Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2025

Ο Άγιος Βησσαρίωνας Αγαθωνίτης και οι κρατούμενοι!!!

 


Μια φορά ο Άγιος Βησσαρίωνας ο Αγαθωνίτης ταξίδευε για την Χαλκίδα. Το λεωφορείο που τον μετέφερε σταμάτησε για αρκετή ώρα στη διασταύρωση προς Θήβα. Εκεί έφτασε μια αστυνομική κλούβα, από την οποία οι αστυνομικοί κατέβασαν τρεις κρατούμενους, τον οποίων τα χέρια ήταν δεμένα με χειροπέδες.

Ένας αστυνομικός ανέβηκε στο λεωφορείο από την πίσω πόρτα και παρακάλεσε τους επιβάτες των πίσω θέσεων να πάνε μπροστά. Ήθελε στις πίσω θέσεις να βάλει τους κρατούμενους, για να τους ελέγχει καλύτερα. Όλοι σηκώθηκαν στις μπροστινές θέσεις εκτός από έναν, τον πατέρα Βησσαρίωνα, ο οποίος παρέμεινε στη θέση του.

«Σήκω και ‘σύ παπούλη, δεν άκουσες τι είπα;» του είπε ο αστυνομικός.

«Εγώ παιδί μου θέλω να καθίσω εδώ, δεν θέλω να σηκωθώ».

«Μα Πατερ μου, πρέπει να σηκωθείς. Υπάρχει λόγος».

«Σε παρακαλώ παιδί μου, μην με ταλαιπωρείς».

Ο αστυνομικός σεβάστηκε τα γεράματα του και δεν επέμεινε άλλο. Ανέβασε τους κρατούμενους στο λεωφορείο και ένας από αυτούς κάθησε δίπλα στον Γέροντα.

Είδε ο Γέροντας τις χειροπέδες και ερώτησε τον κρατούμενο:

«Τι είναι αυτά που έχεις στα χέρια σου παιδί μου; Τι κάνατε; Γιατί σας έχουν δεμένους;».

«Σκοτώσαμε έναν άνθρωπο, πάτερ, και μας πηγαίνουν στις φυλακές της Χαλκίδας», είπε με λυγμούς ο κρατούμενος.

Κουβέντιασε αρκετή ώρα ο Γέροντας μαζί του. Άκουσε τα κρίματα του και του ξαλαφρώνει τη ψυχή.

«Θέλουν και οι άλλοι, Πάτερ, να εξομολογηθούν, ζητήσαμε πνευματικό στη φυλακή και δεν μας έφεραν».

Με τη σύμφωνη γνώμη του αστυνομικού, ήλθαν ένας-ένας δίπλα στο παπούλη και οι άλλοι δυο κρατούμενοι και εξομολογήθηκαν.

Όταν κατέβηκε, πήγε στον ιερό ναό της Αγίας Παρασκευής και διάβασε τη συγχωρητική ευχή.

Ω, των θαυμάσιων Σου Κύριε! Ο πάτερ Βησσαρίωνας ανυπάκουος και απείθαρχος; Όχι. Τον εφώτισε το Πανάγιο Πνεύμα, γιατί έτσι ενεργεί η Χάρις του Θεού μας που «θέλει πάντας ανθρώπους σωθήναι εις επίγνωσιν αλήθειας έλθει».

Ο Γέροντας πληροφορείται «άνωθεν» για ό,τι πρόκειται να συναντήσει. Αρνείται να μετακινηθεί όντας σίγουρος για την αποστολή του. Συνομιλεί με τον «δολοφόνο». Δείχνει την αγάπη του και τη φροντίδα.

Ρίχνει με τον τρόπο του και τη ζέστη φωνή του βάλσαμο στη ψυχή του παραστρατημένου νέου. Συζητεί, προσφέρει, ευήκοον ου, δεν αφήνει τον αμαρτωλό άνθρωπο να πέσει στη μαύρη απελπισία. Εξομολογεί και τους άλλους φυλακισμένους. Σπέρνει τον σπόρο τον καλό και ανοίγει παράθυρο για τη μεταμέλεια και την ελπίδα.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: