Ντρίνν Ντρίνν.....
-Καλησπέρα Κωνσταντίνε που είσαι.
-Καλώς την Αικατερίνα την αδελφή μου.
-Στη Μυτιλήνη είσαι ή στην Αθήνα?,
-Στην Αθήνα είμαι μόλις γύρισα από
την Τράπεζα και μπήκα σπίτι.
-Ααα Ωραία.
-Τι τρέχει.
-Αυτή τη φορά δε θα σε αφήσω να
φύγεις για τα νησιά εάν πρώτα δεν δείς τον Γέροντα.
-Να πάρεις ,ευλογία από τον Π.Ισίδωρο
τον Φιλοθείτη το τυφλό.Πνευματικό παιδί του Π.Εφραίμ του Φιλοθείτη που είναι
στην Ι.Μ.του Αγίου Αντωνίου στην Αριζόνα.
-Και που θα τον δούμε;
-Έχει κατέβει στην Αθήνα από το Άγιο
όρος και ευρίσκεται στο Γαλάτσι στο σπίτι της δικηγόρου κ.Σοφίας Κ. πνευματική
αδελφή και εκείνη,οπως εμείς.
-Καλά θα σε ενημερώσω αύριο, πότε θα
μπορέσω γιατί έχω πάρα πολύ δουλειά στηΤράπεζα, πρέπει να προγραμματίσω τις
επισκέψεις μου στα καταστήματα της Τράπεζας στο Αιγαίο.
-Μη το καθυστερήσεις ούτε λεπτό, δε
θα φύγεις αν δεν τον δείς.
-Να είναι ευλογημένο, είπα και
έκλεισα το τηλέφωνο.
Με την αδελφή, Αικατερίνα Μπραντίτσα
,δημόσιος υπάλληλος στο επάγγελμα, πήγαμε με πάρα πάρα πολύ κρύο ένα βράδυ του
Νοέμβρη του 2007 στο σπίτι όπου φιλοξενούσαν τον ευλογημένο από τον Τριαδικό
Θεό και σκεύος εκλογής της Κυρίας Θεοτόκου, Πατέρα Ισίδωρο τον τυφλό. Το
διαμέρισμα μέσα και έξω ήταν γεμάτο κόσμο. Ένας Ιερέας μαύρος από την Αφρική με
τη πρεσβυτέρα του και τα 4 παιδιά του ,να λάμπει, που εγώ δε το καταλάβαινα,
από χαρά. Γυναίκες, άνδρες, μικροί και μεγάλοι, φοιτητές, άνεργοι, υπάλληλοι,
δικηγόροι, γιατροί, βιοπαλαιστές, υγιείς, με αρρώστιες, με βαριές αρρώστιες,
ημιπαράλυτοι, με κινητικά προβλήματα,με καροτσάκια αναπηρικά, αστυνομικοί
,φανταράκια όλοι απλά ντυμένοι έκρυβαν την ιδιότητά τους και την αγωνία τους
για τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν . Όπως έμαθα αργότερα από τη δική τους
ομολογία, με έκαναν όχι μόνον να απορώ για τη τόσο μεγάλη πίστη τους προς το
Θεό και για τα αποτελέσματα της ευλογίας του Γέροντα αλλά και να αισθάνομαι
αμήχανα για το Τραπεζικό Διευθυντικό ντύσιμό μου. Το μυαλό μου πήγαινε από τη
μια άκρη στην άλλη και προσπαθούσε να επεξεργαστεί αυτά που έβλεπα, αυτά που
είχα αφήσει στη Τράπεζα, τι θα συναντούσα ,τι περίμενα ,τι θα έλεγα και τι θα
ζήταγα από το Γέροντα Ισίδωρο.Ήμουν σε μια αγωνία όχι περιέργεια ούτε ανησυχία.
-Ρώτησε τον <<Γέροντα να
περάσει ο Κωνσταντίνος;>>
-Εντάξει.Μου είπε να περάσεις.
-Ευλογείτε ΠΑΤΕΡΑ .
-ΚΑΛΩΣ ΤΟΝ ΑΔΕΛΦΟ,τί κάνεις;
Μμμμμμμμ………………………………………….
Ο Γέροντας καθόταν πάνω σε ένα διπλό
κρεββάτι με τη πλάτη του στο μέρος των μαξιλαριών και τα πόδια του απλωμένα
προς το κάτω μέρος του κρεββατιού,φορώντας το αντερί του .Το πρόσωπό του έλαμπε
,τα μάτια του κατάλαβα ότι δε με έβλεπαν όπως εγώ αλλά δεύτερη φορά στη ζωή μου
κοίταξα στα μάτια ένα τυφλό και ένοιωσα απίστευτη ζεστασιά και γλυκύτητα. Η
πρώτη ήταν όταν γνώρισα τον Γέροντα μας και Πνευματικό μας τον Μακαριστό Πατέρα
Στέφανο τον Τυφλό τον Ιερομόναχο ο οποίος ήταν στην Ι.Μ.Κοιμήσεως της Θεοτόκου
στην Πεντέλη. ………………………………………………
-Αδελφέ μου ,έλα, τι κάνεις;
Επανέλαβε.
-Τι να κάνω Πατέρα μου, ναααα…(Τι να
του πω Θεέ μου, ότι είμαι καλά ;αφού δεν είμαι) Δεν είμαι καλά Πατέρα μου….
-Τι έχεις ,τι σου συμβαίνει, για πές
μου…
Πιάνοντας το δικό του χέρι , αγγίζω
τρία σημεία ώμο, αγκώνα , καρπό και του λέω:
- <<Να Πατέρα μου το αριστερό
μου χέρι εδώ και δύο χρόνια δεν μπορώ να το κουνήσω ούτε επάνω, ούτε αριστερά,
δεξιά, ούτε να το απλώσω μακριά από το σώμα μου, μόνο λίγο μπροστά…..
Δεν έχω προλάβει να τελειώσω αυτά που
του λέω και έχει βγάλει ένα μικρό κουτάκι που δεν υποψιάζομαι τι περιέχει και
μου το τοποθετεί επάνω στα τρία σημεία του χεριού μου και με ρωτάει:
- <<Νοιώθεις κάτι
,καταλαβαίνεις τίποτα ;>>
Και πριν προλάβω να απαντήσω νοιώθω
ένα κάψιμο επάνω στο χέρι μου, το οποίο διαρκεί και μία ευωδία να γεμίζει τα
ρουθούνια μου. Αισθάνομαι κάτι σαν να μαλακώνει τον ώμο μου εσωτερικά και όλο
μου το χέρι. Νοιώθω κάποιες μηχανικές κινήσεις του χεριού μου να γίνονται
αργά-αργά χωρίς καθόλου πόνο μετά από δύο χρόνια. Δεν μπορώ να συνειδητοποιήσω
αυτό που μου συμβαίνει και αφήνομαι να ζήσω χωρίς λογική επεξεργασία την
επέμβαση της θείας χάριτος με τη συνεργία των αγίων λειψάνων. Ο Γέροντας
εξακολουθεί να έχει επάνω μου τα άγια λείψανα του Αγίου Νεκταρίου,Του Οσίου
Ιωσήφ του Ησυχαστή και τεμάχιο του Τιμίου Σταυρού, όπως μου είπε και έχοντας
λυθεί η γλώσσα μου του εξομολογούμαι ότι ένοιωθα και τι ζούσα εκείνη την Θεία
ώρα.
Με σταύρωσε πάλι με τα άγια λείψανα
που ευωδίαζαν, μύρισα το χαλάκι που και αυτό ευωδίαζε, του Πατέρα Εφραίμ του
Φιλοθείτη,που επάνω σε αυτό έκανε τη προσευχή του και δίνοντας μου την ευλογία
του ,έφυγα μέσα σε λυγμούς και δάκρυα φιλώντας τα χέρια του και χωρίς να το
καταλάβω και τα πόδια του.
Ακούγοντας πίσω μου τη φωνή του να
λέει <<Να ξανάλθεις όποτε θέλεις και σε περιμένω και στο Άγιο
Όρος>> βγήκα έξω από το δωμάτιο του και κρύβοντας το πρόσωπο μου για να
μη με δούν να κλαίω ζήτησα να βγώ έξω σε κάποιο μπαλκόνι γιατί τα δάκρυα μου
δεν σταματούσανε.
Η αδελφή Αικατερίνα έτρεξε να δεί τι
συμβαίνει ….
-Τι έπαθες Κωνσταντίνε; με ρώτησε όχι
ταραγμένη αλλά χαμογελαστή.
-Τι να συμβαίνει.
Της απαντάω: -Τό χέρι μου……
-Έεε τι έπαθε ;
-Δεν το βλέπεις;Θεραπεύτηκε αδελφή
μου, Θεραπεύτηκε, Το κουνάω λές και είναι λάστιχο. Δεν είναι Θαύμα, Θαύμα,
Θαύμα; Έγινα καλά. Τί βάρος έφυγε Θεέ μου.
---Γέροντα μου να είστε ευλογημένος.
Δόξα τω Θεώ, Δόξα τω Θεώ, Δόξα τω Θεώ.
Βγήκα έξω με τέτοιο κλάμμα που τους 2
βαθμούς λόγω κρύου τους ένοιωθα σαν 42 λόγω χαράς και ευγνωμοσύνης.
Όταν μπήκα μέσα στο σπίτι, μετά από
αρκετή ώρα ,μέσα όλοι στο σαλόνι ήταν βουρκωμένοι και με δάκρυα χαράς ήλθαν και
μου ευχόντουσαν ,τι; Δε θυμάμαι τίποτα. Ούτε θυμάμαι πως οδήγησα το αυτοκίνητο
προς στο σπίτι μου στη Γλυφάδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου