Πατέρες και
αδελφοί,
μεταβαίνει
σήμερον εκ του θανάτου εις την ζωήν ένας ευλογημένος και ενάρετος άνθρωπος, η
δούλη του Θεού Θεογνωσία. Ένας άνθρωπος, ο οποίος ανακάλυψε ενωρίς στη ζωή του
το αυθεντικό και αληθές νόημα της ζωής και του θανάτου. Είναι όντως ευλογημένη
η Θεογνωσία, όχι μόνον γιατί πήρε στην κολυμβήθρα της βαπτίσεώς της τη γνώση
του Θεού, αλλά επειδή αξιώθηκε να επαληθεύσει το όνομά της.
Όντως η
προκείμενη νεκρή Θεογνωσία είχε γνώση του Θεού, κι ας μην ήταν θεολόγος. Και
επιβεβαίωνε τη γνώση τούτη με τη ζωή της, με την όραση των θείων μυστηρίων, τη
γεύση του Θεού, δηλαδή αυτή την εμπειρία, που εμείς διαβάζουμε στα πατερικά και
θεολογικά βιβλία μας. Παράδοξο, θα πει κάποιος! Δεν είναι όμως παράδοξο!
Δόξα τω Θεώ, η Κύπρος έχει ακόμα, ας είναι
και μεταλλαγμένη και σκλαβωμένη, αρκετές «Θεογνωσίες»∙ ανθρώπους δηλαδή της
λαϊκής ευσέβειας, οι οποίοι πολύ νωρίς αντιλήφθηκαν ποια είναι η αληθινή γεύση,
ο πραγματικός σκοπός αυτού του βίου. Κι ότι αυτός ο βίος, αν δεν ενώνεται με
την αιώνια ζωή του αιώνιου Θεού, είναι βίος ανεόρταστος, άχαρος, χωρίς τη χάρη
του Τριαδικού μας Θεού. Δόξα τω Θεώ, που αξιωθήκαμε να γνωρίσουμε αυτού του
είδους τη γνώση του ανθρώπου αυτού.
Κι εσείς, τα παιδιά της, οι κόρες της, οι
γαμπροί, τα εγγόνια της, τα δισέγγονά της, οι επίλοιποι συγγενείς, οι χωριανοί
μας Ζωδιάτες και όλοι εσείς, που αξιωθήκατε να έχετε γνώση της Θεογνωσίας,
είστε όντως ευλογημένοι.
Κι αν κρίνω από
τους δύο επικήδειους λόγους που άκουσα, μπορώ να πω ότι αντιληφθήκατε τον
θησαυρό της οικογένειάς σας. Κι έτσι μπορείτε να στηρίζετε τη δική σας
οικογένεια, είτε τη τωρινή, είτε τη μελλοντική, στο παράδειγμα αυτής της
ευλογημένης γιαγιάς, της Θεογνωσίας.
Αν είμαι εδώ παρών, δεν είναι γιατί είμαστε
χωριανοί με τη Θεογνωσία, ούτε πως είμαστε και μακρινοί συγγενείς, όπως
πράγματι είμαστε από την πλευρά της γιαγιάς μου, αλλά γιατί, κατά ένα μυστικό
τρόπο, στα ύστερα χρόνια της η Θεογνωσία μού εμπιστεύτηκε πολλά από τον
εσωτερικό, πνευματικό της κόσμο, από την εμπειρία του Θεού, που απεκόμισε.
Θα ήθελα να
αναφέρω ενδεικτικά μερικά από αυτά τα εν Χριστώ βιώματά της, προς ωφέλεια και
των κληρικών και εσάς των οικείων της. Καταρχάς, η αγαπητή μας Θεογνωσία
γεννήθηκε με μια μεγάλη προίκα, όχι όπως νόμιζαν οι Ζωδιάτες τα πολλά περιβόλια
και τα πολλά πλούτη, όχι αυτή την προίκα. Αυτή αποδείχτηκε φαντασία, την οποία
τώρα νέμονται οι κατακτητές μας. Η προίκα της ήταν η μάνα της, η Παναγιωτού·
άνθρωπος του Θεού, με βαθιά απλότητα αλλά και βαθιά πνευματική εσωτερικότητα.
Η ίδια μας διηγήθηκε το εξής γεγονός, το
οποίο είναι καταγραμμένο σε ένα από τα πιο λαοφιλή βιβλία, που σήμερα
κυκλοφορούν, και που τιτλοφορείται Ασκητές μέσα στον κόσμο, και έχουν μέχρι
σήμερα εκδοθεί δύο τόμοι. Επιτρέψτε μου
εδώ να αναφερθώ και στην προϊστορία του βιβλίου. Τη σειρά αυτή των βιβλίων
επιμελήθηκε ο ιερομόναχος π. Ε. της Καψάλας, ένας από τους μεγαλύτερους ασκητές
του συγχρόνου Αγίου Όρους και προσωπικός μας φίλος, πνευματικό δε τέκνο του
οσίου πατρός ημών Παϊσίου του Αγιορείτου, του οποίου η αγιότητα ανακηρύχθηκε
επίσημα μόλις προ ενός μηνός.
Είχε ειπεί
λοιπόν ο γερο-Παΐσιος στον π. Ε. να καταγράψει, όχι μόνο τον βίο και τη
διδασκαλία συγχρόνων μοναχών και ασκητών του Αγίου Όρους, αλλά και ανθρώπων που
έζησαν στις μέρες μας ασκητικά μέσα στον κόσμο, ούτως ώστε και οι έγγαμοι να
έχουν πρότυπα βίου, και όχι μόνον οι μοναχοί με τους ασκητές. Έτσι ο καλός μας
π. Ε. μπήκε σε αυτή τη διαδικασία, και χάρηκα που στον δεύτερο τόμο της σειράς
που αναφέραμε (Ασκητές μέσα στον κόσμο) έχει
περιλάβει και
έξι Κυπρίους λαϊκούς, ανθρώπους ενάρετους και αγιασμένους.
Μια από τις έξι αυτές βιογραφίες είναι η
βιογραφία της Παναγιωτούς, της μάνας της Θεογνωσίας.Ας είναι καλά ο
παπα-Θεοδόσης, ο ιερέας εδώ του ναού, που διέσωσε, κατέγραψε και παρέδωσε στον
π. Ε. το γεγονός, που τώρα θα σας διηγηθώ.
Γράφει, λοιπόν, μέσα σ᾽ αυτό το βιβλίο, για
όσους δεν το διαβάσατε, το εξής:
Πήγε η
Παναγιωτού μαζί με την κόρη της Θεογνωσία και άλλους στον εξωκκλήσι της Κάτω
Ζώδιας -προ της εισβολής, βεβαίως-, στον άγιο Γεώργιο των Ξαλώνων, αλλά ήταν
κλειστή η εκκλησία.
Η Παναγιωτού
είχε τέτοια απλότητα αλλά και τέτοια φυσική πίστη, που με δυνατή φωνή
είπε: «Άγιε Γεώργιε, είσαι μέσα; Αν
είσαι μέσα, άνοιξέ μας!» Και άκουσε τη φωνή του αγίου Γεωργίου από μέσα, που
της απάντησε: «Είμαι μέσα! Ελάτε!»
Αλλά, για να ακούσει τη φωνή του αγίου,
σημαίνει και αυτή είχε καθάρισει τις αισθήσεις της και μπορούσε, ήταν άξια, να
ακούσει αυτή τη φωνή. Γι αυτό, όσοι δεν έχουμε την εμπειρία του Θεού, να
εμπιστευόμαστε την εμπειρία των αγίων, την εμπειρία των εναρέτων ανθρώπων του
Θεού.
Η Παναγιωτού, λοιπόν, μεγάλωσε αυτή την κόρη.
Μου έλεγε η μακαριστή Θεογνωσία, ότι από τον καιρό που ζοῦσε στη Ζώδια έμαθε να
κάνει πολλές μετάνοιες, αλλά κρυφά από τους άλλους. Να μην τη βλέπουν, ούτε τα
παιδιά της, ούτε και ο άντρας της ο Γιάννης. Γιατί είχε μάθει και από τη μάνα
της και από τη γιαγιά της -δείτε δηλαδή πόσο δυνατή παράδοση ήταν αυτή-, ότι ο
Θεός ευλογεί το μυστικό, αυτό που δεν δοξάζουν οι άνθρωποι, αυτό που δεν
βλέπουν, δεν ζηλεύουν, δεν φθονούν και δεν επαινούν. Γι᾽ αυτό φρόντιζε η ζωή
της η προσωπική και πνευματική να είναι μυστική.
Μου λέει: «Εν᾽
ναι (δεν είναι) για τούτο, Δεσπότη μου, που τζιαι τούτα που κάμνετε εσείς οι
παπάδες μέσα στο ιερό λέγονται μυστήρια;»
Ναί, πράγματι,
γιατί τα Μυστήρια έχουν μια μυστική διάσταση, την οποία δεν μπορούν να δουν
πολλοί, αλλά έχουν τη δυνατότητα να τη γευθούν όλοι.
Είναι και ακόμη λίγα πράγματα, που μπορώ να
καταθέσω για τη μακαριστή δούλη του Θεού Θεογνωσία.
Βρισκόταν κάποτε
στον Μουτουλλά, και είδε εκεί για πρώτη φορά τον φύλακά άγγελό της. Τον είδε εν
είδει φωτός και φοβήθηκε και πήγε στη μάνα της και της το διηγήθηκε. Η μάνα
της, της εξήγησε:
«Είναι ο άγγελός
σου κόρη μου, που πήρες στο Βάπτισμα. Πρόσεξε, να μην τον προσβάλεις.»
Αργότερα τον
είδε πάλιν και πολλάκις. Όταν κάποτε πήγε στον Κύκκο να προσκυνήσει με έναν από
τους γαμπρούς της, καθυστέρησαν, και του έλεγε, «κάμε πιο γρήγορα, γυιέ μου,
διότι ήδη μπήκαν στην ευλογημένη βασιλεία», δηλαδή είχε αρχίσει η Λειτουργία.
Όταν έφτασαν στο μοναστήρι, έφτασαν την ώρα του Χερουβικού. Και η ευλογημένη
ψυχή της Θεογνωσίας αξιώθηκε να ιδεί πνευματικά το μυστήριο της θείας
Λειτουργίας! Ενώ εμείς, που το τελούμε τόσες πολλές φορές δεν το βλέπουμε,
απλοί άνθρωποι του Θεού, που έχουν καθαρίσει τα μάτια της ψυχής τους, βλέπουν
αυτά που εμείς δεν βλέπουμε. Και η Θεογνωσία ήταν άνθρωπος που είχε όραση του
Θεού, γι᾽ αυτό είπα ότι είχε γνώση του Θεού.
Έβλεπε λοιπόν μέσα στην αγία πόρτα, όπως λέμε
στην Κύπρο, δηλαδή στην Ωραία Πύλη, ένα τεράστιο γαλάζιο φως και ο παπάς ήταν
από πίσω προς την αγία Τράπεζα. Και όποτε περνούσε από την Ωραία Πύλη για να
ειπεί το, «ειρήνη πάσι», περνούσε μέσα από το φως και το φως διαχεόταν δια
χειρός του ιερέως σε όλους τους πιστούς. Αν και σε μερικούς, καθώς μου είπε,
δεν καθόταν το φως, και λυπήθηκε. Σκεφτείτε δηλαδή αυτή τη γυναίκα, πόσο τη
χαρίτωσε ο Θεός, για να βλέπει τα μη ορώμενα.
Άλλοτε πάλιν, σε ένα από τους ναούς της Κύπρου
-όχι αυτόν εδώ της Λευκωσίας-, έβλεπε τον ιερέα την ώρα που θυμίαζε στο
Χερουβικό τις τέσσερεις πλευρές της αγίας Τραπέζης, και έβλεπε ότι κάτω από την
αγία Τράπεζα έβγαινε σε κάθε πλευρά και ένας άγιος και έκαμνε υπόκλιση του
ιερέως.
Τη ρώτησα: «Από
τις πλευρές έβγαιναν οι άγιοι ή από αλλού;»
Και μου
απάντησε: «Όχι, από τις γωνιές. Από τις τέσσερις γωνιές της αγίας Τραπέζης.»
Και ξέρετε, αγαπητοί μου πατέρες, ότι η
κανονική τάξη είναι να θυμιάζομε όχι από τις πλευρές, αλλά τις τέσσερεις
κεραίες, γωνίες της αγίας Τραπέζης. Γιατί; Γιατί εκεί, κατα την τελετή των
Εγκαινίων του ναού, τοποθετούμε τις εικόνες των τεσσάρων Ευαγγελιστών. Έβλεπε
λοιπόν η Θεογνωσία τους τέσσερεις Ευαγγελιστές, που έκαναν υπόκλιση στον ιερέα,
την ώρα που ο ιερέας θυμίαζε την αγία Τράπεζα. Σ᾽ ένα από τα τελευταία της
τηλεφωνήματα, είχε την απορία, μήπως είχε αμαρτία που μου έλεγε αυτά τα
πράματα.
Διότι η μάνα
της, της έλεγε να μην τα λένε, για να μη δοξαστούν. Της είπα και εγώ: «Σου υπόσχομαι, αν ζήσω, θα τα πω μόνον στην
κηδεία σου. Εκεί δεν μπορεί να σε πειράξει ο πειρασμός, ούτε μπορείς τότε να
υπερηφανευτείς.» Είχε, βλέπετε, την αγωνία, μήπως κενοδοξήσει, μήπως
περηφανευτεί από τις πολλές οράσεις που είχε στη θεία Λειτουργία. Όταν για
κάποιες Κυριακές δεν είδε τίποτε στη Λειτουργία, ανησύχησε. Με πήρε τηλέφωνο.
«Μήπως είναι
επειδή σου είπα ορισμένα πράματα, και δεν άρεσε του Θεού;», με ρώτησε.
Της λέω: «Όχι,
δεν είναι γι᾽ αυτό. Φαίνεται, εσύ θέλεις να βλέπεις αυτά τα πράματα!»
«Να μην θέλω
λοιπόν;», με ρωτάει.
«Όχι, να μην
θέλεις», της απάντησα. «Να αφήνεις τον Θεό, να σού δείχνει ό,τι θέλει να σου
δείξει και να Τον δοξάζεις πάντοτε!»
Λοιπόν αυτά τα ολίγα είχα να μοιραστώ μαζί
σας, για να αντιληφθούμε τι άνθρωπο προπέμπομε σήμερα στον παράδεισο. Έχουμε
μεγάλη ευθύνη, που από τη γενιά μας, από το χωριό μας γεννήθηκαν και μεγάλωσαν
τέτοιοι άνθρωποι.
Να συνεχίσετε,
όχι μόνον τους ωραίους λόγους της Θεογνωσίας και τα ωραία ήθη και έθιμά της,
αλλά εξαιρέτως την τακτική της μυστικής άσκησης και προσευχής, τα πολλά
μνημονέματα που έκαμε πολλών κεκοιμημένων όλης της Κάτω Ζώδιας. Έτσι η Κάτω
Ζώδια, αν και τόσα χρόνια κατεχόμενη, στον νου της Θεογνωσίας ήταν γνωστή και
ελεύθερη και την ένωνε με την άνω μνήμη, την αιώνια μνήμη του αιώνιου Θεού.
Αυτή ήταν ενδεικτικά η δούλη του Θεού Θεογνωσία.
Εύχομαι όλοι εμείς, είτε αρχιερείς, είτε
ιερείς και διάκονοι, είτε εσείς, ο λαός του Θεού, να έχουμε τέτοια μίμηση αυτής
της λαϊκής ευσέβειας. Και, τι είναι νομίζετε η λαϊκή ευσέβεια; Η λαϊκή ευσέβεια
είναι η ευσέβεια των αγίων αποστόλων. Οι άγιοι απόστολοι ήταν άνθρωποι απλοί
του λαού, οι πιο πολλοί ψαράδες. Και όμως αυτοί πίστεψαν, πως εκείνος ο
τριαντάχρονος Διδάσκαλος, ο Ιησούς, ήταν πράγματι ο σαρκωμένος Υιός του Θεού
του ζώντος, ο Μεσσίας, ο νικητής του θανάτου.
Η Θεογνωσία
συνεχίζει την πίστη, την εμπειρία των αγίων αποστόλων. Είναι η αποστολική
ευσέβεια, η λαϊκή ευσέβεια της Κύπρου. Ο Θεός να αναδείξει και να κρατήσει
τέτοιους ανθρώπους ανάμεσά μας σε αυτές τις τόσο δύσκολες ώρες, που περνά ο
τόπος, για να μας διδάξουν τη γνώση του Θεού, όπως η δούλη του Θεού Θεογνωσία.
Αιωνία της η μνήμη!
Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ.
Νεοφύτου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου