, εκεί όπου άκούγεται ό τριγμός τών όδόντων. Σέ εκείνα τά μέρη ή ψυχή περίφέρεται τριάντα ήμερες, τρέμοντας νά μήν καταδικασθεΐ καί ή ίδια σε έγκλεισμά σε εκείνην τήν φυλακή. Τήν τεσσαρακοστή ημέρα ή ψυχή  πάλι φέρεται ενώπιον του Θεού καί τότε ό Κριτής ορίζει στήν ψυχή το μέρος πού τής άρμόζει κατά τά έργα της. 'Ως έκ τούτου, καί πάλι ορθά ή Εκκλησία τελεί μνημόσυνο υπέρ των κεκοιμημένων τήν τεσσαρακοστή ήμέρα»10.


Ό άγιος Νικόδημος ό Αγιορείτης γράφει σχετικά μέ τό πού βρίσκονται οι ψυχές μετά θάνατον: «Αί ψυχαί, τόσον τών δικαίων, όσον καί τών άμαρτωλών όταν έβγουν άπό τό σώμα, δέν διατρίβουσιν πλέον εις τήν γην καί εις τά έδώ πράγματα, άλλ’ ευθύς υπάγουν εκεί όπου ήθελον διορισθή άπό τόν Θεόν τών δικαίων, δηλ. εις τόπον χαράς και άγαλλιάσεως, τών δέ άμαρτωλών, εις τόπον οδύνης καί θλίψεως...

Συμπεραίνεται λοιπόν έκ τών λόγων τούτων τών άγιων, ότι μάταια και  μυθώδη λέγουσιν εκείνοι, όπου λογολεσχοΰσιν (=φλυαρούν), ότι αι ψυχαί τών δικαίων καί τών άμαρτωλών, μετά θάνατον έκ του σώματος έξαρχόμεναι, τεσσαράκοντα ημέρας διατρίβουσιν έν τη γη, καί περιέρχονται εις τούς τόπους έκείνους, όπου ή ψυχή του άποθανόντος διέτριβεν ετι ζώντος άπίθανα γάρ ταύτα, καί ούδείς ως άληθή πρέπει νά τα παραδέχεται»11.

0ι ψυχές τών δικαίων τρέφονται κατά τρόπον μυστικόν καί άπόρρητον άπό τόν ευχαριστιακό άρτο καί οίνο. Τό Κυριάκόν σώμα καί αίμα αποτελεί τόν παράδεισό τους. Ό άγιος Νικόλαος ό Καβάσιλας γράφει στό έργο του Εις τήν θείαν Λειτουργία: «’Από ολα όσα έχουν λεχθή συνάγεται εκείνο, ότι δλα όσα πραγματοποιούνται στήν Ιερά τελετή είναι κοινά καί σέ ζωντανούς καί σέ άποθανόντας»12.

 «Ό Χριστός», κατά τόν ιερό Πατέρα, «μεταδίδει τόν έαυτόν του καί σ’ αυτούς (τους νεκρούς) μέ τόν τρόπο πού αυτός γνωρίζει»13.

 Καί έπίσης ή μετάληψη του σώματος καί του αίματος του Χριστού είναι ό παράδεισος γιά τους κεκοιμημένους: «Τώρα όμως αυτό πού προμηθεύει στούς εκεί ευρισκομένους κάθε άπόλαυση καί μακαριότητα, όπως καί ον τό είπής, είτε παράδεισο, είτε κόλπους του Αβραάμ, είτε τόπους καθαρούς άπό κάθε λύπη καί οδύνη, καί φωτεινούς καί χλοερούς καί άναψυκτικούς, είτε βασιλεία καθ’ έαυτή, δέν είναι τίποτε άλλο παρά αυτό τό ποτήριο και αυτός ό άρτος»14.

Ή μέση κατάσταση είναι, όπως έχουμε ήδη πει, μία προσωρινή κατάσταση. Ούτε οί δίκαιοι άπολαμβάνουν πλήρως καί τελείως τον Παράδεισο ούτε οί άμετανόητοι οί άμαρτωλοί δοκιμάζουν πλήρως και τελείως τήν οδύνη τής Κολάσεως. Υπάρχει μία πρόγευση τών άνωτέρω καταστάσεων. Μάλιστα ό Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου π. Ιερόθεος προβαίνει, βασιζόμενος τούς Πατέρες, σέ μία διάκριση άφ’ ένός μέν Παραδείσου καί Βασιλείας τών Ουρανών, άφ’ έτέρου δε Άδου καί Κολάσεως: «Ούτε οί δίκαιοι άπολαμβάνουν τελείως της Βασιλείας τών Ουρανών, ούτε οί άμαρτωλοί τής Κολάσεως. 


Έτσι παρατηρούμε οτι γίνεται μία διάκριση μεταξύ Παραδείσου καί Βασιλείας των Ουρανών, καθώς έπίσης καί μεταξύ 'Άδου καί Κολάσεως. Οί δίκαιοι εισέρχονται στον Παράδεισο μετά τόν θάνατό τους καί άναμένουν την είσοδό τους στην Βασιλεία τών Ουρανών μετά τήν άνάσταση των σωμάτων. Καί οί άμαρτωλοί εισέρχονται στον Αδη μετά τόν θάνατο και θά εισέλθουν στην Κόλαση μετά τήν άνάσταση τών σωμάτων καί την τελική κρίση»15.

Πρέπει νά σημειώσουμε ότι μπορούμε (καί οφείλουμε) νά βοηθήσουμε τούς κεκοιμημένους κατ’ αυτή τή μέση κατάσταση τών ψυχών. Οι κεκοιμημένοι δέν μπορούν νά κάνουν πλέον τίποτε γιά τήν σωτηρία τους καί άναμένουν άπό έμάς τούς ζώντες βοήθεια. Όθεν έχουμε τεράστιο χρέος πρός τούς άποθανόντας.
Τέλος τονίζουμε ότι τό Ρωμαιοκαθολικό δόγμα περί καθαρτηρίο πυράς άπορρίπτεται έντελώς άπό τήν Όρθόδοξη έσχατολογία.




ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1.       Ίωάννου Δαμασκηνού, Διαλεκτικά ξζ' Περί τής καθ’ ύπόστασιν ένώσεως, έκδοση Β..
2.       Μητροπολίτου Ναυπάκιου καί Αγίου Βλασίου Ιεροθέου, Ή ζωή μετά τόν θάνατο, Δ' έκδοση, Ιερά Μονή Γενεθλίου τής Θεοτόκου (Πελαγίας), Λεβαδειά 1997, σελ. 89-90.
3.       Χρήστου Άνδρούτσου, Δογματική, έκδοσις Δευτέρα, εκδοτικός οίκος «Άστήρ», Α, καί
Ε. Παπαδημητρίου, Άθήναι 1956, σελ. 411.
4.       Αναστάσιος Σιναΐτης, Όδηγός Έρωταποκ, ΡΟ 89, 716 Ο - 717 Α-ϋ.
5.       Ιουστίνου, Απολογία Α18, 1 ΒΕΠΕΣ 3, 171. Παρατίθεται στό Νικολάου Π. Βασιλειάδη, Τό μυστήριο τού θανάτου, έκδ. Αδελφότητος Θεολόγων «Σωτήρ», Άθήναι 2007, σελ. 402.
6.       Π.Ν. Τρεμπέλα Δογματική, τόμος 3, έκδ. Αδελφότητος Θεολόγων ό Σωτήρ, Άθήναι
1979, σελ. 375.
7.       Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς, Δογματική, μετάφραση Άρης Ήλ. Γεωργόπουλος, Ιερά
Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 2019, σελ. 921.
8.       Γρηγορίου Θεολόγου, Εις Καισάριον τόν αδελφόν αύτοϋ 21, 5-10, μετάφραση Ιγνατίου Σακαλή, ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 1980, σελ. 417 καί 419.
9.       Ίππολύτου, Λόγος πρός "Ελληνας, I, ΒΕΠΕΣ 6, 227-228. Παρατίθεται στό Νικολάου Π.
Βασιλειάδη, Τό μυστήριο του θανάτου, έκδ. Αδελφότητος Θεολόγων «Σωτήρ», Άθήναι 2007, σελ. 413.
10.     Μακαρίου Αιγυπτίου, Λόγος περίέξόδου ψυχής, ΡΟ 34, 385ϋ-392Β. Παρατίθεται στην ανωτέρω μνημονευθεΐσα Δογματική τού Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς στίς σελ. 930-931.
11.     Νικοδήμου Αγιορείτου, Νέα κλίμαξ, έκδ. «Άγιορείτικης Βιβλιοθήκης», Βόλος 1956, σελ. 323-324.
12.     Νικολάου Καβάσιλα Εις τήν θείαν Λειτουργίαν ΜΔ' 4, μετάφρασις Παναγιώτη Χρή-
στου, ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 1979, σελ. 207.
13.     Νικολάου Καβάσιλα, δ.π., σελ. 201.
14.     Νικολάου Καβάσιλα, δ.π., σελ. 209. .
15.     Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Αγίου Βλασίου Ιεροθέου, δ.π., σελ. 95.

ΦΩΤΙΟΣ ΣΧΟΙΝΑΣ
Διδάκτωρ Φιλοσοφίας

Δεν υπάρχουν σχόλια: