Προτού να έρθουν οι λευκοί άποικοι, αμερικάνικες ινδιάνικες φυλές κατοικούσαν στην περιοχή, της Πλατίνας αλλά τον 19ο αιώνα οι περισσότεροι εκδιώχθηκαν. Τον 1852 μια ολόκληρη κατασκήνωση, κάπου εκατό Ινδιάνοι της φυλής Γουίντου -άνδρες, γυναίκες και παιδιά- θανατώθηκαν με άσπλαχνο τρόπο στην τοποθεσία «Φυσική Γέφυρα», περίπου δεκαπέντε χιλιόμετρα από τη σκήτη.
Την 1η Απριλίου του 1971, ό Ευγένιος συνάντησε έναν απόγονο από αυτούς τούς πρώτους κατοίκους της περιοχής. Ό Γκλέμπ γράφει: «Κάποτε, όταν είχαμε μεγάλη ανάγκη να επεκτείνουμε τον τυπογραφείο μας προκειμένου να διαδώσουμε τον λόγο τού Θεού στους γείτονές μας, ό Ευγένιος πήγε στην πόλη για να αγοράσει ξυλεία. Στην επιστροφή, μεταφέροντας τον φορτίο με την ξυλεία, σταμάτησε στην Πλατίνα για να παραλάβει την αλληλογραφία. Στο γκισέ του ταχυδρομείου καθόταν ένας ψηλός άνδρας πού φαινόταν έξυπνος, γύρω στα σαράντα, με ασιατικά χαρακτηριστικά. Μιλούσε αργά και σταθερά, με κάποια λεπτότητα, και ρώτησε χωρίς να κοιτάζει τον Ευγένιος: "Τί κάνετε με όλη αυτή την ξυλεία πού έχετε στο φορτηγάκι έξω;". Ό Ευγένιος απάντησε πώς τη μετέφερε για τον χτίσιμο ενός παρεκκλησίου. "Αυτή ή γη ανήκει σε μας, τους Ινδιάνους", είπε ό άνδρας, "και θα κάνω οτιδήποτε χρειαστεί για να σας σταματήσω".
Τότε, ό Ευγένιος του είπε: "Χτίζουμε τον σπίτι του Θεού, του Όποιου είμαστε παιδιά". Ό άνδρας κατανόησε τον σκοπό και άλλαξε τον τόνο της φωνής του. "Λοιπόν, ελπίζω να προχωρήσει", είπε. "Αλλά δεν μ' αρέσει ότι γίνεται εδώ γύρω".
"Είσαι απόγονος των κατοίκων πού ζούσαν εδώ;", ρώτησε ό Ευγένιος. "Ναι".
"Από ποιά φυλή είσαι;".
"Γουίντου".
"Κατοικούσε ή φυλή σου σε αυτή την περιοχή;".
"Ναι, παντού".
Επιστρέφοντας πίσω στον λόφο της σκήτης, ό Ευγένιος συνδύασε τα δεδομένα αυτής της συνάντησης και σκέφτηκε πώς ίσως προμηνύονται στενοχώριες. Μετά όμως χαμογέλασε και είπε: "Πάντως εργαζόμαστε προς όφελος των ντόπιων Ινδιάνων".
Πράγματι, ή αλήθεια της Ορθοδοξίας, την οποία είχε μεταφέρει ό άγιος Γερμανός στους ιθαγενείς της Αμερικής στην Αλάσκα, έπρεπε να αποκαλυφθεί και στους γηγενείς Αμερικανούς των δυτικών περιοχών. Ό Ευγένιος συχνά επεσήμαινε την ανάγκη να κάνουμε γνωστή την αρχέγονη Ορθοδοξίας στους γείτονές μας, πάντοτε ενθυμούμενος τη συνάντησή του με τον εκπρόσωπο εκείνης της ευγενούς φυλής».
"Ένα από τα πιο αγαπημένα βιβλία του Ευγένιου ήταν τον Ό Ισι σε δυο κόσμους: Ή βιογραφία του τελευταίου αγρών Ινδιάνου στη Βόρεια Αμερική. Ό Ισι ήταν ό μόνος πού επέζησε από τη φυλή Γιαχί, πού κατοικούσε στην περιοχή του λόφου πού βρισκόταν κάτι λιγότερο από ογδόντα μίλια ανατολικά της Πλατίνα, κοντά στο βουνό Λάσσεν. Ό Ευγένιος συχνά μιλούσε σχετικά με τον Ισι και αργότερα επρόκειτο να θέσει ως απαραίτητη προϋπόθεση την ανάγνωση του βιβλίου για κάθε δόκιμο πού ερχόταν στην σκήτη. Ή απλότητα του Ισι και ή εγγύτητα του με τη φύση, ίσως του θύμιζε τον Λάο Τσέ στην αρχαία Κίνα. Σύμφωνα με τα λόγια του καλύτερου φίλου του Ισι στα μετέπειτα χρόνια, του δρ. Σάξτον Πόπ: «Ή ψυχή του Ισι ήταν αυτή ενός παιδιού, τον μυαλό του, όμως, αυτό ενός φιλοσόφου».
Ό Ευγένιος συχνά σκάλιζε τον έδαφος για να βρει κάποια αιχμή βέλους και οτιδήποτε άλλο από τούς γηγενείς κατοίκους της περιοχής. Ή σκέψη ότι ζούσε σε παρθένο έδαφος, σε ένα λόφο ό όποιος δύσκολα είχε γνωρίσει την παρουσία των λευκών, πάντα τον γυρνούσε πίσω στους Ινδιάνους .
Ο Ευγένιος είχε επίσης μεγάλη περιέργεια να γνωρίσει ένα λευκό για τον όποιο είχε ακούσει πώς για σαράντα χρόνια ζούσε μόνος του στο δάσος, αρκετά χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της σκήτης, σε ένα οροπέδιο κοντά στις εκβολές του ποταμού Ιγκλ. Σύμφωνα με τη μαρτυρία κάποιου πού τον είχε συναντήσει, αυτός ό άνθρωπος είχε αναπτύξει μία γλώσσα επικοινωνίας με τα πουλιά μιμούμενος τούς ήχους τους. Τα πουλιά έρχονταν σε αυτόν, και μπορούσε να περάσει αρκετή ώρα μαζί τους ανταποδίδοντας τους τα κελαηδίσματα τους. Αυτός ποτέ δεν έφαγε κρέας. Όσοι τον επισκέπτονταν έπρεπε να είναι πολύ ήσυχοι, επειδή δεν του άρεσε ό θόρυβος. Ή κατοικία του δεν είχε εύκολη πρόσβαση, ήταν όντως απομακρυσμένη από κάθε δρόμο, και όποιος ήθελε να πάει σε αυτόν χρειαζόταν οδηγό. Περισσότερο από μία φορά ό Ευγένιος προσπάθησε να ρυθμίσει τα πράγματα ώστε να πάει εκεί, αλλά ποτέ δεν τον κατάφερε. Για χρόνια σκεφτόταν και μιλούσε πολλές φορές γι' αυτό τον ερημίτη, γνωστό ως «άνθρωπο-πουλί», στον όποιο έβλεπε καθαρά ένα συγγενικό πνεύμα του ησυχασμού.
Πολλά χρόνια μετά την κοιμήση του Ευγένιου η αδελφότητα του έκανε φίλους αυτόχθονες ηλικιωμένους Αμερικανούς από την γειτονική πόλη του Κοττονγουντ. Με τα χρόνια οι ηλικιωμένοι αυτοί επισκέπτονταν την σκήτη της Πλατίνας ερχόμενοι ακόμη και σε αυτή την αγρύπνια της αναστάσιμης ακολουθίας του Πάσχα.
ΒΙΒΛ. Π. ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΡΟΟΥΖ Η ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΤΟΜΟΣ Β
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου