Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Σάββατο 15 Ιουνίου 2024
ΆΓΙΟΣ ΓΡΗΓΌΡΙΟΣ Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ.Πῶς ὁ ποιμένας ὀφείλει νὰ διδάσκει καὶ νὰ προτρέπει τὸ ποίμνιο.Πῶς γίνεται μὲ διαφορετικὸ τρόπο ἡ προτροπὴ καὶ νουθεσία στοὺς ποιμαινομένους καὶ μὲ διαφορετικὸ στοὺς ποιμένες.
Τέταρτο κεφάλαιο
Πῶς γίνεται μὲ διαφορετικὸ τρόπο ἡ προτροπὴ καὶ νουθεσία στοὺς ποιμαινομένους καὶ μὲ διαφορετικὸ στοὺς ποιμένες
Μὲ διαφορετικὸ τρόπο γίνεται ἡ προτροπὴ καὶ νουθεσία στοὺς
ποιμαινομένους καὶ μὲ διαφορετικὸ στοὺς ποιμένες, ὥστε ἡ ὑποδεέστερη θέση νὰ μὴν ἀποθαρρύνει κι ἐξουθενώνει τὸ ποίμνιο, ἐνῶ ὁ ἐξέχων ρόλος νὰ μὴν κάνει τοὺς ποιμένες ὑπεροπτικούς. Οἱ πρῶτοι
δὲν θὰ πράττουν τίποτα λιγότερο ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ τοὺς ἐπιτάσσουν,
ἐνῶ οἱ ἄλλοι δὲν θὰ ἐντέλλονται τίποτα περισσότερο ἀπὸ αὐτὸ ποὺ
εἶναι δίκαιο. Ἔτσι τὸ ποίμνιο θὰ ὑπακούει μὲ ταπεινότητα, ἐνῶ οἱ
ποιμένες θὰ προΐστανται μὲ μετριοπάθεια. Πράγματι, στοὺς ποιμαινομένους λέγεται κάτι ποὺ μπορεῖ νὰ ἐκληφθεῖ καὶ μεταφορικά:
Ἐσεῖς, παιδιά, νὰ ὑπακοῦτε στοὺς γονεῖς σας, σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου, ἐνῶ πρὸς τοὺς ποιμένες λέγεται τὸ ἀκόλουθο:
Καὶ ἐσεῖς, οἱ πατέρες, μὴν φέρεστε στὰ παιδιά σας μὲ τρόπο ποὺ τὰ κάνει νὰ ἐξοργίζονται. Οἱ ποιμαινόμενοι ἂς μάθουν νὰ διαθέτουν
μέσα στὴν ψυχή τους, ἐνώπιον τοῦ ἀόρατου Κριτῆ ποὺ τοὺς βλέπει,
συγκρότηση καὶ εὐσχημοσύνη· οἱ ποιμένες ἂς μάθουν ἀκόμα νὰ δίνουν πρὸς τὰ ἔξω τὸ παράδειγμα τῆς ἔντιμης ζωῆς, σὲ ἐκείνους
τῶν ὁποίων τὴν διαποίμανση τοὺς τὴν ἐμπιστεύτηκε ὁ Κύριος.
Οἱ προεστῶτες ὀφείλουν νὰ γνωρίζουν ὅτι ἂν διαπράττουν πράξεις φαῦλες εἶναι ἄξιοι θανατικῆς ποινῆς τόσες φορὲς ὅσες εἶναι καὶ οἱ περιπτώσεις ποὺ δίδουν στὸ ποίμνιο παράδειγμα πρὸς πνευματικὴ ἀπώλεια. Συνεπῶς εἶναι ἀπαραίτητο νὰ φυλάσσονται ἀπὸ τὴν ἁμαρτία μὲ ἐντονότερη προσοχή, γιατὶ μὲ τὶς φαῦλες τους πράξεις
δὲν ὁδηγοῦνται μόνοι τους στὸν πνευματικὸ θάνατο. Πρέπει νὰ τύχουν καθοδήγησης καὶ νουθεσίας οἱ μὲν ποιμαινόμενοι, προκειμένου
νὰ μὴν ὑποβληθοῦν σὲ τιμωρίες αυστηρότερες, ἐὰν δὲν καταφέρουν νὰ ἀπαλλαγοῦν ἀπὸ τὶς προσωπικές ἁμαρτίες τους, την στιγμὴ ποὺ εἶναι ὑπεύθυνοι μονάχα γιά τόν ἑαυτό τους, οἱ δὲ ποιμένες γιὰ νὰ μὴν καταδικαστοῦν γιὰ τὰ λάθη τῶν ποιμαινομένων,
ἔστω κι ἂν αἰσθάνονται οἱ ἴδιοι ἤρεμοι καὶ δὲν ἀνησυχοῦν γιὰ δικές
τους ἁμαρτίες . Οἱ ποιμαινόμενοι ὀφείλουν νὰ ζοῦν μὲ ἐπαγρύπνηση καὶ προσοχὴ γιὰ τὸν ἑαυτό τους, καθὼς δὲν ἔχουν ἐπωμισθεῖ
τὴν εὐθύνη γιὰ τὴν φροντίδα ἄλλου ἀνθρώπου. Οἱ ποιμένες ὅμως ἂς
ἀνταποκρίνονται στὶς ἀπαιτήσεις τῆς ποιμαντικῆς μέριμνας γιὰ
τοὺς ἄλλους, χωρὶς ὅμως νὰ παύουν νὰ νοιάζονται γιὰ τὴν προσωπική τους πνευματικὴ συγκρότηση, κι ἂς ἔχουν φλογερὸ ζῆλο στὴν
ὑπόθεση τῆς σωτηρίας τῆς ψυχῆς τους, χωρὶς ὅμως νὰ ὀλιγωροῦν
οὔτε γιὰ μιὰ στιγμὴ στὴ φύλαξη τοῦ ποιμνίου ποὺ ὁ Κύριος τοὺς
ἐμπιστεύτηκε.
Σ' αὐτὸν ποὺ ἔχει τὴν ἄνεση νὰ ἀσχολεῖται μόνο μὲ τὰ δικά του
λέγεται: Ὦ ὀκνηρέ, πήγαινε στο μυρμήγκι, παρατήρησε τὸν μεθοδικό τρόπο ἐργασίας του καὶ μάθε τὴν σοφία . Ὁ ποιμένας ὅμως
λαμβάνει φοβερὴ προειδοποίηση: Υιέ μου, ἐὰν γίνεις ἐγγυητής χάριν φίλου, ἔδωσες τὸ χέρι σου σὲ ἕναν ξένο, παγιδεύτηκες ἀπὸ τὰ
λόγια τοῦ στόματός σου καὶ συνελήφθης ἀπὸ ὅσα ὁ ἴδιος εἶπες .
Νὰ γίνεται κάποιος ἐγγυητής γιὰ ἕναν φίλο σημαίνει νὰ ἀναλαμβάνει τὴν εὐθύνη γιὰ τὴν ψυχὴ κάποιου ἄλλου ἐκθέτοντας σε κίνδυνο καί να δεσμεύεται μὲ ὑποχρεώσεις κι ἔγνοιες ποὺ πρὶν δὲν εἶχε. Παγιδεύεται ἀκόμα μὲ τὰ λόγια τοῦ στόματός του καὶ συλλαμβάνεται ἀπὸ ὅσα ὁ ἴδιος εἶπε, διότι ὅταν ἔχει τὸ χρέος νὰ ἐξηγήσει ποιὸ εἶναι τὸ
σωστὸ στὶς ψυχὲς ποὺ ὁ Κύριος τοῦ ἐμπιστεύτηκε, εἶναι ἀπαραίτητο ὁ ἴδιος πρῶτα νὰ τηρήσει ὅσα εἶπε. Γι' αὐτὸ παγιδεύεται ἀπὸ
καὶ γιὰ ὅλου τοῦ ποιμνίου τὰ ἁμαρτήματα. Ο Γρηγόριος ὁ Διάλογος επανέρχεται.
Ο ποιμένας εἶναι ὑπεύθυνος καὶ ὑπόλογος ὄχι μόνο γιὰ τὰ δικά του ἀλλὰ σὲ ἕνα θέμα ποὺ ἔχει ἤδη θίξει, προκειμένου νὰ βοηθήσει τοὺς ποιμένες καὶ κυρίως
τοὺς ἐπισκόπους νὰ συνειδητοποιήσουν τὸ μέγεθος τῆς εὐθύνης μὲ τὴν ὁποία εἶναι
ἐπιφορτισμένοι. Με τὰ λόγια τοῦ στόματός του, ὅταν ἡ λογικὴ ἀνάγκη τῆς συνέπειας
ἀπαιτεῖ ἀπὸ αὐτὸν καὶ τὸν δεσμεύει νὰ μὴν ἀφήνει τὸν τρόπο τῆς
ζωῆς του χαλαρὸ νὰ ἔρθει σὲ ἀντίθεση πρὸς τὸ περιεχόμενο τῶν
δικῶν του διδαχῶν καὶ παραινέσεων. Επομένως, ἐνώπιον τοῦ
αὐστηροῦ Κριτῆ ἔχει τὴν ὑποχρέωση νὰ τηρήσει στην πράξη ὅλα
ἐκεῖνα ποὺ προφανῶς παρήγγειλε μὲ τὰ λόγια του στοὺς ἄλλους,
Γι' αὐτὸ στὸ προαναφερόμενο χωρίο ἀκολουθεῖ πολὺ σωστὰ ἡ ἑξῆς
συνέχεια: Κάνε, υἱέ μου, αὐτὸ ποὺ σοῦ λέω καὶ ἐλευθερώσου, διότι
ἔπεσες στὰ χέρια τοῦ πλησίον σου: τρέχα, σπεῦσε, ξύπνα τὸν φίλο
σου, μὴν παραχωρήσεις ὕπνο στοὺς ὀφθαλμούς σου, οὔτε νὰ νυστάξουν τὰ βλέφαρά σου . Ο καθένας ποὺ προΐσταται ἀποτελώντας
γιὰ τοὺς ἄλλους ὑπόδειγμα ζωῆς, δὲν λαμβάνει τὴν προτροπὴ μονάχα νὰ μένει ἄγρυπνος ὁ ἴδιος, ἀλλὰ καὶ νὰ ξυπνᾶ τὸν φίλο του.
Δὲν ἀρκεῖ, πράγματι, νὰ μένει σὲ ἐγρήγορση μὲ τὸν ἐνάρετο τρόπο ζωῆς του, ἐὰν δὲν ἀφυπνίζει ἀπὸ τὸν λήθαργο τῆς ἁμαρτίας κι
ἐκεῖνον τοῦ ὁποίου εἶναι προεστώς. Ὀρθὰ λέγεται: μὴν παραχωρήσεις ὕπνο στοὺς ὀφθαλμούς σου, οὔτε νὰ νυστάξουν τὰ βλέφαρά σου.
Νὰ παραχωρήσει ὕπνο στοὺς ὀφθαλμούς του σημαίνει νὰ παύσει ὁ ποιμένας νὰ ἔχει στραμμένη την προσοχή του στὸ ποίμνιό του καὶ
νὰ ἀδιαφορήσει παντελῶς γι' αὐτό. Τὰ βλέφαρα νυστάζουν, ὅταν οἱ
ποιμένες ἀναλογιζόμαστε καὶ γνωρίζουμε ποιὰ εἶναι τὰ ἁμαρτήματα τῶν ποιμαινομένων ποὺ πρέπει νὰ ἐπιτιμήσουμε, ἀλλά, ἐνδίδοντας στὴν ραθυμία προσποιούμαστε ὅτι δὲν τὰ βλέπουμε.
Βαθὺς ὕπνος εἶναι οὔτε νὰ γνωρίζουμε τὰ ἔργα ὅσων ποιμαίνουμε
οὔτε νὰ τὰ διορθώνουμε. Ὄχι ὅμως ὕπνος ἀλλὰ νυσταγμὸς εἶναι
τὶς ἐπίμεμπτες πράξεις νὰ τὶς γνωρίζουμε ἀλλὰ νὰ μὴν προβαίνουμε σὲ διόρθωσή τους μὲ τὶς ἀπαιτούμενες ἐπιπλήξεις ἀπὸ ἕνα εἶδος
πνευματικῆς ἀνίας. Νυστάζοντας ὁ ὀφθαλμὸς βυθίζεται στὸν βαθὺ
ὕπνο, ἐπειδὴ ὁ προεστώς, ὅταν συνηθίζει νὰ μὴν ξεριζώνει τὸ κακὸ
ποὺ περιέρχεται στὴν ἀντίληψή του, φθάνει μερικὲς φορές, ὅπως τοῦ
ἀξίζει νὰ πάθει γιὰ τὴν ὀλιγωρία του, στὸ σημεῖο μήτε κὰν νὰ ἀντιλαμβάνεται πιὰ τὶς ἁμαρτίες τῶν ποιμαινομένων.
Οἱ ποιμένες, λοιπόν, πρέπει νὰ προτρέπονται νὰ ἀγωνίζονται νὰ
γίνουν, μὲ τὴν προσπάθεια νὰ βλέπουν ὁλόγυρα, ὅπως τὰ οὐράνια
ἐκεῖνα ὄντα ποὺ περιγράφονται νὰ εἶναι πλήρη ἀπὸ ὀφθαλμούς, ἀπὸ
μέσα κι ἀπ᾽ ἔξω τους γύρω-γύρω. Κι είναι πολύ σωστὸ ὅλοι ὅσοι
προΐστανται νὰ ἔχουν ἐσωτερικὰ κι ὁλόγυρά τους ἐξωτερικὰ ὀφθαλμούς ὥστε νὰ φροντίζουν νὰ ἀρέσουν μέσα τους στὸν Κριτὴ τῆς
ψυχῆς τους, καὶ δίνοντας πρὸς τὰ ἔξω παράδειγμα ζωῆς νὰ βλέπουν κι ἐκεῖνα ποὺ στοὺς ἄλλους πρέπει νὰ διορθωθοῦν.
Οἱ ποιμαινόμενοι πρέπει να προτρέπονται νὰ μὴν σπεύδουν με προπέτεια να κρίνουν τὴν ζωὴ τῶν ποιμένων τους, ἐὰν τυχόν βλέπουν ἐκείνους νὰ πράττουν κάτι ἐπιλήψιμο, προκειμένου ἡ σωστή
κριτικὴ ποὺ ἀσκοῦν στὰ λάθη νὰ μὴν βυθίσει τοὺς ἴδιους, ἐξαιτίας
τῆς ὑπερηφάνειας ποὺ τοὺς ὠθεῖ, στα βάθη χειρότερων ἁμαρτιῶν.
Πρέπει νὰ νουθετοῦνται νὰ μὴ γίνονται πέρα για πέρα ἀναιδεῖς ἀπέναντι στοὺς ποιμένες ὅταν ἀντιλαμβάνονται τὶς ἁμαρτίες τῶν
τελευταίων, ἀλλά, ἐάν διαπιστώνουν μεγάλα ἁμαρτήματα τῶν
ποιμένων, μέσα τους νὰ τὰ κατακρίνουν, δίχως ωστόσο νὰ ἀρνοῦνται νὰ ὑπομείνουν τὸν ζυγὸ τοῦ ὀφειλόμενου στοὺς ποιμένες σε
βασμοῦ, ὠθούμενοι κατ' ἀνάγκην σὲ μία τέτοια στάση ἀπὸ φόβο Θεοῦ.
Τοῦτο θὰ γίνει περισσότερο κατανοητό, ἐὰν θυμηθοῦμε ἕνα περιστατικὸ ἀπὸ τὴν ζωὴ τοῦ Δαβίδ. Ὁ Σαούλ, ὁ διώκτης του, είχε
εἰσέλθει γιὰ τὴν ἀνάγκη του σὲ μία σπηλιὰ κι ἐκεῖ μέσα βρισκόταν
ὁ Δαβὶδ μὲ τοὺς ἄνδρες του, ὁ ὁποῖος γιὰ πολὺ καιρὸ τότε ὑπέφερε
τὰ δεινὰ τοῦ διωγμοῦ. Ὅταν οἱ ἄνδρες τοῦ Δαβὶδ τὸν παρακινοῦσαν
νὰ τὸν θανατώσει, τοὺς ἀποστόμωσε μὲ τὴν ἀπάντησή του, ὅτι δὲν
ἐπιτρεπόταν νὰ ἁπλωθεῖ χέρι ἐνάντια σὲ ἐκεῖνον ποὺ εἶχε τὸ χρίσμα
τοῦ Κυρίου. Σηκώθηκε ὅμως κρυφὰ καὶ τοῦ ἔκοψε τὴν ἄκρη τῆς
χλαμύδας. Ποιόν ἀντιπροσωπεύει ὁ Σαούλ, ἐὰν ὄχι τοὺς κακοὺς
ποιμένες; Ποιόν ὁ Δαβίδ, ἐὰν ὄχι τοὺς καλοὺς ποιμαινομένους; Ὁ
Σαούλ ποὺ πηγαίνει γιὰ τὴν ἀνάγκη του εἶναι οἱ φαῦλοι ποιμένες
ποὺ τὴν κακία ποὺ συνέλαβαν στην καρδιά τους τὴν ἀφήνουν να
ἁπλωθεῖ μέχρι τὰ δυσώδη ἔργα, καὶ φανερώνουν ἐξωτερικὰ μὲ τὶς
πράξεις ποὺ ἐπιτελοῦν τὴν κακοβουλία τῶν λογισμῶν τους. Ὁ Δαβὶδ φοβήθηκε νὰ τὸν σκοτώσει, διότι ὁ εὐλαβὴς νοῦς τῶν ποιμαινομένων ἀπέχει ἐντελῶς ἀπὸ τὸν λοιμὸ τῆς καταλαλιᾶς, καὶ
δὲν καταφέρει πλῆγμα στὴ ζωὴ τῶν προεστώτων μὲ τὸ ξίφος τῆς
γλώσσας, ἔστω κι ἂν ἀποδοκιμάζει τὰ ἐλαττώματά τους. Κι ἂν οἱ
ποιμαινόμενοι ἀπὸ ἀδυναμία δὲν μποροῦν νὰ συγκρατηθοῦν καὶ νὰ
μὴν μιλήσουν, ἔστω καὶ μὲ ταπεινόφρονα διάθεση, γιὰ κάποια ἰδιαίτερα σοβαρὰ καὶ προφανῆ ἁμαρτήματα τῶν προεστώτων, εἶναι
σὰν σιωπηλὰ νὰ κόβουν τὴν ἄκρη τῆς χλαμύδας, ἐπειδή, ὅταν
ἀφαιροῦν κάτι ἀπὸ τὸ κύρος τῶν ποιμένων, ἔστω κι ἂν δὲν ἔχουν
πρόθεση νὰ προξενήσουν κακὸ κι ὅ,τι κάνουν τὸ κάνουν στὰ κρυφά,
εἶναι σὰν νὰ ἀτιμάζουν τὸ ἔνδυμα ἐκείνου ποὺ ὁρίστηκε βασιλιάς
Ἀλλὰ ἐπιστρέφουν μέσα τους καὶ μὲ ἰδιαίτερη σφοδρότητα
κατηγοροῦν τοὺς ἑαυτούς τους γι' αὐτὸ τὸ πολὺ μικρὸ ἔστω σχίσιμο
ποὺ ἔγινε μὲ τὰ λόγια τους. Γι' αὐτὸ ὀρθὰ λέει ἐκεῖ ἡ Γραφή: Μετὰ
ἀπὸ αὐτὰ ὁ Δαβὶδ ἔνιωσε τύψεις στην καρδιά του, διότι ἔκοψε τὴν
ἄκρη τῆς χλαμύδας τοῦ Σαούλ Τὰ ἔργα τῶν προεστώτων δὲν
πρέπει νὰ πλήττονται μὲ τὸ ξίφος τοῦ λόγου, ἀκόμη κι ἂν ὀρθῶς
ἐκτιμῶνται ὡς ἐπίμεμπτα. Ἐὰν ὅμως κάποτε ἡ γλώσσα περιπέσει
σὲ κατηγορία ἐναντίον τους, ἔστω καὶ σὲ ἐλάχιστης σημασίας περιπτώσεις, εἶναι ἀπαραίτητο ἡ καρδιὰ νὰ αἰσθανθεῖ τὴν θλίψη τῆς
μετάνοιας, νὰ ἐπιστρέψει στὸν ἑαυτό της, καί, ἀφοῦ ἡ ἁμαρτία της
συνιστᾶ προσβολὴ τῆς ἀρχῆς τῶν προεστώτων, νὰ φοβηθεῖ τὴν σὲ
βάρος της κρίση Ἐκείνου ποὺ ὅρισε τοὺς ἐπικεφαλῆς τοῦ ποιμνίου,
Πράγματι, ὅταν ἁμαρτάνει κανεὶς ἔναντι τῶν προεστώτων, έναντιώνεται στὴν θέληση Εκείνου ποὺ τοὺς ἔταξε μπροστὰ ἀπὸ ἐμᾶς
ὡς ταγούς. Γι' αὐτὸ καὶ ὁ Μωυσῆς, ὅταν ἀντιλήφθηκε ὅτι ὁ λαὸς
γόγγυζε ἐναντίον του καὶ ἐναντίον τοῦ Ααρών, ἀναφώνησε: Ἐμεῖς
ὅμως τί εἴμαστε; Ο γογγυσμός σας δεν στρέφεται εναντίον μας, ἀλλὰ ἐναντίον τοῦ Κυρίου
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου