Ο δημοσιογράφος
Νίκος Ψιλάκης μιλά για την έρευνα που έκανε για τη μαρτυρική εκείνη περίοδο
στην Κρήτη και τις επιπτώσεις στην καθημερινότητα των ανθρώπων της.
Το 1641 η Κρήτη δεν είχε πέσει ακόμη στην κατοχή των Τούρκων, σε
αντίθεση με την υπόλοιπη Ανατολική Μεσόγειο. Εκείνη την εποχή οι Κρητικοί ήταν
οι μόνοι ελεύθεροι χριστιανοί. Αυτό όμως τελείωσε, όταν πειρατές από τη Μάλτα
επιτέθηκαν σε Τουρκικό πλοίο που μετέφερε προσκυνητές στη Μέκκα και έτσι βρήκαν
αφορμή οι Τούρκοι να επιτεθούν στην Κρήτη. Στις αρχές του καλοκαιριού του 1645,
εξήντα χιλιάδες Τούρκοι αποβιβάστηκαν στα Χανιά. Η πολιορκία κράτησε 21 χρόνια
και φονεύθηκαν δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι. Συν τω χρόνω ξέσπασε μια επιδημία
πανούκλας που έφεραν Γάλλοι στρατιώτες στην περιοχή. Ο δημοσιογράφος Νίκος
Ψιλάκης, με καταγωγή από την Κρήτη, ερεύνησε επί χρόνια την ιστορία της πολιορκίας
του Χάνδακα, εστιάζοντας στις συνέπειες που είχε στην καθημερινότητα των
ανθρώπων, πλούσιων και φτωχών, που ήταν οι αληθινά χαμένοι, όπως συμβαίνει σε
κάθε πόλεμο. O ίδιος αναφέρει:
«Όλο αυτό τον καιρό της έρευνάς μου ζούσα και εγώ νοερά σε μια
πολιορκημένη πόλη, άκουγα τις φωνές των απόντων, τους αφουγκραζόμουν, τους
ακολουθούσα σε μια πόλη ρημαγμένη, άκουγα τις καμπάνες του αγίου Μάρκου να
σημαίνουν συναγερμό, τις καμπάνες των 100 εκκλησιών που είχε μια πόλη της
Κρήτης και ανακάλυπτα πόσο συγκλονιστικό είναι το να βιώνει κανένας τον πόλεμο
και κυρίως μια πολιορκία στην ίδια του την χώρα».
Η απάνθρωπη πραγματικότητα του πολέμου
Έχει σημασία να μη λησμονούμε τη σκληρή ζωή που
φέρνει ένας πόλεμος, γιατί μόνο έτσι «η ιστορία δεν θα επαναληφθεί ως φάρσα».
Μάλιστα η πανδημία που προκλήθηκε εξ'αιτίας
της πολιορκίας, ήταν κι αυτή μια πολιορκία, όπως μπορούμε συγκριτικά να
καταλάβουμε από την πρόσφατη εμπειρία της πανδημίας του κορονοϊού. Ο κ. Ψιλάκης
μιλά μέσω της έρευνάς του:
«Οι σκληρές συνθήκες που ζούσαν οι άνθρωποι στο παρελθόν μέσα
στην κοινωνία με τους όρους της κοινωνίας, μοιάζουν με τις καταστάσεις που
ζήσαμε με τον κόβιντ. Δεν είναι πρώτη φορά που ζούμε καταστάσεις πανδημίας.
Αυτό που ζήσαμε με την πανδημία είναι ακριβώς αντιγραφή αυτού που έζησαν οι
προηγούμενοι τον 16ο αιώνα, δηλαδή πάλι απαγορευόταν να πας από το
ένα σπίτι στο άλλο, να μιλήσεις στον αδερφό σου, πάλι είχαν μια τέτοια
καραντίνα οι άνθρωποι. Την έχουν ξαναζήσει αυτή την ιστορία. Είχαν τρόπους
αντιμετώπισης ακριβώς όμοιους με αυτούς που είχαμε και στην εποχή μας, δηλαδή τότε
υπήρχε μια απομόνωση κοινωνική και από εκεί και μετά φανταστείτε τι μπορεί να
γίνει».
Πολλοί Ευρωπαίοι ζούσαν στο τελευταίο αυτό οχυρό
Για το πώς ζούσαν οι πολιορκούμενοι από τους Τούρκους κάτοικοι
της Κρήτης τον 16ο αιώνα, ανάμεσα σε αλλόθρησκους από την Ευρώπη,
Βενετούς και άλλους που ήρθαν να βοηθήσουν μόνο για την τιμή των όπλων, ενώ
συγχρόνως ήταν υποτελείς στους πλούσιους άρχοντες της Κρήτης και δούλευαν τη γη
τους, θα εξηγήσει ο γνωστός Κρητικός δημοσιογράφος:
«Οι άνθρωποι αυτοί ήταν ουσιαστικά έρμαια στα χέρια των φουδεαρχών,
στα χέρια εκείνων που όριζαν τη γη. Μέσα στην πόλη ζούσαν όχι μόνο οι
χριστιανοί ορθόδοξοι, ζούσαν και οι καθολικοί, είχαν μαζευτεί πολλοί, γιατί
θεώρησαν οι Βενετσιάνοι ότι έπρεπε όλη η Ευρώπη να συμπαρασταθεί, να κρατήσουν
το τελευταίο θρησκευτικό οχυρό την Ανατολής. Βέβαια μη φανταστείτε ότι υπήρξε
σπουδαία βοήθεια από τις προσπάθειες των Ευρωπαίων.
Κάποιοι Γάλλοι ήρθαν και όλες αυτές οι προσπάθειες των
Ευρωπαίων κατέληξαν σε αποτυχία, γιατί δεν ήρθαν οργανωμένοι στρατοί. Όλο αυτό
το κλίμα που δημιουργήθηκε και που βέβαια αναστάτωσε τις αυλές της Ευρώπης και
την κοινωνία της Ευρώπης, έμεινε μόνο στα λόγια. Η συμπαράσταση ήταν κυρίως
λεκτική και αυτοί που όμως έμειναν πραγματικά αβοήθητοι ήταν οι κάτοικοι, αυτοί
που δεν είχαν τίποτα άλλο να κάνουν, παρά να είναι τα έρμαια της τύχης.»
Η Πολιορκία του Χάνδακα από τους Οθωμανούς
σημαίνει πως από τη μια μέρα στην άλλη και για 21 βασανιστικά χρόνια κάτοικοι,
νέοι. παιδιά και ηλικιωμένοι βιώνουν το κενό και την απόγνωση. Το πώς το
αναλύει με λεπτομέρειες ο κ. Ψιλάκης:
«Οι απλοί αυτοί άνθρωποι του λαού είναι αυτοί τους οποίους δεν
φροντίζει κανένας. Οι όροι του πολέμου είναι αυστηρά απάνθρωποι. Το πρώτο που
έχει να κάνει ο πολιορκητής είναι να κόψει το νερό, να μην έχει νερό η
πολιορκημένη πόλη, το άλλο είναι να κόψει την τροφοδοσία, να μην έρχονται
τρόφιμα. Οι Βενετοί που κατοικούσαν στην Κρήτη είχαν έντονη εμπορική παρουσία
στη θάλασσα και με τα πλοία τους κατάφερναν να κουβαλούν τρόφιμα στην πόλη,
αλλά πόσα να φέρουν και πώς να τα φέρουν και σε ποια χέρια να φτάσουν.»
Τί τους κράτησε δυνατούς
Θα ήταν αναμενόμενο να λυγίσουν οι βασανισμένοι
πολιορκημένοι, αλλά η ψυχική τους δύναμη, με τη βοήθεια του Θεού, τούς έδωσε
μέλλον. Ο κ. Νίκος Ψιλάκης με τα στοιχεία της έρευνάς του μας πληροφορεί πως:
«Αλώθηκε ο τόπος, αλλά δεν αλώθηκε η ψυχή των ανθρώπων του
λαού και πάρα πολλά πράγματα ήταν αυτά που τον κράτησαν, όπως η γλώσσα, η
θρησκεία, η αγάπη στον τόπο του, η αγάπη στην ελευθερία, αυτοί είναι οι λόγοι
που κρατήθηκαν όλοι. Αν λογαριάσει κάποιος τις μικρές επαναστάσεις που έγιναν
τις περιόδους της οθωμανικής αυτοκρατορίας, θα κατανοήσει ότι οι άνθρωποι αυτοί
δεν είχαν ποτέ βολευτεί και μιλάω για τον απλό λαό, δεν μιλάω για κάποιες άλλες
τάξεις.»
Ζώντας από μικρό παιδί στην Κρήτη, ο κ Ψιλάκης
είχε την ευκαιρία να αφουγκραστεί και να καταγράψει ιστορίες απρόβλεπτης
ομορφιάς που προέρχονταν από το βαθύ παρελθόν και μεταδίδονταν από στόμα σε
στόμα.
«Τις πρώτες αφηγήσεις για τον κρητικό πόλεμο, τις άκουσα όταν
ήμουν μικρός μαθητής στο δημοτικό, ήταν κάτι ανάμεσα στην ιστορία και στον
θρύλο. Άκουγα χωρίς χρονολογίες. Το "τότε" υπήρχε ως γενικός χρονικός
προσδιορισμός, δεν χρειάζονταν άλλα λόγια για να καταλάβει κανείς. Είναι πολύ
καλό που υπήρξαν άτομα που μετέδωσαν τις ιστορικές αυτές γνώσεις.»
Το καράβι του πλούσιου σιορ Αλεβίζου βρέθηκε
ακυβέρνητο καιρό μετά την πανούκλα με τα οστά των επιβατών του
Κι έτσι όπως ξεφύλλιζε τις σελίδες της μνήμης
του, ο Κρητικός δημοσιογράφος θυμήθηκε την περίοδο μιας μάχης, αυτή την φορά με
την πανούκλα που είχε εισβάλει στα τείχη της πολιορκούμενης πόλης από Γάλλους
στρατιώτες, οι οποίοι είχαν σπεύσει να βοηθήσουν τους Βενετούς στον πόλεμο με
τους Τούρκους. Μέσα από το στόμα τους διηγούνται οι πρόγονοι μια ιστορία
σπάνιας διδακτικής:
«Ο σιορ Αλεβίζος, ένας πλούσιος
άρχοντας ο οποίος είχε την δυνατότητα να αγοράσει ένα πλοίο και να βγει στο
πέλαγος, το αγόρασε, έβαλε ναύτες μέσα και αφού το θανατικό ήταν στο έδαφος
έπρεπε να πάει κάπου αλλού, και το αλλού ήταν η θάλασσα, εκεί όπου δεν θα είχε
επαφή με τους μολυσμένους. Πήρε τα μέλη της οικογένειάς του, μερικούς συγγενείς
και κάποιους υπηρέτες, φόρτωσε το καράβι με τρόφιμα, καλούδια και ποτά για έναν
ολόκληρο χρόνο και σάλπαρε στη θάλασσα για να γλυτώσουν αυτός και οι δικοί του.
Θα είχε μαζί του εφόδια και φάρμακα και πίστευε ότι θα τα καταφέρει. Πέρασαν
εβδομάδες, πέρασαν μήνες, οπότε ο πλούσιος σιορ Αλεβίζος και η συνοδεία του ξεχάστηκε.
Πέρασαν χρόνια μετά την πανούκλα και κάποτε κάποιοι ψαράδες είδαν ένα πλοίο να
βολοδέρνει στο πέλαγος, φώναξαν, ξαναφώναξαν, απάντηση δεν πήραν, ανέβηκαν πάνω
και κοίταξαν ολόγυρα.
Κανείς, μόνο κόκαλα γυμνωμένα
ξάσπριζαν στον ήλιο, κάτασπρα καυκάλια κυλούσαν στο κατάστρωμα, αδύνατον να
καταλάβει κανείς ποιες από αυτές τις ψωριασμένες κοκάλες ήταν κάποτε το κορμί
του κυρίου Αλεβίζου, ποιες του καραβοκύρη και ποιες του ναύτη. Μόνο κάποιοι
σκελετοί ξεχώριζαν που ήταν δεμένοι στην άκρη του πλοίου. Εύκολα κατάλαβαν οι
ψαράδες πως οι σκλάβοι κωπηλάτες είχαν πεθάνει καθηλωμένοι στους πάγκους της
αγκαρίας, έβγαιναν οι ψυχές, μα δεν έβγαιναν οι αλυσίδες από τα πόδια τους.
Τους σκλάβους τους είχαν δεμένους, γιατί φανταστείτε ένα πλοίο που έχει 5
άρχοντες και έχει 30-40 σκλάβους κωπηλάτες, δεν είναι και δύσκολο να τους
βάλουν από κάτω, οπότε οι κωπηλάτες φοράνε έναν χαλκά στο πόδι και είναι
δεμένοι στο πλάι του πλοίου, δεν μπορούν να σηκωθούν, αλλά το μόνο που μπορούν
να κάνουν είναι να κάθονται και να κωπηλατούν.»
Ο κ. Νίκος Ψιλάκης θέλησε να μας μεταφέρει ένα
μήνυμα στο τέλος της συζήτησης και το παραθέτουμε:
«Ευτυχώς η επιστήμη και η ανθρώπινη προσπάθεια έχει καταφέρει
πάρα πολύ σημαντικά επιτεύγματα στο πέρασμα των χρόνων και μια και μιλάμε γι’
αυτόν τον μαύρο θάνατο της εποχής εκείνης είναι πολύ εύκολο να σκεφτεί κανείς
πως σήμερα δεν υπάρχει γιατί καταφέραμε να τον ξεριζώσουμε.»
* * *
Όποιος κοιτάζει το παρελθόν πρέπει να το κάνει
σαν τον άλτη που οπισθοχωρεί λίγα βήματα για να πάρει φόρα. Πρέπει να πάρουμε απόσταση
χρόνου για να δούμε το σήμερα και να το χαρτογραφήσουμε σωστότερα. Δεν ωφελεί
να αφήνεις μετέωρες τις αφηγήσεις για τα γεγονότα του παρελθόντος, όπως η
πολιορκία του Χάνδακα. Δεν ωφελεί να αφήνεις νέους κουρσάρους, έτοιμους να
κουρσέψουν την δική σου πόλη. Η ιστορία αποτελεί ένα εφαλτήριο και έναν τρόπο
ιστορικής αυτογνωσίας.
___________
Σοφία Χατζή
δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα
Ορθόδοξη Αλήθεια, 10.08.2022
Ακούστε συνέντευξη στο ραδιόφωνο:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου