Στις 15 Ιουλίου του 2021 έφυγε ο Πιοτρ Μαμόνοβ. Ο
επικεφαλής του συγκροτήματος «Zvuki MU» ήταν 70 χρονών. Το περιοδικό Time Out
αναδημοσιεύει τη συνέντευξη, την οποία είχε παραχωρήσει ο Πιοτρ και είχε
δημοσιευτεί στο τεύχος №114 του περιοδικού, στις 29 Ιανουαρίου του 2007. Τότε,
είχε προβληθεί η ταινία του Παύλου Λουνγκίν «Το Νησί» που αποτέλεσε πραγματικό
γεγονός εκείνων των ημερών. Ο Μαμόνοβ είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1980, στον Πιοτρ Μαμόνοβ
αποδόθηκε η προσφώνηση του «αγαπημένου πατέρα», σε αυτόν τον ευφυή φασαριόζο,
αλκοολικό και φρόντμαν του μοσχοβίτικου μουσικού ροκ συγκροτήματος «Zvuki MU».
Το εκπληκτικό είναι ότι, μετά από 20 χρόνια, έγινε πράγματι ο αγαπημένος
πατέρας, σχεδόν για όλη τη Ρωσία. Η ταινία «Το Νησί» που προβλήθηκε στην
τηλεόραση, στη διάρκεια των διακοπών της πρωτοχρονιάς, όπου ο Μαμόνοβ έπαιζε
τον μετανοούντα θαυματουργό ποιμένα Ανατόλιο, ήρθε δεύτερο σε τηλεθέαση, μετά το
τηλεοπτικό πρωτοχρονιάτικο μήνυμα του Πούτιν.
Έχοντας συνδυάσει όλα τα καλά του εμπορικού και αρτχάους
σινεμά, «Το Νησί» έγινε η πιο πολυσυζητημένη ταινία του περασμένου έτους,
αναγκάζοντας άλλους να λένε «Ο Θεός υπάρχει. Το κατάλαβα», και άλλους να κάνουν
περιφρονητικούς και υποτιμητικούς μορφασμούς.
Ο σκηνοθέτης Παύλος Λουνγκίν δεν μπόρεσε να βρει για
πρωταγωνιστικό ρόλο πιο ταιριαστό άνθρωπο. Η επιτυχία της ταινίας οφείλεται, σε
πολύ μεγάλο βαθμό, στο Μαμόνοβ. Ο ποιητής, που έκανε την πορεία από τον απολωλότα
ροκ γελωτοποιό μέχρι που έφτασε να αποκτήσει υψηλό κύρος, σε όλη τη ζωή του
έκανε, όπως ο ίδιος λέει, «αυτό που ήθελε το αριστερό μου πόδι». Παρόλα αυτά,
σε αυτόν το δύσκολο δρόμο, τον Μαμόνοβ δεν τον έχουν πιάσει να λέει ψέματα, να
λέει αερολογίες, να είναι φιλοχρήματος, και γι΄ αυτό οι άνθρωποι τον
εμπιστεύονταν.
«Το Νησί» βγήκε στις οθόνες κάμποσους μήνες πριν, αλλά
όλοι το συζητούν ακόμα και τώρα. Τι νομίζετε; Γιατί;
Ας ξεκινήσουμε από την αρχή, αν μου επιτρέπετε. Στο χωριό
μας υπάρχει μια παροιμία: «Εσύ από το δικό σου υπόγειο βλέπεις καλύτερα». Εγώ,
από το δικό μου υπόγειο, λοιπόν, βλέπω ότι το σινεμά βρίσκεται σε βαθιά
κατάθλιψη. Τι έγινε; Το θέμα είναι ότι αναπτύχθηκαν πάρα πολλές μορφές
διασκέδασης. Όλοι διψούν για διασκέδαση: «Δώστε μας πιο πολύ αίμα, δείξτε μας
ακόμα ένα γυμνό κώλο! Διασκεδάστε με γρήγορα, πεθαίνω από θλίψη! Δεν μπορώ να
μένω τετ-α-τετ με τον εαυτό μου ούτε λεπτό!». Δοκιμάστε να κλείσετε το φως, να
ξαπλώσετε και να μην κάνετε τίποτα, να μην σκέφτεστε τίποτα, και θα δείτε –
όχι, θα μιλήσω για τον εαυτό μου – και θα δω πόσο φτωχός είμαι. Δεν μπορεί ο
άνθρωπος να ζει με τον εαυτό του, αλλά μόνο με αυτά τα γκάντζετ, με όλα αυτά
τα… Επινοούν νέες μορφές διασκέδασης. Σύντομα θα μετακινούμαστε δια αέρος, θα
εξαφανιστούν τα αυτοκίνητα. Όλο αυτό θα το επινοήσουμε πολύ γρήγορα. Αυτό που
δε θα επινοήσουμε μόνο είναι πώς θα ζούμε με τον εαυτό μας. Αυτό έχει επινοηθεί
προ πολλού. Να για ποιο πράγμα μιλάει η ταινία μας! Για το πώς να ζούμε κάθε
λεπτό. Χωρίς τον Θεό δεν μπορείς να ζεις.
Τι είναι ο πατήρ Ανατόλιος; Θαυματουργός; Μέντιουμ;
Δεν μπορώ να είμαι αποστασιοποιημένος από τον εαυτό μου,
όταν μιλάω για τον ήρωά μου, επειδή δεν είμαι επαγγελματίας ηθοποιός. Από την
άλλη, είναι δύσκολο να μιλάω για τον εαυτό μου, καθώς κάθε φορά φαίνεται σαν να
καυχιέμαι. Ένας άνθρωπος είπε για μένα: «Ο Πιοτρ είναι ποιητής». Η ποίηση,
όμως, είναι ακατάπαυστη διεργασία. Δεν είναι κάτι, όπως π.χ. «πάμε μετά τη
δουλίτσα να κάνουμε μπάνιο». Συνεχώς εργάζομαι, πάντα έχω το δέρμα μου
γδαρμένο: τα νιώθω όλα, και τα κακά και τα καλά. Αν έχω καλή περίοδο στη ζωή
μου, όλο αυτό βγαίνει στα τραγούδια, αν όχι, αυτό βγαίνει σε θλίψη, σε μαυρίλα,
σε ακηδία, σε αλκοόλ και σε άλλα άσχημα πράγματα. Ε, όπως σε όλους τους
ανθρώπους. Τουλάχιστον, ξέρω σίγουρα πού βρίσκεται η ελευθερία. Ελευθερία δεν
είναι να κάνω ό, τι θέλω. Αυτό δεν είναι ελευθερία, είναι δουλεία. Εννοώ την
ελευθερία από την αμαρτία. Πρέπει να καθαρίζεις συνέχεια τον εαυτό σου, να
βλέπεις την αισχρότητά σου. Τι νόημα έχει να τρέχεις όλο σάπιος; Εντάξει, κέρδισες
πολλά λεφτά, τακτοποίησες την οικογένεια, και μετά; Έχω πάει πολλές φορές στη
Γερμανία, στο Βέλγιο, εκεί όλοι έχουν τα πάντα. Σπίτι έχει; Έχει. Ο γιος έχει
σπίτι; Έχει. Θαλαμηγό; Έχει. Γήπεδο τένις; Έχει. Έχει τα πάντα! Και μετά;
Το ίδιο: πιο πολλά λεφτά, θαλαμηγούς και γήπεδα τένις…
Και εγώ βρέθηκα σε αυτή την κατάσταση στα 45 μου: είχα
την αγαπημένη μου γυναίκα, τα καλά παιδιά, εξαιρετικό σπίτι, ωραία δουλειά που
την αγαπούσα. Δεν έπρεπε να βιάζομαι για τίποτα, δεν είχα να απολογούμαι σε
κανένα. Παρόλα αυτά, δεν ήθελα να ζήσω. Και άρχισα να το ψάχνω. Δεν πήγα
μακριά! Εδώ είναι η χώρα μου. Τι άνθρωποι είναι αυτοί που στέκονται και
προσεύχονται; Για ποιο λόγο το κάνουν; Για να δω! Αγόρασα προσευχητάρι, ανοίγω,
και εκεί υπάρχουν όλα αυτά για τα οποία θλίβεται η ψυχή μου. Στην αρχή δεν
κατάφερνα τίποτα, ζοριζόμουν. Τουλάχιστον, ήξερα πού πάω. Ένας ιεροκήρυκας έχει
πει: «Όποια πλευρά και να ακουμπήσεις, παντού βρωμάει». Όσο δε με αγγίζουν, όσο
με επαινούν, όλα είναι καλά: είμαι και προσεκτικός, μπορώ και να βοηθήσω. Αλλά
αν ένας φωνάξει: «Τι αυτοπροβολή είναι αυτή πάνω στη σκηνή, τι ναρκισσισμός
είναι αυτός;». «Τι είπες;;;»
Και βράζουν τα πάντα μέσα μου και βλέπω πόσο ατελής
είμαι. Ο ήρωάς μου ακολουθεί τον ίδιο δρόμο, αλλά το κάνει πιο σίγουρα. Σε τι διαφέρουν
οι άγιοι από μας; Σε αποφασιστικότητα. Αποφασίζει μια φορά και για όλη του τη
ζωή: Τέλος! Δεν καπνίζω πλέον, δεν πίνω, ούτε στα γενέθλια της αγαπημένης μου,
ούτε στο θάνατο της γιαγιάς μου. Ούτε σφηνάκι. Ο Κύριος βλέπει αυτή την
αποφασιστικότητα στην καρδιά του και του δίνει χαρά. Να, η ανεξαρτησία. Αυτός
θα είναι χαρούμενος παντού, είτε τον αλυσοδέσεις σε λάκκο στη Τσετσενία, είτε
τον βάλεις φυλακή.
Ο ήρωάς σας μπορεί να είναι ελεύθερος από τις αμαρτίες
του στο παρόν, υποφέρει, όμως, αφού κουβαλάει αμαρτίες από το παρελθόν.
Φίλε μου, αν η ζωή τελείωνε με το θάνατό μας, τότε μια
τέτοια ζωή δε θα είχε κανένα νόημα. Σκεφτείτε το. Γιατί εργάζεται ο Ανατόλιος;
Γιατί διάλεξε αυτό τον δρόμο; Πιστεύει ότι ο άνθρωπος είναι αιώνιος. Έχει αρχή,
αλλά δεν έχει τέλος. Η ψυχή του φεύγει για την αιωνιότητα. Όσα χρόνια σας είναι
γραπτό να ζήσετε, να τα ζείτε με κόπους και ιδρώτες, για να παραμένετε μέσα
στην αιώνια αγάπη. Άραγε, δεν αξίζει; Αλλά και στους κόπους κατοικεί η ευτυχία.
Το ξέρω από εμπειρία. Και εσείς μιλάτε για «ανάπαυση». Πάρε ένα ποτήρι μπίρα
και θα έχεις ανάπαυση για πέντε λεπτά. Αν ζητάτε μια τέτοια ανάπαυση, παρακαλώ…
Εγώ δε θέλω τέτοια ανάπαυση, πλέον. Δε με ηρεμεί. Και μετά, με συγχωρείτε, αλλά
με ρωτάτε συνέχεια για το ρόλο μου. Πολύ βολικό το έχετε βρει. Τη δική σας
δουλειά την μεταφέρετε επάνω μας. Εμείς δείξαμε την ταινία. Ορίστε. Σκεφτείτε.
Αυτό θα το θέλαμε μέσα από το διάλογο μαζί σας…
Δε σκέφτομαι τίποτα για αυτό. Οι σκέψεις μου βρίσκονται
στην ταινία. Καταλάβετέ με, δεν προσπαθώ να το αποφύγω.
Βεβαίως, ας μιλήσουμε για σας. Μόσχα, 1986. Μπορείτε να
τραβήξετε γραμμή ανάμεσα στο τότε και το τώρα, σε σχέση με τον εαυτό σας;
Διαφορετικοί άνθρωποι. Η ζωή κυλάει. Οι άνθρωποι αλλάζουν
πολύ: και εγώ και εσείς. Αν ο άνθρωπος δεν αλλάζει, είναι νεκρός. Η ποίηση τότε
και η ποίηση τώρα… Πού να το ξέρω, ο απολωλώς; Δεν μπορώ να είμαι
κατηγορηματικός, όπως το κάνει η τηλεόρασή μας…
Ο πατήρ Ανατόλιος δεν τρέχει, τραβάει το καρότσι του
πέρα-δώθε, και στην ψυχή του κάτι συμβαίνει. Είναι όλο και καλύτερα. Δεν
υποφέρει συνέχεια. Υπάρχουν στιγμές που και με το χάρτινο καραβάκι θα παίζει
στο νερό και θα χαμογελάει, και κράνμπερι θα τρώει. Η πίστη δε δίνει μόνο
μαρτύρια, δίνει και κάτι που σε κάνει να πετάς. Ακόμα και σε μένα τον αμαρτωλό,
που για 45 χρόνια έτρεχα στους δρόμους, προσφέρει τέτοια εμπειρία που
σκέφτεσαι: «Ω, ρεεε! Και τι κάνουμε τώρα;».
Μια τέτοια περίπου απορία και έκπληξη διαρκείας ζούσαμε
τις 40 μέρες των γυρισμάτων της ταινίας στη Λευκή Θάλασσα με τον Παύλο
Λουνγκίν, ο οποίος δεν ξέμαθε να εκπλήσσεται και να ανοίγει το στόμα του
έκθαμβος, και έτσι να κάνει τα γυρίσματά του. Και κάναμε μια απλή και αγνή
ταινία, τι να λέμε τώρα. Δεν έχει καμία προπαγάνδα, αλλά έχει κάτι που
συγκλονίζει τους ανθρώπους. Επειδή η ζωή είναι δύσκολη, πρέπει να έχεις κάτι,
στο οποίο μπορείς να στηρίζεσαι. Οι άνθρωποι δεν ξέρουν που να ακουμπήσουν. Ζω
πολύ καιρό στο χωριό. Εκεί οι άνθρωποι είναι πιο ωραίοι, παρόλο που έχουν
λιγότερα λεφτά. Άρα, όσο χειρότερα ζεις τόσο καλύτερα. Και όσο πιο άνετα και
πλούσια, τόσο πιο φτωχή είναι η ψυχή. Στο χωριό, για 12 ώρες τρέχεις εδώ και
εκεί στην ύπαιθρο, αλλά όταν φτάνεις στο σπίτι σου λες: «Κύριε, δόξα Σοι!» και
πέφτεις ξερός. Δε σημαίνει ότι όλοι πρέπει να πάμε στα σπήλαια και να κουβαλάμε
κάρβουνα. Απλώς, πρέπει να είμαστε πιο υπομονετικοί. Εντάξει, αν η γυναίκα σου
λέει κάτι περιττό, μην το ακούς, και αυτή κουράζεται, όσο και εσύ. Και ελάτε να
αποταμιεύουμε σιγά-σιγά θετικές στιγμές. Να, αυτό είναι χριστιανισμός.
Μετάφραση για την πύλη gr.pravoslavie.ru: Αναστασία
Νταβίντοβα
timeout.ru
11/3/2021
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου