Αυτά κι άλλα πολλά αφού συμβούλεψε ό άγιος πατέρας μας Συμεών τόσο τον ίδιο τον ηγούμενο, τον αξιοθαύμαστο Αρσένιο, όσο και ολόκληρη την αδελφότητα, αποσύρεται στο εργαστήρι της ησυχίας κι αρχίζει πάλι την ησυχαστική ζωή με μεγαλύτερη όρεξη.
Καθώς εκείνος προχωρούσε στο μακρύ δρόμο της ασκήσεως, αυξάνονταν οι πνευματικές του επιδόσεις και ή ψυχή του ανέβαινε σε μεγαλύτερα και θεϊκότερα ύψη. Και οι κόποι των ιερών αγώνων του μεταβάλλονταν σ' εσωτερική ξεκούραση ή -για να μιλήσω όχι ανθρώπινα- σε θεοπρεπή ανάπαυση των ασωμάτων δυνάμεων, ενώ ή φύση του σώματος του, πού με την επενέργεια ανώτερης δύναμης αποδεσμευόταν από την αδυναμία της, οδηγείτο σε αφθαρσία.
Έτσι αρπαζόταν και πάλι σ' οπτασίες και αποκαλύψεις Κυρίου και προέβλεπε την έκβαση πραγμάτων μελλοντικών.
Μια μέρα, καθώς προσευχόταν με καθαρότητα και συνομιλούσε με το Θεό, είδε πώς ό αέρας άρχισε να φωτίζει το νου του, και ενώ ήταν μέσα στο κελί του νόμιζε ότι βρισκόταν έξω, σ' ανοιχτό χώρο. Ήταν νύχτα, πού μόλις είχε ξεκινήσει. Τότε άρχισε να φέγγει από ψηλά όπως το πρωινό ροδοχάραμα -ώ των φρικτών οπτασιών του ανδρός!-, και το οίκημα κι όλα τ' άλλα εξαφανίστηκαν, και νόμιζε ότι δεν ήταν καθόλου σε οίκημα. Τον συνέπαιρνε ολότελα θεία έκσταση αντιλαμβανόμενος καλά με το νου του το φως εκείνο πού του εμφανιζόταν. Αυτό μεγάλωνε λίγο-λίγο κι έκανε τον αέρα να φαίνεται πιο λαμπερός κι αισθανόταν τον εαυτό του μ' ολόκληρο το σώμα του να βρίσκεται έξω από τα γήινα.
Αλλά επειδή εξακολουθούσε να λάμπει ακόμη περισσότερο εκείνο το φως και του φαινόταν σαν ήλιος πού μεσουρανώντας έλαμπε από ψηλά, αισθανόταν σαν να στέκεται στο μέσο του φωτός που φαινόταν και ότι ολόκληρος ο εαυτός του μαζί με το σώμα του ήταν γεμάτος από χαρά και δάκρυα λόγω της γλυκύτητας πού του προξενούσε ή παρουσία του. Παράλληλα έβλεπε ότι το ίδιο φώς κατά τρόπο θαυμαστό ήρθε σε επαφή με το σώμα του και σιγά-σιγά διαπερνούσε τα μέλη του. Ή έκπληξη αυτής της οπτασίας τον απομάκρυνε από την προηγούμενη θεωρία και τον έκανε να αισθάνεται μόνο αυτό το εξαίσιο πράγμα πού συνέβαινε μέσα του.
Έβλεπε, λοιπόν, ότι το φώς εκείνο σιγά-σιγά εισχώρησε σ' ολόκληρο το σώμα του, την καρδιά και τα έγκατα του και τον έκανε ολόκληρο σαν φωτιά και φώς. Και όπως προηγουμένως το οίκημα, έτσι και τώρα τον έκανε να χάσει την αίσθηση του σχήματος, της θέσεως, του βάρους και της μορφής του σώματος και σταμάτησε να κλαίει. Τότε ακούει μια φωνή από το φώς να του λέει: «Κατά τον ίδιο τρόπο είναι αποφασισμένο ν' αλλάξουν οι Άγιοι πού θα ζουν και θα βρίσκονται ακόμη εδώ κατά την ώρα της έσχατης σάλπιγγας, κι έτσι μεταμορφωμένοι θ' αρπαγούν, όπως λέει και ό απόστολος Παύλος».
Για πολλές ώρες οντας ό μακάριος σ' αύτη την κατάσταση, ανυμνώντας μυστικά και ακατάπαυστα το θεό και κατανοώντας τη δόξα πού τον περιέβαλλε και την αιώνια μακαριότητα πού πρόκειται να δοθεί στους Αγίους, άρχισε να σκέφτεται και να μονολογεί μέσα του: «Άραγε θα ξαναγυρίσω πάλι στην προηγούμενη κατάσταση του σώματος μου ή θα ζήσω έτσι συνέχεια;» Μόλις έκανε τη σκέψη αύτη, αμέσως αισθάνθηκε να περιφέρει το σώμα του σαν σκιά ή σαν πνεύμα.
Καταλάβαινε ότι είχε γίνει, όπως είπαμε, ολόκληρος με το σώμα του φώς χωρίς μορφή, χωρίς σχήμα και άυλο. Και το μεν σώμα του το αισθανόταν να υπάρχει, πλην όμως χωρίς υλικές διαστάσεις και σαν πνευματικό. Αισθανόταν δηλαδή να μην έχει καθόλου βάρος ή όγκο κι απορούσε βλέποντας τον εαυτό του πού είχε σώμα να είναι σαν ασώματος. Και το φώς πού λαλούσε μέσα του, όπως και προηγουμένως, του έλεγε και πάλι: «Τέτοιοι θα είναι μετά την ανάσταση στον μέλλοντα αιώνα όλοι οι άγιοι περιβεβλημένοι ασωμάτως με σώματα πνευματικά ή ελαφρότερα και λεπτότερα και πιο αιθέρια ή παχύτερα και βαρύτερα και πιο γεώδη, από τα όποια θα καθορισθεί για τον καθένα ή στάση και ή τάξη και ή οικείωση με το θεό».
Αυτά όταν άκουσε ό θεοπτικότατος και θεόληπτος Συμεών κι αφού είδε το ανέκφραστο θεϊκό φώς κι ευχαρίστησε το θεό, πού δόξασε το γένος μας και το έκανε μέτοχο της θεότητας και της βασιλείας Του, ξαναγύρισε πάλι στον εαυτό του και βρέθηκε ξανά μες στο κελί του στην προηγούμενη ανθρώπινη και φυσική κατάσταση.
Όμως με όρκους διαβεβαίωνε εκείνους με τούς οποίους είχε θάρρος και φανέρωνε τα μυστικά του, ότι «για πολλές ημέρες αισθανόμουν αύτη την ελαφρότητα του σώματος χωρίς να καταλαβαίνω καθόλου ούτε κόπο, ούτε πείνα, ούτε δίψα». Επειδή, λοιπόν, με αυτά ενωνόταν μόνο με το Πνεύμα κι ήταν γεμάτος από τα θεϊκά χαρίσματα Του -και φυσικά είχε καθαρίσει και ό ίδιος πλήρως το νου του-, έβλεπε οπτασίες και φρικτές αποκαλύψεις του Κυρίου όπως παλιά οι Προφήτες. Έτσι, έχοντας αποστολική διάνοια, επειδή την ύπαρξη του κατηύθυνε και κινούσε το θείο Πνεύμα, είχε και το χάρισμα του λόγου πού έβγαινε από τα χείλη του και, ενώ ήταν όπως κι εκείνοι αγράμματος, θεολόγησε και με τα θεόπνευστα συγγράμματα του διδάσκει τούς πιστούς την ακρίβεια της ευσεβούς ζωής. Έχοντας ανέλθει σ' ένα τέτοιο πνευματικό επίπεδο, αρχίζει να συγγράφει ασκητικούς λόγους κατά κεφάλαια για τις διάφορες αρετές και τα πάθη πού αντίκεινται σ' αυτές, από όσα αυτός έμαθε από την προσωπική του ασκητική ζωή και τη θεία γνώση πού τού δόθηκε, και περιγράφει με ακρίβεια τη μοναχική ζωή για όσους την ασκούν και έτσι γίνεται για τον ισραηλιτικό λαό των μοναχών ποταμός θεού γεμάτος πνευματικά νερά.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Ο ΆΓΙΟΣ ΣΥΜΕΩΝ Ο ΝΕΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ . Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου