( Βρέθηκε στὸ τρυπημένο ἀπὸ τὶς σφαῖρες σακκάκι ἑνὸς στρατιώτη, που συνάντησε τὸ θάνατο στὴ Ρωσία, σὲ μια ἀπὸ τὶς μάχες τοῦ Β' Παγκοσμίου Πολέμου το πιο κάτω γράμμα)
«Ἀντίο, ὁλοδικέ μου Θεὲ...» Ἄκουσε, Θεέ... Ποτὲ στὴ ζωή μου δὲν μίλησα μαζί Σου, ἀλλὰ σήμερα θὰ ἤθελα νὰ Σὲ χαιρετίσω... Ξέρεις... Ἀπὸ μικρὸ πάντα μοῦ λέγανε ὅτι δὲν ὑπάρχεις... Κι ἐγώ, ἀνόητος, τὸ πίστεψα... Καὶ ὅμως ἀπόψε κοίταξα, ἀπὸ μία τρύπα ποὺ εἶχε ἀνοίξει μία νάρκη, τὸν οὐρανὸ μὲ τ᾿ ἄστρα ἀπὸ πάνω... Καὶ ξαφνικὰ κατάλαβα, ἀτενίζοντας τὴ λάμψη τους, πόσο δεινὴ μπορεῖ νὰ εἶναι ἡ ἀπάτη... Δὲν ξέρω, Θεέ, ἂν θὰ μοῦ δώσεις τὸ χέρι Σου, ἀλλὰ θὰ Σοῦ μιλήσω καὶ Σὺ θὰ καταλάβεις...θα σου δώσω εγώ την καρδιά μου. Δὲν εἶναι περίεργο, ποὺ μέσα στὸν φρικτὸ ἅδη, ξαφνικὰ ἀνακάλυψα τὸ Φῶς καὶ Σὲ γνώρισα;... Ἄλλο δὲν ἔχω νὰ πῶ τίποτα, μόνο αὐτό, ὅτι χαίρομαι ποὺ Σὲ γνώρισα... Τὰ μεσάνυχτα μᾶς ὁρίσανε γιὰ τὴν ἐπίθεση, ἀλλὰ δὲν φοβᾶμαι: μᾶς βλέπεις ἀπὸ ψηλά... Τὸ σῆμα!... Λοιπόν, πρέπει νὰ φύγω... Ὡραῖα ἦταν μαζί Σου... Ἤθελα ἀκόμη νὰ πῶ, ὅτι ὅπως ξέρεις, ἡ μάχη θὰ εἶναι δεινή, καὶ ἴσως αὐτὴ τὴ νύχτα νὰ χτυπήσω τὴν πόρτα Σου... Ἂν καὶ μέχρι τώρα δὲν ἤμουν φίλος Σου, θὰ μοῦ ἐπιτρέψεις νὰ εἰσέλθω ὅταν ἔρθω;... Ὅμως, μοῦ φαίνεται, κλαίω... Θεέ μου, βλέπεις, τὶ συνέβη σὲ μένα... Τώρα ἀνέβλεψα... Ἀντίο, ὁλοδικέ μου Θεέ... Φεύγω... Καὶ ἴσως νὰ μὴν ἐπιστρέψω... Τί παράδοξο τώρα δὲν φοβᾶμαι τὸν θάνατο!...
Μεγάλη η Μετάνοια! "ην μοι δώρισε, Σωτήρ"
Συναξάρι"Αγνώστου ευγνώμονος Ληστού του 20ου αιώνος"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου