Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Παρασκευή 12 Μαρτίου 2021
Μητροπολίτης Μάνης: Ο οικίσκος της καλοσύνης
Του Μητροπολίτη Μάνης κ. Χρυσοστόμου Γ’
Στις 7 Μαρτίου 2021, έφυγε για τον ουρανό η ευλαβεστάτη Μαρία Δενδρινέλη σε ηλικία 86 ετών, χήρα, καταγομένη από την νήσο Κω, μία γυναίκα βαθειάς πίστεως και πολλής ευλάβειας. Μια γερόντισσα, που αγαπούσε την Παναγία και είχε το εικόνισμά της, που είχε φέρει από τα Δωδεκάννησα, στο πιο κεντρικό σημείο του μικρού οικίσκου της, στην Αγία Παρασκευή Αττικής.
Η γραία αυτή, κυρά-Μαρία, όπως όλοι την ήξεραν, ήταν ένας υπέροχος άνθρωπος. Στη ζωή της εφαρμόστηκε, το του Ψαλμωδού: «Κύριος, ορφανόν και χήραν αναλήψεται» (Ψαλμ. 145, 9). Και πράγματι, ο Θεός ήταν ο βοηθός και σκεπαστής και αντιλήπτωρ, σ’ όλη της την δύσκολη ζωή. Έζησε πολύ πτωχικά (καθάριζε σπίτια και σκάλες) χωρίς πλούτη, χωρίς κοσμικές δόξες, χωρίς χειροκροτήματα, χωρίς τιμητικά διπλώματα και παράσημα. Τα δικά της παράσημα ήταν: Η δυνατή πίστη της, η αυστηρή τήρηση της νηστείας (δεν γεύθηκε κρέας τα τελευταία 40 χρόνια) η υποδειγματική ευλάβειά της, η γενναία υπομονή της, η αδιάλειπτη προσευχή της, η χαριτωμένη απλότητά της (η αγαπημένη της μάλιστα προσφώνηση ήταν: «παιδάκι μου, λουλουδάκι μου»), η βαθειά αγάπη της για τον Ιησού Χριστό και την Υπεραγία Θεοτόκο.
Γι’ αυτό και η γαλήνη και η χαρά στο πρόσωπό της είχαν μόνιμη θέση, καθ’ ότι ίσχυε το βιβλικόν: «Καρδίας ευφραινομένης πρόσωπον θάλλει» (Παροιμ. 15, 13).
Το σπιτάκι της, ανάμεσα σε πολυκατοικίες επί της οδού Κομνηνών, αρ. 5, στην Αγία Παρασκευή, ήταν ως ένα μικρό κελί μοναχής. Άλλωστε και η ίδια ζούσε ως μοναχή. Οι τοίχοι γεμάτοι εικόνες. Όλοι οι Άγιοι, παλαιοί και νέοι. Το καντήλι της, ποτέ σβηστό. Θυμιάτιζε πρωΐ και εσπέρας και μέσα στον οικίσκο της και απέξω απ’ αυτόν, όλους τους γείτονες. Το βιβλιαράκι της Παράκλησης προς την Παναγία, δίπλα στο μαξιλάρι της. Και η κουζινίτσα της ήταν το εργαστήριο για τα πρόσφορα, τα καταπληκτικά, που έφτιαχνε τηρώντας όλη την «ιεροτελεστία», για να σταλούν κατόπιν σε Ναούς, σε Μοναστήρια, σε ακριτικά νησιά, ακόμη και σε χώρες όπου γινόταν ιεραποστολή. Πολλές φορές στη Μητρόπολη Αθηνών με τα υπέροχα πρόσφορα της κυρά-Μαρίας ετελείτο η Προσκομιδή. Ο αείμνηστος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κυρός Χριστόδουλος, με τα δικά της πρόσφορα ήθελε να τελεί την Θεία Λειτουργία. Μία ημέρα, μάλιστα, την επεσκέφθη με δώρα και άλλες ευλογίες στο φτωχικό της και η χαρά έλαμπε κυριολεκτικά στο πρόσωπό της. Οι γείτονες, τότε, έβλεπαν και έλεγαν: «Ο Χριστόδουλος στο καλυβάκι της κυρά-Μαρίας, πως αυτό;». Ναί, ο «μεγάλος» Αρχιεπίσκοπος, στη πτωχοτάτη κυρά-Μαρία εξωτερικά, αλλά πλούσια εσωτερικά.
Αγαπούσε όλους τους ανθρώπους και μάλιστα επειδή είχε παρακολουθήσει πολλά σεμινάρια στον «Ερυθρό Σταυρό» ήξερε και έκαμνε ενέσεις σε όσους ασθενείς την καλούσαν στα σπίτια τους. Αλλά ακόμη πήγαινε στα νοσοκομεία και τάιζε ασθενείς κληρικούς, μοναχούς και μοναχές. Σεβόταν απόλυτα όλους, τους Αρχιερείς, τους ιερείς και τους μοναχούς. Η προσευχή της ήταν όλως ιδιαίτερη για τα νέα παιδιά, για τις πτωχές οικογένειες, για εκείνους που είχαν πάρει διαζύγιο, για τους μοναχικούς ανθρώπους, για τους ναρκωμανείς, για τους αρρώστους, για τις χήρες, για τα ορφανά, για τους πολυτέκνους, για τους βασανισμένους ανθρώπους, για τους εχθρούς της Εκκλησίας, για όλους και για όλα. Το έργον της ήταν: Να ζυμώνει πρόσφορα και να προσεύχεται.
Επειδή ουδέποτε απέκτησε «κομπόδεμα» χρημάτων, την συντηρούσαν οι πιστοί χριστιανοί. Έλεγαν οι νοικοκυρές, όταν πήγαιναν για τα ψώνια τους «επτά κουτιά γάλα, πέντε για το σπίτι μου και δύο για την κυρά-Μαρία. Τρία κιλά ρύζι. Δύο για μένα, ένα για την κυρά-Μαρία». Κάποιος κληρικός της αγόραζε τα φάρμακα. Άλλος πιστός χριστιανός της έβαζε το πετρέλαιο για την σόμπα και άλλος άλλα. Ο φούρναρης της πήγαινε τα σακιά το αλεύρι για τα πρόσφορα και ο ταχυδρόμος πλήρωνε τα ταχυδρομικά για την αποστολή των προσφόρων. Κάποτε προθυμοποιήθηκαν φοιτητές και ελευθέρωσαν το σπιτάκι της από τα πολλά χιόνια και άλλοι την πήγαιναν σε ιατρείο, αν χρειαζόταν, κάποια ιατρική εξέταση. Όταν αρρώστησε σοβαρά και βρισκόταν μονάχη της στο «Αττικόν» νοσοκομείο, στο διάδρομο, καθισμένη σ’ ένα πάγκο και βέβαια πονούσε, αργά το μεσημέρι την αντιλήφθηκε ένας νέος ιατρός και της είπε «τι έχεις», τότε του μίλησε ο,τι πονάει και αυτός την ανέλαβε, ο ιατρός, ως μάνα του. Της είπε: «Δεν έχεις κανένα να σε φροντίσει;». Εκείνη απάντησε: «Ναί, έχω το Θεό» και έδειξε τον ουρανό!
Η επικοινωνία μαζί της στο απέριττο σπιτάκι της ήταν πάντοτε ευκαιρία πνευματικής χαράς και οικοδομής. Μοιραζόνταν τις δοκιμασίες και τις θλίψεις, όσων την επισκέπτονταν. Παρηγορούσε με τα σοφά λόγια της. Έδινε συμβουλές για αντοχή, υπομονή, κουράγιο και καταφυγή στην γλυκιά μάνα Παναγία. Όσοι αναχωρούσαν από το πτωχικό της ήσαν γεμάτοι από παραμυθία και ηρεμία στη ψυχή τους. Ήταν ο οικίσκος της καλωσύνης!
Αγαπούσε να ακούει ιερές αγρυπνίες, και ήθελε μόνο λόγια στα αυτιά της χριστιανικά, ωφέλιμα, διδακτικά για την ψυχή της. Έλεγε η ίδια συνεχώς: «Ο Θεός να μας ελεήσει». Χαιρόταν την εξομολόγηση στον πνευματικό της, τον αείμνηστο π. Σπυρίδωνα Καλύβα, χαιρόταν τις ωφέλιμες συζητήσεις με τους Αγιορείτες πατέρες που συχνά την επισκεπτόντουσαν, χαιρόταν τα παιδιά από τα σχολεία που πήγαιναν να της πούν τα κάλαντα. Μα, η μεγάλη της επίσκεψη, όπως έλεγε, ήταν, όταν δεν μπορούσε να εκκλησιαστεί, ο ιερέας που πήγαινε στην κάμαρά της με το Άγιο Ποτήριο για να την κοινωνήσει. Υποδεχόταν, πνευματικά προετοιμασμένη, τον Μεγάλο Επισκέπτη της ψυχής της, τον Χριστό. Τελικά, η αείμνηστη ήταν η προσωποποίηση του πρώτου Μακαρισμού του Κυρίου: «Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι ότι αυτών εστιν η βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. ε’, 3).
Και πράγματι, τώρα, η κυρά-Μαρία μας, αναπαύεται στον «Κήπο της Εδέμ». Είναι μαζί με την Παναγία, με τους Αγγέλους, που έβλεπε πριν την οσιακή κοίμησή της, συντροφιά με την αγαπημένη της Οσιοπαρθενομάρτυρα Αγία Παρασκευή.
Αιωνία της η μνήμη.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου