Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2023
ΣΧΌΛΙΑ ΣΤΟ ΚΑΤΆ ΙΩΆΝΝΗ ΕΥΑΓΓΈΛΙΟ .Ἡ ἀρχιερατικὴ προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ.
.
Ἡ ἀρχιερατικὴ προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ
1 Ταῦτα ἐλάλησεν Ἰησοῦς, καὶ ἐπῆρε τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ εἰς τὸν
οὐρανὸν καὶ εἶπε· Πάτερ, ἐλήλυθεν ἡ ὥρᾳ· δόξασόν σου τὸν υἱόν, ἵνα καὶ
ὁ υἱός σου δοξάσῃ σε, 2 καθὼς ἔδωκας αὐτῷ ἐξουσίαν πάσης σαρκός, ἵνα
πᾶν ὃ δέδωκας αὐτῷ δώσῃ αὐτοῖς ζωὴν αἰώνιον.
1 Ἐτοῦτα εἶπεν ὁ Ἰησοῦς, καὶ ἐσήκωσε τὰ ὀμμάτιά του εἰς τὸν οὐρανόν,
καὶ εἶπεν· Ὦ Πάτερ, ἦλθεν ἡ ὥρα, δόξασε τὸν υἱόν σου, διὰ νὰ σε δοξάσῃ
καὶ ὁ υἱός σου· ? Καθὼς τοῦ ἔδωκες ἐξουσίαν κάθε σάρκας, διὰ νὰ δώσῃ
ζωὴν αἰώνιον εἰς ὅλους ὅσους τοῦ ἔδωκες.
Πρώτη λέξη ποὺ θέλω νὰ ἐξηγήσω εἶναι τὸ «δόξασον». Οἱ Ο' μεταφράζουν τὸν ἑβραϊκὸ βιβλικὸ ὄρο «καβὸντ» μὲ τὸν ἑλληνικὸ ὅρο «δόξα» (ἀπὸ τὸ ρ. δοκέω-ῶ = φαίνομαι). Στὴ βιβλικὴ παράδοση ἡ θεία δόξα
ἐκφράζεται ὡς ἐκδήλωση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ στὴ δημιουργία του
μὲ σκοπὸ ὄχι νὰ διατρανωθεῖ ἡ μεγαλειότητά του, ἀλλὰ νὰ δημιουργηθεί
σχέση μὲ τὸν ἄνθρωπο, ποὺ παρὰ τὴν ἀνταρσία δὲν ἔπαυσε ποτὲ νὰ λο
γίζεται ὡς τέκνο τοῦ Θεοῦ, μὲ ἐν δυνάμει ὕπαρξη ἐντός του τῆς εἰκόνας
τοῦ Θεοῦ. Ἰδιαίτερα περιγράφεται αὐτὴ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ κάθε φορὰ ποὺ
ἐμφανίζεται μιὰ ἰδιαίτερη σχέση τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν λαό του ἢ μὲ τοὺς διακεκριμένους φίλους του, τοὺς δικαίους καὶ τοὺς ἁγίους. Κατεξοχὴν ὅμως δόξα τοῦ Θεοῦ νοεῖται ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ του, ὅπως μᾶς βεβαιώνει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης στὸ προοίμιο τοῦ εὐαγγελίου του: Καὶ
ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν, καὶ ἐθεασάμεθα τὴν
δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ πατρός, πλήρης χάριτος καὶ
ἀληθείας (1,14). Αὐτὴ ἡ δόξα τοῦ Υἱοῦ διακηρύττεται ἐπίσης δύο φορὲς
μὲ θεοφάνεια, πρῶτον κατὰ τὴ Βάπτισή του καὶ δεύτερον κατὰ τὴ Μεταμόρφωση.
Ναὶ μὲν ὁ Ἰησοῦς δοξάζεται ἐπειδὴ γίνεται ἄνθρωπος, μὲ τὴν ἐνανθρώπησή του, ἀλλὰ ἡ δόξα αὐτὴ φανερώνεται ἐντελῶς μετὰ τὴν Ἀνάστασή του, καὶ μάλιστα ὄχι μὲ ἐξωτερικὰ σημάδια καὶ ἐξωτερικὰ στοιχεῖα, ἀλλὰ μὲ ἐσωτερικά, ὅπως φαίνεται σὲ τρία ἐπεισόδια ποὺ περιγράφουν τὰ εὐαγγέλια: α) Τὸ ἐπεισόδιο τῆς συνάντησής του μὲ τὴ
Μαρία τὴ Μαγδαληνὴ στὸν κῆπο, ὅπου ἦταν ὁ τάφος. Ἔχει μείνει ἡ Μαρία πίσω, εἶναι μόνη της, κλαίει γιατὶ θέλει νὰ βρεῖ τὸν νυμφίο, τὸν Χριστό, βλέπει κάποιον ποὺ τῆς λέει «τί ψάχνεις;» «Πῆραν τὸν νυμφίο,
πῆραν τὸν ἠγαπημένο». Καὶ εἶναι μπροστά της καὶ δὲν τὸν ἀναγνωρίζει,
νομίζει πὼς εἶναι ὁ κηπουρὸς καὶ ζητᾶ πληροφορίες. Πότε τὸν ἀναγνωρίζει; Ὅταν λέει τὸ ὄνομά της, τὴν καλεῖ ὡς πρόσωπο, «Μαρία». Καὶ τότε ἀνοίγουν τὰ μάτια της, καὶ βλέπει ὅτι εἶναι ὁ Κύριος. β) Τὸ
ἐπεισόδιο στὴ λίμνη τῆς Γενησαρέτ, ὅπου βρίσκονται οἱ μαθητὲς καὶ
ψαρεύουν. Ἀκόμη ἡ Πεντηκοστὴ δὲν ἔχει ἔλθει, τὸ Πνεῦμα δὲν ἔχει
ἔλθει. Ὁ Διδάσκαλος εἶναι στὴν ὄχθη, τοὺς ρωτάει τί πιάσατε, λένε ὅτι
ὅλη νύχτα ψαρεύουν καὶ τίποτε δὲν ἔπιασαν. Τοὺς λέει: ρίξτε ἐκεῖ. Ρίχνουν, βγάζουν τὰ δίχτυα γεμάτα, καὶ ὅταν τοὺς καλεῖ νὰ ἔρθουν ἔξω
ἀποκαλύπτεται ὅτι εἶναι ὁ Διδάσκαλος. Στὴν τροφὴ ἀποκαλύπτεται ἡ
παρουσία του, καὶ μὴν ξεχνᾶμε ὅτι τροφὴ εἶναι ἡ σχέση ποὺ παραπέμπει
στὴν προτύπωση, ὅπως τὴν θεμελίωσε στὸν Μυστικὸ Δεῖπνο. γ) Τὸ τρίτο ἐπεισόδιο εἶναι ἡ περίφημη πορεία εἰς Ἐμμαούς, ὅπου ὁδοιπορεῖ δίπλα σὲ δύο μαθητὲς ἀρκετὰ χιλιόμετρα, συζητᾶνε γιὰ ὅσα
τις προηγούμενες μέρες στὰ Ἱεροσόλυμα μὲ τὴν σταύρωση ἑνὸς
ἀνθρώπου, τοὺς ρωτάει, τοὺς ὑπενθυμίζει τί λένε οἱ γραφές, ὅτι αὐτὰ
ἔτσι ἔπρεπε νὰ γίνουν, ἔπρεπε νὰ τηρηθεῖ ἡ ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ κ.λπ.,
καὶ μόνο ὅταν φτάνουν στὸ χωριὸ καὶ κάθονται στὸ τραπέζι καὶ διαμοιράζει τὸ ψωμί, πάλι στὴν πράξη τῆς τροφῆς, ἀποκαλύπτεται ὅτι εἶναι ὁ
Διδάσκαλος.
Ὁ Υἱὸς συνομιλεῖ μὲ τὸν Πατέρα καὶ ἀναφέρεται στὸ «τέλος» ἑνὸς
ἔργου ποὺ τοῦ ἀνατέθηκε νὰ φέρει εἰς πέρας, νὰ τελειώσει αὐτὸ τὸ ἔργο
τῆς δόξας, δηλαδὴ τῆς φανέρωσης, νὰ φανερωθεῖ ἡ πραγματικότητα
τοῦ νέου ἀνθρώπου, τοῦ νέου Αδάμ. Στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ φανερώ-
νεται τί εἶναι πραγματικὰ ὁ ἄνθρωπος. Ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι ἕνα ὂν ποὺ
πορεύεται πρὸς τὸν θάνατο, ἀλλὰ εἶναι τὸ ὂν ποὺ πορεύεται πρὸς τὴ ζωή.
Ἡ «δόξα» τοῦ Πατρὸς εἶναι «δόξα» τοῦ Υἱοῦ, γιὰ νὰ μὴν ποῦμε ὅτι
τελικὰ ἡ δόξα τοῦ Πατρὸς εἶναι ὁ Υἱός. Καὶ ὅταν ἐπιδημήσει τὸ Ἅγιο
Πνεῦμα, τότε πλέον φανερώνεται ἡ ὅλη δόξα τοῦ Θεοῦ ὡς παρουσία τῆς
Ἁγίας Τριάδος.
Τὸ καθὼς ἔδωκας αὐτῷ ἐξουσίαν πάσης σαρκός, ὥστε νὰ μπορεῖ
νὰ δώσει ζωὴ αἰώνια, πάλι ξεκινάει ἀπὸ αὐτὴ τὴ δόξα τῆς ἐνανθρωπήσεως. Πῶς τὴν ἀποκτάει τὴ δόξα πάσης σαρκὸς ὁ Υἱός; Ἐπειδὴ ἔχει γίνει ἄνθρωπος. Ἐπειδὴ ἑνωμένος μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση μπορεῖ νὰ κάνει αὐτὴ τὴ λεγόμενη ἀντιμετάδοση τῶν ἐνεργειῶν (ἢ τῶν δυνάμεων).
Ὅταν ἀναφερόμαστε σὲ δυνάμεις τοῦ Θεοῦ, ἐννοοῦμε δυνάμεις ποὺ
προέρχονται ἀπὸ τὴ θεότητα. Καὶ ὅταν ἀναφερόμαστε σὲ δυνάμεις τοῦ
ἀνθρώπου, ἐννοοῦμε δυνάμεις ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὴν ἀνθρωπότητα.
Τὶς θεῖες δυνάμεις, γιὰ νὰ τὶς ξεχωρίζουμε ἀπὸ τὶς ἀνθρώπινες, τὶς ὀνο-
μάζουμε ἄκτιστες δυνάμεις. Καὶ μάλιστα ἀποφεύγουμε νὰ τὶς ὀνομάζουμε δυνάμεις, τὶς ὀνομάζουμε ἐνέργειες. Ἡ σωστὴ θεολογικὴ ὁρολογία
εἶναι νὰ τὶς λέμε ἄκτιστες θεῖες ἐνέργειες. Αὐτὲς οἱ δυνάμεις ὑπάρχουν
στὴ θεότητα καὶ διαχέονται μέσα στὴ δημιουργία. Αὐτὲς οἱ ἐνέργειες
θὰ ἔρθουν σὲ σχέση μὲ τὴ φύση μας. Πῶς ὅμως θὰ γίνει μία μετάδοση
ἐνεργειῶν; Γιὰ νὰ γίνει αὐτὴ ἡ μετάδοση πρέπει νὰ μποροῦμε νὰ προσλάβουμε τις δυνάμεις τοῦ ἀκτίστου ἐντός μας. Καὶ ἐδῶ ἔρχεται ἡ ἀσκητική μας παράδοση καὶ μᾶς λέει ὅτι, γιὰ νὰ τὸ κάνω αὐτό, πρέπει νὰ
βαδίζω ἕναν δρόμο, δηλαδὴ ἕναν τρόπο ζωῆς, καὶ πρέπει νὰ κάνω ἀσκήσεις, συνεχεῖς ἀσκήσεις. Μὲ τὴν ἐνανθρώπησή του ὁ Χριστός, ὡς Υἱὸς
τοῦ ἀνθρώπου, ἀποκτᾶ ἐξουσία πάσης σαρκός, ἀφοῦ ἡ ἀνθρώπινη φύση
ποὺ προσλαμβάνει (καὶ θεώνει) εἶναι ἡ ὅλη ἀνθρώπινη φύση. Ἑπομένως,
μπορεῖ νὰ δώσει αἰώνια ζωὴ σὲ ὅλη τὴν ἀνθρώπινη φύση, κάτι ποὺ φα-νερώθηκε μὲ τὴν Ἀνάσταση. Διὰ τῆς ἀναστάσεως τῆς ἀνθρώπινης φύσης τοῦ Χριστοῦ ἐγκαθίσταται ἡ δυνατότητα ἀναστάσεως καθενὸς ποὺ σχετίζεται μὲ τὸν Χριστό. Αὐτὴ τὴ δυνατότητα αἰώνιας σωτηρίας
τὴν προσδιορίζει ὁ εὐαγγελικὸς στίχος ὡς γνώση τοῦ Θεοῦ:
Δημήτρης Μαυρόπουλος.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου