Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τρίτη 17 Σεπτεμβρίου 2013

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία τοῦ πρωτοπρεσβύτερου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου, ἐπάνω στό χωρίο τοῦ κατά Λουκᾶν Εὐαγγελίου, κεφάλαιο 8ο, στίχοι 5 ἕως 15, στά πλαίσια τῆς ἑρμηνείας τοῦ κηρύγματος τῆς Κυριακῆς, πού ἔγινε τήν Κυριακή στίς 17-10-2010





Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία τοῦ πρωτοπρεσβύτερου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου, ἐπάνω στό χωρίο τοῦ κατά Λουκᾶν Εὐαγγελίου, κεφάλαιο 8ο, στίχοι 5 ἕως 15, στά πλαίσια τῆς ἑρμηνείας τοῦ κηρύγματος τῆς Κυριακῆς, πού ἔγινε τήν Κυριακή στίς 17-10-2010.

Ἡ παραβολή τοῦ σπορέως πού ἀκούσαμε στό σημερινό Εὐαγγέλιο, ἡ τόσο γνωστή εἶναι, σέ ἕνα πρῶτο κοίταγμα πολύ εὔληπτη καί πολύ κατανοητή. Τόσο κατανοητή καί γνωστή στό πλήρωμα τοῦ λαοῦ τῆς Ἐκκλησίας μας, πού θά ἐρωτοῦσε κανείς: «τί ἄλλες ἑρμηνευτικές προσεγγίσεις θά μποροῦσε νά κάνει κάποιος, παρά νά μιλήσει γιά τά γνωστά;».
Κι ὅμως μέ τό ἴδιο αὐτό κείμενο, μέ αὐτά τά λόγια τοῦ Χριστοῦ μας ἀνοίγεται ἕνα πολύ μεγάλο θέμα, τό ὁποῖο ἀφορᾶ τόν κάθε Χριστιανό καί εἶναι τό πῶς κατανοοῦνται μέσα στήν Ἐκκλησία τά λειτουργικά κείμενα. Πῶς μποροῦμε νά ζήσουμε τά κείμενα; Πολλοί λένε, «δέν καταλαβαίνουμε τί γίνεται στά τελούμενα μέσα στήν Ἐκκλησία».

Τό κείμενο αὐτό τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου μέ ἁπλό καί θεολογικό τρόπο δίνει ἀπάντηση στό πῶς θά μποροῦμε νά   κατανοοῦμε τά κείμενα αὐτά. Ἡ ἀπάντηση πού δίνει ἐδῶ ὁ Χριστός ὅταν Τοῦ λένε οἱ μαθητές Του «τί σημαίνει αὐτή ἡ παραβολή;» εἶναι στό πρῶτο ἄκουσμά της προβληματική. Τούς λέει: «Ἐσεῖς εἶστε ἐδῶ γιά νά ἀκοῦτε τά μυστήρια τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἄλλοι θά τά ἀκοῦνε σέ παραβολές». Δηλαδή, τό μυστήριο εἶναι τόσο εὔκολο νά κατανοηθεῖ; Ἐνῶ ἡ παραβολή πού εἶναι μιά ἁπλή διήγηση εἶναι δύσκολη; Μάλιστα, ὅπως φαίνεται μέσα στό κείμενο ὁ Χριστός προβάλλει καί μιά πρόσθετη δυσκολία ὅταν λέγει ὅτι: «σέ αὐτούς μιλῶ μέ παραβολές γιά νά φαίνεται ὅτι βλέπουν, ἐνῶ δέν βλέπουν καί γιά νά φαίνεται ὅτι ἀκοῦν, ἐνῶ δέν ἀκοῦν». Ἀλλά, γιατί νά ὑπάρχει αὐτή ἡ δυσκολία;

Πέρα ἀπ᾽ ὅλη αὐτή τή δυσκολία ὅμως αὐτή ἡ παραβολή τοῦ σπορέως μέ τά ἴδια τά λόγια τοῦ Χριστοῦ ἀνοίγει ἕνα πολύ μεγάλο θέμα. Τό θέμα τῆς κατανοήσεως τῶν λόγων τῆς Ἐκκλησίας. Δίνει ὅμως καί τό κλειδί τοῦ ξεκλειδώματος αὐτοῦ τοῦ «γρίφου», θά ἔλεγα, πού ἀφορᾶ πολλές φορές τόν λαό μας καί πού ἔχει ταλαιπωρήσει τήν Ἐκκλησία μέ τίς προσπάθειες μεταφράσεως τῶν λειτουργικῶν κειμένων, τῶν ἀκολουθιῶν κ.λπ., οἱ ὁποῖες ἔχουν δημιουργήσει πολυποίκιλες μορφές διαταράξεως τῆς ἰσορροπίας τῆς Ἐκκλησίας.
Ἄς δοῦμε ὅμως τί κρύβεται στή ρίζα, στόν πυρήνα αὐτοῦ τοῦ κειμένου τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου καί ἄς ψάξουμε νά δοῦμε ποῦ εἶναι οἱ λύσεις τοῦ προβλήματος αὐτοῦ. Ἄς ξεκινήσουμε μέ αὐτό πού λέει ὁ Χριστός: «ἵνα βλέποντες μή βλέπωσι καί ἀκούοντες μή ἀκούωσι». Τί θά πεῖ αὐτό; Ὅτι μπορῶ νά βλέπω κάτι καί ταυτόχρονα νά μήν τό βλέπω; Βεβαίως. Ἅμα δέν ἔχω βαθύ κοίταγμα, ἅμα δέν ἔχω καθαρές αἰσθήσεις μπορεῖ   νά βλέπω κάτι καί ἄν ἔχω κάποια μορφή εἰδικῆς μυωπίας νά μήν τό βλέπω. Μπορεῖ νά νομίζω ὅτι τό βλέπω, ἀλλά στήν πραγματικότητα νά μήν τό βλέπω. Ἤ ἄν ἔχω κάποια πάθηση στόν ἐγκέφαλό μου οἱ ἄλλοι μπορεῖ νά νομίζουν ὅτι ἀκούω τούς ἤχους καί βλέπω τά διάφορα ἐξωτερικά ἐρεθίσματα καί ὅμως ἐγώ νά μήν τά καταλαβαίνω. Ἄρα πολλές φορές μπορεῖ νά ὑπάρχει μιά βαθιά ἐσωτερική ἔλλειψη μέσα μας πού δέν μᾶς ἀφήνει νά κατανοήσουμε αὐτό πού βλέπουμε καί ἀκοῦμε.

Καί ἐδῶ ἀκριβῶς ὁ Χριστός ἀνοίγει μέ ἕναν μοναδικά ἁπλό τρόπο τόν δρόμο στή νηπτική καί ἀσκητική θεωρία τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἡ πρότασή Του, πού θά τή δοῦμε ἀμέσως τώρα εἶναι ἀκριβῶς τό νά μποῦμε στή νηπτική διαδικασία τῆς Ἐκκλησίας μας καί στήν κάθαρση τῶν παθῶν ὅπου τότε ὅλα θά γίνονται κατανοητά. Ἔξω ἀπ᾽ αὐτήν καί τά ἁπλά πράγματα θά εἶναι ἀκατανόητα καί τό ἁπλό «Κύριε ἐλέησον» θά εἶναι ἀκατανόητο καί τό «Παράσχου Κύριε» θά εἶναι ἀκατανόητο καί τό «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» θά εἶναι ἀκατανόητο, ὅλα καί τά κατανοητά καί τά ἀκατανόητα καί τά μυστήρια καί τά μή μυστήρια θά εἶναι ἀκατανόητα γιά τόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἄν δέν μπεῖ στήν πρόταση τοῦ Χριστοῦ πού κρύβει μέσα της ἀκριβῶς αὐτή τή νηπτική θεωρία.

Πιό συγκεκριμένα ποιά εἶναι αὐτή ἡ πρότασή Του;

Ἡ πρότασή Του ἀνοίγει τόν δρόμο σέ τρεῖς φάσεις: Τίς ἀποκαλύπτει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός πολύ ἁπλά στά τρία ἐπίπεδα τῆς διηγήσεως τῆς παραβολῆς τοῦ σπορέως. Αὐτά ἦταν ὁ σπόρος πού πέφτει στόν δρόμο, ὁ σπόρος πού πέφτει στήν   πέτρα καί ὁ σπόρος πού πέφτει μέσα στά ἀγκάθια. Στήν ἑρμηνεία τῆς περιπτώσεως τοῦ σπόρου πού πέφτει στόν δρόμο λέγει: «Κοιτάξτε, ἔρχεται ὁ διάβολος καί παίρνει αὐτό πού ἔχετε στόν νοῦ σας». Ἔτσι ἀνοίγει τήν πρώτη φάση τῆς νηπτικῆς θεωρίας πού εἶναι ἡ πρόσληψη, ὁ «συνδυασμός» τῶν λογισμῶν, τῶν πειρασμῶν καί τῶν ὁποιωνδήποτε διαλογισμῶν. Βασικό μέγεθος γιά μιά ἐπικειμένη πτώση μας ἤ γιά τά περαιτέρω πάθη μας εἶναι ἡ κουβέντα πού κάνουμε μέ τόν διάβολο, ὁ «συνδυασμός» λένε οἱ Πατέρες πού κάνουμε μέ τόν διάβολο. «Συνδυασμός» σημαίνει ἀποδοχή τοῦ πειρασμοῦ. Εἶναι τό πρῶτο μέγεθος. Τό λέει ὁ Χριστός: «Ἔρχεται ὁ διάβολος καί παίρνει [τόν λόγο τοῦ Θεοῦ πού ἔχει σπείρει ὁ Θεός στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου]». Βάζει λοιπόν τόν ἀκροατή τῆς παραβολῆς στό πρῶτο στάδιο τῆς νηπτικῆς θεωρίας πού εἶναι ὅτι δέν πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά κουβεντιάζει μέ τόν πειρασμό. Δέν πρέπει νά προσλαμβάνει τόν λόγο τοῦ πειρασμοῦ. Ὁ διάβολος μπορεῖ νά ἔρχεται καί νά μοῦ λέει ὁτιδήποτε ἀλλά ἐγώ δέν πρέπει νά τόν δέχομαι, νά προσλαμβάνω ἐκεῖνα πού μοῦ λέει.

Στό δεύτερο ἐπίπεδο πού εἶναι ὁ σπόρος πού πέφτει ἐπάνω στήν πέτρα, κατά τό ὁποῖο μπορεῖ νά δεχθεῖς τόν λόγο τοῦ Θεοῦ μέ χαρά ἀλλά νά μήν καρποφορήσει, ἡ ἀποτυχία ὀφείλεται στό ὅτι αὐτό τό μέγεθος δέν τό καλλιέργησες σέ βάθος καί σέ χρόνο. Ὅ,τι κάνει ἡ Ἐκκλησία τό κάνει σέ βάθος καί σέ χρόνο.

Κάθε τι στήν Ἐκκλησία θέλει μιά ἐμμονή, μιά ἐπιμονή, μέ προσευχή, μέ ταπείνωση, μέ πολλή ἄσκηση καί μέ πολύ πόνο. Γι᾽ αὐτό βλέπετε σέ αὐτήν τήν περίπτωση προσλαμβάνει ὁ ἄνθρωπος τόν   λόγο τοῦ Θεοῦ μέ πολλή χαρά ἀλλά ἐπειδή δέν ἔχει ριζώσει σέ βάθος μέσα στήν ψυχή του, δέν γίνεται τίποτα. Ἐδῶ ὁ Χριστός μᾶς ζητᾶ πέρα ἀπό τόν μή συνδυασμό μέ τόν πειρασμό νά ἀποκτήσουμε ἕνα βάθος. Τό βάθος ἀποκτᾶται μέ πολυχρόνια δουλειά. Βλέπετε ἕνας ἐργάτης γιά νά ἀνοίξει ἕνα βαθύ λάκκο, πόσες ἡμέρες, ἴσως καί μῆνες, πρέπει νά ἐργασθεῖ καί νά δουλέψει.
Χρειάζεται λοιπόν, μιά ἐπιμονή στά ἴδια τά μεγέθη. Βλέπετε ἡ Ἐκκλησία κάθε μέρα κάνει Ὄρθρο, Θεία Λειτουργία καί Ἑσπερινό. Κάνει τά ἴδια καί τά ἴδια. Φαίνονται τά ἴδια ἀλλά καλλιεργοῦν τό βάθος. Ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ κάθε μέρα νά προσευχόμαστε, κάθε τόσο νά νηστεύουμε, νά εἴμαστε καί νά μένουμε στίς ἴδιες ἀρετές μόνιμα. Κι εἶναι αὐτό τό βάθος πού προσπαθεῖ ἡ Ἐκκλησία νά καλλιεργήσει, πού τό ξεχνᾶμε γιατί εἴμαστε πρόχειροι. Αὐτό εἶναι τό δεύτερο στοιχεῖο αὐτῆς τῆς νηπτικῆς θεωρίας τό ὁποῖο μετά ἀξιοποιήθηκε ἀπό ὅλους τούς νηπτικούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.

Καί τό τρίτο στοιχεῖο αὐτῆς τῆς νηπτικῆς θεωρίας εἶναι ἐκεῖ ὅπου πέφτει ὁ σπόρος στά ἀγκάθια καί δέν προσλαμβάνεται. Καί λέει ὁ Χριστός τό γιατί. Μιλάει γιά τίς ἡδονές καί τόν πλοῦτο. Μιλάει γιά πράγματα τά ὁποῖα μᾶς δένουν μέ τόν κόσμο καί δέν μποροῦμε νά προσληφθοῦμε ἀπό τόν Θεό, οὔτε νά προσλάβουμε τά τοῦ Θεοῦ. Ἐγκαταλείπουμε ὅλη τή στροφή πρός τόν Θεό πού κάναμε κάποια στιγμή διά τῆς μετανοίας, πού εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἀρετή καί στρεφόμαστε στά πράγματα τοῦ κόσμου μέ τά ὁποῖα πρέπει μόνο περιστασιακά νά ἐμπλακοῦμε ἁπλά καί μόνο γιά νά κάνουμε χρήση. Καί ἐκεῖ δενόμαστε.

Καί τά τρία αὐτά ἐπίπεδα, δηλαδή   ἡ μή πρόσληψη τῶν πειρασμῶν, τό νά μήν ἀσχολεῖται κάποιος μέ τά πράγματα τοῦ κόσμου, πέρα ἀπό ἐκεῖνο πού εἶναι ἀναγκαῖο γιά νά τό χρησιμοποιεῖ καί ἡ μή τέλεση τῆς δουλειᾶς, τῆς νηπτικῆς ἐργασίας δηλαδή, σέ βάθος εἶναι τά βασικά μεγέθη -ἄξονες τῆς Ὀρθοδόξου Νηπτικῆς Θεωρίας. Ἔτσι θά τήν λέγαμε. Ἄν διαβάζατε ὅλη τή φιλοκαλία καί ὅλο τόν Ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη στή ρίζα τους αὐτά θά βρίσκατε. Αὐτά ἀξιοποιήθηκαν καί ἀπό    τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.
Λοιπόν ἔτσι γίνεται ἡ ἀποκάλυψη τοῦ μυστηρίου [τοῦ νά ἀρχίσεις νά ἀκοῦς πραγματικά καί νά καταλαβαίνεις αὐτά πού ἀκοῦς μέσα στήν Ἐκκλησία].

 Ὁ Θεός παραμένει μυστήριο ἀλλά ἀποκαλύπτεται στίς ἀνθρώπινες αἰσθήσεις, ἄν ὅμως προηγουμένως οἱ ἀνθρώπινες αἰσθήσεις καθαρισθοῦν καί καλλιεργηθοῦν. Καί θά καλλιεργηθοῦν μέ αὐτά τά μεγέθη ἐπάνω σέ αὐτούς    τούς ἄξονες τῆς νηπτικῆς θεωρίας. Ἄν οἱ αἰσθήσεις δέν καλλιεργηθοῦν καί τά μυστήρια τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι δυνατόν νά κατανοηθοῦν, θά παραμένουν ἀκατανόητα.

Ἀλλά ἀκατανόητο εἶναι ἐπίσης καί τό ὅτι γινόμαστε οἱ ἴδιοι ἀκατανόητοι ὅταν μπαίνουμε μέσα στήν Ἐκκλησία καί λέμε: «δέν καταλαβαίνουμε τίποτα» καί διαμαρτυρόμαστε. Καί ζητᾶμε ἐξωτερικές ἀλλαγές (μεταφράσεις τῶν κειμένων κ.λπ.). Ἀλλά αὐτά τά πράγματα δέν διορθώνονται ἔτσι. Ἡ ἀλλαγή πρέπει νά γίνει μέσα μας. Καί ἡ ἀλλαγή θά γίνει μέσα μας ὅταν συμβοῦν τά παραπάνω. Καί τότε ἐπειδή ἀνοίξαμε τόν δρόμο στή Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ θά μᾶς φωτίσει καί τότε ὅλα θά γίνονται κατανοητά.

Αὐτά εἶναι ἡ λύση τοῦ λεγομένου «προβλήματος τῆς κατανοήσεως καί τῆς μεταφράσεως τῶν λειτουργικῶν κειμένων». Αὐτός εἶναι ὁ ἄξονας. Γι᾽ αὐτό αὐτή ἡ παραβολή τοῦ σπορέως εἶναι πάρα πολύ   καίρια, γι᾽ αὐτό καί τό θέμα ἀφορᾶ ὁλόκληρο τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Καί ἄν ἐσεῖς διαμαρτυρηθεῖτε ὅτι αὐτά τά ὁποῖα τελέσαμε ἐδῶ σήμερα στή Θεία Λειτουργία δέν τά καταλάβατε, πρίν νά διαμαρτυρηθεῖτε καί πρίν διαβάσετε ἑρμηνευτικές προσεγγίσεις ἀπό κείμενα, πράγμα πού ἀσφαλῶς σᾶς παροτρύνω νά κάνετε, θά πρέπει νά μπεῖτε σέ αὐτά τά μεγέθη τῆς νηπτικῆς θεωρίας. Βιωματικά ὅμως καί στό τρίπτυχο πού ἀναλύσαμε. Καί τότε ὅλα ἀποκαλύπτονται μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ.


Ἡ παραβολή τοῦ σπορέως... Τόσο γνωστή καί τόσο ἄγνωστη... Τόσο μυστήριο καί τόσο φανερούμενο... Κι ὅλα νά ἐξαρτῶνται ἀπό μᾶς...

Δεν υπάρχουν σχόλια: