Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Κυριακή 7 Μαΐου 2023
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΔΕΚΑΤΗΣ ΕΝΤΟΛΗΣ. ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΊΤΗΣ ΡΑΦΑΗΛ ΚΑΡΕΛΙΝ .
.
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΔΕΚΑΤΗΣ ΕΝΤΟΛΗΣ
Ἡ δέκατη ἐντολὴ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης λέγει: «Οὐκ ἐπιθυμήσεις
τὴν γυναῖκα τοῦ πλησίον σου· οὐκ ἐπιθυμήσεις τὴν οἰκίαν τοῦ
πλησίον σου, οὔτε τὸν ἀγρὸν αὐτοῦ, οὔτε τὸν παῖδα αὐτοῦ, οὔτε τὴν
παιδισκιν αὐτοῦ, οὔτε τοῦ βοὸς αὐτοῦ, οὔτε τοῦ ὑποζυγίου αὐτοῦ,
οὔτε παντελή κτήνους αὐτοῦ, οὔτε ὅσα τῷ πλησίον σού ἐστι».
Οι δέκα εντολές, οἱ ὁποῖες δόθηκαν στὸν Μωυσῆ κατὰ τὴν
Σιναϊτικὴ Θεοφάνεια, είναι γραμμένες μὲ τὸ δάκτυλο τοῦ Θεοῦ σὲ
δύο πέτρινες πλάκες. Σὲ μία πλάκα οἱ περὶ τῆς πίστεως καὶ τῆς
λατρείας τοῦ Θεοῦ, στὴν δεύτερη, οἱ ἔξι ἐντολὲς ποὺ ἀφοροῦν τὴν
ἠθικὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου. Οἱ πρῶτες τέσσερεις ἐντολὲς στρέφουν
τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου στὸν οὐρανό: τρόπον τινὰ διευρύνουν τὸν
ορίζοντα τῆς γῆς καὶ ἀπαγγέλλουν τὸν προορισμὸ τοῦ ἀνθρώπου
ὡς τῆς εἰκόνος καὶ τῆς ὁμοιώσεως τοῦ Θεοῦ· τὸν κύριο σκοπὸ τῆς
ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου – τὴν θεοκοινωνία, ἡ ὁποία μετὰ τὸν θάνατο
ἡ πρέπει νὰ ἀναπτυχθεῖ σὲ θεοπτία καὶ νὰ γίνει τὸ περιεχόμενο καὶ
ὁ ἀτελεύτητος σκοπὸς τοῦ εἶναι.
Ἡ δέκατη ἐντολὴ ἀποτελεῖ τὴν ἀνακεφαλαίωση τῶν προηγουμένων
ἠθικῶν ἐντολῶν. Τρόπον τινὰ ἁπλώνει τὴν γέφυρα μεταξὺ τῆς
Παλαιᾶς καὶ τῆς Καινῆς Διαθήκης, ποὺ ἀργότερα ἀποκαλύπτεται
στοὺς Μακαρισμούς: «Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ
τὸν Θεὸν ὄψονται», δηλαδὴ θὰ δοῦν τὸν Θεὸ ὄχι μὲ τὰ μάτια, ἀλλὰ
μὲ τὴν ἐσωτερικὴ δραση τοῦ ἀφυπνισμένου πνεύματος. Σὲ αὐτὴν
κρύβονται καὶ ἡ ἠθικὴ καὶ τὸ ὕψος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὅπου
τὸ πρῶτο ζητούμενο εἶναι ἡ κατάσταση τῆς καρδίας τοῦ ἀνθρώπου,
τὰ δὲ ἔργα καὶ οἱ πράξεις εἶναι μόνο οἱ ἐκφράσεις, ἡ ἀντανάκλαση
τῆς ἐσωτερικῆς, κεκρυμμένης ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ δέκατη ἐντολή, ἡ ὁποία πληροῖ τὸν Σιναϊτικὸ Κώδικα, ἐμβαθύνει
τίς ἔννοιες τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ, τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς
πλειότητος. Αὐτὴ καθιστᾶ ὡς κέντρο τῆς ἠθικῆς ζωῆς τὴν ἐσωτερικὴ
κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου, ἐκεῖνον τὸν τομέα τῆς ψυχῆς, ὅπου
γεννιοῦνται οἱ ἐπιθυμίες καὶ οἱ σκέψεις, ὅπου διαμορφώνονται οἱ
διαθέσεις τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὅπου καθορίζεται ἡ ἠθική του ἐπιλογή,
Αὐτὴ ἀφορᾶ στὸ κατ᾽ ἐξοχὴν κέντρο τοῦ ἀνθρωπίνου εἶναι
νοῦ καὶ τὴν καρδία, ὅπου, ὁμιλώντας μεταφορικά, διαμορφώνεται
τὸ πρόσωπο τῆς ψυχῆς του, καὶ ὁ ἄνθρωπος, ὡς βιολογικό άτομο,
γίνεται προσωπικότητα· ὅπου καθορίζονται οι βασικές κατευθύνσεις
τῆς ψυχῆς: πρὸς τὸν Θεὸ ἢ μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό, ὅπου διεξάγεται
ὁ ἐσωτερικὸς πόλεμος μεταξὺ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῶν καταχθονίων.
Σὲ αὐτὴ τὴν ἐντολὴ ἡ ἠθικὴ δὲν ἐκτιμᾶται πλέον μόνο στὸ ἐπίπεδο
τῶν πράξεων τοῦ ἀνθρώπου, τῶν λόγων καὶ τῶν ἐνεργειῶν του,
ἀλλὰ στὸ ἐπίπεδο τῆς συλλήψεώς τους, τρόπον τινὰ τῆς ἐμβρυακῆς
τους κατάστασης. Ἡ δέκατη ἐντολὴ διδάσκει ὄχι μόνο νὰ μὴν
διαπράττουμε, ἀλλὰ καὶ νὰ μὴν ἐπιθυμοῦμε τὴν ἁμαρτία, νὰ μὴν
κλίνουμε τὴν βούλησή μας πρὸς αὐτὴν καὶ νὰ μὴν συγκατατιθέμεθα
μὲ τὸν νοῦ μας σὲ αὐτήν, πράγμα ποὺ ἀντιτίθεται στὸν προορισμὸ
τοῦ ἀνθρώπου, ὡς τῆς εἰκόνος τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ὁμοιώσεως μὲ
Αὐτόν. Ἡ δέκατη ἐντολὴ ὁμιλεῖ γιὰ τὸ ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν πρέπει
νὰ ἐπιθυμεῖ κάτι τοῦ ἄλλου, τὸ ξένο, ἀλλὰ μὲ τὴν ὑψηλότερη, πιὸ
ἱερὴ ἔννοια, αὐτὴ ἡ ἐντολὴ μᾶς ἀπαγορεύει νὰ ἐπιθυμοῦμε καθετὶ
ποὺ εἶναι ξένο πρὸς τὸ ἀνθρώπινο πνεῦμα, νὰ ἐπιθυμοῦμε τὰ ὑλικά,
τὰ παρερχόμενα, τὰ καταδικασμένα σὲ φθορὰ καὶ θάνατο. Αὐτὴ ἡ
ἐντολὴ ἐκφράζεται κάπως στὰ λόγια τοῦ Ἀποστόλου Ιωάννου τοῦ
Θεολόγου: «Μὴ ἀγαπᾶτε τὸν κόσμον μηδὲ τὰ ἐν τῷ κόσμῳ».
Ἡ δέκατη ἐντολὴ καλεῖ τὸν ἄνθρωπο νὰ προσέχει τὴν κατάσταση
τῆς καρδίας του. Ἐδῶ ἀποκαλύπτεται τὸ βάθος τῆς ἁμαρτίας ὄχι
μόνο ὡς λάθος, πλάνη καὶ ἄγνοια, ἀλλὰ ὡς ἀπώλεια τῆς χάριτος,
ὡς θεοεγκατάλειψη, ὡς θεοαντίσταση καὶ μυστικὴ ἕνωση μὲ τὸν
σατανά. Σὲ κάθε ἁμαρτία ὑπάρχει ἡ ἠχὼ τῆς πτώσεως τοῦ σατανᾶ
καὶ τὸ δηλητήριο τοῦ ὄφεως, ὁ ὁποῖος πάταξε καὶ δηλητηρίασε
τοὺς Προπάτορές μας· αὐτὴ μεταδίδεται στοὺς ἀπογόνους σὰν
διαβολικὴ κληρονομία καὶ κρύβεται στὸν πυθμένα τῆς ψυχῆς τοῦ
ἀνθρώπου. Ἀπὸ τὸν καιρὸ τῆς πτώσεως τοῦ Ἀδὰμ ἡ ἁμαρτία ἔχει
γίνει ὁ ἐσωτερικὸς παράγοντας τοῦ ἀνθρωπίνου εἶναι, ἔκανε τὸν
ἄνθρωπο ἀνοιχτὸ γιὰ τὶς ὑποβολὲς τοῦ δαίμονα, εὐπρόσβλητο γιὰ
τὴν θανατηφόρο πνοή του.
Ἡ δέκατη ἐντολὴ μᾶς καλεῖ στὴν πάλη ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας,
ἡ ὁποία διαρκεῖ ὅλη τὴν ζωὴ καὶ τελειώνει ἢ μὲ τὴν νίκη ἢ μὲ τὴν
ἧττα· ἢ μὲ τὴν αἰώνια ζωὴ ἢ μὲ τὴν κατοίκηση στὰ ὑπόγεια τοῦ
ἅδη μαζὶ μὲ τοὺς πεπτωκότες ἀγγέλους, τὰ πνεύματα τοῦ σκότους.
Ὁ σοφὸς Σολομὼν εἶπε: «Πάσῃ φυλακῇ τήρει σὴν καρδίαν, ἐκ
γὰρ τούτων ἔξοδοι ζωῆς». Ἡ δέκατη ἐντολὴ εἶναι ἡ κλήση πρὸς
τὸν ἁγιασμό. Τί εἶναι ὁ ἁγιασμός; Εἶναι ἡ ἕνωση τῆς Χάριτος τοῦ
Θεοῦ μὲ τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, ἡ καθαρότητα τῆς καρδίας, στὴν
ὁποία ἀντικατοπτρίζεται τὸ θεῖο φῶς, ὅπως ἀντανακλᾶται τὸ φῶς
τοῦ ἡλίου σὲ ἕναν καθρέφτη ποὺ εἶναι στραμμένος πρὸς τὸν οὐρανό.
Ὁ Κύριος θὰ κρίνει τὸν ἄνθρωπο σύμφωνα μὲ τὴν κατάσταση τῆς
καρδίας του. Ἡ Χάρις μοιάζει μὲ τὴν φλόγα στὸ λυχνάρι, ἡ ὁποία
καταλάμπει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ μέσα, καὶ συνάμα μοιάζει μὲ τὸ
βασιλικὸ ἔνδυμα, μὲ τὸ ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος θὰ στεφανωθεῖ καὶ θὰ
ἐνδυθεῖ στὴν αἰωνιότητα.
Ἡ δέκατη ἐντολὴ ὑποδεικνύει ὅτι τὸ πρῶτο καὶ τὸ βασικὸ στὴν
ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὄχι ἡ θέση του στὴν κοσμικὴ ζωή, ὄχι τὰ
ἐξωτερικὰ δεδομένα καὶ οἱ περιστάσεις, στὶς ὁποῖες βρίσκεται, ὄχι ἡ
κοσμικὴ δόξα καὶ ὁ πλοῦτος, ὄχι αὐτὰ ποὺ ὁ κόσμος θεωρεῖ μεγάλα
καὶ τρανά, ἀλλὰ ἡ κατάσταση τῆς καρδίας, ὅπου συνοψίζεται ὅλη
ἡ ζωή του, ἡ καθαρότητα τῆς συνειδήσεως, ἡ ὁποία μεταβάλλεται
σὲ αἰώνια χαρά.
Τὸ νὰ μὴν ἐπιθυμεῖ κανεὶς κάτι ξένο, τοῦ ἄλλου, σημαίνει νὰ μὴν
ἐκδίδει τὴν καρδία του στὰ πάθη, διότι τὰ πάθη πάντα ἐπιθυμοῦν
τὰ τοῦ ἄλλου. Οἱ λογισμοὶ καὶ τὰ πάθη ἀνακατεύουν τὸν νοῦ μας,
ὅπως ὁ ἄνεμος καὶ τὸ ρεῦμα τοῦ νεροῦ τὴν μυλόπετρα. Τὰ πάθη
μοιάζουν μὲ τὴν ξύλινη κουρτίνα ποὺ κρύβει τὴν ψυχή μας ἀπὸ τὸ
φῶς τῆς Θεότητος. Τὰ πάθη καὶ ἡ ἁμαρτία εἶναι ἐχθροὶ τοῦ Θεοῦ,
οἱ ὁποῖοι Τὸν ἐμποδίζουν νὰ μπεῖ στὴν καρδία τοῦ ἀνθρώπου, σὰν
στὴν δική του μονή. Ὁ Χριστός, ὅπως ἕνας ξένος ζητιάνος, στέκεται
πίσω ἀπὸ τὴν πόρτα τῆς καρδίας μας, τὴν ὁποία ἐμεῖς τὴν κλείσαμε
μπροστά του.
Ἀλλὰ πῶς νὰ μὴν ἐπιθυμοῦμε, ὅταν ἡ καρδία ἐπιθυμεῖ; Πῶς νὰ
πολεμοῦμε μὲ τοὺς λογισμούς, ὅταν αὐτοὶ μοιάζουν μὲ τὸ σμῆνος
τῶν μελισσῶν ποὺ βουίζει; Ποῦ νὰ φύγουμε ἀπὸ τὰ πάθη, ὅταν
μᾶς συνέχουν ὅπως ἡ φωτιὰ τὸ σπίτι; Πρῶτα ἀπὸ ὅλα πρέπει νὰ
ὁμολογήσουμε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ τὴν ἀδυναμία καὶ τὴν ἀσθένειά
μας καὶ ἐσωτερικὰ νὰ κράζουμε: «Κύριε, σῶσε, βοήθησε, ἐλέησε! Δὲν
μπορῶ νὰ νικήσω τὴν ἁμαρτία, ἀλλὰ ἐσὺ ποὺ νίκησες τὸν σατανὰ
καὶ τὸν ἄδη, μπορεῖς νὰ πατάξεις καὶ νὰ νικήσεις τὴν ἁμαρτία στὴν
καρδία μου». Αὐτὸ μοιάζει μὲ τὸν πόλεμο τοῦ Μωυσῆ κατὰ τῶν
Αμαληκιτῶν: ὅταν ὁ Μωυσῆς ἐξέτεινε τὰ χέρια του σταυροειδῶς πρὸς
τὸν οὐρανό, οἱ δικοί του στρατιῶτες νικοῦσαν, καὶ ὅταν κατέβαζε
τὰ χέρια, νικοῦσαν οἱ τοῦ Ἀμαλήκ”. Ὅταν ἡ ψυχὴ ἐπικαλεῖται τὸν
Θεό, τότε ὄχι αὐτή, ἀλλὰ ἡ Χάρις νικᾶ τὴν ἁμαρτία· ὅταν ὅμως
ξεχνάει τὸν Θεό, σὰν νὰ κατεβάζει τὰ μάτια της, τότε νικοῦν τὰ
πάθη. Γι' αὐτὸ τὴν ὥρα τῶν πειρασμῶν πρέπει νὰ προσευχόμαστε
μὲ σύντομες εὐχές – ὅταν κινδυνεύουμε θανάσιμα, φωνάζουμε γιὰ
βοήθεια μὲ σύντομα καὶ ἀποσπασματικὰ λόγια.
Ὑπάρχει καὶ ἕνας ἄλλος τρόπος τοῦ πνευματικοῦ πολέμου καὶ
τῆς καθάρσεως τῆς καρδίας: νὰ ἱστάμεθα μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ
Χριστοῦ πάνω ἀπὸ τὴν καρδία μας, σὰν σὲ ἕναν βράχο πάνω ἀπὸ
τὸ ἀπύθμενο πέλαγος, καὶ νὰ ἀποκόπτουμε τοὺς λογισμοὺς μόλις
ξεφυτρώσουν. Τὴν πρώτη ἐμφάνιση τοῦ λογισμοῦ οἱ ἅγιοι Πατέρες τὴν
ὀνόμαζαν προσβολή. Ἡ προσβολὴ μοιάζει μὲ τὸν καρπὸ τοῦ δένδρου
τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ: μποροῦμε νὰ τὸν κόψουμε,
ἀλλὰ μποροῦμε καὶ νὰ συγκρατήσουμε τὸ χέρι μας· ἐδῶ δὲν ὑπάρχει
ἀκόμη ἡ ἁμαρτία, ἀλλὰ μόνο ἡ ἐπιλογή. Ἂν καθυστερήσουμε ὅμως,
τότε ἡ ἐμπαθὴς ψυχή μας θὰ ἀρχίσει νὰ συμπαθεῖ τὸν λογισμό,
δηλαδὴ νὰ αἰσθάνεται τὴν ἡδονὴ καὶ τὸ ἐνδιαφέρον. Καὶ αὐτὸς εἶναι
ὁ συνδυασμὸς γιὰ τὴν ἁμαρτία.
Στὸ ἑπόμενο στάδιο γίνεται ἡ συγκατάθεση τῆς ψυχῆς μὲ τὸν
λογισμό: τρόπον τινὰ ἐκδίδεται σὲ αὐτόν, καὶ ἐκεῖνος τὴν παρασύρει
ὅπως ἕνας ἀπατεώνας τὸ ἀφελὲς παιδί. Ἡ συγκατάθεση ἐξελίσσεται
σὲ πάθος, τὸ ὁποῖο κατακτᾶ τὸν ἄνθρωπο, παραλύει τὸν νοῦ του καὶ
ἀνάβει τὴν φλόγα τῆς κολάσεως στὴν καρδία του. Αὐτὸ τὸ στάδιο
ὀνομάζεται αἰχμαλωσία. Ὁ ἄνθρωπος ἀρχίζει νὰ σκέφτεται πῶς νὰ
ἱκανοποιήσει τὸ πάθος του. Ὕστερα ἡ ἁμαρτία ἐφαρμόζεται στὴν
πράξη – γίνεται ἡ πτώση. Ἡ Χάρις ἀφίσταται ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο,
ὁ ὁποῖος, ἕως ὅτου μετανοήσει εἰλικρινά, ὑπόκειται στὴν ἐξουσία
τοῦ δαίμονα. Ἡ πτώση, ὅταν ἐπαναλαμβάνεται, γίνεται συνήθεια,
καὶ ἡ συνήθεια διαπερνᾶ τὴν ἴδια τὴν φύση τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως
ἡ σκουριὰ τὸν σίδηρο.
Ἐδῶ ὁ ἄνθρωπος μόνο μὲ τὶς δυνάμεις του δὲν μπορεῖ πλέον νὰ
ἀντιστέκεται στὴν ἁμαρτωλὴ ἕξη, ἀλλὰ μπορεῖ μὲ τὴν βοήθεια τῆς
Ἐκκλησίας, τῶν μυστηρίων της, τῆς εἰλικρινοῦς ἐξομολογήσεως καὶ
τῶν προσευχῶν, νὰ σωθεῖ σὰν ἐκεῖνον ποὺ βυθίζεται στὴν δίνη.
Ἀλλὰ αὐτὸς ὁ ἀγώνας εἶναι πολὺ δύσκολος καὶ χρειάζεται ἰδιαίτερη
ὑπακοὴ καὶ ταπείνωση. Ὁ ἄνθρωπος ξεφεύγει μὲν ἀπὸ τὰ νύχια τοῦ
διαβόλου, ἀλλὰ οἱ πληγὲς ἀπὸ αὐτὰ μένουν στὴν καρδία, σαπίζουν
γιὰ πολὺ καιρὸ καὶ δὲν ἐπουλώνονται εὔκολα.
Γιὰ νὰ τηρήσει κανεὶς τὴν δέκατη ἐντολή, πρέπει νὰ προσπαθεῖ
νὰ ἀποκτήσει τὴν ἀδιάλειπτη εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ. Χάρις σὲ αὐτὴν σιγὰ-
σιγὰ φωτίζονται τὰ βάθη τῆς καρδίας τοῦ ἀνθρώπου, παρόλο ποὺ
χρειάζεται πολὺς χρόνος καὶ πολὺς κόπος.
Τὰ μεγάλα χαρίσματα τοῦ Θεοῦ ἀπαιτοῦν μεγάλους ἀγῶνες,
ἀλλιῶς εὔκολα χάνονται. Γι' αὐτό, ὅσοι θέλουν νὰ ἐκπληρώσουν
τὴν δέκατη ἐντολή, πρέπει πάντα νὰ ἔχουν τὴν εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ στὸ
στόμα τους. Σιγὰ-σιγὰ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ θὰ κατέβει στὴν
καρδία, καὶ τότε ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται τὴν χαρὰ τῆς πνευματικῆς
καθαρότητος – τὴν μόνη ἀληθινὴ χαρά.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου