ΓΙΑΤΙ
ΟΙ ΓΡΑΦΕΣ ΔΕΝ ΑΡΚΟΥΝ
ΣΤΑ
ΠΡΩΤΑ ΜΟΥ ΧΡΟΝΙΑ ΩΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ, μεγάλο μέρος τής θρησκευτικής μου παιδείας, προήλθε
από την ατομική μελέτη της Βίβλου. Μόλις μπήκα στο κολλέγιο, είχα μία έκδοση
ολόκληρης της Βίβλου σε μικρό μέγεθος, πού αποτελούσε την σταθερή συντροφιά
μου. Αποστήθιζα αγαπημένα εδάφια από τις Γραφές, και συχνά τα επικαλούμουν στις
στιγμές του πειρασμού, ή τα ανέφερα σε άλλους, καθώς αναζητούσα να τούς μιλήσω
για τον Χριστό. Ολόθερμα διακήρυσσα μαζί με τον απόστολο Παύλο: «ότι βρίσκεται
στην Γραφή είναι εμπνευσμένο από το Πνεύμα τού Θεού, και είναι ωφέλιμο για την
διδασκαλία της αλήθειας, για τον έλεγχο της πλάνης, για την διόρθωση των λαθών,
για την διαπαιδαγώγηση σε μία ζωή, όπως την θέλει ό Θεός». Δυστυχώς,
εξουσιοδότησα τον εαυτόν μου να αποφασίσει τί σήμαιναν οι Γραφές. Έτσι, επισήμανα
με κίτρινο μαρκαδόρο εδάφια γιά τον Χριστό• όμως παρέβλεψα αποσπάσματα πού αφορούν
στον Θεό Πατέρα, τήν Εκκλησία και το μυστήριο της Βάπτισης.
Αντιμετώπισα
τήν Βίβλο ως ένα εγχειρίδιο με οδηγίες από τον ουρανό. Δεν θεώρησα ότι
χρειαζόμουν τήν Εκκλησία, παρά μόνο ως έναν κατάλληλο τόπο να κάνω φίλους ή να
μάθω περισσότερα γιά τήν Βίβλο, έτσι ώστε να γίνω ένας καλύτερος «κάντο μόνος
σου» χριστιανός. Αναζήτησα να οικοδομήσω τήν ζωή μου σύμφωνα με τήν Βίβλο, και
πήρα απολύτως σοβαρά μόνο την Βίβλο Ή
ιστορία της σωτηρίας ήταν εμφανής σε εμένα. Ό Θεός έστειλε τον Υιό Του. Μαζί
έστειλαν το Άγιο Πνεύμα. Έπειτα ήρθε ή Νέα Διαθήκη να εξηγήσει για την σωτηρία.
Και τελικά, σχεδόν σαν δεύτερη σκέψη, αναπτύχθηκε ή Εκκλησία.
ΜΙΑ ΔΙΝΗ ΣΥΓΚΕΧΥΜΕΝΩΝ ΔΟΓΜΑΤΩΝ
ΟΧΙ ΠΟΛΥ ΑΡΓΟΤΕΡΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΣΧΩΡΗΣΗ ΜΟΥ στην
χριστιανική θρησκεία, βρέθηκα παρασυρμένος από το ρεύμα τού θρησκευτικού
σεχταρισμού, στο όποιο οι χριστιανοί διαχωρίζονταν για το ένα θέμα μετά το
άλλο. Το συνάντησα στις Συνάξεις τού Θεού -στην πρώτη εκκλησία πού
παρακολούθησα- στην οποία βασανιζόμουν να επιλύσω το θέμα, αν μιλώντας γλώσσες
ήταν «από τον Θεό» ή όχι, και αν ήταν απαραίτητο σημάδι πού επιβεβαίωνε την
σωτηρία κάποιου. Το άν μπορούσα να σωθώ χωρίς να ομιλώ γλώσσες έγινε ένα πολύ
προσωπικό θέμα. Μερικοί στην εκκλησία έλεγαν ναι, άλλα οι περισσότεροι έλεγαν
όχι. Επειδή αισθανόμουν πολύ αμήχανος, δεν έμεινα αρκετά σε αυτήν τήν εκκλησία,
ώστε να το μάθω.
Στις
μεταγενέστερες εκκλησίες και τα χριστιανικά παραεκκλησιαστικά κινήματα, ανέπτυξα
φιλίες με ενθουσιώδεις χριστιανούς, τούς οποίους σεβόμουν και οι όποιοι
επηρέασαν τήν θεολογική μου διαμόρφωση. Όντας σχετικά νέος στον Χριστιανισμό,
έπρεπε να ταξινομήσω πολλά διαφορετικά και αντικρουόμενα δόγματα, ώστε να επιλέξω
εκείνο πού προσωπικά πίστευα άτι είναι αληθινό. Δυστυχώς, οι φίλοι μου συχνά
είχαν αντίθετες απόψεις, οι όποιες μου δημιουργούσαν σύγχυση και απογοήτευση.
Όλοι
είχαν μία κοινή θέση: «διδάσκεται καθαρά στήν Βίβλο».
Παρακολούθησα
λειτουργίες σε αρκετές εκκλησίες βαπτιστών, εν μέρει επειδή ό πάστορας πού με
βάπτισε, ό Μωυσής Ρόουζεν, ήταν ένας αμερικανός βαπτιστής, όπως ήταν και άλλοι
φίλοι. Αυτές οι εκκλησίες δίδασκαν με έμφαση ότι ή σωτηρία είναι μία στιγμιαία
εμπειρία, κατά την οποία άναγεννασαι και διά της οποίας σώζεσαι μόνο με την
πίστη, χωρίς την ανάγκη καλών πράξεων. Αυτό το στήριζαν στο χωρίο της Γραφής:
«πραγματικά, με την Χάρι του σωθήκατε διά της πίστεως• και αυτό δεν είναι δικό
σας κατόρθωμα άλλα δώρο τού Θεού. Δεν σωθήκατε με τα δικά σας έργα, και έτσι
κάνεις δεν μπορεί να καυχηθεί γι’ αυτό».
Αυτή
ή θέση άρμοζε ακριβώς στην εμπειρία της ζωής μου, καθώς σε μία συγκεκριμένη
ημέρα και ώρα είχα νιώσει μία συγκλονιστική πνευματική αφύπνιση, που άλλαξε τήν
ζωή μου. Από τήν άλλη, γνώριζα, επίσης, ευσεβείς χριστιανούς οι οποίοι δεν μπορούσαν
να αναφέρουν μία συγκεκριμένη ημέρα και ώρα κατά τήν οποία «αναγεννήθηκαν». Άν
και ανατράφηκαν σε εκκλησίες πού διατείνονται ότι πιστεύουν στήν Βίβλο, είχαν
μεγαλώσει μέσα στήν πίστη με αργό ρυθμό, χωρίς να έχουν κάποια συγκλονιστική
εμπειρία. Αυτοί οι φίλοι μου μπορούσαν να εστιάσουν στήν στιγμή πού είχαν βαπτιστεί
ως νέοι ενήλικες, όταν αφιέρωσαν ξανά τήν ζωή τους στον Χριστό, όμως όχι όταν είχαν
τήν εμπειρία μιας στιγμιαίας πνευματικής αφύπνισης.
Μαζί
με τούς βαπτιστές, οι λουθηρανοί πού συνάντησα στο διπλανά χώρο συνεδρίασης τού
Χριστιανικού Μετώπου γιά τήν Λύτρωση τού Κόσμου, τού Κολλεγίου Κουΐνς, επίσης
πίστευαν στήν σωτηρία μόνο διά της χάριτος τού Θεού. Ό ιδρυτής τους, ό μεταρρυθμιστής
τού δέκατου έκτου αιώνα, Μαρτίνος Λούθηρος ονόμασε αυτό το δόγμα sola fide, δηλαδή «μόνο πίστη». Αντίθετα, άλλοι
φίλοι μου στο κολλέγιο θεωρούσαν ότι ή σωτηρία είναι μία πορεία πού διαρκεί σε
όλην τήν ζωή μας, διότι μόνη ή πίστη είναι ανεπαρκής χωρίς καλές πράξεις. Αυτή
ή άποψη υποστηριζόταν από τούς φίλους μου πεντηκοστιανούς, μεθοδιστές, όπως και
από εκείνους τού κινήματος Αγιότητας, κάποιοι εκ των οποίων έλκουν την
πνευματική καταγωγή τους από τον μεγάλο μεταρρυθμιστή Τζων Γουέσλι.
Αύτή
ή ομάδα φίλων, επίσης αναφερόταν στην Γραφή για να υποστηρίξει τήν δέση της.
Για παράδειγμα, υποστήριζαν ότι το χωρίο, το όποιο οι βαπτιστές και λουθηριανοί αγαπούσαν να επικαλούνται - oτι ή σωτηρία επιτυγχάνεται με τήν πίστη
και τήν Χάρι, και όχι με πράξεις- συνεχίζει, «γιατί είμαστε δημιούργημα τού
Θεού, ό όποιος διά τού Ιησού Χριστού μάς έκανε καινούριους ανθρώπους, για να
μπορούμε να κάνουμε καλά έργα, πού τα προετοίμασε ό Θεός, γιά να είναι με αυτά
γεμάτη ή ζωή μας» .
Αυτοί
οι φίλοι με παρέπεμπαν στήν επιστολή του Ιακώβου, στήν όποια φαίνεται να
δηλώνει το ακριβώς αντίθετο από αυτά πού λέγει ό Απόστολος Παύλος, στήν προς
Έφεσίους επιστολή του:
Ποιο
είναι το όφελος, αδελφοί μου, αν κάποιος λέγει ότι έχει πίστη, δεν την
αποδεικνύει
όμως με έργα; Μήπως μπορεί μόνη της ή πίστη να τον σώσει; [...] "Έτσι και
η πίστη, αν δεν εκδηλώνεται με έργα, μόνη της είναι νεκρή [...]. Βλέπετε,
λοιπόν, ότι ό άνθρωπος δικαιώνεται από τα έργα και όχι μόνο από την πίστη .
Καθένα
από τα αντίθετα στρατόπεδα παρέθετε αμέτρητα αποδεικτικά κείμενα, γιά να
υποστηρίξει τήν δέση του, και τα οποία μου παρουσίαζαν με πάθος. Και οι δύο
πλευρές φαίνονταν πειστικές.
Ως
πρόεδρος τού Χριστιανικού Μετώπου γιά τήν Λύτρωση τού Κόσμου γνωρίστηκα με
κάποια μέλη της Χριστιανικής Μεταρρυθμισμένης Εκκλησίας, τα οποία δίδασκαν αυτά
πού λέγεται μεταρρυθμισμένη θεολογία. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν δύο παλιόφιλοι από
τούς πιο στενούς μου στο κολλέγιο, ό Τζωρτζ και ό Χάρι, πού ήταν καθοδηγητές
τού Χριστιανικού Μετώπου για την Λύτρωση τού Κόσμου σε άλλα κολλέγια της
ΝέαςΎόρκης. Αργότερα παρακολούθησαν σεμινάρια, συμπεριλαμβανομένου τού Θεολογικού
Σεμιναρίου τού Γουέστμινστερ, και έγιναν ιεραπόστολοι και στελέχη. Αυτοί
παρουσίαζαν μία ακόμη τρίτη δέση για την σωτηρία, ονομαζόμενη «τα πέντε σημεία
τού Καλβινισμού ».'Ένας από τούς πιο εξέχοντες ερμηνευτές ήταν ό σύγχρονος θεολόγος
Φράνσις Σέφερ, ό όποιος έχαιρε μεγάλης υπολήψεως ανάμεσα στους φοιτητές τού
κολλεγίου, και ήταν συγγραφέας βιβλίων τα όποια είχαν μεγάλη απήχηση.
Αυτοί
οι αυστηροί μεταρρυθμιστές καλβινιστές στήριζαν την αντίληψη της σωτηρίας στην
Σύνοδο τού Ντόρτ τού 1618, ή οποία υποστήριξε ότι μετά την πτώση των
πρωτοπλάστων ό άνθρωπος έγινε «εντελώς εξαχρειωμένος», ένας σκλάβος της αμαρτίας,
πού δεν έχει πλέον ελεύθερη εκλογή ή ελεύθερη βούληση για να επιστρέφει στον
Θεό. Σύμφωνα με αυτά το σύστημα αντίληψης, ένας άνθρωπος μπορεί να σωθεί μόνο,
αν ό Θεάς τού δώσει την Χάρι της σωτηρίας. Εκείνοι στους οποίους ό Θεάς δίνει
την Χάρι της σωτηρίας δεν μπορούν να αντισταθούν, ώστε να μην την λάβουν, ούτε
μπορούν εκείνοι στους οποίους ό Θεάς δεν την έδωσε να την λάβουν ποτέ. Ή
σωτηρία ενός ανθρώπου καθορίζεται από την επιλογή τού Θεού, όχι από τήν δική
του.
Οι
χριστιανοί μεταρρυθμιστές φίλοι μου ισχυρίζονταν, επίσης, ότι στηρίζουν τις απόψεις
τους σταθερά στήν Γραφή. Επικαλούνταν χωρία όπως:
«[...]
Δεν υπάρχει κανένας πού να αναζητεί τον Θεό και
Ό
Θεός, λοιπόν, ελεεί τον άνθρωπο ή σκληραίνει την καρδιά
του,
κατά το θέλημά του. Θα πει, βέβαια, κάποιος: «Τότε,
γιατί
ακόμη μάς βρίσκει σφάλματα ό Θεός; Ποιος τάχα μπορεί να αντισταθεί στο θέλημα
του;». Άνθρωπε, ποιος είσαι εσύ, λοιπόν, και κάνεις κριτική στον Θεό; Μπορεί να
πει ένα δημιούργημα στον δημιουργό του, «γιατί με έκανες έτσι;».
Δεν
είναι στο χέρι του αγγειοπλάστη να κάνει με τον πηλό ό,τι θέλει; Από το ίδιο
ύλικό φτιάχνει σκεύη πολύτιμα και σκεύη για τις πιο συνηθισμένες χρήσεις .
Βρήκα
φοβερή αυτήν την άποψη, σύμφωνα με την οποία δεν είχα την δυνατότητα να επιλέξω
την σωτηρία, διότι ήμουν εντελώς εξαχρειωμένος, και ότι μπορούσα να σωθώ μόνο,
άν ό Θεάς επέλεγε να με σώσει. Τί θά συνέβαινε άν ό Θεός επέλεγε να μην με σώσει;
Μολονότι δύο από τούς καλύτερούς μου παλιόφιλους από το κολλέγιο το πίστευαν,
εγώ δεν το πίστευα. Περισσότερο με είλκυε ή δέση εκείνων πού βρίσκονταν στα δύο
άλλα συγκρουόμενα στρατόπεδα, πού και τα δύο εστίαζαν στο χωρίο της Γραφής πού
λέγει ότι ό Θεός: «θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι και να γνωρίσουν σε βάθος
την αλήθεια» .
Επομένως,
το πρώτο πρώτο βήμα γιά να καταλάβω την σωτηρία ήταν μέσα σε μεγάλες αντιπαραθέσεις,
μεταξύ των πιο στενών χριστιανών φίλων μου.Όλοι ισχυρίζονταν ότι πιστεύουν
«μόνο στην Βίβλο», ωστόσο ερμήνευαν τις διδαχές της γιά την σωτηρία με τρόπους
διαμετρικά αντίθετους. Το ερμηνευτικό πρόβλημα γινόταν ακόμη πιο δύσκολο, όταν εμφανιζόταν
το δέμα της μελλοντικής εσχατολογικής κατάστασης των αλλοθρήσκων. Υπήρχε κάποια ελπίδα γιά αυτούς να σωθούν;
Κάποιοι ισχυρίζονταν ότι ή Γραφή λέγει ναι, και
κάποιοι όχι.Έάν οι χριστιανοί είχαν τόσο πολύ διαφορετικές απόψεις γιά
κάτι τόσο βασικό, όσο ή σωτηρία, τότε πόσο διαφορετικές πρέπει να είναι οι απόψεις
τους σε λιγότερο βασικά δέματα;
Στον
κύκλο των φίλων μου πού πίστευαν στην Βίβλο, ήμουν μάρτυρας μίας μικρής έκρηξης
αιρέσεων και σχισματικών κινημάτων. Καδένα από αυτά ισχυριζόταν ότι ήταν «αληθινό,
σύμφωνα με την Βίβλο», και βρισκόταν σε οδυνηρή σύγκρουση με τα άλλα. Σοβαρή
διαφωνία προέκυπτε για κάδε δέμα πού μπορεί να βάλει ό νους τού ανθρώπου: για τα
χαρισματικά δώρα, τήν ερμηνεία των προφητειών, τον σωστό τρόπο λατρείας, τήν
άγια κοινωνία, τήν διοίκηση της εκκλησίας, τήν μαθητεία, τήν πειθαρχία στήν
εκκλησία, τήν ηθική, τήν υποχρέωση λογοδοσίας, τήν κήρυξη τού ευαγγελίου, τήν
κοινωνική δράση, τήν σχέση πίστης και έργων, τον ρόλο των γυναικών, και τον οικουμενισμό.
Υπήρχαν τόσες απόψεις γιά τήν Δευτέρα Παρουσία, όσοι άνθρωποι υπήρχαν σε μία
δεδομένη συζήτηση.
Αυτά
ήταν μερικά από τα δέματα, γιά τα όποια αγωνιζόμουν να βρω απάντηση.
Οποιοδήποτε
ζήτημα μπορούσε να προκαλέσει απομάκρυνση των χριστιανών μεταξύ τους, και συνήθως
αυτά συνέβαινε. Όλοι σπεύδαμε να επικαλεστούμε τήν Γραφή λέγοντας: «εάν δεν υπάρχει
στήν Βίβλο, εγώ δεν το πιστεύω». Καδένας διεκδικούσε τήν ίδια εξουσία, τήν
όποια υποτίθεται ότι τού έδινε ή Βίβλος. Παρά ταύτα, μου φαινόταν ότι δεν ήταν
ή Βίβλος, αλλά ή προσωπική ερμηνεία της από κάδε άνθρωπο, ό όποιος γινόταν ή υπέρτατη
αυθεντία. Σε μία περίοδο πού χαρακτηρίστηκε τόσο πολύ γιά τήν εξέχουσα σημασία
πού έδινε στήν αυτοπεποίθηση, καδένας από εμάς γινόταν και ένας πάπας.
Ό
καρπός τού σεχταριστικού πνεύματος ήταν ή διαίρεση τού μικρού κύκλου φίλων μου,
πού έγινε ό μικρόκοσμος της Χριστιανοσύνης, αντικατοπτρίζοντας το ιδεολογικό
χάος, το οποίο προκάλεσε τήν ίδρυση κυριολεκτικά χιλιάδων ανεξάρτητων εκκλησιών
και θρησκευμάτων από τήν Προτεσταντική Μεταρρύθμιση.
ΣΥΝΕΧΙΣΕΤΕ...
ΒΙΒΛΟΓΡΑΦΙΑ. ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΩΝ ΘΕΟΔΩΡΩΝ ΑΡΟΑΝΙΑΣ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου