Κάποια φορά, που ο Πατερούλης Ευμένιος
Σαριδάκης είχε μοιράσει όλα τα κεράσματα που είχε και δεν απέμενε τίποτε για να
προσφέρει στον επόμενο επισκέπτη, μία κυρία τον παρατήρησε με κάποια αυθάδεια:
– Τώρα, που μοίρασες ό,τι είχες για κέρασμα,
έτσι και έρθει ένας άνθρωπος, τι θα του δώσεις;
Ο
Παππούλης δεν της απάντησε, απλώς χαμογέλασε.
Εκείνη
την στιγμή, χτυπάει την πόρτα κι ένας νεαρός και ρωτά:
–
Γέροντα, μπορώ να μπω;
Ο
Γέροντας απαντά:
– Να
‘ναι ευλογημένο, έλα, έλα μέσα.
–
Μισό λεπτό, απαντά ο νεαρός , φέρνοντας ένα τεράστιο κουτί, που έπιασε όλο το
τραπέζι του Παππούλη.
– Τα
στέλνει ο τάδε, του λέει.
Πήρε
την ευχή του το παλληκάρι και έφυγε.
Άρχισε
τότε η κυρία να του λέει:
–
Μμ, έντάξει όμως να δω τι θα τα κάνεις τώρα τόσα κεράσματα.
Εκείνος
δεν απάντησε και πάλι χαμογέλασε.
Σε
λίγη ώρα ξανακτυπά η πόρτα και εμφανίζεται ένας άλλος νεαρός λέγοντας:
–
Πάτερ μου;
–
Πέρασε, πέρασε, του απαντά.
–
Ένα λεπτό, δεν είμαι μόνος μου έχουμε έρθει με ένα πούλμαν γεμάτο να πάρουμε
την ευχή σας, γιατί ξεκινάμε να γράψουμε για τις εξετάσεις, του λέει ο νεαρός.
– Να
‘ναι ευλογημένο, να ‘ναι ευλογημένο, απαντά ο Πατερούλης!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου