Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Δευτέρα 21 Ιανουαρίου 2019

Σινέ παράδεισος σε ενορία της Καλλιθέας-π. Βασίλειος Χριστοδούλου




Ενορία δημιούργησε και λειτουργεί κινηματογραφική λέσχη στην Καλλιθέα
Η τέχνη εξυπηρετεί μια βαθιά ανθρώπινη ανάγκη για ποιητική τροφή. Το πνεύμα μας είναι πάντα πρόθυμο να επιβιώνει ανεβαίνοντας. Το πνεύμα περισσότερο από την σάρκα, ζώντας πάνω στη γη νιώθει όσα έχουν νόημα για την ύπαρξη. Το σώμα πεινά όταν λείπει η τροφή, το πνεύμα όμως πληρώνει μεγάλο τίμημα όταν καταδικάζεται στην ένδεια: εκμηδενίζεται. Κάπως έτσι υποψιαζόμαστε την προσπάθεια του ανθρώπινου είδους να μην λιμοκτονήσει ψυχικά. Γι’ αυτόν το λόγο προσφέρονται τρόποι να επανασυνδεθεί με τον Θεό. Ένας από αυτούς είναι η τέχνη.


Συζητήσαμε με τον πατέρα Βασίλειο Χριστοδούλου, εφημέριο του ιερού ναού Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στην Καλλιθέα, για την κινηματογραφική λέσχη που λειτουργεί στην ενορία του και συγκεντρώνει νέους ανθρώπους.


Απ’ όσο γνωρίζω π. Βασίλειε εδώ και αρκετά χρόνια λειτουργεί στο Ναό σας μια άτυπη κινηματογραφική λέσχη.


Σωστά χρησιμοποιήσατε το ρήμα «λειτουργεί», διότι αφ’ ενός μεν πρόκειται για κοινό έργο πολλών (οι νέοι έβαλαν τη διάθεση κι εγώ τον τρόπο) αφ’ ετέρου είναι μια προσπάθεια που την χαρακτηρίζει όχι η τέρψη η αισθητηριακή αλλά η μετοχή όλων μας σε βαθύτερα στρώματα αλήθειας πέραν του προφανούς.


Τι το ιδιαίτερο έχει η προσπάθειά σας, σε καιρούς που ο κινηματογράφος είναι ούτως ή άλλως προσιτός σε όλους -ακόμα και στο σπίτι μας μέσω του διαδικτύου- αλλά και η βόλτα στις κινηματογραφικές αίθουσες είναι πλέον απ’ τις αγαπημένες συνήθειες των νέων ανθρώπων;


Η συνεισφορά είναι στον τρόπο, στην επιλογή, στο πρόσωπο που θα σε χειραγωγήσει στην εμβάθυνση και όχι απλώς η παρακολούθηση. Η ιδιαιτερότητα λοιπόν της προσπάθειάς μας έγκειται σε δύο σημεία. Το πρώτο είναι η επιλογή των ταινιών και το δεύτερο η εκγύμναση σ’ έναν άλλο τρόπο θέασης.

Θα θέλατε να μας πείτε δυο λόγια γι’ αυτές τις ιδιαιτερότητες;


Οι ταινίες που επιλέγουμε να δούμε δεν είναι συνήθως οι ταινίες που προβάλλονται στις κινηματογραφικές αίθουσες. Δεν αποτελούν τμήμα του λεγόμενου «εμπορικού κινηματογράφου» του οποίου το περιεχόμενο είθισται να είναι δράση, επιφανειακός συναισθηματισμός, ρηχό σενάριο και ένα χαρούμενο τέλος, επειδή ακριβώς δεν θέλει να στενοχωρήσει τον θεατή, να τον προβληματίσει, αλλά να τον διασκεδάσει. Επιλέγουμε λοιπόν έναν κινηματογράφο όχι θέασης αλλά μετοχής. Μια εικόνα που δεν εξαντλεί το νόημα αλλά το υπαινίσσεται, που δεν στοχεύει στον φθηνό και εύκολο εντυπωσιασμό, αλλά που τιμά και σέβεται τη λογικότητά σου, επενδύοντας στην αναζήτηση, στη δυνατότητα να διαλέγεσαι και να μην σιωπάς. Να εισέρχεσαι, και αναλαμβάνοντας την ευθύνη να γίνεσαι μέτοχος της ταινίας και όχι αποστασιοποιημένος θεατής της. Μετά λοιπόν από κάθε τέτοια προβολή ακολουθεί συζήτηση -πολλές φορές συναρπαστική- και αυτό είναι το δεύτερο στοιχείο ιδιαιτερότητας της προσπάθειάς μας.



Ο κινηματογράφος δηλαδή ως ποιμαντικό εργαλείο;

Ναι, γιατί όχι; Είδατε; Μας φαίνεται πολύ παράξενο η Εκκλησία να ασχολείται με τον κινηματογράφο.

Εδώ που τα λέμε, δεν είναι και κάτι το συνηθισμένο.

Έχετε δίκιο, αλλά νομίζω πως δεν αρκεί πλέον να παραμένουμε μόνο στη διαπίστωση, πρέπει να αναζητήσουμε το γιατί. Η εύρεση αυτού του «γιατί» ίσως μπορέσει λίγο να μας ξεκολλήσει.



Γιατί λοιπόν φαντάζει τόσο παράξενος αυτός ο διάλογος Εκκλησίας και κινηματογράφου;

Φοβάμαι επειδή απαξιώνουμε κάθε «εξωεκκλησιαστική» Τέχνη, περιορίζοντας ταυτόχρονα τον Θεό εντός των δικών μας εκφραστικών τειχών, αδυνατώντας να αναγνωρίσουμε σ’ αυτές την πνοή του Παρακλήτου. Ίσως και επειδή τρέμουμε στη συνειδητοποίηση ότι η έμπνευση και η έκπληξη (η Βασιλεία του Θεού δηλαδή) «αρθήσεται αφ’ ημών και δοθήσεται έθνει ποιούντι τους καρποὺς αυτής». Μας ξαφνιάζει η σκέψη, ότι υπάρχουν φορές που άνθρωποι που αναζητούν, θα ανεβαίνουν προς τον Ιησού, «ζητούντες ιδείν αυτόν», και Εκείνος θα βεβαιώνει διαχρονικά πως μέσα από τη δική τους παρουσία θα εμπνέει και θα συνεχίζει να διατηρεί την έκπληξη της Βασιλείας Του ζωντανή. Ενώ ο Θεός θα εκπλήσσει κινηματογραφικά, ποιητικά, μουσικά κ.λ.π. με τρόπους που δεν υποψιαζόμαστε. Αναρωτιέμαι, μήπως είναι καιρός ν’ αλλάξουμε;

Με την Τέχνη ο άνθρωπος διαιώνια παλεύει τον θάνατο. Προσπαθεί να δημιουργήσει μια μεταϊστορική συνέχεια

Ο Γέροντας Σωφρόνιος θυμάμαι έλεγε κάπου «δεν μπορεί κανείς να ζει χριστιανικά με διαφορετικό τρόπο: είτε θα είναι εμπνευσμένος είτε αποκοιμισμένος μέσα στον κόσμο». Μιας και αναφερθήκατε πριν και στην ποίηση, ο Μίλτος Σαχτούρης σ’ ένα ποίημά του αναφέρει πως: «ο κινηματογράφος δεν αγαπά τον θάνατο». Ένας τέτοιος κινηματογράφος μπορεί να βρει τη θέση του μέσα στη σύγχρονη ενοριακή ποιμαντική δραστηριότητα;


Δεν είναι μόνο ο κινηματογράφος που δεν αγαπά τον θάνατο, αλλά γενικότερα η Τέχνη δεν τα ’χει καλά μαζί του. Διότι με την Τέχνη ο άνθρωπος διαιώνια παλεύει τον θάνατο και την ανυπαρξία, προσπαθώντας να δημιουργήσει μία μεταϊστορική συνέχεια. Επιμένει να φλερτάρει αδιάκοπα με την Ομορφιά· με την Ομορφιά όχι σαν αισθητική αντίληψη του παρόντος, αλλ’ ως εσχατολογική εν Θεώ πληρότητα. 


Η Τέχνη «είναι μία εξομολόγηση του ότι η ζωή δεν επαρκεί». Η πνευματική ζωή λοιπόν μέσα στο ενοριακό πλαίσιο είναι η προσπάθεια συνειδητοποίησης αυτής της αλήθειας, πως δεν μας φτάνει μια ζωή για να αγαπήσουμε, να ζήσουμε και να δημιουργήσουμε. Είναι επιτακτική η ανάγκη της συνέχισης. Αυτή τη «συνέχεια» προσπαθούμε ήδη από τώρα να μεταλαμβάνουμε και η Τέχνη είναι ένα μέσον.

Οι νέοι άνθρωποι ανταποκρίνονται σε μία τέτοια ποιμαντική δραστηριότητα;

Ανταποκρίνονται, αλλά θέλει χρόνο αρκετό για να μυηθούμε όλοι σε έναν άλλο τρόπο θέασης των πραγμάτων άρα και του κινηματογράφου. Ο κινηματογράφος που προβάλλουμε έχει πολλαπλά επίπεδα ανάγνωσης (σαν την καλή λογοτεχνία) και σίγουρα -τουλάχιστον στην αρχή- χρειαζόμαστε κάποιον να μας δείξει τον τρόπο, να μας δώσει τα κλειδιά να ξεκλειδώσουμε την πρόσβασή μας στα βαθύτερα αυτά στρώματα κατανόησης.


Αποτέλεσμα αυτής της ποιμαντικής σας δραστηριότητας, αν δεν κάνω λάθος, είναι και το τελευταίο σας βιβλίο, μ’ ένα τίτλο που σίγουρα δεν περνά απαρατήρητος: «και ο κλήρος έπεσε στα δάκρυα», από τις εκδόσεις «Γρηγόρη».


Είναι ουσιαστικά η θεολογική ανάλυση οκτώ ταινιών που είχα κατά καιρούς προβάλλει στη Νεανική Σύναξη του Ναού μου. Μέσα στην ανάλυση αυτή εμπεριέχονται και πολλά από το περιεχόμενο των συζητήσεων που επακολούθησαν αυτών των ταινιών.


Θέλετε να μας μιλήσετε λίγο περισσότερο για το περιεχόμενό τους;


Το θέμα πάνω στο οποίο στοχάζεται είναι εκείνο της απουσίας και σιωπής του Θεού. Τα αδυσώπητα «γιατί» που στοιχειώνουν την ζωή μας, όταν το παράλογο και το κακό δείχνουν να επικρατούν και ο Θεός να μην παίρνει θέση. Κοινός παρονομαστής των ταινιών που αναλύονται είναι εκείνο του αναίτιου και πρόωρου χαμού των ανθρώπων, το αναπάντεχο του θανάτου, ο επώδυνος και μαρτυρικός τρόπος της εξόδου πολλών ανθρώπων απ’ τη ζωή, παρά τις όσες για «ανώδυνα, ανεπαίσχυντα και ειρηνικά τέλη» ικεσίες Τον είχαμε ανά τους αιώνες παρακαλέσει. Είναι αυτό το βασανιστικό δίπολο της απώλειας και απουσίας, των αγαπημένων αδελφών και του σπλαχνικού Πατέρα· το δίπολο που πάντα θα μας στοιχειώνει.




Άλλωστε είναι κάτι που μαρτυρείται και στον υπότιτλο: «ο κινηματογράφος της απουσίας του Θεού σε θεολογική παρακολούθηση». Θα θέλατε, κλείνοντας τη συνέντευξή μας αυτή να προσθέσετε και κάτι ακόμη;


Ο π. Δημήτριος Στανιλοάε θυμάμαι έγραφε κάπου: «Τα έργα της Τέχνης είναι έργο του Αγίου Πνεύματος: ένα ωραίο λογοτέχνημα, ένα ωραίο ποίημα, είναι έργα του Αγίου Πνεύματος, μα δεν αποτελούν ακόμα το πλήρωμα ολόκληρης της ποίησης που μπορεί να πραγματοποιήσει ο άνθρωπος». Μην περιοριζόμαστε λοιπόν! Ο Θεός είναι το Ποίημα· σίγουρα δεν το γράφουμε, δημιουργώντας όμως το ανακαλύπτουμε.


Ευχαριστήσαμε τον πατέρα Βασίλειο, μαντεύοντας μετά την συζήτησή μας περισσότερο από πριν τον τόπο της τέχνης στη ζωή μας. Εάν η τέχνη είναι αυθεντική, είναι μια μελωδία του Θεού που περιέχει όλα τα στοιχεία της πίστης: την εσωτερικότητα, την πνευματικότητα και τους δεσμούς με τα μύχια της ψυχής.
___________
Σοφία Χατζή
δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα
ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΛΗΘΕΙΑ, 16.01.2019

Δεν υπάρχουν σχόλια: