Η Κωνσταντίνα
Παπασταϊκούδη, διδάκτωρ ιατρός, μιλά για την προσπάθεια που κάνει να μη σβήσει
η παράδοση του τόπου της. Η ίδια ερευνά, συγγράφει και μεταγράφει στη
νεοελληνική τα γλωσσικά ιδιώματα, με μόνη της έγνοια να μην ξεχαστούν αυτές οι
πατρίδες
____
Το παραμύθι είναι ο ταπεινός συνοδοιπόρος της ανθρωπότητας. Λιτά,
αφαιρετικά παραδίνει στον αποδέκτη, ιστορίες που περιέχουν το άσπρο και το
μαύρο της ζωής, το καλό και το κακό. Ιστορίες χωρίς διαβαθμίσεις της κακότητας,
έτσι που να υποκρίνονται την καλοσύνη, όπως ξέρουμε από τα σημερινά σενάρια των
αφηγήσεων σε λογοτεχνία και κινηματογράφο. Γι’ αυτό και έχει θεμελιώδη αξία η
προσπάθεια να συγκεντρωθούν παραμύθια από το μακρινό παρελθόν του κάθε τόπου. Η
Κωνσταντίνα Παπασταϊκούδη με καταγωγή από την Ανατολική Ρωμυλία είναι διδάκτωρ
ιατρός και έχει ερευνήσει και συγγράψει για το δημοτικό τραγούδι της Αν.
Ρωμυλίας, όπως και για τα λαϊκά παραμύθια του τόπου της. Το Θρακικό παραμύθι
αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της λαϊκής παράδοσης στον Ελλαδικό χώρο. Η ίδια
μίλησε στην “Ορθόδοξη Αλήθεια” για το μεράκι της έρευνας και την έγνοια να μην
ξεχαστούν πατρίδες όπως η Ανατολική Ρωμυλία:
«Το λαϊκό παραμύθι
αποτελεί ένα σημαντικό τομέα της προφορικής λαϊκής λογοτεχνίας. Όπως αναφέρει
ο Στ. Κυριακίδης «τὸ παραμύθι μαζὶ μὲ τὰ ᾄσματα τὴν μουσικὴν καὶ τὸν χορόν, ἀποτελεῖ
μίαν ἀπὸ τὰς κυριωτέρας καλολογικὰς ἐκδηλώσεις τῆς λαϊκῆς ψυχῆς, ἕναν ἀπὸ τοὺς
κυριωτέρους κλάδους τῆς λαϊκῆς λογοτεχνίας». Το παραμύθι είναι αφήγηση
προφορική, με ποιητική φαντασία, στην οποία κυριαρχεί η αοριστία ως προς τον
τόπο, αλλά και το χρόνο. Στο παραμύθι όλα είναι δυνατά· γεγονότα και
καταστάσεις, τα οποία είναι απίθανα, περιγράφονται ως η φυσική πραγματικότητα
της ζωής. Στους πρωτόγονους μάλιστα λαούς τα γεγονότα που αναφέρονται στο
παραμύθι εκλαμβάνονται ως η πραγματικότητα της καθημερινής τους ζωής, λόγω της
αδυναμίας της πρωτόγονης σκέψης να συλλάβει τις ορθές σχέσεις των πραγμάτων.
Επιδρά το παραμύθι
στην συμπεριφορά των ακροατών του αλλά και στην διαμόρφωση της αντίληψης των
όσων συμβαίνουν γύρω μας; Η κα Παπασταϊκούδη αναλύει:
«Στο παραμύθι μερικές φορές δικαιώνεται ο αδικημένος, αποκαθίσταται
η αλήθεια, επιβραβεύεται η καλοσύνη, η ευγνωμοσύνη, το δίκαιο και άλλοτε
επικρατεί η αδικία, θριαμβεύει η βαρβαρότητα, μεταφέροντας έτσι τον αναγνώστη
στη σκληρή πραγματικότητα της ζωής.
Από
την εποχή όμως που ο άνθρωπος μέσα από την εξέλιξή του ανά τους αιώνες έπαψε να
είναι πρωτόγονος, άρχισε να ζει το παραμύθι σαν μια γοητευτική έκφραση του
πόθου του για το θαύμα το οποίο δε μπορούσε να ζήσει μέσα στη σκληρή νομοτέλεια
της ζωής.»
Τα παραμύθια
παραδίδονται στο γλωσσικό ιδίωμα των περιοχών της Ανατολικής Ρωμυλίας, και
μεταγράφονται από την κα Παπασταϊκούδη στην νεοελληνική, ώστε να είναι δυνατή
η κατανόηση των κειμένων των παραμυθιών στο σύγχρονο αναγνώστη, με σεβασμό
στην αρχική αφήγηση. H ίδια μας αναφέρει:
«Σχετικά με τη
χρήση της ιδιωματικής γλώσσας ο Γάλλος φιλόλογος και λόγιος Claude Fauriel
αναφέρει: “Σεβάστηκα όλους τους ιδιωματισμούς, ακόμα και αυτούς που μπορεί να
θεωρηθούν σφάλματα ή λαϊκές παραλείψεις, γιατί πιστεύω ότι κάθε ιδιωματισμός
οφείλεται σε κάποιο λογικό ή ιστορικό λόγο, πάντα αξιοπρόσεκτο και χρήσιμο για το
μελετητή”.
Πολλές από τις ιδιωματικές λέξεις των κειμένων των παραμυθιών
που υποσημειώνονται, αποτελούν παραφθορά αρχαίων ελληνικών λέξεων, οι
οποίες διασώθηκαν στο διάβα του χρόνου, κατάλοιπα της αρχαίας κληρονομιάς.»
Η έρευνα που αφορά στο
παραμύθι έχει εντοπίσει πυρήνες αρχαίων μύθων στα λαϊκά, προφορικά
παραδεδομένα, παραμύθια. Η συλλέκτρια θα
προσδιορίσει:
«Το 1914 ο Κ. Ρωμαίος παρέδωσε στον Ι. Κακριδή αδημοσίευτο
κείμενο του παραμυθιού του ‘‘Μελέαγρου’’ το οποίο είχε καταγράψει στο
Κεφαλόβρυσο, ένα χωριό της Αιτωλίας το οποίο βρίσκεται όχι μακριά από την
Καλυδώνα που, κατά την αρχαία παράδοση, ήταν η πατρίδα του Μελέαγρου.
Ο Ι. Κακριδής ερευνώντας το θέμα εντόπισε συνολικά επτά
παραλλαγές του παραμυθιού αυτού και σε άλλες περιοχές όπως και στην Κύπρο και
λέει: “Ποιός ξέρει σε πόσες ακόμα γωνιές της Ελλάδας οι γριούλες ιστορούν στα
εγγόνια τους το παραμύθι του Μελέαγρου, χωρίς να τους περνάει από το νου πως
ξαναπαίρνουν στο στόμα τους μια ιστορία που ζει μέσα από την προφορική
παράδοση των Ελλήνων το λιγότερο δύο χιλιάδες οχτακόσια χρόνια!”
Στη χαμένη, σήμερα, τραγωδία του Ευριπίδη, ‘‘Ινώ’’, την οποία
διέσωσε ο Υγίνος δηλώνοντας σαφώς τον τίτλο της, η Θεμιστώ, δεύτερη γυναίκα
του Αθάμαντα, αποφασίζει να σκοτώσει τα παιδιά του άντρα της. Προστάζει λοιπόν
η Θεμιστώ στην Ινώ, τη σκλάβα της, να βάλει άσπρα σκεπάσματα στα παιδιά της και
στα προγόνια της μαύρα, αγνοώντας ότι η Ινώ είναι η πρώτη γυναίκα του Αθάμαντα
και μητέρα των παιδιών του Αθάμαντα. Η Ινώ η οποία υπηρετούσε αγνώριστη στο
παλάτι, για να σώσει τα παιδιά της, κάνει ακριβώς το αντίθετο· τοποθετεί τα
άσπρα σκεπάσματα στα δικά της παιδιά. Η Θεμιστώ μέσα στο σκοτάδι σφάζει τα
παιδιά της. Όταν ανακαλύπτει το τραγικό λάθος αυτοκτονεί.
Πυρήνας της
αρχαιοελληνικής διήγησης που αναφέρεται στην υπόθεση της χαμένης, σήμερα,
τραγωδίας του Ευριπίδη Ινώ σώζεται αυτούσιος στο παραμύθι της κακής
μητριάς, παραλλαγή του οποίου αποτελεί το παραμύθι του ‘‘Τσιρτσώνη, στο οποίο
ο δράκος σφάζει τα δικά του παιδιά αντί για τον Τσιρτσώνη και τα αδέρφια του.
Πυρήνα της υπόθεσης του μύθου αυτού βρίσκουμε στο παραμύθι ‘‘Τα
ιφτά πιδιά κι ι δράκους’’ της συλλογής. Στο παραμύθι αυτό ο
μικρότερος από τα εφτά αδέρφια ακούει το βράδυ το δράκο να παραγγέλνει στη
γυναίκα του να τοποθετήσει στα κεφάλια των εφτά παιδιών μαύρα σκουφάκια, για
να τα ξεχωρίσει από τα παιδιά του, ώστε να τα βράσει και να τα φάει. Το παιδί,
που κρυφακούει, αλλάζει τα σκουφάκια· τοποθετεί τα μαύρα σκουφάκια στα κεφάλια
των παιδιών του δράκου· ο δράκος βράζει τα δικά του παιδιά».
Η αρχή από την
Εποχή του Λίθου, ο Πλάτωνας και η καθοριστική συμβολή των φιλότιμων μελετητών
Στη συλλογή λαϊκών
παραμυθιών της Κωνσταντίνας Παπασταϊκούδη, βρήκαμε ένα παραμύθι που μας θύμισε
την ιστορία του Κύκλωπα Πολύφημου στην Ομήρου Οδύσσεια. Η Θρακιώτισσα
συλλέκτρια θα συμφωνήσει:
«Ο R. Dawkins ο οποίος κατά τον Μ. Μερακλή ‘‘είπε τα πιο
ισόρροπα πράγματα πάνω στη σχέση του νεοελληνικού παραμυθιού με την αρχαιότητα
(…)’’ παρατήρησε ότι ήταν πράγματι δυνατόν να εντοπισθούν αρχαίοι πυρήνες στα
λαϊκά, προφορικά παραδεδομένα παραμύθια, όπως για παράδειγμα σε δύο ποντιακές
παραλλαγές που αναφέρονται στο θέμα της εξαπάτησης του Κύκλωπα Πολύφημου, οι
οποίες και περιέχουν το επεισόδιο του «Οὖτις» (Κανένας), δηλαδή το όνομα του
Οδυσσέα, όπως αυτό υπάρχει μόνο στον Όμηρο (Οδύσεια, Ι 408 κ. ε.), αλλά και σε
μία Λαπωνική καταγραφή.
Σε ποντιακή παραλλαγή του παραμυθιού παραδίδεται στο επεισόδιο
αυτό της Οδύσσειας και το όνομα «Ἀπατός», (ὁ Ἑαυτός μου), αντί του «Κανένας». Πότε ο άνθρωπος για πρώτη φορά ένιωσε την ανάγκη να
εκφραστεί με παραμυθένιο τρόπο; Η κα Παπασταϊκούδη μας απαντά πως οι ερευνητές
αποφάνθηκαν για την χρονική στιγμή:
«Οι
ερευνητές τοποθετούν την αρχή του παραμυθιού στην προϊστορική εποχή του λίθου.
Το αρχαιότερο διηγηματικό υλικό το οποίο συναντούμε σε όλους τους πρωτόγονους
λαούς θεωρείται αυτό που αναφέρεται σε ιστορίες με τα ζώα. Σχετικά με το
παραμύθι στην αρχαία Ελλάδα ο Πλάτων μιλάει στους «Νόμους», στην «Πολιτεία»
αλλά και σε άλλα έργα του για τους «γραώδεις μύθους» με τους οποίους
τρέφονταν πνευματικά τα παιδιά «ἒτι ἐν γάλαξι».
Σε κάθε εποχή
δραστηριοποιούνται με φιλότιμο κάποιοι για να διασώσουν την αφήγηση της
ιστορίας. Στο θέμα του λαϊκού παραμυθιού, εκτός από την ίδια συνέβαλαν κι άλλοι
στην διάσωσή του. Θα τους παρουσιάσει με ευγνωμοσύνη:
«Οι σημαντικότεροι μελετητές του ελληνικού παραμυθιού ήταν ο Ν.
Πολίτης, ο Γ. Μέγας, ο Δ. Λουκάτος, ο Μ. Dawkins, ο Μ. Μερακλής. Στην Μαριάνα
Καμπούρογλου, όπως αναφέρει ο Στ. Κυριακίδης, χρεωστούμε τα Αθηναϊκά
παραμύθια.
Ο Μ. Μερακλής για
το ελληνικό παραμύθι αναφέρει πως τα 4.000 λαϊκά παραμύθια που κατόρθωσε να
συγκεντρώσει ο Γ. Μέγας, μέσω των μαθητών του στα χρόνια 1957-1963, ίσως να
είναι το κύκνειο άσμα του ελληνικού»
Οι λόγοι που
οδήγησαν στην κάμψη και τη ραγδαία υποχώρησή του
Υπάρχει πλέον, στις μέρες μας, μια ραγδαία υποχώρηση του
λαϊκού παραμυθιού που έχει μεταβληθεί από ζωντανό προφορικό ψυχαγωγικό είδος,
σε ένα γραπτό κείμενο, είδος φιλολογικού παραμυθιού. Η Κωνσταντίνα
Παπασταϊκούδη, θα μιλήσει για την κάμψη του λαϊκού παραμυθιού:
«Το ελληνικό λαϊκό
παραμύθι ασφαλώς έχει υποστεί φθορά σε παγκόσμια κλίμακα.
Με την
εκβιομηχάνιση των κοινωνιών, τη μετακίνηση των πληθυσμών σε αστικά κέντρα, τη
συρρίκνωση της ποιμενικής και αγροτικής ζωής, την πρόοδο της τεχνολογίας, η
παραδοσιακή αφήγηση με τους παραμυθάδες και τις παραμυθούδες στα “σπεροκαθίσματα”,
εσπερίδες, έχει πάψει να λειτουργεί στις σύγχρονες κοινωνίες.
Όπως
αναφέρει ο Μ. Μερακλής “Το λαϊκό παραμύθι που διατηρήθηκε για αιώνες μέσα από
την προφορική λαϊκή παράδοση διοχετεύτηκε μέσα από άλλα είδη, τρύπωσε κάτω από
άλλες μορφές, κυρίως στα κινηματογραφικά φιλμς, ‘‘γουέστερν’’, και στα λεγόμενα
‘‘αστυνομικά ή φανταστικά έργα’’»
Το παράπονο
Ολοκληρώνοντας την παραμυθητική κουβέντα, η συνομιλήτρια
μας θα σταθεί σε εικόνες περασμένες, μέσα από τις διηγήσεις των γιαγιάδων της
πατρίδας της, την οποία δεν γνωρίζουν πολλοί Έλληνες, όπως με παράπονο μας
είπε:
«Στην Ανατολική Ρωμυλία, που δυστυχώς ακόμη και άνθρωποι των
γραμμάτων δεν γνωρίζουν ούτε που πέφτει στον χάρτη, στο παρελθόν προικισμένα
άτομα αφηγούνταν παραμύθια σε συνάξεις, στις μιντζιές και στις σιντιάνκις, κατά
τις οποίες πραγματοποιούνταν ομαδική εργασία, κάτω από το φεγγαρόφωτο το
καλοκαίρι και το φθινόπωρο και το χειμώνα γύρω από το τζάκι ή την ξυλόσομπα.
Πολλές φορές πριν το παραμύθι στο χωριό Μικρό Μοναστήρι
απαγγελλόταν το παρακάτω έμμετρο αρχίνισμα:
Νιάφρα κ’ έναν
γκιρό κ’ ένα ζαμάν(ι)
’ντά πάντριβαν τουν
καλπουζάν(ι)
Κ’ έβραζαν του
μπουραζάν(ι)
μέσα σ’ ένα τράαανο
καζάν(ι),
ήταν ένας πέτ’νους
μι νιά πετσέινη
βράκα
κάτ'στι
να σας του ’που ’πού τν άκρα.
Μια φορά και έναν
καιρό και ένα ζαμάν)
όταν πάντρευαν τον
τεμπέλη
και έβραζαν το μπουραζάνι μέσα σε ένα τρανό καζάνι,
ήταν ένας πετεινός
με μια δερμάτινη
βράκα
καθίστε να σας το πω από την άκρα (αρχή).
Ο Σύγχρονός μας επιστήμονας Α. Einstein συμβούλεψε: “Θέλετε το παιδί σας να γίνει έξυπνο,
διαβάστε του παραμύθια. Αν θέλετε να γίνει πιο έξυπνο, διαβάστε του περισσότερα
παραμύθια".
____________
Σοφία Χατζή
δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα
ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΛΗΘΕΙΑ, 11.11.2020
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου