Η Μοναχή Αλεξάνδρα, γεννημένη στην Ρουμανία, ήταν κόρη του Βασιλιά Φερδινάνδρου (+1927) και της Βασίλισσας Μαρίας. Έζησε πολλές ιστορικές περιπέτειες, δύο Παγκοσμίους Πολέμους, φτώχια και εξορίες. Εν τέλει, βρέθηκε στην Αμερική, όπου πραγματοποιώντας παλαιό πνευματικό πόθο της, έγινε Μοναχή. Ίδρυσε την Μονή της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στο Έλγουντ της Πενσυλβανία και διακόνησε εκεί ως Ηγουμένη μέχρι την μακαρία κοίμησί της, το 1991. Η ευλογημένη αυτή ψυχή διηγείται μια προσωπική εμπειρία γνωριμίας με τους Αγγέλους και ιδιαίτερα με τον Φύλακα Άγγελό της, που είχε στην παιδική της ηλικία.
***
«Ήμουν επτά χρόνων, όταν –ξημερώματα ήταν– τους είδα να στέκονται μπροστά μου. Ήταν Άγγελοι. Είμαι τόσο σίγουρη σήμερα, ότι ήταν Άγγελοι, όσο ήμουνα και τότε που τους είδα. Δεν ήταν όνειρο· δεν ήταν φαντασία αυτό που έβλεπα. Ήταν εκεί ολοζώντανοι, τους έβλεπα, τους ένιωθα βαθιά μέσα μου. Τους έβλεπα τόσο καθαρά, ευδιάκριτα! Δεν ξαφνιάστηκα, ούτε φοβήθηκα. Ίσως δεν ένιωσα και ιδιαίτερο δέος. Εκείνο που πολύ έντονα ένιωσα ήταν μια βαθιά, απερίγραπτη αγαλλίαση, μια γλυκιά χαρά! Ήθελα να τους μιλήσω, να τους αγγίξω..
Το παιδικό μας δωμάτιο άρχισε να φωτίζεται με το φως της αυγής. Ξαφνικά, είδα μια ομάδα Αγγέλων να στέκονται, σαν να μιλούσαν μεταξύ τους, γύρω από το κρεββάτι του μικρότερου αδελφού μου.
Ήμουν σίγουρη ότι μιλούσαν, αν και δεν άκουγα τις φωνές τους. Φορούσαν μακριά ρούχα σαν ρόμπες με διάφορα απαλά χρώματα. Τα μαλλιά τους πλούσια έπεφταν στους ώμους και είχαν του καθενός διαφορετική απόχρωσι, από ανοιχτά ξανθά ως σκούρα μαύρα. Δεν είχαν φτερούγες.
Στο κάτω μέρος του κρεββατιού του αδελφού μου Μίρκα, λίγο πιο μακριά από τους άλλους, στεκόταν ένας άλλος Άγγελος, ψηλότερος και πολύ όμορφος, με μεγάλες άσπρες φτερούγες. Στο δεξί του χέρι κρατούσε ένα αναμμένο κερί και φαινόταν να μην ανήκει στην ομάδα των άλλων Αγγέλων.
Μέσα μου βαθιά ήξερα ότι αυτός ήταν Φύλακας Άγγελος.
Εκείνη την στιγμή αντιλήφθηκα την παρουσία ενός άλλου Αγγέλου στα πόδια του δικού μου κρεββατιού.
Ήταν ψηλός, φορούσε ρούχα με πολύ φαρδιά μανίκια. Τα μαλλιά του ήταν πυρόξανθα και η ομορφιά του προσώπου του τέτοια,
που δεν μπορώ ούτε τώρα να την περιγράψω, γιατί δεν συγκρίνεται με κανένα ον επί της γης και με τίποτε ανθρώπινο.
Τα φτερά του ήταν πίσω και γυρισμένα προς τα άνω. Το ένα του χέρι ήταν ψηλά στο στήθος του και με το άλλο κρατούσε το κερί.Το χαμόγελό του μπορώ να το περιγράψω μόνο με μια λέξι: αγγελικό! Όλη του η παρουσία αντανακλούσε αγάπη, στοργή, φροντίδα, κατανόησι και ασφάλεια.
Γοητευμένη απ’ ο,τι ζούσα, πέταξα τα σκεπάσματά μου και γονάτισα στην άκρη στο κρεββάτι.
Άπλωσα το χέρι με μια έντονη επιθυμία ν’ αγγίξω τον χαμογελαστό φύλακά μου, αλλά εκείνος έκανε ένα βήμα πίσω και κούνησε ευγενικά το κεφάλι του. Ήμουν τόσο κοντά του! «Ω, σε παρακαλώ, μη φεύγεις!», είπα δυνατά, και όλοι οι άλλοι Άγγελοι με κοίταξαν και νομίζω πως άκουσα ένα ελαφρύ γέλιο, αλλά δεν μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι άκουσα κάποιον ήχο, αν και ξέρω καλά πως οι Άγγελοι χαμογέλασαν. Έπειτα εξαφανίστηκαν…
Δεν ήμουν παρά ένα παιδί, όταν είδα τον Φύλακα Άγγελό μου. Καθώς τα χρόνια περνούσαν, κάπου κάπου θυμόμουν αυτό το γεγονός και εξακολουθούσα να νιώθω την παρουσία του Φύλακα Αγγέλου μου.
Αλλά, με λύπη μου ομολογώ, ότι τις περισσότερες φορές τον αγνόησα……
Στα χρόνια που ακολούθησαν, ίσως εξ αιτίας όλων όσων έζησα κατά τον Πόλεμο και τους ποικίλους διωγμούς, βασανίστηκα πολύ από δαιμονικούς εφιάλτες.
Η μόνη σωτηρία μου στην διάρκεια των εφιαλτικών ονείρων ήταν να κάνω το σημείο του Σταυρού…
Μια μέρα, κοιτάζοντας μια συλλογή παλαιών εικόνων, έπεσε το μάτι μου σε ένα τρίπτυχο, όπου εικονιζόταν ο Φύλακας Άγγελος.
Στην μεσαία εικόνα ο Άγγελος βοηθούσε τον προστατευόμενό του, που κοιμόταν και έβλεπε άσχημο όνειρο.
Αργότερα, όταν πάλι ξύπνησα τρομαγμένη από άσχημο εφιάλτη, θυμήθηκα ξαφνικά την εικόνα και με μια υπερφυσική ευκρίνεια ανακάλεσα στον νου μου αυτά που είχα δει, όταν ήμουν παιδί.
Με απόλυτη βεβαιότητα εκείνη την στιγμή γύρισα στον Φύλακα Άγγελό μου, όπως το έκανα στην παιδική μου ηλικία, και ήξερα ότι εκείνος ήταν εκεί, πλάι μου, έτοιμος να με προστατεύσει.
Εντελώς σίγουρη για την παρουσία του ηρέμησα και ειρηνικά ξανακοιμήθηκα.
Ο ύπνος μου ήταν γλυκύς και ήρεμος…»
Αλεξάνδρας Μοναχής (πρώην πριγκίπισσας Ιλεάνας της Ρουμανίας), «Οι Άγγελοι. Μια ζωντανή παρουσία», Μετάφραση Ελένης Δ. Γκανούρη, εκδ. Η Έλαφος, 1994.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου