Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τετάρτη 6 Ιανουαρίου 2016

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΣΜΕΜΑΝ . ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ.










Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ

Όσα αναφέρθηκαν παραπάνω, μας οδηγούν τώρα σταθερά ενώπιον του βασικού μας θέματος, που είναι το κήρυγμα της Ανάστασης, ή καρδιά του Χριστιανισμού. Θα ήθελα με έμφαση να τονίσω πώς δεν αναφέρομαι γενικά στην αθανασία της ψυχής μετά το χωρισμό της από το σώμα, ούτε απλά σε μια μορφή μυστικής και ασώματης ύπαρξης έντός ενός «άλλου», μυστηριώδη και νεφελώδη κόσμου. Μιλώ πολύ συγκεκριμένα για την Ανάσταση.





«Άναστήσονται οι νεκροί και έγερθησονται οι εν τοις μνημείοις και πάντες οι εν τη γή άγαλλιάσονται»! Πώς αντηχούν αυτές οι λέξεις!


 Πόσο θριαμβευτικές, χαρμόσυνες και γεμάτες απαντοχή ! Πόσο ελπιδοφόρα μάς προϊδεάζουν για τα επερχόμενα, καθώς τις ακούμε αργά τη νύχτα της Μεγάλης Παρασκευής, όταν ήδη έχει αρχίσει μέσα από το σκοτάδι και τη θλίψη του Σταυρού, του μνήματος και τών «όθονίων», να λάμπει το ολόλαμπρο φώς του επερχόμενου Πάσχα. Έτσι ακριβώς όπως μάς διαβεβαιώνει με απλότητα το αρχαιότερο χριστιανικό σύμβολο πίστεως, το αποκαλούμενο Αποστολικό Σύμβολο: «Πιστεύω εις... σαρκός άνάστασιν».
Όταν ό Χριστός, σύμφωνα με την ευαγγελική διήγηση, εμφανίστηκε μετά την Ανάστασή Του στους έντρομους και σαστισμένους μαθητές, εκείνοι «έδόκουν πνεύμα θεωρεΐν» - νόμισαν πώς βλέπουν φάντασμα. Τους είπε: 
 «Τί τεταραγμένοι έστέ... εγώ ειμί- ψηλαφήσατε με και ίδετε ότι πνεύμα σάρκα και όστέα ούκ έχει καθώς εμέ θεωρείτε έχοντα». Και στη συνέχεια πήρε ψάρι και ψωμί και «ενώπιον αυτών έφαγεν» (Λουκ. 24,36-43).
Οι μαθητές ξεκίνησαν από την Ιερουσαλήμ με το μήνυμα της Ανάστασης και κήρυξαν την ανάσταση των νεκρών μέχρι τις εσχατιές της γης. Κι αυτή ή πίστη, αυτή ή χαρμόσυνη αγγελία, αυτό το κήρυγμα έγινε ή χαρά και ή ζωή εκείνων που έκαναν τά λόγια τών Αποστόλων δικά τους.


Ωστόσο, για κείνη την εποχή το κήρυγμα της Ανάστασης ήταν παράλογο, ανήκουστο. Ό τότε κόσμος μπορούσε διστακτικά να δεχτεί την έννοια της αθανασίας της ψυχής, μα την ανάσταση τών σωμάτων τη θεωρούσε ολότελα γελοία. Όταν ό απόστολος Παύλος κήρυξε την Ανάσταση στην Αθήνα, στο απόλυτο κέντρο της ελληνικής σοφίας και καλλιέργειας, οι φιλόσοφοι που τον άκουσαν γέλασαν και του είπαν: «άκουσόμεθά σου πάλιν περί τούτου» (Πράξ. 17,32).



Όμως είμαι πεπεισμένος ότι ακόμα και τώρα, δυο χιλιάδες χρόνια μετά τη θεμελίωση του Χριστιανισμού, είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο για την ανθρωπότητα να κατανοήσει αυτό το μήνυμα, να κατανοήσει το γιατί ή ίδια ή ύπαρξη του Χριστιανισμού στηρίζεται πάνω σ’ αυτήν τη διδασκαλία. Πράγματι, το Πάσχα είναι για μάς γιορτή. Αναμφισβήτητα κάτι συμβαίνει μέσα μας 
όταν κάθε χρόνο ή σιωπή του δειλινού εκείνης της μέρας ραγίζει από το «Χριστός άνέστη!» και από τη μοναδική απόκριση σ’ αυτό, το «Αληθώς άνέστη!». Όμως, αν εκείνη τη στιγμή επιχειρήσουμε να στοχαστούμε το νόημα όλων αυτών, να στοχαστούμε το αληθινό περιεχόμενο της γιορτής τού Πάσχα, την αιτία της χαράς μας και το νόημά της για μάς -για μένα-, τότε όλα γίνονται θολά και δυσνόητα.



«Ανάσταση των σωμάτων» — τί εννοούμε, αλήθεια, μ’ αυτό; Τί γίνεται μ’ αυτό το σώμα που αναλύθηκε στη γη κι επέστρεψε στο μυστηριώδη κύκλο της φύσης; Μήπως πρέπει να περιμένουμε ότι αυτά τα κόκαλα θα αναστηθούν; Και γιατί αλήθεια, χρειαζόμαστε σώμα σ’ αυτόν το μυστικό , πνευματικό «άλλο» κόσμο; Δεν μάς δίδαξαν οι μύστες κι οι σοφοί όλων τών εποχών ότι ίσα ίσα το θετικό νόημα τού θανάτου είναι ότι μάς απελευθερώνει από τη φυλακή, όπως λένε, τού σώματος κι από τη μακρόχρονη εξάρτηση από την υλική, φυσική, σωματική ζωή, καθιστώντας τις ψυχές μας φωτεινές, άυλες, ελεύθερες, πνευματικές ;


Ίσως να μπορέσουμε να προσεγγίσουμε αυτό το ερώτημα μέσα από μια νέα προοπτική, αν εξετάσουμε το νόημα του σώματος προσεκτικότερα• κι επιπλέον, όχι άφηρημένα, όχι φιλοσοφικά, άλλα θα έλεγα, πρακτικά. Με άλλα λόγια, πρέπει να εξετάσουμε το ρόλο που το σώμα διαδραματίζει στη ζωή μας, στη δική μου ζωή.


Είναι ασφαλώς τελείως ξεκάθαρο ότι τά πάντα στο σώμα μας είναι παροδικά κι εφήμερα. Οι βιολόγοι έχουν υπολογίσει ότι όλα τά κύτταρα του σώματός μας ανανεώνονται κάθε επτά χρόνια. Επομένως, από άποψη φυσιολογίας κάθε επτά χρόνια έχουμε καινούργιο σώμα. Κατά συνέπεια, το σώμα που στο τέλος της ζωής μου εναποτίθεται στο μνήμα ή που αναλώνεται στην πυρά δεν είναι πλέον το ίδιο σώμα με όλα τά προηγούμενα. Και σε τελευταία ανάλυση, καθένα από τά σώματά μας δεν είναι τίποτα άλλο από την ατομική μας ενσάρκωση μέσα στον κόσμο - αφενός μεν με τη μορφή της εξάρτησής μας από τον κόσμο, και αφετέρου με τη μορφή της ζωής και της δραστηριότητάς μας εντός του κόσμου.


Στην ουσία, το σώμα μου είναι ή σχέση μου με τον κόσμο, με τούς άλλους• είναι ή ζωή μου ως κοινωνία, ως αμοιβαιότητα. Καθετί ανεξαιρέτως μέσα στο σώμα, μέσα στον ανθρώπινο οργανισμό , έχει δημιουργηθεί γι’ αυτήν τη σχέση, γι’ αυτήν την κοινωνία,γι’ αυτήν την έξοδο από την ατομικότητα. Δεν είναι ασφαλώς τυχαίο ότι ή αγάπη, ή υψηλότερη μορφή κοινωνίας, βρίσκει την ενσάρκωσή της στο σώμα: το σώμα είναι πού βλέπει, άκουει,αισθάνεται και με εξάγει μ’ αυτόν τον τρόπο από την εγωκεντρική μου μόνωση.


Αν ισχύουν πράγματι όλα αυτά, τότε μπορούμε να αντιτάξουμε πώς το σώμα δεν είναι ό σκοτασμός της ψυχής, άλλα μάλλον ή ελευθερία της, αφού το σώμα είναι ή ψυχή ως Αγάπη, ως κοινωνία, ως ζωή, ως κίνηση. Κι αυτός είναι ό λόγος πού ή ψυχή, όταν χωρίζεται από το σώμα, όταν χάνει το σώμα, χάνει και την ίδια τη ζωή, πεθαίνει - έστω κι αν αυτός ό θάνατός της δεν είναι μια ολική εκμηδένιση, άλλα μια λανθάνουσα κατάσταση, κάτι σαν κοίμηση.


Κι έτσι, κάθε μορφή ύπνου -όχι μόνο ή κοίμηση τού θανάτου - είναι ένα είδος θανής για τον οργανισμό, αφού κατά τη διάρκεια τού ύπνου, 
αυτό ακριβώς το σώμα είναι που κοιμάται και παραμένει ανενεργό. Και σ’ αυτήν την κατάσταση δεν συναντούμε ζωή αληθινή, άλλα ζωή που έχει ανασταλεί - δεν υπάρχει τίποτα άλλο παρά μόνο ύπνος. Αν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε όταν ό Χριστιανισμός μιλάει για ανάσταση τών σωμάτων, δεν εννοεί ζωοποίηση τών οστών και τών μυών, αφού τα οστά και οι μύες και ολόκληρος ό υλικός κόσμος είναι «πουκάμισο αδειανό» -τίποτα παραπάνω από κάποια βασικά φυσικά στοιχεία, τίποτα παραπάνω τελικά από άτομα. Και στα στοιχεία αυτά δεν υπάρχει τίποτα το προσωπικό, τίποτα που να έχει αιώνια προοπτική για μένα.


Ό Χριστιανισμός μιλά για την αποκατάσταση της ζωής ως κοινωνίας. Μιλά για το πνευματικό εκείνο σώμα που ξεδιπλώθηκε στο κύλισμα της ζωής μας μέσα από την αγάπη και τις αναζητήσεις μας, μέσα από τις σχέσεις μας, μέσα από την έξοδο από τον εγωισμό μας. Δεν μιλά για τη διαιώνιση της ύλης, αλλά για την έσχατη άποπνευματοποίησή της, για την τελική μεταστοιχείωση τού κόσμου σε αληθινό σώμα -το σώμα της ζωής
και της αγάπης της ανθρωπότητας. Ό Χριστιανισμός μιλά για την αποκατάσταση του κόσμου σε ολοκληρωτική κοινωνία με τη Ζωή.



Δεν λατρεύει τα κοιμητήρια και τις ταφόπλακες ή χριστιανική λατρεία. Το χριστιανικό κήρυγμα δεν αναφέρεται στην αποσύνθεση ενός μεμονωμένου μέρους της ύλης που χρησίμευε κάποτε ως σώμα κάποιου ανθρώπου. Το κήρυγμα του Χριστιανισμού μιλά για την ανάσταση της ζωής στην πληρότητα και ολοκλήρωσή της «εν τω πληρώματι της αγάπης».
Αυτό το κήρυγμα είναι που αποκαλύπτει το νόημα τού Πάσχα. Μέσα σ αυτό φωλιάζει ή χαρά και ή δυναμική τού Χριστιανισμού. «Κατεπόθη ό θάνατος εις νίκος» (Α' Κορ. 15,54).

 ΕΣΧΑΤΟΣ ΕΧΘΡΟΣ ΚΑΤΑΡΓΕΙΤΑΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ.
ΠΑΤΗΡ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΣΜΕΜΑΝ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: