Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Σάββατο 16 Σεπτεμβρίου 2017
Ή ΛΑΤΡΕΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΩΙΜΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ. ΠΑΤΗΡ ΤΖΕΗΜΣ ΜΠΕΡΝΣΤΑΙΝ. ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΜΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΟΥΔΑΙΣΜΟ ΣΤΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟ.
Ή
ΛΑΤΡΕΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΩΙΜΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ.
ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ
ΕΝΑΣ ΣΥΝΘΕΤΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ πού βρέθηκαν σχετικά μέ τήν λατρεία, κατά τήν
πρώιμη χριστιανική περίοδο.
Συνολικά,
οί λεπτομέρειές του προσφέρουν μία καθαρή εικόνα, σχετικά μέ τά τί θεωρούσαν
ότι είναι λατρεία οί αρχαίοι χριστιανοί.
• Ή Εκκλησία ήταν στραμμένη προς τήν ανατολή.
Είχε ορθογώνιο σχήμα καί ήταν χτισμένη μέ δωμάτια σκευοφυλακίων σέ κάθε πλευρά,
στο ανατολικό άκρο.
• Οί άνθρωποι στέκονταν όρθιοι κατά τήν
διάρκεια τής λατρείας· οί άνδρες καί οί γυναίκες ήταν χωριστά, οί μέν άνδρες
στήν μία πλευρά οί δέ γυναίκες στήν άλλη.
• Ή άκολουθία άρχιζε μέ τήν άνάγνωση περικοπών
άπό τήν Παλαιά Διαθήκη, τις άποστολικές επιστολές καί τά Ευαγγέλια.
• Ανάμεσα στά άναγνώσματα ψάλλονταν
ψαλμοί τού Δαυΐδ.
• Το κήρυγμα, σύμφωνα μέ τό τυπικό,
γινόταν άπό τον επίσκοπο, μετά την άνάγνωση του Ευαγγελίου.
• Ό επίσκοπος ευλογούσε τον κόσμο,
κάνοντας το σημείο του σταυρού, και
κήρυττε καθήμενος, ένώ ό κόσμος στεκόταν όρθιος. Μετά το κήρυγμα έφευγαν όλοι,
όσοι δεν είχαν το δικαίωμα νά πάρουν μέρος στην Θεία Κοινωνία. Το κείμενο
άναφέρει διάφορες ομάδες πού αποχωρούσαν. Σε αυτές συμπεριλαμβάνονταν οί κατηχούμενοι,
δηλαδή εκείνοι πού ετοιμάζονταν γιά να βαπτισθοΰν οί φωτιζόμενοι, πού ήταν όσοι
βρίσκονταν στο τελικά στάδιο τής προετοιμασίας για βάπτιση· οί δαιμονόπληκτοι,
δηλαδή όσοι θεωρούντο ότι είχαν καταλειφθεί από δαιμόνια, καθώς καί οί
ευρισκόμενοι εν μετάνοια, όσοι δηλαδή αποκλείονταν από το δικαίωμα να μετέχουν
στήν Θεία Κοινωνία, ενόσω βρισκόντουσαν στην διαδικασία μετάνοιας γιά σοβαρές αμαρτίες.
Κάδε ομάδα έφευγε, ύστερα από μία ευχή τού ιερέα και μία αντιφώνηση τού
εκκλησιάσματος.
• Όταν έμεναν μόνο οί πιστοί, ό
διάκονος τούς προέτρεπε να προσευχηθούν κάνοντας μία εκτενή προσευχή μέ αντιφώνηση
γιά ολόκληρη τήν Εκκλησία. Οί προσευχές αυτές περιείχαν μία σειρά από παρακλήσεις
καί ικεσίες, σε γραπτή μορφή. Οί παρακλήσεις άρχιζαν μέ: «ας προσευχηθούμε γιά
[...]»
καί συνέχιζαν, «ότι ό Κύριος θά [...]». Μετά από κάθε παράκληση, οί πιστοί απαντούσαν
μέ το «Κύριε Ελέησον».
• Ύστερα έδινε ό ένας στον άλλον τον ασπασμό
τής ειρήνης.
Ό
κλήρος ασπαζόταν τον κλήρο, οί λαϊκοί τούς λαϊκούς, και οί γυναίκες τις
γυναίκες.
• Κατόπιν οί διάκονοι έφερναν τά δώρα τού
άρτου καί τού οίνου στο ιερό, καί τά παρέδιδαν στον έπίσκοπο. Ό ιερέας, πού ιερουργούσε,
καθαγίαζε τον άρτο καί τον οίνο καί καλούσε τούς πιστούς να κοινωνήσουν μέ τήν
φράση: «Τά άγια τοις άγίοις».Εκείνοι απαντούσαν: «Είς άγιος, είς Κύριος,Ιησούς Χριστός,
είς δόξαν Θεού Πατρός».
• Ή Θεία Κοινωνία μεταδιδόταν με τις
λέξεις: «Τό Σώμα του Χριστού» και «τό Αίμα του Χριστού», στις οποίες ό κοινωνών
απαντούσε: «Αμήν». Μετά την Θεία Κοινωνία, ό ιερέας ευχαριστούσε εξ ονόματος όλων
τον Θεό, και ό διάκονος προσκαλούσε τούς πιστούς να σκύψουν τό κεφάλι τους, ενώ
ό ιερέας προσευχόταν για αύτούς.
• Τέλος, ό διάκονος έκανε την απόλυση.
Ό
Ντόμ Γκρέγκορι Ντιξ, Αγγλικανός ιερομόναχος και ιστορικός, γράφει στην κλασσική
μελέτη του για την άνάπτυξη τής λατρείας στην αρχαία Έκκλησία:
ΟΙ
βασικές αρχές όλων των παραδόσεων τής Ανατολής είχαν όρισθεί πριν από τό τέλος του
τέταρτου αιώνα. Κατόπιν ή εξέλιξη σέ όλες αύτές τις παραδόσεις δέν είναι τίποτε
περισσότερο από προσαρμογή και ανάπτυξη στις λεπτομέρειες
[...].
Ή βάση πού επιλέχτηκε είναι τό τελετουργικό τής «άγιας πόλης», τής Ιερουσαλήμ,
στην Ανατολή, και τής Ρώμης στην Δύση [...]. Ή γενική τάση (στην Ανατολή) ήταν να
υιοθετήσουν τό συριακό λειτουργικό τύπο τής Ιερουσαλήμ και τής Αντιόχειας. Τό
βυζαντινό λειτουργικό τυπικό, εμφανώς προερχόμενο από την Αντιόχεια τής Συρίας,
συνέχισε να ανάπτυσσε τις δικές του αρχές
μέχρι τον έβδομο αιώνα, και πήρε την τελική του μορφή τον ένατο αιώνα.
Ή ανακάλυψη
μου με άφησε εμβρόντητο. Σε αυτά τά αρχαία έγγραφα διαπίστωσα ότι οί άκολουθίες
γίνονταν από ένα πρόσωπο, τον επίσκοπο ή τον ιερέα, ό οποίος είχε την
πνευματική εξουσία να λέγει τις εύχές, καθαγιάζοντας τον άρτο και τον οίνο. Ή ακολουθία
συμπεριελάμβανε μία αφήγηση τού Μυστικού Δείπνου, τά λόγια τής Θείας
Ευχαριστίας, καί την επίκληση του Αγίου Πνεύματος, ώστε αυτό να κατέλθει στους
πιστούς και στα ευχαριστιακό δώρα.
Ήταν
κατανοητό ότι ή λατρεία είχε τον χαρακτήρα τής θυσίας, καθώς αναπαριστούσε μυστηριακά
την θυσία του Χριστού, ή όποια τελέστηκε μία φορά, και για πάντα. Μετά τον
καθαγιασμό, ό άρτος και ό οίνος αποκαλούνταν τό Σώμα καί τό Αίμα του Χριστού.
Αναφορές
σε διάφορα έγγραφα δηλώνουν φανερό ότι ή αρχαία’ Εκκλησία, παγκοσμίως, αντιλαμβανόταν
την Θεία Ευχαριστία κυριολεκτικό ώς τό δοξασμένο Σώμα καί Αίμα του Χριστού. Οι άνθρωποι
πού κοινωνούσαν έπρεπε να έχουν βαπτιστεί, να ζουν μία ζωή με ήθος, καί να είναι
συμφιλιωμένοι με εκείνους πού βρίσκονταν στην Εκκλησία. Μόνο οί πιστοί, εκείνοι
πού ήταν μέλη της Εκκλησίας καί ενάρετοι μέσα σε αυτήν, επιτρεπόταν να μετέχουν
στην Θεία Κοινωνία. Ό κλήρος ήταν υπεύθυνος για την εφαρμογή τών κανόνων πειθαρχίας·
επίσης, αποφάσιζε ποιος είχε τό δικαίωμα να κοινωνήσει καί ποιος θα άποκλείετο από
αυτήν.
ΠΑΤΗΡ ΤΖΕΗΜΣ ΜΠΕΡΝΣΤΑΙΝ. Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ. ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΜΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΟΥΔΑΙΣΜΟ ΣΤΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟ.ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΩΝ ΘΕΟΔΩΡΩΝ ΑΡΟΝΙΑΣ.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου