Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 14 Δεκεμβρίου 2025

ΟΙ ΕΠΟΜΕΝΟΙ ΣΤΑΘΜΟΙ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΟΥ.ΑΦΗΓΗΤΉΣ ΚΑΘΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΙΕΡΆΣ ΜΟΝΉΣ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΊΤΟΥ ΤΙΜΟΘΕΟΥ .



ΟΙ ΕΠΟΜΕΝΟΙ ΣΤΑΘΜΟΙ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΟΥ



Επειδή, ὅταν ἦρθα ἀπό τή Ρωσία, ἤμουν πολύ ἀδύνατος καί ἐξασθενημένος, οἱ δικοί μου ἀναζητοῦσαν ἕναν τρόπο, πιθανόν μια κατασκήνωση, γιά ν' ἀναλάβω δυνάμεις. Μια μέρα ή θεία μου Ελπίδα ρώτησε ἕναν ἀπό
Ὁ θεῖος Ἡρακλῆς καί ἡ θεία Ελπίδα Παρχαρίδη τούς πελάτες της, τόν κ. Χρήστο Μωυσιάδη, ὁ ὁποῖος διατηροῦσε κατάστημα τροφίμων στα Ταμπούρια Πειραιῶς καί προμηθευόταν τα προϊόντα τοῦ ἀλλαντοποιείου της (λουκάνικα, σαλάμια, μπον-φιλέ κ.ἄ.), ἐάν είχε κάτι σχετικό ὑπόψη του.


Ὁ κ. Χρῆστος γνώριζε τόν ἱεροδιάκονο π. Χερουβείμ Καράμπελα, πού διηύθυνε μια μικρή μαθητική κατασκήνωση στην Εκάλη.
Τόν ἐνημέρωσε, λοιπόν, για τήν περίπτωσή μου, καί ὁ π. Χερουβείμ δέχτηκε εὐχαρίστως νά μέ φιλοξενήσουν.
Ἔτσι, ἕνα πρωινό ἔβαλα τά προσωπικά μου εἴδη σ' ἕνα τσουβάλι καί ξεκίνησα μέ τόν πατέρα μου γιά τήν Εκάλη. Τό τέρμα τοῦ λεωφορείου ήταν στη σημερινή πλατεία τῆς Ἑκάλης. Μέχρις ἐκεῖ ὁ δρόμος ἦταν ἄσφαλτος, ἀλλά στενός καί γεμάτος λακκοῦβες. Ἀπό ἐκεῖ καί πέρα γινόταν χωματόδρομος.
Ψάχνοντας, βρήκαμε την κατασκήνωση του π. Χερουβείμ. Ὁ πρῶτος πού συναντήσαμε ἦταν ὁ μαθητής Χαράλαμπος Γιάννος  ὁ μετέπειτα ἀρχιμανδρίτης π. Πολύκαρπος, πού μέ κοντά παντελονάκια πότιζε κάποια λουλούδια. Αὐτός μᾶς ἔφερε σε ἐπαφή μέ τόν π. Χερουβείμ. Ἔτσι ἔγινε ἡ πρώτη μου γνωριμία μέ τόν Γέροντα Χερουβείμ. Ήταν Αὔγουστος τοῦ 1948.

Τό πνευματικό ἔργο τοῦ π. Χερουβείμ ήταν στο ξεκίνημά του. Μέ τούς ἄξιους συνεργάτες του, τούς θεολόγους Κωνσταντίνο Πουλουπάτη, μετέπειτα ἀρχιμ. π. Ἰγνάτιο, καί Γεώργιο Καραμαντζάνη, μετέπειτα ἀρχιμ. π. Ἀθηναγόρα, προσπαθοῦσαν να δημιουργήσουν ἕναν ἱεραποστολικό πυρήνα. Λίγο ἀργότερα ἵδρυσαν τήν Ἀδελφότητα Θεολόγων «Ὁ Παράκλητος».
Ἡ κατασκήνωση διαρκοῦσε δύο-τρεῖς μῆνες καί οἱ συνθῆκες ἦταν κάπως πρωτόγονες. Ημασταν δώδεκα παιδιά πού καναμε σε δύο σκηνές. Γιά τραπέζι εἴχαμε τό χῶμα. Σκάβαμε γύρω ἀπό τό ὑποτιθέμενο τραπέζι χαντάκι γιά να βάζουμε τά πόδια μας. Εγώ μιλοῦσα μια γλώσσα ἀκαταλαβίστικη, καί τά παιδιά γελοῦσαν μέ τήν προφορά μου. Από τότε πού ζούσαμε στο Ουζμπεκιστάν συνήθισα να κουβαλῶ πάντοτε μαζί μου ἕνα σουγιά. Γι' αὐτό τά παιδιά μέ φοβόντουσαν μήπως τούς κάνω κακό.



Το φθινόπωρο μοῦ πρότειναν να πηγαίνω στο Κατηχητικό Σχολεῖο τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Κερατσινίου, γιατί ἤδη εἴχαμε μετακομίσει στα Ταμπούρια, στην οδό Καλλέργη, σε ιδιόκτητο σπίτι τῆς θείας μου Ελπίδας. Στο Κατηχητικό, ὅμως, τά παιδιά με κορόιδευαν, ἐπειδή ήμουν πολύ ψηλός, γι' αὐτό καί
διέκοψα τή φοίτηση.
Τήν ἑπόμενη χρονιά, το 1949, προέκυψε και πάλι ἡ ἀνάγκη τῆς κατασκηνώσεως. Δέν μέ δέχονταν, ὅμως, γιατί οὔτε στο Κατηχητικό εἶχα πάει οὔτε εἶχα καμιά επαφή μέ τόν π. Χερουβείμ καί τά ἄλλα παιδιά. Μπήκε, λοιπόν, πάλι το «μέσον» καί μέ ξαναπήραν. Αὐτή τή φορά τα κατάφερα καλύτερα. Ἡ προθυμία καί ἡ ἐργατικότητά μου ἐντυπωσίασαν τοὺς ὑπευθύνους. Ὁ θεολόγος Κωνσταντίνος Πουλουπάτης ανέλαβε τήν κατήχησή μου, γιατί ἀπό χριστιανική πίστη καί ζωή δέν γνώριζα τίποτα!



Μετά την πρώτη κατασκήνωση, ἀνέκυψε επιτακτική ἡ ἀνάγκη να μάθω κάποια τέχνη καί νά βρῶ μιά δουλειά. Οἱ γονεῖς μου ἦταν φτωχοί ἄνθρωποι, καί εἶχα κι ἕναν μικρότερο ἀδελφό. Στη ζωγραφική τά κατάφερνα καί ἤθελα πολύ να γίνω ζωγράφος. Ἔπεσαν, ὅμως, ὅλοι πάνω μου. «Οἱ ζωγράφοι ἐδῶ πεινοῦν... Να γίνεις κομμωτής», μοῦ ἔλεγαν. Μέ ἔβαλαν στο κομμωτήριο τοῦ Ν. Σεβαστόπουλου στην Κυψέλη. Τρεῖς συγκοινωνίες ἔπρεπε να παίρνω καθημερινά για να φτάσω μέχρις ἐκεῖ καί ἄλλες τόσες γιά νά ἐπιστρέψω στα Ταμπούρια.
Κόπος πολύς γιά ἕνα μικρό προσφυγόπουλο. Ἀφοῦ σε μια τετραετία ἔμαθα τήν τέχνη τῆς κομμωτικής, το 1952 ἄνοιξα δικό μου κομμωτήριο, στό ὁποῖο σύντομα, λόγω τῆς αὐξημένης πελατείας, προσέλαβα καί ὑπαλλήλους.
Παράλληλα, στο διάστημα αυτό διατηροῦσα ἔντονο τόν πνευματικό μου σύνδεσμο μέ τόν π. Χερουβείμ, ὁ ὁποῖος μέ πολλή ἀγάπη καί διάκριση ἀνέλαβε τήν καθοδήγησή μου στη νέα κατά Χριστόν πορεία μου. Ὁ π. Χερουβείμ διακονοῦσε τότε στήν Ἁγία Αἰκατερίνη Καστέλας, μέ ἐφημέριο τόν ἀρχιμανδρίτη Δαμασκηνό Κοτζιά, μετέπειτα μητροπολίτη Ναυπακτίας.



Χρόνο μέ τόν χρόνο κατανοοῦσα ὅλο καί περισσότερο τό πνεῦμα τῆς χριστιανικῆς ζωῆς καί συνέβαλλα μέ ζῆλο στό ἱεραποστολικό ἔργο τῆς Ἀδελφότητος. Θυμᾶμαι μια χρονιά μέ ἔστειλαν στο Κατηχητικό Σχολεῖο τοῦ Ἱ. Ναοῦ Ἁγίου Γεωργίου Κερατσινίου ὡς βοηθό κατηχητή. Κατηχητής ἦταν ὁ κ. Ἰωάννης Φουντούλης, μετέπειτα καθηγητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, ὁ ὁποῖος ὑπηρετοῦσε τότε τη στρατιωτική του θητεία. Αργότερα ἔγινα κατηχητής, κυκλαμινάρχης, ὁμαδάρχης, ἀσματάρχης, κυκλάρχης, ἀρχηγός κατασκηνώσεως...
Μέ παρότρυνση τοῦ π. Χερουβείμ ἀποφάσισα, παράλληλα μέ τήν ἐργασία μου, να συνεχίσω καί νά ὁλοκληρώσω τις σπουδές μου. Τό ρωσικό Ενδεικτικό μου, ὅμως, τῆς Ε΄ τάξεως (ἀντίστοιχο μέ τό ἑλληνικό Ενδεικτικό τῆς Α΄ Γυμνασίου) τό θεώρησαν ἐδῶ ἰσότιμο μέ τό Ενδεικτικό τῆς Ε΄ Δημοτικοῦ.


Ἔτσι ὑποχρεώθηκα να φοιτήσω στην ΣΤ΄ τάξη τοῦ Νυκτερινοῦ Δημοτικοῦ καί νά δώσω ἐξετάσεις γιά τό Γυμνάσιο. Μέ τή βοήθεια τῆς ἀείμνηστης δασκάλας μου Μάγδας Σκενδέρογλου, πού μοῦ ἔκανε ἰδιαίτερα μαθήματα, πέτυχα στίς ἐξετάσεις καί γράφτηκα στο 1ο Νυκτερινό Γυμνάσιο Πειραιῶς. Ήταν το 1953, καί ἤμουν εἴκοσι χρονῶν. Ἐργασία τήν ἡμέρα, σχολεῖο το βράδυ και συμμετοχή σε πολλές άλλες δραστηριότητες τῆς ἐνορίας –πέρασαν τα χρόνια, καί πῆρα τό Ἀπολυτήριο τοῦ τότε ἑξατάξιου Γυμνασίου. 

Το 1959-1960 γράφτηκα στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, ἀπό τήν ὁποία ἀποφοίτησα το 1963.
Τελειώνοντας το Γυμνάσιο, ὡς φοιτητής πλέον τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς, ἐγκατέλειψα τά πάντα καί ἀφιερώθηκα στη ζωή καί τό ἔργο τῆς Ἀδελφότητος Θεολόγων «Ο Παράκλητος».
Φυσικά, αὐτό δέν ἔγινε ἀνώδυνα. Υπήρχε πρωτίστως ή φοβερή αντίδραση τοῦ πατέρα μου, επειδή εγκατέλειψα μια εξαιρετικά επικερδή εργασία καί προτίμησα νά ἀφιερωθώ στον Θεό, χωρίς να δημιουργήσω οικογένεια, νά τοῦ κάνω ἐγγονάκια κ.λπ.



Τόν ἔγγαμο βίο τον σεβόμουν. Είχα πολλές προτάσεις καί προκλήσεις γάμου καί λόγω επαγγέλματος. Ωστόσο, κάτι ἄλλο ζητοῦσε ἡ ψυχή μου: Νά ἀφιερωθῶ σ' Ἐκεῖνον, πού μέ προστάτευσε ἀπό ἀναρίθμητες συμφορές και κινδύνους, καί ν' ἀκολουθήσω τό ἅγιο θέλημά Του. Οὔτε χρήματα οὔτε θέσεις οὔτε διακρίσεις με συγκινοῦσαν. Ἤθελα νά προσφέρω τόν ἑαυτό μου στη διακονία τοῦ Θεοῦ καί τοῦ πλησίον μέσω τῆς Ἀδελφότητος. Ἀπό τόν π. Χερουβείμ άκουγα αχόρταγα τίς χαριτωμένες διηγήσεις του γιά τούς ἀσκητικούς ἀγῶνες τῶν σύγχρονων ἁγιορειτῶν πατέρων, καί ἡ ψυχή μου θελγόταν ἀπό τό ὄνειρο τῆς μοναχικῆς ζωῆς.
Τό Ἅγιον Ὄρος τό ἐπισκέφθηκα για πρώτη φορά μαζί μέ τόν π. Χερουβείμ το 1956. Η μετάβαση στον Ἄθωνα τότε ήταν μια ἀληθινή οδύσσεια, κυρίως μέσα ἀπό τό ὁδικό δίκτυο τῆς Χαλκιδικῆς, πού ἦταν γεμάτο στροφές καί χωματόδρομους. Ἔπρεπε ν' ἀνεβεῖς στον Χολομώντα, να περάσεις τήν Αρναία, να φτάσεις στην Ιερισσό καί ἀπό ἐκεῖ νά συνεχίσεις μέ καραβάκι.
Ὅταν σέ μιά στροφή αντίκρισα τήν κορυφή τοῦ Ἄθωνα, ἔπαθα τό τρίτο σόκ τῆς ζωῆς μου. Εἶχα ακούσει τόσα πολλά γι' αὐτό τό Ὄρος, καί ἡ φαντασία μου είχε πλάσει άλλα τόσα.
Τό πρῶτο μοναστήρι πού ἐπισκεφθήκαμε ήταν τοῦ Ἐσφιγμένου. Ὁ Γέροντας ήταν τότε 36 χρονών, είχε κουράγιο και περπατοῦσε. Μέ τά πόδια ἀπό τήν Μονή Εσφιγμένου πήγαμε στόν ἀρσανά του Ζωγράφου καί ἀπό ἐκεῖ μέ τό καραβάκι στη Δάφνη, στήν Ἁγία Ἄννα, στά Καρούλια...



Το 1963 συμμετείχα μέ τόν Γέροντα Χερουβείμ στον εορτασμό της Χιλιετηρίδος τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Παρόντες ἦταν ὁ πατριάρχης Αθηναγόρας, ἐκπρόσωποι ὅλων τῶν Ἐκκλησιῶν, ὁ βασιλιάς τῶν Ἑλλήνων Παῦλος, ὁ διάδοχος Κωνσταντίνος και πολλοί ἄλλοι ἐπίσημοι. Τότε διανοίχθηκε ὁ ἁμαξωτός δρόμος πού ὁδηγεῖ ἀπό τή Δάφνη στις Καρυές.
Ἕνα χρόνο περίπου νωρίτερα, στις 15 Δεκεμβρίου τοῦ 1962, εἶχε γίνει ἡ κουρά μου σε μικρόσχημο μοναχό, στην οποία ἔλαβα τό ὄνομα τοῦ ἁγίου ἀποστόλου Τιμοθέου. Στις 22 Δεκεμβρίου τοῦ ἴδιου ἔτους λ χειροτονήθηκε διάκονος ὑπό τοῦ
μητροπολίτου Δρυινουπόλεως Χριστοφόρου, στόν Ἱ. Ν. Ἁγίου Παντελεήμονος Κερατσινίου, ὅπου καί διορίστηκα. Στις 9 Φεβρουαρίου τοῦ 1964 ἔγινε ἡ χειροτονία μου σε πρεσβύτερο ὑπό τοῦ μητροπολίτου Ναυπακτίας Δαμασκηνοῦ στόν ἴδιο ναό.




Στη σύντομη διακονία μου ὡς ἐφημερίου τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος ἔγιναν αρκετά ἔργα. Ὁμάδες ἐνοριτῶν ἐπισκέπτονταν κάθε ἑβδομάδα τά σπίτια καί μοίραζαν τή «Φωνή τοῦ Κυρίου» καί διάφορα ἄλλα ἐποικοδομητικά ἔντυπα. Ἐπίσης, ἡ ἐνορία μας ανέλαβε τήν ἀνέγερση καί τόν ἐξοπλισμό ἑνός πέτρινου ναοῦ στο Ναϊρόμπι της Κένυας.
Το 1966 αποφασίστηκε ὁ διορισμός μου στόν Ἱ. Ν. Ἁγίας Τριάδος τῆς Ρωσικῆς Παροικίας τῶν Ἀθηνῶν. Τέλεσα ἐκεῖ τήν πρώτη θεία Λειτουργία στις 18 Δεκεμβρίου 1966. Ἡ παρουσία μου στον ναό αὐτό συνδέεται μέ τό τότε Ρωσικό Γηροκομεῖο Ἀργυρουπόλεως, πού ἔχει τή δική του ἱστορία καί τοῦ ὁποίου, μέ τήν εὐχή τοῦ Γέροντος Χερουβείμ, ἀνέλαβα τήν εὐθύνη τό1970.
Στο μεταξύ, στις 20 Ιουλίου τοῦ 1963 τό ὅραμα τοῦ Γέροντος Χερουβείμ γιά τήν ἵδρυση ενός παραδοσιακοῦ μοναστηριοῦ κοντά στην Αθήνα ἄρχισε νά πραγματοποιεῖται: Θεμελιώθηκε ἡ Ἱερά Μονή Παρακλήτου στον Ωρωπό Ἀττικῆς.
Το 1979 ἔλαβε χώρα ἕνα ιδιαίτερα θλιβερό γεγονός: ἡ κοίμηση τοῦ Γέροντος Χερουβείμ, κτίτορος τῆς Μονῆς καί πνευ-λματικοῦ μας πατέρα.


Ἡ Ἱερά Μονή Παρακλήτου εἰσῆλθε σε νέα περίοδο. Μετά τήν ἀνάληψη τῆς ἡγουμενίας ἀπό τόν π. Ἰγνάτιο καί τή σύ-λντομη παραίτησή του, στήν ἀναξιότητά μου ἔπεσε ὁ κλῆρος νά σηκώσει ἐξ ὁλοκλήρου το βάρος τῆς κληρονομιᾶς τοῦ παρελθόντος καί νά ὁδηγήσει μπροστά τό σκάφος τῆς Μονῆς.
Στις 27 Νοεμβρίου τοῦ 1980 ἔγινε ἡ ἐκλογή μου σέ Ἡγούμενο, στις 5 Δεκεμβρίου ή κουρά μου σε μεγαλόσχημο μοναχό καί δύο ἡμέρες αργότερα, στις 7 Δεκεμβρίου, ἡ ἐνθρόνισή μου ὑπό τοῦ Μητροπολίτου Ἀττικῆς Δωροθέου, παρόντος καί τοῦ ἐπισκόπου Ἀνδρούσης, τώρα ἀρχιεπισκόπου Αλβανίας, Ανα-λστασίου.
Ὕστερα ἀπό σαράντα χρόνια ἡγουμενίας, στις 4 Μαρτίου τοῦ 2020, ὑπέβαλα τήν παραίτησή μου.
Ποιός ποτέ θά μποροῦσε νά φανταστεῖ ὅτι τό ἀδύνατο, φοβισμένο, ταλαίπωρο καί ἀκατήχητο προσφυγόπουλο ἀπό τά βάθη τῆς κεντρικῆς Ἀσίας θά γινόταν κάποτε λειτουργός τοῦ Υψίστου και καθηγούμενος Ἱερᾶς Μονῆς στήν Ἑλλάδα!
Ἄς ἔχει δόξα ὁ Θεός! Το Πανάγιον Πνεῦμα ἄς μᾶς ἀξιώσει τῆς Βασιλείας Του!


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΊΑ.  Αρχιμανδρίτης Τιμόθεου. ΚΑΘΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΙΕΡΆΣ ΜΟΝΉΣ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ.Αυτοβιογραφικες σελίδες. Παιδικά χρόνια στη Ρωσία.
Εκδόσεις Ιερά Μονή Παρακλήτου.

Δεν υπάρχουν σχόλια: