Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 12 Νοεμβρίου 2017

ΠΑΤΗΡ ΑΝΑΝΙΑΣ ΚΟΥΣΤΕΝΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΚΗ ΑΔΙΚΙΑ







Ξέρετε, λίγο πριν έρθουμε, συζητούσαμε με έναν κύριο που μας έφερε εδώ, έναν οδηγό ταξί, για την οικονομική κρίση που διανύουμε. Μας ανέφερε ότι είναι δύσκολα  τα πράγματα και ότι όλοι περνούν πολύ δύσκολα αυτή την περίοδο. Έχουμε παρατηρήσει ότι με όποιον και να μιλήσουμε τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, ακούμε να λέει τη φράση: «Δύσκολα, πολύ δύσκολα». Εδώ τι μπορεί να πει - Εκκλησία; Πώς μπορεί να το κάνει αυτό λίγο πιο εύκολο;


Η κρίση εν πολλοίς είναι φτιαχτή. Πάντοτε η ανθρωπότητα είχε κρίση. Από τότε που μπήκε ο Χριστός εδώ και έκρινε τον κόσμο και τον έβγαλε ανάξιο, η κρίση είναι μεγαλύτερη. Αλλά έχει την εξής ευλογία αυτή η κρίση: να στέλνει ανθρώπους τον Ναζωραίο. Γιατί κουράζονται από όλα... Απελπίζονται από όλα, χορταίνουν από όλα -με όποια έννοια θέλετε, πάρτε το- και μετά γυρίζουν στον Ναζωραίο οι καλοπροαίρετοι. Κάπου πρέπει να πάνε. Γιατί από κάπου ερχόμαστε και κάπου πηγαίνουμε. Λοιπόν, αφού ερχόμαστε από τον Θεό και στον Θεό πάμε, γι’ αυτό έλεγαν <αι οι αρχαίοι ημών πρόγονοι: «Εκ Θεού τε άρχεσθαι, και εις Θεόν άναπαύεσθαι». «Να αρχίζετε με τον Θεό και να τελειώνετε με τον Θεό». Και όπως λέει και ο Καζαντζάκης: • Καλή πραμάτεια ο Θεός, τελειωμό δεν έχει». Καλό πράγμα, πραγματικότητα δηλαδή. Λυτή είναι η πραγματικότητα. Αυτά τα επιστρέφει, πιστεύω, ο Θεός και εμείς κάνουμε και τον κανόνα μας. Τόσα χρόνια περνάγαμε καλά. Πρέπει κάποιος να πληρώσει τον... λογαριασμό.



(Γέλια δημοσιογράφων)


Εμείς το πληρώνουμε. Οι μικρότεροι πάντα πληρώνουν τον λογαριασμό. Μας κάνει και καλό. Άμα έχεις μάθει να περιορίζεις τις ανάγκες σου στο ελάχιστο δυνατό, δεν καταλαβαίνεις κρίση. Εγώ, να σας εξομολογηθώ κάτι που είπα και το πρωί στην εκκλησία. Δεν συνάντησα την κρίση σε καμία στιγμή των ημερών αυτών.



Επειδή ζείτε λιτά.


Έχω περιορίσει τις ανάγκες μου στο ελάχιστο. Με 5€ και μόνος μου που είμαι, περνάω. Θα πάρω εφημερίδα, ψωμάκι κ.λπ. και θα την περάσω. Και αυτό το κάνω όλη μου την ζωή, όχι μόνο τώρα. Πενήντα χρόνια που είμαι παπάς. Έχω κάνει πρόβα, και Κατοχής αλλά και κρίσης• πρόβα GENERALE , οπότε πάει καλά η υπόθεση. Πρέπει και εμείς να κάνουμε αυτό που μας λέει η Εκκλησία. Να ζούμε με εγκράτεια. Όπου η εγκράτεια δεν είναι κάτι το δύσκολο ή το απεχθές. Είναι κράτος μέσα μας. Να οδηγούμε, να κυριαρχούμε πάνω στον εαυτό μας αλλά και να πειθαρχούμε. «Πείθομαι» και «άρχω». Είναι καλή λέξη η λέξη «πειθώ». Ο άγιος Νεκτάριος λέει ότι το μόνο όπλο που έχει η Εκκλησία είναι η πειθώ, από την οποία λέξη βγαίνει η πίστη. Δεν έχει άλλο όπλο η Εκκλησία ούτε να σου επιβάλλει ούτε τίποτα. Διαπιστώνουμε μετά εκ των πραγμάτων ότι αυτό που λέει η Εκκλησία είναι το καλύτερο. Ένα παράδειγμα είναι η παραβολή με τον άσωτο υιό που τον άφησε ο πατέρας του λέγοντάς του να πάει να περάσει καλά. Έτσι και εμείς, που γυρίζουμε όταν δυσκολευτούμε από κάπου, εκεί όπου έχουμε περάσει καλά, ξαναπάμε. Εκείνος πού πέρασε καλά; Στον πατέρα Του. Εκείνος, μετά την πτώση και μετά από όλα αυτά που είχε περάσει, γύρισε στον πατέρα Του. Έτσι και ο άνθρωπος γυρίζει στον Θεό. Δεν μπορεί να κάνει αλλιώς, γιατί προέρχεται από Αυτόν. Ακόμη και οι αρχαίοι φιλόσοφοι αυτό έλεγαν: «τού γάρ και γένος έσμέν», που αναφέρει ο απόστολος Παύλος στην ετυμηγορία του στον Άρειο Πάγο (17ο κεφάλαιο, Πράξεις).  Προερχόμεθα από τον Θεό, καταγόμεθα από τον Θεό, είμεθα η γενιά του, οπότε πάντα θα μας απασχολεί. Το πρόβλημα του ανθρώπου ήταν πάντα το πρόβλημα του Θεού. Τα άλλα όλα είναι ψευδοπροβλήματα.


Είμαστε λίγο άσωτοι υιοί;



Είμαστε άσωτοι. Και η ασωτία καμιά φορά γίνεται προνόμιο. Διότι σε φέρνει στο αμήν, και ένας καλοπροαίρετος γυρίζει πάλι στον Θεό. Ο κακοπροαίρετος φτάνει στο αθλιότερο σκαλοπάτι του κακού και πέφτει στην άβυσσο, ενώ ο καλοπροαίρετος ανεβαίνει πάλι από εκεί που κατέβηκε και αρχίζει πάλι να δοξάζει. Αυτός είναι ο άνθρωπος. Εγώ που είμαι πενήντα χρόνια παπάς, έχω δει τόσα και τόσα. Ψυχούλες είναι. «Αεί παϊδες», όπως λέγανε οι ιερείς της Αιγύπτου για τους Ελληνες. «Έλληνες άει παιδες». Είναι προνόμιο και το δίνει και ο Χριστός. Γιατί το παιδάκι και ξεχνάει εύκολα και εμπιστεύεται εύκολα και ενώ τα παιδιά τσακώνονται μεταξύ τους, μετά παίζουν σαν να μην έχει συμβεί τίποτα. Ενώ εμείς «κρατάμε». Τι «κρατάμε»; Να γελάει κανείς... Είμαστε «σοβαροί» σαν κάτι να συμβαίνει. Τι συμβαίνει; Τίποτα. Το αφήνουμε αυτό στην άκρη και πάμε παρακάτω. Το καλό κρατάμε. Στην Εκκλησία περισσεύει μόνο το καλό αφού σταυρώθηκε ο Χριστός και ανέβηκε• το καλό περισσεύει. Τίποτα άλλο. Μόνο το καλό μπορούμε να κάνουμε μετά την Σταύρωση και την Ανάσταση του Χριστού. Αν παρεκβατικά μπούμε στο κακό, να βγαίνουμε αμέσως. Αυτό είναι η μετάνοια. Δεν μας συμφέρει να μπούμε στο σκοτάδι και να βρεθούμε στο κακό, όχι, με καμία κυβέρνηση. Δεν βγαίνει• υποφέρει και η ψυχή μας. Όπως λένε και οι Πατέρες αλλά και οι νεότεροι ερευνητές: «Εάν έχεις κάνει ένα κακό, μαλώνεις με κάποιον και κοιμηθείς μαλωμένος, αυτό επιδρά επάνω σου και ψυχικά και σωματικά».


Γι` αυτό έλεγε ο απόστολος Παύλος: «ό ήλιος μή έπιδυέτω έπι τω παροργισμω ύμών (Πρός Εφεσίους)». «Να μην πέφτει ο ήλιος και να είστε μαλωμένοι, συγχυσμένοι, παροργισμένοι. Να τα φτιάχνετε». Άνθρωποι είμαστε, και θα μαλώσουμε, θα πούμε και κάτι, θα εξομολογηθούμε και γκρινιαχτά. Όπως έλεγε ο άγιος Πορφύριος: «Αν τσακώνονται δύο, μην τους εμποδίζεις. Κάτσε εκεί μόνο και φρόντισε να μην σκοτωθούν». «Γιατί, παππούλη;» του λέω. «Γιατί εξομολογούνται “γκρινιαχτά”. Αλλιώς δεν μπορούν να τα πουν αυτά άμα δεν θυμώσουν (γέλια)». Τα λένε, και είναι σπουδαία πράγματα. Ωφελείται κανείς, γιατί η εξομολόγηση είναι φως. «Άστραψε φως και γνώρισε ο νιος τον εαυτό του». Είναι μεγάλο πράγμα η εξομολόγηση. Όπου ,φανερώνεσαι, βγαίνει το φως. Το κακό θέλει να κρατήσει μέσα μας ό,τι έχει, ό,τι κληρονόμησε από εμάς, να μην τα βγάλουμε. Να μην πούμε. Αν τα πούμε, τότε έχασε! Γι αυτό τους αφήνεις εδώ, να εξομολογηθούνε μυστηριακά.

Να εξομολογηθούν στην τηλεόραση κ.λπ. όντως κάποιοι εξομολογούνται. Αυτό δεν πιάνει όμως. Αντίθετα, τους φορτώνει και περισσότερο. Αλλά να εξομολογηθείς μυστηριακά, στον Θεό ~ου. Γιατί ο πιστός που πάει στον παπά και εξομολογείται, δεν εξομολογείται στον παπά. Ο παπάς είναι μάρτυς. Στον Θεό εξομολογείται. Ο παπάς είναι μάρτυς αυτής της πράξεως. Διαβάζει την ευχή και τον συγχωρεί στο όνομα του Χριστού. Να φεύγει βεβαιωμένος ότι η Εκκλησία παρέχει την βεβαιότητα για ό,τι κάνει. Γιατί τον άνθρωπο μετά την πτώση τον τρώει η αβεβαιότητα, η αγωνία, το άγχος.



 Μπήκε μία «κρεμάλα» και συνεχίζει και τον κυνηγάει. Έτσι λοιπόν και με την κρίση. Για να επανέλθουμε από εκεί που ξεκινήσαμε. Η κρίση ήταν πάντοτε. «Νϋν κρίσις εστί τού κόσμου τούτου» λέει ο ευαγγελιστής Ιωάννης. Αυτή είναι η κρίση. Η οποία είναι προνόμιο για τους καλούς ανθρώπους στην ουσία. Διότι καταλαβαίνουν. Πληρώνουν καμιά φορά το σφάλμα και διορθώνονται. Δεν ακουμπάνε πολύ σε αυτά τα επίγεια μεγέθη. Ακουμπάνε στον Θεό, γιατί σου λένε ότι δεν βγαίνει εδώ και την... πατάμε. Ας πάμε πάλι στο αφεντικό και επιστρέφουν πάλι στον αφέντη, τον Χριστό. 


Ο Χριστός είναι και αφέντης και δούλος. Είναι αφέντης γιατί είναι δούλος και είναι δούλος γιατί είναι αφέντης. Έλαβε δούλου μορφή ο Χριστός.
Ένας ασκητής αγιορείτης έλεγε: «Εγώ έχω τον καλύτερο υποτακτικό». Και τον ρωτούσαν οι άλλοι να μάθουν ποιος είναι. Αυτός τους ανέφερε ότι σε ό,τι του λέει, αυτός υπακούει. Συνέχισαν να επιμένουν να μάθουν ποιος είναι και αυτός τους απάντησε πως: -Αυτός είναι ο Χρίστος μου. Ό,τι του λέω το κάνει. Ο καλύτερος υποτακτικός». Εννοείται πως και ο γέροντας έκανε ό,τι του έλεγε ο Χριστός (γέλια)• είναι η συμφωνία αυτή. Αν έχουμε καλή σχέση με τον αφέντη τον Χριστό, εμείς που είμαστε και Ορθόδοξοι, λύνονται τα προβλήματα. Αν βρεθεί δυσκολία, πέφτουμε στα γόνατα και τον παρακαλούμε. Ταπεινά και σιγανά, όπου και αν βρισκόμαστε. Κυρίως τροπικά, πέφτουμε στα πόδια και τον παρακαλούμε. Και ο Κύριος μας σηκώνει, δεν μας αφήνει κάτω. «Έν άνθρώποσιν ό Χριστός», γιατί μας πήρε πάνω του και μας διόρθωσε, μας θεράπευσε.



Επομένως, αυτοί που επιμένουν και λένε ότι είναι πνευματική κρίση πρωτίστως, έχουν δίκιο.



Είναι μόνο πνευματική, απλά την ονόμασαν και οικονομική για να μας... τρελάνουν. Όλα αυτά τα χρέη δεν είναι πραγματικά. Πλασματικά είναι τα περισσότερα. Εσείς τα γνωρίζετε καλύτερα. Εδώ, για παράδειγμα, γράφει λογιστικό χρήμα (σ.σ. διαβάζει κάτι σε εφημερίδα). Δεν πειράζει, όμως, καλό μας κάνει. Η Εκκλησία θεραπεύει. «Η Εκκλησία είναι το πανδοχείο», που λέει η παραβολή του καλού Σαμαρείτη. Δέχεται  όλους, θεραπεύει όλους, και ο Χριστός είπε και μερικά πράγματα για να ωφεληθούνε όλοι. Φέρνεις στο αμήν τον άλλο και ο άλλος τι κάνει; Σηκώνεται και πάει όπως ο Ιάειρος, ο αρχισυναγωγός, που λέει και το Ευαγγέλιο. Αυτός ήταν αρχηγός της συναγωγής. Με τον Χριστό δεν είχε πολλά-πολλά. Θα έπρεπε να έχει (γέλια). Και όταν έφτασε το κοριτσάκι του να πεθάνει, τότε πήγε, γονάτισε στον Χριστό και τον παρακάλεσε. Άμα δεν ερχόταν αυτή η δυσκολία, δεν θα πλησίαζε ποτέ τον Χριστό. 


Τον παρακάλεσε να έρθει σπίτι, γιατί πεθαίνει το κοριτσάκι και πρέπει να βιαστεί να το σώσει. Και πήγε ο Χριστός. Του είπανε στον δρόμο ότι το κοριτσάκι πέθανε και του είπε να μην στεναχωριέται, γιατί το κοριτσάκι του θα ζήσει. «Μόνο πίστευε και θα σωθείς». Όταν πήγε εκεί και έκλαιγαν όλοι, τους είπε ότι δεν πέθανε. Απλώς κοιμάται. Γι’ αυτό λέμε κοιμητήριο το νεκροταφείο. Επέμεναν όλοι ότι πέθανε, αφού το είχαν δει ότι πέθανε. «Σηκώνεται τώρα; Δεν σηκώνεται. Δεν έχουμε δει πεθαμένο να σηκώνεται» έλεγαν μεταξύ τους. Και ο Κύριος το σήκωσε. Λέει: «... ή παις, εγείρου». «Κοριτσάκι, σήκω», και σηκώθηκε. Τι τρυφερές λέξεις! «Ή παις». Σηκώθηκε και διέταξε ο Χριστός να της δώσουνε να φάει, γιατί με την αρρώστια είχε εξαντληθεί και θα πήγαινε πάλι να πεθάνει από την «αφαγανίλα» που έλεγε η μάνα μου, δηλαδή από την ασιτία. Έτσι επιστρέφει κανείς στις κανονικές λειτουργίες της ζωής. Η τροφή είναι εκείνη που μας συντηρεί στην ζωή και στις λειτουργίες της. Είναι μεγάλο δώρο η τροφή. Γι’ αυτό και την ευλογούμε την τροφή πριν την φάμε. Είναι εύλογη η τροφή. 


Έχει λόγο υπάρξεως η τροφή.


Τώρα που λέτε για τροφή, μου ήρθε μία σκέψη. Ο Χριστός λέει ότι ο άνθρωπος δεν θα ζήσει μόνο με το ψωμί. Ο κόσμος γύρω μας —πάλι με την κρίση έχει σχέση αυτό— νιώθει αδικημένος. Όλοι νιώθουν αδικημένοι. Άλλος ότι του έκοψαν τον μισθό, άλλος την σύνταξη, άλλος ότι δεν έχει να φάει κ.ο.κ. Λέει ο Χριστός ότι «δεν θα ζήσεις μόνο με τον άρτο...» αλλά επίσης λέει ότι «... θα πρέπει να υπάρχει ο άρτος για να ζήσεις». Σε αυτούς λοιπόν που θέλουν να αρπάξουν τον άρτο του φτωχού, πώς θα πρέπει ο χριστιανός να αντιδράσει, αν πρέπει να αντιδράσει; Πώς πρέπει να το δει όλο αυτό;
Πρέπει να καταλύει την αδικία και να βοηθήσει με όποιον τρόπο προσφέρεται στην περίπτωση αυτή και στην στιγμή αυτή.


Πρέπει να καταγγέλλεται όμως η αδικία;



Πρέπει να καταγγέλλεται, βεβαίως. Το λέει άλλωστε ο άγιος Ιάκωβος σε επιστολή, που είναι κοινωνικό ευαγγέλιο αυτό, και τα έχει όλα μέσα. Λέει: «... ό μισθός των έργατών των άμησάντων τάς χώρας ύμών...» εκείνων που θέρισαν τα χωράφια σας - που δεν έχει πληρωθεί«... κράζει...» ενώπιον Κυρίου Παντοκράτορος. Είναι κράζουσα αδικία που λέμε. Κράζει και φωνάζει. «Και• άξιος ό έργάτης τού μισθού αυτού.» λέει ο Μωυσής και επαναλαμβάνει ο απόστολος Παύλος. Δεν γίνεται. Άλλωστε ο Παύλος το είχε πει στους Θεσσαλονικείς: «... ει τις ού θέλει έργάζεσθαι, μηδέ έσθιέτω» και το  στο Κρεμλίνο: «Ό μή έργαζόμενος, μηδέ έσθιέτω»• κάπως διαφοροποιημένο. Η εργασία  είναι προπτωτικός νόμος. Έβαλε τους πρωτόπλαστους στον παράδεισο την πτώση και τους είπε: «Εργάζεστε και φυλάσσετε έαυτόν». Να εργάζονται εκεί αλλά και να φυλάγονται. Από τι άλλο; Από τον δαίμονα, από τον εγωισμό τους. Πάει παντού αυτό. Το λες όπως θες... Όταν σταμάτησαν να εργάζονται -δεν ξέρω γιατί, δεν λέει το άγιο κείμενο, το αφήνει ανοιχτό- και άρχισαν να περιεργάζονται τον όφιν και το δέντρο της γνώσεως του καλού και του κακού, έπεσαν. Γι’ αυτό λέγανε οι αρχαίοι _* πρόγονοι: «Αργία μήτηρ πάσης κακίας». Στα χρόνια του αποστόλου Παύλου, πάλι, πίστευαν ότι «Κύριος έγγύς» και ότι θα έρθει η Δευτέρα Παρουσία σύντομα, στην Θεσσαλονίκη, σε πολλά μέρη, δεν εργαζόντουσαν. Περίμεναν να έρθει και καθόντουσαν έτσι, νηστικοί, και μαλώνανε. Περιμένανε να έρθει η Δευτέρα Παρουσία και δεν εργάζονταν. Δεν κάνανε τίποτα. Τους μάλωσε ο απόστολος Παύλος. «Ό Κύριος έγγύς» εννοεί και τον καθένα που φεύγει. 


Για τον καθένα, όμως, που φεύγει από αυτή — ζωή, έχει γίνει η Δευτέρα Παρουσία. Είναι μερική κρίσις. Τώρα το πότε θα έρθει και τι θα κάνει, είναι κρυφός άσσος στο μανίκι του Θεού. Σκέψου να ξέραμε το πότε θα έρθει ή να βλέπαμε τι θα μας συμβεί στο μέλλον. Ξέρετε τι θα είχαμε; Αγωνία• αγωνία «οι άγχος. Ευτυχώς που δεν ξέρουμε. «Έχει ένας το κακό σπυρί» που λέγανε οι παλαιοί. Την αρρώστια την γνωστή, και υποφέρει. Του λέει ο γιατρός ότι θα ζήσει εννιά μήνες «αι μερικοί ζούνε και πεθαίνουνε από άλλα πράγματα. Έχεις αγωνία όμως τι θα συμβεί, τι θα γίνει, πώς θα πάει και ρωτάς και ξαναρωτάς τους γιατρούς, και είναι αυτό που  λέει στο Ευαγγέλιο: «... και πολλά παθούσα υπό πολλών ιατρών και δαπανήσασα τά _αρ’ έαυτής πάντα, και μηδέν ωφεληθείσα, αλλά μάλλον εις τό χείρον ελθούσα», και ξόδεψε ό,τι είχε και δεν είχε. Ήρθε μετά στον Χριστό και ακούμπησε με πίστη το άκρον του ιματίου Του και θεραπεύτηκε γιατί πήρε την δύναμη την θεραπευτική του Χριστού. Όταν έλεγε ο Χριστός: «Ποιος με ακούμπησε;» -ακούμπησε κάποιος με πίστη- λέει: Εγώ αισθάνθηκα δύναμη να φεύγει από πάνω μου και πήγε σε αυτόν». 


Να! Η πίστη. Μεγάλη υπόθεση η πίστη.



Κάποιος θα αναρωτηθεί, πάτερ μου έχει ανάγκη ο Χριστός από την επιβεβαίωση την δική μας για το πόσο πιστεύουμε για να γίνει το καλό; Ή για να χορηγήσει το καλό; Γιατί θα πρέπει και να πιστεύουμε αλλά και να δείχνουμε αυτή την πίστη;

Λεν έχει ανάγκη Αυτός, την έχουμε εμείς. Ο Κύριος ξέρει και πριν Του ζητήσουμε τι ζητούμε. Το λέει σε ομιλία. Αλλά έχουμε ανάγκη εμείς για να φτιάξουμε σχέση. Να τα φτιάξουμε, να επικοινωνήσουμε. Να Του πούμε εμείς για την ανάγκη που έχουμε «αι να δούμε ποιος μπορεί να μας θεραπεύσει. Να είναι ευεργέτης μας, να είναι ο Κύριος  μας, να Τον αγαπάμε και να θυμόμαστε κάθε φορά να πηγαίνουμε σε Αυτόν και όχι σε άλλον. Όχι στην Τράπεζα π.χ. αλλά σε Αυτόν. 


Χρειάζεται και αυτό, να μην τα'απολυτοποιούμε όλα. Η απολυτοποίηση είναι κακό πράγμα. Υπάρχει ο άρτος ο επιούσιος, που είναι καθημερινός και ο άρτος ο «υποούσιος». Και τα δύο χρειάζονται. Όταν τα απολυτοποιούμε, όπως τον άρτο τον καθημερινό, και κάνουμε τα πάντα μόνο για το ψωμί και τίποτα άλλο, τότε αυτό είναι κακό για τον εαυτό μας.  Αδικούμε τον εαυτό μας. Περιορίζουμε τον εαυτό μας στο ψωμί στο αλεύρι και στο  νεράκι δηλαδή.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΠΑΤΗΡ ΑΝΑΝΙΑΣ ΚΟΥΣΤΕΝΗΣ . Η ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΜΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια: