Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Πέμπτη 21 Μαρτίου 2019
ΘΑΥΜΑΣΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΥΜΝΩΝ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ ΘΗΚΑΡΑΣ.
Διήγησις περὶ τῶν Ὕμνων
Ταὐτὸν Κάποια μερα ἐκεῖ που καθομουνα,
ἔπεσα ξαφνικὰ σὲ ἐκστάσῃ. Καὶ βλέπω στα χερια μοῦ τοὺς ὕμνους, τὸν καθένα
χωρισμενο σὲ τρία τμήματα, ὅπως εἶναι χωρισμενοι καὶ τώρα. Ἀφοῦ ἠρθα
γρήγορα εἰς ἑαυτὸν καὶ βαριαναστεναξα μὲ δάκρυα, ἀναφωνησα πρὸς
τὸν Θεο λέγοντας: «Κύριε, ἐπειδὴ ἔχεις πλουσιο τὸ ἔλεος, εὐδοκησε
γρήγορα ἔτσι να γινει. ἀξιωσε μὲ τὸν ἀναξιο, να γεμισει ἡ ψυχή μου
σὲ ὁλο τῆς τὸ πλάτος με τετοιου εἴδους Ὕμνους τῆς βασιλείας σου.
Δεν περᾶσαν πολλες ἡμερες, καὶ βρισκω
κάπου τὸ βιβλιο τοῦ ἁγίου Διονυσιου τοῦ Ἀεροπαγιτου. καὶ ἀφοῦ διαβᾶσα
τὰ περιεχόμενα καὶ βρηκα ὅτι τὰ περισσότερα ἀναφέρονται στην θεολογία,
χαρηκα ὑπερβολικά. Ἀφοῦ διαβᾶσα λοιπὸν ὁλο τὸ βιβλιο, συνέλεξα
ὅσα ἠταν ταιριαστα στους Ὕμνους καὶ τοὺς συνέταξά με τὴν βοηθείᾳ τῆς
χάρης καὶ τῶν οἰκτιρμῶν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ σωτῆρος ἠμῶν Ἰησοῦ
Χριστοῦ.
Ὅταν συνεγραφα συντάσσοντας τοὺς
Αἰνούς, ἐβλεπα ἐπανῶ μού με τοὺς νοητοὺς ὀφθλαμους πάντοτε -καὶ ὅταν
συνεγραφα καὶ ὅταν προσευχομουν- ἕνα ὡραιοτατο χερι ποὺ κρατουσε
ἕνα μικρο κοντυλι καὶ ἐφριττα καὶ μαζευομουν ἀπὸ φοβο, λέγοντας μονο
τὸ «Κύριε ἐλεησον»
Ἄλλοτε καταλαβαινα ὅτι ἀγγελοῖ
μου ἐπιδεικνυαν κώδικά που κρατοῦσαν στα χερια τούς. καὶ ὀσο ἐβλεπα
αὐτά, πολλαπλασιαζοταν μέσα μου ἡ προθυμία καὶ ὁ ἀγῶνας.
Ι. Ἀφοῦ σκέφθηκα αὐτὰ καὶ θυμήθηκα
ὅσα προανέφερα, ἄρχισά με μεγάλη ὁρμὴ να καταγράφω τοὺς Ὕμνους με
πολὺ ἐπιμελείᾳ καὶ χωρὶς καμια ἀμφιβολία. Ὅταν ἀρχισα λοιπὸν να
γραφῶ τὸν Ὑμνο τῆς πρώτης Ὠδῆς, ἔπεσε ἡ νυχτα. καὶ ἀφοῦ σηκωθηκα τὸ
μεσονυκτιο, ὅπως συνηθιζουν οἱ μοναχοί, ἐψαλλα τὴν διατεταγμένη
μου ἀκολουθία. μετὰ τὴν ἀπολύσῃ καθησα να κοιμηθω για λιγο. καὶ ἀμέσως
καταλαβαινω να στεκεται ἐπανῶ μου καποιο εἰδὸς ἀρχιστρατήγου, ὁ ὁποῖος
φορουσε βασιλικο διάδημα καὶ εἶχε φτερα καὶ στους δυο ὠμοὺς καὶ κρατουσε
στο χερι τοῦ χρυσο θυμιατηριο, ἐκεῖ που βρισκονταν τὰ καρβουνα, βλέπω
να κεῖται τὸ σχεδίασμα τὸ ὁποιο ἐγρα τὴν προηγουμένη ἡμέρα. Καὶ
δεν μοῦ εἶναι δυνατὸν να μιλησω λεπτομερῶς για καθε Ὑμνο, γι' αὐτο ἂς
προχωρησουμε στα τελευταία.
Ὅταν ἐγραφα τὸν Ὑμνο τῆς ἐνάτης Ὥρας,
στο τέλος τοῦ τοποθετησα Αἰνο τοῦ Ἁγίου Μαξιμου ὁ ὁποῖος ἔλεγε:
«καὶ πάντων τῶν νοητῶν νοητὸς» καὶ ἀκούω ἀπὸ ἐπανῶ μου νοερη φωνή,
ἡ ὁποία μου ἔλεγε: «καὶ πάντων τῶν νοητῶν ἀπερινοητος».
Στον Ὑμνο τοῦ Ἐσπερινου, στο δευτερο
μέρος, μελετουσα πὼς να τοποθετησω τὰ κεφάλαια τῶν Αἰνῶν τοῦ. καὶ ἀφοῦ
πηγα στην ἐκκλησία -διότι σημανε τότε ὁ Ἐσπερινος- ἀκούω ἀπὸ τὰ
δεξιὰ μέρη τοῦ ἁγίου βήματος καποία νοερη φωνὴ να λεει: «Εὐλογημενον
τὸ κράτος τῆς βασιλείας σου, καὶ ὑπερυμνητον καὶ ὑπερυψουμενον».
καὶ ἀμέσως δόξασα τὸν Θεο, διότι αὐτο μὲ ἀπασχολουσε.
Ὅταν τελειωσα τὴν συγγραφὴ τῆς Εὐχαριστίας
τῶν Ἀποδείπνων, ἐπροκειτο να ὑψωσω τὰ χερια μοῦ καὶ να δοξάσω τὸν
Θεο καὶ να εὐχαριστήσω, ὅπως ὀφειλα, αὐτόν που ἐξαιτίας τῆς ἀγαθότητας
τοῦ μου δωρισε ὅσα ἀγαπησε ἡ ψυχή μου, πανω ἀπ' ὅλα τὰ πολύτιμα αὐτοῦ
τοῦ κόσμου. Καὶ πρὶν σηκωθω βλέπω να κατεβαινουν μὲ θορυβώδη ὁρμή,
τρεῖς μεγαλες σταγόνες νερο. καὶ ἔπεσαν ἐπάνω στο χαρτι, στα γράμματά
που μόλις εἰχα γράψει. καὶ ἀφοῦ κοιταξα ψηλα, δεν εἰδα οὔτε συνεφο οὔτε
πουλι. Μετὰ ἀπὸ λιγο, ὅταν τις σκουπισα, τὸ χερι μοῦ καὶ τὸ χαρτο ὑγρανθηκαν,
ἐνῶ τὰ γράμματα δεν ἀλλάξαν καθόλου μορφή, ἂν καὶ τὸ μέλανι ἠταν ἀκομη
ὑγρο. καὶ αὐτο εἶναι τὸ μεγαλυτερο θαῦμα, ὅτι οὔτε μιᾷ τελείᾳ δεν ἑξαφανισθηκε.
Ἐγὼ λοιπὸν ἀφοῦ εἰδα αἰσθητὰ τὴν φροντίδα τοῦ παναγάθου Θεοῦ, σηκωθηκα
γεματος δάκρυα, φοβο καὶ ἀγαλλιαση, για να τοῦ ἀποδώσω, ὅπως ἠταν
δικαιο, τὴν δόξα καὶ τὴν εὐχαριστία καὶ τὴν προσκυνήσῃ.
Κς.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου