Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 8 Φεβρουαρίου 2015

«Η παραβολή του ασώτου υιού» (ποίημα εκ της ποιητικής κυψέλης Παραβoλική Κατήχησις Σελίμου Π.)




«Η παραβολή του ασώτου υιού» (ποίημα εκ της ποιητικής κυψέλης Παραβoλική Κατήχησις Σελίμου Π.)
Σε μία χώρα μακρινή γέροντας άνδρας ζούσε
με τους δυο γιούς που έκανε πλούσια κατοικούσε.

Μα ο δευτερότοκος υιός ζήτησε κάποια μέρα
να γίνει δίκαιη μοιρασιά στον πλούτο του Πατέρα.

Έλαβε τη μερίδα του απ’ την περιουσία 
και έφυγε στην ξενιτιά για να βρει την «ουσία».

Το βιος του όλο σκόρπισε ζώντας με ασωτία
στις μέθες και τις ηδονές, στα πάθη, την πορνεία.

Πείνα μεγάλη έπεσε στη χώρα που βρισκόταν
όμως δεν είχε χρήματα τώρα που χρειαζόταν.

Και όντας πένης έτρεξε σε φίλους και σε φίλες
μα εκείνοι τον απέρριψαν σαν τέλειωσαν οι λίρες.

Η φτώχια τον ανάγκασε γουρούνια να φυλάει
και απ’ τα ξυλοκέρατα να κλέβει για να φάει.

Αλλά ευτυχώς μετάνιωσε, βρήκε τον εαυτό του
και έφερε στο λογισμό το πλούσιο σπιτικό του.

«Ακόμα και οι στόμαχοι των δούλων του Πατρός μου
Χορταίνουν περισσότερο απ’ ότι ο δικός μου.

Το δρόμο της επιστροφής θα πάρω! Θα γυρίσω!
με δάκρυα στον Πατέρα μου πικρά θα ομολογήσω:

Αμάρτησα στον Ουρανό Πατέρα και σε Σένα
και να μου δώσεις δε ζητώ πράμα άλλο κανένα.

Δεν είμαι πλέον άξιος να λέγομαι υιός σου,
επίτρεψε μου να γενώ δούλος απλός δικός σου».

Πήρε, λοιπόν, απόφαση στον οίκο να γυρίσει
της αμαρτίας την οδό οριστικά ν’ αφήσει.

Όταν τον είδε ο γέροντας έτρεξε στη μεριά του 
κι ευσπλαχνικά τον έκλεισε μέσα στην αγκαλιά του.

Τον φίλησε που άφησε πίσω τις ασωτίες
και διέταξε ν’ αρχίσουνε οι δούλοι ετοιμασίες:

«Φέρτε την πρώτη τη στολή να βάλει το παιδί μου
σανδάλια, βέρα από χρυσό, για να χαρεί μαζί μου

Και τον καλό το σιτευτό να σφάξετε το μόσχο
να φάμε, να γιορτάσουμε με όργανα και κόσμο.

Γιατί ο γιος μου βρέθηκε που ήτανε χαμένος!
Ζωντάνεψε απ’ τους νεκρούς που ήταν πεθαμένος!»

Δεν υπάρχουν σχόλια: