Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Παρασκευή 7 Δεκεμβρίου 2012
Γέροντα, κάθε πού σηκώνομαι την νύχτα ό Γέρο Ιωσήφ με ευωδιάζει.
ΕΙΧΑΜΕ ΠΑΕΙ ΣΕ ΠΑΝΗΓΥΡΙ ΣΤΗΝ
ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ και ο παπά-Χαράλαμπος ηγούμενος ή προηγούμενος δεν θυμάμαι, μας έδωσε
από έναν σπόνδυλο στα τρία, δύο Ξενοφωντινοί και έμενα. Μέλι ή μυρουδιά του.
Γέροντα, κάθε πού σηκώνομαι την νύχτα
ό Γέρο Ιωσήφ με ευωδιάζει. Ό δικός μου σταμάτησε. Είμαι οικονόμος, δηλαδή δοχειάρης,
στην αυλή το μαγαζί, ανάμεσα ηγουμενείο και εκκλησία. Πορφύριε.
Πορφύριε έλα. Πετιέμαι έξω και τρέχω στο ηγουμενείο.
Μπαίνουμε στην Αγία Μαγδαληνή. Μπαίνουμε στο ιερό. Μόλις άρχισε πάλι να ευωδιάζει
παιδί μου. Έβαλα στρωτές τρεις μετάνοιες και τον καταφίλησα. Ή ίδια ευωδία με τον
δικό μου. Μέλι. Μελίκτυπος, μελίπυκτον στα βράχια του Άη Βασίλη, της Άγιάννας, στον
γέρο Εφραίμ τον βαρελά. Στην κορυφή του 'Άθωνα τρία μήλα, δροσερά ,
φρεσκοκομμένα, και ήταν Μάιος. Με τον Γέρο Αρσένιο.
Ότι πιάσουμε μισά μισά, έκαναν συμφωνία.
Ό Γέρο Αρσένιος του έδωσε το γεροντιλίκι και ό γέρο Ιωσήφ τους πόνους της
ασκήσεως, μισά μισά ή αρετή και ή αγιοσύνη τους.
Άνθρωποι, άγγελοι, ασώματοι, με πληγωμένα
σώματα, γόνατα καμήλας, δάχτυλα
ροζιασμένα.
Κεριά να καίμε μπροστά σου μάρμαρα
κύματα Λιωμένα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ.
ΓΙΑΥΤΟ ΚΛΑΙΩ ΚΙ ΕΓΩ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου