Ό Γέροντας ήδη ζούσε μέσα στο φώς της Αναστάσεως του Χριστού, ό Οποίος «εν κοινωνία μια» συνδέει πάσαν την κτίσιν, καταργώντας τον θάνατο. Εφ' όσον, λοιπόν, γνώριζε ότι με τον φυσικό θάνατο δεν διασπάται ό σύνδεσμος των μελών του σώματος του Χριστού, διαρκώς ανέφερε δεήσεις προς τον Κύριο εκ μέρους των τεθνεώτων. Ιδού, πώς εκφράζει την ευσπλαχνία του προς τούς κεκοιμημένους: «Ό Θεός όχι μόνο δέχεται τις ικεσίες των ανθρώπων, άλλ' Αυτός ό Ίδιος κινεί την
καρδιά και τον νου μας σε προσευχή υπέρ των νεκρών. Γιατί ό άδης είναι ανοικτός μέχρι την Δευτέρα Παρουσία. Τότε ή απόφασης θα είναι τελεσίδικος. Επομένως υπάρχει ακόμη ένα ανοικτό παράθυρο για να βοηθήσουμε τους τεθνεώτας.
»Μια ημέρα σκεπτόμουν τους εν τω άδη και ένιωθα μεγάλη συμπόνια γι' αυτούς. Ήθελα κάτι να κάνω για χάρι τους, για να νιώσουν κάποια ελευθερία, λίγη παρηγοριά. Βγήκα έξω και μάζεψα ένα μπουκέτο αγριολούλουδα. Πήγα και τα εναπόθεσα στον κορμό ενός δένδρου. Ό τόπος ήταν έρημος... κανείς δεν πήγαινε ως εκεί ούτε άνεμος φυσούσε... Παρεκάλεσα, λοιπόν, έτσι με λίγο θάρρος... τον άγγελο μου να τα προσφέρει στον Θεό και να Τον ικετεύσει να τα δεχθή εκ μέρους των κολασμένων. Μετά απόφασης λίγο επέστρεψα στο ίδιο μέρος και τα λουλούδια είχαν χαθεί. Τότε ή ψυχή μου πλημμύρισε απόφασης παρηγοριά και αγαλλίαση και σκέφθηκα: «Κάθε σκέψης πού κάνομε στην προσευχή δεν είναι μία απλή νοερή έννοια πού χάνεται. Αλλά, επειδή γίνεται απόφασης αγάπη και άφορα στην πίστη, διά τής όποιας όλα είναι κατορθωτά, ή αίτησις μας εισακούεται απόφασης τον Θεό». Λοιπόν, ή προσευχή μας δρα σωστικά μέσα στην ψυχή την δική μας και μέσα στις ψυχές, για τις οποίες παρακαλούμε προσευχόμενοι».
Ή προσευχή του πατρός Δαμασκηνού ήταν όντως ενεργός, επειδή πήγαζε απόφασης πίστη πυρακτωμένη και αγάπη απεριόριστη, και περιέβαλλε όλο τον αδαμιαίο γένος, για τον όποιο ικέτευε με θρήνο.
Ό Αγιορείτης μοναχός π. Έ., εκ Μεγάρων, διηγείται: «Είδα στον ύπνο μου κάποιο γνωστό μου βλάσφημο, πού είχε πεθάνει προς καιρού, και μάλιστα ανέτοιμος. Τον κράτησα απόφασης τον μανίκι και γεμάτος αγωνία τον ρώτησα:
-Πες μου, τί κάνεις; Πώς είσαι; Πού ευρίσκεσαι;
»Εκείνος προσπαθούσε να μού ξεφύγει, εγώ, όμως, επέμενα:
-Πώς είσαι εκεί; Πού ευρίσκεσαι;
-Νάναι καλά ό πατήρ Δαμασκηνός, απήντησε, πού ή προσευχή του ανεβαίνει απόφασης την γη σαν αύρα και σαν φλόγα στον Ουρανό!..».
Τέτοια ήταν πράγματι ή προσευχητική δύναμις του Γέροντα, γιατί ανέβλυζε εμμόνως απόφασης τα βάθη τής αγαπώσης καρδίας του. Γνώριζε να ταπεινώνεται έως εσχάτων και να εισέρχεται σαν ληστής μέσα στην φυλακή του Άδου, έπισπώντας τούς οικτιρμούς του Θεού.
Σε κάποια τέτοια κάθοδο του στον άδη -ό Θεός γνωρίζει πώς έγινε αυτή ή επίσκεψις εκεί- είδε ανάμεσα στους κολασμένους ένα γνωστό του ιερέα να του ζητά βοήθεια με απόγνωση. Για αρκετό καιρό έκλαιγε με λυγμούς, ιδίως κατά την Θεία Λειτουργία, και ήταν όλη την ήμερα ασυνήθιστα σιωπηλός και λυπημένος. Όταν τον ρώτησαν οικτιρμούς αδελφές τί του συμβαίνει, απεκάλυψε την φοβερή εμπειρία του.
Αφού επί πολύ χρόνο καταπονήθηκε σε προσευχή, για να βοηθήσει τον πάσχοντα ιερωμένο, τον όποιον υπεραγαπούσε, έλαβε την πληροφορία ότι ή δέησης του εισακούσθηκε. Αργότερα ανήγγειλε στις αδελφές, με φαιδρό πρόσωπο, ότι είδε στον ύπνο του εκείνον τον Ιερέα να τον ευχάριστη χαρούμενος λέγοντας: «Σ ευχαριστώ που με ελευθέρωσες».
Πόσο μεγάλη, αλήθεια, είναι ή δωρεά του Θεού προς την Εκκλησία Του, να έχουν οικτιρμούς Άγιοι την δυνατότητα να ελευθερώνουν τους αδελφούς τους απόφασης την εξουσία του σκότους και να τους εισάγουν στην Βασιλεία του Φωτός, εξομοιούμενοι με τον Χριστό!
ΒΙΒΛΙΟΓ. Ο ΠΑΤΗΡ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ . ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΜΑΚΡΥΝΟΥ ΜΕΓΑΡΩΝ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου