Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τετάρτη 24 Ιουλίου 2024

Η γυναῖκα ἔχει μία κεντρική θέσι στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου. Αρχιμανδρίτης Βασίλειος Γοντικακης.




Η γυναῖκα ἔχει μία κεντρική θέσι στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου.



Τῇ μιᾷ τῶν Σαββάτων Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ ἔρχεται πρωὶ σκοτίας ἔτι οὔσης εἰς τὸ μνημεῖον καὶ βλέπει τὸν λίθον ἠρμένον ἐκ τοῦ μνημείου. Τρέχει πρὸς τὸν
Πέτρο καὶ τὸν Ἰωάννη καὶ τοὺς λέει: Πῆραν
τὸν Κύριο ἀπὸ τὸν τάφο καὶ δὲν ξέρομε
ποῦ τὸν ἔβαλαν. Αμέσως οἱ δύο μαθητὲς
ἔρχονται πρὸς τὸ μνημεῖο. Ὁ Ἰωάννης φτάνει πρῶτος. Καὶ παρακύψας βλέπει τὰ ὀθόνια μόνα. Δεν μπῆκε ὅμως μέσα. Ἀκολουθεῖ
ὁ Πέτρος, ὁ ὁποῖος μπῆκε πρῶτος. Εἶδαν
τὰ σεντόνια μόνα καὶ τὸ μαντήλι τοῦ κεφαλιοῦ χωριστά.
Τότε εἰσῆλθε καὶ ὁ ἄλλος μαθητής ποὺ
ἦλθε πρῶτος εἰς τὸ μνημεῖον, καὶ εἶδε καὶ
ἐπίστευσε.


Δεν λέει εἶδαν καὶ ἐπίστευσαν. Αμέσως
μετὰ μιλᾶ στὸν πληθυντικὸ τὸ Εὐαγγέλιο:
Οὐδέπω γὰρ ᾔδεισαν τὴν γραφὴν ὅτι δεῖ
τὸν ἐκ νεκρῶν ἀναστῆναι. Ἀπῆλθον
οὖν πάλιν πρὸς ἑαυτοὺς οἱ μαθηταί.
Δὲν εἶχαν ἐννοήσει ἀκόμη τὴ Γραφὴ ὅτι πρέπει ὁ Ἰησοῦς νὰ ἀναστηθῆ ἐκ νεκρῶν. Γύρισαν λοιπὸν πάλι πρὸς τοὺς ἄλλους μαθητές
καὶ τοὺς εἶπαν τί συνέβη.
Ἡ Μαρία συμπεριφέρεται διαφορετικά.


Μένει μόνη της καὶ κλαίει. Οὔτε μπαίνει στὸ
μνημεῖο, οὔτε γυρίζει εἰς τὰ ἴδια. Δὲν ἱκανοποιεῖται μὲ ἀποδείξεις οὔτε δίδει δικές
της ἑρμηνείες. Ζητᾶ τὸν ἴδιο τὸν Διδάσκαλο, ἔστω καὶ νεκρό.


Μένει ἔξω ἀπὸ τὸ μνημεῖο καὶ μέσα στὸ
κλάμα. Δὲν πάει πουθενά, οὔτε σταματᾶ νὰ
κλαίη. Τὸ ἀσταμάτητο κλάμα ἀναστατώνει
τὰ σύμπαντα. Κατεβαίνουν ἄγγελοι καὶ ὁ
ἴδιος ὁ Χριστός, γιὰ νὰ κάνουν τὴν ἴδια
ἐρώτησι. Γύναι, τί κλαίεις;

Γυναῖκα, γιατί κλαῖς;


Αὐτὴ βρίσκεται στον πόνο καὶ στὸν κόσμο της. Ζαλισμένη καὶ ἄγρυπνη, κοιτάζει
πέρα δῶθε νὰ βρῆ αὐτὸν ποὺ ζητᾶ. Ρίχνει
μια ματιὰ στὸ ἄδειο μνημεῖο καὶ ἀρχίζει νὰ
φωτίζη ἡ ἀνταπόκρισι τοῦ οὐρανοῦ στὴν αἴτησί της ποὺ καταλήγει στην παρουσία τοῦ
Ἀναστημένου Χριστοῦ.


Βλέπει δύο ἀγγέλους λευκοφορεμένους
νὰ κάθονται ὄχι νά εἶναι ὄρθιοι, ὁ ἕνας
πρὸς τὸ μέρος τῆς κεφαλῆς καὶ ὁ ἄλλος στὸ
μέρος τῶν ποδιῶν ὅπου ἦταν ξαπλωμένο τὸ
σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. Καὶ τὴν ρωτοῦν. Γυναῖκα
γιατί κλαῖς;


Αὐτὴ ἀπαντᾶ: Διότι πῆραν τὸν Κύριό
μου καὶ δὲν ξέρω ποῦ τὸν πῆγαν. Αμέσως
στρέφεται πρὸς τὰ πίσω (ζητᾶ κάτι περισσότερο ἀπὸ ἀγγελοφάνεια). Βλέπει τὸν ἴδιο τὸν Ἰησοῦ ὄρθιο (ὄχι τον τόπο ποὺ ἦταν
ξαπλωμένο τὸ σῶμα του).


Δὲν καταλαβαίνει ὅτι εἶναι ὁ Ἰησοῦς ἀλλὰ ἀκούει τὴν ἴδια ἐρώτησι. Γυναῖκα, γιατί
κλαῖς; Καὶ προσθέτει: Ποιόν ζητᾶς; (ὄχι τί
ζητᾶς). Αὐτή, νομίζοντας ὅτι εἶναι ὁ κηπουρός, τοῦ λέει: Κύριε (ὄνομα ποὺ ἀποδίδεται μόνο στὸν Θεό), ἐὰν ἐσὺ τὸν πῆρες, πές μου
ποῦ τὸν ἔβαλες, καὶ ἐγὼ θὰ τὸν σηκώσω.


Ὁ Ἰησοῦς λέει: Μαρία. Αὐτή, ἀκούγοντας τὸ ὄνομά της ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Ἰησοῦ,
στρέφεται πρὸς αὐτὸν καὶ ἀναφωνεί: Διδάσκαλέ μου!


Η Μαρία εἶδε καὶ ἄκουσε ἀγγέλους. Εἰδε καὶ ἄκουσε τὸν ἴδιο τὸν Χριστό.
Ἀξιώνεται νὰ ἀσπασθῆ ἀναφῶς τὸν Ἀναστημένο καὶ νὰ ἀκούση τὰ ἄρρητα ρήματα
τῆς καινῆς πολιτείας.


Φτάσαμε ήδη στὸν οὐράνιο εναγκαλισμὸ μὲ τὸ μή μου άπτου. Καὶ στὴ συνοδοιπορία όλων μαζί, μὲ τὸ νὰ ἀκολουθῇ ὁ καθένας τὸν δρόμο ποὺ τοῦ ὑποδεικνύει ὁ
Ἀναστημένος.


Εἴμαστε ἀδέλφια μὲ τὸν καταργήσαντα
τὸν θάνατο.
Λέει ὁ Ἰησοῦς στη Μαρία: Μη μου άπτου.


Δὲν ἀνέβηκα ἀκόμη πρὸς τὸν Πατέρα μου.


Πήγαινε πρὸς τοὺς ἀδελφούς μου (ὄχι πρὸς
τοὺς μαθητὲς καὶ ἀποστόλους μου) καὶ πές
τους: Αναβαίνω πρὸς τὸν Πατέρα μου
καὶ πατέρα σας, στον Θεό μου καὶ Θεό
σας. Ἔρχεται ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ
λέει στοὺς μαθητὲς ὅτι εἶδε τὸν Κύριο καὶ
τῆς εἶπε αὐτὰ ποὺ δὲν ἄκουσαν οὔτε εἶδαν
οἱ ἀπόστολοι.


Ἡ Μαρία ἔρχεται πρώτη στὸ μνημεῖο,
σκοτίας ἔτι οὔσης”, καὶ δὲν φεύγει, παρὰ
μόνον ὅταν τὴν καταυγάζη τὸ φῶς τῆς παρουσίας τοῦ Ἀναστημένου Χριστοῦ. Αὐτὸ
ἦταν τὸ αἴτημα καὶ ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς της.


Ἡ παρουσία τῆς γυναίκας καὶ ἡ δύναμι τοῦ
κλάματος. Ἡ ὑπερβολὴ τῆς ἀγάπης καὶ τὸ
ἀνυποχώρητο τῶν ἀπαιτήσεων.


Εἶναι αυθόρμητη καὶ ἀσυγκράτητη. Είναι μανιακὴ στὴν ἀγάπη καὶ ξεκάθαρη στις
ἀπαιτήσεις. Δὲν ζητᾶ ἀποδείξεις, οὔτε φοβᾶται ἀπειλές. Οἱ μαθητὲς ζητοῦν καὶ δέχονται ἀποδείξεις. Επιστρέφουν εἰς τὰ ἴδια καὶ τρομαγμένοι κλείνονται σὲ δωμάτια.


Γι' αυτό, τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων σκοτίας ἔτι οὔσης ὁ Χριστὸς ἐφάνη πρῶτον
Μαρίᾳ τῇ Μαγδαληνῇ". Καὶ τὴν ἴδια μέρα,
τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων", μετὰ τὴ δύσι τοῦ
ἡλίου, οὔσης ὀψίας, φανερώνεται στοὺς
δειλοὺς καὶ κλεισμένους, διὰ τὸν φόβον τῶν
Ἰουδαίων, μέσα στο δωμάτιο, μαθητές.


Ἀλλὰ καὶ στὴν ἀρχὴ τῆς ἱστορίας τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ὑπάρχει μια γυναῖκα Παρθένος ποὺ γεννᾶ τὸν Θεό. Αναδεικνύεται Θεοτόκος.

 Γίνεται ἡ κλίμαξ δι
ἧς κατέβη ὁ Θεὸς καὶ ἡ γέφυρα ἡ μετάγουσα τοὺς ἐκ γῆς πρὸς οὐρανόν.
Εἶναι ἡ τἀναντία εἰς ταὐτὸν ἀγαγοῦσα,
ἡ παρθενίαν καὶ λοχείαν ζευγνύσα".


Λάμπει ἡ Παρθενομήτωρ, περιβεβλημένη τὸν ἥλιον καὶ ἡ σελήνη ὑποκάτω τῶν
ποδῶν αὐτῆς. Ἡ σελήνη καὶ ὅλα τὰ ἑτερόφωτα βρίσκονται κάτω ἀπὸ τὰ πόδια της,
γιατὶ εἶναι ἡ τὸ φῶς ἀρρήτως γεννήσασα. 

Τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία περισσότερο ἀπὸ προφῆτες, ἀποστόλους, μάρτυρες
καὶ ἀγγέλους. Καὶ στὴν κοίμησι τῆς Θεοτόκου βλέπομε τὸν Υἱὸ καὶ Θεό της γυναικείαν ψυχὴν χειριζόμενον. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀναδείξασα τὴν ἀνθρώπινη φύσι θεογεννήτρια.

Δεν υπάρχουν σχόλια: