Ο Μάρτυς του Χριστού Γεώργιος, όταν έφτασε πλέον στον τόπο της καταδίκης, παρακάλεσε τους δήμιους να του αφήσουν λίγο χρόνο. Αυτήν ακριβώς τη χάρη ζήτησε ο Άγιος από τους εχθρούς της Πίστεώς του. Εκείνοι ικανοποίησαν το αίτημά του.
Τότε ο Μεγαλομάρτυς συγκέντρωσε τον εαυτό του για προσευχή καί αφού ύψωσε το βλέμμα του προς τον ουρανό, αναφώνησε μέσα από τα βάθη της καρδιάς του:
«Κύριε καί Θεέ μου, Εσύ, στον οποίο εκ γενετής ανήκω καί στον οποίο έχω στηρίξει τις ελπίδες μου, Εσύ που μου έδωσες θάρρος καί με ετοίμασες γι’ αυτόν τον αγώνα’ Εσύ που είσαι η γλυκιά μου ελπίδα, η αψευδής υπόσχεση, ο αναλλοίωτος έρωτας των ιερών ψυχών’ Εσύ που κοιτάζεις με προσοχή τις προθέσεις των καρδιών μας καί ικανοποιείς τις επιθυμίες μας, προτού ακόμη σου απευθύνουμε με την προσευχή τα αιτήματα μας’ Εσύ, λέγω, βοήθησέ με να φέρω σε αίσιο πέρας αυτόν τον αγώνα, τον οποίο ανέλαβα για την ομολογία του ονόματός σου, καί δέξου την ψυχή μου καί αφού την διαφυλάξεις ανώτερη από τα πονηρά πνεύματα, συναρίθμησέ την με αυτούς πού από αιώνες ευαρέστησαν σε Εσένα.
Συγχώρεσε δε, Δέσποτα, στο λαό
αυτό όσα από άγνοια διέπραξαν σε βάρος μου καί αξίωσέ τους αληθώς να Σέ γνωρίσουν, διότι είσαι Ευλογητός στους αιώνες των αιώνων».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου