Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 11 Μαΐου 2014

Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ - ΨΑΛΜΙΚΑ ΑΝΤΙΦΩΝΑ- Ευλογεί, ή ψυχή μου, τον Κύριον και, πάντα τά εντός μου, το όνομα το άγιον αυτού.-



Ψαλμός ΡΒ' (102)


Είναι γνωστός και ως προτελευταίος ψαλμός του Εξάψαλμου. Πρόκειται για ψαλμό ευχαριστίας. Θεωρήθηκε μάλιστα, και στην ιουδαϊκή


Ευλογεί, ή ψυχή μου, τον Κύριον και, πάντα τά εντός μου, το όνομα το άγιον αυτού'


Ό πρώτος στίχος εισάγει και το θέμα πού διατρέχει όλο τον ψαλμό, και πού είναι μία σπουδή του ονόματος του Θεού. Προσπαθώντας ό ποιητής να μας πει αυτό το όνομα, έκδιπλώνει τον τρόπο διά του όποιου μας γίνεται γνωστός ό Θεός. Γνωρίζει ό ποιητής ότι το καθ’ αυτό όνομα του Θεού είναι άγνωστο, ή, για να το πω με χριστιανική διατύπωση, δεν γνωρίζουμε το τί του Θεού, τί είναι κατά την ουσία του ό Θεός, μπορούμε όμως να γνωρίσουμε το πώς του Θεού, πώς υπάρχει ό Θεός στη σχέση του με τη Δημιουργία και με το πλήρωμά της, δηλαδή με τούς ανθρώπους.


Το ερώτημα για το όνομα τού Θεού πρωτοδιατυπώνεται από τον Μωυσή στη Θεοφάνεια τού ορούς Σινά. Συγκεκριμένα, όταν ό Θεός καλεί τον Μωυσή στο έργο της απελευθέρωσης τού λαού του από τη δουλεία και της πορείας προς την Ελευθερία, ό δεύτερος διατυπώνει το ερώτημα: Ιδού εγώ έξελεύσομαι προς τούς υιούς Ισραήλ, και βρω προς αυτούς ό Θεός των πατέρων ημών άπέσταλκέ με προς υμάς. ’Έρωτήσουσί με" τί όνομα αύτώ', Τι Ερώ Προς αυτούς;

 Και είπεν ό Θεός προς Μωυσην λέγων εγώ ειμί ό ων. Και είπεν ούτως ερείς τοις υιοίς Ισραήλ' ό ων άπέσταλκέ με προς υμάς. Και είπεν ό Θεός πάλιν προς Μωυσην ούτως έρείς τοις υίοίς Ισραήλ' Κύριος ό θεός τών πατέρων ημών, Θεός Αβραάμ και Θεός Ισαάκ και Θεός Ιακώβ άπέσταλκέ με προς υμάς' τούτο μού εστίν όνομα αιώνιον και μνημόσυνον γενεών γενεαίς (Έξ. 3,13-15).


Αυτή ή διατύπωση δεν φανερώνει ακριβώς το όνομα τού Θεού, άλλα τον τρόπο πού υπάρχει στη σχέση του με τον λαό του. «Ό ων» σημαίνει κατ’ άρχήν την πιστότητα του Θεού στις ύποσχέσεις του, στην επαγγελία του, όπως αυτή διατυπώθηκε στον Αβραάμ, και επαναδιατυπώθηκε στον Ισαάκ, στον Ιακώβ, αλλά και σέ όλους τούς δικαίους, μέχρι  την ενανθρώπηση του Υιού του. Αν μάλιστα επιμείνουμε να αντλήσουμε ένα όνομα από την αποκάλυψη στο όρος Σινά, πιο κοντά θα ήμασταν αν πούμε ότι το όνομα του Θεού είναι το «εγώ ειμί»• είμαι ό «εγώ ειμί»• με αυτή την έννοια, για οποίον αναφέρεται στον Θεό, αναφέρεται στον «αυτός εστίν».


0ι Ο μεταφράζουν με τη διατύπωση «εγώ ειμί ό ων» τρεις εβραϊκές λέξεις της εβραϊκής βίβλου: «Έχγέ άσέρ έχγέ», πού κατά λέξη σημαίνουν: «Είμαι και θα είμαι αυτός πού ήμουν», δηλαδή ό ίδιος Θεός πού αποκαλύφθηκε στους πατέρες σου. Είμαι ό πιστός στις άνέκαθεν υποσχέσεις μου. Πάντως, στην εβραϊκή παράδοση καταγράφεται μία λέξη πού υποδηλώνει το όνομα του Θεού, αλλά είναι άηχη, δεν προφέρεται, δεν διαβάζεται.

 Κατ’ ούσίαν πρόκειται για σύμβολο. Είναι το περίφημο τετραγράμματο πού το γνωρίζουμε ως Γιαχβέ, και πού οι Ο' μεταγράφουν με τη λέξη «Κύριος». Αργότερα, μετά τη βαβυλώνια αιχμαλωσία, δηλαδή μετά τον 5ο αίώνα, για να μην δημιουργείται σιωπή όταν διαβάζονταν κείμενα στην ιερή τους Σύναξη, πρόφεραν αυτή τη λέξη άλλοτε ως Γιαχβέ και άλλοτε ως Γιεχωβά. Τά φωνήεντα τά έπαιρναν από τις λέξεις Άδονάϊ και Έλλωχίμ.


Ό Ησαΐας, όταν θα επεξεργαστεί αυτή τη θεολογία της Πεντατεύχου, των πρώτων πηγών του Ισραήλ, θα καλέσει τούς ανθρώπους, εξ ονόματος του Θεού: γίνεσθέ μοι μάρτυρες, και εγώ μάρτυς, λέγει Κύριος ό Θεός , και ό παις μου, ον έξελεξάμην, 'ίνα γνώτε και πιστεύσητε  και συνητε ότι εγώ ειμί. Έμπροσθεν μου ούκ εγενετο άλλος Θεός- και μετ’ έμέ ούκ έσται ( Ήσ. 43,10). 

Ό παις του Γιαχβέ στον Ησαΐα έχει ένα ιδιαίτερο περιεχόμενο, τελικά είναι ό Υιός του, ό όποιος ονομάζεται και δούλος του, ό δούλος του Γιαχβέ, ό παις του Γιαχβέ, ό όποιος θα άποκαλυφθεϊ αργότερα. Ξανά το εγώ ειμί. Αυτή τη διατύπωση την χρησιμοποιεί και ό Χριστός: εγώ ειμί, στο περιστατικό της οδεύσεως επί των κυμάτων. Όταν φοβούνται οι μαθητές του, φοβούνται την τρικυμία και τον καταποντισμό, ό «εγώ ειμί» τούς σώζει. Εγώ ειμί, μή φοβόσαστε.

"Έμπροσθεν μου ουκ εγενετο άλλος Θεός και μετ έμέ ουκ εσται, μάς λέει ό Ησαΐας ότι τού άποκαλύφθηκε από τον Θεό. Είμαι ό ένας Θεός, αύτός πού ήμουν πάντα και θα είμαι πάντα.




Ή χριστιανική παράδοση συνέχισε αυτή την αποφατική οδό όσον αφορά το όνομα του Θεού. Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, Θεόν φράσαι μεν αδύνατον, νοήσαι δέ άδυνατώτερον, και αυτό θα μας οδηγήσει αργότερα στη διατύπωση του αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού, ό όποιος θα μας πει ότι ό Θεός είναι άπειρος και ακατάληπτος . Αυτό σημαίνει ότι ή μόνη δυνατότητα γνώσεως του Θεού είναι ή σχέση, δεν υπάρχει άλλη δυνατότητα γνώσεως του Θεού, παρ’ όλο ότι μέσα στους ανθρώπινους πολιτισμούς επιχειρήθηκε ή κατανόηση τού Θεού και έτσι  έχουμε τη γέννηση της φιλοσοφίας. Ή φιλοσοφία είναι μία απόπειρα να  κατανοήσω τον Θεό, ενώ ή θεολογία είναι μία απόπειρα να σχετισθώ με  τον Θεό.


Όταν θα έρθει όμως ό Υιός, τότε θα μάθουμε το όνομα τού Θεού. Και  το όνομα του Θεού πού έρχεται να μάς αποκαλύψει ό Υιός είναι ότι είναι  ό Πατέρας του. Το όνομα τού Θεού είναι ό Πατήρ τού Υιού του. Στην αρχιερατική του προσευχή, στο Κατά Ίωάννην ευαγγέλιο, λέει ό Χριστός: Έφανέρωσά σου το όνομα τοις άνθρώποις ους δέδωκάς μου εκ του κόσμου ( Ίωάν. 17,6), και λίγους στίχους παρακάτω, στο ίδιο κεφάλαιο, και έγνώρισα αυτοίς το όνομά σου και γνωρίσω, ίνα ή άγάπη ην ηγάπησάς με εν αυτοίς η, κάγώ εν αυτοίς (Ίωάν. 17,26).


Ή σχέση Πατρός και Υιού, ή φανέρωση ότι ό Υιός έχει Πατέρα και Πατέρας είναι το όνομα του Θεού, ή σχέση Πατρός και Υιού, εγκαινιάζει και τη σχέση πιστού και Χριστού. Σ' αυτή την προσευχή, λοιπόν, λέει ότι όπως εσύ με αγάπησες, έτσι και εγώ τούς άγαπάω: ίνα ή αγάπη ην ηγάπησάς με εν αυτοίς ή κάγω εν αυτοίς ( Ίωάν. 17,26).


Ό απόστολος Παύλος θα επεξεργαστεί αργότερα αυτή τη θεολογία• περί τού ονόματος τού Θεού, ως Υιού πλέον. Το όνομα τού Πατρός είναι ό Υιός, αυτή τη σημασία έχει και ή επίκληση άγίασθήτω το όνομά σου στην Κυριακή προσευχή ό Υιός είναι το όνομα τού Θεού, επομένως, διό και ό Θεός αυτόν υπερύψωσε  (τον Υιό) και έχαρίσατο αύτω όνομα το υπέρ παν όνομα (το πρώτο όνομα), ίνα εν τω όνόματι Ιησού παν γόνυ κάμψι) έπουρανίων και έπιγείων και καταχθονίων ( Φιλιπ. 2,9).


Αν θέλουμε, τώρα, να μάθουμε το όνομα του Θεού, πρέπει να στραφούμε στον Υιό του. Μόνο ό Υιός μπορεί να μάς το αποκαλύψει. Υπάρχει μία μυστική γνώση αυτού του ονόματος, ή γνώση δεν μπορεί να είναι εξωτερική. Ή μυστική αυτή γνώση είναι ή κοινωνία με τον Υιό. Ή κοινωνία με τον Υιό μας αποκαλύπτει τον Πατέρα του. Κατ’ ουσίαν πίσω από αυτή την κοινωνία με τον Θεό υπάρχει, αναδύεται, και ζητάμε να πραγματοποιηθεί ένα άλλο μυστήριο, το μυστήριο της Υιοθεσίας. Δεν μπορείς να μάθεις το όνομα του Θεού εάν δεν σχετιστείς μαζί του, όχι σέ ηθικό επίπεδο, ούτε σέ ψυχολογικό επίπεδο, αλλά σέ οντολογικό επίπεδο, δηλαδή σέ υπαρξιακό επίπεδο. Πρέπει να αποδεχθείς τη χάρη πού σου προσφέρει να είσαι Υιός του, με ανάλογο τρόπο πού είναι Υιός του ο Ιησούς. Αν λοιπόν ζητάμε μία σχέση με τον Ιησού είναι για να μπορέσουμε να είμαστε οι Υιοί του ουρανίου Πατρός.

Ας έρθουμε ξανά στον πρώτο στίχο του ψαλμού: Ευλόγει, ή ψυχή μου, τον Κύριον και, πάντα τά εντός μου, το όνομα το άγιον αυτού. Γιατί λέει «ή ψυχή μου» και γιατί λέει «τά έντός μου». Ή ψυχή στην εβραϊκή παράδοση, όταν γράφεται αυτό το ποίημα, αναφέρεται στη ύπαρξη του ανθρώπου, την εσωτερική του ύπαρξη. Είναι αυτό πού εν συνειδήσει αντιλαμβάνεται ως ύπαρξή του ό άνθρωπος και δεν μπορεί να το προσδιορίσει, είναι άπροσδιόριστο- αλλά το ζει, έχει επίγνωση αυτής της υπάρξεως του. Ενώ τά έντός του είναι τά σπλάχνα του, τά νεφρά του, ή καρδιά του, όλα αυτά. Αυτά είναι ή επίγεια κατάστασή του. Ξέρει ότι με τά σπλάχνα θα επιβιώσει, θα ζήσει, ή λειτουργία τών σπλάχνων είναι αυτή πού του επιτρέπει να ζει. Αλλά αυτή ή ζωή είναι μία επίγεια ζωή, ή οποία έχει τέλος. ’Ενώ ή ψυχή του είναι πέραν της αρχής και του τέλους.


Στους Εβραίους υπάρχει μία σαφής διάκριση ανάμεσα στο σώμα και στην ψυχή. Αλλά ή ψυχή για τούς Εβραίους δεν είναι ταυτισμένη με το υλικό στοιχείο της ανθρώπινης φύσης του. Ή ψυχή είναι πνεύμα, το πνεύμα δημιουργεί την ψυχή και ή ψυχή στον άνθρωπο δημιουργείται επειδή ό Θεός του εμφυσά την πνοή του. Επομένως ή ψυχή ως κέντρο της υπάρξεως του ανθρώπου, αόρατο μάλιστα κέντρο, τον ανάγει στη σχέση του με τον Δημιουργό του. Ή λ. ψυχή σημαίνει αέρας. Οι Ο' μεταφράζουν την εβραϊκή λέξη «νέφες» πού σημαίνει «αέρας», «πνοή», με τη λέξη «ψυχή», πού επίσης σημαίνει αέρας, κάτι πού πετάει. Δηλαδή δεν πέφτουν στην πλατωνική παγίδα. 


Επίσης, ή Εκκλησία, αργότερα, μάχεται να διαφυλάξει αυτή τη βιβλική σημασία της έννοιας «ψυχή», απέναντι στη φιλοσοφική αντίληψη για προΰπαρξή της ή για αιωνιότητα. Ή βιβλική παράδοση αντιλαμβάνεται την αιωνιότητα της ψυχής ως αιωνιότητα μνήμης. Αυτός πού υπήρξε μπορεί ως μνήμη να εξακολουθήσει να υπάρχει ακόμα και αν φύγει από τη ζωή. Ακόμα κι αν όλοι ξεχαστούν, υπάρχει πάντα ένας πού τούς έχει στη μνήμη του, και είναι ή μνήμη του Πατρός, ή μνήμη του Θεού. Ή μνήμη του Θεού κρατάει την υπόσταση ως παρουσία.

 Γι’ αυτό και το κήρυγμα της Εκκλησίας περί Αναστάσεως είναι τόσο κυρίαρχο και τόσο ουσιώδες κήρυγμα, γιατί μας δείχνει ότι δεν χάνεται ή ανθρώπινη υπόσταση και το ανθρώπινο πρόσωπο. Και όταν ξαναϋπάρξει ό άνθρωπος, θα ξαναϋπάρξει επειδή υπάρχει αυτή ή μνήμη του Θεού, ή μνήμη του ανθρωπίνου προσώπου πού κρατάει ό Θεός μέσα του και θα ύποστασιάσει ξανά την ύλη.

 Θυμόσαστε ότι μετά τη λιτάνευση του Επιταφίου διαβάζεται αυτή ή εξαιρετική προφητεία του Ιεζεκιήλ , ό όποιος βλέπει κόκκαλα, οστά, και αυτά τά οστά σιγά σιγά γίνονται άνθρωποι, αποκτούν σάρκες, δέρμα. Μπορεί ό προφήτης να πει στα οστά «αναστηθείτε» και να του παρουσιαστούν ακέραιοι άνθρωποι, αλλά πίσω από αυτή την πράξη της αναστάσεως, υπάρχει ή βούληση του Πατρός: και ερείς τοις όστέοις. Ό ούράνιος Πατήρ οδηγεί τον προφήτη: ερείς. Όπως και στην αυγή της ιστορίας, ό λόγος του Θεού δημιουργεί το κάθε τι, τά όντα.



ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ. ΕΙΣ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΑΓΙΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΑΝ . ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΟΜΟΣ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: