«Κάποτε ἦρθε στήν μονή μας ἕνας ὑπουργός μέ πολύ ὕφος, ἀλλά
γρήγορα εἶδε ὅτι ἡ μοναστηριακή ἀτμόσφαιρα εἶναι ἕνας ἄλλος κόσμος, καί ἄρχισε
νά συναναστρέφεται ἁπλούστερα μέ τούς μοναχούς. Τόν προσκάλεσα στό ἡγουμενεῖο
μόνο του καί, ὅταν μπῆκε, δέν κατάφερε νά πῆ λέξι, διότι τόν κατέλαβαν λυγμοί.
Προσπάθησα νά τόν διασκεδάσω καί μοῦ λέει: “Σήμερα θυμήθηκα ὅτι ὁ παπποῦς μου
κάθε Δευτέρα ἔφευγε ἀπ’ τό σπίτι καί πήγαινε στό βουνό γιά νά προσευχηθῆ. Ἐπίσης,
πολλές φορές ἔβλεπα τόν πατέρα μου, πού ἦταν ἀπ’ τή Μικρά Ἀσία, νά μή περπατᾶ
στό χῶμα. Πηγαίνοντας σ’ ἕνα μοναστήρι τό χειμῶνα μέ πολλά χιόνια καί πάγους,
τόν ἔβλεπα νά ὑψώνεται πάνω ἀπ’ τούς πάγους καί, ὅταν φθάναμε στό μοναστήρι, ἀντιλαμβανόμουν
ὅτι σέ κάτι διαφέρει ἀπ’ τούς ἄλλους πού ἦταν τριγύρω μας. Σήμερα κατάλαβα τό
μυστικό τοῦ πατέρα μου. Μοῦ ἔδωσε μία πίστι, τήν ὁποία ξαναποκτῶ σήμερα”. Αὐτή
εἶναι ἡ φυσική, ἡ κληρονομική πίστι».
Γέροντας Αἰμιλιανός
Σιμωνοπετρίτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου