Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τρίτη 5 Ιανουαρίου 2016

ΜΑΘΗΜΑ ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΑΣ. ΓΕΡΩΝ ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ.ΜΑΘΗΜΑ ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΑΣ.



 

 

 

ΜΑΘΗΜΑ ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΑΣ

Μετά το Πάσχα κατάφερα να πάρω άδεια για ένα ταξίδι στην έρημο, όπου είχα την ευκαιρία να συναντήσω τον πατέρα Θεοδόσιο, το ακριβώς αντίθετο του Δημητρίου αλλά με την ίδια βαθύτητα και σοφία. Έγκαταβίωνε σ’ ένα κελί κοντά στα Καρούλια συντροφιά με μερικούς υποτακτικούς του και εθεωρείτο λόγιος. Ό Θεοδόσιος έβγαζε το ψωμί του «ιστορώντας» εικόνες και διδάσκοντας την τέχνη της εικονογραφίας σε λαϊκούς πού έρχονταν από τη Θεσσαλονίκη, την Αθήνα, ακόμα και από τη Βόρεια Αμερική. Παροιμιώδεις ή υπομονή και ή γενναιοδωρία του! Με πήρε να επισκεφτούμε το εργαστήρι του πού ήταν κουρνιασμένο σ’ ένα βράχο πάνω απ’ τη θάλασσα. Εκεί του έθεσα τις απορίες μου και απ’ τη μία στιγμή στην άλλη, είχα τελικά τη χαρά να πάρω ένα ιδιαίτερο μάθημα εικονογραφίας.

— Λένε ότι το ξύλο της φλαμουριάς είναι το καλύτερο για την αγιογράφηση μιας εικόνας, είπε, επειδή οι ίνες είναι μαλακές και αρκετά ομοιογενείς. Στην πράξη όμως, δόξα τώ Θεω, οι εικόνες ιστορούνται στο ξύλο πού διαθέτει ό εικονογράφος εκείνη τη στιγμή. Όλα βολεύουν, φθάνει το ξύλο να μην προέρχεται από ρητινοφόρο δέντρο, να είναι στεγνό και να μην έχει ρόζους. Κάτω στον κόσμο, οι

εικονογράφοι προμηθεύονται βιομηχανοποιημένα ξύλα, όπως το κοντραπλακέ θαλάσσης ή τη σανίδα συνοχής. Ό Θεός να τούς συγχωρήσει! Το ένα θέμα είναι να βρεις το ξύλο, το άλλο είναι να καταλήξεις στο μέγεθος της εικόνας. Μια παραδοσιακή εικόνα συνίσταται από την επιφάνεια πού θα αγιογραφηθεί και από το πλαίσιο. Στην περίπτωση αυτή, τά μέτρα υπολογίζονται με πολλή ακρίβεια. Για παράδειγμα, αν απεικονίσουμε ένα πρόσωπο ολόσωμο, ή αναλογία φάρδους και μήκους είναι ένα προς τρία. ’Αν πρόκειται για προτομή, ή αναλογία γίνεται τρία προς τέσσερα. Δεν πρέπει να ξεχάσουμε να προσθέσουμε το πλάτος τού πλαισίου πριν κόψουμε το ξύλο. Στη συνέχεια το ξύλο πρέπει να σκαφτεί για να αναδειχτεί το πλαίσιο, το όποιο πλέον είναι ελαφρώς ανάγλυφο. Αυτό έχει μεγάλη σημασία, επειδή έτσι ξεχωρίζει από το γήινο κόσμο το πρόσωπο πού εικονογραφείται με άχρονες διαστάσεις. Τώρα στην επιφάνεια του ξύλου πού θα εικονογραφηθεί ανοίγω με το κοπίδι μικρές εγκοπές ανά δύο ή τρία εκατοστά ανάλογα με τις διαστάσεις τού ξύλου.

Ό Θεοδόσιος πήρε πάνω στον πάγκο του ένα ξύλο πού βρισκόταν στο στάδιο αυτό της προεργασίας και μου έδειξε τις εγκοπές.

— Τις ανοίγουμε υπό γωνία 45 μοιρών σε σχέση με τις ίνες τού ξύλου. Έτσι• βλέπεις; Αυτές θα επιτρέψουν στην κόλλα πού θα χρησιμοποιήσω να διεισδύσει καλά καλά μέσα στο ξύλο. Πάντοτε, προετοιμάζω πολλά ξύλα με αυτό τον τρόπο, επειδή είναι αρκετά δύσκολο να υπολογίσω σωστά την αναγκαία ποσότητα κόλλας και επειδή γνωρίζω ότι ή κόλλα δε διατηρείται. Συνήθως χρησιμοποιώ κουνελόκολλα. Είναι καθαρότερη από την άλλη πού πουλιέται σε κόκκους. Την παραμονή μουλιάζω σ’ ένα δοχείο πού αντέχει στην υψηλή θερμοκρασία ογδόντα γραμμάρια κόλλας για ένα λίτρο νερό. Την άλλη μέρα, ή κόλλα έχει πάρει ζελατινώδη ύφη. Τη ζεσταίνω σε μπαίνμαρί, σε χαμηλή φωτιά, επί ένα τέταρτο της ώρας, ανακατεύοντας με ένα ξύλινο κουτάλι για να διαλυθεί καλά. Ή κόλλα δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να βράσει, γιατί όταν στεγνώσει θα σπάει. Όταν αποκτήσει ομοιογένεια, την απλώνω καυτή στη σανίδα μου μ’ ένα μεγάλο πινέλο, επιμένοντας ιδιαίτερα στις μικρές ρυτίδες του ξύλου, όσο γίνεται πιο ομοιόμορφα, και αποφεύγοντας τις φυσαλίδες του αέρα και τη σκόνη. 

 

 

Αλείφω και την πίσω μεριά της σανίδας για να μη μου σκεβρώσει. Αφήνω να στεγνώσει τουλάχιστον μια ολόκληρη μέρα. Στη συνέχεια επικολλώ τουλπάνι ή λινό ύφασμα εξαιρετικής ποιότητας πάνω στο ξύλο, για να το απομονώσω από τυχόν υγρασία τού ξύλου. Βλέπεις, αυτό μου δίνει τούτο έδώ, είπε, και μου έδειξε μια «εικόνα» στο αντίστοιχο στάδιο. Εφαρμόζω την κόλλα μ’ ένα μεγάλο επίπεδο πινέλο σε όσο γίνεται πιο λεπτά στρώματα. Περιμένω μία ώρα μέχρι να στεγνώσει. Το δοχείο μου παραμένει πάντα ζεστό στο μπαίν-μαρί, το κουνάω κάθε λίγο και λιγάκι για να διατηρείται πάντα στην ίδια θερμοκρασία. (Μόνο οι Γάλλοι ξέρουν από κουζίνα!) Πρέπει να δουλεύεις γρήγορα και πάντα διασταυρώνοντας τά διαδοχικά στρώματα, ώσπου το τελευταίο αφήνεται να στεγνώσει όλη τη νύχτα. Τότε, το περνάω με λεπτό γυαλόχαρτο, έτσι ώστε ή επιφάνεια να γίνει λεία σαν του μαρμάρου. 

 

Επιλέγω φυσικές χρωστικές και τις διαλύω. Ακολουθούν τά καθαρά καλλιτεχνικά στάδια, όπως ό σχεδιασμός, ό χρωματισμός, ή επιχρύσωση, ή στίλβωση της εικόνας, τά μονογράμματα... Τέλος φθάνει ή στιγμή του βερνικώματος. Όλα είναι έτοιμα! λέει και μου δείχνει μια υπέροχη εικόνα της Θεοτόκου. Στην πραγματικότητα, εκείνη εικονογραφεί, ή Παναγία είναι πού ιστορεί εικόνες μέσα στο περιβόλι της, κι αυτές οι εικόνες... είμαστε εσύ κι εγώ, καλέ μου φίλε! Συνειδητοποιώ ότι αυτό το μάθημα αγιογραφίας ήταν μια μεταφορική απεικόνιση της μοναχικής ζωής. 

 

 

Πάντα με γοήτευε ή κατασκευή, ή χειροτεχνία, οι γεμάτες λεκέδες ποδιές, οι μυρωδιές του εργαστηρίου, το προφανές πήγαινε έλα πού βασιλεύει εκεί, και όπου φαινομενικά όλα είναι χαμένα, ενώ όλα είναι απολύτως στη θέση τους. «Ή ακαταστασία είναι μια απρόσμενη τάξη», λέει ό Μπεργκσόν. Όταν ήμουν παιδί, έβρισκα ανείπωτη ευχαρίστηση όταν έβλεπα τον ξυλουργό, τον ηλεκτρολόγο ή τον χτίστη την ώρα της δουλειάς. Ή επιδεξιότητα του με υπνώτιζε κυριολεκτικά. Ή συγκεντρωμένη προσοχή του τεχνίτη λες και ενεργοποιούσε ολόκληρο το είναι του, λες και ό εαυτός του ολόκληρος βρισκόταν σε κίνηση.

 

 Ή προσευχή δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα «εργόχειρο» άλλης μορφής πού χαρίζεται στο πνεύμα, όταν απογυμνώνεται από κάθε άλλη μέριμνα, και καθώς, το βραδάκι, του ανέφερα ότι αμφιταλαντευόμουν μεταξύ μοναχισμού και ιεραποστολής, ό Θεοδόσιος μου επισήμανε ότι οι ιερείς πού ζουν στον κόσμο τρέχουν διαρκώς δεξιά αριστερά, συγκεντρώνουν κόσμο, κάνουν ομιλίες, ασχολούνται με τούς άλλους περισσότερο απ’ όσο με τον εαυτό τους. Διδάσκουν το Ευαγγέλιο, αλλά συχνά οι ίδιοι δεν το εφαρμόζουν πια. Οι άνθρωποι στον 

κόσμο είναι χορτασμένοι από λόγια, πρόσθεσε. Αυτό πού μπορεί σήμερα πια να μιλήσει μέσα τους είναι το ζωντανό παράδειγμα και ή μοναχική ζωή είναι ή μαρτυρία μιας ολόκληρης ζωής αφιερωμένης στο Θεό.

     Το αληθινό κήρυγμα είναι λοιπόν ή σιωπή; ρώτησα. Δε μου απάντησε. Ή σιωπή ήταν ή απάντηση του. Την άλλη μέρα έφυγα απ’ τον Θεοδόσιο, ό όποιος μου πρόσφερε μια μικρή εικόνα του αγίου Σιλουανού και με ευλόγησε.

     Υπάρχει και ή διακονία της συγγραφής, μου είπε, καθώς έφευγα από τά Καρούλια.

 


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Η ΧΕΡΣΟΝΗΣΟΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ.  ALAIN DUREL

Δεν υπάρχουν σχόλια: