ΜΑΚΑΡΙΟΙ πάντες
οἱ φοβούμενοι τὸν Κύριον, οἱ πορευόμενοι ἐν ταῖς ὁδοῖς αὐτοῦ. 2 τοὺς πόνους τῶν
καρπῶν σου φάγεσαι· μακάριος εἶ, καὶ καλῶς σοι ἔσται. 3 ἡ γυνή σου ὡς ἄμπελος εὐθηνοῦσα
ἐν τοῖς κλίτεσι τῆς οἰκίας σου· οἱ υἱοί σου ὡς νεόφυτα ἐλαιῶν κύκλῳ τῆς τραπέζης
σου. 4 ἰδοὺ οὕτως εὐλογηθήσεται ἄνθρωπος ὁ φοβούμενος τὸν Κύριον. 5 εὐλογήσαι
σε Κύριος ἐκ Σιών, καὶ ἴδοις τὰ ἀγαθὰ ῾Ιερουσαλὴμ πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς
σου· 6 καὶ ἴδοις υἱοὺς τῶν υἱῶν σου. εἰρήνη ἐπὶ τὸν ᾿Ισραήλ.
Μακάριοι εἶναι ὅλοι
ὅσοι εὐλαβοῦνται τὸν Κύριο, ὅσοι πορεύονται στὶς ὁδούς του. Τοὺς καρποὺς τῶν
μόχθων σου θὰ ἀπολαύσεις· θὰ εἶσαι μακάριος καὶ ὅλα θὰ βαίνουν καλῶς. Ἡ γυναίκα
σου σὰν εὔφορη κληματαριά στοὺς χώρους τοῦ σπιτιοῦ σου· τὰ παιδιά σου σὰν βλαστάρια
ἐλιᾶς ὁλόγυρα στο τραπέζι σου.
Νά πῶς θὰ εὐλογηθεῖ
ὁ ἄνθρωπος ποὺ εὐλαβεῖται τὸν Κύριο.
Ἂς σὲ εὐλογήσει ἀπὸ
τὴ Σιὼν ὁ Κύριος, ὥστε νὰ ἀπολαύσεις τὰ ἀγαθὰ τῆς Ἱερουσαλὴμ σ' ὅλη σου τὴ ζωή·
καὶ νὰ δεῖς τὰ παιδιὰ τῶν παιδιῶν σου. Ἂς ὑπάρχει εἰρήνη στὸν Ἰσραήλ.
Στὴν ἔνατη ὠδὴ τῶν
Ἀναβαθμῶν ἐξαίρεται ἡ κατάσταση ὅσων ἔχουν εἰσέλθει στὴν πόλη τοῦ Θεοῦ, ἔχουν
στήσει τὰ πόδια τους ἐνώπιον τοῦ ναοῦ, ἔχουν δηλαδὴ παραδοθεῖ στοὺς κόλπους τοῦ
οὐρανίου Πατρός.
Μακάριοι πάντες
οἱ φοβούμενοι τὸν Κύριον, οἱ πορευόμενοι ἐν ταῖς ὁδοῖς αὐτοῦ.
Στὰ κείμενα τῆς
Παλαιᾶς Διαθήκης τὸ περιεχόμενο τῆς λέξης «μακάριος» εἶναι ἐντελῶς διαφορετικὸ ἀπὸ
αὐτὸ ποὺ εἶχε στὴν ἑλληνικὴ παράδοση. Στη δεύτερη, τὴν ἑλληνικὴ παράδοση, ἡ
μακαριότητα ἀνήκει στοὺς θεούς, ποὺ ὀνομάζονται «μάκαρες», οἱ ὁποῖοι τὴν ζοῦν
μέσα στην τους. Μποροῦν νὰ τὴν δώσουν καὶ σὲ ἀνθρώπους κατὰ αὐτάρκειά ἂν ἐπιλέξουν νὰ τοὺς εὐνοήσουν. Γιὰ
τοὺς ἀνθρώπους ἡ μακαριότητα ὁρίζεται ὡς κατάσταση τῆς ἱστορίας καὶ ἐξαντλεῖται
μέσα στὰ ὅρια τῆς ἱστορίας.
Αντίθετα, στὴν Ἁγία
Γραφὴ ἡ μακαριότητα δὲν ἀναφέρεται στὸν Θεὸ ὡς στοιχεῖο τῆς κατάστασής του. Ἀντὶ
γιὰ μακαριότητα, ἡ Βίβλος μΙλάει συνεχῶς γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ, τη φανέρωσή του
δηλαδή, τὴν ὁποῖα θέλει νὰ μοιράζεται μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Καὶ ὀνομάζει ἀκριβῶς
μακαριότητα τὴ μετοχὴ τοῦ ἀνθρώπου στὴ δόξα τοῦ Κυρίου. Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη
μακάριος εἶναι ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει σχέση μὲ τὸν Θεό, ποὺ παραδίδεται στὸν Θεό.
Εἰδικὰ τὸ βιβλίο τῶν Ψαλμῶν ἐκδιπλώνει τὸπεριεχόμενο τῆς μακαριότητας ὡς
πλήρους παραδόσεως, δηλαδὴ πίστης- ἐμπιστοσύνης στὸν Θεό.
«Μακάριος ἀνήρ»,
εἶναι οἱ πρῶτες δύο λέξεις τοῦ ἱεροῦ Ψαλτηρίου:Μακάριος ἀνήρ, ὃς οὐκ ἐπορεύθη ἐν
βουλῇ ἀσεβῶν καὶ ἐν ὁδῷ ἁμαρτωλῶν οὐκ ἔστη, [...] ἀλλ᾽ ἢ ἐν τῷ νόμῳ Κυρίου τὸ
θέλημα αὐτοῦ (Ψαλμ. 1,1). Σὲ ἄλλο στίχο, ἄλλου ψαλμοῦ, ὁ ψαλμωδὸς θὰ μᾶς
καλέσει νὰ ψηλαφήσουμε ὡς ἐμπειρία ζωῆς τὴ χρηστότητα τοῦ Κυρίου γιὰ νὰ μάθουμε
ποιὸς εἶναι πραγματικὰ ὁ ἄξονας ἀναφορᾶς στὸν ὁποῖο ἐλπίζουμε: Γεύσασθε καὶ ἴδετε
ὅτι χρηστὸς ὁ Κύριος· μακάριος ἀνήρ, ὃς ἐλπίζει ἐπ᾿ αὐτόν (Ψαλμ. 33,9). Ακόμα
πιὸ καθαρὰ θὰ διακηρύξει τὸ στίγμα αὐτῆς τῆς μακαριότητας στὸν πρῶτο στίχο τῆς ἔνατης
ᾠδῆς τῶν Ἀναβαθμῶν: Μακάριοι πάντες οἱ φοβούμενοι τὸν Κύριον, οἱ πορευόμενοι ἐν
ταῖς ὁδοῖς αὐτοῦ (Ψαλμ. 127,1). Καὶ κορυφώνει αὐτὴ τὴ διακήρυξη μὲ τὸν ἐξαιρετικὸ
στίχο: Μακάριος οὗ ὁ Θεὸς Ἰακὼβ βοηθὸς αὐτοῦ, ἡ ἐλπὶς αὐτοῦ ἐπὶ Κύριον τὸν Θεὸν
αὐτοῦ (Ψαλμ. 145,5). Ο προφήτης μάλιστα Ἠσαΐας θὰ ἐκτείνει τὸ περιεχόμενο τῆς
πραγματικῆς μακαριότητας στὴν ἐμμονὴ τοῦ πιστοῦ νὰ εἶναι μὲ τὸν Θεὸ καὶ ὄχι μὲ τὸν
κόσμο: μακάριοι οἱ ἐμμένοντες ἐπ' αὐτῷ (Ἠσ. 30,18).
Ὅ,τι ἡ Παλαιὰ
Διαθήκη κατέθεσε ὡς ὁδὸ τοῦ ἀνθρώπου, ἀνάγοντάς την σὲ ὁδὸ Κυρίου, ἡ Καινή
Διαθήκη τὸ διευκρίνισε μὲ ἀποκαλυπτικὸ τρόπο: Μακαριότητα εἶναι ἡ σχέση μὲ τὸν
Χριστό. Ὁ ἴδιος μᾶς καλεῖ νὰ πορευτούμε μαζί του: Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες
καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς. Ἄρατε τὸν ζυγόν μου ἐφ' ὑμᾶς καὶ μάθετε ἀπ᾿
ἐμοῦ, ὅτι πρᾷός εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ, καὶ εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς
ὑμῶν (Ματθ. 11,28-29).
Μποροῦμε λοιπὸν
νὰ ποῦμε ὅτι οἱ Μακαρισμοὶ ποὺ περιέχονται στὸ εὐαγγέλιο είναι μία κατάφαση, ἕνα
ναὶ τοῦ οὐρανίου Πατρὸς στὸ πρόσωπο τοῦ Υἱοῦ του, καὶ κατ' ἐπέκταση ἕνα ναὶ τῶν
πιστῶν στὸν Χριστό.
Ὁ Χριστὸς ἀποκαλύπτει
τὸν τόπο τῆς μακαριότητας, ἀπαντώντας στὸν πόθο τοῦ ἀνθρώπου γιὰ εὐτυχία. Καὶ αὐτὸς
ὁ τόπος εἶναι ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ποὺ μὲ τὴν Ἀνάστασή του καὶ μὲ τὴν ἀποστολὴ
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς γίνεται παρούσα.
Στὸ βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως
αὐτὴ ἡ μακαριότητα συνδέεται άμεσα μὲ τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ὅπως διαβάζουμε
στὸ πρῶτο καὶ στὸ τελευταῖο κεφάλαιο: Μακάριος ὁ ἀναγινώσκων καὶ οἱ ἀκούοντες
τοὺς λόγους τῆς προφητείας καὶ τηροῦντες τὰ ἐν αὐτῇ γεγραμμένα· ὁ γὰρ καιρὸς ἐγγύς
(Απ. 1,3), καί: Ἰδοὺ ἔρχομαι ταχύ. Μακάριος ὁ τηρῶν τοὺς λόγους τῆς προφητείας
τοῦ βιβλίου τούτου (Απ. 22,7).
Ἀλλὰ ἀκόμη πιὸ ἀποκαλυπτικὸ
εἶναι τὸ περιεχόμενο ποὺ λαμβάνει ἡ μακαριότητα στὸ στόμα τῆς Παναγίας. Ἔχοντας
ὑποταχθεῖ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἔχοντας λάβει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τὸ ὁποῖο ἐγκαθιδρύει
ἐντός της τὸν Υἱὸ καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀντιλαμβάνεται τὴ μακαριότητα ὡς διαρκὴ
κατάσταση. Καὶ τὸ διατυπώνει στον χαιρετισμό της πρὸς τὴν Ἐλισάβετ: Ἀπὸ τοῦ νῦν
μακαριοῦσί με πᾶσαι αἱ γενεαί... Καὶ ἔχει ἐπίγνωση τοῦ λόγου γιὰ τὸν ὁποῖο εἰσέρχεται
στὸν τόπο τῆς μακαριότητας: ὅτι ἐποίησέ μοι μεγαλεῖα ὁ δυνατός..., τὰ ὁποῖα καὶ
περιγράφει.
2 Τοὺς πόνους τῶν
καρπῶν σου φάγεσαι· μακάριος εἶ, καὶ καλῶς σοι ἔσται.
Πόνοι τῶν καρπῶν
εἶναι οἱ πόνοι τῶν χεριῶν, εἶναι τὸ ἀποτέλεσμα τοῦ ἔργου τῆς ζωῆς μας. Ἂν τὸ ἔργο
εἶναι καλό, ἂν εἶναι κατὰ Κύριον, οἱ καρποί του εἶναι ἐπίσης καλοὶ καὶ ἡ χαρὰ
(μακαριότητα) εἶναι παρούσα.
Βέβαια, ἡ ἀξιολόγηση
τοῦ ἔργου θα γίνει στὸ τέλος, σὲ ἐσχατολογικὴ προοπτική, μᾶς δίδεται ὅμως ἡ
δυνατότητα νὰ προγευθοῦμε τὸ θετικό του περιεχόμενο. Μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι τὸ ἔργο
θὰ εἶναι καλό, ἂν εἶναι σύμφωνο μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, πορευόμαστε ἔχοντας
παραδοθεῖ στὸν Κύριο τῆς δόξας.
3 Η γυνή σου ὡς ἄμπελος εύθηνοῦσα ἐν τοῖς κλίτεσι τῆς οἰκίας σου οἱ υἱοί σου ως
νεόφυτα ἐλαιῶν κύκλῳ τῆς τραπέζης σου,
Εξαιρετικὴ εἰκόνα
ποὺ περιγράφει τὴν κατ' οἶκον Ἐκκλησία ἑκάστου
πιστοῦ. Ἡ ἀναφορὰ
στὴ γυναίκα καὶ στὰ παιδιὰ λαμβάνει νόημα στην προοπτικὴ τῆς σχέσης Χριστοῦ καὶ
Ἐκκλησίας. Η νύμφη τοῦ Χριστοῦ (Εκκλησία)
παρέχει πλούσιο τὸν καρπὸ τῆς ἀμπέλου, τοῦ νοητού και αισθηστοῦ δηλαδὴ ποὺ τὸ
γευόμαστε ὡς αἷμα Χριστοῦ στη θεία Ευχαριστία, καὶ τὰ τέκνα αὐτῆς τῆς νύμφης, ὅλοι
ἐμεῖς ποὺ ἐνταχθήκαμε στὸ σῶματοῦ Χριστοῦ, θὰ ἀναδείξουμε τὴ θεοπρεπή χαρά μας
γύρω ἀπὸ τὸ τραπέζι τῆς θείας Εὐχαριστίας, τὴν ἁγία Τράπεζα.
Κατὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη
Χρυσόστομο, Οὐδὲν ἰσχυρότερον γυναικός εὐλαβοῦς καὶ συνετῆς, πρὸς τὸ ῥυθμίζειν ἄνδρα,
καὶ διαπλάττειν αὐτοῦτὴν ψυχήν.
4 Ἰδοὺ οὕτως εὐλογηθήσεται
ἄνθρωπος ὁ φοβούμενος τὸν Κύριον.
Φοβούμενος τὸν
Κύριο εἶναι ὁ ἄνθρωπος ποὺ μὲ δέος ἀντιλαμβάνεται τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ. Εἶναι
τὸ δέος ἐνώπιον τῆς μεγαλοσύνης τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἀξιολογεῖ τὰ ἔργα τοῦ ἀνθρώπου καὶ
παρεμβαίνει γιὰ νὰ τὸν καθοδηγήσει. Εἶναι τὸ δέος ποὺ κατέχει τις ἅγιες
μυροφόρες γυναίκεςἐνώπιον τοῦ κενοῦ τάφου ἐκείνη τὴ φοβερὴ αὐγὴ ποὺ σημάδεψε τὴν
ἱστορία τοῦ ἀνθρώπου: καὶ ἐξελθοῦσαι ἔφυγον ἀπὸ τοῦ μνημείου· εἶχε δὲ αὐτὰς
τρόμος καὶ ἔκστασις, καὶ οὐδενὶ οὐδὲν εἶπον· ἐφοβοῦντο γὰρ (Μάρκ. 16,8).
05. Εὐλογήσαι σε
Κύριος ἐκ Σιών, καὶ ἴδοις τὰ ἀγαθὰ Ἱερουσαλὴμ πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς σου
Ἡ Σιὼν ποὺ ἔχει
εὐλογήσει ὁ Κύριος δὲν εἶναι πόλη τῆς ἱστορίας ἀλλὰ πόλη τῆς μεταϊστορίας, Πόλη
καθολικὴ καὶ οἰκουμενική. Εἶναι ἡ
νέα πόλη ποὺ ἀναδύεται
μέσα ἀπὸ τὸν κενὸ τάφο καὶ αὐγάζει τὴ Δημιουργία τοῦ Θεοῦ. Ξανὰ ζοῦμε μέσα σ' αὐτὴ
τὴν ὑπερβατικὴ πόλη τὴν Ιδρυτικὴ φράση γιὰ τὸ κάλλος τοῦ κόσμου: Καὶ εἶδεν ὁ Θεὸς
τὰ πάντα, ὅσα ἐποίησε, καὶ ἰδοὺ καλὰ λίαν (Γέν. 1,31). Καὶ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς
ἐκχέονται τὰ ἀγαθὰ αὐτῆς τῆς εὐλογημένης πόλης, οἱ καρποὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. ·
καὶ ἴδοις υἱοὺς τῶν υἱῶν σου. Εἰρήνη ἐπὶ τὸν Ἰσραήλ.
Ο στίχος
προσεγγίζεται μὲ χριστολογικὴ ἀναφορά. Ὄχι, λοιπόν, θὰ δεῖ ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ, σὲ
μιὰ διαδοχὴ γενεῶν, ὅπως τὶς καταγράφει ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος στὸ πρῶτο
κεφάλαιο τοῦ εὐαγγελίου του (Βίβλος γενέσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ Δαβίδ, υἱοῦ Ἀβραάμ.
Ἀβραὰμ ἐγέννησεν τὸν Ἰσαάκ, κλπ., - Ματθ. 1,1 κέ.), ἀλλὰ ἤδη εἶδε τὸ ἄστρο τὸ
πρωινὸ τὸ λαμπρὸ νὰ ἀνατέλλει ἐκ Παρθένου Μαρίας (Ἰακὼβ δὲ ἐγέννησεν τὸν Ἰωσὴφ
τὸν ἄνδρα Μαρίας, ἐξ ἧς ἐγεννήθη Ἰησοῦς ὁ λεγόμενος Χριστός - Ματθ. 1,16). Ὁ
συγγραφέας τῆς Ἀποκαλύψεως εἶναι σαφής: Ἐγώ εἰμι ἡ ῥίζα καὶ τὸ γένος Δαβίδ, ὁ ἀστὴρ
ὁ λαμπρὸς ὁ πρωϊνός (Απ. 22,16).
-
Ἡ εἰρήνη ἐπὶ τὸν
Ἰσραὴλ εἶναι ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ ποὺ ἐπαγγέλθηκε ἀπὸ τοὺς Προφῆτες, κηρύχθηκε ἀπὸ
τὸν Χριστὸ ὡς δική του εἰρήνη καὶ ὑμνήθηκε ἀπὸ τὸν ἀποκαλυπτὴ Ἰωάννη ὡς φῶς ποὺ
καταυγάζει τὴν
Ἄνω Ιερουσαλὴμ τῆς
μελλοντικῆς Βασιλείας, τῆς ἤδη ὅμως παρούσας ὡς πράξη τῆς θείας Εὐχαριστίας: Καὶ
ἔδειξέ μοι τὴν πόλιν τὴν ἁγίαν Ἱερουσαλὴμ καταβαίνουσαν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἀπὸ τοῦ
Θεοῦ, ἔχουσαν τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ (Απ. 21,10-11).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου