Λέγει του ὁ Θωμᾶς· Αὐθέντη, δὲν ἐξεύρομεν ποῦ ὑπάγεις· καὶ πῶς
ἠμποροῦμεν νὰ ἐξεύρομεν τὴν στράταν; * Λέγει του ὁ Ἰησοῦς· Ἐγὼ εἶμαι ἡ στράτα, καὶ ἡ ἀλήθεια, καὶ ἡ ζωή· κανένας δὲν ἔρχεται εἰς τὸν πατέρα,
παρὰ διαμέσου ἐμοῦ. ' Ἂν ἠθέλητε γνωρίζῃ ἐμένα, ἠθέλετε γνωρίζῃ καὶ τὸν πατέρα μου· ἀπὸ τῶρα τὸν γνωρίζετε, καὶ τὸν εἴδετε.
Ἡ παρέμβαση τοῦ Θωμᾶ εἰσάγει τὸ μέγα ἐρώτημα περὶ τῆς ὁδοῦ.
Πρόκειται γιὰ ἐρώτημα συστατικὸ κάθε θρησκείας ἢ φιλοσοφίας, θεμελιῶδες γιὰ τὴν πορεία τοῦ ἀνθρώπου μέσα στὴν ἱστορία. Ἡ ἰουδαϊκή ἰδιαίτερα θρησκευτική παράδοση (ὁ Νόμος καὶ οἱ Προφῆτες) χαρακτηρίζεται ἀπὸ διαρκὴ προσπάθεια σπουδῆς καὶ ἐφαρμογῆς βηματισμῶν
ἐπὶ τῆς ὁδοῦ Κυρίου (Νταρὲς Γιάχ), γιὰ νὰ μὴν ποῦμε ὅτι ὅλη ἡ θεολογία
τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης εἶναι ἕνας διαρκὴς σχολιασμὸς ὅσον ἀφορᾶ
αὐτὴ τὴν ὁδό. Καὶ μάλιστα αὐτὴν τὴν ὁδὸ οἱ Ἰουδαῖοι τὴν ἀντιλαμβάνονται ὡς ἀποκάλυψη τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ, ὅπως μαθαίνουμε ἀπὸ τὴν
ἱστορία τοῦ Ἀβραὰμ καὶ τοῦ Μωυσῆ, δύο περιπτώσεις ὅπου ὑπόβαθρο τῆς ἀποκάλυψης εἶναι ἡ φιλία μὲ τὸν Θεό.
Ἡ ἀπάντηση τοῦ Ἰησοῦ, μονοσήμαντη καὶ ἀποκαλυπτική, ἀνοίγει
νέο δρόμο στὴν πορεία τοῦ ἀνθρώπου. Κανένας δρόμος δὲν ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία, παρὰ μόνον αὐτὸς ποὺ ὁδηγεῖ στὴ σχέση μὲ τὸν Χριστό. Αὐτὸς τελικὰ εἶναι ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου, καὶ ἡ σχέση μαζί του εἶναι ἡ μόνη ἀλήθεια τοῦ κόσμου, καθὼς ἐπίσης εἶναι ἡ μόνη ποὺ εἰσάγει στὴν πραγματικὴ ζωή. Γιὰ νὰ ἐπιτευχθεῖ ἡ θεία υἱοθεσία, ἡ θέωση, κατὰ τὴν πατερικὴ ὁρολογία, χρειάζεται ἡ σχέση μὲ τὸν Χριστό, ὄχι μόνον στὸ
ἐπίπεδο τῆς πίστης, ἀλλὰ σὲ ὑπαρξιακὸ ἐπίπεδο, κατὰ τὴ διατύπωση
ποὺ συναντήσαμε στὸ 6ο κεφάλαιο: Ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ
πίνων μου τὸ αἷμα ἔχει ζωὴν αἰώνιον, καὶ ἐγὼ ἀναστήσω αὐτὸν ἐν τῇ
ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ. Η γὰρ σάρξ μου ἀληθῶς ἐστι βρῶσις, καὶ τὸ αἷμά μου
ἀληθῶς ἐστι πόσις. Ο τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου
ἐν ἐμοὶ μένει, κἀγὼ ἐν αὐτῷ (κεφ. 6, στ. 54-56).
Ἡ πίστη σὲ Θεὸ ποὺ παραμένει ἄγνωστη, δηλαδὴ ἄ-σχετη, εἶναι μιὰ
στάση τῶν ἀνθρώπων ἀνὰ τοὺς αἰῶνες, ὅπως ἐπίσης καὶ ἡ μὴ πίστη σὲ Θεὸ κατὰ τοὺς ὕστερους αἰῶνες μετὰ τὴν ᾿Αναγέννηση καὶ τὴν ἐμφάνιση τῆς ἀθεΐας. Καὶ οἱ δυὸ τάσεις εἶναι ὁμόλογες, καὶ οἱ δυὸ τάσεις γεννοῦν
ἀγνωσία, δηλαδὴ καθεστὼς θανάτου. Ἡ πίστη ὅμως στὸν Χριστὸ καὶ
κατὰ συνέπεια στὸν Πατέρα τοῦ Χριστοῦ, καθιστᾶ σχέση μὲ τὸν Θεὸ
διὰ τοῦ Υἱοῦ του, δηλαδὴ παρέχει ζωή. Ἡ γνώση τοῦ οὐρανίου Πατρὸς διέρχεται διὰ τῆς σχέσεως μὲ τὸν Θεάνθρωπο Υἱό του. Ὁ Υἱὸς - Χριστὸς μᾶς φανερώνει τὸν Πατέρα-Θεό, ποὺ σημαίνει ὅτι μᾶς συνδέει μ᾽ αὐτόν.
8 Λέγει του ὁ Φίλιππος· Αὐθέντη, δεῖξέ μας τὸν πατέρα, καὶ σώνει μας. 9 Λέγει του ὁ Ἰησοῦς· Τόσον καιρὸν εἶμαι μετ᾿ ἐσᾶς, καὶ δέν με ἐγνώρισες, Φίλιππε; Ἐκεῖνος ὁποῦ εἶδεν ἐμένα, εἶδε τὸν πατέρα· καὶ πῶς ἐσὺ λέγεις· Δεῖξέ μας τὸν πατέρα; 10 Δὲν πιστεύεις ὅτι ἐγὼ εἶμαι εἰς τὸν πατέρα, καὶ ὁ πατέρας εἶναι εἰς ἐμένα; Τὰ λόγια ὁποῦ σᾶς λέγω, ἀπὸ λόγου μου δὲν τὰ λέγω· ἀλλ᾽ ὁ πατὴρ ὁποῦ εὑρίσκεται εἰς ἐμένα, αὐτὸ κάμνει τὰ ἔργα. 11 Μὲ πιστεύετε ὅτι ἐγὼ εἶμαι εἰς τὸν πατέρα, καὶ ὁ
πατὴρ εἶναι εἰς ἐμένα· εἰ δὲ μή, δι᾿ αὐτὰ τὰ ἔργα πιστεύετέ με.
ποὺ ἔθεσε ὁ Μωυσῆς στὸ ὄρος Σινᾶ ἀπευθυνόμενος στὸν Θεό: δεῖξε μου τὸ πρόσωπό σου (ἐμφάνισόν μοι σεαυτόν, Ἔξοδ. 33,20). Καὶ ναὶ μὲν τότε ὁ Μωυσῆς λαμβάνει τὴν ἀπάντηση ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ δεῖ τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ ἀλλὰ μόνον τὰ ἴχνη τῆς περπατησιᾶς του μέσα στὴν ἱστορία (καὶ ὄψει τὰ ὀπίσω μου, τὸ δὲ πρόσωπόν μου οὐκ ὀφθήσεται σοι, Εξοδ. 33,23), στὸν Φίλιππο ὅμως δίνεται ἡ πραγματικὴ ἀπάντηση: Ὁ ἑωρακὼς ἐμὲ ἑώρακε τὸν πατέρα.
Τελικά, πέραν τῶν ὅσων εἶπε καὶ ἔπραξε ὁ Χριστὸς γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου, τὸ κορυφαῖο ἔργο του ἦταν ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ ὡς Πατρός του. Κατ' οὐσίαν ἦρθε νὰ μᾶς πεῖ ποιὸ εἶναι τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, νὰ μᾶς ἀποκαλύψει τὸν Θεό. Ὡς θεότητα τὸν Θεὸ τὸν εὐσεβοῦνταν οἱ Ἰουδαῖοι, ἀπὸ τοὺς ὁποίους προῆλθε ὁ Χριστός, τὸν εὐσεβοῦνταν καὶ ἄλλοι ἄνθρωποι ἔξω ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους. Ἔχουμε μαρτυρίες ἀνθρώπων οἱ
ὁποῖοι εὐσεβοῦνται τὸν Θεὸ καὶ ψάχνουν νὰ τὸν βροῦν. Κατ' οὐσίαν ὅλη ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου, ὅλη ἡ ἱστορία, εἶναι μία ἀναζήτηση τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἰησοῦς ὅμως, ὡς Χριστός, εἶναι ὁ μόνος ποὺ μᾶς ἀποκαλύπτει ποιὸς εἶναι ὁ Θεός. Μέχρι τότε μπορούσαμε νὰ μάθουμε τὰ περὶ τὸν Θεόν, δὲν μπορούσαμε ὅμως νὰ γνωρίσουμε τὸν Θεό, οὔτε κὰν νὰ τοῦ ἀποδώσουμε ἕνα ὄνομα'.
Γιὰ πρώτη φορὰ μαθαίνουμε λοιπὸν πῶς λέγεται ὁ Θεὸς ἀπὸ τὸν
Υἱό, ὅταν ὁ δεύτερος μᾶς ἀποκαλύπτει ὅτι ὁ Θεὸς λέγεται «Ὁ Πατήρ μου», εἶναι ὁ Πατέρας μου. Ὁ Πατὴρ ἔχει Υἱό, ὁ Πατὴρ ἀποστέλλει τὸν Υἱὸ στὸν κόσμο γιὰ νὰ σωθεῖ ὁ κόσμος. Γι' αὐτὸ θὰ ἐπιμείνει ὁ Ἰωάννης ὅτι ὁ Υἱὸς εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ Πατρὸς ἀνάμεσά μας, ὅτι ἡ μόνη δυνατότητα νὰ γνωρίσουμε τὸν Πατέρα εἶναι νὰ σχετιστοῦμε μὲ τὸν Υἱό. Ὄχι νὰ γνωρίσουμε τὸν Υἱὸ ἀφηρημένα, ὡς ἕνα μεγάλο διδάσκαλο, ὡς ἕναν
σπουδαῖο ἄνθρωπο, ὡς ἕναν δίκαιο ἄνθρωπο, ἀλλὰ νὰ ἔρθουμε σὲ σχέση νμαζί του. Αὐτὴ ἡ σχέση μᾶς συνδέει μὲ τὸν Πατέρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου