Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Σάββατο 6 Ιουλίου 2013
ΜΙΧΑΛΗΣ ΠΑΣΙΑΡΔΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΗΣ. ΠΩΣ ΓΝΩΡΙΣΑ ΤΟΝ ΓΕΡΟ ΠΑΝΑΗ........
Είναι
άνθρωποι, κάτι μορφές, πού αποτελούν αληθινές ροές ζωής, και μάς κοινωνούν -
αβίαστα, αυθόρμητα, φυσικά - με το δροσερό νερό πραγματικής ζωής και πίστης.
Ένας
τέτοιος άνθρωπος, τέτοια μορφή, είναι και ό αλησμόνητος Παναής τού Ίλαμιού, όπως
τον ήξερα, από το χωριό Λύση της επαρχίας Αμμοχώστου, αγαπημένο μου χωριό, πού
μένει τώρα έρημο από την πραγματική του φωνή, καθώς το πατεί, δεκαέξι σχεδόν
χρόνια συνέχεια, ό Αττίλας.
Δεν
είχα ακούσει για τον Παναή, πριν τον γνωρίσω. Και τον πρώτο-είδα ως εξής: ήταν
φθινόπωρο τού '67, είχα αποστρατευτεί εκείνες τις μέρες, και μαζί με το Λυσιώτη
φίλο μου Σπύρο Κέττηρο επισκεφτήκαμε το χωριό, να δώ γνωστούς και φίλους.
(Εκείνη τη μέρα, θυμούμαι, πήγα και στο σπίτι του Αυξεντίου, κι ανέβηκα στο
άνωούι, το δωματιάκι πού κοιμόταν ό μεγαλόψυχος και μεγαλόκαρδος - μεγάλος σε
κάθε βήμα της ζωής του - ήρωας και μάρτυρας). Τον Παναή τον συνάντησα στην
εκκλησία του χωριού. Ήταν Κυριακή, άπολείτουργα, και καθώς προσκυνούσαμε με το
Σπύρο, τη στιγμή πού βρισκόμουν στη θύρα με τον Αρχάγγελο Μιχαήλ κι έκανα να
προσκυνήσω, υποχωρούσε ή θύρα, άνοιγε, και παρουσιαζόταν μια έξοχη
παπαδιαμάντεια μορφή, βρακοφόρου• ήταν ό Παναής. Μάς σύστησε ό Κέττηρος.
Μου
έκανε βαθιά εντύπωση ή μορφή και ή παρουσία του, κι αργότερα ό Σπύρος μου μίλησε
για τον Παναή τού Ίλαμιού, για την αγιότητα και την προσφορά του, από παιδί και
συνέχεια, μέσα στην εκκλησία και στο χωριό. Κι από τότε άκουσα πολλά κι από
άλλους χωριανούς του. Μέσα μου στερεωνόταν ή μορφή του σα σε ξύλινο σκαλιστό
πλαίσιο σε εικονοστάσι, και μού έδινε χαρά, υπομονή και δύναμη, να τον
σκέφτομαι συχνά.
Κι
έλεγα συχνά στους φίλους μου Λυσιώτες, όποτε στραφούμε, με το καλό, στο χωριό,
μπροστά ό Παναής με το εικόνισμα της Παναγίας και ξωπίσω όλοι.
Τον
αντάμωσα και δεύτερη, τελευταία φορά. Στον προσφυγικό συνοικισμό πού έμενε,
κοντά στη Λάρνακα. Τότε είδα και τα αδέλφια του, αδελφό και αδελφή, πού έμεναν
μαζί και ζούσαν μιαν ανάλογη ζωή. Ή φήμη του είχε ξαπλώσει στο μεταξύ. Θυμάμαι το
βλέμμα του έντονο και βαθύ, νομίζω και γαλάζιο, και τον κοφτό, αδρό, στέρεο
λόγο του πού σήμαινε τα ουσιαστικά και αναγκαία. Καθόμουν κοντά του, μα ήταν κι
άλλος κόσμος πού ερχόταν στο σπίτι. Μια στιγμή ήρθε κι ένας ιερέας. Αντιλαμβανόμουν,
έτσι, το σπίτι του σαν ένα ιερό χώρο αναψυχής.
Το
είπα αυτό μετά και στο φίλο μου Σπύρο Κέττηρο, και μου απάντησε ως εξής: στον
τόπο πού μένουν οι άνθρωποι αυτοί, είναι πάντα μια δροσιά
ΜΙΧΑΛΗΣ
ΠΑΣΙΑΡΔΗΣ Λογοτέχνης
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου